ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

 

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13

 

 

O Ιησούς πλένει τα ποδια των μαθητών

(Μτ 23,6-12. 10,24-40. Λκ 22,24-28. 6,40)

Ιω. 13,1             Πρό δὲ τῆς ἑορτῆς τοῦ πάσχα εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐλήλυθεν αὐτοῦ ἡ ὥρα ἵνα μεταβῇ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου πρὸς τὸν πατέρα, ἀγαπήσας τοὺς ἰδίους τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ, εἰς τέλος ἠγάπησεν αὐτούς.

Ιω. 13,1                      Προ της εορτής δε του Πασχα, επειδή εγνώριζεν ο Ιησούς καθαρώτατα, ότι έφθασε η προσδιωρισμένη από τον Θεόν ώρα, να προσφέρη την μεγάλη θυσίαν και να μεταβή από τον κόσμον αυτόν προς τον Πατέρα, και τώρα με στοργικωτάτην και τελεία αγάπην ηγάπησε τους μαθητάς του, τους οποίους καθό ιδικούς του ιδιαιτέρως είχε αγαπήσει στον κόσμον αυτόν.

Ιω. 13,2             καὶ δείπνου γενομένου, τοῦ διαβόλου ἤδη βεβληκότος εἰς τὴν καρδίαν Ἰούδα Σίμωνος Ἰσκαριώτου ἵνα αὐτὸν παραδῷ,

Ιω. 13,2                     Και όταν είχε ετοιμασθή το δείπνον, όταν πλέον και ο διάβολος είχε βάλει μέσα εις την καρδίαν του Ιούδα του Ισκαριώτου, υιού του Σιμωνος, την κακήν σκέψιν και απόφασιν, να τον παραδώση στους εχθρούς του,

Ιω. 13,3             εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα δέδωκεν αὐτῷ ὁ πατὴρ εἰς τὰς χεῖρας, καὶ ὅτι ἀπὸ Θεοῦ ἐξῆλθε καὶ πρὸς τὸν Θεὸν ὑπάγει,

Ιω. 13,3                     ο Ιησούς, αν και εγνώριζε πολύ καλά ότι ο Πατήρ του είχε παραδώσει τα πάντα εις τα χέρια του και ότι από τον Θεόν εξήλθε, δια να έλθη στον κόσμον και προς τον Θεόν τώρα επιστρέφει,

Ιω. 13,4             ἐγείρεται ἐκ τοῦ δείπνου καὶ τίθησι τὰ ἱμάτια, καὶ λαβὼν λέντιον διέζωσεν ἑαυτόν.

Ιω. 13,4                     παρά το θείον και άπειρον μεγαλείον του, σηκώνεται από το τραπέζι, δια να αναλάβη έργον δούλου και βγάζει τα εξωτερικά του ενδύματα και αφού επήρε μίαν ποδιάν, εζώσθη με αυτήν.

Ιω. 13,5             εἶτα βάλλει ὕδωρ εἰς τὸν νιπτῆρα, καὶ ἤρξατο νίπτειν τοὺς πόδας τῶν μαθητῶν καὶ ἐκμάσσειν τῷ λεντίῳ ᾧ ἦν διεζωσμένος.

Ιω. 13,5                     Επειτα ρίπτει νερό εις την λεκάνην, όπου έπλυναν τα πόδια οι άνθρωποι του σπιτιού και ήρχισε να πλύνη τα πόδια των μαθητών και να τα σπογγίζη με την πετσέτα, με την οποία ήτο ζωσμένος.

Ιω. 13,6             ἔρχεται οὖν πρὸς Σίμωνα Πέτρον, καὶ λέγει αὐτῷ ἐκεῖνος· Κύριε, σύ μου νίπτεις τοὺς πόδας;

Ιω. 13,6                     Ερχεται, λοιπόν, και προς τον Σιμωνα Πετρον και λέγει εις αυτόν εκείνος· “Κυριε, συ ο Διδάσκαλος και ο Κυριος θα μου πλύνης τα πόδια;”.

