ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ |
||
|
||
Η ΙΟΥΔΑΙΑ
Η Ιουδαία είναι αρχαία γεωγραφική περιοχή της Παλαιστίνης. Χωριζόταν στην Ιουδαία δυτικά του Ιορδάνη και στην Ιουδαία ανατολικά του Ιορδάνη. Η Ιουδαία δυτικά του Ιορδάνη περιλάμβανε την περιοχή του αρχαίου Ισραηλίτικου βασιλείου του Ιούδα. Η Ιουδαία ανατολικά του Ιορδάνη συμπεριλάμβανε τις περιφέρειες Γαυλωνίτιδα, Βαταναία, Αυρανίτιδα και Τραχωνίτιδα. Κατά την περίοδο πριν τη βαβυλωνιακή εξορία, η περιοχή αυτή προσδιοριζόταν με το όνομα Βασάν. Χάρτης BC-6,7.
Η ΙΟΥΔΑΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
Α) Η ΦΥΛΗ ΙΟΥΔΑ
Το βασίλειο του Ιούδα, με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ, περιλάμβανε, εκτός από τη χώρα που κατείχε η φυλή, και το νότιο μέρος της χώρας της φυλής Βενιαμίν καθώς και ορισμένα εδάφη της φυλής Συμεών. Ως την κατάρρευσή του, το βασίλειο κυβερνούσε η δυναστεία του Δαβίδ. Απ' αυτό κατάγονταν και σ' αυτό έδρασαν οι μεγαλύτεροι από τους Προφήτες, ο Ησαΐας και ο Ιερεμίας.
Η φυλή του Ιούδα διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στη θρησκευτική ιστορία του περιούσιου λαού. Ο Ιακώβ όταν ευλόγησε τον Ιούδα, λίγο πριν το θάνατό του, προφήτευσε τη θέση που θα είχε απέναντι στ' αδέρφια του, λέγοντας πως η φυλή Ιούδα θα κρατούσε την πρώτη θέση απέναντι στις άλλες φυλές, από τις οποίες θα υμνηθεί και θα εγκωμιαστεί. Ακόμη ο Ιακώβ προφήτευσε ότι από τους απογόνους του θα προέλθει ο Μεσσίας, ο οποίος θα είναι η ελπίδα και η προσδοκία όλων των λαών (Γένεση 49,8-12). Ο Μωυσής λίγο πριν πεθάνει, είπε προφητικά για τη φυλή Ιούδα, ας ενταχθεί και η φυλή αυτή στο λαό του Θεού και ότι οι άντρες της φυλής αυτής θα διοικούν το λαό και ο Κύριος θα είναι βοηθός του ενάντια στους εχθρούς του (Δευτερονόμιο 33,7).
Β) Η ΦΥΛΗ ΙΟΥΔΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ
Οι απόγονοι του Ιούδα κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο αποτέλεσαν τη φυλή Ιούδα, η οποία απαριθμούσε 74.600 άντρες (Αριθμοί 1,24-25. 2,9). Λίγο πριν την είσοδο των Ισραηλιτών στη γη Χαναάν, στην πεδιάδα Μωάβ, η φυλή απαριθμούσε 76.500 άντρες (Αριθμοί 26,18). Σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, η φυλή του Ιούδα στρατοπέδευσε ανατολικά της Σκηνής του Μαρτυρίου, γύρω από τη σημαία και τα εμβλήματα της φυλής τους. Αρχηγός της φυλής Ιούδα την εποχή του Μωυσή, ήταν Ναασσών, γιος του Αμιναδάβ (Αριθμοί 2,3-4). Κάτω από την αρχηγία της φυλής Ιούδα, ήταν και οι φυλές Ισσάχαρ και Ζαβουλών με συνολικό αριθμό 186.400 πολεμιστές. Πάντα κατά την αναχώρηση από κάποιο μέρος αυτές οι τρεις φυλές ξεκινούσαν πρώτες (Αριθμοί 2,9). Πάντα κατά την αναχώρηση από κάποιο μέρος, πρώτες ξεκινούσαν οι φυλές Ιούδα, Ισσάχαρ και Ζαβουλών, ακολουθούσαν δεύτερες οι φυλές Ρουβήν, Συμεών και Γαδ, μετά ακολουθούσε η φυλή Λευΐ με τη Σκηνή του Μαρτυρίου. Κατόπιν ακολουθούσαν τρίτες οι φυλές Εφραίμ, Μανασσή και Βενιαμίν. Τέταρτες και τελευταίες ακολουθούσαν οι φυλές Δαν, Ασήρ και Νεφθαλείμ. Κατά τη σειρά που στρατοπέδευαν έτσι και βάδιζαν κατά την πορεία τους προς τη Γη της Επαγγελίας (Αριθμοί 2,17).
