Λουκ. 4,16 Καὶ
ἦλθεν εἰς τὴν Ναζαρέτ, οὗ ἦν τεθραμμένος, καὶ εἰσῆλθε κατὰ τὸ εἰωθὸς αὐτῷ ἐν
τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων εἰς τὴν συναγωγήν, καὶ ἀνέστη ἀναγνῶναι.
Λουκ. 4,16 Και
ήλθεν εις την Ναζαρέτ όπου είχε ανατραφή και εισήλθε, όπως εσυνήθιζε, κατά
την ημέραν του Σαββάτου εις την συναγωγήν, και εσηκώθη από την θέσιν του,
δια να αναγνώση περικοπήν από την Βιβλον.
Λουκ. 4,17 καὶ
ἐπεδόθη αὐτῷ βιβλίον Ἡσαΐου τοῦ προφήτου, καὶ ἀναπτύξας τὸ βιβλίον εὗρε τὸν
τόπον οὗ ἦν γεγραμμένον·
Λουκ. 4,17 Και
εδόθη εις τα χέρια του το βιβλίον του προφήτου Ησαΐου και αφού εξεδίπλωσε το
βιβλίον, ευρήκε το μέρος εκείνο, που ήσαν γραμμένα τα εξής·
Λουκ. 4,18 Πνεῦμα
Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με,
ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν,
Λουκ. 4,18 “Πνεύμα
Κυρίου μένει εις εμέ, διότι με αυτό με έχρισεν ο Κυριος ως άνθρωπον και με
έστειλε να κηρύξω στους πτωχούς και γυμνούς από πίστιν ανθρώπους το
χαρμόσυνον μήνυμα της λυτρώσεως, να θεραπεύσω αυτούς των οποίων η καρδία
έχει συντριβή από το βάρος της αμαρτίας.
Λουκ. 4,19 κηρῦξαι
αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει,
κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν.
Λουκ. 4,19 Να
κηρύξω στους δούλους της αμαρτίας την άφεσιν και την απελευθέρωσιν, να
χαρίσω ανάβλεψιν εις εκείνους που έχουν σκοτισμένον και τυφλωμένον τον νου
από τα πάθη της αμαρτίας, να στείλω υγιείς και ελευθέρους από κάθε ενοχήν
εκείνους, που έχουν καταπληγωθή και συντριβή από την αμαρτίαν· με έστειλε να
κηρύξω στους ανθρώπους την αρχήν νέας εποχής, η οποία θα είναι ευχαρίστως
δεκτή από τον Θεόν, ποθητή δε και χαρμόσυνος δια τους ανθρώπους”.
Λουκ. 4,20 καὶ
πτύξας τὸ βιβλίον ἀποδοὺς τῷ ὑπηρέτῃ ἐκάθισε· καὶ πάντων ἐν τῇ συναγωγῇ οἱ
ὀφθαλμοὶ ἦσαν ἀτενίζοντες αὐτῷ.
Λουκ. 4,20 Και
αφού ετύλιξεν το βιβλίον εις σχήμα κυλίνδρου, το παρέδωσε στον υπηρέτην και
εκάθισε. Τα βλέματα δε όλων αυτών, που ευρίσκοντο εις την συναγωγήν, ήσαν
προσηλωμένα με μεγάλην προσοχήν εις αυτόν.
Λουκ. 4,21 ἤρξατο
δὲ λέγειν πρὸς αὐτοὺς ὅτι σήμερον πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν.
Λουκ. 4,21 Ηρχισεν
δε να λέγη εις αυτούς ότι “σήμερον, με όσα την στιγμήν αυτήν ακούουν τα
αυτιά σας, έχει εκπληρωθή και επαληθεύσει αυτή η προφητεία”.
Λουκ. 4,22 καὶ
πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς
ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς
Ἰωσήφ;
Λουκ. 4,22 Και
όλοι επεβεβαίωναν δι' αυτόν, ότι εκήρυττε με πολλήν δύναμιν και εθαύμαζαν
δια τα λόγια τα γεμάτα χάριν, που έβγαιναν από το στόμα του και έλεγαν· “δεν
είναι αυτός ο υιός του γνωστού μας Ιωσήφ, ο μαραγκός;”
Λουκ. 4,23 καὶ
εἶπε πρὸς αὐτούς· πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον
σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναούμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ
πατρίδι σου.
Λουκ. 4,23 Και
είπε προς αυτούς· “ασφαλώς θα μου πήτε την γνωστήν παροιμίαν· ιατρέ,
θεράπευσε τον εαυτόν σου· δείξε την δύναμίν σου εδώ εις την πατρίδα σου,
κάμε και εδώ τα θαύματα, που ηκούσαμεν ότι έκαμες εις την Καπερναούμ”.
Λουκ. 4,24 εἶπε
δέ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ.
Λουκ. 4,24 Αλλά
ο Ιησούς τους είπε· “αλήθεια σας λέγω, ότι κανείς προφήτης δεν έγινε δεκτός
με την πρέπουσαν τιμήν εις την πατρίδα του.
Λουκ. 4,25 ἐπ᾿
ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις Ἠλιοὺ ἐν τῷ Ἰσραήλ,
ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ
πᾶσαν τὴν γῆν,
Λουκ. 4,25 Σας
υπενθυμίζω δε και αυτήν την αλήθειαν, ότι πολλαί χήραι εζούσαν μεταξύ του
Ισραηλιτικού λαού κατά την εποχήν του Ηλιού, όταν εκλείσθη ο ουρανός και δεν
έβρεξε επί τρία έτη και εξ μήνας, τότε που απλώθηκε μεγάλη πείνα εις όλην
την χώραν της Παλαιστίνης.
Λουκ. 4,26 καὶ
πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη Ἠλίας εἰ μὴ εἰς Σάρεπτα τῆς Σιδωνίας πρὸς
γυναῖκα χήραν.
Λουκ. 4,26 Και
εις καμμίαν από τας πτωχάς χήρας των Ιουδαίων δεν εστάλη από τον Θεόν ο
Ηλίας, ει μη μόνον εις τα Σαρεπτα της Σιδωνίας προς κάποιαν άγνωστον και
άσημον χήραν γυναίκα.
Λουκ. 4,27 καὶ
πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ Ἐλισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ Ἰσραήλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν
ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος.
Λουκ. 4,27 Και
πολλοί λεπροί ήσαν κατά την εποχήν του προφήτου Ελισαίου στο ισραηλιτικόν
έθνος και κανείς από αυτούς δεν εθεραπεύθη, ει μη μόνον ο Νεεμάν, που
κατήγετο από την Συρίαν”.
Λουκ. 4,28 καὶ
ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα,
Λουκ. 4,28 Και
όλοι μέσα εις την συναγωγήν, όταν ήκουσα αυτά, κατελήφθησαν από ασυγκράτητον
οργήν (διότι ενόμισαν ότι ο Κυριος τους θέτει εις κατωτέραν θέσιν από τους
ειδωλολάτρας).
Λουκ. 4,29 καὶ
ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ
ὄρους, ἐφ᾿ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν.
Λουκ. 4,29 Εσηκώθησαν,
τον ήρπασαν και τον έβγαλαν έξω από την πόλιν, τον έφεραν έως το χείλος ενός
κρημνού του όρους, επάνω στο οποίον είχεν οικοδομηθή η πόλις των, με τον
σκοπόν να τον κρημνίσουν κάτω.
Λουκ. 4,30 αὐτὸς
δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο.
Λουκ. 4,30 Αυτός
όμως επέρασε ανάμεσα από αυτούς κατά ένα τρόπον θαυμαστόν και έφυγε.
|