ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ  

 

ΙΕΒΟΣΘΕ (ΙΕΣΣΙΟΥ Ή ΑΣΑΒΑΛ)

 

Ο ΙΕΒΟΣΘΕ (ΙΕΣΣΙΟΥ Ή ΑΣΑΒΑΛ)

 

Ο Ιεβοσθέ ή Ιεσσιού ή Ασαβάλ (Ιουεί ή Ισβί ή Ισβόσεθ ή Εσβαάλ) ήταν ο δεύτερος γιος του Σαούλ και της Αχινοόμ (Αχινοάμ) (Α' Βασιλειών 14,49. Β' Βασιλειών 2,8. 2,10. 4,1-2. 4,8. Α' Παραλειπομένων 8,33. 9,39). Τ' άλλα αδέρφια του ήταν ο Ιωνάθαν, ο Μελχισουέ ή Μελχισά (Μαλχί-Σουά) και ο Αμιναδάβ (Α' Βασιλειών 14,49. 31,2. Α' Παραλειπομένων 8,33. 9,39. 10,2), και οι αδερφές του ήταν η Μερόβ ή Μιχόλ (Μεράβ) και τη Μελχόλ (Μιχάλ) (Α' Βασιλειών 14,49. Α' Παραλειπομένων 18,17-20).

 

 

Ο ΙΕΒΟΣΘΕ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

 

Ο Ιεβοσθέ, μετά το θάνατο του πατέρα του, ανακηρύχτηκε βασιλιάς του Ισραήλ στη Μαναέμ, από τον αρχιστράτηγο του Σαούλ, τον Αβεννήρ. Σύμφωνα με το κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης ανακηρύχτηκε βασιλιάς του Ισραήλ, της Γαλαάδ, της χώρας Θασιρί, της Ιεζράελ και των φυλών Εφραίμ και Βενιαμίν. Ο Ιεβοσθέ ήταν 40 χρονών όταν έγινε βασιλιάς στον Ισραήλ, και βασίλεψε δυο χρόνια. Αλλά η φυλή Ιούδα ακολούθησε το Δαβίδ (Β' Βασιλειών 2,8-11).

 

O στρατός του Ιεβοσθέ, υπό τις διαταγές του Αβεννήρ, εκστράτευσε εναντίον του Δαβίδ και κατευθύνθηκε από τη Μαναέμ στη Γαβαών. Ο στρατός του Δαβίδ, με αρχιστράτηγο τον Ιωάβ, γιο της Σαρουΐας, παρατάχτηκε απέναντί του για μάχη. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν κοντά σε μια πηγή στη Γαβαών και στρατοπέδευσαν οι μεν από τη μια πλευρά της πηγής και οι δε απ' την άλλη. Έτσι στην πρώτη του μάχη ο στρατός του Ιεβοσθέ νικήθηκε από τον στρατό του Δαβίδ. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκαν 20 άντρες από τον στρατό του Δαβίδ και 360 άντρες από τον στρατό του Αβεννήρ, κυρίως από τη φυλή Βενιαμίν (Β' Βασιλειών 2,11-31).

Ο πόλεμος ανάμεσα στην οικογένεια του Σαούλ και στην οικογένεια του Δαβίδ κράτησε πολύ. Αλλά ο Δαβίδ γινόταν ολοένα και ισχυρότερος, ενώ η οικογένεια του Σαούλ συνεχώς εξασθενούσε (Β' Βασιλειών 3,1).

 

Ενώ συνεχιζόταν ο πόλεμος ανάμεσα στην οικογένεια του Σαούλ και στην οικογένεια του Δαβίδ, ο Αβεννήρ αποκτούσε όλο και περισσότερη δύναμη μέσα στην οικογένεια του Σαούλ. Μια μέρα ο Ιεβοσθέ επέκρινε τον Αβεννήρ, αν και τον φοβόταν, γιατί πλάγιασε με μια παλλακίδα του πατέρα του, τη Ρεσφά (Ρισπά), κόρη του Ιάλ (Αϊά). Ο Αβεννήρ οργίστηκε με τον Ιεβοσθέ και του είπε ότι θα βοηθήσει τον Δαβίδ να εγκαταστήσει τη βασιλεία του, όπως του υποσχέθηκε ο Θεός (Β' Βασιλειών 3,7-11).

Ο Δαβίδ έστειλε ανθρώπους στον Ιεβοσθέ και του ζητούσε να του δώσει πίσω τη Μελχόλ, επειδή παλιότερα ο πατέρας της την είχε δώσει σε άλλον. Ο Ιεβοσθέ έστειλε τον Αβεννήρ και πήρε την αδερφή του τη Μελχόλ, από τον άντρα της, τον Φαλτιήλ, γιο του Σελλής, και την παρέδωσε στο Δαβίδ (Β' Βασιλειών 3,14-16).

 

Όταν άκουσε ο Ιεβοσθέ και οι Ισραηλίτες, ότι πέθανε ο Αβεννήρ στη Χεβρών, ταράχτηκαν και φοβήθηκαν. Μια μέρα, ο Ρεκχά (Ρηχάβ) και ο Βαανά, οι γιοι του Ρεμμών (Ριμμών) από την Βηρώθ, που ήταν στην υπηρεσία του Ιεβοσθέ και ήταν αρχηγοί ληστρικών συμμοριών, έφυγαν από τη Γεθθαίμ όπου κατοικούσαν και μπήκαν στην κατοικία του Ιεβοσθέ, την πιο ζεστή ώρα της ημέρας, όταν αυτός κοιμόταν για μεσημέρι. Ο θυρωρός εκείνη τη στιγμή αποκοιμήθηκε κι έτσι τα δυο αδέρφια μπήκαν στον κοιτώνα όπου κοιμόταν ο Ιεβοσθέ, τον σκότωσαν και του πήραν το κεφάλι και το έφεραν στο Δαβίδ, στη Χεβρών.

Ο Δαβίδ, όμως, εκδικήθηκε το θάνατο του Ιεβοσθέ και σκότωσε τους δύο γιους του Ρεμμών. Έπειτα οι άντρες του πήραν το κεφάλι του Ιεβοσθέ και το έθαψαν στον τάφο του Αβεννήρ, στη Χεβρών (Β' Βασιλειών 4,1-12).