Τιμωρία των Μαδιανιτών
Αρ. 31,1 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Αρ. 31,1 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν και είπε·
Αρ. 31,2 ἐκδίκει
τὴν ἐκδίκησιν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐκ
τῶν Μαδιανιτῶν, καὶ ἔσχατον προστεθήσῃ
πρὸς τὸν λαόν σου.
Αρ. 31,2 “πάρε προηγουμένως την εκδίκησιν των
Ισραηλιτών εναντίον των Μαδιανιτών και κατόπιν θα απέλθης από τον κόσμον
αυτόν και θα προστεθής στον λαόν σου”.
Αρ. 31,3 καὶ
ἐλάλησε Μωυσῆς πρὸς τὸν λαὸν λέγων·
ἐξοπλίσατε ἐξ ὑμῶν ἄνδρας καὶ παρατάξασθε
ἔναντι Κυρίου ἐπὶ Μαδιὰν ἀποδοῦναι
ἐκδίκησιν παρὰ τοῦ Κυρίου τῇ Μαδιάν·
Αρ. 31,3 Ο Μωϋσής ωμίλησε τότε προς τους Ισραηλίτας,
λέγων· “εξοπλίσατε άνδρας από σας και σύμφωνα με την εντολήν του Κυρίου
παραταχθήτε εις πόλεμον εναντίον των Μαδιανιτών, δια να τιμωρήσετε αυτούς
κατά διαταγήν του Κυρίου.
Αρ. 31,4 χιλίους ἐκ
φυλῆς, χιλίους ἐκ φυλῆς, ἐκ πασῶν φυλῶν
υἱῶν Ἰσραὴλ ἀποστείλατε παρατάξασθαι.
Αρ. 31,4 Θα πάρετε και θα στείλετε εις πόλεμον εναντίον
των Μαδιανιτών χίλιους άνδρας από κάθε φυλήν των Ισραηλιτών”.
Αρ. 31,5 καὶ
ἐξηρίθμησαν ἐκ τῶν χιλιάδων Ἰσραὴλ χιλίους
ἐκ φυλῆς, δώδεκα χιλιάδας ἐνωπλισμένοι εἰς παράταξιν.
Αρ. 31,5 Κατόπιν αυτής της εντολής εμέτρησαν από όλας
τας χιλιάδας των Ισραηλιτών χίλιους από κάθε φυλήν, δώδεκα εν όλω χιλιάδας
άνδρας εξωπλισμένους, ικανούς προς πόλεμον.
Αρ. 31,6 καὶ
ἀπέστειλεν αὐτοὺς Μωυσῆς χιλίους ἐκ
φυλῆς, χιλίους ἐκ φυλῆς σὺν δυνάμει αὐτῶν
καὶ Φινεὲς υἱὸν Ἐλεάζαρ υἱοῦ
Ἀαρὼν τοῦ ἱερέως, καὶ τὰ σκεύη τὰ
ἅγια καὶ αἱ σάλπιγγες τῶν σημασιῶν ἐν
ταῖς χερσὶν αὐτῶν.
Αρ. 31,6 Ο Μωϋσής απέστειλεν αυτούς τους χίλιους άνδρας
από κάθε φυλήν αρτίως εξωπλισμένους, μαζή δε με αυτούς τον Φινεές, υιόν του
Ελεαζάρου, υιού του αρχιερέως Ααρών, και τα ιερά σκευή μαζή με αυτούς και τας
σάλπιγγας εις τα χέρια αυτών δια τα καθωρισμένα σαλπίσματα.
Αρ. 31,7 καὶ
παρετάξαντο ἐπὶ Μαδιάν, καθὰ ἐνετείλατο Κύριος
Μωυσῇ, καὶ ἀπέκτειναν πᾶν ἀρσενικόν·
Αρ. 31,7 Εξήλθον αυτοί και επολέμησαν εναντίον των
Μαδιανιτών, όπως είχε διατάξει ο Κυριος τον Μωϋσήν, κατενίκησαν αυτούς και
εξώντωσαν κάθε αρσενικόν αυτών.
