ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

 

 

ΜΩΥΣΗΣ Ο ΘΕΟΠΤΗΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ 2

 

Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ ΤΟΥ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ

ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΙΒΩΤΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

Ο Μωυσής

Μετά την κάθοδό του ο Μωυσής από το όρος Σινά, έδωσε οδηγίες στους Ισραηλίτες για την κατασκευή της Κιβωτού της Διαθήκης και για τη Σκηνή του Μαρτυρίου, καθώς και όλων των άλλων ιερών αντικειμένων. Η Κιβωτός της Διαθήκης ήταν ένα κιβώτιο από ξύλο ακακίας, καλυμμένο με καθαρό χρυσάφι, ενώ η Σκηνή του Μαρτυρίου ήταν κατασκευασμένη από πολυτελή υφάσματα.

Στη συνέχεια όσοι Ισραηλίτες, άντρες και γυναίκες, είχαν τη διάθεση να συνεισφέρουν για την κατασκευή των έργων που είχε διατάξει ο Κύριος στο Μωυσή, έφεραν πρόθυμα τις προσφορές τους κι όλα τα υλικά, προκειμένου να κατασκευαστούν η Κιβωτός της Διαθήκης, η Σκηνή του Μαρτυρίου, καθώς και τα εξαρτήματά τους, τα δύο θυσιαστήρια, η Τράπεζα της Προθέσεως, η Επτάφωτη λυχνία, το ιερό έλαιο και το ιερό θυμίαμα, καθώς και οι ιερατικές στολές (Έξοδος 35,4-29).

Ακόμη ο Κύριος όρισε ως κατασκευαστές της Κιβωτού της Διαθήκης, της Σκηνής του Μαρτυρίου και όλων των άλλων ιερών αντικειμένων, τον Βεσελεήλ από τη φυλή Ιούδα και ως βοηθός του τον Ελιάβ από τη φυλή Δαν (Έξοδος 31,2-7). Ο Μωυσής κάλεσε το Βεσελεήλ και τον Ελιάβ και τους παρέδωσε όλες τις συνεισφορές και τα υλικά που είχαν προσφέρει οι Ισραηλίτες για να ξεκινήσουν τα έργα.

Ωστόσο, ο λαός συνέχιζε να φέρνει στο Μωυσή τις προσφορές του. Τότε οι τεχνίτες που ήταν απασχολημένοι με την κατασκευή της Σκηνής του Μαρτυρίου, διέκοψαν τις εργασίες τους και είπαν στο Μωυσή πως ο λαός έχει προσφέρει περισσότερα απ' όσα χρειάζονται για την εκτέλεση των έργων. Κι αμέσως ο Μωυσής έδωσε εντολή να σταματήσουν οι συνεισφορές. Το υλικό που είχαν φέρει ήταν αρκετό για όλα τα έργα που έπρεπε να κάνουν και μάλιστα περίσσεψαν (Έξοδος 36,1-7)

  

Όταν ο Μωυσής τελείωσε όλες τις εργασίες (Έξοδος κεφ. 36-39), ευλόγησε τους τεχνίτες (Έξοδος 39,23) και κατόπιν έστησε τη Σκηνή του Μαρτυρίου. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Κυρίου στο Μωυσή, το στήσιμο της Σκηνής έγινε την πρώτη μέρα του πρώτου μήνα του δεύτερου έτους της Εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Εκεί, πίσω από το καταπέτασμα, τοποθετήθηκε η Κιβωτός της Διαθήκης και μέσα σ' αυτή οι λίθινες πλάκες με τις 10 εντολές. Μετά τη σκέπασε από τα μάτια των ανθρώπων, όπως είχε πει ο Κύριος.

Μέσα στη Σκηνή του Μαρτυρίου τοποθετήθηκε ακόμη η Τράπεζα και πάνω της οι άρτοι της Προθέσεως. Απέναντι από την Τράπεζα, στη νότια πλευρά τοποθετήθηκε η Επτάφωτη λυχνία και ο Μωυσής άναψε τους λύχνους ενώπιον του Κυρίου. Μπροστά στο παραπέτασμα που χωρίζει τα Άγια των Αγίων, τοποθετήθηκε το χρυσό Θυσιαστήριο του θυμιάματος και μπροστά στην είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου τοποθετήθηκε το Θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων. 

Αφού σκέπασαν όλη τη Σκηνή του Μαρτυρίου, σύμφωνα με τις οδηγίες του Κυρίου, ο Μωυσής την καθαγίασε και την έχρισε με το άγιο έλαιο, καθώς και όλα τα σκεύη που υπήρχαν μέσα σ' αυτή. Κατόπιν ο Μωυσής καθαγίασε και έχρισε το Θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων μαζί με όλα τα σκεύη του.

Μετά έφερε στην είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου τον Ααρών και τους γιους του και τους έπλυνε με νερό. Τους έντυσε με τις ιερατικές στολές και τους έχρισε ώστε να μπορούν να υπηρετούν τον Κύριο ως Ιερείς (Έξοδος 40,1-27. Αριθμοί 7,1).

 

 

ΑΛΛΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΙΣΡΑΗΛΙΤΩΝ

ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΤΟΥ ΣΙΝΑ

 

Η Κιβωτός της Διαθήκης

Η Σκηνή του Μαρτυρίου

Όταν τελείωσαν όλα αυτά, οι αρχηγοί των φυλών του Ισραήλ έφεραν τις προσφορές τους ενώπιον του Κυρίου, τα οποία ήταν έξι σκεπαστές άμαξες και δώδεκα βόδια, μία άμαξα ανά δύο αρχηγούς και ένα βόδι από τον καθένα τους.

Ο Μωυσής πήρε τις άμαξες και τα βόδια και τα παρέδωσε, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, στους Λευίτες. Έδωσε ανάλογα με την υπηρεσία τους, δύο άμαξες και τέσσερα βόδια στους Γηρσωνίτες, τέσσερις άμαξες και οκτώ βόδια στους Μεραρίτες και στους Κααθίτες δεν έδωσε τίποτε, γιατί αυτοί είχαν να μεταφέρουν στους ώμους τους τα ιερά αντικείμενα, για τα οποία ήταν υπεύθυνοι.

Την ημέρα της χρίσεως του θυσιαστηρίου, οι αρχηγοί των φυλών έφεραν επίσης προσφορές για την καθιέρωσή του. Όταν τελείωσαν οι προσφορές ο Μωυσής μπήκε στη Σκηνή του Μαρτυρίου για να μιλήσει με τον Κύριο και άκουσε τη φωνή του Κυρίου, που του μιλούσε από το ύψος του ιλαστηρίου, που ήταν πάνω στην Κιβωτό της Διαθήκης, ανάμεσα στα δύο χερουβίμ (Αριθμοί 7,1-89).

 

Ο Μωυσής, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, όρισε τους Λευΐτες ως φύλακες της Σκηνής του Μαρτυρίου και ως υπεύθυνους για τη φροντίδα της (Αριθμοί 1,50-53). Κατόπιν ο Κύριος κάλεσε το Μωυσή και του μίλησε μέσα από τη Σκηνή του Μαρτυρίου. Του έδωσε εντολή να δώσει στους Ισραηλίτες, όλες τις εντολές οι οποίες αναφέρονται στο Λευιτικό (Λευιτικόν 1,1-2).

 

Την όγδοη μέρα της καθιέρωσης του Ααρών ως αρχιερέα, ο Μωυσής τον κάλεσε μαζί με τους γιους του, καθώς και τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, και είπε στον Ααρών να πάρει ένα μικρό μοσχάρι για θυσία εξιλέωσης και ένα κριάρι για θυσία ολοκαυτώματος, και τα δύο χωρίς ελάττωμα, και να τα προσφέρει ενώπιον του Κυρίου. Έπειτα είπε στους άρχοντες του Ισραήλ, να πάρουν έναν τράγο για θυσία εξιλέωσης, ένα μοσχάρι κι ένα πρόβατο ενός χρόνου, και τα δυο χωρίς ελάττωμα, κατάλληλα για θυσία ολοκαυτώματος, ένα μοσχάρι κι ένα κριάρι, για την ευχαριστήρια θυσία ενώπιον του Κυρίου, και μια αναίμακτη προσφορά, σιμιγδάλι ζυμωμένο με λάδι, διότι ο Κύριος θα φανερωνόταν στους Ισραηλίτες.

Έφεραν λοιπόν όσα διέταξε ο Μωυσής μπροστά στη Σκηνή του Μαρτυρίου κι έπειτα όλη η κοινότητα πλησίασε και στάθηκε ενώπιον του Κυρίου. Ο Ααρών πλησίασε στο θυσιαστήριο και αφού πρόσφερε πρώτα τη δική του προσφορά στον Κύριο, μετά πρόσφερε την προσφορά του λαού.

Έπειτα αφού ο Ααρών ευλόγησε το λαό, κατέβηκε απ' το θυσιαστήριο και μαζί με το Μωυσή μπήκαν στη Σκηνή του Μαρτυρίου. Όταν βγήκαν, ευλόγησαν πάλι το λαό και τότε η δόξα του Κυρίου φανερώθηκε σ' όλους τους Ισραηλίτες. Ο Κύριος έστειλε φωτιά και κατέκαψε ότι υπήρχε πάνω στο θυσιαστήριο. Όταν ο λαός το είδε αυτό, εξεπλάγη από το θαύμα αυτό και έπεσαν με το πρόσωπο κατά γης και προσκύνησαν τον Κύριο (Λευιτικόν 9,1-24).

 

Κάποια μέρα οι γιοι του Ααρών, Ναδάβ και Αβιούδ, πήραν ο καθένας το θυμιατήρι του, έβαλαν σ' αυτά φωτιά από κοσμική προέλευση και όχι από τη φωτιά του θυσιαστηρίου, όπως είχε θεσπίσει ο Κύριος. Ο Κύριος όμως έστειλε φωτιά και έγιναν παρανάλωμα. Πέθαναν και οι δύο ενώπιον του Κυρίου.

Μετά τη βεβήλωση και τη θανάτωση των δύο γιων του Ααρών, ο Μωυσής είπε στον Ααρών: «ότι η τιμωρία αυτή οφείλεται στο ότι ο Κύριος εφάρμοσε αυτό που είχε προαναγγείλει γι' αυτές τις περιπτώσεις και ότι εκείνοι που τον πλησιάζουν, θα έπρεπε να σέβονται την αγιότητα του, για να τον δοξάζει ο λαός.

Ο Ααρών λυπήθηκε βαθύτατα και έμεινε σιωπηλός. Τότε ο Μωυσής κάλεσε το Μισαήλ (Μισαδάη) και τον Ελισαφάν, τους γιους του Οζιήλ, ο οποίος ήταν θείος του Ααρών, και τους έδωσε εντολή να πάρουν τους συγγενείς τους μακριά από το αγιαστήριο, και να τους πάνε έξω από το στρατόπεδο. Τότε αυτοί τους πήραν, όπως ήταν με τις στολές τους, και τους έθαψαν έξω από το στρατόπεδο.

Ο Μωυσής είπε στον Ααρών, και στους γιους του, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ, να μην βγάλουν από το κεφάλι τους το κάλυμμα και να μη σκίσουν σε ένδειξη πένθους τα ρούχα τους, για να μην πεθάνουν κι αυτοί και πέσει η θεία οργή πάνω σε όλη την κοινότητα. Να αφήσουν το λαό να τους θρηνήσει, αλλά αυτοί δεν θα έπρεπε να απομακρυνθούν από την είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου, επειδή το λάδι του χρίσματος του Κυρίου ήταν ακόμη νωπό πάνω στις στολές τους. Ο Ααρών και οι δύο γιοι του έκαναν, όπως είπε ο Μωυσής (Λευιτικόν 10,1-7).

 

Κάποια στιγμή που ο Μωυσής επόπτευε τις θυσίες, είδε ότι το υπόλοιπο του τράγου που είχε προσφερθεί ως θυσία εξιλέωσης, αντί να φαγωθεί από τους ιερείς, είχε παρατύπως καεί. Τότε οργίστηκε εναντίον του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ, γιατί δεν φάγανε σε ιερό τόπο, το υπόλοιπο από το κρέας του ζώου που είχε θυσιαστεί ως θυσία εξιλέωσης. Τους τόνισε ότι ο Κύριος τους παραχώρησε αυτό το δικαίωμα, ώστε με τη βρώση του υπόλοιπου ζώου να παίρνουν πάνω τους την αμαρτία της κοινότητας και να κάνουν γι' αυτούς την τελετουργία της εξιλέωσης ενώπιον του Κυρίου (Λευιτικόν 10,16-18).