Ιω. 13,7             ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὃ ἐγὼ ποιῶ, σὺ οὐκ οἶδας ἄρτι, γνώσῃ δὲ μετὰ ταῦτα.

Ιω. 13,7                     Απήντησε ο Ιησούς και του είπε· “τι σημαίνει αυτό, το οποίον εγώ κάμνω, δεν το καταλαβαίνεις τώρα, θα το γνωρίσης και θα το εννοήσης ύστερα από αυτά”.

Ιω. 13,8             λέγει αὐτῷ Πέτρος· οὐ μὴ νίψῃς τοὺς πόδας μου εἰς τὸν αἰῶνα. ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐὰν μὴ νίψω σε, οὐκ ἔχεις μέρος μετ᾿ ἐμοῦ.

Ιω. 13,8                     Λεγει εις αυτόν ο Πετρος· “ποτέ στον αιώνα τον άπαντα δεν θα δεχθώ να μου πλύνης εσύ τα πόδια”. Απήντησεν εις αυτόν ο Ιησούς· “εάν δεν σου πλύνω τώρα τα πόδια, εάν με ταπεινοφροσύνην και εμπιστοσύνην εις εμέ δεν υπακούσης, δεν είναι δυνατόν να έχης πλέον μέρος μαζή μου”.

Ιω. 13,9             λέγει αὐτῷ Σίμων Πέτρος· Κύριε, μὴ τοὺς πόδας μου μόνον, ἀλλὰ καὶ τὰς χεῖρας καὶ τὴν κεφαλήν.

Ιω. 13,9                     Λεγει εις αυτόν ο Σιμων Πετρος· “Κυριε, εάν η ανυπακοή μου αυτή πρόκειται να με χωρίση από σε, τότε πλύνε μου όχι μόνον τα πόδια, αλλά και τα χέρια και το κεφάλι”.

Ιω. 13,10           λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὁ λελουμένος οὐ χρείαν ἔχει ἢ τοὺς πόδας νίψασθαι, ἀλλ᾿ ἔστι καθαρὸς ὅλος· καὶ ὑμεῖς καθαροί ἐστε, ἀλλ᾿ οὐχὶ πάντες.

Ιω. 13,10                   Του λέγει ο Ιησούς· “εκείνος που είναι λουσμένος εις ολόκληρον το σώμα, δεν έχει ανάγκην παρά μόνον τα πόδια να πλύνη, που λερώνονται εύκολα καθώς βαδίζει στον δρόμον, διότι είναι καθαρός κατά το υπόλοιπον σώμα. Και σεις, παρά τας μικράς ατελείας που παρουσιάζετε, είσθε καθαροί πνευματικώς. Αλλά όχι όλοι”.

Ιω. 13,11           ᾔδει γὰρ τὸν παραδιδόντα αὐτόν· διὰ τοῦτο εἶπεν· οὐχὶ πάντες καθαροί ἐστε.

Ιω. 13,11                    Και είπεν ο Κυριος ότι δεν είσθε καθαροί όλοι, διότι εγνώριζε εκείνον ο οποίος έμελλε να τον παραδώση.

Ιω. 13,12           Ὅτε οὖν ἔνιψε τοὺς πόδας αὐτῶν καὶ ἔλαβε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, ἀναπεσὼν πάλιν εἶπεν αὐτοῖς· γινώσκετε τί πεποίηκα ὑμῖν;

Ιω. 13,12                   Οταν, λοιπόν, έπλυνε τα πόδια των και ξαναφόρεσε τα εξωτερικά του ενδύματα, εκάθισε πάλιν κοντά στο τραπέζι και τους είπε· “γνωρίζετε τι νόημα έχει αυτό, το οποίον έκαμα εις σας;

Ιω. 13,13           ὑμεῖς φωνεῖτέ με, ὁ Διδάσκαλος καὶ ὁ Κύριος, καὶ καλῶς λέγετε· εἰμὶ γάρ.

