Συνέσεως Αἰθὰν τῷ Ἰσραηλίτῃ.
Ψαλ. 88,2
Τὰ ἐλέη σου, Κύριε, εἰς τὸν αἰῶνα ᾄσομαι, εἰς γενεὰν καὶ γενεὰν ἀπαγγελῶ τὴν
ἀλήθειάν σου ἐν τῷ στόματί μου,
Ψαλ. 88,2
Τα ελέη σου, Κυριε, θα υμνολογώ εγώ παντοτεινά· εις γενεάν και γενεάν θα
διαλαλώ με το στόμα μου την αλήθειάν σου.
Ψαλ. 88,3
ὅτι εἶπας· εἰς τὸν αἰῶνα ἔλεος οἰκοδομηθήσεται· ἐν τοῖς οὐρανοῖς
ἑτοιμασθήσεται ἡ ἀλήθειά σου·
Ψαλ. 88,3
Διότι συ είπες· το οικοδόμημα του ελέους μου θα ορθώνεται και συνεχώς θα
ανοικοδομήται στους αιώνας των αιώνων. Εις τους αιωνίους και αδιασείστους
ουρανούς εστηρίχθη και στερεώνεται η αλήθεια και η αξιοπιστία σου.
Ψαλ. 88,4
διεθέμην διαθήκην τοῖς ἐκλεκτοῖς μου, ὤμοσα Δαυΐδ τῷ δούλῳ μου·
Ψαλ. 88,4
Συ είπες· Εκαμα συμφωνίαν με τους εκλεκτούς ανθρώπους του λαού μου, έδωσα
υπόσχεσίν με ορκον εις τον δούλον μου τον Δαυίδ και είπα·
Ψαλ. 88,5
ἕως τοῦ αἰῶνος ἑτοιμάσω τὸ σπέρμα σου καὶ οἰκοδομήσω εἰς γενεὰν καὶ γενεὰν
τὸν θρόνον σου. (διάψαλμα).
Ψαλ. 88,5
μέχρι της συντελείας του αιώνος θα στερεώσω και θα ενισχύσω τους απογόνους
σου. Ως στερεόν και ακλόνητον οικοδόμημα θα θεμελιώσω και θα ανεγείρω τον
βασιλικόν σου θρόνον από γενεάς εις γενεάν.
Ψαλ. 88,6
ἐξομολογήσονται οἱ οὐρανοὶ τὰ θαυμάσιά σου, Κύριε, καὶ τὴν ἀλήθειάν σου ἐν
ἐκκλησίᾳ ἁγίων.
Ψαλ. 88,6
Αι ουράνιαι αγγελικαί δυνάμεις θα ανυμνολογήσουν τα θαυμάσια έργα σου,
Κυριε, και την αξιοπιστίαν των λόγων σου θα δοξολογήσουν εις την επουράνιον
εκκλησίαν των αγγέλων και των αγίων σου.
Ψαλ. 88,7
ὅτι τίς ἐν νεφέλαις ἰσωθήσεται τῷ Κυρίῳ; καὶ τίς ὁμοιωθήσεται τῷ Κυρίῳ ἐν
υἱοῖς Θεοῦ;
Ψαλ. 88,7
Διότι ποιός και από εκείνους, που υπάρχουν υπεράνω από τας νεφέλας στους
ουρανούς, δύναται να εξισωθή και αντιπαραβληθή προς τον Κυριον; Η ποιός από
τους αγγέλους του ουρανού η τους κατά χάριν υιούς του Θεού είναι δυνατόν να
ομοιωθή προς τον Κυριον;
Ψαλ. 88,8
ὁ Θεὸς ἐνδοξαζόμενος ἐν βουλῇ ἁγίων, μέγας καὶ φοβερός ἐστιν ἐπὶ πάντας τοὺς
περικύκλῳ αὐτοῦ.
Ψαλ. 88,8
Ο Θεός, αυτός δοξάζεται ακσπαπαύστως εν μέσω συγκεντρώσεων των αγίων αγγέλων
του στους ουρανούς· είναι μέγας, θαυμαστός και φοβερός εις όλους εκείνους,
οι οποίοι τον περικυκλώνουν.
Ψαλ. 88,9
Κύριε ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων, τίς ὅμοιός σοι; δυνατὸς εἶ, Κύριε, καὶ ἡ ἀλήθειά
σου κύκλῳ σου.