 

Μαζί με τους Ισραηλίτες που έφυγαν από την Αίγυπτο, ήταν και ο γιος μιας γυναίκας Ισραηλίτισσας και ενός Αιγύπτιου. Το όνομα της ήταν Σαλωμείθ, και ήταν κόρη του Δαβρεί, από τη φυλή Δαν. Αυτός φιλονίκησε και συνεπλάκη μ' ένα Ισραηλίτη. Κατά τη φιλονικία ο γιος της Ισραηλίτισσας βλαστήμησε το όνομα του Κυρίου. Τον έφεραν λοιπόν στο Μωυσή και τον έβαλαν στη φυλακή, μέχρι ν' αποφασίσουν για την τύχη του, περιμένοντας εντολή από τον Κύριο.

Τότε ο Κύριος είπε στο Μωυσή να τον βγάλουν έξω από το στρατόπεδο και όλοι όσοι τον άκουσαν, να βάλουν τα χέρια τους πάνω στο κεφάλι του και να καταθέσουν τη μαρτυρία τους εναντίον του. Έπειτα να λιθοβοληθεί απ' όλη την κοινότητα. και έκαμαν οι Ισραηλίτες όπως ακριβώς διέταξε ο Κύριος (Λευιτικόν 24,10-14. 24,23).

 

Το δεύτερο χρόνο μετά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, ο Μωυσής και ο Ααρών απέγραψαν το λαό στην έρημο Σινά, όπως τους είχε διατάξει ο Κύριος. Αυτοί που απογράφηκαν ήταν οι άντρες από 20 ετών και πάνω. Για το σκοπό αυτό είχαν ως βοηθούς έναν από κάθε φυλή, οι οποίοι ήταν και αρχηγοί πατριαρχικών. Το σύνολο των Ισραηλιτών που απογράφηκαν κατά φυλές και στρατιωτικές μονάδες ήταν 603.550 άντρες (Αριθμοί 1,1-46). Κατόπιν ακολούθησε η απογραφή των Λευιτών. Απογράφηκαν όλα τα αρσενικά παιδιά της φυλής Λευΐ από ενός μηνός και πάνω. Σύμφωνα με την απογραφή οι Λευίτες ήταν 22.000 άτομα (Αριθμοί 3,14-39).

Σύμφωνα με εντολή του Κυρίου προς το Μωυσή, ακολούθησε και μια τρίτη απογραφή. Απογράφηκαν όλα τα αρσενικά πρωτότοκα των Ισραηλιτών, από ενός μηνός και πάνω, και μάλιστα υπήρξε και ονομαστικός κατάλογος αυτών. Ο Μωυσής έκανε την απογραφή όλων των πρωτότοκων αρσενικών από ενός μηνός και πάνω, καταγεγραμμένα σε ονομαστικό κατάλογο, και ήταν 22.273 άτομα.

Στη συνέχεια, σύμφωνα πάλι με εντολή του Κυρίου, αφιερώθηκαν οι Λευίτες στον Κύριο, στη θέση των πρωτοτόκων των Ισραηλιτών. Το ίδιο έγινε και με τα ζώα των Λευιτών στη θέση των πρωτογέννητων ζώων του λαού. Τα 273 πρωτότοκα των Ισραηλιτών που υπερβαίνουν τον αριθμό των Λευιτών, εξαγοράστηκαν προς 5 σίκλους με βάση τον ιερό σίκλο (ο κάθε σίκλος ισοδυναμούσε με 20 οβολούς). Συνολικά συγκεντρώθηκε το ποσό των 1.365 ιερών σίκλων, το οποίο δόθηκε στον Ααρών και στους γιους του, για ιερούς σκοπούς (Αριθμοί 3,40-51).

 

Μπροστά στη Σκηνή του Μαρτυρίου, ανατολικά στρατοπέδευαν ο Μωυσής, ο Ααρών και οι γιοι του. Αυτοί είχαν αναλάβει τη φροντίδα της Σκηνής και τις τελετουργίες του αγιαστηρίου, για λογαριασμό των Ισραηλιτών. Κάθε άνθρωπος από άλλη φυλή που θα άγγιζε τα ιερά αντικείμενα, τιμωρούνταν από τον Κύριο με θάνατο (Αριθμοί 3,38).

Ο Μωυσής, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, έβγαλε έξω από το στρατόπεδο όλους τους λεπρούς, όσους είχαν γονόρροια και όσους έγιναν ακάθαρτοι από το άγγιγμα νεκρού, άντρες και γυναίκες, έτσι ώστε να μη μολυνθεί το στρατόπεδο, στη μέση του οποίου κατοικούσε ο Κύριος (Αριθμοί 5,1-4).

 

 

Η ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΙΣΡΑΗΛΙΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΙΝΑ

ΝΕΑ ΚΡΟΥΣΜΑΤΑ ΑΠΙΣΤΙΑΣ

 

Τον πρώτο μήνα του δεύτερου χρόνου από τότε που βγήκαν από την Αίγυπτο, οι Ισραηλίτες γιόρτασαν το Πάσχα. Βρέθηκαν όμως μερικοί που έτυχε να είναι ακάθαρτοι εξαιτίας ενός νεκρού, και δεν μπορούσαν να γιορτάσουν το Πάσχα. Παρουσιάστηκαν λοιπόν στο Μωυσή και στον Ααρών, και τους έθεσαν το πρόβλημα. Σύμφωνα με εντολή του Κυρίου αυτοί μπορούσαν να το γιορτάσει ένα μήνα αργότερα, στις 14 του δεύτερου μήνα, το βράδυ (Αριθμοί 9,1-14).

 

Την ημέρα που στήθηκε η Σκηνή του Μαρτυρίου, μια νεφέλη ήρθε και τη σκέπασε και η δόξα του Κυρίου γέμισε τη Σκηνή, έτσι που ο Μωυσής δεν μπορούσε να μπει μέσα. Όσον καιρό διήρκεσε η πορεία του λαού, έβλεπαν όλοι τη νεφέλη της παρουσίας του Κυρίου να σκεπάζει τη Σκηνή κάθε μέρα. Το βράδυ η νεφέλη γινόταν κάτι σαν φωτιά, σαν μια πύρινη ανταύγεια κι έμενε πάνω από τη Σκηνή μέχρι το πρωί.

Όταν η νεφέλη σηκωνόταν πάνω από τη Σκηνή, τότε ξεκινούσαν οι Ισραηλίτες την πορεία τους, και στον τόπο όπου στεκόταν η νεφέλη, εκεί στρατοπέδευαν. Όσο η νεφέλη έμενε πάνω από τη Σκηνή, έμεναν κι αυτοί στρατοπεδευμένοι. Αν η νεφέλη έμενε πολύ καιρό πάνω από τη Σκηνή, οι Ισραηλίτες τηρούσαν τη διαταγή του Κυρίου και δεν έφευγαν. Όσο κι αν έμενε η νεφέλη πάνω από τη Σκηνή, αδιάφορο αν ήταν για δύο μέρες, ένα μήνα ή ένα χρόνο, οι Ισραηλίτες έμεναν στρατοπεδευμένοι και δεν ξεκινούσαν. Όταν αυτή σηκωνόταν, τότε μόνο ξεκινούσαν, υπακούοντας στην εντολή που τους είχε δώσει μέσω του Μωυσή (Έξοδος 40,33-38. Αριθμοί 9,15-23).

 

Ο Μωυσής, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, κατασκεύασε δυο ασημένιες σάλπιγγες, από σφυρηλατημένο ασήμι, για να συγκαλεί την κοινότητα και για να ξεκινούν τα στρατόπεδα. Όταν σάλπιζαν και με τις δύο συγκεντρώνονταν γύρω από τον Μωυσή όλη η κοινότητα, στην είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου. Όταν σάλπιζαν μόνο με τη μία, τότε συγκεντρώνονταν γύρω από το Μωυσή, οι αρχηγοί των φυλών του Ισραήλ. Όταν σάλπιζαν δυνατά, τότε έφευγαν οι φυλές που είχαν στρατοπεδεύσει ανατολικά από τη Σκηνή του Μαρτυρίου. Όταν σάλπιζαν δυνατά για δεύτερη φορά, τότε έφευγαν οι φυλές που είχαν στρατοπεδεύσει στα νότια. Όταν σάλπιζαν δυνατά για τρίτη φορά, τότε έφευγαν οι φυλές που είχαν στρατοπεδεύσει στα δυτικά. Όταν σάλπιζαν δυνατά για τέταρτη φορά, τότε έφευγαν οι φυλές που είχαν στρατοπεδεύσει στα βόρεια.

Αυτοί που σάλπιζαν με τις σάλπιγγες ήταν οι γιοι του Ααρών, οι ιερείς. Όταν οι Ισραηλίτες έβγαιναν να πολεμήσουν ενάντια σ' έναν εχθρό, τότε σάλπιζαν δυνατά και ο Κύριος τους θυμόταν και τους γλίτωνε από τους εχθρούς τους. Ακόμη οι Ισραηλίτες σάλπιζαν στις χαρούμενες μέρες, στις γιορτές σας και στις θυσίες που έκαναν στον Κύριο (Αριθμοί 10,1-10).

 

Στις είκοσι του δεύτερου μήνα του δεύτερου χρόνου, η νεφέλη σηκώθηκε πάνω από τη Σκηνή του Μαρτυρίου. Τότε ξεκίνησαν κι οι Ισραηλίτες από την έρημο Σινά και πάντα προπορευόταν η Κιβωτός της Διαθήκης. Η νεφέλη στάθηκε στην έρημο Φαράν (Αριθμοί 10,11-12). Ο Μωυσής πρότεινε στον Οβάβ, γιο του Ραγουήλ του πεθερού του, να γίνει ο οδηγός τους στην έρημο, μιας και την γνώριζε καλά. Όταν έφυγαν από το βουνό του Κυρίου, περπάτησαν τρεις ημέρες. Η Κιβωτός της Διαθήκης προπορευόταν κατά τρεις μέρες, για να ορίσει ο Κύριος τόπο για να κατασκηνώσουν. Όταν οι Ισραηλίτες βάδιζαν μέσα στην έρημο, η νεφέλη στεκόταν από πάνω τους και τους έκανε σκιά κατά το διάστημα της ημέρας (Αριθμοί 10,29-36).

 

Μετά από πορεία τριών ημερών ο λαός άρχισε να παραπονιέται και να εκφράζεται με ασέβεια εναντίον του Κυρίου. Όταν ο Κύριος τους άκουσε, οργίστηκε κι έστειλε εναντίον τους φωτιά, η οποία έκαψε μια άκρη του στρατοπέδου. Τότε ο λαός φώναξε στο Μωυσή για βοήθεια. Εκείνος προσευχήθηκε στον Κύριο και η φωτιά έσβησε.

Ανάμεσά τους βρίσκονταν και διάφοροι ξένοι, που εκλιπαρούσαν για κρέας. Αλλά ακόμα και οι ίδιοι οι Ισραηλίτες άρχισαν να γκρινιάζουν και να λένε: «Ποιος θα μας δώσει να φάμε κρέας;  Θυμόμαστε αυτά που τρώγαμε στην Αίγυπτο χωρίς να τα πληρώνουμε.  Τώρα όμως έχουμε εξαντληθεί. Δεν υπάρχει τίποτε να φάμε, εκτός από τούτο 'δω το μάννα».

Το μάννα ο λαός διασκορπιζόταν και το μάζευε, το άλεθε στις μυλόπετρες ή το κοπάνιζε στο γουδί, και το έβραζε στη χύτρα ή το έκανε πίτες. Η γεύση του ήταν σαν της τηγανίτας. Τη νύχτα, όταν έπεφτε η δροσιά στο στρατόπεδο, έπεφτε μαζί και το μάννα (Αριθμοί 11,1-9).

