Ιω. 10,22 Ἐγένετο δὲ τὰ
ἐγκαίνια ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις, καὶ χειμὼν ἦν·
Ιω. 10,22 Εγινε
δε αργότερα εις τα Ιεροσόλυμα η εορτή των εγκαινίων και ήτο χειμών, δηλαδή
περί τα μέσα Δεκεμβρίου.
Ιω. 10,23 καὶ
περιεπάτει ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ ἐν τῇ στοᾷ τοῦ Σολομῶντος.
Ιω. 10,23 Και
περιπατούσε ο Ιησούς μέσα εις την αυλήν του Σολομώντος.
Ιω. 10,24 ἐκύκλωσαν οὖν
αὐτὸν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ ἔλεγον αὐτῷ· ἕως πότε τὴν ψυχὴν ἡμῶν αἴρεις; εἰ σὺ εἶ
ὁ Χριστός, εἰπὲ ἡμῖν παῤῥησίᾳ.
Ιω. 10,24 Τον
περιεκύκλωσαν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι και έλεγαν εις αυτόν· “έως πότε θα κρατής
την ψυχήν μας μετέωρον; Εως πότε θα μας κρατής εις απορίαν και αγωνίαν; Εάν
συ είσαι πράγματι ο Χριστός που περιμένομεν, πες μας το καθαρά και φανερά”.
Ιω. 10,25 ἀπεκρίθη
αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· εἶπον ὑμῖν, καὶ οὐ πιστεύετε· τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ ἐν τῷ
ὀνόματι τοῦ πατρός μου, ταῦτα μαρτυρεῖ περὶ ἐμοῦ·
Ιω. 10,25 Απήντησε
εις αυτούς ο Χριστός· “σας το είπα και δεν πιστεύετε. Αλλά και τίποτε αν δεν
σας είχα πη, τα έργα, τα οποία εγώ κάνω εν ονόματι του Πατρός μου, αυτά
μαρτυρούν δι' εμέ και αποδεικνύουν ότι είμαι ο Χριστός.
Ιω. 10,26 ἀλλ᾿ ὑμεῖς οὐ
πιστεύετε· οὐ γάρ ἐστε ἐκ τῶν προβάτων τῶν ἐμῶν, καθὼς εἶπον ὑμῖν.
Ιω. 10,26 Αλλά
σεις δεν πιστεύετε ούτε εις τα λόγια μου ούτε εις τα έργα μου. Και τούτο,
διότι λόγω της κακής σας διαθέσεως και της αμαρτωλής καταστάσεώς σας, δεν
ανήκετε εις τα πρόβατά μου όπως σας είχα πη.
Ιω. 10,27 τὰ πρόβατα τὰ
ἐμὰ τῆς φωνῆς μου ἀκούει, κἀγὼ γινώσκω αὐτά, καὶ ἀκολουθοῦσί μοι,
Ιω. 10,27 Τα
δικά μου πρόβατα ακούουν με χαράν και με υποταγήν την φωνήν μου και εγώ τα
γνωρίζω ότι είναι δικά μου και με ακολουθούν.
Ιω. 10,28 κἀγὼ ζωὴν
αἰώνιον δίδωμι αὐτοῖς, καὶ οὐ μὴ ἀπόλωνται εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ οὐχ ἁρπάσει
τις αὐτὰ ἐκ τῆς χειρός μου.
Ιω. 10,28 Και
εγώ ανταμείβων την υπακοήν των, τους δίδω την αιωνίαν ζωήν και δεν θα χαθούν
ποτέ και κανείς δεν θα τα αρπάξη από τα χέρια μου.
Ιω. 10,29 ὁ πατήρ μου,
ὃς δέδωκέ μοι, μείζων πάντων ἐστί, καὶ οὐδεὶς δύναται ἁρπάζειν ἐκ τῆς χειρὸς
τοῦ πατρός μου.
Ιω. 10,29 Ο
Πατήρ μου, ο οποίος μου έχει δώσει τα πρόβατα είναι ανώτερος και ισχυρότερος
από όλους, είναι ο παντοδύναμος Θεός. Και κανείς, ούτε αι λεγεώνες των
πονηρών πνευμάτων, δεν ημπορούν να αρπάξουν τα πρόβατα από το χέρι του.
Ιω. 10,30 ἐγὼ καὶ ὁ
πατὴρ ἕν ἐσμεν.
Ιω. 10,30 Με
την ιδίαν δύναμιν και εξουσίαν και αγάπην ποιμαίνω και εγώ και κρατώ τα
πρόβατα, διότι εγώ και ο Πατήρ είμεθα ένα, έχομεν την αυτήν φύσιν και
ουσίαν, τα ίδια άπειρα ιδιώματα”.
Ιω. 10,31 Ἐβάστασαν οὖν
πάλιν λίθους οἱ Ἰουδαῖοι ἵνα λιθάσωσιν αὐτόν.
Ιω. 10,31 Οταν
οι Ιουδαίοι τον άκουσαν να λέγη ότι είνα ένα με τον Θεόν, επήραν πάλιν
λιθάρια, δια να τον λιθοβολήσουν.