Όταν ο Μωυσής τελείωσε το στήσιμο της Σκηνής του Μαρτυρίου και τον καθαγιασμό της, τότε οι αρχηγοί των φυλών του Ισραήλ, έφεραν τις προσφορές τους ενώπιον του Κυρίου, τα οποία ήταν έξι σκεπαστές άμαξες και δώδεκα βόδια, μία άμαξα ανά δύο αρχηγούς και ένα βόδι από τον καθένα τους. Ο Μωυσής πήρε τις άμαξες και τα βόδια και τα παρέδωσε, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, στους Λευίτες για την υπηρεσία τους (Αριθμοί 7,1-6). Την ημέρα της χρίσεως του θυσιαστηρίου, οι αρχηγοί των φυλών έφεραν επίσης προσφορές για την καθιέρωσή του. Οι αρχηγοί των φυλών τα έφερναν ένας ένας σε διαφορετικές μέρες. Ο κάθε αρχηγός, προσέφερε μια ασημένια γαβάθα βάρους 130 σίκλων (1466 γραμμάρια), μια ασημένια λεκάνη βάρους 70 σίκλων (789 γραμμάρια), με βάση τον ιερό σίκλο, και τις δυο γεμάτες σιμιγδάλι ζυμωμένο με λάδι για την αναίμακτη προσφορά. Ακόμη προσέφερε μια χρυσή λιβανοθήκη βάρους 10 σίκλων (113 γραμμάρια), γεμάτη με θυμίαμα. Ακόμη προσέφερε ένα μοσχάρι, ένα κριάρι κι ένα αρνί ενός χρόνου για τη θυσία του ολοκαυτώματος, έναν τράγο για τη θυσία εξιλέωσης και δύο βόδια, πέντε κριάρια, πέντε τράγους και πέντε αρνιά ενός χρόνου για την ευχαριστήρια θυσία (Αριθμοί 7,11-83). Συνολικά συγκεντρώθηκαν δώδεκα ασημένιες γαβάθες, δώδεκα ασημένιες λεκάνες και δώδεκα χρυσές λιβανοθήκες. Κάθε ασημένια γαβάθα ζύγιζε 130 σίκλους (1466 γραμμάρια) και κάθε λεκάνη 70 σίκλους (789 γραμμάρια). Όλα αυτά τα ασημένια σκεύη ζύγιζαν 2.400 σίκλους (25 κιλά περίπου), με βάση τον ιερό σίκλο. Δώδεκα χρυσές λιβανοθήκες γεμάτα θυμίαμα, όπου η κάθε μια ζύγιζε 10 σίκλους (113 γραμμάρια). Όλο το χρυσάφι των λιβανοθηκών ήταν 120 σίκλοι (1.440 γραμμάρια). Τα ζώα για τις θυσίες του ολοκαυτώματος ήταν συνολικά δώδεκα μοσχάρια, δώδεκα κριάρια, δώδεκα αρνιά ενός χρόνου, μαζί με τις αναίμακτες προσφορές που τα συνόδευαν, καθώς και δώδεκα τράγοι για τις θυσίες εξιλέωσης. Τέλος, τα ζώα για τις ευχαριστήριες θυσίες προς το Θεό ήταν 24 βόδια, 60 κριάρια, 60 τράγοι και 60 αρνιά ενός χρόνου (Αριθμοί 7,84-88).
Ο Μωυσής είχε δώσει ευλογίες και κατάρες στους Ισραηλίτες, για την πιστή τήρηση των εντολών του Κυρίου. Έτσι ο Μωυσής προέτρεψε τους Ισραηλίτες, όταν θα μπουν στη Χαναάν, θα περάσουν τον Ιορδάνη πρώτα οι φυλές Συμεών, Λευΐ, Ιούδα, Ισσάχαρ, Μανασσή, Εφραίμ και Βενιαμίν, και θα σταθούν στο όρος Γαριζίν, για να απαγγείλουν τις ευλογίες προς τον λαό. Και μετά θα περάσουν οι φυλές Ρουβήν, Γαδ, Ασήρ, Ζαβουλών, Δαν και Νεφθαλείμ, και θα σταθούν στο όρος Εβάλ (Γαιβάλ) για να απαγγείλουν, μέσω των Λευιτών, τις κατάρες (Δευτερονόμιο 11,26-32. 27,11-14).