 

Ο Κύριος όταν τους άκουσε αγανάκτησε και οργίστηκε εναντίον τους. Αλλά και ο Μωυσής θύμωσε με το λαό που γκρίνιαζε, καθώς στέκονταν κατά ομάδες μπροστά στις σκηνές τους, και ζήτησε από τον Κύριο να τον ξαλαφρώσει από το βάρος της ηγεσίας αυτού του ατίθασου και αχάριστου λαού.

Ο Μωυσής βγήκε από τη σκηνή και με εντολή του Κυρίου, συγκέντρωσε εβδομήντα άντρες από τους γέροντες του λαού και τους έβαλε να σταθούν γύρω από τη Σκηνή. Τότε ο Κύριος κατέβηκε μέσα στη νεφέλη και πήρε από το πνεύμα που είχε δώσει στο Μωυσή και έδωσε απ' αυτό και στους εβδομήντα πρεσβυτέρους. Μόλις ήρθε το πνεύμα πάνω τους, άρχισαν να προφητεύουν και να μιλάνε με σοφά λόγια, αλλά δε συνέχισαν. Δύο από τους πρεσβυτέρους, ο Ελδάδ και ο Μωδάδ, είχαν μείνει στο στρατόπεδο. Το πνεύμα του Κυρίου πήγε και σ' αυτούς, γιατί ήταν κι αυτοί γραμμένοι μέσα στους εβδομήντα, αλλά για λόγους ταπεινοφροσύνης δεν πήγαν μαζί με τους άλλους στη Σκηνή του Μαρτυρίου. Έτσι φωτισμένοι κι αυτοί από το Θεό, άρχισαν κι αυτοί να μιλάνε με σοφά λόγια προς το λαό. Τότε έτρεξε ένας νέος και ανάγγειλε στο Μωυσή, πως ο Ελδάδ και ο Μωδάδ προφητεύουν στο στρατόπεδο.

Τότε ο Ιησούς του Ναυή, που ήταν ο βοηθός του Μωυσή, ζήτησε από το Μωυσή, να τους σταματήσει. Αλλά ο Μωυσής του απάντησε: «Ζηλεύεις εσύ για λογαριασμό μου; Μακάρι να 'δινε ο Κύριος το Πνεύμα του σε όλο το λαό και να τους έκανε προφήτες! Μετά ο Μωυσής και οι πρεσβύτεροι, γύρισαν πίσω στο στρατόπεδο και ορίστηκαν να είναι επόπτες του λαού, έτσι ώστε να σηκώνουν μαζί με το Μωυσή το βάρος του λαού (Αριθμοί 11,10-30).

 

Στο μεταξύ, ο Κύριος σήκωσε έναν αέρα που παρέσυρε από τη θάλασσα ορτύκια και τα έριξε γύρω από το στρατόπεδο. Ο λαός σηκώθηκε και μάζευε ορτύκια όλη εκείνη την ημέρα, αλλά και την άλλη μέρα.

Ενώ όμως το κρέας ήταν ακόμη στο στόμα τους, πριν το μασήσουν, ξέσπασε η οργή του Κυρίου εναντίον του λαού, και τους χτύπησε με μια πολύ μεγάλη συμφορά. Ο Κύριος χτύπησε με θάνατο όσους είχαν καταληφθεί από έντονη επιθυμία να φάνε κρέας και γι' αυτό το μέρος εκείνο ονομάστηκε "Μνήματα της επιθυμίας" (Αριθμοί 11,31-34. 33,16. Δευτερονόμιο 9,22).

 

Από τα Μνήματα της επιθυμίας ο λαός αναχώρησε και έφτασε στην Ασηρώθ (Αριθμοί 11,35. 33,17). Εκεί κατά το δεύτερο χρόνο της πορείας στην έρημο, ο Μωυσής παντρεύτηκε μια Αιθιόπισσα, γεγονός που προκάλεσε τη ζηλοφθονία του Ααρών και της Μαριάμ, οι οποίοι μίλησαν με απρέπεια στο Μωυσή.

Ο Μωυσής επειδή ήταν ο πιο ταπεινός και πράος άνθρωπος πάνω στη γη, δεν θύμωσε μ' αυτά που του είπαν τ' αδέρφια του. Ο Κύριος όμως είπε στο Μωυσή, στον Ααρών και στη Μαριάμ να πάνε και οι τρεις τους στη Σκηνή του Μαρτυρίου.

Όταν έφτασαν εκεί οι τρεις τους, κατέβηκε ο Κύριος μέσα σε στήλη νεφέλης. Στάθηκε στην είσοδο της Σκηνής και φώναξε στον Ααρών και τη Μαριάμ. Αυτοί προχώρησαν μπροστά κι ο Κύριος τους είπε: «Ακούστε τώρα το λόγο μου. Αν υπάρχει προφήτης ανάμεσα σας, εγώ ο Κύριος του φανερώνομαι σε όραμα και του μιλάω με όνειρο. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο με το δούλο μου το Μωυσή. Σ' αυτόν έχω εμπιστευθεί όλο το λαό μου. Στόμα με στόμα του μιλάω και αυτός είδε τη δόξα μου. Πώς λοιπόν εσείς τολμήσατε να μιλήσετε ενάντια στο δούλο μου το Μωυσή;»

Οργίστηκε, λοιπόν, ο Κύριος εναντίον τους και έφυγε. Η νεφέλη αποτραβήχτηκε από πάνω απ' τη Σκηνή και τότε η Μαριάμ γέμισε λέπρα. Ο Ααρών την κοίταξε και ζήτησε συγχώρεση από το Μωυσή για την ανοησία τους.

Τότε ο Μωυσής ζήτησε από τον Κύριο να την θεραπεύσει. Ο Κύριος του απάντησε: «Αν ο πατέρας της την είχε φτύσει στο πρόσωπο, δε θα έπρεπε να σηκώσει το βάρος της ντροπής της εφτά μέρες; Ας μείνει λοιπόν εφτά μέρες περιορισμένη έξω από το στρατόπεδο κι έπειτα ας τη φέρουν μέσα».

Έμεινε λοιπόν η Μαριάμ εφτά μέρες έξω από το στρατόπεδο, και ο λαός δεν ξεκίνησε ως την ημέρα που την έφεραν πάλι μέσα (Αριθμοί 12,1-15. 13,1). Μετά από αυτά έφυγαν από τη Ασηρώθ και στρατοπέδευσαν στην έρημο Φαράν, στην Κάδης (Αριθμοί 13,1. Δευτερονόμιο 1,19-21. Κριταί 11,16). Από το όρος Χωρήβ (Σινά) δια του όρους Σηείρ μέχρι την Κάδης Βαρνή ήταν ένδεκα ημερών πορεία (Δευτερονόμιο 1,2).

 

 

ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΤΕΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΝΑΑΝ

Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ: 40 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ

 

Ο Μωυσής, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, έστειλε από την έρημο Φαράν δώδεκα Ισραηλίτες για να κατασκοπεύσουν τη Χαναάν. Ο Ιησούς του Ναυή ήταν εκπρόσωπος της φυλής Εφραίμ και ο Χάλεβ ήταν εκπρόσωπος της φυλής Ιούδα.

Οι κατάσκοποι  μπήκαν στη χώρα από τα νότια και έλεγξαν όλη τη χώρα, από την έρημο Σιν και έφτασαν έως τη Ροόβ που βρίσκεται βόρεια και πάει ο δρόμος προς την Αϊμάθ. Μετά επέστρεψαν στην έρημο και έφτασαν στη Χεβρών, όπου κατοικούσαν ο Αχιμά (Αχιμάν), ο Σουσί (Σεσσί) και ο Θολαμί (Θελαμί), γιοι του γίγαντα Ανάκ (Ενάκ). Πήραν μαζί τους κάποια από τα προϊόντα του τόπου και αφού εξερεύνησαν τη χώρα για σαράντα μέρες, γύρισαν στο Μωυσή, και σ' ολόκληρη την ισραηλιτική κοινότητα που είχαν στρατοπεδεύσει στην έρημο Φαράν, στην Κάδης (Αριθμοί 13,1-27. Δευτερονόμιο 1,22-23).

Τους έδωσαν την αναφορά τους και τους έδειξαν τους καρπούς της χώρας. Είπαν λοιπόν στο Μωυσή: «Πήγαμε στη χώρα που μας έστειλες. Είναι πράγματι μια χώρα όπου ρέει γάλα και μέλι. Να και οι καρποί της. Αλλά ο λαός που κατοικεί εκεί είναι δυνατός. Οι πόλεις είναι οχυρωμένες και πολύ μεγάλες. Είδαμε εκεί και τους απογόνους του Ανάκ, τους γίγαντες. Οι Αμαληκίτες κατοικούν στο νότιο τμήμα της χώρας, οι Χετταίοι, οι Ευαίοι, οι Ιεβουσαίοι και οι Αμορραίοι κατοικούν στα βουνά, ενώ οι Χαναναίοι κατοικούν στην περιοχή, από παραθαλάσσια μέχρι τον Ιορδάνη» (Αριθμοί 13,27-30. Δευτερονόμιο 1,24-25).

 

Ο λαός όταν τ' άκουσε, έμεινε σκεπτικός και σιωπηλός. Επειδή όμως είχαν αρχίσει να δυσανασχετούν εναντίον του Μωυσή, ο Χάλεβ και ο Ιησούς του Ναυή προσπάθησαν να τους καθησυχάσουν. Ο Χάλεβ τους είπε, ότι είναι κι αυτοί ισχυροί και ότι θα υπερισχύσουν στους κατοίκους της Χαναάν. Οι υπόλοιποι όμως δέκα, άρχισαν να διαδίδουν στους Ισραηλίτες φοβερά πράγματα σχετικά με τη χώρα που είχαν εξερευνήσει. Έλεγαν: «Είδαμε εκεί άντρες μεγαλόσωμους.  Είδαμε ακόμα εκεί γίγαντες, τους απογόνους του Ανάκ, από τη γενιά των γιγάντων! Εμείς νιώθαμε σαν ακρίδες μπροστά τους, αλλά και στα δικά τους μάτια έτσι φαινόμασταν» (Αριθμοί 13,30-33. Δευτερονόμιο 1,28).

 

Τότε ολόκληρη η κοινότητα άρχισε να φωνάζει και να οδύρεται. Παραπονιούνταν ενάντια στο Μωυσή και στον Ααρών, και τους έλεγαν: «Μακάρι να 'χαμε πεθάνει στην Αίγυπτο ή σ' αυτήν εδώ την έρημο. Γιατί μας έφερε ο Κύριος σ' αυτή τη χώρα; Για να σκοτωθούμε στον πόλεμο; Για να αιχμαλωτιστούν οι γυναίκες μας και τα παιδιά μας; Καλύτερα να γυρίσουμε στην Αίγυπτο!» Κι έλεγαν μεταξύ τους: «Ελάτε να ορίσουμε έναν αρχηγό και να γυρίσουμε πίσω στην Αίγυπτο» (Αριθμοί 14,1-4. Δευτερονόμιο 1,26-27).

Τότε ο Μωυσής κι ο Ααρών έπεσαν με το πρόσωπό τους στη γη, μπροστά σ' όλη την κοινότητα των Ισραηλιτών, που είχε συναχθεί εκεί. Ο Ιησούς του Ναυή κι ο Χάλεβ έσκισαν τα ρούχα τους από την απόγνωση και μαζί με το Μωυσή, προσπάθησαν να ενθαρρύνουν το λαό να μην επαναστατήσει εναντίον του Κυρίου και ότι με τη βοήθειά του θα κατακτήσουν τη χώρα που τους υποσχέθηκε (Αριθμοί 14,5-9. Δευτερονόμιο 1,29-33).

 

Κι ενώ ολόκληρη η κοινότητα σκεφτόταν να τους λιθοβολήσει, φάνηκε η δόξα του Κυρίου πάνω από τη Σκηνή του Μαρτυρίου μπροστά στα μάτια των Ισραηλιτών και τους αναχαίτισε από το έγκλημα.

Τότε ο Κύριος είπε στο Μωυσή: «Ως πότε ο λαός αυτός θα με περιφρονεί; Ως πότε δεν θα με εμπιστεύονται παρ' όλα τα θαύματα που έχω κάνει ανάμεσα τους; Θα τους στείλω θανατικό και θα τους καταστρέψω. Και θα κάνω από σένα ένα άλλο έθνος μεγαλύτερο και ισχυρότερο απ' αυτούς».

