Πραξ. 20,17 Ἀπὸ δὲ τῆς
Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας.
Πραξ. 20,17 Από την
Μιλητον δε έστειλε ανθρώπους εις την Εφεσον και εκάλεσε τους πρεσβυτέρους
της Εκκλησίας.
Πραξ. 20,18 ὡς δὲ
παρεγένοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν αὐτοῖς· ὑμεῖς ἐπίστασθε, ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ᾿
ἧς ἐπέβην εἰς τὴν Ἀσίαν, πῶς μεθ᾿ ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην,
Πραξ. 20,18 Οταν δε
ήλθαν προς αυτόν, τους είπε· “σεις γνωρίζετε πολύ καλά, πως συμπεριεφέρθην
μαζή σας από την πρώτην ημέραν που ήλθα εις την Ασίαν και καθ' όλον τον
χρόνον της παραμονής μου.
Πραξ. 20,19 δουλεύων τῷ
Κυρίῳ μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πολλῶν δακρύων καὶ πειρασμῶν τῶν
συμβάντων μοι ἐν ταῖς ἐπιβουλαῖς τῶν Ἰουδαίων,
Πραξ. 20,19 Υπηρετούσα,
ως πιστός δούλος τον Κυριον, με κάθε ταπεινοφροσύνην και με πολλά δάκρυα,
που έχυνα δια τους απιστούντας και πολεμούντας το Ευαγγέλιον, και με πολλήν
υπομονήν εν μέσω των δυσκολιών και των κατατρεγμών, που μου συνέβησαν από
τας επιβουλάς των Ιουδαίων.
Πραξ. 20,20 ὡς οὐδὲν
ὑπεστειλάμην τῶν συμφερόντων τοῦ μὴ ἀναγγεῖλαι ὑμῖν καὶ διδάξαι ὑμᾶς δημοσίᾳ
καὶ κατ᾿ οἴκους,
Πραξ. 20,20 Γνωρίζετε
ακόμη, ότι καμμία δυσκολία και κανένας κίνδυνος δεν με ημπόδισε από του να
κηρύξω εις σας, και εις δημόσια κέντρα και ιδιαιτέρως εις τα σπίτια σας,
κάθε τι που εξυπηρετούσε το πνευματικόν σας συμφέρον.
Πραξ. 20,21 διαμαρτυρόμενος
Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι τὴν εἰς τὸν Θεὸν μετάνοιαν καὶ πίστιν τὴν εἰς τὸν
Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.
Πραξ. 20,21 Ετόνιζα
δε στους Ιουδαίους και στους Ελληνας την ανάγκην της μετανοίας απέναντι του
Θεού και την ανάγκην της πίστεως στον Κυριον ημών Ιησούν Χριστόν.
Πραξ. 20,22 καὶ νῦν ἰδοὺ
ἐγὼ δεδεμένος τῷ πνεύματι πορεύομαι εἰς Ἱερουσαλήμ, τὰ ἐν αὐτῇ συναντήσοντά
μοι μὴ εἰδώς,
Πραξ. 20,22 Και ιδού
τώρα εγώ, σαν να είμαι δεμένος από το Πνεύμα το Αγιον, πηγαίνω υποχρεωτικά
εις την Ιερουσαλήμ, χωρίς να ξέρω εκείνα, που θα μου συμβούν εις αυτήν.
Πραξ. 20,23 πλὴν ὅτι τὸ
Πνεῦμα τὸ Ἅγιον κατὰ πόλιν διαμαρτύρεται λέγον ὅτι δεσμά με καὶ θλίψεις
μένουσιν.
Πραξ. 20,23 Πλην τούτο
μόνον γνωρίζω ότι το Πνεύμα το Αγιον από πόλεως εις πόλιν μαρτυρεί καθαρά
μέσα μου και μου λέγει, ότι με περιμένουν δεσμά και θλίψεις.
