ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

ΑΡΙΘΜΟΙ- ΚΕΦ. 16-20

 

 

Η ΑΝΤΑΡΣΙΑ ΤΩΝ ΚΟΡΕ, ΔΑΘΑΝ ΚΑΙ ΑΒΕΙΡΩΝ

ΝΟΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ - Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΑΡΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16- Η ΑΝΤΑΡΣΙΑ ΤΩΝ ΚΟΡΕ, ΔΑΘΑΝ ΚΑΙ ΑΒΕΙΡΩΝ

                                    Ανταρσία των Κορέ, Δαθάν και Αβειρών κατά του Μωυσή

Αρ. 16,1             Καὶ ἐλάλησε Κορὲ υἱὸς Ἰσσάαρ υἱοῦ Καὰθ υἱοῦ Λευὶ καὶ Δαθὰν καὶ Ἀβειρὼν υἱοὶ Ἑλιὰβ καὶ Αὔν υἱὸς Φαλὲθ υἱοῦ Ῥουβήν,

Αρ. 16,1                     Ο Κορέ, υιός του Ισσαάρ υιού του Καάθ, υιού του Λευϊ, συνεσκέφθη και συνώμοσε με τον Δαθάν και τον Αβειρών, οι οποίοι ήσαν υιοί του Ελιάβ, και με τον Αυν, υιόν του Φαλέθ υιού του Ρουβήν,

Αρ. 16,2             καὶ ἀνέστησαν ἔναντι Μωυσῆ, καὶ ἄνδρες τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ πεντήκοντα καὶ διακόσιοι, ἀρχηγοὶ συναγωγῆς, σύγκλητοι βουλῆς καί ἄνδρες ὀνομαστοί,

Αρ. 16,2                     και εστασίασαν εναντίον του Μωϋσέως. Μαζή δε με αυτούς εστασίασαν και διακόσιοι πεντήκοντα από τους Ισραηλίτας, οι οποίοι ήσαν άρχοντες του λαού, εκλεκτά μέλη των συνελεύσεων του λαού, άνδρες με φήμην.

Αρ. 16,3             συνέστησαν ἐπὶ Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν καὶ εἶπαν· ἐχέτω ὑμῖν, ὅτι πᾶσα ἡ συναγωγὴ πάντες ἅγιοι, καὶ ἐν αὐτοῖς Κύριος, καὶ διατί κατανίστασθε ἐπὶ τὴν συναγωγὴν Κυρίου;

Αρ. 16,3                     Αυτοί επαναστάτησαν εναντίον του Μωϋσέως και του Ααρών και είπαν προς αυτούς· “ακούσατε και μάθετε σεις, ότι ο λαός είναι άγιος, και ο Κυριος είναι μαζή με τον λαόν. Διατί, λοιπόν, σεις υψώνετε τον εαυτόν σας απέναντι του λαού και κατακρατείτε την αρχηγίαν;”

Αρ. 16,4             καὶ ἀκούσας Μωυσῆς ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον,

Αρ. 16,4                     Οταν ο Μωϋσής ήκουσεν αυτά, έπεσε με το πρόσωπον κατά γης (προφανώς ένεκα του πόνου του και δια να προσευχηθή μυστικώς προς τον Κυριον).

Αρ. 16,5             καὶ ἐλάλησε πρὸς Κορὲ καὶ πρὸς πᾶσαν αὐτοῦ τὴν συναγωγὴν λέγων· ἐπέσκεπται καὶ ἔγνω ὁ Θεὸς τοὺς ὄντας αὐτοῦ καὶ τοὺς ἁγίους, καὶ προσηγάγετο πρὸς ἑαυτόν, καὶ οὓς ἐξελέξατο ἑαυτῷ, προσηγάγετο πρὸς ἑαυτόν.

Αρ. 16,5                     Ωμίλησε προς τον Κορέ και τους στασιαστάς, που τον είχον ακολουθήσει, λέγων· “ο Θεός είναι εκείνος, ο οποίος επεσκέφθη, εγνώρισε και εξέλεξε τους ιδικούς του ανθρώπους ως αφιερωμένους και τους ωδήγησεν εις την υπηρεσίαν του. Αυτούς, τους οποίους εξέλεξε δια τον εαυτόν του, αυτούς οδήγησε και τους κατέστησεν αξίους να τον υπηρετούν.

Αρ. 16,6             τοῦτο ποιήσατε· λάβετε ὑμῖν αὐτοῖς πυρεῖα, Κορὲ καὶ πᾶσα ἡ συναγωγὴ αὐτοῦ,

Αρ. 16,6                     Δια να καταδειχθή όμως, εάν εκείνοι η σεις είσθε οι εκλεκτοί του Θεού, κάμετε τούτο· λάβετε σεις, ο Κορέ και όλοι όσοι τον ακολουθούν, πυροδοχεία,

Αρ. 16,7             καὶ ἐπίθετε ἐπ᾿ αὐτὰ πῦρ, καὶ ἐπίθετε ἐπ᾿ αὐτὰ θυμίαμα ἔναντι Κυρίου αὔριον· καὶ ἔσται ὁ ἀνήρ, ὃν ἐκλέλεκται Κύριος, οὗτος ἅγιος· ἱκανούσθω ὑμῖν υἱοὶ Λευί.

Αρ. 16,7                     θέσατε εις αυτά πυρ και επάνω στο πυρ θυμίαμα, δια να θυμιάσετε ενώπιον του Κυρίου αύριο. Αυτός δε ο άνθρωπος τον οποίον θα εκλέξη ο Κυριος, δεχόμενος το θυμίαμά του, αυτός θα είναι ο ιερεύς. Ας θεωρηθή αυτό αξιόπιστος και ικανή μαρτυρία προς σας, Λευίται επαναστάται”.

Αρ. 16,8             καὶ εἶπε Μωυσῆς πρὸς Κορέ· εἰσακούσατέ μου, υἱοὶ Λευί.

Αρ. 16,8                     Είπεν ακόμη ο Μωϋσής προς τον Κορέ και τους ακολούθους του· “ακούσατε τα λόγια μου σεις, που είσθε απόγονοι του Λευι·

Αρ. 16,9             μὴ μικρόν ἐστι τοῦτο ὑμῖν, ὅτι διέστειλεν ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ ὑμᾶς ἐκ συναγωγῆς Ἰσραὴλ καὶ προσηγάγετο ὑμᾶς πρὸς ἑαυτὸν λειτουργεῖν τὰς λειτουργίας τῆς σκηνῆς Κυρίου καὶ παρίστασθαι ἔναντι τῆς σκηνῆς λατρεύειν αὐτοῖς;

Αρ. 16,9                     μικρόν πράγμα για σας είναι το ότι ο Θεός του Ισραήλ σας εξεχώρισεν από όλον τον λαόν των Ισραηλιτών και σας προσέλαβε δια τον εαυτόν του, ώστε να υπηρετήτε και να προσφέρετε ιεράς υπηρεσίας εις την Σκηνήν του Κυρίου και να παρίστασθε ενώπιον αυτής της Σκηνής και να προσφέρετε λατρευτικάς διαικονίας υπέρ των αδελφών σας;

Αρ. 16,10           καὶ προσηγάγετό σε καὶ πάντας τοὺς ἀδελφούς σου υἱοὺς Λευὶ μετὰ σοῦ καὶ ζητεῖτε καὶ ἱερατεύειν;

Αρ. 16,10                   Είναι μικρόν πράγμα ότι προσέλαβεν ο Θεός σε και μαζή με σε όλους τους αδελφούς σου από την φυλήν Λευί ως υπηρέτας εις την Σκηνήν και ζητείτε τώρα να γίνετε και ιερείς;

Αρ. 16,11           οὕτως σὺ καὶ πᾶσα ἡ συναγωγή σου ἡ συνηθροισμένη πρὸς τὸν Θεόν· καὶ Ἀαρὼν τίς ἐστιν, ὅτι διαγογγύζετε κατ᾿ αὐτοῦ;

Αρ. 16,11                    Ετσι λοιπόν φέρεσθε συ, Κορέ και οι ομόφρονές σου, οι οποίοι ωργανώσατε συνωμοσίαν εναντίον του Θεού! Τι δε είναι ο Ααρών, εναντίον του οποίου σεις γογγύζετε; Δεν είναι αυτός, που έχει εκλεγή από τον Θεόν;”

Αρ. 16,12           καὶ ἀπέστειλε Μωυσῆς καλέσαι Δαθὰν καὶ Ἀβειρὼν υἱοὺς Ἑλιάβ· καὶ εἶπαν· οὐκ ἀναβαίνομεν·

Αρ. 16,12                   Εστειλεν ο Μωϋσής και εκάλεσε τον Δαθάν και τον Αβειρών, τους υιούς του Ελιάβ, και εκείνοι απήντησαν· “δεν ερχόμεθα·

Αρ. 16,13           μὴ μικρὸν τοῦτο, ὅτι ἀνήγαγες ἡμᾶς εἰς γῆν ῥέουσαν γάλα καὶ μέλι ἀποκτεῖναι ἡμᾶς ἐν τῇ ἐρήμῳ, ὅτι κατάρχεις ἡμῶν ἄρχων;

Αρ. 16,13                   μήπως είναι μικρόν αυτό που μας έκαμες, ότι μας έβγαλές από την Αίγυπτον δια να μας οδηγήσης εις γην ρέουσαν γάλα και μέλι, εις δε την πραγματικότητα μας έφερες εις την έρημον, δια να μας θανατώσης; Και θέλεις δια της βίας να καθήσης επάνω μας ως άρχων;

Αρ. 16,14           εἰ καὶ εἰς γῆν ῥέουσαν γάλα καὶ μέλι εἰσήγαγες ἡμᾶς καὶ ἔδωκας ἡμῖν κλῆρον ἀγροῦ καὶ ἀμπελῶνας, τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ἂν ἐξέκοψας· οὐκ ἀναβαίνομεν.

Αρ. 16,14                   Που είναι η γη η ρέουσα γάλα και μέλι, εις την οποίαν μας εισήγαγες και της οποίας τους αγρούς και τους αμπελώνας μας έδωκες κληρονομίαν; Ασφαλώς προσπαθείς να τυφλώσης τους οφθαλμούς των ανθρώπων τούτων. Ημείς δεν ερχόμεθα”.

Αρ. 16,15           καὶ ἐβαρυθύμησε Μωυσῆς σφόδρα καὶ εἶπε πρὸς Κύριον· μὴ πρόσχῃς εἰς τὴν θυσίαν αὐτῶν· οὐκ ἐπιθύμημα οὐδενὸς αὐτῶν εἴληφα, οὐδὲ ἐκάκωσα οὐδένα αὐτῶν.

Αρ. 16,15                   Ελυπήθη και επικράνθη πάρα πολύ ο Μωϋσής και είπε προς τον Κυριον· “μη δώσης σημασίαν, Κυριε, και μη δεχθής την θυσίαν θυμιάματος, που θα σου προσφέρουν οι άνθρωποι αυτοί. Εγώ τίποτε δεν επεθύμησα και τίποτε δεν έλαβα από τα πράγματα των ανθρώπων αυτών και κανένα από αυτούς δεν έχω αδικήσει”.

 

                                     Η τιμωρία των στασιαστών από τον Κύριο

Αρ. 16,16           καὶ εἶπε Μωυσῆς πρὸς Κορέ· ἁγίασον τὴν συναγωγήν σου καὶ γίνεσθε ἕτοιμοι ἔναντι Κυρίου σὺ καὶ Ἀαρὼν καὶ αὐτοὶ αὔριον.

Αρ. 16,16                   Είπεν ο Μωϋσής προς τον Κορέ· “αύριον πάρε μαζή σου και ξεχώρισε τους ομόφρονάς σου και γίνεσθε έτοιμοι ενώπιον του Κυρίου συ και οι δικοί σου από το ένα μέρος, ο Ααρών δε από το άλλο.