Ιω. 13,13                    Θα σας το εξηγήσω. Σεις με ονομάζετε, ο Διδάσκαλος και ο Κυριος και καλά λέτε. Διότι πράγματι είμαι.

Ιω. 13,14           εἰ οὖν ἐγὼ ἔνιψα ὑμῶν τοὺς πόδας, ὁ Κύριος καὶ ὁ Διδάσκαλος, καὶ ὑμεῖς ὀφείλετε ἀλλήλων νίπτειν τοὺς πόδας.

Ιω. 13,14                   Εάν, λοιπόν, εγώ, ο Κυριος και ο Διδάσκαλος, έπλυνα τα πόδια σας, οφείλετε και σεις με ταπεινοφροσύνη και αγάπην να πλύνετε ο ένας του άλλου τα πόδια.

Ιω. 13,15           ὑπόδειγμα γὰρ δέδωκα ὑμῖν, ἵνα καθὼς ἐγὼ ἐποίησα ὑμῖν, καὶ ὑμεῖς ποιῆτε·

Ιω. 13,15                    Διότι εγώ σας έδωσα ένα τέλειον παράδειγμα, να πράττετε και σεις όπως και εγώ έπραξα εις σας.

Ιω. 13,16           ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ, οὐδὲ ἀπόστολος μείζων τοῦ πέμψαντος αὐτόν.

Ιω. 13,16                   Σας διαβεβαιώνω, ότι δεν υπάρχει δούλος ανώτερος από τον κύριόν του ούτε απεσταλμένος μεγαλύτερος από εκείνον, που τον έστειλε. Εγώ είμαι ο Κυριος και ο Διδάσκαλος, σεις δε οι δούλοι και οι Απόστολοί μου. Εάν εγώ τόσον εταπεινώθηκα απέναντί σας, ώστε να πλύνω τα πόδια σας και σεις, που είσθε σύνδουλοι και συνάδελφοι μεταξύ σας, πρέπει να υπηρετήτε ο ένας τον άλλον με πρόθυμον ταπεινοφροσύνην και αγάπην.

Ιω. 13,17           εἰ ταῦτα οἴδατε, μακάριοί ἐστε ἐὰν ποιῆτε αὐτά.

Ιω. 13,17                    Εάν καταλαβαίνετε καλά αυτά που σας είπα, θα είσθε μακάριοι, εάν τα εφαρμόζετε.

Ιω. 13,18           οὐ περὶ πάντων ὑμῶν λέγω· ἐγὼ οἶδα οὓς ἐξελεξάμην· ἀλλ᾿ ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὁ τρώγων μετ᾿ ἐμοῦ τὸν ἄρτον ἐπῆρεν ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν πτέρναν αὐτοῦ.

Ιω. 13,18                   Και αυτά δεν τα λέγω δι' όλους σας, διότι δεν είσθε όλοι πρόθυμοι να τα τηρήσετε. Εγώ ευθύς εξ αρχής ξέρω πολύ καλά ποίας ποιότητος άνθρωποι ήσαν αυτοί τους οποίους εξέλεξα ως στενούς μου μαθητάς. Εγνώριζα πολύ καλά ότι και ένας ανάξιος εισεχώρησε μεταξύ σας, δια να εκπληρωθή έτσι η προφητεία της Γραφής· Εκείνος που τρώγει συνεχώς μαζή μου ως φίλος το ψωμί στο αυτό τραπέζι, εσήκωσε την πτέρναν του και με εκλώτσησε.

Ιω. 13,19           ἀπ᾿ ἄρτι λέγω ὑμῖν πρὸ τοῦ γενέσθαι, ἵνα ὅταν γένηται πιστεύσητε ὅτι ἐγώ εἰμι.

