ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

ΕΞΟΔΟΣ- ΚΕΦ. 21-24

 

 

ΑΛΛΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟ ΜΩΥΣΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21- ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΟΥΛΟΥΣ, ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΟΚΤΗΤΑ ΖΩΑ

                                      Η μεταχείριση των δούλων

Εξ. 21,1             Καὶ ταῦτα τὰ δικαιώματα, ἃ παραθήσῃ ἐνώπιον αὐτῶν.

Εξ. 21,1                      Αυταί είναι, αι εντολαί, τας οποίας θα παραθέσης ενώπιον των Ισραηλιτών.

Εξ. 21,2             ἐὰν κτήσῃ παῖδα Ἑβραῖον, ἓξ ἔτη δουλεύσει σοι· τῷ δὲ ἑβδόμῳ ἔτει ἀπελεύσεται ἐλεύθερος δωρεάν.

Εξ. 21,2                     Εάν αποκτήσης Εβραίον ως δούλον, εξ έτη θα είναι δούλος σου. Κατά το έβδομον έτος θα απέλθη ελεύθερος δωρεάν, χωρίς να καταβάλη εις σε εξαγοράν.

Εξ. 21,3             ἐὰν αὐτὸς μόνος εἰσέλθῃ, καὶ μόνος ἐξελεύσεται· ἐὰν δὲ γυνὴ συνεισέλθῃ μετ᾿ αὐτοῦ, ἐξελεύσεται καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ.

Εξ. 21,3                     Εάν αυτός μόνος, χωρίς σύζυγον και τέκνα, άγαμος γίνη δούλος σου, μόνος πάλιν θα απέλθη από σε ελεύθερος. Εάν όμως, όταν θα γίνη εις σε δούλος, έχη μαζή του και την σύζυγόν του, θα εξέλθη ελεύθερος κατά το έβδομον έτος μαζή με την σύζυγόν του.

Εξ. 21,4             καὶ ἐὰν δὲ ὁ κύριος δῷ αὐτῷ γυναῖκα, καὶ τέκῃ αὐτῷ υἱοὺς ἢ θυγατέρας, ἡ γυνὴ καὶ τὰ παιδία ἔσται τῷ κυρίῳ αὐτοῦ, αὐτὸς δὲ μόνος ἐξελεύσεται.

Εξ. 21,4                     Εάν όμως ο κύριος του αγάμου δούλου του δώση σύζυγον και αποκτήση ο δούλος υιούς και θυγατέρας, η γυνή και τα παιδιά θα ανήκουν στον κύριον. Οταν δε αυτός, ο Εβραίος δούλος, κατά το έβδομον έτος εξέλθη ελεύθερος, μόνος θα αναχωρήση χωρίς την σύζυγον και τα παιδιά.

Εξ. 21,5             ἐὰν δὲ ἀποκριθεὶς εἴπῃ ὁ παῖς, ἠγάπηκα τὸν κύριόν μου καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ παιδία, οὐκ ἀποτρέχω ἐλεύθερος·

Εξ. 21,5                     Εάν όμως ο δούλος αυτός είπη· Εγώ έχω αγαπήσει τον κύριόν μου και την γυναίκα μου και τα παιδιά μου και δεν θέλω να φύγω, δια να ζήσω ελεύθερος,

Εξ. 21,6             προσάξει αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πρὸς τὸ κριτήριον τοῦ Θεοῦ καὶ τότε προσάξει αὐτὸν ἐπὶ τὴν θύραν ἐπὶ τὸν σταθμόν, καὶ τρυπήσει ὁ κύριος αὐτοῦ τὸ οὖς τῷ ὀπητίῳ, καὶ δουλεύσει αὐτῷ εἰς τὸν αἰῶνα.

Εξ. 21,6                     ο κύριός του θα τον οδηγήση ενώπιον των δικαστών, τους οποίους ο Θεός ώρισε, δια να ομολογήση εκεί ο δούλος την απόφασίν του. Επειτα θα τον φέρη εις την θύραν της οικίας του, πλησίον του παραστάτου, και θα τρυπήση το αυτί του δούλου εκείνου με σουβλάκι, και έτσι ο Εβραίος αυτός θα μείνη ισοβίως, σύμφωνα με την θέλησίν του, δούλος στον κύριόν του.

Εξ. 21,7             ἐὰν δέ τις ἀποδῶται τὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα οἰκέτιν, οὐκ ἀπελεύσεται, ὥσπερ ἀποτρέχουσιν αἱ δοῦλαι.

Εξ. 21,7                     Εάν Εβραίος πωλήση εις άλλον Εβραίον την θυγατέρα του ως δούλην, αυτή δεν θα εξέλθη ελευθέρα, όπως εξέρχονται αι δούλαι των ειδωλολατρών,

Εξ. 21,8             ἐὰν μὴ εὐαρεστήσῃ τῷ κυρίῳ αὐτῆς ἣν αὐτῷ καθωμολογήσατο, ἀπολυτρώσει αὐτήν· ἔθνει δὲ ἀλλοτρίῳ οὐ κύριός ἐστι πωλεῖν αὐτήν, ὅτι ἠθέτησεν ἐν αὐτῇ.

Εξ. 21,8                     αλλά εάν δεν ευχαριστήση τον κύριόν της, στον οποίον αυτή έχει δοθή ως δούλη, η ως σύζυγος δευτέρας σειράς, δύναται ο κύριός της να την πωλήση εις ομοεθνή του. Δεν έχει όμως το δικαίωμα, επειδή την κατεφρόνησε και την απέρριψε, να την πωλήση εις ειδωλολάτρην.

Εξ. 21,9             ἐὰν δὲ τῷ υἱῷ καθομολογήσηται αὐτήν, κατὰ τὸ δικαίωμα τῶν θυγατέρων ποιήσει αὐτῇ.

Εξ. 21,9                     Εάν ο κύριος της δούλης υπανδρεύση αυτήν με τον υιόν του, θα θεωρή αυτήν ως θυγατέρα του και έτσι θα φέρεται προς αυτήν.

Εξ. 21,10           ἐὰν δὲ ἄλλην λάβῃ ἑαυτῷ, τὰ δέοντα καὶ τὸν ἱματισμὸν καὶ τὴν ὁμιλίαν αὐτῆς οὐκ ἀποστερήσει.

Εξ. 21,10                   Εάν ο κύριος ούτος λάβη άλλην ως σύζυγον, δεν θα στερήση αυτήν από τα μέσα της συντηρήσεως της, από τον ιματισμόν και τα συζυγικά του προς αυτήν καθήκοντα.

Εξ. 21,11           ἐὰν δὲ τὰ τρία ταῦτα μὴ ποιήσῃ αὐτῇ, ἐξελεύσεται δωρεὰν ἄνευ ἀργυρίου.

Εξ. 21,11                    Εάν δεν εκπληρώση ο κύριος τας τρεις αυτάς προς εκείνην υποχρεώσστου, δύναται αυτή να αναχωρήση δωρεάν, χωρίς να καταβάλη χρηματικόν τι ποσόν.

 

                                    Διατάξεις για τις πράξεις βίας

Εξ. 21,12           Ἐὰν δὲ πατάξῃ τίς τινα, καὶ ἀποθάνῃ, θανάτῳ θανατούσθω·

Εξ. 21,12                   Εάν κανείς κτυπήση κάποιον και αποθάνη, ο φονεύς θα τιμωρηθή με θάνατον.

Εξ. 21,13           ὁ δὲ οὐχ ἑκών, ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς παρέδωκεν εἰς τὰς χεῖρας αὐτοῦ, δώσω σοι τόπον, οὗ φεύξεται ἐκεῖ ὁ φονεύσας.

Εξ. 21,13                    Εκείνος όμως, που θα φονεύση χωρίς να το θέλη, αλλά διότι ο Θεός παρεχώρησε να γίνη κάτι τέτοιο, δια τον ακούσιον αυτόν φονέα θα παραχωρήσω εις σε ωρισμένον τόπον, όπου θα καταφύγη προς ασφάλειάν του.

Εξ. 21,14           ἐὰν δέ τις ἐπιθῆται τῷ πλησίον ἀποκτεῖναι αὐτὸν δόλῳ καὶ καταφύγῃ, ἀπὸ τοῦ θυσιαστηρίου μου λήψῃ αὐτὸν θανατῶσαι.

Εξ. 21,14                   Εάν κανείς εκ προμελέτης αποφασίση φόνον και δια δόλου φονεύση τον πλησίον του, καταφύγη δε στο θυσιαστήριόν μου δια να σωθή, θα τον πάρης από το θυσιαστήριον αυτό, δια να δικασθή και θανατωθή.

Εξ. 21,15           ὃς τύπτει πατέρα αὐτοῦ ἢ μητέρα αὐτοῦ, θανάτῳ θανατούσθω.

Εξ. 21,15                    Εκείνος που κτυπά τον πατέρα του η την μητέρα του, να τιμωρήται με θάνατον.

Εξ. 21,16           ὁ κακολογῶν πατέρα αὐτοῦ ἢ μητέρα αὐτοῦ τελευτήσει θανάτῳ.