Αρ. 16,17           καὶ λάβετε ἕκαστος τὸ πυρεῖον αὐτοῦ καὶ ἐπιθήσετε ἐπ᾿ αὐτὰ θυμίαμα καὶ προσάξετε ἔναντι Κυρίου ἕκαστος τὸ πυρεῖον αὐτοῦ, πεντήκοντα καὶ διακόσια πυρεῖα, καὶ σὺ καὶ Ἀαρὼν ἕκαστος τὸ πυρεῖον αὐτοῦ.

Αρ. 16,17                   Ο καθένας σας ας πάρη το πυροδοχείον του και ας θέση εις αυτό θυμίαμα. Θα προσφέρετε ενώπιον του Κυρίου ο καθένας σας το πυροδοχείον του, διακόσια πεντήκοντα πυροδοχεία των ομοφρόνων σου και συ το ιδικόν σου, ο δε Ααρών το ιδικόν του πυροδοχείον”.

Αρ. 16,18           καὶ ἔλαβεν ἕκαστος τὸ πυρεῖον αὐτοῦ καὶ ἐπέθηκαν ἐπ᾿ αὐτὰ πῦρ καὶ ἐπέβαλον ἐπ᾿ αὐτὰ θυμίαμα. καὶ ἔστησαν παρὰ τὰς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου Μωυσῆς καὶ Ἀαρών.

Αρ. 16,18                   Την επομένην ημέραν επήρεν ο καθένας από αυτούς το πυροδοχείον του, έθεσεν εις αυτό πυρ και επάνω στο πυρ το θυμίαμα. Ο Μωϋσής και ο Ααρών εστάθησαν ορθοί πλησίον εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου.

Αρ. 16,19           καὶ ἐπισυνέστησεν ἐπ᾿ αὐτοὺς Κορὲ τὴν πᾶσαν αὐτοῦ συναγωγὴν παρὰ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου. καὶ ὤφθη ἡ δόξα Κυρίου πάσῃ τῇ συναγωγῇ.

Αρ. 16,19                   Ο δε Κορέ και οι ομόφρονές του συνεκεντρώθησαν απέναντι αυτών πλησίον εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου. Αμέσως δε θεία λάμψις εφάνη εις όλον το πλήθος του Ισραήλ.

Αρ. 16,20           καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγων·

Αρ. 16,20                  Και ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν και τον Ααρών λέγων·

Αρ. 16,21           ἀποσχίσθητε ἐκ μέσου τῆς συναγωγῆς ταύτης, καὶ ἐξαναλώσω αὐτοὺς εἰσάπαξ.

Αρ. 16,21                   “απομακρυνθήτε μέσα από την συγκέντρωσιν του λαού αυτού, διότι εγώ με ένα μου κτύπημα θα τους εξοντώσω”.

Αρ. 16,22           καὶ ἔπεσαν ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ εἶπαν· Θεός, Θεὸς τῶν πνευμάτων καὶ πάσης σαρκός, εἰ ἄνθρωπος εἷς ἥμαρτεν, ἐπὶ πᾶσαν τὴν συναγωγὴν ὀργὴ Κυρίου;

Αρ. 16,22                  Ο Μωϋσής και ο Ααρών έπεσαν με το πρόσωπον κατά γης και είπον· “ω Θεέ ! Συ ο Θεός των πνευμάτων και πάσης σαρκός, εάν ένας μόνον άνθρωπος ημάρτησεν απέναντί σου, θα εξαποστείλης την οργήν σου εναντίον όλης της συναγωγής;”

Αρ. 16,23           καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·

Αρ. 16,23                  Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και είπε·

Αρ. 16,24           λάλησον τῇ συναγωγῇ λέγων· ἀναχωρήσατε κύκλῳ ἀπὸ τῆς συναγωγῆς Κορέ.

Αρ. 16,24                  “ομίλησε στον λαόν και ειπέ εις αυτούς· Φυγετε και απομακρυνθήτε γύρω από τους συνωμότας του Κορέ”.

Αρ. 16,25           καὶ ἀνέστη Μωυσῆς καὶ ἐπορεύθη πρὸς Δαθὰν καὶ Ἀβειρών, καὶ συνεπορεύθησαν μετ᾿ αὐτοῦ πάντες οἱ πρεσβύτεροι Ἰσραήλ.

Αρ. 16,25                  Ηγέρθη ο Μωϋσής, μετέβη προς τον Δαθάν και τον Αβειρών και μαζή με αυτόν επορεύθησαν όλοι οι γεροντώτεροι Ισραηλίται.

Αρ. 16,26           καὶ ἐλάλησε πρὸς τὴν συναγωγὴν λέγων· ἀποσχίσθητε ἀπὸ τῶν σκηνῶν τῶν ἀνθρώπων τῶν σκληρῶν τούτων, καὶ μὴ ἅπτεσθε ἀπὸ πάντων, ὧν ἐστιν αὐτοῖς, μὴ συναπόλησθε ἐν πάσῃ τῇ ἁμαρτίᾳ αὐτῶν.

Αρ. 16,26                  Ο Μωϋσής ωμίλησε προς τον λαόν του Ισραήλ και είπε· “απομακρυνθήτε από τας σκηνάς των σκληρών αυτών ανθρώπων και μη εγγίζετε τίποτε, από όσα πράγματα ανήκουν εις αυτούς, δια να μη καταστραφήτε μαζή των εξ αιτίας της αμαρτίας των”.

Αρ. 16,27           καὶ ἀπέστησαν ἀπὸ τῆς σκηνῆς Κορὲ κύκλῳ· καὶ Δαθὰν καὶ Ἀβειρὼν ἐξῆλθον καὶ εἱστήκεισαν παρὰ τὰς θύρας τῶν σκηνῶν αὐτῶν καὶ αἱ γυναῖκες αὐτῶν καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν καὶ ἡ ἀποσκευὴ αὐτῶν.

Αρ. 16,27                  Οι Ισραηλίται απεμακρύνθησαν ολόγυρα από την σκηνήν του Κορέ. Ο Δαθάν όμως και ο Αβειρών εβγήκαν από τας σκηνάς των και εστάθησαν εγωϊσταί και πείσμονες εις τας θύρας των σκηνών των αυτοί και αι γυναίκες των και τα τέκνα των και αι αποσκευαί των.

Αρ. 16,28           καὶ εἶπε Μωυσῆς· ἐν τούτῳ γνώσεσθε ὅτι Κύριος ἀπέστειλέ με ποιῆσαι πάντα τὰ ἔργα ταῦτα, ὅτι οὐκ ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ·

Αρ. 16,28                  Είπεν ο Μωϋσής προς όλους αυτούς· “με όσα θα γίνουν τώρα θα μάθετε ότι ο Κυριος με έστειλε να κάμω αυτά τα έργα, ότι δεν ήλθα από τον εαυτόν μου αυτόκλητος.

Αρ. 16,29           εἰ κατὰ θάνατον πάντων ἀνθρώπων ἀποθανοῦνται οὗτοι, εἰ καὶ κατ᾿ ἐπίσκεψιν πάντων ἀνθρώπων ἐπισκοπὴ ἔσται αὐτῶν, οὐχὶ Κύριος ἀπέσταλκέ με·

Αρ. 16,29                  Εάν ο Δαθάν και ο Αβειρών αποθάνουν φυσιολογικόν θάνατον, όπως όλοι οι άνθρωποι, εάν η επίσκεψις του Κυρίου προς αυτούς είναι όπως και προς όλους τους ανθρώπους, τότε αυτό θα είναι δείγμα, ότι δεν με έχει στείλει ο Κυριος.

Αρ. 16,30           ἀλλ᾿ ἢ ἐν φάσματι δείξει Κύριος, καὶ ἀνοίξασα ἡ γῆ τὸ στόμα αὐτῆς καταπίεται αὐτοὺς καὶ τοὺς οἴκους αὐτῶν καὶ τὰς σκηνὰς αὐτῶν καὶ πάντα, ὅσα ἐστὶν αὐτοῖς, καὶ καταβήσονται ζῶντες εἰς ᾅδου, καὶ γνώσεσθε, ὅτι παρώξυναν οἱ ἄνθρωποι οὗτοι τὸν Κύριον.

Αρ. 16,30                  Αλλ' εάν ο Κυριος δείξη θαύμα τρομερόν και ανοίξη η γη το στόμα της και καταπίη αυτούς και τας οικογενείας των και τας σκηνάς των και όλα όσα τους ανήκουν, και καταβούν έτσι εις στιγμήν χρόνου ζωντανοί στον άδην, τότε θα μάθετε καλά ότι οι άνθρωποι αυτοί εξώργισαν τον Κυριον με την επανάστασίν των”.

Αρ. 16,31           ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν πάντας τοὺς λόγους τούτους, ἐῤῥάγη ἡ γῆ ὑποκάτω αὐτῶν,

Αρ. 16,31                   Μολις δε ο Μωϋσής έπαυσε να λέγη τα λόγια αυτά, εσχίσθη η γη κάτω από τα πόδια εκείνων,

Αρ. 16,32           καὶ ἠνοίχθη ἡ γῆ καὶ κατέπιεν αὐτοὺς καὶ τοὺς οἴκους αὐτῶν καὶ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς ὄντας μετὰ Κορὲ καὶ τὰ κτήνη αὐτῶν.

Αρ. 16,32                  ήνοιξεν η γη και κατέπιεν αυτούς και τας οικογενείας των και όλους όσοι ήσαν με τον Κορέ, και τα ζώα των,

Αρ. 16,33           καὶ κατέβησαν αὐτοὶ καὶ ὅσα ἐστὶν αὐτῶν ζῶντα εἰς ᾅδου, καὶ ἐκάλυψεν αὐτοὺς ἡ γῆ, καὶ ἀπώλοντο ἐκ μέσου τῆς συναγωγῆς.

Αρ. 16,33                   και κατέβησαν αυτοί, και όσοι άλλοι ήσαν με το μέρος των, ζωντανοί στον άδην, τους εσκέπασεν η γη και εχάθησαν εκ μέσου του ισραηλιτικού λαού.

Αρ. 16,34           καὶ πᾶς Ἰσραὴλ οἱ κύκλῳ αὐτῶν ἔφυγον ἀπὸ τῆς φωνῆς αὐτῶν, ὅτι λέγοντες· μή ποτε καταπίῃ ἡμᾶς ἡ γῆ.

Αρ. 16,34                  Οι δε άλλοι Ισραηλίται, που ήσαν γύρω και εις απόστασιν από αυτούς, όταν ήκουσαν τας σπαρακτικάς φωνάς εκείνων, ετράπησαν εις φυγήν λέγοντες· “ας φύγωμεν μήπως καταπίη και ημάς η γη” !

Αρ. 16,35           καὶ πῦρ ἐξῆλθε παρὰ Κυρίου καὶ κατέφαγε τοὺς πεντήκοντα καὶ διακοσίους ἄνδρας τοὺς προσφέροντας τὸ θυμίαμα.

Αρ. 16,35                   Πυρ δε προερχόμενον κατ' ευθείαν από τον Κυριον εξήλθε και κατέφαγε τους διακοσίους πεντήκοντα άνδρας, οι οποίοι προσέφεραν τότε το θυμίαμά των.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17- ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΙ ΝΑ ΠΛΗΣΙΑΖΟΥΝ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ 

Ο ΜΩΥΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΑΡΩΝ ΣΩΖΟΥΝ ΤΟΝ ΛΑΟ - Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΚΛΕΓΕΙ ΤΟΝ ΑΑΡΩΝ ΩΣ ΑΡΧΙΕΡΕΑ

                                     Ποιοι είναι κατάλληλοι να πλησιάζουν τον Κύριο

Αρ. 17,1             Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν

Αρ. 17,1                      Μετά ταύτα είπεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν,

Αρ. 17,2             καὶ πρὸς Ἐλεάζαρ τὸν υἱὸν Ἀαρὼν τὸν ἱερέα· ἀνέλεσθε τὰ πυρεῖα τὰ χαλκᾶ ἐκ μέσου τῶν κατακεκαυμένων καὶ τὸ πῦρ τὸ ἀλλότριον τοῦτο σπεῖρον ἐκεῖ,

Αρ. 17,2                     και προς τον Ελεάζαρ τον ιερέα, τον υιόν του Ααρών· “πάρετε τα χάλκινα θυμιατήρια από τους κατακαέντας αυτούς άνδρας και διασκορπίσατε το ξένον πυρ εκεί μακράν·

Αρ. 17,3             ὅτι ἡγίασαν τὰ πυρεῖα τῶν ἁμαρτωλῶν τούτων ἐν ταῖς ψυχαῖς αὐτῶν· καὶ ποίησον αὐτὰ λεπίδας ἐλατὰς περίθεμα τῷ θυσιαστηρίῳ, ὅτι προσηνέχθησαν ἔναντι Κυρίου καὶ ἡγιάσθησαν καὶ ἐγένοντο εἰς σημεῖον τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ.