Ψαλ. 88,9
Ω Κυριε και Θεέ των εν ουρανοίς αγγελικών δυνάμεων, ποιός είναι δυνατόν να
συγκριθή προς σέ; Συ Κυριε, είσαι παντοδύναμος και η αλήθειά σου σε
περιβάλλει και ακτινοβολείται γύρω σου.
Ψαλ. 88,10
σὺ δεσπόζεις τοῦ κράτους τῆς θαλάσσης, τὸν δὲ σάλον τῶν κυμάτων αὐτῆς σὺ
καταπραΰνεις.
Ψαλ. 88,10
Συ κυριαρχείς απολύτως εις την δύναμιν της θαλάσσης την δε αναταραχήν των
κυμάτων της συ την καταπραΰνεις και την γαληνεύεις.
Ψαλ. 88,11
σὺ ἐταπείνωσας ὡς τραυματίαν ὑπερήφανον, ἐν τῷ βραχίονι τῆς δυνάμεώς σου
διεσκόρπισας τοὺς ἐχθρούς σου.
Ψαλ. 88,11
Συ εταπείνωσες τον υπερήφανον Φαραώ ως τραυματίαν πολέμου, και με τον
ακατανίκητον βραχίονά σου διεσκόρπισες τους εχθρούς σου εκεί, παρά την
Ερυθράν Θαλασσαν.
Ψαλ. 88,12
σοί εἰσιν οἱ οὐρανοί, καὶ σή ἐστιν ἡ γῆ· τὴν οἰκουμένην καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς
σὺ ἐθεμελίωσας.
Ψαλ. 88,12
Ιδικοί σου είναι οι ουρανοί, ιδική σου είναι η γη. Την οικουμένην και όλα,
όσα γεμίζουν απ' άκρου εις άκρον την γην, συ εθεμελίωσες επί ασφαλών βάσεων.
Ψαλ. 88,13
τὸν βοῤῥᾶν καὶ τὴν θάλασσαν σὺ ἔκτισας, Θαβὼρ καὶ Ἑρμὼν ἐν τῷ ὀνόματί σου
ἀγαλλιάσονται.
Ψαλ. 88,13
Την προς βορράν έκτασιν και την Μεσόγειον Θαλασσαν συ εδημιούργησες. Το
καταπράσινον Θαβώρ και το χιονισμένον Ερμών, όταν ακούουν το όνομά σου,
σκιρτούν από αγαλλίασιν και δοξολογούν σέ, τον δημιουργόν των.
Ψαλ. 88,14
σὸς ὁ βραχίων μετὰ δυναστείας· κραταιωθήτω ἡ χείρ σου, ὑψωθήτω ἡ δεξιά σου.
Ψαλ. 88,14
Ο ιδικός σου βραχίων ενεργεί με ακατανίκητον δύναμιν. Ας είναι λοιπόν
πάντοτε πανίσχυρος η χείρ σου, δια να υπερασπίζη τους δικαίους και παρέχη
τας ευλογίας σου. Ας μεγαλύνεται αυτή με τα θαυμαστά της έργα.
Ψαλ. 88,15
δικαιοσύνη καὶ κρίμα ἑτοιμασία τοῦ θρόνου σου, ἔλεος καὶ ἀλήθεια
προπορεύσονται πρὸ προσώπου σου.
Ψαλ. 88,15
Η δικαιοσύνη σου και αι ορθαί και δίκαιαι πάντοτε αποφάσεις σου αναδεικνύουν
ένδοξον τον θρόνον σου. Η δε ευσπλαγχνία σου και η αλήθειά σου εις τα λόγια
σου, εις τας αποφάσεις σου, εις τας υποσχέσεις σου, ως άλλοι άγγελοι,
προπορεύονται ενώπιόν σου, δια να εξαγγέλλουν το μεγαλείον σου.
Ψαλ. 88,16
μακάριος ὁ λαὸς ὁ γινώσκων ἀλαλαγμόν· Κύριε, ἐν τῷ φωτὶ τοῦ προσώπου σου
πορεύσονται
Ψαλ. 88,16
Ευτυχής και ευλογημένος είναι ο λαός εκείνος, που έμαθε με αλαλαγμούς να
δοξολογή τον Κυριον κατά τας εορτάς. Κυριε, με το φως της ιδικής σου
παρουσίας θα πορεύωνται τον ορθόν δρόμον οι άνθρωποι αυτοί.