Αρ. 31,8 καὶ
τοὺς βασιλεῖς Μαδιὰν ἀπέκτειναν ἅμα τοῖς
τραυματίαις αὐτῶν, καὶ τὸν Εὐὶν καὶ
τὸν Ῥοκὸν καὶ τὸν Σοὺρ καὶ
τὸν Οὒρ καὶ τὸν Ῥοβόκ, πέντε βασιλεῖς
Μαδιάν· καὶ τὸν Βαλαὰμ υἱὸν Βεὼρ
ἀπέκτειναν ἐν ῥομφαίᾳ σὺν τοῖς
τραυματίαις αὐτῶν.
Αρ. 31,8 Εκτός των άλλων φονευθέντων, εφόνευσαν
συγχρόνως και τους βασιλείς των Μαδιανιτών,τον Ευίν, τον Ροκόν, τον Σούρ, τον
Ουρ και τον Ροβόκ, τους πέντε αυτούς βασιλείς των Μαδιανιτών. Εφόνευσαν
επίσης δια μαχαίρας, μαζή με τους άλλους φονευθέντας και τον Βαλαάμ, τον υιόν
του Βεώρ.
Αρ. 31,9 καὶ
ἐπρονόμευσαν τὰς γυναῖκας Μαδιὰν καὶ τὴν
ἀποσκευὴν αὐτῶν, καὶ τὰ κτήνη
αὐτῶν καὶ πάντα τὰ ἔγκτητα αὐτῶν
καὶ τὴν δύναμιν αὐτῶν ἐπρονόμευσαν·
Αρ. 31,9 Επήραν δε ως αιχμαλώτους τας γυναίκας των
Μαδιανιτών, τα παιδιά των, τα ζώα των και όλην την κινητήν περιουσίαν των,
και γενικώς ελεηλάτησαν όλα τα υπάρχοντά των.
Αρ. 31,10 καὶ πάσας τὰς
πόλεις αὐτῶν τὰς ἐν ταῖς κατοικίαις
αὐτῶν καὶ τὰς ἐπαύλεις αὐτῶν
ἐνέπρησαν ἐν πυρί.
Αρ. 31,10 Ολας δε τας πόλεις, όπου κατοικούσαν οι
Μαδιανίται, και τας αγροτικάς ακόμη οικίας των παρέδωσαν στο πυρ.
Αρ. 31,11 καὶ
ἔλαβον πᾶσαν τὴν προνομὴν αὐτῶν καὶ
πάντα τὰ σκῦλα αὐτῶν ἀπὸ ἀνθρώπου
ἕως κτήνους
Αρ. 31,11 Επήραν όλην αυτήν την λείαν και όλα τα λάφυρά
των από ανθρώπου έως ζώου,
Αρ. 31,12 καὶ
ἤγαγον πρὸς Μωυσῆν καὶ πρὸς Ἐλεάζαρ
τὸν ἱερέα καὶ πρὸς πάντας υἱοὺς
Ἰσραὴλ τὴν αἰχμαλωσίαν καὶ τὰ σκῦλα
καὶ τὴν προνομὴν εἰς τὴν παρεμβολὴν
εἰς Ἀραβὼθ Μωάβ, ἥ ἐστιν ἐπὶ
τοῦ Ἰορδάνου κατὰ Ἱεριχώ.
Αρ. 31,12 και τα έφεραν προς τον Μωϋσήν προς τον αρχιερέα
τον Ελεάζαρ και προς όλους τους Ισραηλίτας, όλα όσα εκυρίευσαν, και τα λάφυρα
και την λείαν, τα έφεραν στο στρατόπεδον που ευρίσκετο εις την περιοχήν
Αραβώθ της χώρας Μωάβ, η οποία είναι πλησίον του Ιορδάνου απέναντι από την
Ιεριχώ.