Ο Μωυσής ζήτησε από τον Κύριο να φανερωθεί η δύναμή του και η μεγαλοσύνη του και να συγχωρήσει την ανομία και την αμαρτία του λαού, αλλά και να μην αφήσει τίποτε ατιμώρητο (Αριθμοί 14,10-19).

 

Τότε ο Κύριος είπε: «Ως πότε θα παραπονιέται εναντίον μου αυτός ο διεφθαρμένος λαός; Αρκετά άκουσα τα παράπονα τους! Τους συγχωρώ, όπως το ζήτησες.  Αλλά, επειδή όλοι αυτοί είδαν τη δόξα μου και τα θαύματα, που έκανα στην Αίγυπτο και στην έρημο κι ωστόσο έβαλαν επανειλημμένα σε δοκιμασία την υπομονή μου κι αρνήθηκαν να με υπακούσουν,  κανένας απ' αυτούς που με περιφρόνησαν δε θα δει τη χώρα που υποσχέθηκα με όρκο στους προγόνους τους. Εξαιτίας του λαού αυτού, ούτε εσύ Μωυσή θα μπεις στη Γη της Επαγγελίας. Τα κορμιά τους θα μείνουν σ' ετούτη εδώ την έρημο, όλοι όσοι έχουν καταχωρηθεί από είκοσι ετών και πάνω και δυσανασχέτησαν εναντίον μου. Όλοι εκτός από το Χάλεβ, γιο του Ιεφοννή και τον Ιησού, γιο του Ναυή. Τα παιδιά σας όμως, που είπατε γι' αυτά ότι θα αιχμαλωτιστούν, θα τα φέρω εκεί και θα γνωρίσουν τη χώρα που εσείς περιφρονήσατε. Τα κόκαλά σας θα μείνουν σ' αυτήν εδώ την έρημο. Τα παιδιά σας θα περιπλανιούνται εδώ σαράντα χρόνια. Θα τιμωρούνται για τη δική σας απιστία, ώσπου όλοι εσείς να πεθάνετε στην έρημο. Όπως κάνατε σαράντα μέρες για να εξερευνήσετε τη χώρα, έτσι θα πληρώνετε τις αμαρτίες σας σαράντα χρόνια, ένα χρόνο για κάθε μέρα. Και έτσι θα μάθετε τι σημαίνει να σας εγκαταλείψω εγώ. Μ' αυτό τον τρόπο θα φερθώ απέναντι σ' αυτή την διεφθαρμένη κοινότητα, που συνωμοτεί εναντίον μου. Αύριο, λοιπόν, σηκωθείτε και γυρίστε πίσω στην έρημο, ώσπου να εξοντωθεί όλη αυτή η γενιά» (Αριθμοί 14,20-35. Δευτερονόμιο 1,34-40).

 

Οι άντρες που είχε στείλει ο Μωυσής για να κατασκοπεύσουν τη χώρα, όταν επέστρεψαν, διέδιδαν συκοφαντίες γι' αυτήν και τη δυσφημούσαν, κι έτσι έκαναν όλη την κοινότητα να παραπονιέται εναντίον του Κυρίου. Γι' αυτό ο Κύριος τους χτύπησε με θανατικό και πέθαναν. Από τους κατασκόπους εκείνους, οι μόνοι που επέζησαν ήταν ο Ιησούς του Ναυή και ο Χάλεβ (Αριθμοί 14,36-38).

 

Ο Μωυσής τα διαβίβασε όλα αυτά στους Ισραηλίτες και ο λαός έπεσε σε βαρύ πένθος. Τότε γύρισαν πίσω και στρατοπέδευσαν στην έρημο Σιν, με κατεύθυνση προς την Ερυθρά θάλασσα. Σηκώθηκαν νωρίς το πρωί και άρχισαν ν' ανεβαίνουν στα γύρω υψώματα κι έλεγαν: «Πράγματι, αμαρτήσαμε! Αλλά τώρα εμείς είμαστε έτοιμοι να πάμε στον τόπο που μας όρισε ο Κύριος».

Αλλά ο Μωυσής τους είπε: «Τι πάτε να κάνετε! Παραβαίνετε την προσταγή του Κυρίου; Θα αποτύχετε!  Μην πάτε πουθενά, γιατί αφού αρνηθήκατε ν' ακολουθήσετε τον Κύριο, ο Κύριος δεν είναι μαζί σας. Θα νικηθείτε από τους εχθρούς σας.  Θα πέσετε πάνω στους Αμαληκίτες και στους Χαναναίους και θα σας ξεκάνουν με τα ξίφη τους».

Παρ' όλα αυτά, εκείνοι τόλμησαν κι ανέβηκαν προς τα υψώματα. Τότε κατέβηκαν οι Αμορραίοι, Αμαληκίτες και οι Χαναναίοι, που κατοικούσαν στα βουνά Σηείρ, τους χτύπησαν και τους καταδίωξαν ως την Ερμά (Χορμά). Όσοι διασώθηκαν από τη σφαγή επέστρεψαν στο στρατόπεδο (Αριθμοί 14,39-45. Δευτερονόμιο 1,40-45).

Το βιβλίο των Ψαλμών αναφέρεται σ' αυτή την απιστία των Ισραηλιτών και στην καταφρόνηση της Γης της Επαγγελίας (Ψαλμοί 105,24-27). Ο Κύριος δεν λυπήθηκε τους Ισραηλίτες, λόγω της σκληροκαρδίας τους και της απιστίας τους, και τους εξολόθρευσε στην έρημο (Σοφία Σειράχ 16,10).

 

 

ΑΝΤΑΡΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

Η ΑΠΙΣΤΙΑ ΚΑΙ Η ΑΣΕΒΕΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

 

Ενώ οι Ισραηλίτες ήταν στην έρημο, βρήκαν κάποιον που μάζευε ξύλα την ημέρα του Σαββάτου. Τον έφεραν στο Μωυσή και στον Ααρών μπροστά σ' όλη την κοινότητα. Τον φυλάκισαν όμως, γιατί δεν γνώριζαν ποια τιμωρία έπρεπε να του επιβάλουν. Τότε σύμφωνα με εντολή του Κυρίου στο Μωυσή, ο άνθρωπος αυτός έπρεπε να πεθάνει με λιθοβολισμό. Έτσι όλη η κοινότητα τον έβγαλε έξω από το στρατόπεδο και τον εκτέλεσε με λιθοβολισμό (Αριθμοί 15,32-36).

Μετά από αυτό ο Κύριος έδωσε εντολή στο Μωυσή να πει στους Ισραηλίτες, να βάλουν κρόσσια στις άκρες των ρούχων τους και πάνω από το κάθε κρόσσι να δέσουν ένα γαλάζιο κορδόνι, έτσι ώστε να τα βλέπουν και να θυμούνται όλες τις εντολές του Κυρίου και να τις εκτελούν (Αριθμοί 15,37-41).

 

Η τιμωρία των Κορέ, Δαθάν και Αβειρών

Ο Κορέ, γιος του Ισσαάρ, από τη λευιτική συγγένεια του Καάθ, μαζί με το Δαθάν και τον Αβειρών, γιους του Ελιάβ, και με τον Αύν, γιο του Φαλέθ, επαναστάτησαν εναντίον του Μωυσή. Μαζί τους ήταν και 250 ονομαστοί άντρες από τους Ισραηλίτες, αρχηγοί της κοινότητας και εκπρόσωποι του λαού. Μαζεύτηκαν λοιπόν εναντίον του Μωυσή και του Ααρών, και τους έλεγαν: «Αρκετά μ' εσάς! Όλα τα μέλη της κοινότητας είναι άγιοι και ο Κύριος είναι μαζί μας. Γιατί εσείς υψώνετε τον εαυτό σας παραπάνω από την κοινότητα του Κυρίου;» Κατηγόρησαν ακόμη τον Μωυσή, ότι τους έβγαλε από την Αίγυπτο και τους υποσχέθηκε μια χώρα, στην οποία ρέει γάλα και μέλι και αντί γι' αυτή τους έφερε στην έρημο για να πεθάνουν.

Όταν ο Μωυσής το άκουσε αυτό, έπεσε με το πρόσωπο στη γη, και αφού τους επιτίμησε για την απιστία τους, είπε στον Κορέ και στην ομάδα του: «Αύριο το πρωί ο Κύριος θα μας δείξει ποιος ανήκει σ' αυτόν και ποιος είναι άγιος, ώστε να του επιτρέπεται να τον πλησιάζει. Θα πάρετε θυμιατήρια, ο Κορέ και όλη η ομάδα του,  και αύριο, βάλτε τους φωτιά και ρίξτε τους λιβάνι ενώπιον του Κυρίου. Όποιον διαλέξει ο Κύριος, αυτός θα είναι άγιος» (Αριθμοί 16,1-17).

 

Την επόμενη μέρα πήραν, λοιπόν, τα θυμιατήρια τους, έβαλαν μέσα φωτιά, έριξαν θυμίαμα και στάθηκαν στην είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου μαζί με το Μωυσή και τον Ααρών. Ο Κορέ είχε συγκεντρώσει όλη την κοινότητα εναντίον του Μωυσή και του Ααρών στην είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου.

Τότε παρουσιάστηκε η δόξα του Κυρίου μπροστά σ' όλη την κοινότητα, κι ο Κύριος είπε στο Μωυσή και στον Ααρών: «Απομακρυνθείτε απ' αυτή την κοινότητα! Θα την εξαφανίσω σε μια στιγμή». Τότε εκείνοι έπεσαν με το πρόσωπο τους κάτω και είπαν: «Θεέ, πηγή κάθε ζωής, ένας αμαρτάνει και οργίζεσαι εναντίον ολόκληρης της κοινότητας;»

Τότε ο Κύριος είπε στο Μωυσή: «Πες στην κοινότητα να φύγουν μακριά από τις κατοικίες του Κορέ, του Δαθάν και του Αβειρών». 

Ο Μωυσής σηκώθηκε και είπε στην κοινότητα: «Φύγετε μακριά από τις σκηνές αυτών των ασεβών και μην αγγίζετε τίποτε απ' ότι ανήκει σ' αυτούς, για να μη χαθείτε κι εσείς εξαιτίας των αμαρτιών τους». Έτσι απομακρύνθηκαν όλοι από τις σκηνές τους (Αριθμοί 16,18-27). 

 

Ο Δαθάν κι ο Αβειρών βγήκαν και στάθηκαν με αλαζονεία στην είσοδο των σκηνών τους μαζί με τις οικογένειές τους. Τότε ο Μωυσής είπε: «Να πως θα γνωρίσετε ότι ο Κύριος με έστειλε και ότι δεν ενεργώ από μόνος μου. Αν οι άνθρωποι αυτοί πεθάνουν με φυσιολογικό θάνατο, τότε δεν με έστειλε ο Κύριος. Αν όμως ο Κύριος κάνει θαύμα τρομερό και ανοίξει η γη το στόμα της και τους καταπιεί μαζί με όλα τους τα υπάρχοντα, και κατέβουν ζωντανοί στον άδη, να ξέρετε τότε ότι οι άνθρωποι αυτοί περιφρόνησαν τον Κύριο».

Καθώς τελείωνε τα λόγια αυτά, σχίστηκε γη κάτω απ' τα πόδια τους και τους κατάπιε, αυτούς, τις οικογένειες τους και όλους όσους ήταν με τον Κορέ, τον Δαθάν και τον Αβειρών, μαζί με τα ζώα τους και όλα τους τα υπάρχοντα. Κατέβηκαν στον άδη ζωντανοί και η γη έκλεισε από πάνω τους. Όλοι οι Ισραηλίτες που ήταν γύρω τους έφυγαν γιατί φοβήθηκαν μήπως τους καταπιεί κι αυτούς η γη. Μετά ο Κύριος έστειλε φωτιά και κατάκαψε τους 250 άντρες που είχαν προσφέρει το θυμίαμα (Αριθμοί 16,27-35. Ψαλμοί 105,17-18).

Ο Ελεάζαρ, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου και του Μωυσή, πήρε τα χάλκινα θυμιατήρια, με τα οποία είχαν προσφέρει το θυμίαμα αυτοί που κάηκαν, και έκανε απ' αυτά σφυρηλατημένες πλάκες για την επένδυση του θυσιαστηρίου. Θα ήταν μια υπενθύμιση στους Ισραηλίτες, ότι κανένας βέβηλος, κανένας άλλος εκτός από τους απογόνους του Ααρών, δεν μπορούσε να πλησιάζει για να προσφέρει θυμίαμα ενώπιον του Κυρίου, αλλιώς θα πάθει ότι έπαθε ο Κορέ και η ομάδα του (Αριθμοί 17,1-5).

