ΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

 

ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΙΣΣΑΧΑΡ

 

Ο ΙΣΣΑΧΑΡ

 

Ο Ισσάχαρ ήταν ο ένατος γιος του Ιακώβ και πέμπτος της Λείας (Γένεση 30,17-18 και 35,23). Γεννήθηκε στη Μεσοποταμία. Το όνομά του στα εβραϊκά σημαίνει "μισθός, ανταμοιβή" και είναι σχετικό με τα λόγια της Λείας "ο Κύριος μου έδωσε την αμοιβή μου".

Αδέρφια του Ισσάχαρ και του Ζαβουλών από την ίδια μάνα, τη Λεία, ήταν ο Ρουβήν, ο ο Συμεών, ο Λευΐ, ο Ιούδας, και η Δείνα. Ακόμη από τον Ιακώβ και από άλλη μάνα ήταν ο Δαν, ο Νεφθαλίμ, ο Γαδ, ο Ασήρ, ο Ιωσήφ και ο Βενιαμίν (Γένεση 29,31-35. 30,1-24. Γένεση 35,22-26. Παραλειπομένων Α' 2,1-2). Ο Ισσάχαρ είχε τέσσερις γιους, τον Θωλά (Τωλά), τον Φουά (Φουβά), τον Ιασούβ (Ιώβ) και τον Ζαμβράμ ή Σεμερών (Σιμρών) (Γένεση 46,13. Αριθμοί 26,19-20. Α' Παραλειπομένων 7,1).

 

 

Ο ΙΣΣΑΧΑΡ, Τ' ΑΔΕΡΦΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΙΩΣΗΦ

 

Μαζί με τ' αδέρφια του θέλησαν να σκοτώσουν τον Ιωσήφ στη στη Δωθάν, βόρεια της Συχέμ, και γι' αυτό τον πέταξαν σ' ένα ξεροπήγαδο. Κατόπιν τον πούλησαν στους Μαδιανίτες (Ισμαηλίτες) εμπόρους που πήγαιναν στην Αίγυπτο. Μετά πήραν το χιτώνα του Ιωσήφ, έσφαξαν ένα κατσίκι και τον έβαψαν με το αίμα του. Μετά έστειλαν τον χιτώνα και τον παρουσίασαν στον πατέρα τους, και του μήνυσαν ότι κάποιο άγριο θηρίο τον σκότωσε (Γένεση 37,12-32).

 

Αργότερα, όταν στη Χαναάν έπεσε πείνα, ο Ισσάχαρ και ο Ζαβουλών συνόδευσαν τα αδέρφια τους στην Αίγυπτο για να αγοράσουν σιτάρι. Άρχοντας στην Αίγυπτο εκείνη την εποχή ήταν ο Ιωσήφ και αυτός προσωπικά πουλούσε το σιτάρι σε όλους τους ξένους. Όταν έφτασαν οι γιοι του Ιακώβ στην Αίγυπτο δεν τον αναγνώρισαν και τον προσκύνησαν ως τη γη. Εκείνος τους αναγνώρισε, δεν τους φανερώθηκε και τούς μίλησε σκληρά. Στη συνέχεια τους κατηγόρησε ότι μπήκαν ως κατάσκοποι στην Αίγυπτο. Τους έβαλε λοιπόν στη φυλακή όλους μαζί για τρεις μέρες. Την τρίτη μέρα τους έδωσε σιτάρι και τους ζήτησε να του φέρουν και το μικρότερο αδερφό τους  (Γένεση κεφ. 42,1-24).

 

Όταν επέστρεψαν στον πατέρα τους τον Ιακώβ, στη Χαναάν, του διηγήθηκαν όλα όσα είχαν συμβεί στην Αίγυπτο. Ο Ιακώβ βέβαια αρνήθηκε να στείλει στην Αίγυπτο τον Βενιαμίν (Γένεση 42,25-38).

Η πείνα όμως δυνάμωνε στη Χαναάν κι όταν στην οικογένεια του Ιακώβ σώθηκε όλο το σιτάρι, ο Ιακώβ είπε στους γιούς του να ξαναπάνε πάλι στην Αίγυπτο. Ο Ιακώβ παρά τις αντιρρήσεις του να στείλει τον Βενιαμίν με τους αδερφούς του, πείστηκε από τις εγγυήσεις του Ιούδα, ότι θα είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια του.

 

Οι γιοί του Ιακώβ έφτασαν στην Αίγυπτο και παρουσιάστηκαν στον Ιωσήφ. Όταν ο Ιωσήφ είδε ότι είχαν μαζί τους το Βενιαμίν, τους οδήγησε στο σπίτι του και τους φιλοξένησε.