Αρ. 31,13 Καὶ
ἐξῆλθε Μωυσῆς καὶ Ἐλεάζαρ ὁ
ἱερεὺς καὶ πάντες οἱ ἄρχοντες τῆς
συναγωγῆς εἰς συνάντησιν αὐτοῖς ἔξω τῆς
παρεμβολῆς.
Αρ. 31,13 Ο Μωϋσής, ο αρχιερεύς Ελεάζαρ και όλοι οι
άρχοντες του Ισραηλιτικού λαού εξήλθον εις συνάντησιν των νικητών έξω από το
στρατόπεδον του Ισραήλ.
Αρ. 31,14 καὶ
ὠργίσθη Μωυσῆς ἐπὶ τοῖς ἐπισκόποις
τῆς δυνάμεως, χιλιάρχοις καὶ ἑκατοντάρχοις τοῖς
ἐρχομένοις ἐκ τῆς παρατάξεως τοῦ πολέμου,
Αρ. 31,14 Ο Μωϋσής, όταν είδε και γυναίκας Μαδιανίτας
αιχμαλώτους, ωργίσθη εναντίον των χιλιάρχων και των εκατοντάρχων, οι οποίοι
επανήρχοντο από την πολεμικήν αυτήν επιχείρησιν,
Αρ. 31,15 καὶ
εἶπεν αὐτοῖς Μωυσῆς· ἱνατί ἐζωγρήσατε
πᾶν θῆλυ;
Αρ. 31,15 και είπεν εις αυτούς· “διατί συνελάβατε
αιχμαλώτους και τας εφέρατε ζωντανάς εδώ;
Αρ. 31,16 αὗται
γὰρ ἦσαν τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ
κατὰ τὸ ῥῆμα Βαλαὰμ τοῦ
ἀποστῆσαι καὶ ὑπεριδεῖν τὸ
ῥῆμα Κυρίου ἕνεκεν Φογώρ, καὶ ἐγένετο ἡ
πληγὴ ἐν τῇ συναγωγῇ Κυρίου.
Αρ. 31,16 Δεν έπρεπε αύται να ζήσουν, διότι αυταί ήσαν η
αιτία, σύμφωνα με την συμβουλήν του Βαλαάμ, να αποστατήσουν οι Ισραηλίται από
τον Θεόν, να καταφρονήσουν τας εντολάς του Κυρίου, να λατρεύσουν το είδωλον
Φογώρ, και έτσι να αποσταλή εκ μέρους του Κυρίου μεγάλη τιμωρία στον
ισραηλιτικόν λαόν.
Αρ. 31,17 καὶ νῦν
ἀποκτείνατε πᾶν ἀρσενικὸν ἐν πάσῃ
τῇ ἀπαρτίᾳ, πᾶσαν γυναῖκα, ἥτις
ἔγνω κοίτην ἄρσενος, ἀποκτείνατε·
Αρ 31,17 Τωρα λοιπόν φονεύσατε όλους γενικώς τους
άρρενας και κάθε γυναίκα, η οποία έχει έλθει εις συνάφειαν με άνδρα.
Αρ. 31,18 καὶ
πᾶσαν τὴν ἀπαρτίαν τῶν γυναικῶν, ἥτις
οὐκ οἶδε κοίτην ἄρσενος, ζωγρήσατε αὐτάς.
Αρ. 31,18 Ολας δε τας αλλάς γυναίκας, τας παρθένους, αι
οποίαι δεν ήλθον εις συνάφειαν με άνδρα τινά, κρατήσατέ τας αιχμαλώτους.