Γ) Η ΦΥΛΗ ΙΟΥΔΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΟΥ ΝΑΥΗ
Κατά την είσοδο στη Χαναάν, οι άντρες της φυλής Ιούδα κυρίευσαν την Ιερουσαλήμ. Κατέσφαξαν τους κατοίκους της και παρέδωσαν την πόλη στη φωτιά (Κριταί 1,8). Μετά από την Ιερουσαλήμ, οι άνδρες της φυλής Ιούδα, κατέβηκαν προς νότο για να πολεμήσουν τους Χαναναίους που κατοικούσαν στις ορεινές και πεδινές περιοχές. Χτύπησαν τους Χαναναίους που κατοικούσαν στη Χεβρών, η οποία μέχρι τότε λεγόταν Αρβόκ ή Κιριάθ-Αρβά ή Καριαθαρβοκσεφέρ (πόλη του Αρβά, ο Αρβά ήταν ο πιο μεγαλόσωμος άνθρωπος ανάμεσα στους Ενακίτες). Ο Χάλεβ, σύμφωνα με εντολή του Ιησού του Ναυή, κατέλαβε τη Χεβρών, η οποία ήταν η πρωτεύουσα των Ενακιτών και εξολόθρευσε τους τρεις γιούς του Ενάκ, τον Αχιμά (Αχιμάν), τον Σουσί (Σεσσί) και τον Θολαμί (Θελαμί) (Ιησούς του Ναυή 14,6-15. 15,13-14. Κριταί 1,10). Στη συνέχεια ο Ιησούς και οι Ισραηλίτες στράφηκαν εναντίον της Δαβίρ, την οποία πολιόρκησαν και κατέλαβαν, καθώς και όλες τις γύρω πόλεις. Την πόλη την κυρίεψε ο Γοθονιήλ, γιος του Κενέζ και ανιψιός του Χάλεβ. Σκότωσαν όλους τους κατοίκους της πόλης, το βασιλιά της και οτιδήποτε ανέπνεε σ' αυτές (Ιησούς του Ναυή 10,38-39. 15,15-19. Κριταί 1,11-13). Μετά τη Δαβίρ, ο Ιησούς του Ναυή πολιόρκησε και κατέλαβε με μία εκστρατεία, και όλες τις υπόλοιπες ορεινές και πεδινές περιοχές του νότου. Σκότωσαν όλους τους βασιλιάδες και τους κατοίκους των πόλεων αυτών, όπως είχε διατάξει ο Κύριος (Ιησούς του Ναυή 10,40-42. 11,16. 12,8). Ακόμη οι άντρες των φυλών Ιούδα και Συμεών, εξολόθρευσαν τους Χαναναίους που κατοικούσαν στη Σεφέθ, η οποία από τότε ονομάστηκε Χορμά (Ανάθεμα, Καταστροφή) (Κριταί 1,17). Η φυλή Ιούδα κατέλαβε πρώτα την ορεινή περιοχή και εγκαταστάθηκε εκεί. Δεν μπόρεσε όμως να εκδιώξει τους Χαναναίους της πεδιάδας, γιατί είχαν σιδερένιες άμαξες (Κριταί 1,19).
Δ) ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΙΟΥΔΑ ΚΑΙ Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ
Ο Ιησούς του Ναυή εξαίρεσε από τη διανομή της Χαναάν τη φυλή του Ιούδα, η οποία παρέμεινε εντός των ορίων της στο Νότο (Ιησούς του Ναυή 18,5). Τα όρια της φυλής Ιούδα εκτεινόταν νοτιοδυτικά από τα σύνορα της Ιδουμαίας και την έρημο Σιν ως την Κάδης. Έτσι, τα νότια σύνορα της φυλής Ιούδα ξεκινούσαν από το νότιο άκρο της Νεκράς Θάλασσας, προχωρούσαν νότια μέχρι το όρος Ακραβίν, μετά περνούσαν από την περιοχή Σενά και έφταναν ως την Κάδης-Βαρνή. Μετά περνούσαν από την Ασωρών (Εσρών), ανέβαιναν στην Σάραδα και μετά περνούσαν δυτικά από την Κάδης. Μετά περνούσαν από την Σελμωνά, μετά από την κοιλάδα που είναι προς την Αίγυπτο και κατέληγαν στη Μεσόγειο θάλασσα. Τα νοτιοανατολικά σύνορα της φυλής Ιούδα ξεκινούσαν από τη Νεκρά Θάλασσα μέχρι τις εκβολές του Ιορδάνη. Από κείνο το σημείο, άρχιζαν τα βόρεια σύνορα. Μετά περνούσαν από την Βαιθάραβα και ανέβαιναν ως την τοποθεσία ''Λίθος Βαιών" της φυλής Ρουβήν. Μετά περνούσαν από το φαράγγι Αχώρ, κατέβαιναν προς τα Γάλγαλα, που βρίσκονται απέναντι από την ανωφέρεια της Αδδαμίν. Στη συνέχεια περνούσαν από την πηγή του Ήλιου (πηγές Εν-Σεμές) και κατέληγαν ως την πηγή Ρωγήλ. Έπειτα ανέβαιναν προς προς το φαράγγι Ονόμ, προς τη νότια πλευρά της Ιεβούς, δηλαδή της Ιερουσαλήμ, και μετά περνούσαν από την κορυφή του βουνού που βρίσκεται στα δυτικά του φαραγγιού Ονόμ και βόρεια της γης των Ραφαΐν (Γιγάντων). Από κει τα σύνορα προχωρούσαν προς την πηγή Ναφθώ, έφταναν στο όρος Εφρών και κατόπιν συνέχιζαν προς την πόλη Βαάλ, δηλαδή την Κιριάθ-Ιαρίμ. Από την Βαάλ τα σύνορα προχωρούσαν δυτικά και μετά νότια προς το όρος Ασσάρ, μετά βόρεια προς την πόλη Ιαρίν (Χασλών), μετά προς την Πόλη του Ήλιου (Βαιθ-Σεμές) και προχωρούσαν προς νότο από τη βόρεια πλευρά της Ακκαρών (Εκρών), περνούσαν από την Σοκχώθ (Σικρών), μετά πήγαιναν νότια, περνούσαν από τη Λεβνά και κατέληγαν στη Μεσόγειο θάλασσα, η οποία αποτελούσε και τα δυτικά όρια της φυλής Ιούδα (Ιησούς του Ναυή 15,1-12).