Ψαλ. 88,17
καὶ ἐν τῷ ὀνόματί σου ἀγαλλιάσονται ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου
ὑψωθήσονται.
Ψαλ. 88,17
Με την πίστιν και την ελπίδα στο πάντιμον και σεβαστόν Ονομά σου θα χαίρουν
και θα αγάλλωνται όλας τας ημέρας της ζωής των, και με την ιδικήν σου
προστατευτικήν δικαιοσύνην θα υψωθούν και θα δοξασθούν.
Ψαλ. 88,18
ὅτι καύχημα τῆς δυνάμεως αὐτῶν σὺ εἶ, καὶ ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου ὑψωθήσεται τὸ
κέρας ἡμῶν.
Ψαλ. 88,18
Διότι συ είσαι το καύχημα της δυνάμεώς των και με την ιδικήν σου ευμένειαν
και προστασίαν θα αναδειχθή ένδοξος η παράταξις μας.
Ψαλ. 88,19
ὅτι τοῦ Κυρίου ἡ ἀντίληψις καὶ τοῦ ἁγίου Ἰσραὴλ βασιλέως ἡμῶν.
Ψαλ. 88,19
Ο Κυριος είναι ο προστάτης και σωτήρ εις τας δυσκόλους περιστάσεις της ζωής
μας. Αυτός, ο άγιος Θεός του ισραηλιτικού λαού, ο βασιλεύς μας.
Ψαλ. 88,20
τότε ἐλάλησας ἐν ὁράσει τοῖς υἱοῖς σου καὶ εἶπας· ἐθέμην βοήθειαν ἐπὶ
δυνατόν, ὕψωσα ἐκλεκτὸν ἐκ τοῦ λαοῦ μου·
Ψαλ. 88,20
Εις τον κατάλληλον τότε και ωρισμένον χρόνον με οράματα συ απεκάλυψες το
θέλημά σου στους υιούς σου, τους προφήτας, και είπες· Εδωσα την βοήθειάν μου
εις ένα άνθρωπον, τον ανέδειξα ισχυρόν, τον ύψωσα ως τον εκλεκτόν μου μεταξύ
του λαού,
Ψαλ. 88,21
εὗρον Δαυΐδ τὸν δοῦλόν μου, ὁ ἐν ἐλαίῳ ἁγίῳ μου ἔχρισα αὐτόν.
Ψαλ. 88,21
ευρήκα, δηλαδή, εκ μέσου του ισραηλιτικού λαού τον Δαυίδ, τον δούλον μου,
και με άγιον έλαιον έχρισα αυτόν βασιλέα.
Ψαλ. 88,22
ἡ γὰρ χείρ μου συναντιλήψεται αὐτῷ καὶ ὁ βραχίων μου κατισχύσει αὐτόν·
Ψαλ. 88,22
Η παντοδύναμος δεξιά μου θα βοηθή και θα προστατεύη αυτόν, και ο βραχίων της
δυνάμεώς μου θα τον ενδυναμώνη πάντοτε.
Ψαλ. 88,23
οὐκ ὠφελήσει ἐχθρὸς ἐν αὐτῷ, καὶ υἱὸς ἀνομίας οὐ προσθήσει τοῦ κακῶσαι
αὐτόν.
Ψαλ. 88,23
Ο εχθρός του δεν έχει τίποτε να επιτύχη εις βάρος του, να ωφεληθή και
κερδίση από αυτόν. Και κανείς κακοποιός ποτέ δεν θα κατορθώση και δεν θα
επιχειρήση πάλιν να του κάμη κάτι κακόν.
Ψαλ. 88,24
καὶ συγκόψω ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ καὶ τοὺς μισοῦντας αὐτὸν
τροπώσομαι.
Ψαλ. 88,24
Ενώπιόν του θα κατακόψω όλους τους εχθρούς του και εκείνους, οι οποίοι τον
μισούν, θα τους κατατροπώσω, θα τους τρέψω πανικόβλητους εις φυγήν.
Ψαλ. 88,25
καὶ ἡ ἀλήθειά μου καὶ τὸ ἔλεός μου μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἐν τῷ ὀνόματί μου
ὑψωθήσεται τὸ κέρας αὐτοῦ.
Ψαλ. 88,25
Η αλήθειά μου και η ευσπλαγχνία μου θα είναι πάντοτε μαζή του. Δι' εμού θα
εξυψωθή και θα δοξασθή η δύναμίς του.