Τ' αδέρφια του Ιωσήφ κάθισαν απέναντι του κατά σειρά ηλικίας, από τον μεγαλύτερο ως τον μικρότερο. Και έκπληκτοι κοίταζαν ο ένας τον άλλο. Ο Ιωσήφ διέταξε να τους προσφέρουν από τα φαγητά που είχε στο δικό του τραπέζι. Ήπιαν μαζί του και μέθυσαν (Γένεση κεφ. 43).

 

Ο Ιωσήφ γέμισε τα σακιά των αδερφών του με τρόφιμα και έβαλε χρήματα στο σακί του καθενός. Στο άνοιγμα του σακιού του Βενιαμίν, μαζί με τα χρήματα έβαλε και το ποτήρι μου το ασημένιο. Το πρωί μόλις χάραξε, τους άφησαν να φύγουν. Όταν βγήκαν από την πόλη, αλλά πριν απομακρυνθούν, ο Ιωσήφ έστειλε απόσπασμα να πάει να τους προλάβει και να τους κατηγορήσει ότι πήραν το ποτήρι του.

Οι άντρες του Ιωσήφ τους πρόλαβαν και άρχισαν την έρευνα ξεκινώντας από τον μεγαλύτερο και τέλειωσε με τον νεότερο. Το ποτήρι βρέθηκε στο σακί του Βενιαμίν. Τότε τα αδέρφια του έσκισαν τα ρούχα τους, ξαναφόρτωσαν τα ζώα τους και γύρισαν πίσω στην πόλη (Γένεση κεφ. 44,1-13). 

 

Ο Ιωσήφ ήταν ακόμα στο σπίτι του, όταν έφτασαν εκεί τ' αδέρφια του. Και έπεσαν μπροστά του στο έδαφος. Τότε ο Ιωσήφ τους είπε πως ο άνθρωπος στον οποίο βρέθηκε το ποτήρι, αυτός θα γίνει δούλος του.

Πήρε το λόγο ο Ιούδας και του είπε πως αν γυρίσουν πίσω στον πατέρα τους και δεν είναι μαζί τους ο Βενιαμίν τότε εκείνος θα πεθάνει  (Γένεση κεφ. 44,14-34).

Ο Ιωσήφ δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί και τους φανερώθηκε, ξεσπώντας σ' ένα δυνατό κλάμα. Μετά φίλησε όλους τους αδερφούς του κλαίγοντας (Γένεση κεφ. 45,1-15).

 

Μετά τον θάνατο του Ιακώβ, ο Ισσάχαρ και ο Ζαβουλών μαζί με τ' αδέρφια τους, φοβήθηκαν μήπως ο Ιωσήφ τους φερθεί εχθρικά και τους ανταποδώσει το κακό που του είχαν κάνει. Γι' αυτό πήγαν στον Ιωσήφ, έπεσαν μπροστά του και τον παρακάλεσαν να τους συγχωρήσει. Του υπενθύμισαν το μήνυμα του πατέρα τους να συγχωρήσει την αμαρτία των αδερφών του και την ανομία τους για το μεγάλο κακό που του έκαναν. Όταν ο Ιωσήφ άκουσε αυτά τα λόγια έκλαψε και τους καθησύχασε (Γένεση 50,15-21).

 

 

ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΣΣΑΧΑΡ

 

Όταν ο Ιακώβ πήγε στην Αίγυπτο να συναντήσει τον Ιωσήφ, ο Ισσάχαρ είχε τέσσερις γιους, τον Θωλά (Τωλά), Φουά (Φουβά), Ιασούβ (Ιώβ) και Ζαμβράμ ή Σεμερών (Σιμρών) (Γένεση 46,13. Αριθμοί 26,19-20. Α' Παραλειπομένων 7,1). Εκεί πέθανε και τάφηκε. Οι απόγονοί του αποτελούνταν από τέσσερις μεγάλες οικογένειες (Αριθμοί 26,23-24).

Όταν ο Ιακώβ, λίγο πριν το θάνατό του, είχε καλέσει τα παιδιά του για να τους ευλογήσει και να τους αναγγείλει τι θα συνέβαινε στο μέλλον, προφήτευσε ότι οι απόγονοί του Ισσάχαρ θα ασχοληθούν με τη γεωργική ζωή (Γένεση 49,14-15). Ο Μωυσής λίγο πριν πεθάνει, είπε προφητικά για τη φυλή Ισσάχαρ, ότι θα ευφραίνεται τις σκηνές του και ότι μαζί με τη φυλή Ζαβουλών θα νικήσουν και θα καταστρέψουν πολλούς εχθρικούς λαούς και ότι στα μέρη τους θα προσφέρουν θυσίες δικαιοσύνης στον Κύριο και θα απολαμβάνουν τον πλούτο της θάλασσας και το εμπόριο (Δευτερονόμιο 33,18-19).