Πραξ. 20,24 ἀλλ᾿ οὐδενὸς
λόγον ποιοῦμαι οὐδὲ ἔχω τὴν ψυχήν μου τιμίαν ἐμαυτῷ, ὡς τελειῶσαι τὸν δρόμον
μου μετὰ χαρᾶς καὶ τὴν διακονίαν ἣν ἔλαβον παρὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ,
διαμαρτύρασθαι τὸ εὐαγγέλιον τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Πραξ. 20,24 Αλλά
τίποτε από αυτά δεν θεωρώ άξιον λόγου, να με εμποδίση από την πορείαν μου,
ούτε και θεωρώ την ζωήν μου πολύτιμον δι' εμέ, όσον θεωρώ σπουδαίον να φθάσω
στο τέλος του δρόμου μου με χαράν και ειρήνην συνειδήσεως και να φέρω εις
πέρας την αποστολήν, που έχω λάβει από τον Κυριον Ιησούν, και η οποία είναι
να κηρύξω και να δώσω αφόβως την καλήν μαρτυρίαν δια το Ευαγγέλιον της
χάριτος του Θεού.
Πραξ. 20,25 καὶ νῦν ἰδοὺ
ἐγὼ οἶδα ὅτι οὐκέτι ὄψεσθε τὸ πρόσωπόν μου ὑμεῖς πάντες, ἐν οἷς διῆλθον
κηρύσσων τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Πραξ. 20,25 Και ιδού
τώρα εγώ προβλέπω, κατά το ανθρώπινον, ότι δεν θα ξαναϊδήτε πλέον το
πρόσωπόν μου όλοι σεις, ανάμεσα στους οποίους επέρασα, κηρύσσων την
βασιλείαν του Θεού.
Πραξ. 20,26 διὸ μαρτύρομαι
ὑμῖν ἐν τῇ σήμερον ἡμέρᾳ ὅτι καθαρὸς ἐγὼ ἀπὸ τοῦ αἵματος πάντων·
Πραξ. 20,26 Δι' αυτό
και κατά την σημερινήν ημέραν, την τελευταίαν που με βλέπετε, βεβαιώνω, με
καθαράν την συνείδησιν ενώπιον του Θεού, ότι είμαι ανεύθυνος δι' όλους σας,
εάν συμβή και παραστρατήση κανείς από σας.
Πραξ. 20,27 οὐ γὰρ
ὑπεστειλάμην τοῦ μὴ ἀναγγεῖλαι ὑμῖν πᾶσαν τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ.
Πραξ. 20,27 Δεν έχω
ευθύνην, διότι δεν παρέλειψα ποτέ να μη καταστήσω γνωστήν εις σας κάθε
βουλήν του Θεού, που σχετίζεται με την σωτηρίαν του ανθρώπου.
Πραξ. 20,28 προσέχετε οὖν
ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους,
ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου
αἵματος.
Πραξ. 20,28 Προσέχετε
λοιπόν στον εαυτόν σας, πως θα ζήτε. Προσέχετε δε πως θα φέρεσθε και τι θα
διδάσκετε εις όλον το πνευματικόν σας ποίμνιον, στο οποίον το Πνεύμα το
Αγιον σας έβαλε επισκόπους, να ποιμαίνετε την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού,
την οποίαν αυτός ο Κυριος απέκτησε με το αίμα του.
Πραξ. 20,29 ἐγὼ γὰρ οἶδα
τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ
φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου·
Πραξ. 20,29 Διότι εγώ
γνωρίζω τούτο· ότι μετά την έλευσίν μου αυτήν και την αναχώρησιν θα
εισέλθουν μεταξύ σας ψευδοδιδάσκαλοι και αιρετικοί, σαν άγριοι λύκοι, οι
οποίοι δεν θα λογαριάζουν καθόλου τα λογικά πρόβατα του Χριστού, αλλά θα
προσπαθούν να τα παρασύρουν εις τας πλάνας των και να τα κατασπαράξουν
ψυχικώς.
Πραξ. 20,30 καὶ ἐξ ὑμῶν
αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς
ὀπίσω αὐτῶν.