Ψαλ. 88,26
καὶ θήσομαι ἐν θαλάσσῃ χεῖρα αὐτοῦ καὶ ἐν ποταμοῖς δεξιὰν αὐτοῦ.
Ψαλ. 88,26
Θα θεμελιώσω την κυριαρχίαν του μέχρι και της Μεσογείου Θαλάσσης και την
δύναμιν της δεξιάς του μέχρι και των ποταμών Ευφράτου και Τιγρητος.
Ψαλ. 88,27
αὐτὸς ἐπικαλέσεταί με· πατήρ μου εἶ σύ, Θεός μου καὶ ἀντιλήπτωρ τῆς σωτηρίας
μου·
Ψαλ. 88,27
Αυτός με πίστιν θα με επικαλεσθή και θα μου πη· Συ είσαι ο πατήρ μου, ο Θεός
μου, ο προστάτης και σωτήρ μου.
Ψαλ. 88,28
κἀγὼ πρωτότοκον θήσομαι αὐτόν, ὑψηλὸν παρὰ τοῖς βασιλεῦσι τῆς γῆς.
Ψαλ. 88,28
Και εγώ, ως άλλον προνομιούχον πρωτότοκον υιόν μου, θα τον αναδείξω, θα τον
κάμω ενδοξότατον μεταξύ όλων των βασιλέων της γης.
Ψαλ. 88,29
εἰς τὸν αἰῶνα φυλάξω αὐτῷ τὸ ἔλεός μου, καὶ ἡ διαθήκη μου πιστὴ αὐτῷ·
Ψαλ. 88,29
Αιωνία θα είναι η προς αυτόν ευσπλαγχνία μου και η μετ' αυτού διαθήκη μου θα
παραμένη πάντοτε αξιόπιστος και βεβαία εις όφελός του.
Ψαλ. 88,30
καὶ θήσομαι εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος τὸ σπέρμα αὐτοῦ καὶ τὸν θρόνον αὐτοῦ ὡς
τὰς ἡμέρας τοῦ οὐρανοῦ.
Ψαλ. 88,30
Θα αναδεικνύω πάντοτε τους απογόνους και διαδόχους του, ώστε ο βασιλικός του
θρόνος να διαρκή όσον και ο ουρανός· να μείνη αιώνιος.
Ψαλ. 88,31
ἐὰν ἐγκαταλίπωσιν οἱ υἱοὶ αὐτοῦ τὸν νόμον μου καὶ τοῖς κρίμασί μου μὴ
πορευθῶσιν,
Ψαλ. 88,31
Εάν όμως οι απόγονοί του εγκαταλείψουν τον Νομον μου και δεν ζήσουν σύμφωνα
με τας εντολάς μου,
Ψαλ. 88,32
ἐὰν τὰ δικαιώματά μου βεβηλώσωσι καὶ τὰς ἐντολάς μου μὴ φυλάξωσιν,
Ψαλ. 88,32
εάν βεβηλώσουν τα προστάγματά μου και δεν τηρήσουν τας εντολάς μου,
Ψαλ. 88,33
ἐπισκέψομαι ἐν ῥάβδῳ τὰς ἀνομίας αὐτῶν καὶ ἐν μάστιξι τὰς ἀδικίας αὐτῶν·
Ψαλ. 88,33
τότε εγώ θα τους επισκεφθώ με ράβδον τιμωρίας δια τας παρανομίας των και με
μαστιγώσεις δια τας αδικίας, τας οποίας θα διαπράττουν.
Ψαλ. 88,34
τὸ δὲ ἔλεός μου οὐ μὴ διασκεδάσω ἀπ᾿ αὐτῶν, οὐδ᾿ οὐ μὴ ἀδικήσω ἐν τῇ ἀληθείᾳ
μου,
Ψαλ. 88,34
Παρ' όλον τούτο όμως δεν θα απομακρύνω εγώ το έλεός μου από αυτούς, ούτε και
θα αθετήσω τας υποσχέσεις, που τους έχω δώσει.
Ψαλ. 88,35
οὐδ᾿ οὐ μὴ βεβηλώσω τὴν διαθήκην μου καὶ τὰ ἐκπορευόμενα διὰ τῶν χειλέων μου
οὐ μὴ ἀθετήσω.
