Η διαμαρτυρία του
λαού εναντίον του Κυρίου και
του Μωυσή
Αρ. 14,1 Καὶ
ἀναλαβοῦσα πᾶσα ἡ συναγωγὴ ἐνέδωκε φωνήν,
καὶ ἔκλαιεν ὁ λαὸς ὅλην τὴν νύκτα
ἐκείνην.
Αρ. 14,1 Εξ αιτίας των αποθαρρυντικών αυτών πληροφοριών
συνεκλονίσθη και ηγέρθη όλος ο λαός του Ισραήλ, ύψωσαν την φωνήν και
εθρηναλογούσαν ολόκληρον την νύκτα.
Αρ. 14,2 καὶ
διεγόγγυζον ἐπὶ Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν πάντες
οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ, καὶ εἶπαν πρὸς
αὐτοὺς πᾶσα ἡ συναγωγή· ὄφελον
ἀπεθάνομεν ἐν τῇ Αἰγύπτῳ, ἢ ἐν
τῇ ἐρήμῳ ταύτῃ εἰ ἀπεθάνομεν.
Αρ. 14,2 Ολοι εγόγγυζον εναντίον του Μωϋσέως και του
Ααρών. Ολον αυτό το πλήθος είπαν προς αυτούς. “Είθε να είχομεν αποθάνει εις
την Αίγυπτον παρά να αποθάνωμεν εις την έρημον αυτήν τώρα.
Αρ. 14,3 καὶ
ἱνατί Κύριος εἰσάγει ἡμᾶς εἰς τὴν
γῆν ταύτην πεσεῖν ἐν πολέμῳ; αἱ γυναῖκες
ἡμῶν καὶ τὰ παιδία ἔσονται εἰς
διαρπαγήν· νῦν οὖν βέλτιον ἡμῖν ἐστιν
ἀποστραφῆναι εἰς Αἴγυπτον.
Αρ. 14,3 Διατί ο Κυριος μας εισάγει εις την χώραν
αυτήν, ώστε ημείς μεν να φονευθώμεν στον πόλεμον, αι δε γυναίκες και τα
παιδιά μας να πέσουν αιχμάλωτοι εις τα χέρια εκείνων; Το καλύτερον λοιπόν που
έχομεν να κάμωμεν τώρα, είναι να επιστρέψωμεν εις την Αίγυπτον.
Αρ. 14,4 καὶ
εἶπαν ἕτερος τῷ ἑτέρῳ· δῶμεν
ἀρχηγὸν καὶ ἀποστρέψωμεν εἰς Αἴγυπτον.
Αρ. 14,4 Εν συνεχεία δε εξερεθισμένοι είπαν ο ένας προς
τον άλλον· ας εκλέξωμεν αρχηγόν, δια να μας οδηγήση αυτός πλέον και να
επιστρέψωμεν εις την Αίγυπτον.
Αρ. 14,5 καὶ
ἔπεσε Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν ἐπὶ πρόσωπον
ἐναντίον πάσης συναγωγῆς υἱῶν Ἰσραήλ.
Αρ. 14,5 Οταν ήκουσεν αυτά ο Μωϋσής και ο Ααρών έπεσαν
κατά γης ενώπιον όλου του λαού των Ισραηλιτών παρακαλούντες αυτούς, να μη
προχωρήσουν εις την ανταρσίαν αυτήν.
Αρ. 14,6 Ἰησοῦς
δὲ ὁ τοῦ Ναυὴ καὶ Χάλεβ ὁ τοῦ
Ἰεφοννή, τῶν κατασκεψαμένων τὴν γῆν,
διέῤῥηξαν τὰ ἱμάτια αὐτῶν
Αρ. 14,6 Ο δε Ιησούς του Ναυή και ο Χαλεβ ο υιός του
Ιεφονν, εξ εκείνων που κατεσκόπευσαν την χώραν, ακούσαντες αυτά έσχισαν τα
ενδύματά των
Αρ. 14,7 καὶ
εἶπαν πρὸς πᾶσαν συναγωγὴν υἱῶν
Ἰσραὴλ λέγοντες· ἡ γῆ, ἣν κατεσκεψάμεθα
αὐτήν, ἀγαθή ἐστι σφόδρα σφόδρα·
Αρ. 14,7 και είπαν προς όλον το πλήθος των Ισραηλιτών·
“η γη την οποίαν κατεσκοπεύσαμεν είναι πολύ πάρα πολύ ωραία και εύφορος.