Αρ. 17,3                     διότι και τα πυροδοχεία αυτά ηγιάσθησαν, εφ' όσον οι αμαρτωλοί αυτοί άνθρωποι επλήρωσαν με την ζωήν των την ενοχήν των. Καμε αυτά ελάσματα δια σφυρηλατήσεως και βάλε τα ως περίβλημα στο θυσιαστήριον, διότι, εφ' όσον προσεφέρθησαν προς τον Κυριον, ηγιάσθησαν και έγιναν πλέον δια τους Ισραηλίτας σημείον της δικαιοσύνης του Θεού”.

Αρ. 17,4             καὶ ἔλαβεν Ἐλεάζαρ υἱὸς Ἀαρὼν τοῦ ἱερέως τὰ πυρεῖα τὰ χαλκᾶ, ὅσα προσήνεγκαν οἱ κατακεκαυμένοι, καὶ προσέθηκαν αὐτὰ περίθεμα τῷ θυσιαστηρίῳ,

Αρ. 17,4                     Ο Ελεάζαρ, ο υιός του αρχιερέως Ααρών, επήρε τα χάλκινα πυροδοχεία, όσα προσέφεραν δια να θυμιάσουν οι κατακαέντες άνδρες, τα κατειργάσθησαν και τα έθεσαν ως περίβλημα στο θυσιαστήριον των ολοκαύτωματων.

Αρ. 17,5             μνημόσυνον τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, ὅπως ἂν μὴ προσέλθῃ μηδεὶς ἀλλογενής, ὃς οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ σπέρματος Ἀαρών, ἐπιθεῖναι θυμίαμα ἔναντι Κυρίου καὶ οὐκ ἔσται ὥσπερ Κορὲ καὶ ἡ ἐπισύστασις αὐτοῦ, καθὰ ἐλάλησε Κύριος ἐν χειρὶ Μωυσῆ αὐτῷ.

Αρ. 17,5                     Αυτό έγινε, δια να υπενθυμίζη στους Ισραηλίτας ότι δεν πρέπει κανείς ξένος, κανείς ο οποίος δεν κατάγεται από τους απογόνους του Ααρών, να προσέλθη και να προσφέρη θυμίαμα ενώπιον του Κυρίου, δια να μη συμβή εις αυτόν ο,τι στον Κορέ και τους αυστασιαστάς του. Εις τον Κορέ ουνέβη ο,τι ακριβώς ανήγγειλεν ο Θεός δια του Μωϋσέως.

                                      

                                    Ο Μωυσής και ο Ααρών σώζουν το λαό

Αρ. 17,6             Καὶ ἐγόγγυσαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ τῇ ἐπαύριον ἐπὶ Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγοντες· ὑμεῖς ἀπεκτάγκατε τὸν λαὸν Κυρίου.

Αρ. 17,6                     Την επομένην ημέραν εγόγγυσαν πάλιν οι Ισραηλίται εναντίον του Μωϋσέως και του Ααρών κατηγορούντες αυτούς και λέγοντες· “σεις εφονεύσατε τον λαόν του Κυρίου” !

Αρ. 17,7             καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐπισυστρέφεσθαι τὴν συναγωγὴν ἐπὶ Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν καὶ ὥρμησαν ἐπὶ τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου, καὶ τήνδε ἐκάλυψεν αὐτὴν ἡ νεφέλη καὶ ὤφθη ἡ δόξα Κυρίου.

Αρ. 17,7                     Και όταν ο λαός έξαλλος εστράφη και ώρμησεν εναντίον του Μωυσέως και του Ααρών, αυτοί έσπευσαν εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου, δια να αποφύγουν την μανίαν των Ισραηλιτών. Αμέσως δε εκάλυψε την Σκηνήν η νεφέλη και εφάνη θεία λάμψις περιφρουρούσα αυτούς.

Αρ. 17,8             καὶ εἰσῆλθε Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν κατὰ πρόσωπον τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.

Αρ. 17,8                     Ο Μωυσής και ο Ααρών ήλθον εμπρός εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου.

Αρ. 17,9             καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγων·

Αρ. 17,9                     Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωυσήν και τον Ααρών λέγων·

Αρ. 17,10           ἐκχωρήσατε ἐκ μέσου τῆς συναγωγῆς ταύτης, καὶ ἐξαναλώσω αὐτοὺς εἰσάπαξ. καὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν.

Αρ. 17,10                   “απομακρυνθήτε ανάμεσα από τον λαόν αυτόν, διότι εγώ θα τους εξοντώσω όλους δια μιας”. Εκείνοι όμως έπεσαν με το πρόσωπον κατά γης, (παρακαλούντες προφανώς τον Θεόν δια τον στασιάσαντα λαόν),

Αρ. 17,11           καὶ εἶπε Μωυσῆς πρὸς Ἀαρών· λάβε τὸ πυρεῖον καὶ ἐπίθες ἐπ᾿ αὐτὸ πῦρ ἀπὸ τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἐπίβαλε ἐπ᾿ αὐτὸ θυμίαμα καὶ ἀπένεγκε τὸ τάχος εἰς τὴν παρεμβολὴν καὶ ἐξίλασαι περὶ αὐτῶν· ἐξῆλθε γὰρ ὀργὴ ἀπὸ προσώπου Κυρίου, ἦρκται θραύειν τὸν λαόν.

Αρ. 17,11                    εγερθείς δε ο Μωϋσής είπε προς τον Ααρών· “πάρε το πυροδοχείον, θέσε επάνω εις αυτό πυρ από το θυσιαστήριον, και βάλε επάνω θαμίαμα και φέρε το, όσον το δυνατόν ταχύτερα, στο στρατόπεδον, δια να εξευμενίσης τον Θεόν δι' αυτούς”. Διότι οργή του Θεού είχεν εκσπάσει και θραύσις μεγάλη είχεν αρχίσει εναντίον του αποστάτου λαού.

Αρ. 17,12           καὶ ἔλαβεν Ἀαρών, καθάπερ ἐλάλησεν αὐτῷ Μωυσῆς, καὶ ἔδραμεν εἰς τὴν συναγωγήν· καὶ ἤδη ἐνῆρκτο ἡ θραῦσις ἐν τῷ λαῷ· καὶ ἐπέβαλε τὸ θυμίαμα καὶ ἐξιλάσατο περὶ τοῦ λαοῦ

Αρ. 17,12                   Ο Ααρών επήρεν ο,τι είχεν είπει εις αυτόν ο Μωϋσής, έτρεξεν εις τον λαόν, εν μέσω του οποίου είχεν ήδη αρχίσει η θραύσις, έβαλε το θυμίαμα, εθυμίασε και εξιλέωσε τον Θεόν υπέρ του λαού.

Αρ. 17,13           καὶ ἔστη ἀναμέσον τῶν τεθνηκότων καὶ τῶν ζώντων, καὶ ἐκόπασεν ἡ θραῦσις.

Αρ. 17,13                   Ο Ααρών εστάθη μεταξύ των νεκρών και των ζωντανών και εσταμάτησε το θανατικό.

Αρ. 17,14           καὶ ἐγένοντο οἱ τεθνηκότες ἐν τῇ θραύσει τεσσαρεσκαίδεκα χιλιάδες καὶ ἑπτακόσιοι, χωρὶς τῶν τεθνηκότων ἕνεκεν Κορέ.

Αρ. 17,14                   Ο αριθμός των αποθανόντων από το κτύπημα εκείνο του Θεού ανήλθεν εις δέκα τέσσαρας χιλιάδας επτακοσίους, πλην εκείνων που είχαν αποθάνει εξ αιτίας του Κορέ.

Αρ. 17,15           καὶ ἐπέστρεψεν Ἀαρών πρὸς Μωυσῆν ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου, καὶ ἐκόπασεν ἡ θραῦσις.

Αρ. 17,15                   Ο Ααρών επέστρεψε προς τον Μωϋσήν εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου, και κατέπαυσε το κτύπημα του θανάτου.

 

                                    Ο Κύριος εκλέγει τον Ααρών ως αρχιερέα

Αρ. 17,16           Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·

Αρ. 17,16                   Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·

Αρ. 17,17           λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ καὶ λάβε παρ᾿ αὐτῶν ῥάβδον ῥάβδον κατ᾿ οἴκους πατριῶν παρὰ πάντων τῶν ἀρχόντων αὐτῶν, κατ᾿ οἴκους πατριῶν αὐτῶν, δώδεκα ῥάβδους, καὶ ἑκάστου τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐπίγραψον ἐπὶ τῆς ῥάβδου.

Αρ. 17,17                   “ομίλησε προς τους Ισραηλίτας, πάρε από αυτούς ράβδον, μίαν ράδδον από κάθε φυλήν, από τους αρχηγούς της φυλής, κατά τας πατριαρχικάς οικογενείας, δώδεκα ράβδου κατά τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ. Γράψε το όνομα εκάστου αρχηγού επάνω εις την ράβδον του.

Αρ. 17,18           καὶ τὸ ὄνομα Ἀαρὼν ἐπίγραψον ἐπὶ τῆς ῥάβδου Λευί· ἔστι γὰρ ῥάβδος μία, κατὰ φυλὴν οἴκου πατριῶν αὐτῶν δώσουσι.

Αρ. 17,18                   Το όνομα του Ααρών να το επιγράψης εις την ράβδον της φυλής του Λευι, διότι κάθε φυλή θα δώση μίαν ράβδον.

Αρ. 17,19           καὶ θήσεις αὐτὰς ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου, κατέναντι τοῦ μαρτυρίου, ἐν οἷς γνωσθήσομαί σοι ἐκεῖ.

Αρ. 17,19                   Τας ράβδους αυτάς θα τας θέσης εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου απέναντι της Κιβωτού του Μαρτυρίου, και δι' αυτών θα αποκαλυφθώ εγώ εκεί.

Αρ. 17,20           καὶ ἔσται ὁ ἄνθρωπος, ὃν ἂν ἐκλέξωμαι αὐτόν, ἡ ῥάβδος αὐτοῦ ἐκβλαστήσει· καὶ περιελῶ ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸν γογγυσμὸν υἱῶν Ἰσραήλ, ἃ αὐτοὶ γογγύζουσιν ἐφ᾿ ὑμῖν.

Αρ. 17,20                  Εκείνον, του οποίου η ράβδος θα βλαστήση, θα τον εκλέξω εγώ ως αρχιερέα. Ετσι δε θα αφαιρέσω τον εναντίον σας γογγυσμόν των Ισραηλιτών, ο οποίος εις την πραγματικότητα στρέφεται εναντίον εμού”.

Αρ. 17,21           καὶ ἐλάλησε Μωυσῆς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ ἔδωκαν αὐτῷ πάντες οἱ ἄρχοντες αὐτῶν ῥάβδον, τῷ ἄρχοντι τῷ ἑνὶ ῥάβδον κατ᾿ ἄρχοντα, κατ᾿ οἴκους πατριῶν αὐτῶν, δώδεκα ῥάβδους, καὶ ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν ἀνὰ μέσον τῶν ῥάβδων αὐτῶν.

Αρ. 17,21                   Ανεκοίνωσεν αυτά ο Μωϋσής προς τους Ισραηλίτας και όλοι οι αρχηγοί αυτών του έδωσαν τας ράβδους των. Εκαστος δηλαδή αρχηγός έδωσε ανά μίαν ράβδον, μίαν ράβδον δι' εκάστην φυλήν, δώδεκα εν συνόλω ράβδους. Μεταξύ δε αυτών ήτο και η ράβδος του Ααρών.