Εξ. 21,16                   Εκείνος επίσης που υβρίζει τον πατέρα του η την μητέρα του, να τιμωρήται με θάνατον.

Εξ. 21,17           ὃς ἐὰν κλέψῃ τίς τινα τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ καταδυναστεύσας αὐτὸν ἀποδῶται, καὶ εὑρεθῇ ἐν αὐτῷ, θανάτῳ τελευτάτω.

Εξ. 21,17                    Εκείνός που θα αρπάξη κρυφίως ένα Ισραηλίτην και τον βασανίση και τον πωλήση κατόπιν ως δούλον θα τιμωρήται με θάνατον, εάν αποδειχθή η ενοχή του.

Εξ. 21,18           ἐὰν δὲ λοιδορῶνται δύο ἄνδρες καὶ πατάξῃ τις τὸν πλησίον λίθῳ ἢ πυγμῇ, καὶ μὴ ἀποθάνῃ, κατακλιθῇ δὲ ἐπὶ τὴν κοίτην,

Εξ. 21,18                   Εάν δύο άνδρες φιλονεικούν και ο ένας κτυπήση τον άλλον με λιθάρι η με την γροθιάν του, και ο κτυπηθείς δεν αποθάνη, αλλά μείνη εις την κλίνην του,

Εξ. 21,19           ἐὰν ἐξαναστὰς ὁ ἄνθρωπος περιπατήσῃ ἔξω ἐπὶ ῥάβδου, ἀθῷος ἔσται ὁ πατάξας· πλὴν τῆς ἀργίας αὐτοῦ ἀποτίσει καὶ τὰ ἰατρεῖα.

Εξ. 21,19                   κατόπιν δε εγερθή και περιπατήση στηριζόμενος εις την ράδδον του, ο κτυπήσας αυτόν θα είναι αθώος· μόνον θα πληρώση εις αυτόν τα νοσήλεια και τας ημέρας της αργίας του.

Εξ. 21,20           ἐὰν δέ τις πατάξῃ τὸν παῖδα αὐτοῦ ἢ τὴν παιδίσκην αὐτοῦ ἐν ῥάβδῳ καὶ ἀποθάνῃ ὑπὸ τὰς χεῖρας αὐτοῦ, δίκῃ ἐκδικηθήσεται.

Εξ. 21,20                   Εάν κανείς κτυπήση με ράβδον τον δούλον του η την δούλην του και αποθάνη κατά την ώραν που δέρεται, θα τιμωρηθή ο κύριος ούτος, διότι είναι ένοχος.

Εξ. 21,21           ἐὰν δὲ διαβιώσῃ ἡμέραν μίαν ἢ δύο, οὐκ ἐκδικηθήσεται· τὸ γὰρ ἀργύριον αὐτοῦ ἐστιν.

Εξ. 21,21                   Εάν όμως ο δούλος ούτος ζήση μίαν η δύο ημέρας, δεν θα τιμωρηθή ο κύριος ούτος, διότι ο δούλος θεωρείται ότι είναι χρήμα του, ιδιοκτησία του.

Εξ. 21,22           ἐὰν δὲ μάχωνται δύο ἄνδρες καὶ πατάξωσι γυναῖκα ἐν γαστρὶ ἔχουσαν καὶ ἐξέλθῃ τὸ παιδίον αὐτῆς μὴ ἐξεικονισμένον, ἐπιζήμιον ζημιωθήσεται· καθότι ἂν ἐπιβάλῃ ὁ ἀνὴρ τῆς γυναικός, δώσει μετὰ ἀξιώματος·

Εξ. 21,22                   Εάν συμπλακούν δύο άνδρες και κτυπήσουν γυναίκα έγκυον, εξέλθη δε το παιδίον ασχημάτιστον, ο ένοχος θα πληρώση αποζημίωσιν, την οποίαν θα ζητήση ο σύζυγος της γυναικός και την οποίαν θα επιβάλη το δικαστήριον.

Εξ. 21,23           ἐὰν δὲ ἐξεικονισμένον ᾖ, δώσει ψυχὴν ἀντὶ ψυχῆς,

Εξ. 21,23                   Εάν όμως το παιδί είναι τελείως διαμορφωμένον, ο ένοχος θα δώση ζωήν αντί ζωής· θα καταδικασθή εις θάνατον, σύμφωνα με τον νόμον της ανταποδόσεως,

Εξ. 21,24           ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος, χεῖρα ἀντὶ χειρός, πόδα ἀντὶ ποδός,

Εξ. 21,24                   οφθαλμόν αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος, χείρα αντί χειρός, πόδα αντί ποδός,

Εξ. 21,25           κατάκαυμα ἀντὶ κατακαύματος, τραῦμα ἀντὶ τραύματος, μώλωπα ἀντὶ μώλωπος.

Εξ. 21,25                   έγκαυμα αντί εγκαύματος, τραύμα αντί τραύματος, μώλωπα αντί μώλωπος.

Εξ. 21,26           ἐὰν δέ τις πατάξῃ τὸν ὀφθαλμὸν τοῦ οἰκέτου αὐτοῦ ἢ τὸν ὀφθαλμὸν τῆς θεραπαίνης αὐτοῦ, καὶ ἐκτυφλώσῃ, ἐλευθέρους ἐξαποστελεῖ αὐτοὺς ἀντὶ τοῦ ὀφθαλμοῦ αὐτῶν.

Εξ. 21,26                   Εάν κανείς κτυπήση και καταστρέψη τον οφθαλμόν του δούλου του η κτυπήση τον οφθαλμόν της δούλης του και τους τυφλώση, θα τους αφήση ελευθέρους αντί του οφθαλμού των.

Εξ. 21,27           ἐὰν δὲ τὸν ὀδόντα τοῦ οἰκέτου ἢ τὸν ὀδόντα τῆς θεραπαίνης αὐτοῦ ἐκκόψῃ, ἐλευθέρους ἐξαποστελεῖ αὐτοὺς ἀντὶ τοῦ ὀδόντος αὐτῶν.

Εξ. 21,27                   Εάν κανείς ξερριζώση το δόντι του δούλου του η της δούλης του, θα τους αφήση ελευθέρους αντί του καταστραφέντος δοντιού.

 

                                    Διατάξεις για την ευθύνη ιδιοκτητών ζώων

Εξ. 21,28           Ἐὰν δὲ κερατίσῃ ταῦρος ἄνδρα ἢ γυναῖκα καὶ ἀποθάνῃ, λίθοις λιθοβοληθήσεται ὁ ταῦρος, καὶ οὐ βρωθήσεται τὰ κρέα αὐτοῦ· ὁ δὲ κύριος τοῦ ταύρου ἀθῷος ἔσται.

Εξ. 21,28                   Εάν ταύρος κτυπήση και θανατώση με τα κέρατα αυτού άνδρα η γυναίκα, ο ταύρος αυτός πρέπει να λιθοβοληθή και το κρέας του δεν θα φαγωθή. Ο κύριος όμως του ταύρου θα είναι αθώος.

Εξ. 21,29           ἐὰν δὲ ὁ ταῦρος κερατιστὴς ᾖ πρὸ τῆς χθὲς καὶ πρὸ τῆς τρίτης, καὶ διαμαρτύρωνται τῷ κυρίῳ αὐτοῦ, καὶ μὴ ἀφανίσῃ αὐτόν, ἀνέλῃ δὲ ἄνδρα ἢ γυναῖκα, ὁ ταῦρος λιθοβοληθήσεται καὶ ὁ κύριος αὐτοῦ προσαποθανεῖται.

Εξ. 21,29                   Εάν όμως ο ταύρος από αρκετού χρόνου εκτυπούσε με τα κέρατα και έγιναν διαμαρτυρίαι στον κύριόν του, εκείνος δε δεν ηθέλησε να φονεύση τον ταύρον, όταν ο ταύρος αυτός φονεύση άνδρα η γυναίκα, θα φονευθή δια λιθοβολισμού, μαζή δε με αυτόν θα θανατωθή και ο κύριός του.

Εξ. 21,30           ἐὰν δὲ λύτρα ἐπιβληθῇ αὐτῷ, δώσει λύτρα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ ὅσα ἐὰν ἐπιβάλωσιν αὐτῷ.

Εξ. 21,30                   Εάν όμως επιβάλλουν στον κύριον του ταύρου αυτού χρηματικήν αποζημίωσιν, θα πληρώση αυτήν, δια να γλυτώση έτσι την ζωήν του.

Εξ. 21,31           ἐὰν δὲ υἱὸν ἢ θυγατέρα κερατίσῃ, κατὰ τὸ δικαίωμα τοῦτο ποιήσωσιν αὐτῷ.

Εξ. 21,31                    Εάν ο ταύρος κτυπήση και θανατώση υιόν η θυγατέρα, ο ίδιος νόμος θα εφαρμοσθή και εις την περίστασιν αυτήν.

Εξ. 21,32           ἐὰν δὲ παῖδα κερατίσῃ ὁ ταῦρος ἢ παιδίσκην, ἀργυρίου τριάκοντα δίδραχμα δώσει τῷ κυρίῳ αὐτῶν, καὶ ὁ ταῦρος λιθοβοληθήσεται.