Αρ. 31,19 καὶ
ὑμεῖς παρεμβάλετε ἔξω τῆς παρεμβολῆς
ἑπτὰ ἡμέρας· πᾶς ὁ ἀνελὼν
καὶ ὁ ἁπτόμενος τοῦ τετρωμένου ἁγνισθήσεται
τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ καὶ τῇ
ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ὑμεῖς καὶ
ἡ αἰχμαλωσία ὑμῶν·
Αρ. 31,19 Σεις δε όλοι να στρατοπεδεύσετε επί επτά ημέρας
έξω από το στρατόπεδόν μας. Εκείνος ο οποίος εφόνευσεν εχθρόν η ήγγισεν
φονευμένον πρέπει να εξαγνισθή την τρίτην και την εβδόμην ημέραν, σεις και
όλοι οι αιχμάλωτοί σας.
Αρ. 31,20 καὶ πᾶν
περίβλημα καὶ πᾶν σκεῦος δερμάτινον καὶ πᾶσαν
ἐργασίαν ἐξ αἰγείας καὶ πᾶν σκεῦος
ξύλινον ἀφαγνιεῖτε.
Αρ. 31,20 Θα καθαρίσετε δε κάθε ένδυμά σας, κάθε δερμάτινον
σκεύος, κάθε τι που έχει κατασκευασθή από δέρμα αιγός και κάθε ξύλινον
σκεύος”.
Αρ. 31,21 καὶ
εἶπεν Ἐλεάζαρ ὁ ἱερεὺς πρὸς τοὺς
ἄνδρας τῆς δυνάμεως τοὺς ἐρχομένους ἐκ
τῆς παρατάξεως τοῦ πολέμου· τοῦτο τὸ δικαίωμα
τοῦ νόμου, ὃ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Αρ. 31,21 Ο αρχιερεύς Ελεάζαρ, είπε προς τους άνδρας του
στρατού, οι οποίοι είχαν επιστρέψει από τον πόλεμον· “Αυτή είναι η εντολή του
Νομου, την οποίαν έδωσεν ο Κυριος στον Μωϋσήν.
Αρ. 31,22 πλὴν τοῦ
χρυσίου καὶ τοῦ ἀργυρίου καὶ χαλκοῦ καὶ
σιδήρου καὶ μολίβου καὶ κασσιτέρου,
Αρ. 31,22 Εκτός από το χρυσίον, τον άργυρον, τον χαλκόν,
τον σίδηρον, τον μόλυβδον και τον κασσίτερον,
Αρ. 31,23 πᾶν
πρᾶγμα, ὃ διελεύσεται ἐν πυρί, καὶ καθαρισθήσεται,
ἀλλ᾿ ἢ τῷ ὕδατι τοῦ ἁγνισμοῦ
ἁγνισθήσεται· καὶ πάντα ὅσα ἐὰν μὴ
διαπορεύηται διὰ πυρός, διελεύσεται δι᾿ ὕδατος.
Αρ. 31,23 και κάθε άλλον αντικείμενον το οποίον αντέχει
στο πυρ, θα καθαρισθή δια του πυρός, αλλά και με το ύδωρ του εξαγνισμού θα
εξαγνισθή. Ολα δε όσα δεν αντέχουν στο πυρ θα περάσουν από το ύδωρ του
εξαγνισμού, ώστε να καθαρισθούν.
Αρ. 31,24 καὶ
πλυνεῖσθε τὰ ἱμάτια τῇ ἡμέρᾳ τῇ
ἑβδόμῃ καὶ καθαρισθήσεσθε καὶ μετὰ ταῦτα
εἰσελεύσεσθε εἰς τὴν παρεμβολήν.
Αρ. 31,24 Και σεις οι ίδιοι θα πλύνετε τα ενδύματά σας κατά
την εβδόμην ημέραν και θα καταστήτε έτσι καθαροί. Μετά ταύτα θα εισέλθετε στο
στρατόπεδον του Ισραήλ”.