 

Την άλλη μέρα, ολόκληρη η ισραηλιτική κοινότητα δυσανασχέτησε εναντίον του Μωυσή και του Ααρών για το θάνατο που προκάλεσαν ανάμεσα στο λαό. Αλλά καθώς η κοινότητα ήταν έξαλλη, όρμησε εναντίον του Μωυσή και του Ααρών, οι οποίοι κατέφυγαν στη Σκηνή του Μαρτυρίου για να αποφύγουν τη μανία των Ισραηλιτών. Αμέσως η νεφέλη σκέπασε τη Σκηνή του Μαρτυρίου και φάνηκε η δόξα του Κυρίου, ο οποίος τους περιφρούρησε από τη μανία του πλήθους. Τότε ο Κύριος οργίστηκε με το λαό και είπε στο Μωυσή: «Φύγετε μέσα απ' αυτή την κοινότητα! Θα την καταστρέψω σε μια στιγμή» και άρχισε να σπέρνει θανατικό στους Ισραηλίτες.

Αυτοί τότε έπεσαν με το πρόσωπο τους στη γη.  Και είπε ο Μωυσής στον Ααρών: «Πάρε το θυμιατήρι, βάλε μέσα φωτιά από το θυσιαστήριο και βάλε θυμίαμα. Μετά πήγαινε γρήγορα στην κοινότητα και κάνε γι' αυτούς την τελετή του εξιλέωσης. Βιάσου, γιατί ο Κύριος οργίστηκε κι άρχισε η συμφορά».

Ο Ααρών πήρε το θυμιατήρι, όπως του είπε ο Μωυσής, έτρεξε στο μέσο της κοινότητας και έκανε για το λαό την τελετή της εξιλέωσης. Επειδή η συμφορά είχε αρχίσει ανάμεσα στο λαό, στάθηκε ανάμεσα στους νεκρούς και στους ζωντανούς και σταμάτησε η συμφορά. Από την συμφορά αυτή πέθαναν 14.700, εκτός από εκείνους που πέθαναν εξαιτίας του Κορέ (Αριθμοί 17,6-15). Ήταν τόση η οργή του Κυρίου, ώστε ο Μωυσής τον ικέτευσε για σαράντα μέρες και νύχτες, για να μην τιμωρήσει περισσότερο τους Ισραηλίτες (Δευτερονόμιο 9,22-29).

 

Ο Κύριος είπε στο Μωυσή, κάθε αρχηγός φυλής να του δώσει από ένα ραβδί. Θα πάρει τα ραβδιά των δώδεκα αρχηγών και θα γράψει το όνομα του κάθε αρχηγού στο ραβδί του. Το όνομα του Ααρών θα το γράψει πάνω στο ραβδί της φυλής Λευΐ. Θα τοποθετήσει τα ραβδιά στη Σκηνή του Μαρτυρίου μπροστά στην Κιβωτό της Διαθήκης και το ραβδί του άντρα που θα βλαστήσει, αυτόν θα εκλέξω ως αρχιερέα, έτσι ώστε ο λαός να μη γογγύζει εναντίον σας.

Ο Μωυσής έκανε όπως του είπε ο Κύριος. Πήρε τα δώδεκα ραβδιά των αρχηγών, πήρε και το ραβδί του Ααρών και τα έστησε ενώπιον του Κυρίου, στη Σκηνή του Μαρτυρίου μπροστά στην Κιβωτό της Διαθήκης. Την άλλη μέρα, όταν ο Μωυσής μπήκε στη Σκηνή, το ραβδί του Ααρών, της φυλής Λευΐ, είχε βλαστήσει. Έβγαλε βλαστό, άνθη και καρύδια.

Τότε ο Μωυσής έβγαλε όλα τα ραβδιά και τα έδειξε στους Ισραηλίτες. Αυτοί είδαν τι είχε συμβεί και οι αρχηγοί πήραν ο καθένας το ραβδί του πίσω. Κατόπιν σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ο Μωυσής πήρε το ραβδί του Ααρών και το τοποθέτησε στην Κιβωτό της Διαθήκης, ώστε να φυλάσσεται ως προειδοποίηση για τους αποστάτες. Έτσι ο λαός πείστηκε ότι ο Μωυσής και ο Ααρών είναι οι μόνοι αποδεκτοί εκπρόσωποι του Κυρίου και ότι όποιος άλλος πλησιάζει στη Σκηνή του Μαρτυρίου θανατώνεται από τον Κύριο (Αριθμοί 17,16-28).

 

 

ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΤΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΔΗΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΡΙΒΑ

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΜ

 

Ο Μωυσής βγάζει νερό από το βράχο

Οι Ισραηλίτες μετά την Ασηρώθ στρατοπέδευσαν στη Ραθαμά, στη Ρεμμών Φαρές, στη Λεβωνά, στη Ρεσσάν, στη Μακελλάθ, στη Σαφάρ, στη Χαραδάθ, στη Μακηλώθ, στην Καταάθ, στην Ταράθ, στην Μαθεκκά και στη Σελμωνά (Αριθμοί 33,18-29). Μετά ολόκληρη η ισραηλιτική κοινότητα έφτασε στην έρημο Σιν και στρατοπέδευσαν στην Κάδης. Εκεί πέθανε η Μαριάμ και ενταφιάστηκε (Αριθμοί 20,1. 33,36).

Στην περιοχή δεν υπήρχε καθόλου νερό και όλοι ξεσηκώθηκαν εναντίον του Μωυσή και του Ααρών.  Ο λαός έβριζε και καταφέρονταν εναντίον του Μωυσή και του έλεγαν: «Μακάρι να είχαμε πεθάνει κι εμείς, μαζί με τον Κορέ και τους άλλους ενώπιον του Κυρίου. Γιατί φέρατε την κοινότητα σ' αυτή την έρημο; Για να πεθάνουμε εδώ εμείς και τα ζώα μας; Γιατί μας βγάλατε από την Αίγυπτο και μας φέρατε σ' ετούτο τον απαίσιο τόπο, που δε φυτρώνει τίποτα και δεν έχει ούτε νερό να πιούμε».

Ο Μωυσής και ο Ααρών στενοχωρημένοι για τον καινούριο γογγυσμό του λαού, έφυγαν από τη συγκέντρωση του λαού και ήρθαν στη Σκηνή του Μαρτυρίου. Έπεσαν με το πρόσωπο στη γη και τότε φάνηκε η δόξα του Κυρίου σ' αυτούς και τους έδωσε οδηγίες πως θα βγάλουν από το βράχο νερό.

Τότε ο Μωυσής πήρε το ραβδί και σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, συγκάλεσε μαζί με τον Ααρών την κοινότητα μπροστά σ' ένα βράχο. Σήκωσε το χέρι του, χτύπησε το βράχο με το ραβδί του δύο φορές και τότε ξεπήδησε άφθονο νερό και ήπιε όλη η κοινότητα και τα ζώα τους (Αριθμοί 20,2-11. Ψαλμοί 113,8).

Εκεί στις πηγές της Μεριβά, επειδή ο Μωυσής και ο Ααρών δεν έδειξαν την απαιτούμενη πίστη στον Κύριο, γι' αυτό ο Κύριος τους είπε: «Επειδή δεν πιστέψατε σ' εμένα όσο έπρεπε, ώστε με τη ζωντανή πίστη να με προβάλατε και να με δοξάσετε στα μάτια των Ισραηλιτών, γι' αυτό δεν θα οδηγήσετε εσείς αυτή την κοινότητα στη χώρα που εγώ τους δίνω». Η απόφαση αυτή του Κυρίου είχε σαν αποτέλεσμα να χάσει ο Μωυσής και ο Ααρών το προνόμιο να οδηγήσουν το λαό στη Γη της Επαγγελίας. Ο τόπος εκείνος ονομάστηκε Μεριβά, που σημαίνει "λοιδορία, αντιλογία", επειδή οι Ισραηλίτες αντέδρασαν, έβρισαν και χλεύασαν τον Κύριο (Αριθμοί 20,12-13. 20,23-24. Ψαλμοί 105,32-33).

 

 

ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΣΗΕΙΡ

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΑΡΩΝ. ΤΟ ΧΑΛΚΙΝΟ ΦΙΔΙ

 

Από την Κάδης ο Μωυσής έστειλε αγγελιοφόρους στο βασιλιά της Εδώμ να του ζητήσουν να επιτρέψει στους Ισραηλίτες να περάσουν μέσα από τη χώρα του ειρηνικά. Ο βασιλιάς της Εδώμ αρνήθηκε και τους απείλησε με πόλεμο. Οι Ισραηλίτες προσπάθησαν να περάσουν ειρηνικά και τότε ο βασιλιάς της Εδώμ βγήκε εναντίον τους με πολυάριθμο και ισχυρό στρατό. Η κίνηση αυτή ανάγκασε τους Ισραηλίτες να αλλάξουν κατεύθυνση (Αριθμοί 20,14-21. Κριταί 11,17). 

Οι Ισραηλίτες μετά την Σελμωνά στρατοπέδευσαν στην Βηρώθ (Βαναία) και μετά στην Μισαδαΐ (Μασουρούθ), κοντά στο όρος Ωρ (Αριθμοί 33,30-31. Δευτερονόμιο 10,6). Εκεί, στα σύνορα με την Εδώμ ο Μωυσής, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ανέβηκε στο βουνό, έβγαλε τη στολή του Ααρών και τη φόρεσε στον Ελεάζαρ, το γιο του. Εκεί, στην κορυφή, πέθανε ο Ααρών σε ηλικία 123 ετών, την πρώτη του πέμπτου μήνα του τεσσαρακοστού έτους από την Έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Όταν η κοινότητα είδε πως ο Ααρών πέθανε, κήρυξαν επίσημο πένθος τριάντα ημερών, στο οποίο συμμετείχαν όλοι οι Ισραηλίτες (Αριθμοί 20,22-29. 33,37-39. Δευτερονόμιο 10,6).

 

Το χάλκινο φίδι

Όταν οι Ισραηλίτες έφυγαν από το όρος Ωρ κατευθύνθηκαν μέσα από την έρημο προς την Ερυθρά θάλασσα, όπως τους είπε ο Κύριος, για να παρακάμψουν τη χώρα των Εδωμιτών (Αριθμοί 21,4. Δευτερονόμιο 2,1). Στρατοπέδευσαν στη Σελμωνά και μετά στη Φινώ (Αριθμοί 33,41-42). Αλλά στη διάρκεια της πορείας, άρχισαν πάλι να χάνουν την υπομονή τους  και να τα βάζουν με το Θεό και με το Μωυσή: «Γιατί μας βγάλατε από την Αίγυπτο; Για να πεθάνουμε στην έρημο; Ούτε ψωμί υπάρχει εδώ ούτε νερό, κι αηδιάσαμε πια αυτή την άθλια τροφή» του έλεγαν.

Τότε ο Κύριος έστειλε στο λαό φίδια φαρμακερά που τους δάγκωναν και πολλοί απ' αυτούς πέθαιναν.  Πήγαν λοιπόν στο Μωυσή και του έλεγαν: «Αμαρτήσαμε που μιλήσαμε εναντίον του Κυρίου και εναντίον σου. Παρακάλεσε τον Κύριο να διώξει τα φίδια».

Ο Μωυσής προσευχήθηκε στον Κύριο για το λαό, κι ο Κύριος του είπε: «Φτιάξε ένα χάλκινο φίδι και βάλε το πάνω σ' ένα κοντάρι. Όποιος δαγκώνεται από κάποιο φίδι, θα το κοιτάζει και δε θα πεθαίνει». Έτσι ο Μωυσής κατασκεύασε ένα χάλκινο φίδι και το έβαλε πάνω σ' ένα κοντάρι. Κι όταν ένα φίδι δάγκωνε κάποιον, αυτός κοιτούσε το χάλκινο φίδι και δεν πέθαινε (Αριθμοί 21,4-9).