Αρ. 17,22           καὶ ἀπέθηκε Μωυσῆς τὰς ῥάβδους ἔναντι Κυρίου ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου.

Αρ. 17,22                  Ο Μωϋσής έθεσε τας ράβδους αυτάς ενώπιον του Κυρίου εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου.

Αρ. 17,23           καὶ ἐγένετο τῇ ἐπαύριον καὶ εἰσῆλθε Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου, καὶ ἰδοὺ ἐβλάστησεν ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν εἰς οἶκον Λευὶ καὶ ἐξήνεγκε βλαστὸν καὶ ἐξήνθησεν ἄνθη καὶ ἐβλάστησε κάρυα.

Αρ. 17,23                   Την επομένην ημέραν εισήλθον εις την Σκηνήν ο Μωϋσής και ο Ααρών και ιδού, είχε βλαστήσει η ράβδος του Ααρών εκ της φυλής Λευι. Εβγαλε βλαστόν, άνθη και καρύδια.

Αρ. 17,24           καὶ ἐξήνεγκε Μωυσῆς πάσας τὰς ῥάβδους ἀπὸ προσώπου Κυρίου πρὸς πάντας υἱοὺς Ἰσραήλ, καὶ εἶδον καὶ ἔλαβον ἕκαστος τὴν ῥάβδον αὐτοῦ.

Αρ. 17,24                  Ο Μωϋσής επήρεν όλας τας ράβδους από την κιβωτόν του Κυρίου και έδειξεν αυτάς προς όλους τους Ισραηλίτας. Αυτοί είδον το θαύμα εις την ράβδον του Ααρών και κάθε αρχηγός της φυλής επήρε την ράβδον του.

Αρ. 17,25           καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἀπόθες τὴν ῥάβδον Ἀαρὼν ἐνώπιον τῶν μαρτυρίων εἰς διατήρησιν, σημεῖον τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνηκόων, καὶ παυσάσθω ὁ γογγυσμὸς αὐτῶν ἀπ᾿ ἐμοῦ, καὶ οὐ μὴ ἀποθάνωσι.

Αρ. 17,25                   Είπε τότε ο Κυριος προς τον Μωϋσήν· “απόθεσε την ράβδον ενώπιον των άλλων μαρτυρίων, δια να μένη ως σημείον στους απογόνους των απειθάρχων τούτων και να παύση έτσι ο γογγυσμός των από εμπρός μου, δια να μη αποθάνουν όλοι των”.

Αρ. 17,26           καὶ ἐποίησε Μωυσῆς καὶ Ἀαρών, καθὰ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ, οὕτως ἐποίησαν.

Αρ. 17,26                  Εκαμαν ο Μωϋσής και ο Ααρών, όπως διέταξεν ο Κυριος τον Μωϋσήν. Ετσι έκαμαν.

Αρ. 17,27           καὶ εἶπαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ πρὸς Μωυσῆν λέγοντες· ἰδοὺ ἐξανηλώμεθα, ἀπολώλαμεν, παρανηλώμεθα·

Αρ. 17,27                   Είπαν τότε οι Ισραηλίται προς τον Μωϋσήν· “εχάθημεν, εξωντώθημεν, εξεδαπανήθημεν !

Αρ. 17,28           πᾶς ὁ ἁπτόμενος τῆς σκηνῆς Κυρίου ἀποθνήσκει· ἕως εἰς τέλος ἀποθάνωμεν;

Αρ. 17,28                  Επείσθημεν πλέον ότι εκείνος, που τολμά και εγγίζει την Σκηνήν του Μαρτυρίου, αποθνήσκει αμέσως. Λοιπόν, έως τέλος θα αποθάνωμεν όλοι; (Παρακάλεσε τον Θεόν δι' ημάς).

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18- Η ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΡΙΔΙΟ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΕΥΙΤΩΝ 

                                    Η ευθύνη των ιερέων και των Λευιτών

Αρ. 18,1             Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Ἀαρὼν λέγων· σὺ καὶ οἱ υἱοί σου καὶ ὁ οἶκος τοῦ πατρός σου λήψεσθε τὰς ἁμαρτίας τῶν ἁγίων, καὶ σὺ καὶ οἱ υἱοί σου λήψεσθε τὰς ἁμαρτίας τῆς ἱερατείας ὑμῶν.

Αρ. 18,1                     Είπεν ο Κυριος προς τον Ααρών· “συ και οι υιοί σου και ο πατρικός σου οίκος θα αναλάβετε την ευθύνην και θα είσθε υπόλογοι δι' απρόσεκτον συμπεριφοράν ιδικήν σας και άλλων κατά των αγίων τούτων και ιερών σκευών, συ και οι υιοί σου θα επωμισθήτε την ευθύνην των σφαλμάτων, τα οποία τυχόν θα διαπράξετε κατά την άσκησιν των ιερατικών σας καθηκόντων.

Αρ. 18,2             καὶ τοὺς ἀδελφούς σου, φυλὴν Λευί, δῆμον τοῦ πατρός σου, προσαγάγου πρὸς σεαυτόν, καὶ προστεθήτωσάν σοι καὶ λειτουργείτωσάν σοι, καὶ σὺ καὶ οἱ υἱοί σου μετὰ σοῦ ἀπέναντι τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.

Αρ. 18,2                     Τους αδελφούς σου, την φυλήν δηλαδή του Λευϊ, τους απογόνους του προπάτορός σου Λευϊ, πάρε μαζή σου, ως βοηθούς. Ας προστεθούν εις σε να σε υπηρετούν. Αλλά συ, και μαζή με σε οι υιοί σου, θα ιερουργήτε εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου.

Αρ. 18,3             καὶ φυλάξονται τὰς φυλακάς σου καὶ τὰς φυλακὰς τῆς σκηνῆς, πλὴν πρὸς τὰ σκεύη τὰ ἅγια καὶ πρὸς τὸ θυσιαστήριον οὐ προσελεύσονται, καὶ οὐκ ἀποθανοῦνται καὶ οὗτοι καὶ ὑμεῖς.

Αρ. 18,3                     Οι άλλοι Λευίται θα είναι φύλακες, άγρυπνοι βοηθοί εις την υπηρεσίαν της Σκηνής, αλλά εις τα άγια σκεύη και στο θυσιαστήριον δεν θα προσεγγίζουν, δια να μη τιμωρηθούν δια θανάτου και εκείνοι και σεις.

Αρ. 18,4             καὶ προστεθήσονται πρὸς σὲ καὶ φυλάξονται τὰς φυλακὰς τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου κατὰ πάσας τὰς λειτουργίας τῆς σκηνῆς· καὶ ὁ ἀλλογενὴς οὐ προσελεύσεται πρὸς σέ.

Αρ. 18,4                     Θα προστεθούν βοηθοί εις σέ, θα είναι άγρυπνοι και έτοιμοι βοηθοί εις την υπηρεσίαν της Σκηνής του Μαρτυρίου, εις όλας τας υπηρετικάς ανάγκας της Σκηνής. Κανείς άλλος από άλλην φυλήν δεν θα έλθη μαζή σου δια την εξυπηρέτησιν της Σκηνής.

Αρ. 18,5             καὶ φυλάξεσθε τὰς φυλακὰς τῶν ἁγίων καὶ τὰς φυλακὰς τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ οὐκ ἔσται θυμὸς ἐν τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ.

Αρ. 18,5                     Σεις όμως οι ιερείς θα αγρυπνήτε εις την υπηρεσίαν της Σκηνής, των αγίων και του θυσιαστηρίου, έτσι δε δεν θα δώσετε στον Κυριον αιτίαν να οργισθή κατά των Ισραηλιτών.

Αρ. 18,6             καὶ ἐγὼ εἴληφα τοὺς ἀδελφοὺς ὑμῶν τοὺς Λευίτας ἐκ μέσου τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ δόμα δεδομένον Κυρίῳ, λειτουργεῖν τὰς λειτουργίας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου·

Αρ. 18,6                     Εγώ επήρα ανάμεσα από όλους τους Ισραηλίτας τους αδελφούς σου τους Λευΐτας, ως δώρον εκ μέρους αυτών, δια να υπηρετούν εις τας διαφόρους υπηρεσίας της Σκηνής του Μαρτυρίου.

Αρ. 18,7             καὶ σὺ καὶ οἱ υἱοί σου μετὰ σοῦ διατηρήσετε τὴν ἱερατείαν ὑμῶν, κατὰ πάντα τρόπον τοῦ θυσιαστηρίου καὶ τὸ ἔνδοθεν τοῦ καταπετάσματος καὶ λειτουργήσετε τὰς λειτουργίας δόμα τῆς ἱερατείας ὑμῶν· καὶ ὁ ἀλλογενὴς ὁ προσπορευόμενος ἀποθανεῖται.

Αρ. 18,7                     Αλλά συ, και έπειτα από σε οι υιοί σου, θα κρατήσετε και θα συνεχίσετε την ιερωσύνην σας και τας ιερατικάς υπηρεσίας σας δια κάθε τι, που αναφέρεται στο θυσιαστήριον και στον χώρον που είναι πίσω από το καταπέτασμα, και θα εκτελήτε εκεί τα λειτουργικά σας καθήκοντα, τα οποία σας εδόθησαν από τον Θεόν. Ανθρωπος άλλης φυλής, ο οποίος θα τολμήση να πλησιάση εις τα Αγια και θα θελήση να επιτελέση ιδικήν σας ιερουργίαν, θα τιμωρηθή με θάνατον”.

 

                                    Το μερίδιο των ιερέων

Αρ. 18,8             Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Ἀαρών· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ δέδωκα ὑμῖν τὴν διατήρησιν τῶν ἀπαρχῶν· ἀπὸ πάντων τῶν ἡγιασμένων μοι παρὰ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ σοὶ δέδωκα αὐτὰ εἰς γέρας καὶ τοῖς υἱοῖς σου μετὰ σὲ νόμιμον αἰώνιον.

Αρ. 18,8                     Ελάλησε κατόπιν ο Κυριος προς τον Ααρών· “ιδού έγω έδωκα εις σας όλας τας απαρχάς, αι οποίαι προσφέρονται προς εμέ όλα δηλαδή όσα εκ μέρους των Ισραηλιτών αφιερώνονται εις εμέ τα έχω δώσει εις σε και τους απογόνους σου ως αμοιβήν σας και προνόμιον παντοτεινόν.

Αρ. 18,9             καὶ τοῦτο ἔστω ὑμῖν ἀπὸ τῶν ἡγιασμένων ἁγίων τῶν καρπωμάτων, ἀπὸ πάντων τῶν δώρων αὐτῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν θυσιασμάτων αὐτῶν καὶ ἀπὸ πάσης πλημμελείας αὐτῶν καὶ ἀπὸ πασῶν τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν, ὅσα ἀποδιδόασί μοι ἀπὸ πάντων τῶν ἁγίων, σοὶ ἔσται καί τοῖς υἱοῖς σου.

Αρ. 18,9                     Από αυτά, που προσφέρονται εις εμέ ως θυσίαι, θα ανήκουν εις σας· Ολαι αι αναίμακτοι θυσίαι, όλαι αι αιματηραί θυσίαι αι οποίαι προσφέρονται δια πλημμέλειαν η βαρυτέραν αμαρτίαν. Ολαι αυταί αι προσφοραί,αι οποίαι προς εμέ προσφέρονται και είναι δια τούτο ηγιασμέναι, θα ανήκουν εις σε και στους υιούς σου.

Αρ. 18,10           ἐν τῷ ἁγίῳ τῶν ἁγίων φάγεσθε αὐτά· πᾶν ἀρσενικὸν φάγεται αὐτά, σὺ καὶ οἱ υἱοί σου· ἅγια ἔσται σοι.

Αρ. 18,10                   Θα τρώγετε αυτάς εις τόπους αγίους. Αλλά μόνον οι άρρενες, συ και οι υιοί σου, θα τα τρώγετε. Θα είναι αυτά άγια δια σέ.