Αρ. 14,8 εἰ
αἱρετίζει ἡμᾶς Κύριος, εἰσάξει ἡμᾶς
εἰς τὴν γῆν ταύτην καὶ δώσει αὐτὴν
ἡμῖν, γῆ ἥτις ἐστὶ ῥέουσα γάλα
καὶ μέλι.
Αρ. 14,8 Εφ' όσον δε ο Κυριος μας έχει εκλέξει ως λαόν
του. Θα μας εισαγάγη ως κατακτητάς και κυρίους και θα δώση εις ημάς την γην
αυτήν, η οποία ρέει γάλα και μέλι.
Αρ. 14,9 ἀλλὰ
ἀπὸ τοῦ Κυρίου μὴ ἀποστάται γίνεσθε·
ὑμεῖς δὲ μὴ φοβηθῆτε τὸν λαὸν
τῆς γῆς, ὅτι κατάβρωμα ἡμῖν ἐστιν·
ἀφέστηκε γὰρ ὁ καιρὸς ἀπ᾿ αὐτῶν,
ὁ δὲ Κύριος ἐν ἡμῖν· μὴ
φοβηθῆτε αὐτούς.
Αρ. 14,9 Λοιπόν μη επαναστατήτε εναντίον του Κυρίου και
μη φοφηθήτε τον λαόν της χώρας αυτής, διότι θα τον κατακτήσωμεν και θα τον
καταφάγωμεν ωσάν ένα κομμάτι ψωμιού. Εχει πλέον λήξει ο καιρός της προστασίας
των ανθρώπων αυτών υπό του Θεού. Ο Κυριος είναι μαζή μας. Μη φοβηθήτε αυτούς”
!
Αρ. 14,10 καὶ εἶπε
πᾶσα ἡ συναγωγὴ καταλιθοβολῆσαι αὐτοὺς
ἐν λίθοις. καὶ ἡ δόξα Κυρίου ὤφθη ἐν τῇ
νεφέλῃ ἐπὶ τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου
πᾶσι τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ.
Αρ. 14,10 Ολον όμως το πλήθος των Ισραηλιτών, εξαγριωμένον
και έξαλλον, ώρμησε να λιθοβολήση τον Ιησούν του Ναυή και τον Χαλεβ. Αλλά
θεία λάμψις εφάνη εις την νεφέλην επάνω από την Σκηνήν του Μαρτυρίου, ενώπιον
όλων των Ισραηλιτών και τους ανεχαίτισεν από το έγκλημα.
Η παρα Θεού τιμωρία
Αρ. 14,11 καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἕως τίνος παροξύνει με ὁ
λαὸς οὗτος καὶ ἕως τίνος οὐ πιστεύουσί μοι
ἐπὶ πᾶσι τοῖς σημείοις, οἷς ἐποίησα
ἐν αὐτοῖς;
Αρ. 14,11 Είπε τότε ο Κυριος προς τον Μωϋσήν· “έως πότε
θα με εξοργίζη αυτός ο λαός; Εως πότε δεν θα πιστεύουν εις όλα τα θαύματά
μου, τα οποία έκαμα εις αυτούς;
Αρ. 14,12 πατάξω αὐτοὺς
θανάτῳ καὶ ἀπολῶ αὐτοὺς καὶ ποιήσω
σὲ καὶ τὸν οἶκον τοῦ πατρός σου εἰς
ἔθνος μέγα καὶ πολὺ μᾶλλον ἢ τοῦτο.
