Ιω. 7,10 Ὡς δὲ
ἀνέβησαν οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ, τότε καὶ αὐτὸς ἀνέβη εἰς τὴν ἑορτήν, οὐ φανερῶς,
ἀλλ᾿ ὡς ἐν κρυπτῷ.
Ιω. 7,10 Οταν
δε ανέβησαν οι αδελφοί του εις τα Ιεροσόλυμα, τότε και αυτός ανέβηκε εις την
εορτήν, όχι φανερά και επίσημα, αλλά σαν εις τα κρυφά.
Ιω. 7,11 οἱ οὖν
Ἰουδαῖοι ἐζήτουν αὐτὸν ἐν τῇ ἑορτῇ καὶ ἔλεγον· ποῦ ἐστιν ἐκεῖνος;
Ιω. 7,11 Οι
Ιουδαίοι, λοιπόν, τον αναζητούσαν κατά τας ημέρας της εορτής και έλεγαν·
“που είναι εκείνος;”
Ιω. 7,12 καὶ
γογγυσμὸς πολὺς περὶ αὐτοῦ ἦν ἐν τοῖς ὄχλοις. οἱ μὲν ἔλεγον ὅτι ἀγαθός ἐστιν·
ἄλλοι ἔλεγον, οὔ, ἀλλὰ πλανᾷ τὸν ὄχλον.
Ιω. 7,12 Και
πολλοί ψυθιρισμοί και σχόλια εγίνοντο δι' αυτόν μεταξύ του λαού. Αλλοι μεν
έλεγαν, ότι είναι αγαθός, άλλοι δε έλεγαν “όχι, αλλά ξεγελά τον λαόν”.
Ιω. 7,13 οὐδεὶς
μέντοι παῤῥησίᾳ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων.
Ιω. 7,13 Κανένας
όμως δεν ωμιλούσε δι' αυτόν φανερά και με θάρρος, διότι εφοβούντο τους
άρχοντας των Ιουδαίων, που είχαν πλέον κηρυχθή εχθροί του Χριστού.
Ιω. 7,14 Ἤδη δὲ τῆς
ἑορτῆς μεσούσης ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸ ἱερὸν καὶ ἐδίδασκε.
Ιω. 7,14 Οταν
δε η εορτή ευρίσκετο στο μέσον, δηλαδή κατά την τετάρτην ημέραν, ανέβηκε ο
Ιησούς εις την αυλήν του ναού και εδίδασκε τα πλήθη.
Ιω. 7,15 καὶ
ἐθαύμαζον οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· πῶς οὗτος γράμματα οἶδε μὴ μεμαθηκώς;
Ιω. 7,15 Και
εθαύμαζαν οι Ιουδαίοι και έλεγαν· “πως αυτός γνωρίζει γράμματα, χωρίς να έχη
μαθητεύσει εις καμμίαν ραββινικήν σχολήν;”
Ιω. 7,16 ἀπεκρίθη οὖν
αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· ἡ ἐμὴ διδαχὴ οὐκ ἔστιν ἐμή, ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός
με·
Ιω. 7,16 Απήντησεν
εις αυτούς ο Ιησούς και είπε· “η διδασκαλία μου δεν είναι ανθρωπίνη, ωσάν
αυτήν που διδάσκουν οι ραββίνοι εις τας σχολάς των, αλλά ούτε και ιδική μου·
είναι διδασκαλία εκείνου, ο οποίος με έστειλε στον κόσμον.
Ιω. 7,17 ἐάν τις θέλῃ
τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιεῖν, γνώσεται περὶ τῆς διδαχῆς, πότερον ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν
ἢ ἐγὼ ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ λαλῶ.
Ιω. 7,17 Οποιος
θέλει ειλικρινώς να πράττη το θέλημα του Θεού, θα γνωρίση από την προσωπικήν
του πείραν, ποίον από τα δύο είναι αληθινό· Από τον Θεόν προέρχεται η
διδασκαλία μου η εγώ από τον ευατόν μου την έχω επινοήσει.
Ιω. 7,18 ὁ ἀφ᾿ ἑαυτοῦ
λαλῶν τὴν δόξαν τὴν ἰδίαν ζητεῖ, ὁ δὲ ζητῶν τὴν δόξαν τοῦ πέμψαντος αὐτόν,
οὗτος ἀληθής ἐστι, καὶ ἀδικία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν.
