Πραξ. 8,9 Ἀνὴρ δέ τις
ὀνόματι Σίμων προϋπῆρχεν ἐν τῇ πόλει μαγεύων καὶ ἐξιστῶν τὸ ἔθνος τῆς
Σαμαρείας, λέγων εἶναί τινα ἑαυτὸν μέγαν·
Πραξ. 8,9 Εζούσε
όμως εις την πόλιν εκείνην και κάποιος άνθρωπος, ονόματι Σιμων, ο οποίος
έκανε μαγείες και εξέπληττε τον λαόν της Σαμαρείας, λέγων δια τον εαυτόν
του, ότι είναι κάποιος μεγάλος.
Πραξ. 8,10 ᾧ προσεῖχον
πάντες ἀπὸ μικροῦ ἕως μεγάλου λέγοντες· οὗτός ἐστιν ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ ἡ
μεγάλη.
Πραξ. 8,10 Επρόσεχαν
δε εις αυτόν όλοι, μικροί μεγάλοι, και έλεγαν· Αυτός είναι η μεγάλη δύναμις
του Θεού.
Πραξ. 8,11 προσεῖχον δὲ
αὐτῷ διὰ τὸ ἱκανῷ χρόνῳ ταῖς μαγείαις ἐξεστακέναι αὐτούς.
Πραξ. 8,11 Επρόσεχαν
δε εις αυτόν, διότι επί πολύν χρόνον τους είχε καταπλήξει με τας μαγείας
του.
Πραξ. 8,12 ὅτε δὲ
ἐπίστευσαν τῷ Φιλίππῳ εὐαγγελιζομένῳ τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ
ὀνόματος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐβαπτίζοντο ἄνδρες τε καὶ γυναῖκες.
Πραξ. 8,12 Οταν
όμως επίστευσαν στον Φιλιππον, που εκήρυττε το χαρμόσυνον μήνυμα περί της
βασιλείας του Θεού και περί του προσώπου του Ιησού Χριστού, εβαπτίζοντο και
άνδρες και γυναίκες. (Οι καλοπροαίρετες ψυχές δέχονται, όταν ακούσουν, την
αλήθειαν και ελευθερώνοντο από τας πλάνας, εις τας οποίας καλή τη πίστει
είχαν παρασυρθή).
Πραξ. 8,13 ὁ δὲ Σίμων καὶ
αὐτὸς ἐπίστευσε, καὶ βαπτισθεὶς ἦν προσκαρτερῶν τῷ Φιλίππῳ, θεωρῶν τε
δυνάμεις καὶ σημεῖα γινόμενα ἐξίστατο.
Πραξ. 8,13 Αλλά
και ο ίδιος ο Σιμων επίστευσε και αφού εβαπτίσθη, έμενε συνεχώς και με
επιμονήν κοντά στον Φιλιππον. Βλέπων δε τα υπερφυσικά θαύματα και τα σημεία,
που εγίνοντο από τον Φιλιππον, εθαύμαζε και εξεπλήσσετο, διότι αυτός δεν
ημπορούσε να κάμη τα ίδια.
Πραξ. 8,14 Ἀκούσαντες δὲ
οἱ ἐν Ἱεροσολύμοις ἀπόστολοι ὅτι δέδεκται ἡ Σαμάρεια τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ,
ἀπέστειλαν πρὸς αὐτοὺς τὸν Πέτρον καὶ Ἰωάννην·
Πραξ. 8,14 Οταν δε
ήκουσαν οι Απόστολοι, που ήσαν εις τα Ιεροσόλυμα, ότι η Σαμάρεια εδέχθη τον
λόγον του Θεού, έστειλαν προς τους Σαμαρείτας τον Πετρον και τον Ιωάννην.
Πραξ. 8,15 οἵτινες
καταβάντες προσηύξαντο περὶ αὐτῶν ὅπως λάβωσι Πνεῦμα Ἅγιον·
Πραξ. 8,15 Αυτοί
δε, αφού κατέβηκαν εις την Σαμάρειαν, προσευχήθηκαν υπέρ των Σαμαρειτών, δια
να λάβουν τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.
Πραξ. 8,16 οὔπω γὰρ ἦν
ἐπ᾿ οὐδενὶ αὐτῶν ἐπιπεπτωκός, μόνον δὲ βεβαπτισμένοι ὑπῆρχον εἰς τὸ ὄνομα
τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
Πραξ. 8,16 Διότι
δεν είχεν ακόμη κατεβή εις κανένα από αυτούς το Αγιον Πνεύμα· ήσαν δε μόνον
βαπτισμένοι στο όνομα του Κυρίου Ιησού.
Πραξ. 8,17 τότε ἐπετίθουν
τὰς χεῖρας ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ ἐλάμβανον Πνεῦμα Ἅγιον.