Η διανομή των λαφύρων
Αρ. 31,25 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Αρ. 31,25 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν και είπε·
Αρ. 31,26 λάβε τὸ
κεφάλαιον τῶν σκύλων τῆς αἰχμαλωσίας ἀπὸ
ἀνθρώπου ἕως κτήνους, σὺ καὶ Ἐλεάζαρ ὁ
ἱερεὺς καὶ οἱ ἄρχοντες τῶν πατριῶν
τῆς συναγωγῆς,
Αρ. 31,26 “συ, ο αρχιερεύς Ελεάζαρ και οι άρχοντες των
φυλών του λαού, αριθμήσατε και καταγράψατε όλα τα λάφυρα, που επήρατε από
τους Μαδιανίτας, από ανθρώπου μέχρι ζώου·
Αρ. 31,27 καὶ
διελεῖτε τὰ σκῦλα ἀνὰ μέσον τῶν
πολεμιστῶν τῶν ἐκπεπορευμένων εἰς τὴν
παράταξιν, καὶ ἀνὰ μέσον πάσης συναγωγῆς.
Αρ. 31,27 και διαμοιράσατε τα λάφυρα αυτά εις δύο ίσα
μέρη, ένα μέρος δια τους άνδρας, οι οποίοι εξήλθον στον πόλεμον, και το άλλο
δι' όλον το άλλο πλήθος των Ισραηλιτών.
Αρ. 31,28 καὶ
ἀφελεῖτε τέλος Κυρίῳ παρὰ τῶν ἀνθρώπων
τῶν πολεμιστῶν τῶν ἐκπεπορευμένων εἰς τὴν
παράταξιν μίαν ψυχὴν ἀπὸ πεντακοσίων, ἀπὸ
τῶν ἀνθρώπων καὶ ἀπὸ τῶν κτηνῶν
καὶ ἀπὸ τῶν βοῶν καὶ ἀπὸ
τῶν προβάτων καὶ ἀπὸ τῶν ὄνων·
Αρ. 31,28 Θα αφαιρέσετε όμως, ως φόρον δια τον Κυριον, από
την μερίδα των ανδρών, που εξήλθον στον πόλεμον, ένα άνδρα επί πεντακοσίων
αιχμαλώτων, ένα ζώον επί πεντακοσίων ζώων βοών, προβάτων και όνων.
Αρ. 31,29 καὶ
ἀπὸ τοῦ ἡμίσους αὐτῶν λήψεσθε καὶ
δώσεις Ἐλεάζαρ τῷ ἱερεῖ τὰς ἀπαρχὰς
Κυρίου.
Αρ. 31,29 Αυτό που θα βγάλετε ως φόρον δια τον Κυριον, από
το ήμισυ, που θα έχουν πάρει οι πολεμισταί, θα το δώσης στον αρχιερέα
Ελεάζαρ, ως απαρχήν προς τον Κυριον.
Αρ. 31,30 καὶ
ἀπὸ τοῦ ἡμίσους τοῦ τῶν υἱῶν
Ἰσραὴλ λήψῃ ἕνα ἀπὸ πεντήκοντα
ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ ἀπὸ τῶν
βοῶν καὶ ἀπὸ τῶν προβάτων καὶ
ἀπὸ τῶν ὄνων καὶ ἀπὸ πάντων τῶν
κτηνῶν καὶ δώσεις αὐτὰ τοῖς Λευίταις τοῖς
φυλάσσουσι τὰς φυλακὰς ἐν τῇ σκηνῇ Κυρίου.
Αρ. 31,30 Από δε το άλλο ήμιισυ, από το μερίδιον δηλαδή
του ισραηλιτικού λαού, θα πάρετε ένα επί πεντήκοντα αιχμαλώτων ανθρώπων, επί
πεντήκοντα βοών και προβάτων και όνων και επί όλων γενικώς των ζώων και θα
δώσης αυτά στους Λευΐτας, οι οποίοι έχουν την επίβλεψιν και προσφέρουν τας
υπηρεσίας των εις την Σκηνήν του Κυρίου”.
Αρ. 31,31 καὶ
ἐποίησε Μωυσῆς καὶ Ἐλεάζαρ ὁ ἱερεὺς
καθὰ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Αρ. 31,31 Ο Μωϋσής και ο αρχιερεύς Ελεάζαρ έκαμαν, όπως
διέταξεν ο Θεός τον Μωϋσήν.