Εξ. 21,32                   Εάν ο ταύρος κτυπήση με τα κέρατα δούλον η δούλην, ο μεν ταύρος θα φονευθή δια λιθοβολισμού, ο δε κύριος του ταύρου θα πληρώση στον κύριον του δούλου τριάκοντα αργυρά δίδραχμα.

Εξ. 21,33           ἐὰν δέ τις ἀνοίξῃ λάκκον ἢ λατομήσῃ λάκκον καὶ μὴ καλύψῃ αὐτόν, καὶ ἐμπέσῃ ἐκεῖ μόσχος ἢ ὄνος,

Εξ. 21,33                   Εάν κανείς ανοίξη λάκκον η λατομήση εις πετρώδη περιοχήν και δεν σκεπάση τον λάκκον, πέση δε εκεί και φονευθή μοσχάρι η όνος,

Εξ. 21,34           ὁ κύριος τοῦ λάκκου ἀποτίσει· ἀργύριον δώσει τῷ κυρίῳ αὐτῶν, τὸ δὲ τετελευτηκὸς αὐτῷ ἔσται.

Εξ. 21,34                   αυτός που ήνοιξε τον λάκκον θα πληρώση πρόστιμον στον κύριον του ζώου, το δε συντριβέν ζώον θα ανήκη εις αυτόν.

Εξ. 21,35           ἐὰν δὲ κερατίσῃ τινὸς ταῦρος τὸν ταῦρον τοῦ πλησίον καὶ τελευτήσῃ, ἀποδώσονται τὸν ταῦρον τὸν ζῶντα καὶ διελοῦνται τὸ ἀργύριον αὐτοῦ, καὶ τὸν ταῦρον τὸν τεθνηκότα διελοῦνται.

Εξ. 21,35                   Εάν ένας ταύρος κτυπήση με τα κέρατα και φονεύση τον ταύρον του πλησίον, θα πωληθή ο ζων ταύρος και θα μοιρασθούν το χρήμα οι κύριοι των ταύρων, οι οποίοι θα μοιρασθούν επίσης και τα κρέας του φονευθέντος ταύρου.

Εξ. 21,36           ἐὰν δὲ γνωρίζηται ὁ ταῦρος ὅτι κερατιστής ἐστι πρὸ τῆς χθὲς καὶ πρὸ τῆς τρίτης ἡμέρας, καὶ διαμεμαρτυρημένοι ὦσι τῷ κυρίῳ αὐτοῦ, καὶ μὴ ἀφανίσῃ αὐτόν, ἀποτίσει ταῦρον ἀντὶ ταύρου, ὁ δὲ τετελευτηκὼς αὐτῷ ἔσται.

Εξ. 21,36                   Εάν όμως ήτο γνωστόν ότι ο κερατίσας ταύρος από αρκετού χρόνου εκτυπούσε με τα κέρατα και είχον διαμαρτυρηθή οι άλλοι άνθρωποι στον κύριόν του, εκείνος δε δεν τον εξηφάνισε, θα δώση τον ζώντα ταύρον αντί του φονευθέντος και ο φονευθείς ταύρος θα ανήκη πάλιν στον κύριόν του.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22- ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ, ΤΗΝ ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

                                    Διατάξεις σχετικές με την αποζημίωση

Εξ. 22,1             Ἐὰν δέ τις κλέψῃ μόσχον ἢ πρόβατον καὶ σφάξῃ ἢ ἀποδῶται, πέντε μόσχους ἀποτίσει ἀντὶ τοῦ μόσχου καὶ τέσσαρα πρόβατα ἀντὶ τοῦ προβάτου.

Εξ. 22,1                     Εάν κανείς κλέψη μοσχάρι η πρόβατον και το σφάξη, δια να το φάγη η το πωλήση, θα πληρώση πέντε μόσχους αντί του ενός και τέσσαρα πρόβατα αντί του ενός προβάτου.

Εξ. 22,2             ἐὰν δὲ ἐν τῷ διορύγματι εὑρεθῇ ὁ κλέπτης καὶ πληγεὶς ἀποθάνῃ, οὐκ ἔστιν αὐτῷ φόνος·

Εξ. 22,2                    Εάν δε ο κλέπτης γίνη αντιληπτός την ώραν, που επιχειρεί την διάρρηξιν, και κτυπηθείς αποθάνη, δεν θα καταλογισθή ενοχή φόνου στον φονέα.

Εξ. 22,3             ἐὰν δὲ ἀνατείλῃ ὁ ἥλιος ἐπ᾿ αὐτῷ, ἔνοχός ἐστιν, ἀνταποθανεῖται. ἐὰν δὲ μὴ ὑπάρχῃ αὐτῷ, πραθήτω ἀντὶ τοῦ κλέμματος.

Εξ. 22,3                     Εάν όμως φονεύση κανείς τον νυκτερινόν κλέπτην μετά την ανατολήν του ηλίου, ο φονεύς είναι ένοχος και θα καταδικασθή εις θάνατον. Εάν ο κλέπτης δεν έχη να πληρώση την επιβληθείσαν ποινήν, να πωληθή ως δούλος, δια να πληρώση το κλοπιμαίον.

Εξ. 22,4             ἐὰν δὲ καταληφθῇ καὶ εὑρεθῇ ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ τὸ κλέμμα ἀπό τε ὄνου ἕως προβάτου ζῶντα, διπλᾶ αὐτὰ ἀποτίσει.

Εξ. 22,4                    Εάν ο κλέπτης συλληφθή και ευρεθή εις την κατοχήν του το κλεμμένον ζώον, από όνου μέχρι προβάτου, θα πληρώση στο διπλούν αυτά που έκλεψε.

Εξ. 22,5             ἐὰν δὲ καταβοσκήσῃ τις ἀγρὸν ἢ ἀμπελῶνα καὶ ἀφῇ τὸ κτῆνος αὐτοῦ καταβοσκῆσαι ἀγρὸν ἕτερον, ἀποτίσει ἐκ τοῦ ἀγροῦ αὐτοῦ κατὰ τὸ γέννημα αὐτοῦ· ἐὰν δὲ πάντα τὸν ἀγρὸν καταβοσκήσῃ, τὰ βέλτιστα τοῦ ἀγροῦ αὐτοῦ καὶ τὰ βέλτιστα τοῦ ἀμπελῶνος αὐτοῦ ἀποτίσει.

Εξ. 22,5                     Εάν κανείς βόσκη το ζώον του στον αγρόν η την άμπελόν του και το αφήση να βοσκήση άλλον αγρόν, θα πληρώση από τον ιδικόν του αγρόν την ζημία, την οποίαν έχει προκαλέσει στον άλλον. Εάν δε βοσκήση και καταστρέψη όλον τον αγρόν, θα καταβάλη ως αποζημίωσιν τα καλύτερα προϊόντα του αγρού του και του αμπελώνας του.

Εξ. 22,6             ἐὰν δὲ ἐξελθὸν πῦρ εὕρῃ ἀκάνθας καὶ προσεμπρήσῃ ἅλωνα ἢ στάχυς ἢ πεδίον, ἀποτίσει ὁ τὸ πῦρ ἐκκαύσας.

Εξ. 22,6                    Εάν κανείς ανάψη φωτιά, αυτή δε επεκταθή εις ακάνθας και γίνη πυρκαϊά και καταστρέψη αλώνι η χωράφι με στάχεις η πεδιάδα, θα πληρώση πρόστιμον αυτός που ήναψε την φωτιάν.

Εξ. 22,7             ἐὰν δέ τις δῷ τῷ πλησίον ἀργύριον ἢ σκεύη φυλάξαι, καὶ κλαπῇ ἐκ τῆς οἰκίας τοῦ ἀνθρώπου, ἐὰν εὑρεθῇ ὁ κλέψας, ἀποτίσει τὸ διπλοῦν·

Εξ. 22,7                     Εάν κανείς δώση στον πλησίον του χρήματα η σκεύη προς φύλαξιν, και κλαπούν από την οικίαν του ανθρώπου αυτού, εάν ο κλέπτης συλληφθή θα καταβάλη εκείνος στον ιδιοκτήτην τα διπλάσια

Εξ. 22,8             ἐὰν δὲ μὴ εὑρεθῇ ὁ κλέψας, προσελεύσεται ὁ κύριος τῆς οἰκίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ὀμεῖται ἦ μὴν μὴ αὐτὸν πεπονηρεῦσθαι ἐφ᾿ ὅλης τῆς παρακαταθήκης τοῦ πλησίον.

Εξ. 22,8                    Εάν όμως δεν ευρεθή ο κλέπτης, θα παρουσιασθή ο κύριος της οικίας ενώπιον του υπό του Θεού ορισθέντος δικαστηρίου και θα ορκισθή ότι ουδέποτε εσκέφθη κάτι πονηρόν, δεν εσκέφθη ποτέ να καταχρασθή την κατάθεσιν του πλησίον.

