ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

 

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ

 

Ο ΙΑΚΩΒ

 

Ο πατριάρχης Ιακώβ

Ο Ιακώβ ήταν Πατριάρχης του Ισραήλ και πρόγονος του Ιησού. Ήταν ο δεύτερος γιος του Πατριάρχη Ισαάκ και της Ρεβέκκας (Γένεση 25,20-28. Ιησούς του Ναυή 24,4). Ήταν μικρότερος και δίδυμος αδερφός του Ησαύ και πατέρας 12 γιων οι οποίοι έγιναν προπάτορες των 12 φυλών του Ισραήλ (Γένεση κεφ. 25-49). Τα παιδιά του Ιακώβ ήταν ο Ρουβήν, ο Συμεών, ο Λευΐ, ο Ιούδας, ο Ισσάχαρ, ο Ζαβουλών, ο Δαν, ο Νεφθαλείμ, ο Γαδ, ο Ασήρ, ο Ιωσήφ και ο Βενιαμίν.

Ο Ιακώβ ονομάστηκε και Ισραήλ. Το όνομα αυτό θα γίνει αργότερα το εθνικό όνομα όλων των Εβραίων. Στις εβραϊκές λέξεις που συναντούμε την κατάληξη -ηλ ή -ελ σημαίνει ότι περιέχεται η λέξη «Θεός». Κατά τη γέννησή του κρατούσε τη φτέρνα του αδερφού του, γι αυτό και ονομάστηκε Ιακώβ, που σημαίνει "υποσκελιστής" (Γένεση 25,26). Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη ο Ιακώβ έζησε περίπου τον 18ο αι. π.Χ.

 

Ο Ιακώβ έζησε στην Αίγυπτο δεκαεφτά χρόνια. Η διάρκεια της ζωής του ήταν 147 χρόνια. Όταν πλησίαζε ο καιρός του θανάτου του, κάλεσε το γιο του τον Ιωσήφ και του ζήτησε να μην τον θάψει στην Αίγυπτο, αλλά στον τάφο των πατέρων του. Ο Ιωσήφ του το υποσχέθηκε (Γένεση 47,28-31).

Ο Ιακώβ έζησε συνολικά 147 χρόνια. Το όνομα του αναφέρεται αρκετές φορές και στην Καινή Διαθήκη. Αναφέρεται και στον κατάλογο των ηρώων της πίστεως (προς Εβραίους 11,20-21). Το όνομά του αναφέρεται και στο γενεαλογικό πίνακα των απογόνων του Αβραάμ (Α' Παραλειπομένων 1,34) και στο γενεαλογικό πίνακα του Ιησού Χριστού (Λουκάς 3,34). Ο Ιακώβ εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων).

 

 

 

 

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ- Η ΛΕΙΑ ΚΑΙ Η ΡΑΧΗΛ

 

ΛΕΙΑ: Η Λεία ήταν η μεγαλύτερη κόρη του Λάβαν, αδερφού της Ρεβέκκας, και η πρώτη σύζυγος του Ιακώβ (Γένεση 29,21-30). Δεν ήταν ωραία όπως η αδερφή της η Ραχήλ και είχε πρόβλημα όρασης. Απέκτησε έξη γιους, τους Ρουβήν, Συμεών, Λευί, Ιούδα (Γένεση 29,31-35), Ισσάχαρ, Ζαβουλών (Γένεση 30,17-20) και μία κόρη τη Δείνα (Γένεση 30,21).

Ήταν πιστή και αφοσιωμένη στον Ιακώβ (Γένεση 31,14-16). Δύο από τους γιους της έγιναν πρόγονοι των κυριοτέρων φυλών του Ισραήλ, Λευί και Ιούδα. Από τη φυλή του Ιούδα προήλθε και ο Χριστός. Μερικά χρόνια μετά το θάνατο της Ραχήλ πέθανε και η Λεία. Ο Ιακώβ την έθαψε στη σπηλιά του αγρού Μαχπελά στη Μαμβρή (Γένεση 49,30-31).

 

ΡΑΧΗΛ: Η Ραχήλ ήταν η μικρότερη κόρη του Λάβαν, αδερφού της Ρεβέκκας, και η δεύτερη σύζυγος του Ιακώβ (Γένεση 29,21-30). Απέκτησε δύο γιους, τον Ιωσήφ και τον Βενιαμίν (Γένεση 46,19). Όταν ο Ιακώβ και η οικογένειά του έφυγαν από τη Βαιθήλ, και ενώ βρισκόταν στην Χαφραθά, κοντά στην Εφραθά (Βηθλεέμ), ήρθε η ώρα της Ραχήλ να γεννήσει το δωδέκατο γιό του. Η Ραχήλ είχε δύσκολη γέννα και μόλις γεννήθηκε το παιδί, πέθανε. Ο πατέρας του το ονόμασε Βενιαμίν. Τη Ραχήλ την έθαψαν στο δρόμο προς την Εφραθά, δηλαδή στη Βηθλεέμ. Ο Ιακώβ έστησε πάνω στον τάφο της μια λίθινη στήλη, που σώζεται μέχρι σήμερα (Γένεση 35,16-21. 48,7). Η Λεία και η Ραχήλ εορτάζονται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων).

 

Περισσότερες πληροφορίες για τη Λεία και τη Ραχήλ

 

 

 

Η ΖΕΛΦΑ ΚΑΙ Η ΒΑΛΛΑ

 

ΖΕΛΦΑ: Η Ζελφά ήταν δούλη της Λείας. Πρώτα όμως ήταν δούλη του Λάβαν, ο οποίος την έδωσε στην κόρη του Λεία, όταν παντρεύτηκε τον Ιακώβ (Γένεση 29,24).

Η Λεία βλέποντας ότι έπαψε να γεννάει, πήρε τη δούλη της τη Ζελφά και την έδωσε στον Ιακώβ για γυναίκα. Η Ζελφά έμεινε δύο φορές και γέννησε στον Ιακώβ γιούς. Τους ονόμασε Γαδ και Ασήρ (Γένεση 30,9-13. Γένεση 35,25).

 

ΒΑΛΛΑ: Η Βαλλά ήταν δούλη της Ραχήλ. Όπως η Ζελφά, έτσι και η Βαλλά, πρώτα ήταν δούλη του Λάβαν, ο οποίος την έδωσε στην κόρη του Ραχήλ, όταν παντρεύτηκε τον Ιακώβ (Γένεση 29,29).

Η Ραχήλ επειδή δε γεννούσε παιδιά, ζήλεψε την αδερφή της και έδωσε στον Ιακώβ τη δούλη της τη Βαλλά για γυναίκα, έτσι ώστε να αποκτήσει παιδιά μέσω αυτής. Η Βαλλά έμεινε δύο φορές έγκυος και γέννησε γιούς. Τους ονόμασε Δαν και Νεφθαλείμ (Νεφθαλί) (Γένεση 30,1-8. . Γένεση 35,25). Αργότερα η Βαλλά είχε σχέση με το Ρουβήν, γιο του Ιακώβ (Γένεση 35,22), τον οποίο ο Ιακώβ αποδοκίμασε λίγο πριν το θάνατό του (Γένεση 49,4).