Αρ. 14,12 Και λοιπόν θα τους κτυπήσω δια θανάτου, θα τους
εξολοθρεύσω και θα αναδείξω σε και τον πατρικόν σου οίκον έθνός μέγα, πολύ
ισχυρότερον από τον λαυν αυτόν”.
Αρ. 14,13 καὶ εἶπε
Μωυσῆς πρὸς Κύριον· καὶ ἀκούσεται
Αἴγυπτος, ὅτι ἀνήγαγες τῇ ἰσχύϊ σου τὸν
λαὸν τοῦτον ἐξ αὐτῶν,
Αρ. 14,13 Ο Μωϋσής είπε τότε προς τον Κυριον· “οι
Αιγύπτιοι έχουν πλέον ακούσει και μάθει ότι συ με την ακατανίκητον δύναμίν
σου έβγαλες ελεύθερον τον λαόν τούτον εκ μέσου αυτών.
Αρ. 14,14 ἀλλὰ
καὶ πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐπὶ τῆς
γῆς ταύτης ἀκηκόασιν, ὅτι σὺ εἶ Κύριος ἐν
τῷ λαῷ τούτῳ, ὅστις ὀφθαλμοῖς κατ᾿
ὀφθαλμοὺς ὀπτάζῃ, Κύριε, καὶ ἡ νεφέλη σου
ἐφέστηκεν ἐπ᾿ αὐτῶν, καὶ ἐν
στύλῳ νεφέλης σὺ πορεύῃ πρότερος αὐτῶν
τὴν ἡμέραν καὶ ἐν στύλῳ πυρὸς τὴν
νύκτα.
Αρ. 14,14 Αλλά και όλοι όσοι κατοικούν την χώραν αυτήν
έχουν ακούσει δια τα θαύματά σου και έχουν πεισθή, ότι συ είσαι ο Κυριος και
Θεός του λαού τούτου, του λαού ο οποίος σε βλέπει πρόσωπον προς πρόσωπον, και
ότι η νεφέλη σου ευρίσκεται επάνω από αυτούς, συ δε προπορεύεσαι εις αυτούς
ως οδηγός κατά μεν την ημέραν σαν στήλη νεφέλης κατά δε την νύκτα σαν στήλη
πυρός.
Αρ. 14,15 καὶ
ἐκτρίψεις τὸν λαὸν τοῦτον ὡσεὶ
ἄνθρωπον ἕνα, καὶ ἐροῦσι τὰ ἔθνη,
ὅσοι ἀκηκόασι τὸ ὄνομά σου, λέγοντες·
Αρ. 14,15 Εάν λοιπόν εξοντώσης τον λαόν αυτόν αμέσως, ως εάν
πρόκειται δι' ένα άνθρωπον, όσα έθνη έχουν ακούσει δια το θαυμαστόν και
παντοδύναμον όνομα σου, θα είπουν·
Αρ. 14,16 παρὰ τὸ
μὴ δύνασθαι Κύριον εἰσαγαγεῖν τὸν λαὸν
τοῦτον εἰς τὴν γῆν, ἣν ὤμοσεν
αὐτοῖς, κατέστρωσεν αὐτοὺς ἐν τῇ
ἐρήμῳ.
Αρ. 14,16 Επειδή δεν κατόρθωσε να οδηγήση ο Θεός και φέρη
τον λαόν τούτον εις την χώραν, την οποίαν με όρκον είχεν υποσχεθή να τους
δώση, τους κατέστρωσε νεκρούς εις την έρημον αυτήν γην !
Αρ. 14,17 καὶ νῦν
ὑψωθήτω ἡ ἰσχύς, Κύριε, ὃν τρόπον εἶπας
λέγων·
Αρ. 14,17 Αλλά, Κυριε, ας φανή και ας υψωθή και τώρα το
μεγαλείον της δυνάμεώς σου, όπως άλλοτε είχες διακηρύξει λέγων ότι είσαι
Αρ. 14,18 Κύριος μακρόθυμος καὶ
πολυέλεος καὶ ἀληθινός, ἀφαιρῶν ἀνομίας
καὶ ἀδικίας καὶ ἁμαρτίας, καὶ καθαρισμῷ
οὐ καθαριεῖ τὸν ἔνοχον ἀποδιδοὺς ἁμαρτίας
πατέρων ἐπὶ τέκνα ἕως τρίτης καὶ τετάρτης
γενεᾶς.