Εξ. 22,9             κατὰ πᾶν ῥητὸν ἀδίκημα, περί τε μόσχου καὶ ὑποζυγίου καὶ προβάτου καὶ ἱματίου καὶ πάσης ἀπωλείας τῆς ἐγκαλουμένης, ὅ,τι οὖν ἂν ᾖ, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἐλεύσεται ἡ κρίσις ἀμφοτέρων, καὶ ὁ ἁλοὺς διὰ τοῦ Θεοῦ ἀποτίσει διπλοῦν τῷ πλησίον·

Εξ. 22,9                    Αυτό θα γίνεται δια κάθε αδίκημα, είτε το κλαπέν είναι μόσχος η υποζύγιον η πρόβατον η ιμάτιον, δια κάθε καταγγελλομένην απώλειαν, οποιαδήποτε και αν είναι αυτή, ενώπιον του Θεού θα γίνη η κρίσις των αντιδίκων. Εάν από το δικαστήριον ευρεθή ένοχος κατακρατήσεως ξένης περιουσίας εκείνος στον οποίον είχε γίνει η κατάθεσις, θα καταδικασθή να πληρώση στον πλησίον του διπλασίαν την αξίαν του απολεσθέντος.

Εξ. 22,10           ἐὰν δέ τις δῷ τῷ πλησίον ὑποζύγιον ἢ μόσχον ἢ πρόβατον ἢ πᾶν κτῆνος φυλάξαι, καὶ συντριβῇ ἢ τελευτήσῃ ἢ αἰχμάλωτον γένηται, καὶ μηδεὶς γνῷ,

Εξ. 22,10                   Εάν κανείς δώση στον πλησίον του προς φύλαξιν υποζύγιον η μοσχάρι η πρόβατον η οιονδήποτε άλλο κατοικίδιον ζώον, και συμβή ώστε αυτό να πάθη κάταγμα η να αποθάνη η να κλαπή και δεν υπάρχη κανείς μάρτυς να επιβεβαίωση τούτο,

Εξ. 22,11           ὅρκος ἔσται τοῦ Θεοῦ ἀνὰ μέσον ἀμφοτέρων, ἦ μὴν μὴ αὐτὸν πεπονηρεῦσθαι καθόλου τῆς παρακαταθήκης τοῦ πλησίον· καὶ οὕτως προσδέξεται ὁ κύριος αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἀποτίσει.

Εξ. 22,11                   θα γίνη ενώπιον του δικαστηρίου του Θεού όρκος από τον λαβόντα προς φύλαξιν το απολεσθέν ζώον, ότι ποτέ δεν είχε σκεφθή κάτι το πονηρόν εις βάρος της εμπιστευθείσης εις αυτόν καταθέσεως. Η ένορκος αυτή διαβεβαίωσις πρέπει να γίνη δεκτή και θα απαλλαγή πάσης αποζημιώσεως ο ορκισθείς.

Εξ. 22,12           ἐὰν δὲ κλαπῇ παρ᾿ αὐτοῦ, ἀποτίσει τῷ κυρίῳ.

Εξ. 22,12                   Εάν όμως αποδειχθή ότι ο φύλαξ του ζώου το έκλεψε, θα πληρώση στον κύριον του ζώου αποζημίωσιν.

Εξ. 22,13           ἐὰν δὲ θηριάλωτον γένηται, ἄξει αὐτὸν ἐπὶ τὴν θήραν καὶ οὐκ ἀποτίσει.

Εξ. 22,13                   Εάν το παραδοθέν προς φάλαξιν ζώον κατασπαραχθή υπό θηρίου, θα οδηγήση ο φύλαξ τον κύριον του ζώου εκεί, όπου αυτό είχε φαγωθή από το θηρίον, και δεν θα πληρώση αποζημίωσιν.

Εξ. 22,14           ἐὰν δὲ αἰτήσῃ τις παρὰ τοῦ πλησίον, καὶ συντριβῇ ἢ ἀποθάνῃ ἢ αἰχμάλωτον γένηται, ὁ δὲ κύριος μὴ ᾖ μετ᾿ αὐτοῦ, ἀποτίσει·

Εξ. 22,14                   Εάν ζητήση κανείς και πάρη από τον πλησίον σκεύος η ζώον και συμβή ώστε το σκεύος να συντριβή η το ζώον να αποθάνη η κλαπή, αν ο δανεισθείς δεν ευρίσκετο εις την περιοχήν εκείνην, θα πληρώση αποζημίωσιν.

 

                                    Διατάξεις για την ηθική και την θρησκεία

Εξ. 22,15           ἐὰν δὲ ὁ κύριος ᾖ μετ᾿ αὐτοῦ, οὐκ ἀποτίσει· ἐὰν δὲ μισθωτὸς ᾖ, ἔσται αὐτῷ ἀντὶ τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ.

Εξ. 22,15                   Εάν όμως ο δανεισθείς ήτο πλησίον των δανεισθέντων και αυτά χαθούν, δεν θα πληρώση αποζημίωσιν. Εάν ο λαβών ήτο ημερομίσθιος εργάτης, θα κρατηθή ο μισθός αυτού ως αποζημίωσις δια το απολεσθέν αντικείμενον.

Εξ. 22,16           Ἐὰν δὲ ἀπατήσῃ τις παρθένον ἀμνήστευτον καὶ κοιμηθῇ μετ᾿ αὐτῆς, φερνῇ φερνιεῖ αὐτὴν αὐτῷ γυναῖκα.

Εξ. 22,16                   Εάν κανείς απατήση παρθένον, η οποία δεν έχει μνηστευθή και κοιμηθή με αυτήν, θα καταβάλη την προίκα της στον πατέρα της και θα την νυμφευθή.

Εξ. 22,17           ἐὰν δὲ ἀνανεύων ἀνανεύσῃ καὶ μὴ βούληται ὁ πατὴρ αὐτῆς δοῦναι αὐτὴν αὐτῷ γυναῖκα, ἀργύριον ἀποτίσει τῷ πατρὶ καθ᾿ ὅσον ἐστὶν ἡ φερνὴ τῶν παρθένων.

Εξ. 22,17                   Εάν όμως ο πατήρ επιμόνως αρνήται και δεν συγκατατίθεται να δώση την θυγατέρα του εις εκείνον γυναίκα, εκείνος θα καταβάλη στον πατέρα την κανονικήν προίκα των παρθένων.

Εξ. 22,18           φαρμακοὺς οὐ περιποιήσετε.

Εξ. 22,18                   Μαγους δεν θα αφήσετε να ζουν.

Εξ. 22,19           πᾶν κοιμώμενον μετὰ κτήνους, θανάτῳ ἀποκτενεῖτε αὐτούς.

Εξ. 22,19                   Καθε κτηνοβάτην θα τον τιμωρήτε με θάνατον.

Εξ. 22,20           ὁ θυσιάζων θεοῖς θανάτῳ ἐξολοθρευθήσεται, πλὴν Κυρίῳ μόνῳ.

Εξ. 22,20                  Εκείνος που προσφέρει θυσίαν εις τα είδωλα, θα καταδικάζεται, και θα εξολοθρεύεται δια θανάτου. Μονον στον Κυριον θα προσφέρετε θυσίας.

Εξ. 22,21           καὶ προσήλυτον οὐ κακώσετε, οὐδὲ μὴ θλίψητε αὐτόν· ἦτε γὰρ προσήλυτοι ἐν γῇ Αἰγύπτῳ.

Εξ. 22,21                   Δεν θα αδικήσετε και δεν θα στενοχωρήσετε ξένον, διότι και σεις υπήρξατε κάποτε ξένοι εις την Αίγυπτον.

Εξ. 22,22           πᾶσαν χήραν καὶ ὀρφανὸν οὐ κακώσετε·

Εξ. 22,22                  Καμμίαν χήραν και κανένα ορφανόν δεν θα αδικήσετε.

Εξ. 22,23           ἐὰν δὲ κακίᾳ κακώσητε αὐτούς, καὶ κεκράξαντες καταβοήσωσι πρός με, ἀκοῇ εἰσακούσομαι τῆς φωνῆς αὐτῶν

Εξ. 22,23                  Εάν αδικήσετε αυτούς και κράξουν προς εμέ εναντίον σας, εγώ θα ακούσω την φωνήν των

Εξ. 22,24           καὶ ὀργισθήσομαι θυμῷ καὶ ἀποκτενῶ ὑμᾶς μαχαίρᾳ, καὶ ἔσονται αἱ γυναῖκες ὑμῶν χῆραι καὶ τὰ παιδία ὑμῶν ὀρφανά.

Εξ. 22,24                  και θα οργισθώ, και θα επιτρέψω να φονευθήτε εν στόματι μαχαίρας και έτσι αι γυναίκες σας θα γίνουν χήραι και τα παιδιά σας ορφανά, ωσάν εκείνα που σεις ηδικήσατε.

Εξ. 22,25           ἐὰν δὲ ἀργύριον ἐκδανείσῃς τῷ ἀδελφῷ τῷ πενιχρῷ παρὰ σοί, οὐκ ἔσῃ αὐτὸν κατεπείγων, οὐκ ἐπιθήσεις αὐτῷ τόκον.

Εξ. 22,25                  Εάν δανείσης χρήματα στον πτωχόν αδελφόν σου, δεν θα καταπιέσης αυτόν να σου επιστρέψη το δάνειον, ούτε θα του επιβάλης τόκον.