Ιω. 10,32 ἀπεκρίθη
αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· πολλὰ καλὰ ἔργα ἔδειξα ὑμῖν ἐκ τοῦ πατρός μου· διὰ ποῖον
αὐτῶν ἔργον λιθάζετέ με;
Ιω. 10,32 Απήντησε
τότε εις αυτούς ο Ιησούς· “πολλά καλά έργα έδειξα και έκανα εις εσάς που
προέρχονται από τον Πατέρα. Δια ποίον από όλα είσθε έτοιμοι να με
λιθοβολήσετε;”
Ιω. 10,33 ἀπεκρίθησαν
αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· περὶ καλοῦ ἔργου οὐ λιθάζομέν σε, ἀλλὰ περὶ
βλασφημίας, καὶ ὅτι σὺ ἄνθρωπος ὢν ποιεῖς σεαυτὸν Θεόν.
Ιω. 10,33 Απήντησαν
εις αυτόν οι Ιουδαίοι, λέγοντες· “δεν σε λιθοβολούμεν δια καλόν έργον, αλλά
δια την φοβεράν βλασφημίαν που είπες, διότι ενώ συ είσαι άνθρωπος, κάνστον
εαυτόν σου Θεόν και λέγεις ότι είσαι ένα με τον Θεόν”.
Ιω. 10,34 ἀπεκρίθη
αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· οὐκ ἔστι γεγραμμένον ἐν τῷ νόμῳ ὑμῶν, ἐγὼ εἶπα, θεοί ἐστε;
Ιω. 10,34 Τους
απήντησεν ο Ιησούς· “στον νόμον σας, εκεί που ομιλεί ο Θεός προς τους
δικαστάς, δεν είναι γραμμένον· Εγώ είπα, είσθε θεοί;
Ιω. 10,35 εἰ ἐκείνους
εἶπε θεούς, πρὸς οὓς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐγένετο, καὶ οὐ δύναται λυθῆναι ἡ
γραφή,
Ιω. 10,35 Εάν η
Γραφή ωνόμασε θεούς τους δικαστάς εκείνους, τους οποίους εκάλεσε εις αυτό το
έργον ο Θεός-και δεν είναι δυνατόν να καταλυθή η Γραφή-
Ιω. 10,36 ὃν ὁ πατὴρ
ἡγίασε καὶ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον, ὑμεῖς λέγετε ὅτι βλασφημεῖς, ὅτι
εἶπον, υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἰμι;
Ιω. 10,36 εις
εκείνον, τον οποίον ο Πατήρ καθιέρωσε δια το μέγα έργον του Μεσσίου και τον
έστειλε στον κόσμον, σεις λέγετε ότι βλασφημείς, επειδή είπα ότι είμαι Υιός
του Θεού;
Ιω. 10,37 εἰ οὐ ποιῶ τὰ
ἔργα τοῦ πατρός μου, μὴ πιστεύετέ μοι·
Ιω. 10,37 Εάν
δεν κάνω τα υπερφυσικά έργα, τα οποία είναι έργα του Πατρός μου, τότε μη
πιστεύετε εις εμέ.
Ιω. 10,38 εἰ δὲ ποιῶ,
κἂν ἐμοὶ μὴ πιστεύητε, τοῖς ἔργοις πιστεύσατε, ἵνα γνῶτε καὶ πιστεύσητε ὅτι
ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ κἀγὼ ἐν αὐτῷ.
Ιω. 10,38 Εφ'
όσον όμως κάνω τα έργα του Πατρός μου, πιστεύσατε εις αυτά τα έργα και τότε
θα εννοήσετε καλά και θα πιστεύσετε εις εμέ και θα βεβαιωθήτε, ότι εγώ ζω
και υπάρχω εν τω Πατρί, όπως και ο Πατήρ ζη και υπάρχει εν εμοί”.
Ιω. 10,39 Ἐζήτουν οὖν
πάλιν πιάσαι αὐτόν· καὶ ἐξῆλθεν ἐκ τῆς χειρὸς αὐτῶν.
Ιω. 10,39 Εζητούσαν
και πάλιν οι Ιουδαίοι να τον πιάσουν, αλλά αυτός έφυγεν ανάμεσα από τα χέρια
των.
Ιω. 10,40 Καὶ ἀπῆλθε
πάλιν πέραν τοῦ Ἰορδάνου, εἰς τὸν τόπον ὅπου ἦν Ἰωάννης τὸ πρῶτον βαπτίζων,
καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ.
Ιω. 10,40 Και
ανεχώρησε πάλιν πέρα από τον Ιορδάνην, εις τόπον, όπου κατ' αρχάς εβάπτιζεν
ο Ιωάννης και έμεινεν εκεί.
Ιω. 10,41 καὶ πολλοὶ
ἦλθον πρὸς αὐτὸν καὶ ἔλεγον ὅτι Ἰωάννης μὲν σημεῖον ἐποίησεν οὐδέν, πάντα δὲ
ὅσα εἶπεν Ἰωάννης περὶ τούτου, ἀληθῆ ἦν.
Ιω. 10,41 Και
πολλοί ήλθαν προς αυτόν και έλεγαν μεταξύ των ότι ο Ιωάννης δεν έκαμε κανένα
θαύμα, όλα δε όσα ο Ιωάννης είπε δι' αυτόν απεδείχθησαν αληθινά.
Ιω. 10,42 καὶ
ἐπίστευσαν πολλοὶ ἐκεῖ εἰς αὐτόν.
Ιω. 10,42 Και
πολλοί επίστευσαν εις αυτόν.
|