Αρ. 18,11           καὶ τοῦτο ἔσται ὑμῖν ἀπαρχὴ δομάτων αὐτῶν· ἀπὸ πάντων τῶν ἐπιθεμάτων τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ σοὶ δέδωκα αὐτὰ καὶ τοῖς υἱοῖς σου καὶ ταῖς θυγατράσι σου μετὰ σοῦ, νόμιμον αἰώνιον· πᾶς καθαρὸς ἐν τῷ οἴκῳ σου ἔδεται αὐτά.

Αρ. 18,11                    Και τούτο ακόμη θα ανήκη εις σας· αι απαρχαί των προϊόντων, που θα προσφέρονται από τους Ισραηλίτας επίσης όλαι αι θυσίαι των “επιθεμάτων” που προσφέρουν οι Ισραηλίται, τας έχω δώσει εις σε και εις τα παιδιά σου και εις τας θυγατέρας σου, στους απογόνους σου ως παντοτεινόν δικαίωμα. Καθε καθαρός από την οικογένειάν σου και τον οίκον σου θα έχη δικαίωμα να τρώγη αυτά.

Αρ. 18,12           πᾶσα ἀπαρχὴ ἐλαίου καὶ πᾶσα ἀπαρχὴ οἴνου καὶ σίτου, ἀπαρχὴ αὐτῶν, ὅσα ἂν δῶσι τῷ Κυρίῳ, σοὶ δέδωκα αὐτά.

Αρ. 18,12                   Καθε απαρχήν ελαίου, απαρχήν οίνου και σίτου, γενικώς κάθε απαρχήν των προϊόντων, που θα προσφέρουν στον Κυριον οι Ισραηλίται, τα δίδω εγώ εις σέ.

Αρ. 18,13           τὰ πρωτογεννήματα πάντα, ὅσα ἐν τῇ γῇ αὐτῶν, ὅσα ἂν ἐνέγκωσι Κυρίῳ, σοὶ ἔσται· πᾶς καθαρὸς ἐν τῷ οἴκῳ σου ἔδεται αὐτά.

Αρ. 18,13                   Ολα τα πρωτογεννήματα των καρπών, όσα παράγονται εις την χώραν σας και τα οποία θα προσφέρουν οι Ισραηλίται στον Κυριον, θα είναι ιδικά σου. Καθε καθαρός από την οικογένειάν σου θα έχη το δικαίωμα να τρώγη από αυτά.

Αρ. 18,14           πᾶν ἀνατεθεματισμένον ἐν υἱοῖς Ἰσραὴλ σοὶ ἔσται.

Αρ. 18,14                   Καθε αυτοπροαίρετον αφιέρωμα των Ισραηλιτών προς εμέ θα είναι ιδικόν σου.

Αρ. 18,15           καὶ πᾶν διανοῖγον μήτραν ἀπὸ πάσης σαρκός, ὅσα προσφέρουσι Κυρίῳ ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους, σοὶ ἔσται· ἀλλ᾿ ἢ λύτροις λυτρωθήσεται τὰ πρωτότοκα τῶν ἀνθρώπων, καὶ τὰ πρωτότοκα τῶν κτηνῶν τῶν ἀκαθάρτων λυτρώσῃ.

Αρ. 18,15                   Καθε πρωτότοκον παντός ζώου, όσα προσφέρουν οι Ισραηλίται στον Κυριον, από ανθρώπου έως κατοικιδίου ζώου, θα ανήκουν εις σέ. Αλλά τα πρωτότοκα των ανθρώπων και τα πρωτότοκα των ακαθάρτων ζώων θα εξαγοράζονται με χρήματα.

Αρ. 18,16           καὶ ἡ λύτρωσις αὐτοῦ ἀπὸ μηνιαίου· ἡ συντίμησις πέντε σίκλων, κατὰ τὸν σίκλον τὸν ἅγιον, εἴκοσιν ὀβολοί εἰσι.

Αρ. 18,16                   Η εξαγορά αυτών θα γίνεται ένα μήνα μετά την γέννησιν, η δε καταβαλλομένη τιμή θα είναι πέντε σίκλοι, κατά τον ιερόν σίκλον της Σκηνής, ο οποίος έχει είκοσι οβολούς.

Αρ. 18,17           πλὴν πρωτότοκα μόσχων καὶ πρωτότοκα προβάτων καὶ πρωτότοκα αἰγῶν οὐ λυτρώσῃ, ἅγιά ἐστι· καὶ τὸ αἷμα αὐτῶν προσχεεῖς πρὸς τὸ θυσιαστήριον καὶ τὸ στέαρ ἀνοίσεις κάρπωμα εἰς ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ,

Αρ. 18,17                   Τα πρωτότοκα όμως των μόσχων, τα πρωτότοκα των προβάτων και των αιγών δεν θα εξαγοράζονται· αυτά προορίζονται δια θυσίαν. Το δε αίμα αυτών θα το χύσης κάτω από το θυσιαστήριον και το λίπος των θα προσφέρης θυσίαν ευάρεστον στον Κυριον.

Αρ. 18,18           καὶ τὰ κρέα ἔσται σοί· καθὰ καὶ τὸ στηθύνιον τοῦ ἐπιθέματος καὶ κατὰ τὸν βραχίονα τὸν δεξιὸν σοὶ ἔσται.

Αρ. 18,18                   Τα κρέατα όμως αυτών θα ανήκουν εις σέ, όπως επίσης εις σε θα ανήκη το στήθος, που έχει προσφερθή ως θυσία επιθέματος, και η δεξιά ωμοπλάτη.

Αρ. 18,19           πᾶν ἀφαίρεμα τῶν ἁγίων, ὅσα ἑὰν ἀφέλωσιν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ Κυρίῳ, δέδωκά σοι καὶ τοῖς υἱοῖς σου καὶ ταῖς θυγατράσι σου μετὰ σοῦ, νόμιμον αἰώνιον· διαθήκη ἁλὸς αἰωνίου ἔστιν ἔναντι Κυρίου σοὶ καὶ τῷ σπέρματί σου μετὰ σέ.

Αρ. 18,19                   Γενικώς κάθε αφιέρωμα από τας αγίας προσφοράς, τας οποίας οι Ισραηλίται θα προσφέρουν προς τον Κυριον, το έχω δώσει εις σέ, στους υιούς σου και τας θυγατέρας σου ως παντοτεινόν δικαίωμα. Αυτά θα είναι “συμφωνία άλατος”, παντοτεινή δηλαδή συμφωνία μεταξύ εμού του Κυρίου, σου και των απογόνων σου”.

 

                                    Το μερίδιο των Λευιτών

Αρ. 18,20           Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Ἀαρών· ἐν τῇ γῇ αὐτῶν οὐ κληρονομήσεις, καὶ μερὶς οὐκ ἔσται σοι ἐν αὐτοῖς, ὅτι ἐγὼ μερίς σου καὶ κληρονομία σου ἐν μέσῳ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.

Αρ. 18,20                  Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Ααρών· “συ δεν θα πάρης καμμίαν κληρονομίαν εις την χώραν σας, κανένα μερίδιον δεν θα πάρης μεταξύ των Ισραηλιτών, διότι εγώ είμαι μερίδιόν σου και κληρονομία σου μεταξύ των υιών Ισραήλ.

Αρ. 18,21           καὶ τοῖς υἱοῖς Λευὶ ἰδοὺ δώδεκα πᾶν ἐπιδέκατον ἐν Ἰσραὴλ ἐν κλήρῳ ἀντὶ τῶν λειτουργιῶν αὐτῶν, ὅσα αὐτοὶ λειτουργοῦσι λειτουργίαν ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου.

Αρ. 18,21                   Εις δε τους Λευΐτας έδωκα το δέκατον από όλα τα εισοδήματα των Ισραηλιτών αντί των υπηρεσιών, τας οποίας αυτοί προσφέρουν εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου.

Αρ. 18,22           καὶ οὐ προσελεύσονται ἔτι οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου λαβεῖν ἁμαρτίαν θανατηφόρον.

Αρ. 18,22                  Οι άλλοι Ισραηλίται δεν θα προσεγγίζουν εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου, δια να μη διαπράξουν αμαρτίαν θανατηφόρον.

Αρ. 18,23           καὶ λειτουργήσει ὁ Λευίτης αὐτὸς τὴν λειτουργίαν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου, καὶ αὐτοὶ λήψονται τὰ ἁμαρτήματα αὐτῶν, νόμιμον αἰώνιον εἰς τὰς γενεὰς αὐτῶν· καὶ ἐν μέσῳ υἱῶν Ἰσραὴλ οὐ κληρονομήσουσι κληρονομίαν·

Αρ. 18,23                  Οι Λευίται μόνον θα υπηρετούν εις τας υπηρεσίας της Σκηνής του Μαρτυρίου και θα υποβοηθούν τους ιερείς εις την κάθαρσιν του λαού από τα αμαρτήματά του. Αυτό θα είναι παντοτεινός νόμος εις τας γενεάς σας. Και οι Λευίται επίσης δεν θα πάρουν καμμίαν κληρονομίαν γης εν μέσω των Ισραηλιτών.

Αρ. 18,24           ὅτι τὰ ἐπιδέκατα τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ὅσα ἐὰν ἀφορίσωσι Κυρίῳ, ἀφαίρεμα δέδωκα τοῖς Λευίταις ἐν κλήρῳ· διὰ τοῦτο εἴρηκα αὐτοῖς, ἐν μέσῳ υἱῶν Ἰσραὴλ οὐ κληρονομήσουσι κλῆρον.

Αρ. 18,24                  Διότι τα δέκατα των εισοδημάτων, τα οποία οι Ισραηλίται θα προσφέρουν εις εμέ ως αφιέρωμα, τα έδωκα στους Λευΐτας ως κληρονομίαν. Δια τούτο και είπα εις αυτούς ότι δεν θα πάρουν κληρονομίαν από την γην της επαγγελίας, όπως θα πάρουν αι άλλαι φυλαί του Ισραήλ”.

Αρ. 18,25           Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·

Αρ. 18,25                  Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·

Αρ. 18,26           καὶ τοῖς Λευίταις λαλήσεις καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἐὰν λάβητε παρὰ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ τὸ ἐπιδέκατον, ὃ δέδωκα ὑμῖν παρ᾿ αὐτῶν ἐν κλήρῳ, καὶ ἀφελεῖτε ὑμεῖς ἀπ᾿ αὐτοῦ ἀφαίρεμα Κυρίῳ ἐπιδέκατον ἀπὸ τοῦ ἐπιδεκάτου.

Αρ. 18,26                  “θα ομιλήσης προς τους Λευΐτας και θα είπης προς αυτούς· Οταν θα λαμβάνετε από τους Ισραηλίτας το δέκατον, το οποίον επήρα από αυτούς και το έδωκα αντί κληρονομίας εις σας, θα αφαιρήτε από αυτό το εν δέκατον, το επιδέκατον, το οποίον θα αφιερώνετε στον Κυριον.

Αρ. 18,27           καὶ λογισθήσεται ὑμῖν τὰ ἀφαιρέματα ὑμῶν ὡς σῖτος ἀπὸ ἅλω καὶ ἀφαίρεμα ἀπὸ ληνοῦ.

Αρ. 18,27                  Ως τέτοια αφιερώματα επιδεκάτου θα θεωρούνται το επιδέκατον από το σιτάρι που ευρίσκεται στο αλώνι μέχρι και του οίνου που θα είναι στον ληνόν.

Αρ. 18,28           οὕτως ἀφελεῖτε αὐτοὺς καὶ ὑμεῖς ἀπὸ πάντων τῶν ἀφαιρεμάτων Κυρίου ἀπὸ πάντων τῶν ἐπιδεκάτων ὑμῶν, ὅσα ἐὰν λάβητε παρὰ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ δώσετε ἀπ᾿ αὐτῶν ἀφαίρεμα Κυρίῳ Ἀαρὼν τῷ ἱερεῖ.

Αρ. 18,28                  Ετσι λοιπόν και σεις από όλα τα δέκατα των προϊόντων, που θα προσφέρουν οι Ισραηλίται προς τον Θεόν και θα είναι ιδικά σας, θα δώσετε από αυτά το εν δέκατον, αφιέρωμα προς τον Κυριον, στον αρχιερέα τον Ααρών.