Αρ. 14,18 Κυριος, μακρόθυμος και πολυέλεος και αξιόπιστος
εις τα λόγια σου. Είσαι συ Κυριος, ο οποίος συγχωρεί και εξαλείφει παρανομίας
και αδικίας και γενικώς τας αμαρτίας, αλλά και δεν αφήνει ατιμώρητον τον
ένοχον φθάνων μέχρι του σημείου να καταλογίζη ευθύνην και να τιμωρή τα τέκνα
μέχρι τρίτης και τετάρτης γενεάς δια τας αμαρτίας των πατέρων των.
Αρ. 14,19 ἄφες τὴν
ἁμαρτίαν τῷ λαῷ τούτῳ κατὰ τὸ μέγα
ἔλεός σου, καθάπερ ἵλεως ἐγένου αὐτοῖς
ἀπ᾿ Αἰγύπτου ἕως τοῦ νῦν.
Αρ. 14,19 Αλλά, συγχώρησε, Κυριε, κατά το μέγα σου έλεος
την αμαρτίαν στον λαόν τούτον. Γινε εύσπλαγχνος, όπως εύσπλαγχνος έγινες εις
αυτούς από την ημέραν της εξόδου των από της Αιγύπτου μέχρι τώρα” !
Αρ. 14,20 καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἵλεως αὐτοῖς
εἰμι κατὰ τὸ ῥῆμά σου·
Αρ. 14,20 Είπε τότε ο Κυριος προς τον Μωϋσήν· “θα γίνω εις
αυτούς ίλεως σύμφωνα με την παράκλησίν σου.
Αρ. 14,21 ἀλλὰ
ζῶ ἐγὼ καὶ ζῶν τὸ ὄνομά μου
καὶ ἐμπλήσει ἡ δόξα Κυρίου πᾶσαν τὴν γῆν,
Αρ. 14,21 Αλλά εγώ ζω και ζων είναι το όνομα μου, και θα
πλημμυρίση ολόκληρον την γην η δόξα και η δύναμις της δικαιοσύνης μου
Αρ. 14,22 ὅτι πάντες
οἱ ἄνδρες οἱ ὁρῶντες τὴν δόξαν μου
καὶ τὰ σημεῖα, ἃ ἐποίησα ἐν
Αἰγύπτῳ καὶ ἐν τῇ ἐρήμῳ, καὶ
ἐπείρασάν με τοῦτο δέκατον, καὶ οὐκ εἰσήκουσαν
τῆς φωνῆς μου,
Αρ. 14,22 διότι όλοι οι Ισραηλίται, οι οποίοι είδον την
δόξαν μου και τα θαύματα, τα οποία έκαμα εις την Αίγυπτον και εις την έρημον,
και παρ' όλον τούτο με παρώργισαν τώρα δια δεκάτην φοράν και δεν υπήκουσαν
εις την εντολήν μου,
Αρ. 14,23 ᾖ μὴν
οὐκ ὄψονται τὴν γῆν, ἣν ὤμοσα τοῖς
πατράσιν αὐτῶν, ἀλλ᾿ ἢ τὰ τέκνα
αὐτῶν, ἅ ἐστι μετ᾿ ἐμοῦ ὧδε,
ὅσοι οὐκ οἴδασιν ἀγαθὸν οὐδὲ κακόν,
πᾶς νεώτερος ἄπειρος, τούτοις δώσω τὴν γῆν, πάντες
δὲ οἱ παροξύναντές με οὐκ ὄψονται αὐτήν.