Ψαλ. 88,35
Δεν θα καταπατήσω εγώ την ένορκον υπόσχεσίν μου και δεν θα αθετήσω τα λόγια,
τα οποία εξήλθον από το στόμα μου.
Ψαλ. 88,36
ἅπαξ ὤμοσα ἐν τῷ ἁγίῳ μου, εἰ τῷ Δαυΐδ ψεύσομαι·
Ψαλ. 88,36
Μια φορά ωρκίσθην εις την αγιότητά μου· δεν θα ψευσθώ, λοιπόν, προς τον
Δαυίδ σχετικώς με τας υποσχέσεις μου.
Ψαλ. 88,37
τὸ σπέρμα αὐτοῦ εἰς τὸν αἰῶνα μενεῖ καὶ ὁ θρόνος αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος ἐναντίον
μου
Ψαλ. 88,37
Οι απόγονοι και διάδοχοι του θρόνου του θα υπάρχουν πάντοτε και ο βασιλικός
του θρόνος θα παραμένη ενώπιόν μου όπως ο φωτεινός ήλιος,
Ψαλ. 88,38
καὶ ὡς ἡ σελήνη κατηρτισμένη εἰς τὸν αἰῶνα· καὶ ὁ μάρτυς ἐν οὐρανῷ πιστός.
(διάψαλμα).
Ψαλ. 88,38
και όπως η σελήνη, η οποία έχει δημιουργηθή δια να υπάρχη αιωνίως. Ο μάρτυς
δε ο αξιόπιστος και φιλαλήθης είμαι εγώ, ο οποίος κατοικώ στον ουρανόν.
Ψαλ. 88,39
σὺ δὲ ἀπώσω καὶ ἐξουδένωσας, ἀνεβάλου τὸν χριστόν σου·
Ψαλ. 88,39
Συ όμως, Κυριε, που τόσας και τόσας υποσχέσεις έδωκες δια τον Δαυίδ,
απώθησες, εξηυτέλισες, και απέβαλες και δεν θέλεις να ίδης τον καταγόμενον
από τον Δαυίδ χρισμένον βασιλέα του Ισραήλ τον Ροβοάμ.
Ψαλ. 88,40
κατέστρεψας τὴν διαθήκην τοῦ δούλου σου, ἐβεβήλωσας εἰς τὴν γῆν τὸ ἁγίασμα
αὐτοῦ.
Ψαλ. 88,40
Ηκύρωσες και κατέλυσες την διαθήκην σου προς τον δούλόν σου Δαυίδ και
παρεχώρησες να βεβηλωθή και ποδοπατηθή εις την γην το ιερόν του βασιλέως μας
στέμμα και ανάκτορον.
Ψαλ. 88,41
καθεῖλες πάντας τοὺς φραγμοὺς αὐτοῦ, ἔθου τὰ ὀχυρώματα αὐτοῦ δειλίαν·
Ψαλ. 88,41
Εκρήμνισες και μετέβαλες εις ερείπια τα τείχη της πόλεώς του. Τα οχυρωματικά
του έργα τα έκαμες ασθενή και μηδαμινά, ώστε να φέρουν δειλίαν στους
στρατιώτας.
Ψαλ. 88,42
διήρπαζον αὐτὸν πάντες οἱ διοδεύοντες ὁδόν, ἐγενήθη ὄνειδος τοῖς γείτοσιν
αὐτοῦ.
Ψαλ. 88,42
Ελεηλάτησαν και λεηλατούν την χώραν του όλοι οι διαβάται και ο λαός σου
έγινεν εμπαιγμός και περίγελως εις τα γειτονικά ειδωλολατρικά έθνη.
Ψαλ. 88,43
ὕψωσας τὴν δεξιὰν τῶν θλιβόντων αὐτόν, εὔφρανας πάντας τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ.
Ψαλ. 88,43
Ενίσχυσες την δεξιάν χείρα και την δύναμιν των ανθρώπων, οι οποίοι τον
καταπιέζουν, και έτσι παρεχώρησες να ευφρανθούν όλοι οι εχθροί του.
Ψαλ. 88,44
ἀπέστρεψας τὴν βοήθειαν τῆς ῥομφαίας αὐτοῦ καὶ οὐκ ἀντελάβου αὐτοῦ ἐν τῷ
πολέμῳ.
Ψαλ. 88,44
Απεμάκρυνες την βοήθειάν σου από τα στρατεύματά του και δεν τον εβοήθησες
εις ώραν πολέμου.