Αρ. 18,29           ἀπὸ πάντων τῶν δομάτων ὑμῶν ἀφελεῖτε ἀφαίρεμα Κυρίῳ ἢ ἀπὸ πάντων τῶν ἀπαρχῶν τὸ ἡγιασμένον ἀπ᾿ αὐτοῦ.

Αρ. 18,29                  Από όλα τα δέκατα, που θα παίρνετε, θα αφαιρήτε το δέκατον ως αφιέρωμα προς τον Κυριον και από όλας τας απαρχάς θα ξεχωρίζετε το προοριζόμενον δια τον Κυριον.

Αρ. 18,30           καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ὅταν ἀφαιρῆτε τὴν ἀπαρχὴν ἀπ᾿ αὐτοῦ, καὶ λογισθήσεται τοῖς Λευίταις ὡς γένημα ἀπὸ ἅλω καὶ ὡς γένημα ἀπὸ ληνοῦ.

Αρ. 18,30                  Θα είπης προς τους Λευΐτας· Οταν σεις οι Λευίται θα αφιερώνετε τας απαρχάς ως προσφοράς προς τον Θεόν, αυταί θα είναι από το σιτάρι, που ευρίσκεται στο αλώνι, έως τον οίνον που είναι στο πατητήρι.

Αρ. 18,31           καὶ ἔδεσθε αὐτὸ ἐν παντὶ τόπῳ ὑμεῖς καὶ οἱ οἶκοι ὑμῶν, ὅτι μισθὸς οὗτος ὑμῖν ἐστιν ἀντὶ τῶν λειτουργιῶν ὑμῶν τῶν ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου.

Αρ. 18,31                   Θα τρώγετε αυτά τα αφιερώματα σεις και αι οικογένειαί σας εις κάθε τόπον, όπου θα ευρεθήτε, διότι αυτός είναι ο μισθός σας αντί των υπηρεσιών, τας οποίας προσφέρετε εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου.

Αρ. 18,32           καὶ οὐ λήψεσθε δι᾿ αὐτὸ ἁμαρτίαν, ὅτι ἂν ἀφαιρῆτε τὴν ἀπαρχὴν ἀπ᾿ αὐτοῦ· καὶ τὰ ἅγια τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ οὐ βεβηλώσετε, ἵνα μὴ ἀποθάνητε.

Αρ. 18,32                  Θα είσθε δε απηλλαγμένοι από κάθε ενοχήν αμαρτίας, εάν από τας απαρχάς, τας οποίας θα λάβετε ως αφιέρωμα, προσφέρετε το καλύτερον μέρος. Οταν δε κατ' αυτόν τον τρόπον φέρεσθε και πράττετε, δεν θα βεβηλώσετε τας προσφοράς των Ισραηλιτών και δεν θα τιμωρηθήτε δια θανάτου”.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 19- ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΞΑΓΝΙΣΜΟ

ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΣΩΜΑ ΝΕΚΡΟΥ

                                     Η στάχτη του κόκκινου δαμαλιού

Αρ. 19,1             Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγων·

Αρ. 19,1                     Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και τον Ααρών λέγων·

Αρ. 19,2             αὕτη ἡ διαστολὴ τοῦ νόμου, ὅσα συνέταξε Κύριος λέγων· λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ καὶ λαβέτωσαν πρὸς σὲ δάμαλιν πυῤῥὰν ἄμωμον, ἥτις οὐκ ἔχει ἐν αὐτῇ μῶμον, καὶ ᾗ οὐκ ἐπεβλήθη ἐπ᾿ αὐτὴν ζυγός.

Αρ. 19,2                     “ιδού, η τελετουργική διάταξις του νόμου, την οποίαν ο Κυριος έδωσε δια τους Ισραηλίτας· ειπέ στους Ισραηλίτας να πάρουν και να φέρουν εις σε μίαν ερυθρωπήν δάμαλιν, άμωμον, χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, και επάνω εις την οποίαν δεν ετέθη ζυγός.

Αρ. 19,3             καὶ δώσεις αὐτὴν πρὸς Ἐλεάζαρ τὸν ἱερέα, καὶ ἐξάξουσιν αὐτὴν ἔξω τῆς παρεμβολῆς εἰς τόπον καθαρὸν καὶ σφάξουσιν αὐτὴν ἐνώπιον αὐτοῦ.

Αρ. 19,3                     Θα δώσης αυτήν προς τον Ελεάζαρ τον ιερέα μερικοί δε άνδρες θα οδηγήσουν αυτήν έξω από το στρατόπεδον, εις καθαρόν τόπον και θα την σφάξουν ενώπιον αυτού.

Αρ. 19,4             καὶ λήψεται Ἐλεάζαρ ἀπὸ τοῦ αἵματος αὐτῆς καὶ ῥανεῖ ἀπέναντι τοῦ προσώπου τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου ἀπὸ τοῦ αἵματος αὐτῆς ἑπτάκις.

Αρ. 19,4                     Ο Ελεάζαρ θα πάρη από το αίμα αυτής, θα ραντίση προς το έμπροσθεν μέρος της Σκηνής του Μαρτυρίου επτά φορές.

Αρ. 19,5             καὶ κατακαύσουσιν αὐτὴν ἐναντίον αὐτοῦ, καὶ τὸ δέρμα καὶ τὰ κρέα αὐτῆς καὶ τὸ αἷμα αὐτῆς σὺν τῇ κόπρῳ αὐτῆς κατακαυθήσεται.

Αρ. 19,5                     Κατόπιν δε θα καύσουν εξ ολοκλήρου αυτήν ενώπιόν του· θα καούν το δέρμα της, το κρέας, το αίμα και αυτή ακόμη η κόπρος της.

Αρ. 19,6             καὶ λήψεται ὁ ἱερεὺς ξύλον κέδρινον καὶ ὕσσωπον καὶ κόκκινον καὶ ἐμβαλοῦσιν εἰς μέσον τοῦ κατακαύματος τῆς δαμάλεως.

Αρ. 19,6                     Θα λάβη ο ιερεύς ένα ξύλον κέδρινον, ένα κλωναράκι υσσώπου, μίαν κλωστήν κοκκίνην και θα ρίψη αυτά μέσα στο πυρ της καιομένης δαμάλεως.

Αρ. 19,7             καὶ πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς καὶ λούσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ ὕδατι καὶ μετὰ ταῦτα εἰσελεύσεται εἰς τὴν παρεμβολήν, καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ὁ ἱερεὺς ἕως ἑσπέρας.

Αρ. 19,7                     Θα πλύνη κατόπιν τα ιμάτιά του ο ιερεύς, θα λούση το σώμα του με νερό και θα εισέλθη εις την κατασκήνωσιν. Αλλά και εκεί θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν.

Αρ. 19,8             καὶ ὁ κατακαίων αὐτὴν πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ λούσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.

Αρ. 19,8                     Και ο Ισραηλίτης επίσης, ο οποίος ανέλαβε και έκαυσε την δάμαλιν, θα πλύνη τα ενδύματά του, θα λούση το σώμα του, και θα είναι πάλιν ακάθαρτος έως την εσπέραν.

Αρ. 19,9             καὶ συνάξει ἄνθρωπος καθαρὸς τὴν σποδὸν τῆς δαμάλεως καὶ ἀποθήσει ἔξω τῆς παρεμβολῆς εἰς τόπον καθαρόν, καὶ ἔσται τῇ συναγωγῇ υἱῶν Ἰσραὴλ εἰς διατήρησιν, ὕδωρ ῥαντισμοῦ, ἅγνισμά ἐστι.

Αρ. 19,9                     Ενας δε άλλος άνθρωπος, καθαρός, θα μαζεύση την στάκτην της καείσης δαμάλεως και θα τοποθετήση αυτήν εις τόπον καθαρόν, έξω από το στρατόπεδον. Θα φυλάσσεται εκεί από τον ισραηλιτικόν λαόν, να του χρησιμεύη δια το ύδωρ του ραντισμού, θα είναι προς εξαγνισμόν, θα είναι άγνισμα.

Αρ. 19,10           καὶ ὁ συνάγων τὴν σποδιὰν τῆς δαμάλεως πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας. καὶ ἔσται τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ καὶ τοῖς προσηλύτοις προσκειμένοις νόμιμον αἰώνιον.

Αρ. 19,10                   Ο άνθρωπος, που θα μαζεύση την στάκτην της δαμάλεως, θα πλύνη και αυτός τα ενδύματά του και θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Αυτό θα είναι διάταξις παντοτεινή τόσον δια τους Ισραηλίτας όσον και δια τους ξένους, οι οποίοι μένουν μεταξύ αυτών.

 

                                    Η επαφή με σώμα νεκρού

Αρ. 19,11           Ὁ ἁπτόμενος τοῦ τεθνηκότος πάσης ψυχῆς ἀνθρώπου ἀκάθαρτος ἔσται ἑπτὰ ἡμέρας·

Αρ. 19,11                    Εκείνος που θα εγγίση το σώμα νεκρού ανθρώπου, θα είναι ακάθαρτος επί επτά ημέρας.

Αρ. 19,12           οὗτος ἁγνισθήσεται τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ καὶ τῇ ἡμέρα τῇ ἑβδόμῃ καὶ καθαρὸς ἔσται· ἐὰν δὲ μὴ ἀφαγνισθῇ τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ, οὐ καθαρὸς ἔσται.

Αρ. 19,12                   Αυτός θα καθαρισθή (δια ραντισμού) την τρίτην και την εβδόμην ημέραν, και θα είναι κατόπιν καθαρός. Εάν όμως δεν καθαρισθή την τρίτην και την εβδόμην ημέραν, δεν θα είναι καθαρός.

Αρ. 19,13           πᾶς ὁ ἁπτόμενος τοῦ τεθνηκότος ἀπὸ ψυχῆς ἀνθρώπου, ἐὰν ἀποθάνῃ, καὶ μὴ ἀφαγνισθῇ, τὴν σκηνὴν Κυρίου ἐμίανεν· ἐκτριβήσεται ἡ ψυχὴ ἐκείνη ἐξ Ἰσραήλ, ὅτι ὕδωρ ῥαντισμοῦ οὐ περιεῤῥαντίσθη ἐπ᾿ αὐτόν, ἀκάθαρτός ἐστιν, ἔτι ἡ ἀκαθαρσία αὐτοῦ ἐν αὐτῷ ἐστι.

Αρ. 19,13                   Εκείνος ο οποίος θα εγγίση το νεκρόν σώμα οιουδήποτε ανθρώπου και δεν καθαρισθή, όπως ελέχθη ανωτέρω, εμόλυνε την Σκηνήν του Μαρτυρίου. Αυτός ο άνθρωπος θα ξερριζωθή ανάμεσα από τον ισραηλιτικόν λαόν, διότι δεν ερραντίσθη με το ύδωρ του εξαγνισμού, και είναι ακάθαρτος· ο μολυσμός μένει και θα μένη εις αυτόν.

Αρ. 19,14           Καὶ οὗτος ὁ νόμος· ἄνθρωπος ἐὰν ἀποθάνῃ ἐν οἰκίᾳ, πᾶς ὁ εἰσπορευόμενος εἰς τὴν οἰκίαν καὶ ὅσα ἐστὶν ἐν τῇ οἰκίᾳ, ἀκάθαρτα ἔσται ἑπτὰ ἡμέρας.

Αρ. 19,14                   Αυτός είναι ο νόμος του καθαρισμού ειδικώτερον· εάν ένας άνθρωπος αποθάνη εις την οικίαν. Καθένας που εισέρχεται εις αυτήν και όσα υπάρχουν εις αυτήν, θα είναι ακάθαρτα επί επτά ημέρας.

Αρ. 19,15           καὶ πᾶν σκεῦος ἀνεῳγμένον, ὅσα οὐχὶ δεσμὸν καταδέδεται ἐπ᾿ αὐτῷ, ἀκάθαρτά ἐστι.

Αρ. 19,15                   Καθε δοχείον ανοικτόν και όλα τα δοχεία, τα οποία δεν είναι σκεπασμένα με το κάλυμμά των, θα θεωρούνται ακάθαρτα.