Πραξ. 20,30 Και από
σας τους ίδιους θα εγερθούν εγωπαθείς άνδρες, οι οποίοι θα διδάσκουν
διεστραμμένας και ψευδείς διδασκαλίας, δια να αποσπούν τους μαθητάς από τον
ορθόν δρόμον της σωτηρίας και να τους παρασύρουν με το μέρος των ως ιδικούς
των οπαδούς.
Πραξ. 20,31 διὸ γρηγορεῖτε,
μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων
νουθετῶν ἕνα ἕκαστον.
Πραξ. 20,31 Δι' αυτό
πρέπει να είσθε άγρυπνοι και προσεκτικοί, ενθυμούμενοι το παράδειγμά μου,
ότι επί τρία κατά συνέχειαν έτη δεν έπαυσα νύκτα και ημέραν με δάκρυα να
συμβουλεύω και καθοδηγώ τον καθένα σας.
Πραξ. 20,32 καὶ τὰ νῦν
παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ
ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν.
Πραξ. 20,32 Και τώρα,
αδελφοί, σας εμπιστεύομαι εις τα χέρια του Θεού και εις την διδασκαλίαν της
χάριτος αυτού, ο οποίος Θεός μόνος ημπορεί να σας οικοδομήση εις την κατά
Χριστόν ζωήν και να σας δώση κληρονομίαν μεταξύ όλων εκείνων, οι οποίοι
έχουν προχωρήσει στον αγιασμόν δια της χάριτος του Χριστού.
Πραξ. 20,33 ἀργυρίου ἢ
χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα·
Πραξ. 20,33 Αργύριον
η χρυσίον η ενδύματα, τίποτε από αυτά δεν επεθύμησα.
Πραξ. 20,34 αὐτοὶ γινώσκετε
ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται.
Πραξ. 20,34 Σεις δε οι
ίδιοι γνωρίζετε ότι εις τας ανάγκας μου και εις τας ανάγκας εκείνων, που
ήσαν μαζή μου, υπηρέτησαν αυτά τα χέρια.
Πραξ. 20,35 πάντα ὑπέδειξα
ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε
τὸν λόγον τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ
λαμβάνειν.
Πραξ. 20,35 Ολα, έργω
και λόγω, σας τα έχω υποδείξει, ότι δηλαδή έτσι εργαζόμενοι πνευματικώς και
υλικώς θα βοηθήτε και θα στηρίζετε τους ασθενείς εις την πίστιν αδελφούς. Να
ενθυμήσθε τους λόγους του Κυρίου Ιησού, τους οποίους αυτός είπε· Είναι
περισσότερον μακάριον να δίδη κανείς, παρά να λαμβάνη”.
Πραξ. 20,36 καὶ ταῦτα εἰπών,
θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς προσηύξατο.
Πραξ. 20,36 Και αφού
είπε αυτά, εγονάτισε και μαζή με όλους προσευχήθηκε.
Πραξ. 20,37 ἱκανὸς δὲ
ἐγένετο κλαυθμὸς πάντων, καὶ ἐπιπεσόντες ἐπὶ τὸν τράχηλον τοῦ Παύλου
κατεφίλουν αὐτόν,
Πραξ. 20,37 Εγινε δε
πολύς κλαυθμός από όλους και αφού έπεσαν στον τράχηλον του Παύλου, τον
εφιλούσαν και τον ξαναφιλούσαν με πολλήν στοργήν,
Πραξ. 20,38 ὀδυνώμενοι
μάλιστα ἐπὶ τῷ λόγῳ ᾧ εἰρήκει, ὅτι οὐκέτι μέλλουσι τὸ πρόσωπον αὐτοῦ θεωρεῖν.
προέπεμπον δὲ αὐτὸν εἰς τὸ πλοῖον.
Πραξ. 20,38 πονούντες
μάλιστα και λυπούμενοι δια τον λόγον, που τους είπε, ότι δεν πρόκειτε πλέον
να ξαναϊδούν το πρόσωπόν του. Ετσι δε συγκινημένοι τον συνώδευσαν έως το
πλοίον και τον κατευώδωσαν.
|