Εξ. 22 ,26          ἐὰν δὲ ἐνεχύρασμα ἐνεχυράσῃς τὸ ἱμάτιον τοῦ πλησίον, πρὸ δυσμῶν ἡλίου ἀποδώσεις αὐτῷ·

Εξ. 22,26                  Εάν δε πάρης ως ενέχυρον το ιμάτιον του πλησίον, να του το επιστρέψης πριν δύση ο ήλιος.

Εξ. 22,27           ἔστι γὰρ τοῦτο περιβόλαιον αὐτοῦ, μόνον τοῦτο τὸ ἱμάτιον ἀσχημοσύνης αὐτοῦ· ἐν τίνι κοιμηθήσεται; ἐὰν οὖν καταβοήσῃ πρός με, εἰσακούσομαι αὐτοῦ· ἐλεήμων γάρ εἰμι.

Εξ. 22,27                  Διότι αυτό είναι το σκέπασμά του στον ύπνον του, το μοναδικόν του ένδυμα, με το οποίον καλύπτει την γύμνωσίν του. Αν εσύ το κρατήσης, με τι εκείνος θα σκεπασθή; Εάν δε κράξη αυτός προς εμέ εναντίον σου, εγώ θα ακούσω την φωνήν του, διότι είμαι εύσπλαγχνος.

Εξ. 22,28           θεοὺς οὐ κακολογήσεις καὶ ἄρχοντα τοῦ λαοῦ σου οὐ κακῶς ἐρεῖς.

Εξ. 22,28                  Να μην κακολογής τους δικαστάς και γενικώς τους ανωτέρους σου, ούτε να κατακρίνης τον άρχοντα του λαού σου.

Εξ. 22,29           ἀπαρχὰς ἅλωνος καὶ ληνοῦ σου οὐ καθυστερήσεις· τὰ πρωτότοκα τῶν υἱῶν σου δώσεις ἐμοί.

Εξ. 22,29                  Τας απαρχάς του σίτου από το αλώνι σου και του οίνου από τον ληνόν σου δεν πρέπει να καθυστερήσης να τα δώσης στον Κυριον. Τα πρωτοτόκα εκ των παιδιών σου θα τα δώσης εις εμέ.

Εξ. 22,30           οὕτω ποιήσεις τὸν μόσχον σου καὶ τὸ πρόβατόν σου καὶ τὸ ὑποζύγιόν σου· ἑπτὰ ἡμέρας ἔσται ὑπὸ τὴν μητέρα, τῇ δὲ ὀγδόῃ ἡμέρᾳ ἀποδώσεις μοι αὐτό.

Εξ. 22,30                  Το ίδιο επίσης θα κάμης και δια το μοσχάρι σου και δια το πρόβατόν σου και δια το μεταφορικόν σου μέσον. Επτά ημέρας θα θηλάζη την μητέρα του, κατά δε την ογδόην ημέραν θα το προσφέρης εις εμέ.

Εξ. 22,31           καὶ ἄνδρες ἅγιοι ἔσεσθέ μοι. καὶ κρέας θηριάλωτον οὐκ ἔδεσθε, τῷ κυνὶ ἀποῤῥίψατε αὐτό.

Εξ. 22,31                   Εάν τηρήσετε όλα αυτά, θα είσθε αγνοί και καθαροί ενώπιόν μου. Κρέας ζώου κατασπαραχθέντος από θηρίον δεν θα το φάγετε, θα το ρίψετε στο σκυλί.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 23- ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΙΚΟ ΕΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ - ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ

                                    Δικαιοσύνη και αλληλεγγύη

Εξ. 23,1             Οὐ παραδέξῃ ἀκοὴν ματαίαν. οὐ συγκαταθήσῃ μετὰ τοῦ ἀδίκου γενέσθαι μάρτυς ἄδικος.

Εξ. 23,1                     Εάν είσαι δικαστής, δεν πρέπει να παραδεχθής ποτέ επιπολαίαν και αναπόδεικτον κατηγορίαν. Εάν κληθής ως μάρτυς, ποτέ δεν πρέπει να έλθης εις συμφωνίαν με τον αδικησαντα, ώστε να γίνης ψευδομάρτυς.

Εξ. 23,2             οὐκ ἔσῃ μετὰ πλειόνων ἐπὶ κακίᾳ. οὐ προστεθήσῃ μετὰ πλήθους ἐκκλῖναι μετὰ τῶν πλειόνων, ὥστε ἐκκλῖναι κρίσιν.

Εξ. 23,2                     Ποτέ δεν θα συνταυτισθής με την πλειοψηφίαν, δια να κάμης κάτι κακόν. Δεν θα ακολουθήσης το πολύ πλήθος, ώστε να παρεκτροπής και συ με τους πολλούς και να παρεκκλίνης από την δικαίαν κρίσιν. Ο καθένας είναι υπεύθυνος δια τας πράξεις του.

Εξ. 23,3             καὶ πένητα οὐκ ἐλεήσεις ἐν κρίσει.

Εξ. 23,3                     Ούτε παρασυρόμενος από συμπάθειαν θα μεροληπτήσης υπέρ του πτωχού κατά την δίκην.

Εξ. 23,4             ἐὰν δὲ συναντήσῃς τῷ βοΐ τοῦ ἐχθροῦ σου ἢ τῷ ὑποζυγίῳ αὐτοῦ πλανωμένοις, ἀποστρέψας ἀποδώσεις αὐτῷ.

Εξ. 23,4                     Εάν συναντήσης το βόδι του εχθρού σου η το υποζύγιον του εχθρού σου περιπλανώμενα, γύρισέ τα και δόσε τα εις αυτόν.

Εξ. 23,5             ἐὰν δὲ ἴδῃς τὸ ὑποζύγιον τοῦ ἐχθροῦ σου πεπτωκὸς ὑπὸ τὸν γόμον αὐτοῦ, οὐ παρελεύσῃ αὐτό, ἀλλὰ συναρεῖς αὐτὸ μετ᾿ αὐτοῦ.

Εξ. 23,5                     Εάν ίδης το υποζύγιον του εχθρού σου να έχει πέσει υπό το βάρος του φορτίου του, δεν θα το προσπεράσης με αδιαφορίαν, αλλά μαζή με αυτόν θα το σηκώσης.

Εξ. 23,6             οὐ διαστρέψεις κρίμα πένητος ἐν κρίσει αὐτοῦ.

Εξ. 23,6                     Δεν θα διαστρέψης και δεν θα καταπατήσης το δίκαιον του πτωχού κατά την δίκην.

Εξ. 23,7             ἀπὸ παντὸς ῥήματος ἀδίκου ἀποστήσῃ· ἀθῷον καὶ δίκαιον οὐκ ἀποκτενεῖς καὶ οὐ δικαιώσεις τὸν ἀσεβῆ ἕνεκεν δώρων.

Εξ. 23,7                     Φυγε μακράν από κάθε αδικίαν. Δεν θα καταδικάσης εις θάνατον αθώον και δίκαιον. Δεν θα δικαιώσης τον ασεβή δελεαζόμενος από τα δώρα του.

Εξ. 23,8             καὶ δῶρα οὐ λήψῃ· τὰ γὰρ δῶρα ἐκτυφλοῖ ὀφθαλμοὺς βλεπόντων καὶ λυμαίνεται ῥήματα δίκαια.

Εξ. 23,8                     Ως δικαστής δεν θα λάβης ποτέ δώρα, διότι τα δώρα τυφλώνουν τους οφθαλμούς και αυτών ακόμη των συνετών ανθρώπων και γίνονται αφορμή καταδολιεύσεως της δικαιοσύνης.

Εξ. 23,9             καὶ προσήλυτον οὐ θλίψετε· ὑμεῖς γὰρ οἴδατε τὴν ψυχὴν τοῦ προσηλύτου· αὐτοὶ γὰρ προσήλυτοι ἦτε ἐν γῇ Αἰγύπτῳ.

Εξ. 23,9                     Δεν θα στενοχωρήσετε ξένον. Διότι και σεις γνωρίζετε την ζωήν του ξένου, επειδή και οι ίδιοι εζήσατε ως ξένοι εις την Αίγυπτον.

                                    

                                     Σαββατικό έτος και Σάββατο

Εξ. 23,10           Ἓξ ἔτη σπερεῖς τὴν γῆν σου καὶ συνάξεις τὰ γεννήματα αὐτῆς·

Εξ. 23,10                   Εξ έτη κατά συνέχειαν θα σπείρης τους αγρούς σου και θα μαζεύης τα γεννήματά των.

Εξ. 23,11           τῷ δὲ ἑβδόμῳ ἄφεσιν ποιήσεις καὶ ἀνήσεις αὐτήν, καὶ ἔδονται οἱ πτωχοὶ τοῦ ἔθνους σου, τὰ δὲ ὑπολειπόμενα ἔδεται τὰ ἄγρια θηρία. οὕτω ποιήσεις τὸν ἀμπελῶνά σου καὶ τὸν ἐλαιῶνά σου.

Εξ. 23,11                    Κατά το έβδομον όμως έτος θα αφήσης αυτούς ακαλλιεργήτους, τα δε αυτοφυή προϊόντα των αγρών σου κατά το έτος τούτο θα τα φάγουν οι πτωχοί, και όσα υπολειφθούν θα τα φάγουν τα άγρια θηρία. Το ίδιο πράγμα θα κάμης και δια τον αμπελώνά σου και δια τον ελαιώνά σου.