Αρ. 14,23 κατ' αμετάκλητον απόφασίν μου δεν θα ίδουν την
χώραν, την οποίαν δι' όρκου υπεσχέθην στους πατέρας των, αλλά θα την ίδουν
μόνον τα τέκνα των, τα οποία είναι εδώ μαζή μου, που δεν ημπορούν ακόμη να
κάμουν διάκρισιν μεταξύ καλού και κακού, κάθε νεώτερος και άπειρος. Εις αυτά
εγώ θα δώσω την χώραν. Ολοι δε εκείνοι, που με παρώξυναν δεν θα την ιδούν.
Αρ. 14,24 ὁ δὲ
παῖς μου Χάλεβ, ὅτι πνεῦμα ἕτερον ἐν
αὐτῷ καὶ ἐπηκολούθησέ μοι, εἰσάξω
αὐτὸν εἰς τὴν γῆν, εἰς ἣν
εἰσῆλθεν ἐκεῖ, καὶ τὸ σπέρμα
αὐτοῦ κληρονομήσει αὐτήν.
Αρ. 14,24 Τον δούλον μου όμως τον Χαλεβ, διότι είναι αλλού
πνεύματος από τον λαόν αυτόν και με ηκολούθησε, θα τον εισαγάγω εις την
χώραν, όπου εισήλθεν ως κατάσκοπος και οι απόγονοί του θα κληρονομήσουν
αυτήν.
Αρ. 14,25 ὁ δὲ
Ἀμαλὴκ καὶ ὁ Χαναναῖος κατοικοῦσιν
ἐν τῇ κοιλάδι· αὔριον ἐπιστράφητε καὶ
ἀπάρατε ὑμεῖς εἰς τὴν ἔρημον,
ὁδὸν θάλασσαν ἐρυθράν.
Αρ. 14,25 Ο Αμαλήκ και ο Χαναναίος θα κατοικούν τώρα αυτήν
την κοιλάδα. Σεις δε αύριον αναχωρήσατε και επιστρέψατε εις την έρημον προς
την κατεύθυνσιν της Ερυθράς Θαλάσσης”.
Αρ. 14,26 Καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγων·
Αρ. 14,26 Είπεν ακόμη ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και τον
Ααρών·
Αρ. 14,27 ἕως τίνος
τὴν συναγωγὴν τὴν πονηρὰν ταύτην; ἃ
αὐτοὶ γογγύζουσιν ἐναντίον μου, τὴν γόγγυσιν
τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἣν ἐγόγγυσαν περὶ
ὑμῶν, ἀκήκοα.
Αρ. 14,27 “έως πότε θα ανέχωμαι τον πονηρόν αυτόν λαόν; Οσα
αυτοί γογγύζουν εναντίον μου, όπως και τον γογγυσμόν αυτόν εναντίον σας, όλα
τα έχω ακούσει.
Αρ. 14,28 εἰπὸν
αὐτοῖς· ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ᾖ μὴν
ὃν τρόπον λελαλήκατε εἰς τὰ ὦτά μου, οὕτω
ποιήσω ὑμῖν.
Αρ. 14,28 Είπε λοιπόν εις αυτούς· Ζω εγώ, λέγει Κυριος,
κατ' αμετάκλητον απόφασίν μου, ακριβώς όπως μου είπατε και ήκουσα, έτσι θα
κάμω εις σας·
Αρ. 14,29 ἐν τῇ
ἐρήμῳ ταύτῃ πεσεῖται τὰ κῶλα
ὑμῶν, καὶ πᾶσα ἡ ἐπισκοπὴ
ὑμῶν καὶ οἱ κατηριθμημένοι ὑμῶν
ἀπὸ εἰκοσαετοῦς καὶ ἐπάνω, ὅσοι
ἐγόγγυζον ἐπ᾿ ἐμοί·
Αρ. 14,29 δηλαδή εις την έρημον θα πέσουν νεκρά τα σώματά
σας. Εδώ θα αποθάνετε όλοι όσοι κατά την απογραφήν, που έγινε και ηριθμήθησαν
από είκοσιν ετών και άνω, όλοι όσοι εγόγγυσαν εναντίον μου.