Ιω. 13,19                   Σας αναγγέλω αυτά από τώρα, πριν πραγματοποιηθούν, ώστε όταν η προδοσία γίνη, να πιστεύσετε ότι εγώ είμαι ο Χριστός, δια τον οποίον όλα αυτά είχαν προαναγγείλει οι προφήται.

Ιω. 13,20           ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ λαμβάνων ἐάν τινα πέμψω, ἐμὲ λαμβάνει, ὁ δὲ ἐμὲ λαμβάνων λαμβάνει τὸν πέμψαντά με.

Ιω. 13,20                   Σας διαβεβαιώνω, ότι εκείνος που δέχεται κάποιον που εγώ θα στείλω, δέχεται εμέ. Και εκείνος που δέχεται εμέ, δέχεται αυτόν που μ' έστειλε. Επομένως εκείνος που δέχεται σας τους μαθητάς και Αποστόλους μου, είναι ωσάν να δέχεται εμέ και τον Πατέρα”.

 

Ο Ιησούς προλέγει ότι θα προδοθεί 

(Μτ 26,20-25. Μκ 14,17-21. Λκ 22,21-23)

Ιω. 13,21           Ταῦτα εἰπὼν ὁ Ἰησοῦς ἐταράχθη τῷ πνεύματι, καὶ ἐμαρτύρησε καὶ εἶπεν· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με.

Ιω. 13,21                   Αφού είπε αυτά ο Ιησούς, εταράχθη εσωτερικώς πολύ, διότι είδε με απέραντον λύπην το φρικτόν κατάντημα του προδότου μαθητού και καθαρά και ξάστερα εμαρτύρησε περί αυτού και είπε· “σας αποκαλύπτω και σας διαβεβαιώνω κατά τον πλέον επίσημον τρόπον, ότι ένας από σας θα με παραδώση”.

Ιω. 13,22           ἔβλεπον οὖν εἰς ἀλλήλους οἱ μαθηταί, ἀπορούμενοι περὶ τίνος λέγει.

Ιω. 13,22                   Εκύτταζαν τότε με ανησυχίαν και φόβον ο ένας τον άλλον οι μαθηταί και ευρίσκοντο εις απορίαν δια ποίον τα έλεγε αυτά ο Κυριος.

Ιω. 13,23           ἦν δὲ ἀνακείμενος εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἐν τῷ κόλπῳ τοῦ Ἰησοῦ, ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς·

Ιω. 13,23                   Κατά την ώραν εκείνην είχε γείρει στο στήθος του Ιησού ένας από τους μαθητάς του-ο Ιωάννης-τον οποίον ιδιαιτέρως αγαπούσε ο Ιησούς.

Ιω. 13,24           νεύει οὖν τούτῳ Σίμων Πέτρος πυθέσθαι τίς ἂν εἴη περὶ οὗ λέγει.

Ιω. 13,24                   Εκαμε, λοιπόν, νόημα εις αυτόν ο Σιμων Πετρος, να ερωτήση ποιός άράγε είναι αυτός, δια τον οποίον λέγει ο διδάσκαλος.

Ιω. 13,25           ἐπιπεσὼν δὲ ἐκεῖνος ἐπὶ τὸ στῆθος τοῦ Ἰησοῦ λέγει αὐτῷ· Κύριε, τίς ἐστιν;

Ιω. 13,25                   Αφού δε έπεσε με στοργήν και ευλάβειαν εκείνος στο στήθος του Ιησού, τον ηρώτησε· “Κυριε, ποιός είναι εκείνος που θα σε παραδώση;”

Ιω. 13,26           ἀποκρίνεται ὁ Ἰησοῦς· ἐκεῖνός ἐστιν ᾧ ἐγὼ βάψας τὸ ψωμίον ἐπιδώσω. καὶ ἐμβάψας τὸ ψωμίον δίδωσιν Ἰούδᾳ Σίμωνος Ἰσκαριώτῃ.