Ιω. 7,18 Εκείνος
που διδάσκει από τον ευατόν του, ζητεί να δοξασθή ο ίδιος ως διδάσκαλος.
Αυτός όμως που ζητεί την δόξαν εκείνου που τον έχει στείλει, αυτός είναι
αληθινός εις όλα όσα λέγει, διότι κινείται από ανιδιοτελή ελατήρια και δεν
υπάρχει εις αυτόν καμμία αμαρτία.
Ιω. 7,19 οὐ Μωϋσῆς
δέδωκεν ὑμῖν τὸν νόμον; καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ποιεῖ τὸν νόμον. τί με ζητεῖτε
ἀποκτεῖναι;
Ιω. 7,19 Ο
Μωϋσής δεν έδωκε εις σας τον νόμον; Και όμως κανείς από σας δεν φυλάσσει τον
νόμον. Διότι εάν τηρήτε τον νόμον, τότε διατί ζητείτε να με φονεύσετε, αφού
ο νόμος ρητός απαγορεύει τον φόνον;”
Ιω. 7,20 ἀπεκρίθη ὁ
ὄχλος καὶ εἶπε· δαιμόνιον ἔχεις· τίς σε ζητεῖ ἀποκτεῖναι;
Ιω. 7,20 Απήντησεν
ο όχλος και είπε· “έχεις δαιμόνιον που σου σκοτίζει τον νουν. Ποιός ζητεί να
σε φονεύση;”
Ιω. 7,21 ἀπεκρίθη
Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ἓν ἔργον ἐποίησα, καὶ πάντες θαυμάζετε διὰ τοῦτο.
Ιω. 7,21 Απήντησεν
ο Ιησούς και τους είπε· “έκαμα ένα έργον (εθεράπευσα τον παράλυτον) και όλοι
απορήσατε, διότι ενομίσατε ότι κατέλυσα την αργίαν του Σαββάτου.
Ιω. 7,22 Μωϋσῆς
δέδωκεν ὑμῖν τὴν περιτομήν, οὐχ ὅτι ἐκ τοῦ Μωϋσέως ἐστίν, ἀλλ᾿ ἐκ τῶν
πατέρων, καὶ ἐν σαββάτῳ περιτέμνετε ἄνθρωπον.
Ιω. 7,22 Ο
Μωϋσής σας έδωσε την περιτομήν. Δια την ακρίβειαν, δεν έχει καθιερωθή από
τον Μωϋσέα η περιτομή, αλλά από την παράδοσιν των παλαιοτέρων προγόνων σας.
Και εάν τύχη η ογδόη ημέρα από την γέννησιν του βρέφους να είναι Σαββατον,
και τότε κάνετε περιτομήν στον άνθρωπον.
Ιω. 7,23 εἰ περιτομὴν
λαμβάνει ἄνθρωπος ἐν σαββάτῳ ἵνα μὴ λυθῇ ὁ νόμος Μωϋσέως, ἐμοὶ χολᾶτε ὅτι
ὅλον ἄνθρωπον ὑγιῆ ἐποίησα ἐν σαββάτῳ!
Ιω. 7,23 Εάν,
λοιπόν, υποχρεωτικώς παίρνη ο άνθρωπος περιτομήν κατά το Σαββατον, δια να μη
καταλυθή ο νόμος του Μωϋσέως, που ορίζει πως οπωσδήποτε κατά την ογδόην
ημέραν πρέπει να γίνη η περιτομή, σεις εκδηλώνετε όλην την πικρίαν σας
εναντίον μου, διότι ολόκληρον άνθρωπον τον έκαμα υγιή κατά την ημέραν του
Σαββάτου!
Ιω. 7,24 μὴ κρίνετε
κατ᾿ ὄψιν, ἀλλὰ τὴν δικαίαν κρίσιν κρίνατε.
Ιω. 7,24 Μη
σχηματίζετε κρίσεις από τα εξωτερικά φαινόμενα, αλλά να κρίνετε δικαίως,
όπως επιβάλλουν τα πράγματα, η λογική και ο Θεός”.
|