Ψαλ. 88,45
κατέλυσας ἀπὸ καθαρισμοῦ αὐτοῦ, τὸν θρόνον αὐτοῦ εἰς τὴν γῆν κατέῤῥαξας.
Ψαλ. 88,45
Κατήργησες την υπό του Νομου σου προβλεπομένην τελετουργικήν κάθαρσιν, και
τον θρόνον του τον συνέτριψες και ερείπια τον ερριψες κάτω εις την γην.
Ψαλ. 88,46
ἐσμίκρυνας τὰς ἡμέρας τοῦ χρόνου αὐτοῦ, κατέχεας αὐτοῦ αἰσχύνην. (διάψαλμα).
Ψαλ. 88,46
Περιώρισες και εμικρυνες τας ημέρας της ζωής του και τον περιέλουσες με
καταισχύνην.
Ψαλ. 88,47
ἕως πότε, Κύριε, ἀποστρέφῃ εἰς τέλος, ἐκκαυθήσεται ὡς πῦρ ἡ ὀργή σου;
Ψαλ. 88,47
Εως πότε, Κυριε, θα αποστρέφης τελείως από ημάς το πρόσωπόν σου και η οργή
σου θα ανάπτη ολονέν και περισσότερον ως πυρκαϊά;
Ψαλ. 88,48
μνήσθητι τίς μου ἡ ὑπόστασις· μὴ γὰρ ματαίως ἔκτισας πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν
ἀνθρώπων;
Ψαλ. 88,48
Ενθυμήσου πόσον βραχεία και παροδική είναι η ζωή εμού και όλων των ανθρώπων.
Μηπως, Κυριε, ματαίως και χωρίς κανένα σκοπόν έπλασες όλους τους ανθρώπους;
Ψαλ. 88,49
τίς ἐστιν ἄνθρωπος, ὃς ζήσεται, καὶ οὐκ ὄψεται θάνατον; ῥύσεται τὴν ψυχὴν
αὐτοῦ ἐκ χειρὸς ᾅδου; (διάψαλμα).
Ψαλ. 88,49
Ποιός είναι ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος θα ζήση και δεν θα ίδη τον θάνατον;
Θα ευρεθή, τάχα, ποτέ κανείς, να απαλλάξη τον αποθανόντα άνθρωπον από τα
χέρια του άδου;
Ψαλ. 88,50
ποῦ ἐστι τὰ ἐλέη σου τὰ ἀρχαῖα, Κύριε, ἃ ὤμοσας τῷ Δαυΐδ ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου;
Ψαλ. 88,50
Που είναι, λοιπόν, Κυριε, τα αρχαία ελέη σου, τα οποία με όρκον υπεσχέθης εν
τη φιλαληθεία σου προς τον Δαυίδ;
Ψαλ. 88,51
μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ὀνειδισμοῦ τῶν δούλων σου, οὗ ὑπέσχον ἐν τῷ κόλπῳ
πολλῶν ἐθνῶν,
Ψαλ. 88,51
Ενθυμήσου, Κυριε, και ιδέ τον εξευτελισμόν και την καταισχύνην των δούλων
σου, των ομοεθνών μου, την οποίαν υπέστησαν μέχρι εις τα κατάβαθα της
καρδίας των εκ μέρους πολλών εθνών.
Ψαλ. 88,52
οὗ ὠνείδισαν οἱ ἐχθροί σου, Κύριε, οὗ ὠνείδισαν τὸ ἀντάλλαγμα τοῦ χριστοῦ
σου.
Ψαλ. 88,52
Ιδέ τον χλευασμόν, με τον οποίον μας περιύβρισαν οι εχθροί σου, Κυριε, και
κατεξηυτέλισαν έτσι τον βασιλέα, αυτόν τον οποίον συ εις αντικατάστασιν του
χρισθέντος υπό σου Δαυίδ μας έδωκες.
Ψαλ. 88,53
εὐλογητὸς Κύριος εἰς τὸν αἰῶνα. γένοιτο γένοιτο.
Ψαλ. 88,53
Παρ' όλας όμως αυτάς τας δοκιμασίας και ταπεινώσεις, που υφιστάμεθα, ας
είναι δοξασμένος ο Κυριος στους αιώνας. Διότι και πάλιν θα μας επισκεφθή με
το έλεός του και με τας δωρεάς του. Γένοιτο, γένοιτο.
|