 

Οι Ισραηλίτες μετά το όρος Ωρ στρατοπέδευσαν στο όρος Γαδγάδ και μετά στην Ετεβαθά, όπου υπήρχαν νερά και χείμαρροι (Αριθμοί 33,32-33. Δευτερονόμιο 10,7).

Για πολύ καιρό οι Ισραηλίτες τριγύριζαν γύρω από την ορεινή περιοχή του Σηείρ, σε απόσταση από τους Εδωμίτες. Ο Κύριος δεν επέτρεψε στους Ισραηλίτες, να κάνουν πόλεμο με τους Εδωμίτες, γιατί αυτή τη γη την έχει δώσει στους απογόνους του Ησαύ. Με εντολή του Κυρίου πέρασαν δίπλα από τα σύνορα των Εδωμιτών και κατευθύνθηκαν προς τα βόρεια. Βάδισαν μέσα από την περιοχή Άραβα, και στρατοπέδευσαν κοντά στις πόλεις Αιλών (Αιλάθ), Εβρωνά και Γεσιών Γαβέρ (Αριθμοί 33,34-35), και μετά άλλαξαν κατεύθυνση και προχώρησαν προς την έρημο της Μωάβ (Δευτερονόμιο 2,1-8).

 

 

ΟΙ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΙΣΡΑΗΛΙΤΩΝ

ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΝΑΑΝ

 

Όταν ο βασιλιάς της Αράδ, ένας Χαναναίος που κατοικούσε στα νότια της χώρας, έμαθε ότι έρχονται οι Ισραηλίτες, επιτέθηκε εναντίον τους και έπιασε μερικούς απ' αυτούς αιχμαλώτους. Τότε οι Ισραηλίτες ζήτησαν από τον Κύριο να τους παραδώσει αυτό το λαό στην εξουσία τους. Ο  Κύριος άκουσε την παράκληση του λαού και τους βοήθησε να νικήσουν τους Χαναναίους. Κατέστρεψαν, λοιπόν, ολοσχερώς αυτούς και τις πόλεις τους, χωρίς να πάρουν τίποτα ως λάφυρο (Αριθμοί 21,1-3. 33,40).

 

Από 'κει οι Ισραηλίτες έφυγαν και αφού περιπλανήθηκαν, στρατοπέδευσαν στην Ωβώθ, κι από κει στρατοπέδευσαν στην Αχαλγαί (Γαΐ), μέσα στην έρημο, η οποία βρίσκεται ανατολικά του Ιορδάνη, στα όρια της Μωάβ (Αριθμοί 21,10-11. Αριθμοί 33,43-44). Ο Μωυσής έστειλε αγγελιοφόρους στο βασιλιά της Μωάβ να του ζητήσουν να επιτρέψει στους Ισραηλίτες να περάσουν μέσα από τη χώρα του ειρηνικά. Ο βασιλιάς της Μωάβ δεν έδωσε την άδεια στους Ισραηλίτες (Κριταί 11,17). Και δω ο Κύριος δεν τους επέτρεψε να κάνουν πόλεμο με τους Μωαβίτες, γιατί την περιοχή της Μωάβ και της Αροήρ, την έδωσε στους απογόνους του Λωτ (Δευτερονόμιο 2,9).

Κατόπιν οι Ισραηλίτες πέρασαν από το φαράγγι Ζαρέδ. Από τότε που ξεκίνησαν από την Κάδης-Βαρνή μέχρι που πέρασαν από το φαράγγι Ζαρέδ, πέρασαν 38 χρόνια. Στο διάστημα αυτό πέθανε κι έφυγε από το στρατόπεδο όλη εκείνη η γενιά των πολεμιστών, που είχε δείξει ασέβεια προς τον Κύριο, όπως ακριβώς τους το είχε υποσχεθεί. Πράγματι, ο ίδιος ο Κύριος επενέβαινε εναντίον τους, ώσπου τους εξόντωσε και τους εξαφάνισε μέσα από το στρατόπεδο (Αριθμοί 21,12. Δευτερονόμιο 2,13-18).

Οι Ισραηλίτες αναχώρησαν κι από κει και αφού παρέκαμψαν τη χώρα των Ιδουμαίων και των Μωαβιτών, προχώρησαν ανατολικά της Μωάβ και στρατοπέδευσαν στη Δαιβών, βόρεια του ποταμού Αρνών, που βρίσκεται στα σύνορα των Μωαβιτών με τους Αμορραίους (Αριθμοί 21,1-3. 33,45. Κριταί 11,18). Από κει έφτασαν σ' έναν τόπο που λεγόταν Μπεέρ (Πηγάδι), όπου παλιότερα ο Κύριος είχε δώσει νερό στους Ισραηλίτες. Όταν έφτασαν ο λαός του Ισραήλ τραγούδησε ένα τραγούδι, το οποίο αναφέρεται στο βιβλίο των Αριθμών (Αριθμοί 21,16-18). Κατόπιν οι Ισραηλίτες στρατοπέδευσαν στη Μανθαναείν, κι από κει στη Νααλιήλ, μετά στη Βαμώθ, στη Γελβών Δεβλαθαΐμ, και τέλος στην Ιανήν, που βρισκόταν στην κοιλάδα της Μωάβ, κοντά στα όρη Ναβαύ και Αβαρίμ (Αριθμοί 21,18-20. 33,46-47).

 

Οι Ισραηλίτες από την έρημο Κεδαμώθ, έστειλαν αγγελιοφόρους στο Σηών, βασιλιά των Αμορραίων, και του ζήτησαν να τους επιτρέψει να περάσουν ειρηνικά μέσα από τη χώρα του.  Ο Σηών όμως δεν τους επέτρεψε να περάσουν από το έδαφος του και συγκέντρωσε όλο το στρατό του εναντίον των Ισραηλιτών. Οι Ισραηλίτες όμως πέρασαν τον ποταμό Αρνών, που ήταν στα σύνορα με τη Μωάβ, νίκησαν τον Σηών στη μάχη που έγινε στην Ιασσά και κυρίεψαν τη χώρα του. Κυρίεψαν την πρωτεύουσα Εσεβών και όλες τις πόλεις των Αμορραίων με τα περίχωρα τους κι εγκαταστάθηκαν σ' αυτές. Θανάτωσαν τον Σηών, τους γιους του και όλο το λαό του, χωρίς ν' αφήσουν αιχμαλώτους. Πήραν τα ζώα των Αμορραίων κι άλλα λάφυρα από τις πόλεις τους. Κατόπιν οι Ισραηλίτες κυρίεψαν την Ιαζήρ και όλες τις πόλεις γύρω από αυτή, και έδιωξαν τους Αμορραίους που κατοικούσαν σ' αυτές  (Αριθμοί 21,21-26. 21,31-32. Δευτερονόμιο 2,24-36. 4,46. Ιησούς του Ναυή 12,2-3. 13,21. 24,8. Κριταί 11,19-22. Ψαλμοί 134,11. 135,19).

 

Εκεί κοντά ήταν και η περιοχή των Αμμανιτών, αλλά ο Κύριος δεν τους επέτρεψε να κάνουν πόλεμο με τους Αμμανίτες, γιατί την περιοχή τους την έδωσε στους απογόνους του Λωτ (Δευτερονόμιο 2,18-19. 2,37).

Έπειτα οι Ισραηλίτες πήγαν βορειότερα προς τη Βασάν. Ο βασιλιάς της Βασάν, ο Ωγ, βγήκε με το στρατό του να τους πολεμήσει. Οι Ισραηλίτες, με τη βοήθεια του Κυρίου, χτύπησαν τη Βασάν και το στρατό της στην Εδραείν. Θανάτωσαν τον Ωγ και τους γιους του, όπως και όλο το λαό, γυναίκες και παιδιά, και κυρίεψαν τη χώρα. Πήραν τα ζώα της χώρας κι άλλα λάφυρα από τις πόλεις τους (Αριθμοί 21,33-35. Δευτερονόμιο 3,1-11. 4,47. Ιησούς του Ναυή 12,4-6. Ψαλμοί 134,11. 135,20).

 

Οι Ισραηλίτες έφυγαν από 'κει και κατασκήνωσαν δυτικά της Μωάβ, στον Ιορδάνη, απέναντι από την Ιεριχώ, μεταξύ Αισιμώθ και Βελσατίμ (Αριθμοί 22,1. 33,48-49). Ο Βαλάκ, βασιλιάς των Μωαβιτών, έμαθε αυτά που είχαν κάνει οι Ισραηλίτες στους Αμορραίους, φοβήθηκε πολύ και ζήτησε τη βοήθεια των Μαδιανιτών. Στο μεταξύ ο βασιλιάς Βαλάκ έστειλε άρχοντες αγγελιοφόρους στο Βαλαάμ, που ήταν άνθρωπος του Κυρίου και έμενε στη Φαθουρά κοντά στον Ευφράτη, για να καταραστεί τους Ισραηλίτες έτσι ώστε να νικηθούν από τους Μωαβίτες (Αριθμοί 22,2-6).             

Όταν μετά από πιέσεις ο Βαλαάμ πήγε στον Βαλάκ του έδωσε τρεις χρησμούς από τον Κύριο και του είπε ότι ο Κύριος ήταν μαζί με τους Ισραηλίτες και κατά συνέπεια δεν μπορεί να αναθεματίσει το λαό του Κυρίου.

Τότε ο Βαλάκ οργίστηκε εναντίον του Βαλαάμ και τον έδιωξε από το παλάτι του. Πριν φύγει ο Βαλαάμ προφήτεψε την καταστροφή της Μωάβ και την υποδούλωση όλων των γειτονικών λαών στους Ισραηλίτες (Αριθμοί 22,7-24,25. Ιησούς του Ναυή 24,9-10).

 

Όταν ο λαός του Ισραήλ εγκαταστάθηκε στην κοιλάδα της Μωάβ, στην Σαττείν, άρχισε να πορνεύεται με τις Μωαβίτισσες. Αυτές τους προσκάλεσαν να συμμετάσχουν στις θυσίες των θεών τους κι εκείνοι έφαγαν απ' τις θυσίες και λάτρεψαν τους θεούς των Μωαβιτών. Ο Κύριος οργίστηκε πάρα πολύ που οι Ισραηλίτες πήραν μέρος στη λατρεία του Βάαλ και είπε στο Μωυσή να συλλάβει και να θανατώσει τους υπεύθυνους κι έτσι να πάψει ο θυμός του Κυρίου εναντίον του λαού.

Κι ενώ η οργή του Κυρίου άρχισε να θανατώνει τους Ισραηλίτες, ένας Ισραηλίτης είχε φέρει στο στρατόπεδο μια Μαδιανίτισσα, τη Χασβί, κόρη άρχοντα των Μαδιανιτών, και παρέσυρε και τον αδερφό του Ζαμβρί, άρχοντα από τη φυλή Συμεών, να πάει μαζί της. Τότε ο Φινεές, γιος του Ελεάζαρ και εγγονός του Ααρών, πήρε ένα δόρυ και μ' αυτό σκότωσε τον Ισραηλίτη και την Μαδιανίτισσα. Τότε σταμάτησε η συμφορά του Κυρίου ανάμεσα στους Ισραηλίτες. Αυτοί που πέθαναν από τη συμφορά ήταν 24.000 (Αριθμοί 25,1-17. Ψαλμοί 105,28-31).

 

Έπειτα, όταν οι Ισραηλίτες ήταν στην περιοχή Αραβώθ, κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, επιτέθηκαν στους Μαδιανίτες, προκειμένου να πάρουν εκδίκηση για την προηγούμενη απιστία του λαού. Ο Μωυσής έστειλε εναντίον τους χίλιους άντρες από κάθε φυλή. Μαζί τους ήταν και ο Φινεές, ο οποίος κρατούσε τα ιερά σκεύη και τη σάλπιγγα για τα διάφορα παραγγέλματα. 

Οι Ισραηλίτες πολέμησαν εναντίον των Μαδιανιτών και σκότωσαν όλους τους άντρες τους. Σκότωσαν τους βασιλείς τους, Ευΐν (Ευΐ), τον Ροκόν (Ροκόμ), τον Σουρ, τον Ουρ και τον Ροβόκ (Ροβέ), όπως και τον προφήτη Βαλαάμ, που ήταν μεταξύ των Μαδιανιτών. Αιχμαλώτισαν τις γυναίκες μαζί με τα παιδιά τους και άρπαξαν τα ζώα τους, όλα τους τα υπάρχοντα και πυρπόλησαν τις πόλεις τους. Ύστερα από εντολή του Μωυσή σκοτώσανε και τις γυναίκες, γιατί αυτές ήταν που παρέσυραν τους Ισραηλίτες να απιστήσουν στον Κύριο και ξέσπασε η συμφορά πάνω στην κοινότητα. Έτσι σκοτώσανε όλες τις γυναίκες και τα αρσενικά παιδιά, εκτός από τις νεαρές κοπέλες.