Ιω. 13,26                   Απεκρίθη ο Ιησούς· “είναι εκείνος προς τον οποίον εγώ, εις απόδειξιν της αγάπης μου, θα του δώσω ψωμί, αφού προηγουμένως το βουτήξω στον ζωμόν”. Και αφού πράγματι εβούτηξε στο πιάτο ένα κόμματι ψωμί, το έδωσεν στον Ιούδαν τον Ισκαριώτην, τον υιόν του Σιμωνος, δια να του δείξη με τον τρόπον αυτόν, ότι και αυτήν ακόμη την στιγμήν τον κατεδίωκε με την αγάπην και το έλεός του.

Ιω. 13,27           καὶ μετὰ τὸ ψωμίον τότε εἰσῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ σατανᾶς. λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὃ ποιεῖς, ποίησον τάχιον.

Ιω. 13,27                   Και στον Ιούδαν, αφού επήρε το ψωμί από τα χέρια του Διδασκάλου, εισήλθεν εις αυτόν ο σατανάς και τον εκυρίευσε εξ ολοκλήρου. Αδιόρθωτον καθώς τον είδε ο Κυριος, του είπε· “αυτό που πρόκειται να κάμης, κάμε το το ταχύτερον”.

Ιω. 13,28           τοῦτο δὲ οὐδεὶς ἔγνω τῶν ἀνακειμένων πρὸς τί εἶπεν αὐτῷ·

Ιω. 13,28                   Αυτόν τον τελευταίον λόγον κανείς από τους μαθητάς, που εκάθητο στο τραπέζι, δεν εκατάλαβε, προς ποίον σκοπόν τον είπε ο Κυριος.

Ιω. 13,29           τινὲς γὰρ ἐδόκουν, ἐπεὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχεν ὁ Ἰούδας, ὅτι λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, ἀγόρασον ὧν χρείαν ἔχομεν εἰς τὴν ἑορτήν, ἢ τοῖς πτωχοῖς ἵνα τι δῶ.

Ιω. 13,29                   Επειδή δε ο Ιούδας είχε το κουτί του κοινού ταμείου, μερικοί ενόμισαν ότι του είπε ο Ιησούς· Αγόρασε αυτά που μας χρειάζονται δια την εορτήν η ότι του είπε να δώση κάτι στους πτωχούς.

Ιω. 13,30           λαβὼν οὖν τὸ ψωμίον ἐκεῖνος εὐθέως ἐξῆλθεν· ἦν δὲ νύξ.

Ιω. 13,30                   Οταν, λοιπόν, εκείνος επήρε το ψωμί, εβγήκε αμέσως έξω από το υπερώον. Είχε δε πέσει πλέον η νύκτα όταν η σκοτεινή και φρικτή νύκτα της αποστασίας και της προδοσίας είχε κυριεύσει τον Ιούδαν.

 

Η νέα εντολή

Ιω. 13,31           Ὅτε οὖν ἐξῆλθε, λέγει ὁ Ἰησοῦς· νῦν ἐδοξάσθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη ἐν αὐτῷ.

Ιω. 13,31                    Οταν, λοιπόν, έφυγε ο Ιούδας, τότε είπε ο Ιησούς· “τώρα, που το έργον της προδοσίας αρχίζει να πραγματοποιήται και η σταυρική λυτρωτική θυσία μου θα γίνη πραγματικότης, τώρα εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου. Με την μέχρι σταυρικού θανάτου δε υπακοήν του εδοξάσθη και ο Θεός.

Ιω. 13,32           εἰ ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη ἐν αὐτῷ, καὶ ὁ Θεὸς δοξάσει αὐτὸν ἐν ἑαυτῷ, καὶ εὐθὺς δοξάσει αὐτόν.