Οι απόγονοι του Ισσάχαρ κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο αποτέλεσαν τη φυλή Ισσάχαρ, η οποία απαριθμούσε 54.400 άντρες (Αριθμοί 1,26-27). Λίγο πριν την είσοδο των Ισραηλιτών στη γη Χαναάν, στην πεδιάδα Μωάβ, η φυλή απαριθμούσε 64.400 άντρες (Αριθμοί 26,21) και κατά την απογραφή επί ημερών Δαβίδ ήταν 87.000 (Α' Παραλειπομένων 7,5).

 

Το όνομά του Ισσάχαρ αναφέρεται στους γενεαλογικούς πίνακες στο βιβλίο των Παραλειπομένων (Α' Παραλειπομένων 2,1-2). Ο Ισσάχαρ εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων).

 

 

Ο ΙΣΣΑΧΑΡ ΣΤΑ ΑΠΟΚΡΥΦΑ ΒΙΒΛΙΑ

 

Στο απόκρυφο κείμενο «Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών» υπάρχει η Διαθήκη του Ισσάχαρ, η οποία ασχολείται κυρίως με το απλότητα, η οποία παρουσιάζεται στο κείμενο ως αρετή. Η αφήγηση όμως αρχίζει με την ιστορία της Λείας, η οποία πήρε τους μανδραγόρες που της είχε φέρει ο Ρουβήν και από αυτούς έδωσε και στη Ραχήλ, η οποία παρουσιάζεται στο κείμενο ως ενάρετη. Και ο ίδιος ο Ισσάχαρ γεννήθηκε από τους μανδραγόρες που είχε πάρει η μητέρα του η Λεία (Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών, Διαθήκη Ισσάχαρ κεφ. 1-2).

Στο υπόλοιπο της αφήγησης ο Ισσάχαρ παρουσιάζει τον εαυτό του ως ένα απλό και ευσεβή άνθρωπο, ο οποίος ζούσε αγροτική ζωή και δεν αμάρτησε, ούτε έπραξε κάποιο κακό απέναντι σε κάποιο άνθρωπο (Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών, Διαθήκη Ισσάχαρ 3,1-4. 3,6-8. 7,2-6). Ο Ισσάχαρ σύμφωνα με το απόκρυφο κείμενο ήταν 30 ετών όταν παντρεύτηκε (Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών, Διαθήκη Ισσάχαρ 3,5).

Ο Ισσάχαρ συμβουλεύει τα παιδιά του να τηρούν τις εντολές του Θεού και να πορεύονται στη ζωή τους με απλότητα και ακακία. Ακόμη ν' απέχουν από τις πλάνες και τις πονηριές του κόσμου (Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών, Διαθήκη Ισσάχαρ κεφ. 4-5 και 7,7). Ο Ισσάχαρ είδε σε όραμα, ότι τους έσχατους καιρούς οι άνθρωποι θα εγκαταλείψουν τις εντολές του Θεού και θα προσκολληθούν στον Βελίαρ, τον άρχοντα του κακού. Θα ζουν με απληστία και κακουργήματα (Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών, Διαθήκη Ισσάχαρ κεφ. 6).

Σύμφωνα με το απόκρυφο κείμενο «Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών» ο Ισσάχαρ πέθανε σε ηλικία 122 ετών. Οι γιοι του πήραν τα οστά του και τα οδήγησαν στη Χεβρών, στον τάφο του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ (Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών, Διαθήκη Ισσάχαρ 7,1. 7,8-9).

 

 

ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ

 

Κοντάκιον

Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Χειρόγραφον εἰκόνα μὴ σεβασθέντες, ἀλλ' ἀγράφῳ οὐσίᾳ θωρακισθέντες τρισμακάριοι, ἐν τῷ σκάμματι τοῦ πυρὸς ἐδοξάσθητε, ἐν μέσῳ δὲ φλογὸς ἀνυποστάτου ἱστάμενοι, Θεὸν ἐπεκαλεῖσθε· Τάχυνον ὁ Οἰκτίρμων, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, ὅτι δύνασαι βουλόμενος.

 

Κάθισμα


Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὑμνήσωμεν πιστοί, τοὺς Προπάτορας πάντας, Χριστοῦ τοῦ δι' ἡμᾶς, ἐπὶ γῆς ὁραθέντος, δοξάζοντες ἐν ᾄσμασι, τὸν αὐτοὺς θαυμαστώσαντα, ὡς τὴν ἔλευσιν, προεκτυπώσαντας τούτου, καὶ τὴν γέννησιν, τὴν ἐκ Παρθένου ἀφράστως, τῷ κόσμῳ κηρύξαντας.