Αμέσως μετά ο αρχιερέας Ελεάζαρ έδωσε εντολή να εξαγνιστούν έξω από το στρατόπεδο, όλοι οι πολεμιστές, οι νεαρές αιχμάλωτες, τα ρούχα τους και όλα τα μεταλλικά ή άλλα αντικείμενα που πήραν από τους Μαδιανίτες (Αριθμοί 31,1-24. Ιησούς του Ναυή 13,21-22). Στη συνέχεια έγινε η μοιρασιά των λαφύρων, των αιχμαλώτων και των ζώων. Τα ζώα που αρπάχτηκαν από τους Μαδιανίτες ήταν 675.000 πρόβατα, 72.000 βόδια και 61.000 γαϊδούρια. Οι νεαρές γυναίκες που αιχμαλωτίστηκαν ήταν 32.000. Τα μισά πήραν οι πολεμιστές που πολέμησαν στη μάχη και τ' άλλα μισά η υπόλοιπη κοινότητα. Από το μερίδιο των πολεμιστών κρατήθηκε ένα μέρος, ένα στα πεντακόσια, ως προσφορά στον Κύριο, το οποίο δόθηκε στον Ελεάζαρ τον αρχιερέα. Από το μερίδιο της κοινότητας κρατήθηκε ένα μέρος, ένα στα 50, το οποίο δόθηκε στους Λευίτες. Μετά παρουσιάστηκαν στο Μωυσή οι αρχηγοί του στρατού, και αφού του είπαν ότι δεν λείπει κανείς από τους πολεμιστές που πήραν μέρος στη μάχη, του παρέδωσαν όλα τα χρυσά αντικείμενα που λεηλατήθηκαν, προκειμένου να εξαγνιστούν. Όλο το χρυσάφι που παραδόθηκε ανερχόταν σε 16.750 σίκλους (170 περίπου χιλιόγραμμα). Αφού κράτησαν οι πολεμιστές το μερίδιό τους, το υπόλοιπο παραδόθηκε στη Σκηνή του Μαρτυρίου (Αριθμοί 31,25-54).

 

 

ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΤΕΣ ΣΤΗ ΜΩΑΒ

 

Στην Αραβώθ, ο Κύριος έδωσε εντολή στο Μωυσή και στον Ελεάζαρ τον ιερέα, γιο του Ααρών, να απογράψουν όλη την ισραηλιτική κοινότητα. Ο συνολικός αριθμός που απογράφτηκαν ήταν 601.730 άντρες. Ανάμεσα σ' αυτούς δεν βρισκόταν ούτε ένας από εκείνους που είχαν απογραφτεί από το Μωυσή και τον Ααρών, στην έρημο του Σινά, εκτός από το Χάλεβ, γιο του Ιεφοννή και τον Ιησού, γιο του Ναυή. Οι Λευίτες ήταν 23.000. Στη συνέχεια ο Κύριος έδωσε οδηγίες στο Μωυσή, πως θα μοιραστεί η χώρα, όταν οι Ισραηλίτες θα μπουν στη Χαναάν. Η μοιρασιά θα γινόταν ανάλογα με τον πληθυσμό της κάθε φυλής (Αριθμοί 26,1-65).

 

Οι κόρες του Σαλπαάδ, απογόνου του Μανασσή, η Μααλά, η Νουά, η Εγλά, η Μελχά και η Θερσά, μετά το θάνατο του πατέρα τους, πλησίασαν και στάθηκαν μπροστά στο Μωυσή και στον Ελεάζαρ τον Αρχιερέα, μπροστά στους αρχηγούς των φυλών και σ' όλη την ισραηλιτική κοινότητα, στην είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου, και τους είπαν ότι επειδή ο πατέρας τους πέθανε στην έρημο, εξαιτίας της αμαρτίας που βάρυνε όλους τους Ισραηλίτες, για να μην εξαφανιστεί το όνομα του πατέρα τους από τη συγγένειά του, ζήτησαν όταν θα μοιράζεται η γη της Χαναάν, να πάρουν αυτές το μερίδιο του πατέρα τους.

Ο Μωυσής παρουσίασε την υπόθεση τους στο Κύριο κι ο Κύριος του είπε, ότι σωστά μίλησαν οι κόρες του Σαλπαάδ και ασφαλώς δικαιούνται να πάρουν το κληρονομικό μερίδιο του πατέρα τους (Αριθμοί 27,1-6).

Αμέσως μετά οι αρχηγοί των οικογενειών της φυλής Μανασσή, προσήλθαν μπροστά στο Μωυσή και στον αρχιερέα Ελεάζαρ και στους αρχηγούς των ισραηλιτικών φυλών και είπαν, ότι ο Κύριος έδωσε εντολή να δοθεί η κληρονομιά του Σαλπαάδ, του συγγενή τους, στις κόρες του. Αλλά αν αυτές πάρουν άντρα από άλλη φυλή, τότε το μερίδιό τους θα αφαιρεθεί από την κληρονομιά της φυλής των προγόνων τους και θα προστεθεί στην φυλή που θα ανήκουν πλέον, με αποτέλεσμα το μερίδιο της φυλής τους, που τους κληρώθηκε να ελαττωθεί και με το επόμενο Ιωβηλαίο έτος, να προστεθεί οριστικά στην ιδιοκτησία της φυλής στην οποία αυτές θα ανήκουν.

Ο Μωυσής, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, είπε στους Ισραηλίτες, ότι οι κόρες του Σαλπαάδ μπορούσαν να παντρευτούν όποιον θέλουν, αρκεί να πάρουν άντρα από οικογένεια της δικής τους φυλής, έτσι ώστε να μην περιφέρεται η κληρονομιά από τη μια φυλή στην άλλη.

Οι κόρες λοιπόν του Σαλπαάδ, συμμορφώθηκαν με την εντολή που έδωσε ο Κύριος στο Μωυσή και πήραν ως συζύγους τους γιους των θείων τους. Έτσι η ιδιοκτησία τους παρέμεινε στη φυλή του πατέρα τους  (Αριθμοί 36,1-13).

 

Οι απόγονοι του Ρουβήν, του Γαδ και η μισή φυλή Μανασσή επειδή είχαν πάρα πολλά κοπάδια ζήτησαν από το Μωυσή να πάρουν την περιοχή ανατολικά του Ιορδάνη, που είχε πολλούς βοσκότοπους. Ο Μωυσής συμφώνησε και τους έδωσε την περιοχή αυτή που πριν ήταν τα βασίλεια των Αμοραίων και της Βασάν, με τον όρο όμως αφού εγκαταστήσουν εκεί τις γυναίκες και τα παιδιά, οι άντρες θα συμμετέχουν μαζί με τους άλλους Ισραηλίτες στις πολεμικές συγκρούσεις, μέχρις ότου καταληφθεί ολόκληρη η Χαναάν (Αριθμοί 32,1-42. Δευτερονόμιο 3,12-22).

Οι τρεις πόλεις ανατολικά του Ιορδάνη, που ξεχώρισε ο Μωυσής, ως πόλεις καταφυγής των εξ αμελείας φονιάδων, ώστε να αισθάνονται ασφαλείς ώσπου να γίνει η δίκη τους, ήταν η Βοσόρ από τη φυλή Ρουβήν, η Ραμώθ στη Γαλαάδ από τη φυλή Γαδ και Γαυλών στη Βασάν από τη φυλή Μανασσή (Δευτερονόμιο 4,41-43).

 

 

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

ΚΑΙ Ο ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΤΟΥ

 

Όταν οι Ισραηλίτες βρισκόντουσαν ανατολικά του Ιορδάνη, στην έρημο που ήταν κοντά στην Ερυθρά θάλασσα και ανάμεσα στην έρημο Φαράν και στις πόλεις Τοφόλ, Λοβόν, Αυλών και Καταχρύσεα, ο Μωυσής, μετά τη νίκη των Ισραηλιτών εναντίον του Σηών και του Ωγ, την πρώτη μέρα του ενδέκατου μήνα του τεσσαρακοστού έτους από την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, μίλησε στον ισραηλιτικό λαό και τους ιστόρησε όλη την πορεία που κάνανε όλα αυτά τα χρόνια, από τότε που φύγανε από την Αίγυπτο, και τους επανέλαβε για δεύτερη φορά το Νόμο, που πήρανε από τον Κύριο στο όρος Σινά (Δευτερονόμιο 1,1-5. 4,46). Κάλεσε το λαό σε υπακοή και πίστη στον Κύριο, ο οποίος ενώπιον του λαού κατέστρεψε με θαυματουργικό τρόπο το είδωλο του Βάαλ. Τους έδωσε συμβουλές για την είσοδό τους στη Χαναάν και τους προέτρεψε να τηρούν πάντα τις εντολές του Κυρίου και ν' απέχουν από την ειδωλολατρεία (Δευτερονόμιο 4,1-40. 6,10-9,29. 29,15-28).

Εκεί στη Μωάβ, με την επανάληψη του Νόμου από το Μωυσή (Δευτερονόμιο κεφ. 4-28), ο Κύριος έκανε τη δεύτερη διαθήκη με τους Ισραηλίτες, πέρα από τη διαθήκη, που είχε κάνει μ' αυτούς στο όρος Σινά (Δευτερονόμιο 28,69. 29,1-14. 30,1-20).

 

Οι Ισραηλίτες, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου που είχε δώσει στο Μωυσή, όταν θα περάσουν τον Ιορδάνη και θα μπουν στη Χαναάν, θα έπρεπε να διώξουν και να εξοντώσουν από τη χώρα όλους τους κατοίκους της και να καταστρέψουν τα είδωλα τους, καθώς και τους ιερούς τους τόπους, έτσι ώστε να είναι καθαρή η χώρα από είδωλα και να μην υπάρχει μελλοντικός κίνδυνος από αυτούς (Αριθμοί 33,50-53. 55-56). Στη συνέχεια ο Κύριος όρισε στο Μωυσή τα όρια της Χαναάν (Αριθμοί 34,1-12).

Ο Μωυσής είχε πει στον Ιησού του Ναυή, ότι αυτά που έκανε ο Κύριος στους δύο βασιλείς των Αμορραίων, Σηών και Ωγ, τα ίδια θα κάνει και στους άλλους βασιλιάδες των εθνών της Χαναάν, όταν περάσουν τον Ιορδάνη. Γι' αυτό να μη φοβηθούν, γιατί ο Κύριος θα πολεμήσει μαζί τους (Δευτερονόμιο 3,21-22).

Ο Μωυσής στις τελευταίες οδηγίες του, τόνισε στους Ισραηλίτες, να μη ξεχάσουν τους Αμαληκίτες και τους έδωσε εντολή να τους εξολοθρεύσουν, γιατί κατά την πορεία τους προς τη Γη της Επαγγελίας, οι Αμαληκίτες τους χτύπησαν από τα νώτα σκοτώνοντας όλους τους βραδυπορούντες, ενώ αυτοί ήταν εξαντλημένοι και αποκαμωμένοι (Δευτερονόμιο 25,17-19).

