ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ ΣΤΟΝ ΙΟΥΔΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ

 

Ο ΔΑΒΙΔ ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΕΤΑΙ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ

 

Ο βασιλιάς Δαβίδ

Μετά το θάνατο του Σαούλ, ο Δαβίδ μαζί με την οικογένειά του και τους άνδρες του, εγκαταστάθηκε στη Χεβρών. Τότε ήρθαν οι άνδρες και οι πρεσβύτεροι του Ιούδα και έχρισαν εκεί το Δαβίδ βασιλιά της φυλής Ιούδα, σύμφωνα με το λόγο που είχε προαναγγείλει ο Κύριος στο Σαμουήλ.

Όταν ο Δαβίδ εγκαταστάθηκε στη Χεβρών καθημερινά ερχόντουσαν πολεμιστές απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ, έτσι που σχηματίστηκε ένα στράτευμα τεράστιο. Όλοι αυτοί ήταν ετοιμοπόλεμοι άνδρες, οι οποίοι ενώθηκαν με το στρατό του Δαβίδ και αποδέχτηκαν το βασιλικό του αξίωμα. Ήταν καλογυμνασμένοι, έμπειροι για πόλεμο, εξοπλισμένοι με κάθε είδους όπλα και αποφασισμένοι να βοηθήσουν το Δαβίδ με όλη τους την καρδιά.

Μεταξύ αυτών ήταν και το σώμα των επιλέκτων και των ανδρείων του Δαβίδ, οι οποίοι τον βοήθησαν να εδραιώσει τη βασιλεία του, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου στον ισραηλιτικό λαό. Οι σημαντικότεροι του σώματος αυτού, οι οποίοι ήταν και αρχηγοί του στρατού του ήταν ο Ιεσεβάαλ, ένας από τους 3 καλύτερους και δυνατότερους ανδρείους του Δαβίδ και αρχηγός 30 επιλέκτων, ο Ελεάζαρ, ένας από τους 3 καλύτερους και δυνατότερους ανδρείους του Δαβίδ, ο Αβεσσά, ανιψιός του Δαβίδ και αδερφός του αρχιστράτηγου Ιωάβ, ο οποίος ήταν ο αρχηγός των τριών πιο δυνατών και ανδρείων του Δαβίδ, ο Βαναίας, ο οποίος ήταν ο πιο ένδοξος από τους τριάντα επιλέκτους και ανδρείους του Δαβίδ και πολύ δυνατός. Ο Βαναίας ήταν και ο αρχηγός της σωματοφυλακής του Δαβίδ.

 

 

Η ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΔΑΒΙΔ ΚΑΙ ΙΕΒΟΣΘΕ

Ο ΔΑΒΙΔ ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΕΤΑΙ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΟΛΟΥ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

 

Στο μεταξύ όμως, ο Αβεννήρ, ο αρχιστράτηγος του Σαούλ, ανακήρυξε στη Μαναέμ τον Ιεβοσθέ, γιο του Σαούλ, βασιλιά στον Ισραήλ. Αλλά η φυλή Ιούδα ακολούθησε το Δαβίδ. Σ' αυτούς ο Δαβίδ βασίλεψε για εφτά χρόνια κι έξι μήνες στη Χεβρών.

Ο Αβεννήρ μετά την ανακήρυξη του Ιεβοσθέ, εκστράτευσε εναντίον του Δαβίδ και κατευθύνθηκε προς τη Γαβαών. Ο στρατός του Δαβίδ, με αρχιστράτηγο τον Ιωάβ, γιο της Σαρουΐας, παρατάχτηκε απέναντί του για μάχη. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν κοντά σε μια πηγή στη Γαβαών και στρατοπέδευσαν οι μεν από τη μια πλευρά της πηγής και οι δε απ' την άλλη. Ο Αβεννήρ πρότεινε στον Ιωάβ να μονομαχήσουν δώδεκα άντρες από κάθε παράταξη. Ο Ιωάβ δέχτηκε την πρόκληση. Από τη μια πλευρά ήταν 12 άνδρες από το στρατό του Ιεβοσθέ και 12 άνδρες του Δαβίδ από την άλλη. Στη μονομαχία που ακολούθησε, ο καθένας έπιασε το κεφάλι του αντιπάλου του και με το ξίφος του διαπέρασε την πλευρά κι έτσι έπεσαν όλοι μαζί.