Αρ. 31,32 καὶ
ἐγενήθη τὸ πλεόνασμα τῆς προνομῆς, ὃ
προενόμευσαν οἱ ἄνδρες οἱ πολεμισταὶ ἀπὸ
τῶν προβάτων, ἑξακόσιαι χιλιάδες καὶ ἑβδομήκοντα
καὶ πέντε χιλιάδες
Αρ. 31,32 Το πλήθος δε των λαφύρων, τα οποία οι άνδρες οι
πολεμήσαντες έφεραν, ήτο εξακόσιαι εβδομήκοντα πέντε χιλιάδες πρόβατα,
Αρ. 31,33 καὶ βόες δύο
καὶ ἑβδομήκοντα χιλιάδες
Αρ. 31,33 εβδομήκοντα δύο χιλιάδες βόδια
Αρ. 31,34 καὶ ὄνοι
μία καὶ ἑξήκοντα χιλιάδες
Αρ. 31,34 και εξήκοντά μία χιλιάδες όνοι.
Αρ. 31,35 καὶ
ψυχαὶ ἀνθρώπων ἀπὸ τῶν γυναικῶν, αἳ
οὐκ ἔγνωσαν κοίτην ἀνδρός, πᾶσαι ψυχαὶ δύο
καὶ τριάκοντα χιλιάδες.
Αρ. 31,35 Από τους αιχμαλωτισθέντας ανθρώπους ήσαν
γυναίκες παρθένοι, αι οποίαι δεν είχον έλθει εις συνάφειαν με άνδρα,
τριάκοντα δύο χιλιάδες.
Αρ. 31,36 καὶ
ἐγενήθη τὸ ἡμίσευμα ἡ μερὶς τῶν
ἐκπεπορευμένων εἰς τὸν πόλεμον ἐκ τοῦ
ἀριθμοῦ τῶν προβάτων τριακόσιαι καὶ τριάκοντα
χιλιάδες καὶ ἑπτακισχίλια καὶ πεντακόσια.
Αρ. 31,36 Και άρα το ήμισυ από όλα αυτά, το μερίδιον
δηλαδή των λαβόντων μέρος στον πόλεμον, ήτο από μεν τα πρόβατα τριακόσιαι
τριάκοντα επτά χιλιάδες πεντακόσια
Αρ. 31,37 καὶ
ἐγένετο τὸ τέλος Κυρίῳ ἀπὸ τῶν προβάτων
ἑξακόσιαι ἑβδομήκοντα πέντε·
Αρ. 31,37 και ο φόρος από αυτά δια τον Κυριον ήτο εξακόσια
εβδομήκοντα πέντε πρόβατα.
Αρ. 31,38 καὶ βόες
ἓξ καὶ τριάκοντα χιλιάδες, καὶ τὸ τέλος Κυρίῳ
δύο καὶ ἑβδομήκοντα·
Αρ. 31,38 Τα δε βόδια στο μερίδιον των πολεμιστών, ήσαν
τριάκοντα εξ χιλιάδες, ο φόρος από αυτά προς τον Κυριον εβδομήκοντα δύο.
Αρ. 31,39 καὶ ὄνοι
τριάκοντα χιλιάδες καὶ πεντακόσιοι, καὶ τὸ τέλος
Κυρίῳ εἷς καὶ ἑξήκοντα·
Αρ. 31,39 Οι όνοι ήσαν τριάκοντα χιλιάδες πεντακόσιοι ο δε
φόρος προς τον Κυριον εξήκοντα ένας.
Αρ. 31,40 καὶ
ψυχαὶ ἀνθρώπων ἑκκαίδεκα χιλιάδες, καὶ τὸ τέλος
αὐτῶν Κυρίῳ δύο καὶ τριάκοντα ψυχαί.