Αρ. 19,16           καὶ πᾶς, ὃς ἐὰν ἅψηται ἐπὶ προσώπου τοῦ πεδίου τραυματίου ἢ νεκροῦ ἢ ὀστέου ἀνθρωπίνου ἢ μνήματος, ἑπτὰ ἡμέρας ἀκάθαρτος ἔσται.

Αρ. 19,16                   Εκείνος ο οποίος θα εγγίση στο έδαφος πεδιάδος νεκρόν φονευθέντα η φυσικώς αποθανόντα η άνθρωπινον οστούν, η μνήμα, θα είναι ακάθαρτος επί επτά ημέρας.

Αρ. 19,17           καὶ λήψονται τῷ ἀκαθάρτῳ ἀπὸ τῆς σποδιᾶς τῆς κατακεκαυμένης τοῦ ἁγνισμοῦ καὶ ἐκχεοῦσιν ἐπ᾿ αὐτὴν ὕδωρ ζῶν εἰς σκεῦος·

Αρ. 19,17                   Δια κάθε τέτοιον ακάθαρτον θα πάρουν από την προς εξαγνισμόν στάκτην της καείσης δαμάλεως θα την θέσουν εις δοχείον, που περιέχει πηγαίον ύδωρ.

Αρ. 19,18           καὶ λήψεται ὕσσωπον καὶ βάψει εἰς τὸ ὕδωρ ἀνὴρ καθαρός, καὶ περιῤῥανεῖ ἐπὶ τὸν οἶκον καὶ ἐπὶ τὰ σκεύη καὶ ἐπὶ τὰς ψυχάς, ὅσαι ἂν ὦσιν ἐκεῖ, καὶ ἐπὶ τὸν ἡμμένον τοῦ ὀστέου τοῦ ἀνθρωπίνου ἢ τοῦ τραυματίου ἢ τοῦ τεθνηκότος ἢ τοῦ μνήματος·

Αρ. 19,18                   και, άνθρωπος καθαρός θα πάρη ύσσωπον, θα βυθίση αυτόν στο ύδωρ και θα ραντίση το σπίτι και τα σκεύη και όλους τους ανθρώπους, που υπάρχουν εκεί, θα ραντίση και εκείνον που ήγγισεν ανθρώπινον οστούν η φονευμένον η φυσιολογικώς αποθανόντα η μνήμα.

Αρ. 19,19           καὶ περιῤῥανεῖ ὁ καθαρὸς ἐπὶ τὸν ἀκάθαρτον ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ καὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ, καὶ ἀφαγνισθήσεται τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ καὶ πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ λούσεται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.

Αρ. 19,19                   Ενας καθαρός άνθρωπος θα ραντίση τον ακάθαρτον τούτον την τρίτην ημέραν και την εβδόμην η μέραν, και κατά την εβδόμην ημέραν θα εξαγνισθή αυτός από τον μολυσμόν. Θα πλύνη τα ενδύματά του, θα λουσθή με νερό και θα είναι ακάθαρτος έως το βράδυ.

Αρ. 19,20           καὶ ἄνθρωπος, ὃς ἐὰν μιανθῇ καὶ μὴ ἀφαγνισθῇ, ἐξολοθρευθήσεται ἡ ψυχὴ ἐκείνη ἐκ μέσου τῆς συναγωγῆς, ὅτι τὰ ἅγια Κυρίου ἐμίανεν, ὅτι ὕδωρ ῥαντισμοῦ οὐ περιεῤῥαντίσθη ἐπ᾿ αὐτόν, ἀκάθαρτός ἐστι.

Αρ. 19,20                  Ο άνθρωπος όμως, ο οποίος θα μολυνθή και δεν θα θελήση να εξαγνισθή κατά τα ανωτέρω, θα εξολοθρευθή ανάμεσα από τον ισραηλιτικόν λαόν, διότι εμόλυνε τα Αγια του Θεού, δεν ερραντίσθη με το ύδωρ του εξαγνισμού και είναι ακάθαρτος.

Αρ. 19,21           καὶ ἔσται ὑμῖν νόμιμον αἰώνιον· καὶ ὁ περιῤῥαίνων ὕδωρ ῥαντισμοῦ πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ὁ ἁπτόμενος τοῦ ὕδατος τοῦ ῥαντισμοῦ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας·

Αρ. 19,21                   Αυτό θα είναι παντοτεινός νόμος δια σας. Και εκείνος ο οποίος θα ραντίση τον ακάθαρτον με το ύδωρ του εξαγνισμού, θα πλύνη τα ενδύματά του. Και εκείνος ακόμη που εγγίζει το ύδωρ του ραντισμού, θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν.

Αρ. 19,22           καὶ παντὸς οὗ ἐὰν ἅψηται αὐτοῦ ὁ ἀκάθαρτος, ἀκάθαρτον ἔσται, καὶ ψυχὴ ἡ ἁπτομένη ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.

Αρ. 19,22                  Καθε τι το οποίον θα εγγίζη ο ακάθαρτος, θα είναι ακάθαρτον· και εκείνος ακόμη που θα εγγίση τον ακάθαρτον, θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20- Ο ΜΩΥΣΗΣ ΒΓΑΖΕΙ ΝΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΒΡΑΧΟ

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΑΡΩΝ

                                    Νερό από το βράχο

Αρ. 20,1             Καὶ ἦλθον οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ πᾶσα ἡ συναγωγὴ εἰς τὴν ἔρημον Σίν, ἐν τῷ μηνὶ τῷ πρώτῳ, καὶ κατέμεινεν ὁ λαὸς ἐν Κάδης, καὶ ἐτελεύτησεν ἐκεῖ Μαριὰμ καὶ ἐτάφη ἐκεῖ.

Αρ. 20,1                     Ηλθον οι Ισραηλίται, όλος ο ισραηλιτικός λαός, εις την έρημον Σιν κατά τον πρώτον μήνα και εγκατεστάθησαν εις Καδης. Εκεί απέθανε και ετάφη η Μαριάμ, αδελφή του Μωϋσέως.

Αρ. 20,2             καὶ οὐκ ἦν ὕδωρ τῇ συναγωγῇ, καὶ ἠθροίσθησαν ἐπὶ Μωυσῆν καὶ Ἀαρών.

Αρ. 20,2                    Εις Καδης δεν υπήρχεν ύδωρ δια τον λαόν. Οι Ισραηλίται δυσφορούντες και αγανακτούντες συνεκεντρώθησαν και ήλθον προς τον Μωϋσήν και τον Ααρών.

Αρ. 20,3             καὶ ἐλοιδορεῖτο ὁ λαὸς πρὸς Μωυσῆν λέγοντες· ὄφελον ἀπεθάνομεν ἐν τῇ ἀπωλείᾳ τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν ἔναντι Κυρίου·

Αρ. 20,3                    Αυτοί ύβριζον και κατεφέροντο εναντίον του Μωϋσέως λέγοντες· “είθε να είχαμεν αποθάνει και ημείς μαζή με τους αδελφούς μας, τον Κορέ και τους άλλους στασιαστάς ενώπιον του Κυρίου (αντί να ταλαιπωρούμεθα από την δίψαν εις την κατάξηρον αυτήν περιοχήν).

Αρ. 20,4             καὶ ἱνατί ἀνηγάγετε τὴν συναγωγὴν Κυρίου εἰς τὴν ἔρημον ταύτην ἀποκτεῖναι ἡμᾶς καὶ τὰ κτήνη ἡμῶν;

Αρ. 20,4                    Διατί σεις εφέρατε ημάς, τον λαόν του Κυρίου, εις την έρημον αυτήν γην; Θέλετε να φονεύσετε ημάς και τα ζώα μας;

Αρ. 20,5             καὶ ἱνατί τοῦτο; ἀνηγάγετε ἡμᾶς ἐξ Αἰγύπτου παραγενέσθαι εἰς τὸν τόπον τὸν πονηρὸν τοῦτον, τόπος οὗ οὐ σπείρεται, οὐδὲ συκαῖ, οὐδὲ ἄμπελοι, οὔτε ῥοαί, οὔτε ὕδωρ ἐστὶ πιεῖν.

Αρ. 20,5                    Διατί το εκάματε αυτό; Μας εβγάλατε από την Αίγυπτον, δια να έλθωμεν στον άγονον και ξηρόν αυτόν τόπον, όπου ούτε σπορά υπάρχει, ούτε συκιές, ούτε αμπέλια, ούτε ροδιές, ούτε νερό να πίωμεν” !

Αρ. 20,6             καὶ ἦλθε Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν ἀπὸ προσώπου τῆς συναγωγῆς ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου καὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον, καὶ ὤφθη ἡ δόξα Κυρίου πρὸς αὐτούς.

Αρ. 20,6                    Ο Μωϋσής και ο Ααρών στενοχωρημένοι δια τον νέον αυτόν γογγυσμόν, έφυγαν από την συγκέντρωσιν εκείνην του λαού. Ηλθον εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου και έπεσαν με το πρόσωπον κατά γης. Εφάνη τότε θεία λάμψις προς αυτούς.

Αρ. 20,7             καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·

Αρ. 20,7                    Και μίλησε ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·

Αρ. 20,8             λάβε τὴν ῥάβδον σου καὶ ἐκκλησίασον τὴν συναγωγὴν σὺ καὶ Ἀαρὼν ὁ ἀδελφός σου καὶ λαλήσατε πρὸς τὴν πέτραν ἐναντίον αὐτῶν, καὶ δώσει τὰ ὕδατα αὐτῆς, καὶ ἐξοίσετε αὐτοῖς ὕδωρ ἐκ τῆς πέτρας, καὶ ποτιεῖτε τὴν συναγωγὴν καὶ τὰ κτήνη αὐτῶν.

Αρ. 20,8                    “πάρε την ράβδον σου, συγκέντρωσε συ και ο Ααρών ο αδελφός σου τον λαόν και διατάξατε τον βράχον, που είναι ενώπιόν σας, και αυτός θα αναβλύση πολλά ύδατα. Θα βγάλετε από τον βράχον ύδωρ δι' αυτούς και θα δώσετε να πίουν όλος ο λαός και τα ζώα των”.

Αρ. 20,9             καὶ ἔλαβε Μωυσῆς τὴν ῥάβδον τὴν ἀπέναντι Κυρίου, καθὰ συνέταξε Κύριος,

Αρ. 20,9                    Επήρεν ο Μωϋσής την ράβδον, η οποία ευρίσκετο απέναντι της Κιβωτού του Μαρτυρίου, όπως διέταξεν ο Κυριος,

Αρ. 20,10           καὶ ἐξεκλησίασε Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν τὴν συναγωγὴν ἀπέναντι τῆς πέτρας καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· ἀκούσατέ μου, οἱ ἀπειθεῖς· μὴ ἐκ τῆς πέτρας ταύτης ἐξάξομεν ὑμῖν ὕδωρ;

Αρ. 20,10                  και μαζή με τον Ααρών συνεκέντρωσε τον λαόν απέναντι από τον βράχον και είπε προς αυτούς· “ακούσατέ μου, σεις οι ανυπάκοοι και οι ανυπότακτοι· μήπως είναι δυνατόν να βγάλωμεν νερό από τον βράχον αυτόν;” ( Αν κάτι τέτοιο γίνη, θα είναι θαύμα Θεού).

Αρ. 20,11           καὶ ἐπάρας Μωυσῆς τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπάταξε τὴν πέτραν τῇ ῥάβδῳ δίς, καὶ ἐξῆλθεν ὕδωρ πολύ, καὶ ἔπιεν ἡ συναγωγὴ καὶ τὰ κτήνη αὐτῶν.

Αρ. 20,11                   Εσήκωσεν ο Μωϋσής το χέρι του, εκτύπησε δύο φορές με την ράβδον του τον βράχον και αμέσως ανέβλυσεν άφθονον ύδωρ και έπιε όλος ο Ισραηλιτικός λαός και τα ζώα αυτών.