Οι κυριότερες πόλεις της φυλής Ιούδα ήταν η Χεβρών, η Δαβίρ, η Λαχίς, η Ιεριμούθ, η Οδολλάμ, η Λεβνά, η Μακηδά, η Εφραθά (Βηθλεέμ), η Κιριάθ-Ιαρίμ, η Γάδηρα, η Θεκωέ, η Αζηκά, η Βαισούρ, η Γεδδώρ, η Ζιφ, η Θαμναθά, η Κάδης, η Κάρμηλος, η Κεϊλά (Ιησούς του Ναυή 15,20-63).
Ε) Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ ΙΟΥΔΑ ΚΑΙ ΣΥΜΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΧΑΝΑΝΑΙΩΝ
Μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή, οι φυλές του Ιούδα και του Συμεών, με τη βοήθεια του Κυρίου, εκστράτευσαν εναντίον των Χαναναίων και των Φερεζαίων, που είχαν απομείνει στα εδάφη τους. Στη μάχη που έγινε στην πόλη Βεζέκ, οι Ισραηλίτες των φυλών Ιούδα και Συμεών, κατατρόπωσαν τους Χαναναίους και τους Φερεζαίους. Σκότωσαν 10.000 από αυτούς και αιχμαλώτισαν το βασιλιά Αδωνιβεζέκ, ο οποίος είχε τραπεί σε φυγή, αλλά τον καταδίωξαν οι Ισραηλίτες και τον συνέλαβαν. Έπειτα του έκοψαν τα μεγάλα δάχτυλα χεριών και των ποδιών του. Είπε τότε ο Αδωνιβεζέκ: «Εγώ έκοψα τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών εβδομήντα βασιλέων, οι οποίοι και μάζευαν τα ψίχουλα που έπεφταν κάτω από το τραπέζι μου. Ότι έκανα εναντίον εκείνων, ο Θεός μου το ανταπέδωσε». Οι Ισραηλίτες τον οδήγησαν στην Ιερουσαλήμ, όπου και πέθανε εκεί (Κριταί 1,1-7).
ΣΤ) Η ΦΥΛΗ ΙΟΥΔΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΚΡΙΤΩΝ
Η διαθήκη του Σινά καθιστούσε τις δώδεκα φυλές, λαό του Θεού, κληρονόμο των θεϊκών επαγγελιών. Οι Ισραηλίτες, την περίοδο των Κριτών, άρχισαν να ξεχνούν τις παραδόσεις τους και τον Κύριο. Λάτρεψαν τον Βάαλ, την Αστάρτη και άλλες θεότητες (Κριτές 10,6). Γι' αυτό ο Κύριος οργίστηκε εναντίον τους και τους παρέδωσε σε διάφορους λαούς, που κατοικούσαν στη Χαναάν. Την περίοδο του Ιεφθάε οι Αμμωνίτες πέρασαν τον Ιορδάνη, πολέμησαν εναντίον των φυλών Ιούδα, Βενιαμίν και Εφραίμ και τους νίκησαν (Κριτές 10,7-9).
Όταν ο Σαμψών έκαψε τα σπαρτά των Φιλισταίων, στην περιοχή της Θαμναθά, και τους χτύπησε αλύπητα με μεγάλη σφαγή, πήγε έπειτα και κάθησε σ' ένα σπήλαιο στο βράχο Ητάμ (Κριταί 15,6-8). Οι Φιλισταίοι πήγαν με τη σειρά τους στην περιοχή της φυλής Ιούδα και άρχιζαν να καταστρέφουν τα σπαρτά των Ισραηλιτών στην περιοχή της Λεχί. Όταν οι άντρες της φυλής Ιούδα έμαθαν το λόγο που οι Φιλισταίοι ήρθαν στην περιοχή τους, πήγαν και βρήκαν το Σαμψών στη σπηλιά και αφού ήρθαν σε συνεννόηση μαζί του, τον έδεσαν για να τον παραδώσουν στους Φιλισταίους (Κριταί 15,9-13). Όταν οι Φιλισταίοι είδαν δεμένο τον Σαμψών όρμησαν με αλαλαγμούς χαράς εναντίον του. Τότε ο Σαμψών έσπασε τα σχοινιά που έδεναν τα μπράτσα του σαν κλωστές και με το σαγόνι ενός σκοτωμένου γαϊδουριού σκότωσε χίλιους Φιλισταίους (Κριταί 15,14-17).