Εξ. 23,12           ἓξ ἡμέρας ποιήσεις τὰ ἔργα σου, τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἀνάπαυσις, ἵνα ἀναπαύσηται ὁ βοῦς σου καὶ τὸ ὑποζύγιόν σου, καὶ ἵνα ἀναψύξῃ ὁ υἱὸς τῆς παιδίσκης σου καὶ ὁ προσήλυτος.

Εξ. 23,12                   Εξ ημέρας θα εκτελής όλα τα έργα σου, κατά δε την εβδόμην ημέραν θα γίνεται ανάπαυσις, δια να αναπαυθή το βόδι σου και το υποζύγιόν σου, να εύρη αναψυχήν το παιδί της δούλης σου και ο ξένος, που εργάζεται κοντά σου.

Εξ. 23,13           πάντα, ὅσα εἴρηκα πρὸς ὑμᾶς, φυλάξασθε. Καὶ ὄνομα θεῶν ἑτέρων οὐκ ἀναμνησθήσεσθε, οὐδὲ μὴ ἀκουσθῇ ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν.

Εξ. 23,13                   Ολα όσα σας έχω πει θα τα φυλάξετε. Ονομα άλλων θεών δεν θα φέρετε εις την μνήμην σας ούτε πρέπει να ακουσθή λεγόμενον από το στόμα σας.

 

                                    Οι τρεις μεγάλες γιορτές

Εξ. 23,14           τρεῖς καιροὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἑορτάσατέ μοι.

Εξ. 23,14                   Εις τρεις εποχάς του έτους θα εμού αφιερώσετε εορτάς.

Εξ. 23,15           τὴν ἑορτὴν τῶν ἀζύμων φυλάξασθε ποιεῖν· ἑπτὰ ἡμέρας ἔδεσθε ἄζυμα, καθάπερ ἐνετειλάμην σοι, κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ μηνὸς τῶν νέων· ἐν γὰρ αὐτῷ ἐξῆλθες ἐξ Αἰγύπτου, οὐκ ὀφθήσῃ ἐνώπιόν μου κενός.

Εξ. 23,15                   Προσέξατε, ώστε να τηρήτε την εορτήν των αζύμων, δηλαδή το Πασχα. Επί επτά ημέρας, όπως σας έχω διατάξει, θα τρώγετε άζυμον άρτον κατά την εποχήν του μηνός των νέων γεννημάτων, διότι κατά τον καιρόν αυτόν εξήλθες ελεύθερος από την Αίγυπτον. Δεν θα εμφανισθής στο θυσιαστήριον ενώπιόν μου με τα χέρια αδειανά, χωρίς προσφοράν θυσίας.

Εξ. 23,16           καὶ ἑορτὴν θερισμοῦ πρωτογεννημάτων ποιήσεις τῶν ἔργων σου, ὧν ἐὰν σπείρῃς ἐν τῷ ἀγρῷ σου, καὶ ἑορτὴν συντελείας ἐπ᾿ ἐξόδου τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ τῶν ἔργων σου τῶν ἐκ τοῦ ἀγροῦ σου.

Εξ. 23,16                   Θα εορτάσης επίσης εορτήν θερισμού των πρωτογεννημάτων από τα σιτηρά, τα οποία έσπειρες στον αγρόν σου και άλλην εορτήν κατά το τέλος του γεωργικού έτους με την συγκομιδήν των προϊόντων του αγρού σου.

Εξ. 23,17           τρεῖς καιροὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ὀφθήσεται πᾶν ἀρσενικόν σου ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου.

Εξ. 23,17                   Κατά τας εορτάς των τριών αυτών εποχών θα παρουσιάσης ενώπιον του Κυρίου κάθε αρσενικόν εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου.

Εξ. 23,18           ὅταν γὰρ ἐκβάλω τὰ ἔθνη ἀπὸ προσώπου σου καὶ ἐμπλατύνω τὰ ὅριά σου, οὐ θύσεις ἐπὶ ζύμῃ αἷμα θυσιάσματός μου, οὐ δὲ μὴ κοιμηθῇ στέαρ τῆς ἑορτῆς μου ἕως πρωΐ.

Εξ. 23,18                   Οταν διώξω εγώ προς χάριν σας από την γην Χαναάν όλα τα ειδωλολατρικά έθνη και μεγαλώσω τα όρια της χώρας σου, δεν θα προσφέρης αιματηράν κατά το Πασχα θυσίαν προς εμέ με ένζυμον άρτον· ούτε θα μείνουν μέχρι πρωΐας τα λίπη και τα κρέατα των θυσιαζομένων κατά την εορτήν μου (κατά το Πασχα) αμνών, αλλά θα φαγωθούν κατά την διάρκειαν της νυκτός.

Εξ. 23,19           τὰς ἀπαρχὰς τῶν πρωτογεννημάτων τῆς γῆς σου εἰσοίσεις εἰς τὸν οἶκον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου. οὐχ ἑψήσεις ἄρνα ἐν γάλακτι μητρὸς αὐτοῦ.

Εξ. 23,19                   Τα πρωτογεννήματα από τους αγρούς σου θα τα προσφέρης αφιέρωμα στον οίκον Κυρίου του Θεού σου- εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου και βραδύτερον στον ναόν. Δεν θα βράσης αρνί μέσα στο γάλα της μητρός του.

 

                                    Υποσχέσεις και οδηγίες του Κυρίου προς τους Ισραηλίτες

Εξ. 23,20           Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ἵνα φυλάξῃ σε ἐν τῇ ὁδῷ, ὅπως εἰσαγάγῃ σε εἰς τὴν γῆν, ἣν ἡτοίμασά σοι.

Εξ. 23,20                  Ιδού εγώ στέλλω εμπρός από σε τον άγγελόν μου, δια να σε προφυλάξη εις την οδόν σου, να σε οδηγήση και εγκαταστήση εις την χώραν, την οποίαν έχω ετοιμάσει δια σέ.

Εξ. 23,21           πρόσεχε σεαυτῷ καὶ εἰσάκουε αὐτοῦ καὶ μὴ ἀπείθει αὐτῷ· οὐ γὰρ μὴ ὑποστείληταί σε, τὸ γὰρ ὄνομά μού ἐστιν ἐπ᾿ αὐτῷ.

Εξ. 23,21                   Πρόσεχε στον εαυτόν σου, ακούτε πάντοτε τον οδηγόν σου άγγελον και μη δείξης απείθειαν προς αυτόν. Διότι αυτός δεν θα υποχωρή εις τας παραβάσεις και τας ανομίας σου, επειδή θα ενεργή εξ ονόματός μου.

Εξ. 23,22           ἐὰν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς ἐμῆς φωνῆς καὶ ποιήσῃς πάντα, ὅσα ἂν ἐντείλωμαί σοι, καὶ φυλάξητε τὴν διαθήκην μου, ἔσεσθέ μοι λαὸς περιούσιος ἀπὸ πάντων τῶν ἐθνῶν· ἐμὴ γάρ ἐστι πᾶσα ἡ γῆ, ὑμεῖς δὲ ἔσεσθέ μοι βασίλειον ἱεράτευμα καὶ ἔθνος ἅγιον. ταῦτα τὰ ῥήματα ἐρεῖς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ· ἐὰν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς φωνῆς μου καὶ ποιήσητε πάντα ὅσα ἂν εἴπω σοι, ἐχθρεύσω τοῖς ἐχθροῖς σου καὶ ἀντικείσομαι τοῖς ἀντικειμένοις σοι·

Εξ. 23,22                  Εάν ακούσετε με προσοχήν τους λόγους μου και κάμετε όσα εγώ διατάσσω και φυλάξετε την διαθήκην μου, θα είσθε δι' εμέ ο εκλεκτός λαός μεταξύ όλων των άλλων εθνών. Ιδική μου βέβαια είναι η γη και όλα τα έθνη, αλλά σεις μόνον θα είσθε δι' εμέ βασίλειον ιερέων, έθνος άγιον, θεοκρατικός λαός. Αυτά θα είπης στους Ισραηλίτας· Εάν υπακούσετε στους λόγους μου και κάμετε όλα όσα θα σας είπω, θα είμαι εχθρός στους εχθρούς σας και θα αντιπαρατάσσωμαι εναντίον εκείνων, που ανθίστανται εις σας. Θα έχετε δε αυτήν την προστασίαν μου,

Εξ. 23,23           πορεύσεται γὰρ ὁ ἄγγελός μου ἡγούμενός σου καὶ εἰσάξει σε πρὸς τὸν Ἀμοῤῥαῖον καὶ Χετταῖον καὶ Φερεζαῖον καὶ Χαναναῖον καὶ Γεργεσαῖον καὶ Εὐαῖον καὶ Ἰεβουσαῖον, καὶ ἐκτρίψω αὐτούς.