Εκείνη την ημέρα ξέσπασε σκληρή μάχη και νικήθηκε ο Αβεννήρ από τους άνδρες του Δαβίδ. Ο Ασαήλ, αδερφός του αρχιστράτηγου Ιωάβ, που ήταν πολύ γρήγορος, καταδίωξε τον Αβεννήρ. Όταν τον πλησίασε, ο Αβεννήρ του είπε να πάρει μια πανοπλία από κάποιο νεκρό στρατιώτη ως τρόπαιο νίκης και να γυρίσει πίσω. Ο Ασαήλ επέμενε. Τότε ο Αβεννήρ τον χτύπησε με την αιχμή του δόρατος στα νεφρά και τον διαπέρασε από την πίσω πλευρά. Έτσι ο Ασαήλ χτυπημένος θανάσιμα έπεσε νεκρός στο μέρος εκείνο. Σε λίγο κατέφτασαν και τ' αδέρφια του με τον στρατό του Δαβίδ. Ο Ιωάβ και ο Αβεσσά καταδίωξαν τον Αβεννήρ. Ο Αβεννήρ κατέφυγε σ' ένα βουνό απέναντι από τη Γαΐ, όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι άνδρες του. Από κει ο Αβεννήρ φώναξε στον Ιωάβ και του πρότεινε την κατάπαυση του αδελφικού πολέμου. Ο Ιωάβ συμφώνησε κι έτσι σταμάτησε εκείνη η μάχη.

Ο πόλεμος ανάμεσα στην οικογένεια του Σαούλ και στην οικογένεια του Δαβίδ κράτησε πολύ. Αλλά ο Δαβίδ γινόταν ολοένα και ισχυρότερος, ενώ η οικογένεια του Σαούλ συνεχώς εξασθενούσε.

 

Μετά από μια διαμάχη που είχε ο Αβεννήρ με τον Ιεβοσθέ, ο Αβεννήρ έστειλε αγγελιοφόρους στο Δαβίδ και του πρότεινε συμφωνία, πως θα τον βοηθούσε να επεκτείνει τη βασιλεία του σε όλο το Ισραήλ.

Ο Δαβίδ αποδέχτηκε την πρόταση του Αβεννήρ, με την προϋπόθεση να του φέρει τη Μελχόλ, την κόρη του Σαούλ, επειδή παλιότερα ο πατέρας της την είχε δώσει σε άλλον. Ο Αβεννήρ, με τη σύμφωνη γνώμη του Ιεβοσθέ, παρέλαβε τη Μελχόλ από τον άντρα της και την παρέδωσε στο Δαβίδ.

Μετά ο Αβεννήρ μίλησε με τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και τους πρότεινε, αυτό που κι αυτοί ζητάγανε καιρό τώρα, να γίνει, δηλαδή, ο Δαβίδ βασιλιάς όλου του Ισραήλ. Εκείνοι αποδέχτηκαν την πρόταση του Αβεννήρ. Κατόπιν πήγε στη Χεβρών με 20 άνδρες για να το αναγγείλει στο Δαβίδ. Ο Δαβίδ ετοίμασε συμπόσιο γι' αυτόν και για τους άνδρες του και του εγγυήθηκε να αποχωρήσει με ασφάλεια.

Όταν ο Ιωάβ, ο αρχιστράτηγος του Δαβίδ, έφτασε στη Χεβρών ύστερα από μια εκστρατεία, και έμαθε ότι ο Αβεννήρ επισκέφτηκε το Δαβίδ και αποχώρησε ειρηνικά, τότε θύμωσε με το Δαβίδ που τον άφησε να φύγει έτσι. Μετά έστειλε αγγελιοφόρους στον Αβεννήρ και μια κάποια πρόφαση τον γύρισαν πίσω στη Χεβρών. Τότε ο Ιωάβ τον πήρε παράμερα δήθεν για να του μιλήσει κρυφά, κι εκεί τον χτύπησε στα νεφρά και τον σκότωσε, επειδή κι εκείνος είχε σκοτώσει τον αδερφό του τον Ασαήλ.

Αμέσως μετά ο Ρεκχά και ο Βαανά, οι γιοι του Ρεμμών, που ήταν στην υπηρεσία του Ιεβοσθέ και ήταν αρχηγοί ληστρικών συμμοριών, μπήκαν στην κατοικία του Ιεβοσθέ, την πιο ζεστή ώρα της ημέρας, όταν αυτός κοιμόταν για μεσημέρι. Τα δυο αδέρφια μπήκαν στον κοιτώνα όπου κοιμόταν ο Ιεβοσθέ, τον σκότωσαν και του πήραν το κεφάλι και το έφεραν στο Δαβίδ, στη Χεβρών. Ο Δαβίδ, όμως, πρόσταξε τους άνδρες του και σκότωσαν τους δύο γιους του Ρεμμών.  Έπειτα πήραν το κεφάλι του Ιεβοσθέ και το έθαψαν στον τάφο του Αβεννήρ, στη Χεβρών. Οι πρεσβύτεροι, απ' όλες τις φυλές των Ισραηλιτών ήρθαν στο Δαβίδ, στη Χεβρών, και έχρισαν το Δαβίδ βασιλιά όλου του Ισραήλ.