Αρ. 31,40 Αιχμάλωτοι δε άνθρωποι, ήσαν δέκα εξ χιλιάδες και
ο φόρος προς τον Κυριον τριάκοντα δύο ψυχαί.
Αρ. 31,41 καὶ
ἔδωκε Μωυσῆς τὸ τέλος Κυρίῳ τὸ ἀφαίρεμα
τοῦ Θεοῦ Ἐλεάζαρ τῷ ἱερεῖ, καθὰ συνέταξε
Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Αρ. 31,41 Ο Μωϋσής αυτόν τον προς τον Κυριον φόρον, τον ως
αφιέρωμα προς τον Θεόν, παρέδωκε προς τον Ελεάζαρ τον αρχιερέα, όπως τον είχε
διατάξει ο Θεός.
Αρ. 31,42 ἀπὸ
τοῦ ἡμισεύματος τῶν υἱῶν Ἰσραήλ,
οὓς διεῖλε Μωυσῆς ἀπὸ τῶν ἀνδρῶν
τῶν πολεμιστῶν.
Αρ. 31,42 Το άλλο ήμισυ των λαφύρων, το οποίον ο Μωϋσής
κατόπιν της διανομής που είχε κάμει μεταξύ των πολεμιστών και του λαού, το
έδωσεν στον λαόν.
Αρ. 31,43 καὶ
ἐγένετο τὸ ἡμίσευμα ἀπὸ τῆς
συναγωγῆς ἀπὸ τῶν προβάτων τριακόσιαι καὶ τριάκοντα
χιλιάδες καὶ ἑπτακισχίλια καὶ πεντακόσια
Αρ. 31,43 Το ήμισυ αυτό ήτο τριακόσιοι τριάκοντα επτά
χιλιάδες πεντακόσια πρόβατα,
Αρ. 31,44 καὶ βόες
ἓξ καὶ τριάκοντα χιλιάδες,
Αρ. 31,44 τριάκοντα εξ χιλιάδες βόδια,
Αρ. 31,45 ὄνοι τριάκοντα
χιλιάδες καὶ πεντακόσιοι
Αρ. 31,45 τριάκοντα χιλιάδες πεντακόσιοι όνοι
Αρ. 31,46 καὶ
ψυχαὶ ἀνθρώπων ἓξ καὶ δέκα χιλιάδες.
Αρ. 31,46 και δέκα εξ χιλιάδες άνθρωποι.
Αρ. 31,47 καὶ
ἔλαβε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ ἡμισεύματος
τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ τὸ ἓν
ἀπὸ τῶν πεντήκοντα, ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων
καὶ ἀπὸ τῶν κτηνῶν, καὶ ἔδωκεν
αὐτὰ τοῖς Λευίταις τοῖς φυλάσσουσι τὰς
φυλακὰς τῆς σκηνῆς Κυρίου, ὃν τρόπον συνέταξε Κύριος
τῷ Μωυσῇ.
Αρ. 31,47 Από αυτό το ήμισυ μερίδιον του ισραηλιτικού λαού
επήρεν ο Μωϋσής ένα επί πεντήκοντα ανθρώπων και ένα επί πεντήκοντα ζώων και
έδωκεν αυτά στους Λευΐτας, οι οποίοι επέβλεπον και προσέφεραν τας υπηρεσίας
των εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου, όπως τον είχε διατάξει ο Κυριος.
Αρ. 31,48 Καὶ
προσῆλθον πρὸς Μωυσῆν πάντες οἱ καθεσταμένοι
εἰς τὰς χιλιαρχίας τῆς δυνάμεως, χιλίαρχοι καὶ
ἑκατόνταρχοι, καὶ εἶπαν πρὸς Μωυσῆν·
Αρ. 31,48 Προσήλθον προς τον Μωϋσήν όλοι οι διοικηταί των
στρατιωτικών μονάδων, χιλίαρχοι και εκατόνταρχοι και είπον προς τον Μωϋσήν·
Αρ. 31,49 οἱ
παῖδές σου εἰλήφασι τὸ κεφάλαιον τῶν
ἀνδρῶν τῶν πολεμιστῶν τῶν παρ᾿
ἡμῖν, καὶ οὐ διαπεφώνηκεν ἀπ᾿
αὐτῶν οὐδὲ εἷς·
Αρ. 31,49 “ημείς, οι δούλοι σου, ηριθμήσαμεν τους άνδρας
μας τους πολεμιστάς και είδομεν ότι κανείς δεν λείπει από αυτούς.