Ιω. 13,32                   Εάν δε ο Θεός εδοξάσθη δι' αυτού και ο Θεός θα δοξάση αυτόν κατ' ευθείαν δια του εαυτού του και στον εαυτόν του με την άπειρον θείαν του δύναμιν και μεγαλειότητα, διότι θα τον αναστήση και θα τον ανυψώση ενδόξως και ως άνθρωπον εις την μακαριότητα και την λαμπρότητα του ουρανού. Και θα τον δοξάση έντος ολίγου.

Ιω. 13,33           τεκνία, ἔτι μικρὸν μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι. ζητήσετέ με, καὶ καθὼς εἶπον τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι ὅπου ὑπάγω ἐγώ, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν, καὶ ὑμῖν λέγω ἄρτι.

Ιω. 13,33                   Παιδιά μου, αγαπημένα μου παιδιά, ολίγον ακόμη θα είμαι μαζή σας. Και όπως είπα στους Ιουδαίους, ότι εκεί που πηγαίνω εγώ, δεν ημπορείτε σεις να έλθετε, το ίδιο λέγω και εις σας τώρα, ότι δηλαδή θα με αναζητήσετε, αλλά δεν θα με εύρετε, διότι εγώ θα είμαι στους ουρανούς, ενώ σεις θα ευρίσκεσθε επί αρκετόν ακόμη χρονικόν διάστημα εις την γην, δια να κηρύξετε ως απόστολοί μου την σωτηρίαν στους ανθρώπους.

Ιω. 13,34           ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους.

Ιω. 13,34                   Σας δίδω μίαν νέαν εντολήν· να αγαπάτε με όλην σας την δύναμιν ο ένας τον άλλον· όπως εγώ σας ηγάπησα με πλήρη και τελείαν αγάπην, έτσι και σεις με την ίδιαν αγάπην πρέπει να συνδέεσθε μεταξύ σας.

Ιω. 13,35           ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις.

Ιω. 13,35                   Με αυτό θα μάθουν και θα πεισθούν όλοι ότι είσθε μαθηταί μου, εάν έχετε αγάπην μεταξύ σας”.

 

Η πρόρρηση της άρνησης του Πέτρου 

(Μτ 26,31-35. Μκ 14,27-31. Λκ 22,31-34.)

Ιω. 13,36           λέγει αὐτῷ Σίμων Πέτρος· Κύριε, ποῦ ὑπάγεις; ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, οὐ δύνασαί μοι νῦν ἀκολουθῆσαι, ὕστερον δὲ ἀκολουθήσεις μοι.

Ιω. 13,36                   Λεγει εις αυτόν ο Σιμων Πετρος· “Κυριε, που πηγαίνεις;” Του απήντησεν ο Ιησούς· “όπου εγώ πηγαίνω, συ δεν ημπορείς τώρα να με ακολουθήσης. Υστερα δε, αφού τελειώσης την αποστολήν σου, θα με ακολουθήσης”.

Ιω. 13,37           λέγει αὐτῷ ὁ Πέτρος· Κύριε, διατί οὐ δύναμαί σοι ἀκολουθῆσαι ἄρτι; τὴν ψυχήν μου ὑπὲρ σοῦ θήσω.

Ιω. 13,37                   Του λέγει ο Πετρος· “Κυριε, διατί δεν ημπορώ τώρα να σε ακολουθήσω; Είμαι έτοιμος και την μεγαλυτέραν θυσίαν να προσφέρω και την ζωήν μου να θυσιάσω προς χάριν σου, εάν έτσι δεν θα χωρισθώ ποτέ από σε”.

Ιω. 13,38           ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τὴν ψυχήν σου ὑπὲρ ἐμοῦ θήσεις! ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, οὐ μὴ ἀλέκτωρ φωνήσει ἕως οὗ ἀπαρνήσῃ με τρίς.

Ιω. 13,38                   Του απήντησεν ο Ιησούς· “την ζωήν σου θα θυσιάσης προς χάριν μου! Σε διαβεβαιώνω ότι αυτήν την νύκτα δεν θα λαλήση ο πετεινός, μέχρις ότου συ με απαρνηθής τρεις φορές”.