Ένας Λευίτης είχε πάρει για παλλακίδα του μια γυναίκα από τη Βηθλεέμ, της φυλής Ιούδα. Αλλά επειδή τσακώθηκαν, η παλλακίδα του τον άφησε και γύρισε στο πατρικό της σπίτι, στη Βηθλεέμ. Ο Λευίτης πήγε στο σπίτι του πεθερού του, όπου τον καλοδέχτηκαν και μετά από πέντε μέρες πήρε τη γυναίκα του κι έφυγε. Κατά το δρόμο της επιστροφής διανυκτέρευσαν στη Γαβαά, που ανήκει στη φυλή Βενιαμίν. Εκεί κανείς δεν τους φιλοξένησε, παρά μόνο ένας γέροντας που καταγόταν από τη φυλή Εφραίμ, αλλά ζούσε στη Γαβαά (Κριταί 19,1-21). Οι άντρες της πόλης όμως, άνθρωποι ανήθικοι και διεφθαρμένοι, περικύκλωσαν το σπίτι, χτυπούσαν την πόρτα και φώναζαν στον οικοδεσπότη να τους δώσει τον άνθρωπο που μπήκε στο σπίτι του για να ασελγήσουν πάνω του. Ο οικοδεσπότης βγήκε και τους είπε να μην κάνουν αυτό το κακό. Τους πρότεινε την κόρη του που ήταν παρθένα και την παλλακίδα του επισκέπτη του. Αυτοί όμως δεν ήθελαν ν' ακούσουν. Τότε πήρε ο Λευίτης την παλλακίδα του και την έβγαλε έξω από το σπίτι. Εκείνοι τη βίασαν και ασέλγησαν πάνω της όλη τη νύχτα, ώσπου το πρωί ο άντρας της τη βρήκε νεκρή στο κατώφλι του σπιτιού. Ο Λευίτης φόρτωσε το σώμα της σ' ένα γαϊδούρι κι έφυγε για τον τόπο του. Όταν έφτασε στο σπίτι του, πήρε ένα μαχαίρι και διαμέλισε τη νεκρή γυναίκα σε δώδεκα κομμάτια και τα έστειλε σε όλες τις φυλές του Ισραήλ (Κριταί 19,22-30).
Όλοι οι Ισραηλίτες, όταν άκουσαν για το ανοσιούργημα αυτό, συγκεντρώθηκαν στη Μασσηφά (Μισπά), για να συζητήσουν το γεγονός, ενώπιον του Κυρίου. Εκεί ο Λευίτης τους διηγήθηκε το γεγονός με κάθε λεπτομέρεια. Οι φυλές των Ισραηλιτών αποφάσισαν ομόφωνα, να τιμωρήσουν παραδειγματικά τους ενόχους αυτού του αποτρόπαιου εγκλήματος. Έστειλαν αγγελιοφόρους στη φυλή Βενιαμίν και τους ζήτησαν να παραδώσουν τους διεστραμμένους κατοίκους της Γαβαά, για να τους σκοτώσουνε και να εξαλείψουν το κακό από τον ισραηλιτικό λαό (Κριταί 20,1-13). Οι Βενιαμινίτες όμως αρνήθηκαν και συγκεντρώθηκαν στη Γαβαά για να πολεμήσουν εναντίον των άλλων Ισραηλιτών. Οι άνδρες της φυλής Βενιαμίν ήταν 26.000 πολεμιστές και 700 ήταν οι άνδρες της Γαβαά, οι οποίοι ήταν ικανοί πολεμιστές και χρησιμοποιούσαν με καταπληκτική δεξιότητα τη σφενδόνη, ώστε πετύχαιναν ακόμη και μία τρίχα από μεγάλη απόσταση. Οι Ισραηλίτες ήταν 400.000 άνδρες, καλά οπλισμένοι και πολύ ικανοί στον πόλεμο (Κριταί 20,13-17). Οι Ισραηλίτες συγκεντρώθηκαν στη Βαιθήλ και σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, η φυλή του Ιούδα θα ηγούνταν της εκστρατείας. Οι Ισραηλίτες στρατοπέδευσαν απέναντι από την πόλη Γαβαά. Στην πρώτη μάχη η φυλή Βενιαμίν νίκησε, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 22.000 Ισραηλίτες (Κριταί 20,18-21). Μετά τη μάχη αυτή οι Ισραηλίτες πήγαν στη Βαιθήλ, εκεί που ήταν η Σκηνή του Μαρτυρίου και η Κιβωτός της Διαθήκης και έκλαψαν ενώπιον του Κυρίου μέχρι το βράδυ. Οι Ισραηλίτες ρώτησαν τον Κύριο, εάν έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο και πήραν θετική απάντηση. Κατά τη δεύτερη μάχη η φυλή Βενιαμίν πάλι νίκησε, αφήνοντας αυτή τη φορά στο πεδίο της μάχης 18.000 Ισραηλίτες, ικανότατους πολεμιστές (Κριταί 20,22-25). Μετά από τη μάχη οι Ισραηλίτες ξαναπήγαν στη Βαιθήλ και έκλαψαν ενώπιον του Κυρίου. Νήστεψαν μέχρι το βράδυ και πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο. Κατά τις ημέρες εκείνες αρχιερέας ήταν ο Φινεές, γιος του Ελεάζαρ. Οι Ισραηλίτες ρώτησαν ξανά τον Κύριο, εάν έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο και ο Κύριος τους απάντησε, ότι την επόμενη φορά θα τους παραδώσει στα χέρια τους (Κριταί 20,26-29). Κατά την τρίτη μάχη ο στρατός των Ισραηλιτών χωρίστηκε στα δύο. Το ένα μέρος είχε στήσει ενέδρα γύρω από τη Γαβαά, ενώ το άλλο βάδισε κατά της πόλης. Οι άνδρες της φυλής Βενιαμίν άρχισαν να καταδιώκουν τους Ισραηλίτες, οι οποίοι άρχισαν να υποχωρούν, ώστε ν' αναγκάσουν τους Βενιαμινίτες να τους ακολουθήσουν. Τότε όρμισαν από την ενέδρα 10.000 εκλεκτοί Ισραηλίτες, οι οποίοι μπήκαν στη Γαβαά, βάλανε φωτιά στην πόλη και σκότωσαν όλους τους κατοίκους της. Στο μεταξύ οι Βενιαμινίτες που καταδίωκαν τους Ισραηλίτες, κατά την καταδίωξη είχαν σκοτώσει 30 πολεμιστές. Όταν οι άνδρες της φυλής Βενιαμίν είδαν τις φωτιές από την πόλη, κατάλαβαν ότι αυτή είχε καταληφθεί. Τότε οι Ισραηλίτες σταμάτησαν να υποχωρούν και άρχισαν να χτυπούν τους άνδρες της φυλής Βενιαμίν, οι οποίοι άρχισαν να υποχωρούν προς την έρημο. Οι Ισραηλίτες τους χτυπούσαν από παντού και τους καταδίωξαν. Κατά τη μάχη αυτή σκοτώθηκαν από τους Βενιαμινίτες 18.000 πολεμιστές. Οι υπόλοιποι τράπηκαν σε φυγή προς την έρημο. Αλλά κι εκεί οι Ισραηλίτες τους χτύπησαν και σκότωσαν άλλους 5.000 Βενιαμινίτες. Κάποιους τους καταδίωξαν μέχρι τη Γεδά και σκότωσαν άλλους 2.000 άνδρες. Συνολικά την ημέρα εκείνη σκοτώθηκαν 25.100 άνδρες της φυλής Βενιαμίν. Όλοι τους ήταν ικανοί και εμπειροπόλεμοι πολεμιστές. Οι υπόλοιποι 600 άνδρες κατέφυγαν στο βράχο Ρεμμών. Τέλος οι Ισραηλίτες πέρασαν απ' όλες τις πόλεις της φυλής Βενιαμίν κι απ' όπου περνούσαν σκότωναν ότι έβρισκαν μπροστά τους, ανθρώπους και ζώα, κι ύστερα έβαζαν φωτιά στις πόλεις (Κριταί 20,30-48). Οι Ισραηλίτες μετά τη νίκη τους πήγαν στη Βαιθήλ, πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο και θρηνούσαν μπροστά στην Κιβωτό της Διαθήκης για το κακό που βρήκε το λαό τους. Λυπήθηκαν για το κακό που βρήκε τη φυλή Βενιαμίν και αποφάσισαν να ξαναδημιουργήσουν τη φυλή από την αρχή (Κριταί 21,2-7).
Από την Εφραθά (Βηθλεέμ) της φυλής Ιούδα καταγόταν ο Ελιμέλεχ και η Νωεμίν, η οποία υπήρξε πεθερά της Ρουθ (Ρουθ 1,4). Επειδή είχε πέσει πείνα στη χώρα, ο Ελιμέλεχ πήγε να μείνει προσωρινά στη Μωάβ μαζί με τη γυναίκα του τη Νωεμίν και τους δύο γιους του, τον Μααλών και τον Χελαιών. Ο Ελιμέλεχ με τους δύο γιους του πέθαναν στη Μωάβ και η Νωεμίν μαζί με τη νύφη της τη Ρουθ εγκαταστάθηκαν ξανά στη Βηθλεέμ, όπου η Ρουθ παντρεύτηκε το Βοόζ και απόκτησαν τον Ωβήδ, που ήταν ο πατέρας του Ιεσσαί και παππούς του Δαβίδ (Ρουθ κεφ. 1-4).
Ζ) Η ΦΥΛΗ ΙΟΥΔΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΑΟΥΛ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ
Όταν ο Σαούλ εκστράτευσε εναντίον των Αμμωνιτών, συγκέντρωσε 600.000 άντρες απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ. Μόνο από τη φυλή του Ιούδα πήγαν 70.000 άνδρες (Α' Βασιλειών 11,8). Αργότερα όταν ο Σαούλ εκστράτευσε εναντίον των Αμαληκιτών, συγκέντρωσε στα Γάλγαλα 400.000 άνδρες απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ. Απ' αυτούς οι 30.000 ήταν από τη φυλή του Ιούδα (Α' Βασιλειών 15,4).