 

 

Ο ΔΑΒΙΔ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΙΕΒΟΥΣΑΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΙΛΙΣΤΑΙΩΝ

Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ

 

Ο Δαβίδ κατακτάει την Ιερουσαλήμ

Μετά απ' αυτά τα γεγονότα, ο Δαβίδ και οι άνδρες του βάδισαν κατά της Ιερουσαλήμ, που μέχρι τότε ονομαζόταν Ιεβούς. Οι Ιεβουσαίοι, που κατοικούσαν στην περιοχή, αρνήθηκαν να παραδώσουν την πόλη στον Δαβίδ, γιατί η πόλη ήταν καλά οχυρωμένη. Παρ' όλα αυτά όμως ο Δαβίδ κυρίεψε το φρούριο της Σιών, που ονομάστηκε στη συνέχεια, Πόλη Δαβίδ.

Ο Δαβίδ ανοικοδόμησε την πόλη κι εγκαταστάθηκε στην Ιερουσαλήμ το 1004 π.Χ., την οποία έκανε νέα πρωτεύουσα του βασιλείου του. Στη συνέχεια έχτισε κι άλλα οχυρωματικά έργα γύρω από την πόλη, καθώς επίσης και την κατοικία του. Έτσι ο Δαβίδ γινόταν συνεχώς ισχυρότερος, γιατί ο Κύριος ήταν μαζί του και η βασιλεία του έφτασε σε μεγάλη ακμή. Ο Χειράμ, βασιλιάς της Τύρου, έστειλε στο Δαβίδ διπλωματική αντιπροσωπεία. Επίσης του έστειλε ξύλα κέδρων, ξυλουργούς και χτίστες, για να του χτίσουν το ανάκτορό του.

 

Όταν άκουσαν οι Φιλισταίοι ότι ο Δαβίδ χρίστηκε βασιλιάς του Ισραήλ, ξεκίνησαν με όλο το στρατό τους για να τον θέσουν υπό την εξουσία τους. Ο Δαβίδ με τη βοήθεια του Κυρίου, νίκησε τους Φιλισταίους. Οι Φιλισταίοι φεύγοντας πανικόβλητοι άφησαν εκεί τα αγάλματα των θεών τους, τα οποία ο Δαβίδ και οι άνδρες του τα πήραν και τα έριξαν στη φωτιά.

Οι Φιλισταίοι κι αυτή τη φορά ήταν περισσότεροι. Ο Δαβίδ, πάλι με τη βοήθεια και τις οδηγίες του Κυρίου, τους χτύπησε στα νώτα τους, μέσα από το δάσος. Μπροστά από το Δαβίδ πήγαινε ο Κύριος, μέσα από μια δυνατή βοή που έβγαινε από τα δέντρα του δάσους και σκόρπισε τον τρόμο στους Φιλισταίους. Ο Δαβίδ νίκησε τους Φιλισταίους και τους έτρεψε σε φυγή.

 

 

 

 

ΔΑΒΙΔ ΚΑΙ ΜΕΜΦΙΒΟΣΘΕ

 

Κάποτε ο Δαβίδ ρώτησε τον Σιβά, που ήταν υπηρέτης του Σαούλ, εάν έχει απομείνει πια κανείς από την οικογένεια του Σαούλ, για να του δείξει την εύνοιά του. Ο Σιβά του είπε, ότι υπάρχει ακόμη ένας, ο Μεμφιβοσθέ, που είναι γιος του Ιωνάθαν και που είναι ανάπηρος στα πόδια. Συγκεκριμένα όταν είχε φτάσει η είδηση για το θάνατο του Σαούλ και του Ιωνάθαν, ο Μεμφιβοσθέ ήταν πέντε ετών. Τότε τον άρπαξε βιαστικά η παραμάνα του κι έφυγε. Μα ενώ έφευγε αυτός έπεσε κι έμεινε ανάπηρος. Ο Δαβίδ έστειλε ανθρώπους στο σπίτι, όπου βρισκόταν ο Μεμφιβοσθέ και τον έφεραν στο παλάτι.

Όταν ο Μεμφιβοσθέ, ήρθε στο Δαβίδ, έσκυψε το κεφάλι του και προσκύνησε. Ο Δαβίδ τον καθησύχασε και του είπε, ότι για χάρη του Ιωνάθαν, του πατέρα του, θα του επιστρέψει όλα τα χωράφια που είχε ο Σαούλ, και ότι στο εξής θα τρώει πάντα στο βασιλικό τραπέζι.

Κατόπιν ο Δαβίδ έδωσε διαταγές να επιστραφεί στον Μεμφιβοσθέ η περιουσία του Σαούλ και ακόμη έδωσε διαταγή στον Σιβά, να φροντίσει με τους γιους του και με τους δούλους του, να καλλιεργούν τα κτήματα του Σαούλ και να δίνουν τα εισοδήματα στον Μεμφιβοσθέ. Έτσι ο Μεμφιβοσθέ, μαζί με τον μικρό του γιο τον Μιχά, εγκαταστάθηκε στην Ιερουσαλήμ και έτρωγε στο τραπέζι του Δαβίδ σαν ένας από τους γιους του.