Εξ. 23,23                  διότι ο άγγελός μου θα προπορεύεται ως οδηγός σας και θα σας εισαγάγη εις την Χαναάν, όπου σήμερον κατοικούν οι Αμορραίοι, οι Χετταίοι, οι Φερεζαίοι, οι Χαναναίοι, οι Γεργεσαίοι, οι Ευαίοι και οι Ιεβουσαίοι. Αυτούς εγώ θα τους ξεπαστρέψω.

Εξ. 23,24           οὐ προσκυνήσεις τοῖς θεοῖς αὐτῶν, οὐ δὲ μὴ λατρεύσῃς αὐτοῖς· οὐ ποιήσεις κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν, ἀλλὰ καθαιρέσει καθελεῖς καὶ συντρίβων συντρίψεις τὰς στήλας αὐτῶν.

Εξ. 23,24                  Προσέξατε, δεν θα προσκυνήσετε τους θεούς αυτών ούτε θα τους λατρεύσετε, ούτε θα κάμετε τα έργα, που εκείνοι κάμνουν, αλλά θα κρημνίσετε εκ θεμελίων και θα συντρίψετε εξ ολοκλήρου τας ειδωλολατρικάς των στήλας.

Εξ. 23,25           καὶ λατρεύσεις Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου, καὶ εὐλογήσω τὸν ἄρτον σου καὶ τὸν οἶνόν σου καὶ τὸ ὕδωρ σου, καὶ ἀποστρέψω μαλακίαν ἀφ᾿ ὑμῶν.

Εξ. 23,25                  Θα λατρεύσετε μόνον Κυριον τον Θεόν σας και εγώ θα ευλογήσω και θα πληθύνω τον άρτον σας, τον οίνον σας, τα ύδατά σας και θα απομακρύνω από σας και την πιο μικράν αδιαθεσίαν.

Εξ. 23,26           οὐκ ἔσται ἄγονος οὐδὲ στείρα ἐπὶ τῆς γῆς σου· τὸν ἀριθμὸν τῶν ἡμερῶν σου ἀναπληρῶν ἀναπληρώσω.

Εξ. 23,26                  Δεν θα υπάρχη εις την χώραν σου άγονος ανήρ ούτε στείρα γυνή. Θα μεγαλώνω πάντοτε τα έτη της ζωής σας και θα γίνουν πλήρη ευτυχισμένων ημερών.

Εξ. 23,27           καὶ τὸν φόβον ἀποστελῶ ἡγούμενόν σου καὶ ἐκστήσω πάντα τά ἔθνη, εἰς οὓς σὺ εἰσπορεύῃ εἰς αὐτούς, καὶ δώσω πάντας τούς ὑπεναντίους σου φυγάδας.

Εξ. 23,27                  Καθώς σεις θα προχωρήτε δια την γην της επαγγελίας, θα στείλω εμπρός από σας τον φόβον μου, θα κατατρομάξω όλα τα έθνη, όπου σεις θα εισέλθετε, και θα εμβάλω πανικόν στους εχθρούς σας, ώστε να τραπούν εις φυγήν.

Εξ. 23,28           καὶ ἀποστελῶ τὰς σφηκίας προτέρας σου, καὶ ἐκβαλεῖς τοὺς Ἀμοῤῥαίους καὶ τοὺς Εὐαίους καὶ τοὺς Χαναναίους καὶ τοὺς Χετταίους ἀπό σοῦ.

Εξ. 23,28                  Θα στείλω εμπρός από σας εναντίον των εχθρών σας σμήνη από σφήκας, ώστε σεις εύκολα να εκδιώξετε από εμπρός σας τους Αμορραίους, τους Ευαίους, τους Χαναναίους και τους Χετταίους.

Εξ. 23,29           οὐκ ἐκβαλῶ αὐτοὺς ἐν ἐνιαυτῷ ἑνί, ἵνα μὴ γένηται ἡ γῆ ἔρημος καὶ πολλὰ γένηται ἐπὶ σὲ τὰ θηρία τῆς γῆς.

Εξ. 23,29                  Αλλά δεν θα εκδιώξω αυτούς εντός ενός έτους, δια να μη μείνη έρημος και ακαλλιέργητος η χώρα και πολλαπλασιασθούν τα θηρία της γης εναντίον σας.

Εξ. 23,30           κατὰ μικρὸν ἐκβαλῶ αὐτοὺς ἀπὸ σοῦ, ἕως ἂν αὐξηθῇς καὶ κληρονομήσῃς τὴν γῆν.

Εξ. 23,30                  Ολίγον κατ' ολίγον θα τους εκδιώκω, έως ότου σεις αυξηθήτε και απλωθήτε και κληρονομήσετε όλην την χώραν.

Εξ. 23,31           καὶ θήσω τὰ ὅριά σου ἀπὸ τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης, ἕως τῆς θαλάσσης τῆς Φυλιστιεὶμ καὶ ἀπὸ τῆς ἐρήμου ἕως τοῦ μεγάλου ποταμοῦ Εὐφράτου· καὶ παραδώσω εἰς τὰς χεῖρας ὑμῶν τοὺς ἐγκαθημένους ἐν τῇ γῇ καὶ ἐκβαλῶ αὐτοὺς ἀπὸ σοῦ.

Εξ. 23,31                   Θα εκτείνω και θα θέσω τα όρια της χώρας σας από την Ερυθράν Θαλασσαν έως την θάλασσαν των Φιλισταίων, την Μεσόγειον Θαλασσαν, και από την έρημον Σουρ έως τον Ευφράτην, τον μεγάλον ποταμόν. Και θα παραδώσω εις τας χείρας σας τους κατοίκους της χώρας αυτής, ενώ άλλους από αυτούς θα τους εκδιώξω από έμπροσθέν σας.

Εξ. 23,32           οὐ συγκαταθήσῃ αὐτοῖς καὶ τοῖς θεοῖς αὐτῶν διαθήκην,

Εξ. 23,32                  Δεν θα συνάψετε με αυτούς ούτε με τους θεούς των καμμίαν διαθήκην.

Εξ. 23,33           καὶ οὐκ ἐγκαθήσονται ἐν τῇ γῇ σου, ἵνα μὴ ἁμαρτεῖν σε ποιήσωσι πρός με· ἐὰν γὰρ δουλεύσῃς τοῖς θεοῖς αὐτῶν, οὗτοι ἔσονταί σοι πρόσκομμα.

Εξ. 23,33                   Δεν θα παραμείνουν αυτοί εις την χώραν σας, δια να μη σας παρασύρουν και αμαρτήσετε ενώπιόν μου. Διότι εάν σεις λατρεύσετε και υπηρετήσετε τους θεούς των, θα γίνουν αυτοί πρόσκομμα εις σας”.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 24- Η ΕΠΙΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Ο ΜΩΥΣΗΣ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΣΙΝΑ

                                    Η επικύρωση της διαθήκης

Εξ. 24,1             Καὶ Μωυσῇ εἶπεν· ἀνάβηθι πρὸς τὸν Κύριον σὺ καὶ Ἀαρὼν καὶ Ναδὰβ καὶ Ἀβιοὺδ καὶ ἑβδημήκοντα τῶν πρεσβυτέρων Ἰσραήλ, καὶ προσκυνήσουσι μακρόθεν τῷ Κυρίῳ·

Εξ. 24,1                     Είπεν ο Θεός στον Μωϋσήν· “άνεβα στο όρος προς εμέ συ, ο Ααρών, ο Ναδάβ, ο Αδιούδ και οι εβδομήκοντα από τους γεροντοτέρους Ισραηλίτας. Θα προσκυνήσουν εμέ τον Κυριον από μακρυνής αποστάσεως.

Εξ. 24,2             καὶ ἐγγιεῖ Μωυσῆς μόνος πρὸς τὸν Θεόν, αὐτοὶ δὲ οὐκ ἐγγιοῦσιν· ὁ δὲ λαὸς οὐ συναναβήσεται μετ᾿ αὐτῶν.

Εξ. 24,2                    Συ, ο Μωϋσής, μόνον θα έλθης πλησίον προς εμέ τον Θεόν εις την κορυφήν του όρους· οι άλλοι συνοδοί σου δεν θα πλησιάσουν. Ο δε λαός δεν θα ανεβή καθόλου στο όρος μαζή των, αλλά θα παραμείνη στους πρόποδας”.

Εξ. 24,3             εἰσῆλθε δὲ Μωυσῆς καὶ διηγήσατο τῷ λαῷ πάντα τὰ ῥήματα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ δικαιώματα· ἀπεκρίθη δὲ πᾶς ὁ λαὸς φωνῇ μιᾷ λέγοντες· πάντας τοὺς λόγους, οὓς ἐλάλησε Κύριος, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα.

Εξ. 24,3                     Ο Μωϋσής ήλθεν εις την κατασκήνωσιν των Ισραηλιτών και διηγήθη στον λαόν όλους τους λόγους του Θεού και τας εντολάς. Συσσωμος ο λαός απεκρίθη με μίαν φωνήν λέγων· “όλους τους λόγους, τους οποίους μίλησε ο Κυριος, θα εφαρμόσωμεν και θα υπακούσωμεν”.