Την εποχή του Σαούλ και του Δαβίδ, οι Φιλισταίοι συγκέντρωσαν το στρατό τους για πόλεμο με τους Ισραηλίτες και στρατοπέδευσαν στην Εφερμέμ, που βρίσκεται στην περιοχή της φυλής Ιούδα, μεταξύ Σοκχώθ και Αζηκά. Οι Φιλισταίοι παρατάχθηκαν στην πλαγιά ενός βουνού και οι Ισραηλίτες στην πλαγιά του απέναντι βουνού κι ανάμεσα τους ήταν η κοιλάδα (Α' Βασιλειών 17,1-3). Τότε βγήκε από το στρατόπεδο των Φιλισταίων, ένας δυνατός πολεμιστής, που ονομαζόταν Γολιάθ, από τη Γεθ, που το ύψος του ήταν περίπου 2,5 μέτρα. Ο Γολιάθ για 40 μέρες προκαλούσε τους Ισραηλίτες για να μονομαχήσει με κάποιον από αυτούς (Α' Βασιλειών 17,4-11). Κάποια μέρα ένας νεαρός ο Δαβίδ, έτυχε να βρίσκεται στο στρατόπεδο που βρίσκονταν και τ' αδέρφια του και άκουσε τον γίγαντα, να μιλάει υβριστικά και εμπαικτικά εναντίον των Ισραηλιτών. Έτσι πήρε την άδεια από το Σαούλ ν' αναμετρηθεί μαζί του. Πήρε μόνο το ραβδί του, διάλεξε πέντε λεία λιθάρια και τα έβαλε στο σακούλι που είχε μαζί του, πήρε τη σφεντόνα του και πήγε στο πεδίο της μάχης για να συναντήσει το Φιλισταίο. Στη μονομαχία του Δαβίδ με το Γολιάθ, ο Δαβίδ πήρε από το σακούλι του ένα λιθάρι και μ' αυτό τρύπησε την περικεφαλαία και χώθηκε στο μέτωπο του Γολιάθ, ο οποίος πληγώθηκε θανάσιμα κι έπεσε με το πρόσωπο στη γη. Έπειτα ο Δαβίδ τράβηξε το ξίφος από τη θήκη του Φιλισταίου και τον αποτέλειωσε, κόβοντάς του το κεφάλι. Οι Φιλισταίοι, όταν είδαν ότι σκοτώθηκε ο ακατανίκητος ήρωάς τους, πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή. Τότε οι Ισραηλίτες καταδίωξαν τους Φιλισταίους κι όλη η περιοχή γέμισε με νεκρούς και τραυματίες των Φιλισταίων (Α' Βασιλειών 17,19-54).
Στις ερήμους της φυλής Ιούδα κατέφυγε ο Δαβίδ αρκετές φορές, για ν' αποφύγει την οργή του Σαούλ (Α' Βασιλειών κεφ. 23-26). Όταν ο Δαβίδ, κατέφυγε στη Σικελάγ (Σικλάγ) τον ακολούθησαν αρκετοί από διάφορες φυλές του Ισραήλ, κυρίως από τις φυλές Βενιαμίν, Ιούδα, Γαδ και Μανασσή (Α' Παραλειπομένων 12,17). Μετά το θάνατο του Σαούλ, ο Δαβίδ με τους άνδρες του εγκαταστάθηκαν στη Χεβρών και στις γύρω πόλεις. Εκεί οι άνδρες του Ιούδα έχρισαν το Δαβίδ βασιλιά της φυλής Ιούδα (Β' Βασιλειών 2,1-3). Στη Χεβρών, καθημερινά πήγαιναν πολεμιστές απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ, οι οποίοι ενώθηκαν με το στρατό του Δαβίδ και αποδέχτηκαν το βασιλικό του αξίωμα. Από τη φυλή του Ιούδα ήταν 6.800 άνδρες, ετοιμοπόλεμοι και οπλισμένοι με ασπίδες και δόρατα (Α' Παραλειπομένων 12,24-25).
Ο Αβεννήρ, μετά το θάνατο του Σαούλ, πήρε τον Ιεβοσθέ, γιο του Σαούλ, και τον ανακήρυξε βασιλιά στον Ισραήλ στη Μαναέμ. Μετά ο Αβεννήρ με το στρατό του Ιεβοσθέ, εκστράτευσε εναντίον του Δαβίδ και κατευθύνθηκε από τη Μαναέμ στη Γαβαών. Ο στρατός του Δαβίδ, με στρατηγό τον Ιωάβ, γιο της Σαρουΐας, παρατάχτηκε απέναντί του για μάχη. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν κοντά σε μια πηγή στη Γαβαών και στρατοπέδευσαν οι μεν από τη μια πλευρά της πηγής και οι δε απ' την άλλη. Εκείνη την ημέρα ξέσπασε σκληρή μάχη και νικήθηκε ο Αβεννήρ από τους άντρες του Δαβίδ (Β' Βασιλειών 2,8-31).