Πραξ. 8,17 Τοτε
έβαζαν οι Απόστολοι επάνω εις αυτούς τα χέρια των και έπερναν εκείνοι Πνεύμα
Αγιον.
Πραξ. 8,18 ἰδὼν δὲ ὁ
Σίμων ὅτι διὰ τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων δίδοται τὸ Πνεῦμα τὸ
Ἅγιον, προσήνεγκεν αὐτοῖς χρήματα
Πραξ. 8,18 Οταν
όμως ο Σιμων είδε ότι με την επίθεσιν των χειρών των Αποστόλων μετεδίδοντο
τα θαυμαστά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, επρόσφερε εις αυτούς χρήματα
Πραξ. 8,19 λέγων· δότε
κἀμοὶ τὴν ἐξουσίαν ταύτην, ἵνα ᾧ ἐὰν ἐπιθῶ τὰς χεῖρας λαμβάνῃ Πνεῦμα Ἅγιον.
Πραξ. 8,19 λέγων·
“δώστε και εις εμέ αυτήν την εξουσίαν, ώστε εις οποιανδήποτε βάλω επάνω τα
χέρια, να παίρνη Πνεύμα Αγιον”.
Πραξ. 8,20 Πέτρος δὲ εἶπε
πρὸς αὐτόν· τὸ ἀργύριόν σου σὺν σοὶ εἴη εἰς ἀπώλειαν, ὅτι τὴν δωρεὰν τοῦ
Θεοῦ ἐνόμισας διὰ χρημάτων κτᾶσθαι.
Πραξ. 8,20 Ο Πετρος
όμως είπε προς αυτόν με αγανάκτησιν· “το χρήμα σου μαζή με σένα ας
καταστραφή και ας χαθή, διότι ενόμισες ότι αποκτάται με χρήματα η δωρεά του
Θεού.
Πραξ. 8,21 οὐκ ἔστι σοι
μερὶς οὐδὲ κλῆρος ἐν τῷ λόγῳ τούτῳ· ἡ γὰρ καρδία σου οὐκ ἔστιν εὐθεῖα
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Πραξ. 8,21 Δεν
υπάρχει εις σε μερίδιον ούτε κλήρος εις τας δωρεάς του Αγίου Πνεύματος, δια
τας οποίας γίνεται λόγος. Και τούτο, διότι η καρδία σου δεν είναι ειλικρινής
και ανιδιοτελής ενώπιον του Θεού.
Πραξ. 8,22 μετανόησον οὖν
ἀπὸ τῆς κακίας σου ταύτης, καὶ δεήθητι τοῦ Θεοῦ εἰ ἄρα ἀφεθήσεταί σοι ἡ
ἐπίνοια τῆς καρδίας σου·
Πραξ. 8,22 Μετανόησε,
λοιπόν, από αυτήν την κακίαν σου και παρεκάλεσε τον Θεόν, μήπως τυχόν και
σου συγχωρηθή η πονηρά αυτή επινόησις της καρδίας σου.
Πραξ. 8,23 εἰς γὰρ χολὴν
πικρίας καὶ σύνδεσμον ἀδικίας ὁρῶ σε ὄντα.
Πραξ. 8,23 Αμφιβάλλω
όμως, διότι σε βλέπω να είσαι μέσα εις πικράν χολήν, που σου δημιουργεί η
κακία σου, και μέσα εις τα δεσμά της αδικίας”.
Πραξ. 8,24 ἀποκριθεὶς δὲ
ὁ Σίμων εἶπε· δεήθητε ὑμεῖς ὑπὲρ ἐμοῦ πρὸς τὸν Θεὸν ὅπως μηδὲν ἐπέλθῃ ἐπ᾿
ἐμὲ ὧν εἰρήκατε.
Πραξ. 8,24 Απήντησε
τότε ο Σιμων και είπε· “παρακαλέσατε και σεις για μένα τον Θεόν, να μη πέση
επάνω μου κανένα από τα κακά, που είπατε”.
Πραξ. 8,25 Οἱ μὲν οὖν
διαμαρτυράμενοι καὶ λαλήσαντες τὸν λόγον τοῦ Κυρίου ὑπέστρεψαν εἰς
Ἱερουσαλήμ, πολλάς τε κώμας τῶν Σαμαρειτῶν εὐηγγελίσαντο.
Πραξ. 8,25 Και οι
μεν λοιπόν Απόστολοι, αφού επεβεβαίωσαν με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος
το κήρυγμα περί του Κυρίου Ιησού, επέστρεψαν εις την Ιερουσαλήμ και καθώς
προχωρούσαν εκήρυτταν εις πολλάς χωριά των Σαμαρειτών το Ευαγγέλιον.
|