Εξ. 24,4             καὶ ἔγραψε Μωυσῆς πάντα τὰ ῥήματα Κυρίου. ὀρθρίσας δὲ Μωυσῆς τὸ πρωΐ ᾠκοδόμησε θυσιαστήριον ὑπὸ τὸ ὄρος καὶ δώδεκα λίθους εἰς τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ·

Εξ. 24,4                    Εγραψεν ο Μωϋσής όλας αυτάς τας εντολάς του Κυρίου. Εγερθείς δε πολύ πρωϊ έκτισε κατά την πρωΐαν θυσιαστήριον στους πρόποδας του όρους και ετοποθέτησε δώδεκα λίθους δια τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ.

Εξ. 24,5             καὶ ἐξαπέστειλε τοὺς νεανίσκους τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ ἀνήνεγκαν ὁλοκαυτώματα καὶ ἔθυσαν θυσίαν σωτηρίου τῷ Θεῷ μοσχάρια.

Εξ. 24,5                     Απέστειλε κατόπιν νεαρούς Ισραηλίτας και έφεραν μοσχάρια, τα οποία προσέφεραν ολοκαυτώματα ως θυσίαν ευχαριστίας προς τον Θεόν δια την σωτηρίαν των.

Εξ. 24,6             λαβὼν δὲ Μωυσῆς τὸ ἥμισυ τοῦ αἵματος ἐνέχεεν εἰς κρατῆρας, τὸ δὲ ἥμισυ τοῦ αἵματος προσέχεε πρὸς τὸ θυσιαστήριον.

Εξ. 24,6                    Ο Μωϋσής έλαβε το ήμισυ από το αίμα των θυσιασθέντων ζώων και το έθεσεν εις δοχεία, το δε άλλο ήμισυ το έχυσε πλησίον στο θυσιαστήριον.

Εξ. 24,7             καὶ λαβὼν τὸ βιβλίον τῆς διαθήκης ἀνέγνω εἰς τὰ ὦτα τοῦ λαοῦ, καὶ εἶπαν· πάντα ὅσα ἐλάλησε Κύριος, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα.

Εξ. 24,7                     Ελαβε κατόπιν το βιβλίον της Διαθήκης, όπου είχε γράψει τας εντολάς, ανέγνωσεν αυτό εις επήκοον του λαού και οι Ισραηλίται είπαν· “όλα όσα διέταξεν ο Κυριος, θα εφαρμόσωμεν και θα ακούσωμεν”.

Εξ. 24,8             λαβὼν δὲ Μωυσῆς τὸ αἷμα κατεσκέδασε τοῦ λαοῦ καὶ εἶπεν· ἰδοὺ τὸ αἷμα τῆς διαθήκης, ἧς διέθετο Κύριος πρὸς ὑμᾶς περὶ πάντων τῶν λόγων τούτων.

Εξ. 24,8                    Λαβών έπειτα ο Μωϋσής τα δοχεία με το αίμα ερράντισε με αυτό τον λαόν και είπεν· “ιδού το αίμα της Διαθήκης, την οποίαν έκαμεν ο Κυριος προς σας, δια να εφαρμόσετε όλας αυτάς τας εντολάς του”.

Εξ. 24,9             Καὶ ἀνέβη Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν καὶ Ναδὰβ καὶ Ἀβιοὺδ καὶ ἑβδομήκοντα τῆς γερουσίας Ἰσραήλ

Εξ. 24,9                    Ανέβη κατόπιν ο Μωϋσής στο όρος και μαζή με αυτόν ο Ααρών, ο Ναδάβ, ο Αβιούδ και εβδαμήκοντα από την γερουσίαν των Ισραηλιτών. Εκεί αυτοί δεν είδον τον Θεόν.

Εξ. 24,10           καὶ εἶδον τὸν τόπον, οὗ εἱστήκει ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ· καὶ τά ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ ὡσεὶ ἔργον πλίνθου σαπφείρου καὶ ὥσπερ εἶδος στερεώματος τοῦ οὐρανοῦ τῇ καθαριότητι.

Εξ. 24,10                   Είδον όμως τον τόπον, όπου εστάθη ο Θεός του Ισραήλ. Και ο τόπος αυτός εφαίνετο σαν να ήτο κατασκευασμένος από πλίνθους σαπφείρου. Είχε δε την διαύγειαν και την λάμψιν του καθαρού ουρανού.

Εξ. 24,11           καὶ τῶν ἐπιλέκτων τοῦ Ἰσραὴλ οὐ διεφώνησεν οὐδὲ εἷς· καὶ ὤφθησαν ἐν τῷ τόπῳ τοῦ Θεοῦ καὶ ἔφαγον καὶ ἔπιον.

Εξ. 24,11                   Κανείς από τους άρχοντας του ισραηλιτικού λαού, που ανέβησαν στο όρος όχι μόνον δεν απέθανεν αλλ' ουδέ την φωνήν του έχασε από την παρουσίαν του Θεού. Οι άνδρες αυτοί, στον θείον εκείνον τόπον έφαγον και έπιον φιλοξενηθέντες εις θείον συμπόσιον.

 

                                    Ο Μωυσής στο όρος Σινά

Εξ. 24,12           καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἀνάβηθι πρός με εἰς τὸ ὄρος καὶ ἴσθι ἐκεῖ· καὶ δώσω σοι τὰ πυξία τὰ λίθινα, τὸν νόμον καὶ τὰς ἐντολάς, ἃς ἔγραψα νομοθετῆσαι αὐτοῖς.

Εξ. 24,12                   Είπε κατόπιν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν· “ανέβα προς εμέ στο υψηλότερον μέρος του όρους και μείνε εκεί. Θα σου δώσω τας λιθίνας πλάκας, εις τας οποίας είναι γραμμένος ο νόμος και αι εντολαί μου, τας οποίας έγραψα ως νομοθεσίαν δια τους Ισραηλίτας”.

Εξ. 24,13           καὶ ἀναστὰς Μωυσῆς καὶ Ἰησοῦς ὁ παρεστηκὼς αὐτῷ ἀνέβησαν εἰς τὸ ὄρος τοῦ Θεοῦ·

Εξ. 24,13                   Ηγέρθη ο Μωϋσής και ο ακόλουθος αυτού Ιησούς του Ναυή και ανέβησαν στο υψηλότερον μέρος του όρους του Θεού.

Εξ. 24,14           καὶ τοῖς πρεσβυτέροις εἶπαν· ἡσυχάζετε αὐτοῦ, ἕως ἀναστρέψωμεν πρὸς ὑμᾶς· καὶ ἰδοὺ Ἀαρὼν καὶ Ὢρ μεθ᾿ ὑμῶν· ἐάν τινι συμβῇ κρίσις, προσπορευέσθωσαν αὐτοῖς.

Εξ. 24,14                   Εις δε τους πρεσβυτέρους είπαν· “μείνατε ήσυχοι στο μέρος αυτό, έως ότου επιστρέψωμεν προς σας. Ο Ααρών και ο Ωρ ιδού είναι μαζή σας. Εάν συμβή καμμιά διαφορά, κανένα ζήτημα εις Ισραηλίτην, ας πορευθούν αυτοί προς εκείνους δια να εξομαλύνουν την διαφοράν”.

Εξ. 24,15           καὶ ἀνέβη Μωυσῆς καὶ Ἰησοῦς εἰς τό ὄρος, καί ἐκάλυψεν ἡ νεφέλη τὸ ὄρος.

Εξ. 24,15                   Ο Μωϋσής και ο Ιησούς του Ναυή ανέβησαν στο όρος και η νεφέλη εσκέπασεν αυτό.

Εξ. 24,16           καὶ κατέβη ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ Σινά, καὶ ἐκάλυψεν αὐτὸ ἡ νεφέλη ἓξ ἡμέρας· καὶ ἐκάλεσε Κύριος τὸν Μωυσῆν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἐκ μέσου τῆς νεφέλης.

Εξ. 24,16                   Κατέβη ως λάμψις η δόξα του Θεού στο όρος Σινά και εσκέπασεν αυτό η νεφέλη επί εξ ημέρας. Την εβδόμην ημέραν ο Κυριος μέσα από την νεφέλην εκάλεσε τον Μωϋσήν.

Εξ. 24,17           τὸ δὲ εἶδος τῆς δόξης Κυρίου ὡσεὶ πῦρ φλέγον ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ ὄρους ἐναντίον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.

Εξ. 24,17                   Το είδος της δόξης του Κυρίου ήτο σαν πυρ που εκπέμπει συνεχώς φλόγας επάνω εις την κορυφήν του όρους, ορατόν από όλους τους Ισραηλίτας.

Εξ. 24,18           καὶ εἰσῆλθε Μωυσῆς εἰς τὸ μέσον τῆς νεφέλης καὶ ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος καὶ ἦν ἐκεῖ ἐν τῷ ὄρει τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας.

Εξ. 24,18                   Ο Μωϋσής, κατόπιν της προσκλήσεως του Θεού, εισήλθε μέσα εις την νεφέλην, ανέβη στο υψηλότερον σημείον του όρους και ήτο εκεί τεσσαράκοντα ημερονύκτια.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10

11

12

13

14

15

16

17

18

19

20

21

22

23

24

25

26

27

28

29

30

31

32

33

34

35

36

37

38

39

40