Αρ. 31,50 καὶ
προσενηνόχαμεν τὸ δῶρον Κυρίῳ, ἀνὴρ ὃ
εὗρε σκεῦος χρυσοῦν καὶ χλιδῶνα καὶ
ψέλλιον καὶ δακτύλιον καὶ περιδέξιον καὶ ἐμπλόκιον,
ἐξιλάσασθαι περὶ ἡμῶν ἔναντι Κυρίου.
Αρ. 31,50 Δια τούτο εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης μας, έχομεν
φέρει στον Κυριον, ως δώρον ο καθένας μας, ο,τι του ευρίσκετο, δηλαδή χρυσούν
δοχείον, βραχιόλι, κρίκον χρυσόν, δακτυλίδι, βραχιόλι δεξιάς χειρός,
κοσμήματα κόμης γυναικών, προς εξιλέωσίν μας ενώπιον του Κυρίου”.
Αρ. 31,51 καὶ
ἔλαβε Μωυσῆς καὶ Ἐλεάζαρ ὁ ἱερεὺς
τὸ χρυσίον παρ᾿ αὐτῶν πᾶν σκεῦος
εἰργασμένον·
Αρ. 31,51 Ο Μωϋσής και ο Ελεάζαρ ο αρχιερεύς επήραν από
αυτούς τα κατειργασμένα αυτά χρυσά αντικείμενα.
Αρ. 31,52 καὶ
ἐγένετο πᾶν τὸ χρυσίον τὸ ἀφαίρεμα, ὃ
ἀφεῖλον Κυρίῳ, ἑκκαίδεκα χιλιάδες καὶ
ἑπτακόσιοι καὶ πεντήκοντα σίκλοι παρὰ τῶν χιλιάρχων
καὶ παρὰ τῶν ἑκατοντάρχων.
Αρ. 31,52 Ολον δε το αφιερωθέν αυτό χρυσίον προς τον
Κυριον εκ μέρους των χιλιάρχων και εκατοντάρχων ανήλθεν εις δέκα εξ χιλιάδας
επτακοσίους πεντήκοντα σίκλους (εκατόν εβδομήκοντα περίπου χιλιόγραμμα).
Αρ. 31,53 καὶ οἱ
ἄνδρες οἱ πολεμισταὶ ἐπρονόμευσαν ἕκαστος
ἑαυτῷ.
Αρ. 31,53 Αλλά και οι άνδρες, οι οποίοι είχον λάβει μέρος
στον πόλεμον επήραν λάφυρα ο καθένας δια τον εαυτόν του.
Αρ. 31,54 καὶ
ἔλαβε Μωυσῆς καὶ Ἐλεάζαρ ὁ ἱερεὺς
τὸ χρυσίον παρὰ τῶν χιλιάρχων καὶ παρὰ
τῶν ἑκατοντάρχων καὶ εἰσήνεγκεν αὐτὰ
εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου, μνημόσυνον τῶν
υἱῶν Ἰσραὴλ ἔναντι Κυρίου.
Αρ. 31,54 Ο Μωϋσής και ο αρχιερεύς Ελεάζαρ έλαβον το
χρυσίον αυτό, το αφιερωθέν εκ μέρους των χιλιάρχων και εκατοντάρχων, και το
προσέφεραν εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου, εις μνημόσυνον των Ισραηλιτών ενώπιον
του Κυρίου.
|