Μετά όμως την έκπτωση των φυλών του βορρά στο θρησκευτικό συγκρητισμό η διαθήκη του Σινά εκφράστηκε στη διαθήκη του Θεού με το Δαβίδ και τους απογόνους του και περιορίστηκε στη φυλή του Ιούδα που πήρε αποκλειστικά το όνομα Ισραήλ (εκλεκτός). Η φυλή του Ιούδα δεν ήταν δυνατό να αφανιστεί, γιατί από τους απογόνους του Δαβίδ θα προερχόταν ο Μεσσίας. Η απιστία κατά τα προφητικά κηρύγματα θα τιμωρηθεί αυστηρά αλλά πάντοτε θα παραμείνει ένα "κατάλοιπο". Απ' αυτό θα προέλθει ο νέος Ισραήλ, που θα εκπληρώσει τους όρους της διαθήκης του Σινά και θ' αφομοιωθεί στη βασιλεία του Μεσσία.
Η) Η ΦΥΛΗ ΙΟΥΔΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ
Από τη φυλή του Ιούδα είναι εκείνοι, που επιστρέφοντας από την αιχμαλωσία, οικοδομούν το Ναό, ξαναρχίζουν τη λατρεία και ανανεώνουν τη διαθήκη. Η νέα κοινότητα που σχηματίστηκε απ' αυτούς, είναι ο εκλεκτός Ισραήλ, πρόδρομος του νέου Ισραήλ. Ο Ναός είναι μοναδικός τόπος λατρείας του Θεού. Η καταστροφή του Ναού το 70 μ.Χ., ήταν σημείο ότι η αρχαία διαθήκη είχε λήξει και ο Μεσσίας είχε ήδη έρθει. Η φυλή του Ιούδα έχασε το πρωτείο της, γιατί με το Χριστό δεν υπάρχουν ούτε Ιουδαίοι, ούτε εθνικοί, αλλά μια νέα ανθρωπότητα, η Χριστιανική Εκκλησία.
Η Ιουδαία από το 6 μ.Χ. έγινε Ρωμαϊκή επαρχία. Την διοίκηση είχε ο Ρωμαίος επίτροπος με έδρα του το μεσογειακό λιμάνι της Καισάρειας. Ο πιο γνωστός απεσταλμένος ήταν ο Πόντιος Πιλάτος. Το 37 π.Χ. βασιλιάς στην Ιουδαία ήταν ο Ηρώδης ο Α' και από το 41 ως το 44 μ.Χ. η Ιουδαία ήταν τμήμα του βασιλείου του Ηρώδη Αγρίππα Α', εγγονού του Ηρώδη.
Η διαθήκη του Σινά καθιστούσε τις δώδεκα φυλές, λαό του Θεού, κληρονόμο των θεϊκών επαγγελιών. Μετά όμως την έκπτωση των φυλών του βορρά στο θρησκευτικό συγκρητισμό η διαθήκη του Σινά εκφράστηκε στη διαθήκη του Θεού με το Δαβίδ και τους απογόνους του και περιορίστηκε στη φυλή του Ιούδα που πήρε αποκλειστικά το όνομα Ισραήλ (εκλεκτός). Η φυλή του Ιούδα δεν ήταν δυνατό να αφανιστεί, γιατί από τους απογόνους του Δαβίδ θα προερχόταν ο Μεσσίας. Η απιστία κατά τα προφητικά κηρύγματα θα τιμωρηθεί αυστηρά αλλά πάντοτε θα παραμείνει ένα "κατάλοιπο". Απ' αυτό θα προέλθει ο νέος Ισραήλ, που θα εκπληρώσει τους όρους της διαθήκης του Σινά και θ' αφομοιωθεί στη βασιλεία του Μεσσία.
Από τη φυλή του Ιούδα είναι εκείνοι, που επιστρέφοντας από την αιχμαλωσία, οικοδομούν το Ναό, ξαναρχίζουν τη λατρεία και ανανεώνουν τη διαθήκη. Η νέα κοινότητα που σχηματίστηκε απ' αυτούς, είναι ο εκλεκτός Ισραήλ, πρόδρομος του νέου Ισραήλ. Ο Ναός είναι μοναδικός τόπος λατρείας του Θεού. Η καταστροφή του Ναού το 70 μ.Χ., ήταν σημείο ότι η αρχαία διαθήκη είχε λήξει και ο Μεσσίας είχε ήδη έρθει. Η φυλή του Ιούδα έχασε το πρωτείο της, γιατί με το Χριστό δεν υπάρχουν ούτε Ιουδαίοι, ούτε εθνικοί, αλλά μια νέα ανθρωπότητα, η Χριστιανική Εκκλησία.
|
||