Αρ. 20,12           καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρών· ὅτι οὐκ ἐπιστεύσατε ἁγιάσαι με ἐναντίον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, διὰ τοῦτο οὐκ εἰσάξετε ὑμεῖς τὴν συναγωγὴν ταύτην εἰς τὴν γῆν, ἣν δέδωκα αὐτοῖς.

Αρ. 20,12                  Είπε τότε ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και τον Ααρών· “επειδή δεν επιστεύσατε αδιστάκτως εις εμέ, ώστε με την ζωντανήν σας πίστιν να με ευπροσωπήσετε και να με δοξάσετε ενώπιον των Ισραηλιτών, δια τούτο δεν θα οδηγήσετε και δεν θα εγκαταστήσετε σστον λαόν αυτόν εις την γην, την οποίαν υπεσχέθην ότι θα δώσω εις αυτούς”.

Αρ. 20,13           τοῦτο τὸ ὕδωρ ἀντιλογίας, ὅτι ἐλοιδορήθησαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἔναντι Κυρίου καὶ ἡγιάσθη ἐν αὐτοῖς.

Αρ. 20,13                  Αυτός ο βράχος και η πηγή ωνομάσθη “ύδωρ αντιλογίας”, διότι οι Ισραηλίται έφεραν εκεί αντιρρήσεις και εξεφράσθησαν ανευλαβώς ενώπιον του Κυρίου, ο οποίος εν τούτοις έκαμεν εκεί θαύμα και έδειξεν εις αυτούς την δόξαν του.

 

                                    Ο βασιλιάς της Εδώμ αρνείται τη διέλευση στους Ισραηλίτες

Αρ. 20,14           Καὶ ἀπέστειλε Μωυσῆς ἀγγέλους ἐκ Κάδης πρὸς βασιλέα Ἐδὼμ λέγων· τάδε λέγει ὁ ἀδελφός σου Ἰσραήλ· σὺ ἐπίστῃ πάντα τὸν μόχθον τὸν εὑρόντα ἡμᾶς,

Αρ. 20,14                  Ο Μωϋσής από την περιοχήν Καδης, όπου ευρίσκοντο, έστειλεν αγγελιαφόρους προς τον βασιλέα των Ιδουμαίων λέγων· “αυτά λέγει ο αδελφός σου ο Ισραηλιτικός λαός· συ γνωρίζεις όλας τας ταλαιπωρίας και τας πικρίας, αι οποίαι μας ευρήκαν.

Αρ. 20,15           καὶ κατέβησαν οἱ πατέρες ἡμῶν εἰς Αἴγυπτον, καὶ παρῳκήσαμεν ἐν Αἰγύπτῳ ἡμέρας πλείους, καὶ ἐκάκωσαν ἡμᾶς οἱ Αἰγύπτιοι καὶ τοὺς πατέρας ἡμῶν,

Αρ. 20,15                  Πως δηλαδή οι προπάτορές μας επήγαν εις την Αίγυπτον, όπου ως ξένοι και παρεπίδημοι κατοικήσαμεν χρόνον πολύν, πως οι Αιγύπτιοι κατεβασάνισαν ημάς και τους προγόνους μας.

Αρ. 20,16           καὶ ἀνεβοήσαμεν πρὸς Κύριον, καὶ εἰσήκουσε Κύριος τῆς φωνῆς ἡμῶν καὶ ἀποστείλας ἄγγελον ἐξήγαγεν ἡμᾶς ἐξ Αἰγύπτου, καὶ νῦν ἐσμεν ἐν Κάδης πόλει, ἐκ μέρους τῶν ὁρίων σου·

Αρ. 20,16                  Εκραυγάσαμεν με θερμάς προσευχάς προς τον Κυριον και ο Κυριος ήκουσε την ικεσίαν μας. Εστειλεν άγγελον και μας έβγαλεν ελευθέρους από την Αίγυπτον. Και ιδού τώρα ευρισκόμεθα εις την περιοχήν Καδης κοντά εις τα σύνορά σου.

Αρ. 20,17           παρελευσόμεθα διὰ τῆς γῆς σου, οὐ διελευσόμεθα δι᾿ ἀγρῶν, οὐδὲ δι᾿ ἀμπελώνων, οὐδὲ πιόμεθα ὕδωρ ἐκ λάκκου σου, ὁδῷ βασιλικῇ πορευσόμεθα, οὐκ ἐκκλινοῦμεν δεξιὰ οὐδὲ εὐώνυμα, ἕως ἂν παρέλθωμεν τὰ ὅριά σου.

Αρ. 20,17                  Σε παρακαλούμεν να μας επιτρέψης, όπως διέλθωμεν δια μέσου της χώρας σου. Σε διαβεβαιούμεν ότι δεν θα περάσωμεν δια μέσου των αγρών σου, ούτε δια μέσου των αμπελώνων σου, ούτε καν θα πίωμεν νερά από τα φρέατά σου. Θα βαδίσωμεν στον δημόσιον, στον κεντρικόν δρόμον· δεν θα παρεκκλίνωμεν ούτε δεξιά ούτε αριστερά και έτσι θα περάσωμεν τα όρια της χώρας σου”.

Αρ. 20,18           καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν Ἐδώμ· οὐ διελεύσῃ δι᾿ ἐμοῦ, εἰ δὲ μή, ἐν πολέμῳ ἐξελεύσομαι εἰς συνάντησίν σοι.

Αρ. 20,18                  Οι Ιδουμαίοι απήντησαν προς αυτούς· “δεν θα περάσετε από την χώραν μας. Εάν τολμήσετε κάτι τέτοιο, θα εξέλθωμεν εις πόλεμον εναντίον σας”.

Αρ. 20,19           καὶ λέγουσιν αὐτῷ οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ· παρά τὸ ὄρος παρελευσόμεθα, ἐὰν δὲ τοῦ ὕδατός σου πίωμεν ἐγώ τε καὶ τὰ κτήνη μου, δώσω τιμήν σοι· ἀλλὰ τὸ πρᾶγμα οὐδέν ἐστι, παρὰ τὸ ὄρος παρελευσόμεθα.

Αρ. 20,19                  Οι Ισραηλίται λέγουν πάλιν εις αυτούς με αγγελιαφόρους· “θα περάσωμεν πλησίον από το όρος. Εάν πίωμεν ύδωρ ημείς και τα ζώα μας, θα σας πληρώσωμεν την αξίαν του. Δεν θα σας δημιουργήσωμεν ουδέν ζήτημα· κοντά στο όρος θα περάσωμεν”.

Αρ. 20,20           ὁ δὲ εἶπεν· οὐ διελεύσῃ δι᾿ ἐμοῦ. καὶ ἐξῆλθεν Ἐδὼμ εἰς συνάντησιν αὐτῷ ἐν ὄχλῳ βαρεῖ καὶ ἐν χειρὶ ἰσχυρᾷ.

Αρ. 20,20                 Οι Ιδουμαίοι απήντησαν· “κατ' ουδένα τρόπον δεν θα περάσετε από την χώραν μας”. Εξήλθον δε με πολύν λαόν ισχυρώς εξωπλισμένον, δια να πολεμήσουν, κατά του ισραηλιτικού λαού.

Αρ. 20,21           καὶ οὐκ ἠθέλησεν Ἐδὼμ δοῦναι τῷ Ἰσραὴλ παρελθεῖν διὰ τῶν ὁρίων αὐτοῦ· καὶ ἐξέκλινεν Ἰσραὴλ ἀπ᾿ αὐτοῦ.

Αρ. 20,21                  Δεν ηθέλησαν οι Ιδουμαίοι να δώσουν δίοδον δια μέσου των ορίων των στους Ισραηλίτας και έτσι ο Ισραηλιτικός λαός ηναγκάσθη να παρακάμψη την χώραν των Ιδουμαίων.

                                     

                                    Ο θάνατος του Ααρών

Αρ. 20,22           Καὶ ἀπῇραν ἐκ Κάδης· καὶ παρεγένοντο οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ, πᾶσα ἡ συναγωγὴ εἰς Ὢρ τὸ ὄρος.

Αρ. 20,22                 Ανεχώρησαν οι Ισραηλίται από την περιοχήν Καδης και όλον το πλήθος αυτών ήλθον στο όρος Ωρ.

Αρ. 20,23           καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν ἐν Ὢρ τῷ ὄρει ἐπὶ τῶν ὁρίων τῆς γῆς Ἐδὼμ λέγων·

Αρ. 20,23                  Είπε δε ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και τον Ααρών εκεί στο όρος Ωρ, που ευρίσκετο εις τα σύνορα της χώρας των Ιδουμαίων·

Αρ. 20,24           προστεθήτω Ἀαρὼν πρὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ, ὅτι οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν γῆν, ἣν δέδωκα τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, διότι παρωξύνατέ με ἐπὶ τοῦ ὕδατος τῆς λοιδορίας.

Αρ. 20,24                 “εδώ ας αποθάνη εν ειρήνη ο Ααρών και ας προστεθή στον εκδημήσαντα λαόν του, διότι και εκείνος και συ δεν θα εισέλθετε εις την χώραν, την οποίαν υπεσχέθην να δώσω στους Ισραηλίτας, επειδή με παρωργίσατε στο ύδωρ της αντιλογίας.

Αρ. 20,25           λάβε τὸν Ἀαρὼν καὶ Ἐλεάζαρ τὸν υἱὸν αὐτοῦ καὶ ἀναβίβασον αὐτοὺς εἰς Ὢρ τὸ ὄρος ἔναντι πάσης τῆς συναγωγῆς

Αρ. 20,25                  Παρε τον Ααρών και τον υιόν αυτού τον Ελεάζαρ, ανέβασέ τους στο όρος Ωρ ενώπιον όλου του λαού.

Αρ. 20,26           καὶ ἔκδυσον Ἀαρὼν τὴν στολὴν αὐτοῦ καὶ ἔνδυσον Ἐλεάζαρ τὸν υἱὸν αὐτοῦ, καὶ Ἀαρὼν προστεθεὶς ἀποθανέτω ἐκεῖ.

Αρ. 20,26                 Βγάλε από τον Ααρών την αρχιερατικήν στολήν του και ένδυσε με αυτήν τον υιόν του τον Ελεάζαρ. Ο δε Ααρών ας αποθάνη εκεί, δια να προστεθή στους προγόνους του”.

Αρ. 20,27           καὶ ἐποίησε Μωυσῆς καθὰ συνέταξε Κύριος αὐτῷ, καὶ ἀνεβίβασεν αὐτὸν εἰς Ὢρ τὸ ὄρος ἐναντίον πάσης τῆς συναγωγῆς.

Αρ. 20,27                  Ο Μωϋσής έκαμε, όπως τον διέταξεν ο Κυριος. Ωδήγησε τον Ααρών στο όρος Ωρ ενώπιον όλου του ισραηλιτικού λαού.

Αρ. 20,28           καὶ ἐξέδυσε τὸν Ἀαρὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ ἐνέδυσεν αὐτὰ Ἐλεάζαρ τὸν υἱὸν αὐτοῦ· καὶ ἀπέθανεν Ἀαρὼν ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ ὄρους, καὶ κατέβη Μωυσῆς καὶ Ἐλεάζαρ ἐκ τοῦ ὄρους.

Αρ. 20,28                 Εβγαλε από αυτόν τα αρχιερατικά ιμάτια και ενέδυσε με αυτά τον υιόν του τον Ελεάζαρ. Εις την κορυφήν του όρους απέθανεν ο Ααρών, ο δε Μωϋσής και ο Ελεάζαρ κατέβησαν από το όρος.

Αρ. 20,29           καὶ εἶδε πᾶσα ἡ συναγωγή, ὅτι ἀπελύθη Ἀαρών, καὶ ἔκλαυσαν τὸν Ἀαρὼν τριάκοντα ἡμέρας πᾶς οἶκος Ἰσραήλ.

Αρ. 20,29                 Ολος ο λαός είδεν ότι απέθανεν εν ειρήνη ο Ααρών και όλοι τον έκλαυσαν επί τριάκοντα ημέρας.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10

11

12

13

14

15

16

17

18

19

20

21

22

23

24

25

26

27

28

29

30

31

32

33

34

35

36