Ο Μωυσής, συνοδευόμενος από τους πρεσβυτέρους του λαού και τους Λευίτες, απευθύνθηκε στο λαό και τους είπε, ότι την ημέρα που θα περάσουν τον Ιορδάνη για να μπουν στη Χαναάν, θα πάρουν μεγάλα λιθάρια και θα τα στήσουν όρθια στο όρος Εβάλ (Γαιβάλ), θα τα ασβεστώσουν και πάνω τους θα γράψουν όλα τα λόγια του νόμου. Έτσι θα μπορέσουν να μπουν με ασφάλεια στη Γη της Επαγγελίας. Εκεί θα χτίσουν ένα πέτρινο θυσιαστήριο στον Κύριο, με πέτρες απελέκητες, χωρίς να τις επεξεργαστούνε με κάποιο σιδερένιο εργαλείο, και πάνω σ' αυτό θα προσφέρουν ολοκαυτώματα στον Κύριο. Επίσης θα προσφέρουν θυσίες ευχαριστίας και θα φάνε ενώπιον του Κυρίου (Δευτερονόμιο 27,1-10). Επίσης ο Μωυσής είπε στους Ισραηλίτες, ότι πρώτα θα περάσουν τον Ιορδάνη, οι φυλές Συμεών, Λευΐ, Ιούδα, Ισσάχαρ, Μανασσή, Εφραίμ και Βενιαμίν, και θα σταθούν στο όρος Γαριζίν, για να απαγγείλουν τις ευλογίες προς τον λαό. Και μετά θα περάσουν οι φυλές Ρουβήν, Γαδ, Ασήρ, Ζαβουλών, Δαν και Νεφθαλείμ, και θα σταθούν στο όρος Εβάλ (Γαιβάλ) για να απαγγείλουν, μέσω των Λευιτών, τις κατάρες (Δευτερονόμιο 27,11-14).

 

Όταν ο Κύριος προανήγγειλε στο Μωυσή ότι πλησιάζει η ώρα να πεθάνει, ο Μωυσής ζήτησε από το Θεό να του ορίσει τον διάδοχό του. Ο Κύριος υπέδειξε ως τον πιο κατάλληλο τον Ιησού του Ναυή. Ο Μωυσής, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, αφού έφερε τον Ιησού τον Ναυή ενώπιον του αρχιερέα Ελεάζαρ και της κοινότητας, του ανέθεσε το αξίωμα του αρχηγού και του έδωσε αρμοδιότητες πάνω στην κοινότητα (Αριθμοί 27,12-23. Δευτερονόμιο 31,1-8).

 

Ο Μωυσής κατέγραψε τους λόγους του νόμου σε βιβλίο και τον παρέδωσε στους ιερείς της φυλής Λευΐ και στους πρεσβυτέρους των Ισραηλιτών, και τους έδωσε την εντολή, κάθε επτά χρόνια, κατά το έτος της αφέσεως των χρεών στη γιορτή της Σκηνοπηγίας, όταν όλοι οι Ισραηλίτες θα πηγαίνουν να παρουσιαστούν ενώπιον του Κυρίου, στον τόπο που θα έχει ορίσει ως Ναό, να διαβάζουν αυτόν το Νόμο ενώπιον όλου του λαού (Δευτερονόμιο 31,9-13).

Όταν ο Μωυσής τελείωσε να γράφει τα λόγια αυτού του Νόμου σε βιβλίο, έδωσε την εντολή στους Λευίτες, να το τοποθετήσουν πλάϊ στην Κιβωτό της Διαθήκης (Δευτερονόμιο 31,24-26).

 

Ο Μωυσής και ο Ιησούς του Ναυή, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, πήγαν και στάθηκαν στη Σκηνή του Μαρτυρίου. Εκεί τους παρουσιάστηκε ο Κύριος μέσα σε μια στήλη νεφέλης, η οποία ήρθε και στάθηκε στην είσοδο της Σκηνής. Ο Κύριος μίλησε στο Μωυσή και του είπε, ότι επειδή ο λαός, όταν θα μπει στη Γη της Επαγγελίας, θα φάει και θα χορτάσει, και τότε θ' αρχίσει να λατρεύει άλλους θεούς και θα παραβιάσει τη διαθήκη που έχει κάνει με τον Κύριο. Όταν θα γίνει αυτό ο θυμός και η οργή του Κυρίου θα πέσει πάνω τους και θα τους αποστραφεί. Τότε θα τους βρουν πολλές συμφορές και θλίψεις, και θ' αναρωτιούνται, γιατί γίνονται όλα αυτά. Γι' αυτό, λοιπόν, τους έδωσε ένα τραγούδι για να το τραγουδάνε οι Ισραηλίτες, ως μια υπενθύμιση για την ημέρα που θα γινόταν αυτό (Δευτερονόμιο 31,14-23).

Στη συνέχεια ο Μωυσής κάλεσε κοντά του τους αρχηγούς των φυλών, τους πρεσβυτέρους του λαού, τους δικαστές και τους γραμματείς, και τους έκανε γνωστή την προειδοποίηση του Κυρίου και τους είπε ακόμη μια φορά να μείνουν πιστοί στον Κύριο και να μην παρεκκλίνουν από το δρόμο του. Ο Μωυσής, έχοντας μαζί του και τον Ιησού του Ναυή,  τους απάγγειλε το τραγούδι που του έδωσε ο Κύριος, από την αρχή ως το τέλος (Δευτερονόμιο 31,27-30. 32,44-52). Το τραγούδι που είπε ο Μωυσής, υπάρχει στο Δευτερονόμιο στο κεφάλαιο 32 (Δευτερονόμιο 32,1-43).

 

 

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

 

Όταν οι Ισραηλίτες ήταν κοντά στη Βαιθ-Φεγώρ, ο Μωυσής παρακάλεσε τον Κύριο να περάσει τον Ιορδάνη και να δει την εύφορη χώρα της Χαναάν. Ο Κύριος όμως είχε οργιστεί, γιατί ο Μωυσής και ο Ααρών στην Κάδης έδειξαν ανυπακοή και δεν δόξασαν όπως θα 'πρεπε τον Κύριο ενώπιον των Ισραηλιτών. Γι' αυτό το λόγο δεν επέτρεψε στο Μωυσή να μπει στη Γη της Επαγγελίας (Δευτερονόμιο 3,23-29. 4,21-22. 32,51).

Ο Μωυσής, αφού ευλόγησε τους Ισραηλίτες (Δευτερονόμιο 33,1-29), από την Αραβώθ της κοιλάδας Μωάβ ανέβηκε στην οροσειρά Αβαρίμ, στο όρος Νεβώ, στην κορυφή Φασγά, απέναντι από την Ιεριχώ. Από κει ο Κύριος του έδειξε τη Χαναάν, όλη τη χώρα που υποσχέθηκε να δώσει στους απογόνους τους (Δευτερονόμιο 32,48-52. 34,1-4).

Έτσι ο Μωυσής, ο δούλος του Κυρίου, πέθανε εκεί πάνω στο βουνό, όπως το είχε πει ο Κύριος. Και τον έθαψε ο Κύριος σε μια κοιλάδα της Μωάβ, κάπου στη Γαΐ, κοντά στη Βαιθ-Φεγώρ. Κανένας μέχρι σήμερα δεν ξέρει πού βρίσκεται ο τάφος του. Όταν πέθανε ο Μωυσής ήταν 120 ετών. Οι Ισραηλίτες έκλαψαν το Μωυσή στις πεδιάδες της Μωάβ τριάντα μέρες (Δευτερονόμιο 31,2. 34,5-8).

 

 

Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

 

Ο Μωυσής

Ο Μωυσής ήταν άνθρωπος του Θεού (Α' Παραλειπομένων 23,14). Ανάμεσα στους Ισραηλίτες δεν παρουσιάστηκε πια άλλος προφήτης σαν το Μωυσή. Ο Κύριος τον γνώριζε πρόσωπο με πρόσωπο.  Κανείς δεν είναι ισάξιος του όσον αφορά τα σημεία και τα θαύματα που τον έστειλε ο Κύριος να κάνει στην Αίγυπτο, μπροστά στο Φαραώ, στους αξιωματούχους του και σ' όλο το λαό του. Κανείς δεν είναι εφάμιλλος του Μωυσή όσον αφορά τη μεγάλη του δύναμη και τα φοβερά έργα που έκανε μπροστά στα μάτια όλων των Ισραηλιτών (Αριθμοί 34,10-12).

 

Ο Μωυσής υπήρξε αναμφισβήτητα ένας μεγάλος ηγέτης. Στάθηκε με θάρρος και παρρησία μπροστά στο Φαραώ και υπερασπίστηκε τη απελευθέρωση του λαού Ισραήλ. Παρόλο τη θέση που είχε μέσα στο παλάτι, ξέχασε ποιος ήταν όταν επρόκειτο να υπερασπιστεί το δίκαιο (Έξοδος 2,14). Ηγήθηκε με μεγάλη επιτυχία τον δύσκολο και απαιτητικό λαό του Ισραήλ, που άλλοτε ευχαριστούσε το Θεό για την απελευθέρωση του και άλλοτε γόγγυζε για την πορεία του στην έρημο, αναπολώντας την περίοδο της Αιγύπτου και λατρεύοντας άλλους θεούς. Η Αγία Γραφή αναφέρει πως ήταν ο πιο πράος και ο πιο ταπεινός απ' όλους τους ανθρώπους τους επί της γης (Αριθμοί 12,3). Αρνήθηκε να πάρει την αρχηγία (Έξοδος 4,13). Ήθελε όλος ο λαός να ήταν προφήτες και ο Κύριος να έδινε το Πνεύμα Του (Αριθμοί 11,29). Ενδιαφέρθηκε για την πνευματική κατάσταση του λαού, και όταν ο Κύριος του πρότεινε να καταστρέψει τους Ισραηλίτες (Έξοδος 34,10), προσευχήθηκε στον Κύριο για να τους συγχωρέσει, ζητώντας μάλιστα να πληρώσει αυτός αντί για το λαό (Έξοδος 34,32). Ήταν άνθρωπος προσευχής και εμπιστοσύνης στο Θεό. Παρόλο που για τους περισσότερους η απελευθέρωση του λαού από τους Αιγυπτίους ήταν ένα όνειρο, ο Μωυσής πίστεψε στην υπόσχεση του Θεού. Γι' αυτό και ο Θεός στάθηκε δίπλα του σε κάθε δύσκολη στιγμή της πορείας προς τη γη της Επαγγελίας. Στους Ψαλμούς αναφέρεται ότι ο Μωυσής και ο Ααρών, ως ιερείς του Κυρίου επικαλούνταν τ' όνομά του και ο Κύριος τους άκουγε και τους μιλούσε μέσα από μια νεφέλη (Ψαλμοί 98,6-7).

 

Εκτός από μεγάλος ηγέτης και νομοθέτης ο Μωυσής ήταν συγγραφέας των βιβλίων της Πεντάτευχου (Γένεση, Έξοδος, Λευιτικό, Αριθμοί, Δευτερονόμιο), καθώς και ποιητής (Έξοδος 15,1-18, για την απελευθέρωση από την Αίγυπτο, Έξοδος 15,21, Δευτερονόμιο κεφ. 32, η ωδή του Μωυσή, Δευτερονόμιο 33,1-29, η ευλογία του στις φυλές Ισραήλ). Έγραψε τον 89ο Ψαλμό. Σε άλλο Ψαλμό αναφέρεται πως ο Μωυσής και ο Ααρών οδήγησαν τους Ισραηλίτες ως ποιμένες (Ψαλμοί 76,21). Στην Καινή Διαθήκη, και στην προς Εβραίους επιστολή, ο Μωυσής αναφέρεται μεταξύ των ηρώων της πίστεως (προς Εβραίους 11,24-29). Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη του στις 4 Σεπτεμβρίου. Οι απόγονοί του εντάχθηκαν στη φυλή Λευΐ, όχι ως ιερείς, αλλά ως απλοί Λευίτες (Α' Παραλειπομένων 23,14).

 

 

ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ

 

Κοντάκιον

Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Χειρόγραφον εἰκόνα μὴ σεβασθέντες, ἀλλ' ἀγράφῳ οὐσίᾳ θωρακισθέντες τρισμακάριοι, ἐν τῷ σκάμματι τοῦ πυρὸς ἐδοξάσθητε, ἐν μέσῳ δὲ φλογὸς ἀνυποστάτου ἱστάμενοι, Θεὸν ἐπεκαλεῖσθε· Τάχυνον ὁ Οἰκτίρμων, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, ὅτι δύνασαι βουλόμενος.

 

Κάθισμα


Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὑμνήσωμεν πιστοί, τοὺς Προπάτορας πάντας, Χριστοῦ τοῦ δι' ἡμᾶς, ἐπὶ γῆς ὁραθέντος, δοξάζοντες ἐν ᾄσμασι, τὸν αὐτοὺς θαυμαστώσαντα, ὡς τὴν ἔλευσιν, προεκτυπώσαντας τούτου, καὶ τὴν γέννησιν, τὴν ἐκ Παρθένου ἀφράστως, τῷ κόσμῳ κηρύξαντας.