Αρ. 14,30 εἰ
ὑμεῖς εἰσελεύσεσθε εἰς τὴν γῆν,
ἐφ᾿ ἣν ἐξέτεινα τὴν χεῖρά μου
κατασκηνῶσαι ὑμᾶς ἐπ᾿ αὐτῆς,
ἀλλ᾿ ἢ Χάλεβ υἱὸς Ἰεφοννὴ καὶ
Ἰησοῦς ὁ τοῦ Ναυή·
Αρ. 14,30 Κανείς από σας δεν θα εισέλθη εις την γην, επάνω
από την οποίαν άπλωσα εγώ τα παντοδύναμον χέρι μου και ωρκίσθην να σας
εγκαταστήσω, αλλά θα εισέλθουν εις αυτήν μόνον ο Χαλεβ υιός του Ιεφοννή, και
ο Ιησούς ο υιός του Ναυη·
Αρ. 14,31 καὶ τὰ
παιδία, ἃ εἴπατε ἐν διαρπαγῇ ἔσεσθαι,
εἰσάξω αὐτοὺς εἰς τὴν γῆν, καὶ
κληρονομήσουσι τὴν γῆν, ἣν ὑμεῖς ἀπέστητε
ἀπ᾿ αὐτῆς.
Αρ. 14,31 και τα παιδιά, δια τα οποία είπατε ότι θα
πέσουν, τάχα, αιχμάλωτα εις τα χέρια των εχθρών, θα οδηγήσω εις την γην της
επαγγελίας και θα κληρονομήσουν την χώραν, την οποίαν σεις δια τας αμαρτίας
σας εχάσατε.
Αρ. 14,32 καὶ τὰ
κῶλα ὑμῶν πεσεῖται ἐν τῇ
ἐρήμῳ ταύτῃ,
Αρ. 14,32 Τα μέλη του σώματός σας θα πέσουν και θα μείνουν
εις την έρημον αυτήν,
Αρ. 14,33 οἱ δὲ
υἱοὶ ὑμῶν ἔσονται νεμόμενοι ἐν τῇ
ἐρήμῳ τεσσαράκοντα ἔτη καὶ ἀνοίσουσι τὴν
πορνείαν ὑμῶν, ἕως ἂν ἀναλωθῇ τὰ
κῶλα ὑμῶν ἐν τῇ ἐρήμῳ,
Αρ. 14,33 τα δε παιδιά σας, όσα είναι κάτω των είκοσιν
ετών, θα περιπλανώνται εις την έρημον επί τεσσαράκοντα έτη και θα υποφέρουν
τας συνεπείας της αποστασίας σας από τον Θεόν, μέχρις ότου αποθάνουν εις την
έρημον όλοι οι άνω των εικοσιν ετών.
Αρ. 14,34 κατὰ τὸν
ἀριθμὸν τῶν ἡμερῶν, ὅσας κατεσκέψασθε
τὴν γῆν, τεσσαράκοντα ἡμέρας, ἡμέραν τοῦ
ἐνιαυτοῦ, λήψεσθε τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν
τεσσαράκοντα ἔτη καὶ γνώσεσθε τὸν θυμὸν τῆς
ὀργῆς μου.
Αρ. 14,34 Δια τας αμαρτίας που διεπράξατε, θα υποστήτε την
τιμωρίαν της δικαίας αγανακτήσεως και οργής μου επί τεσσαράκοντα έτη, κατά
τον αριθμόν των ημερών, τας οποίας κατεσκοπεύσατε την χώραν. Καθε ημέρα θα
υπολογισθή εις εν έτος.
Αρ. 14,35 ἐγὼ
Κύριος ἐλάλησα· ᾖ μὴν οὕτω ποιήσω τῇ
συναγωγῇ τῇ πονηρᾷ ταύτῃ τῇ
ἐπισυνισταμένῃ ἐπ᾿ ἐμέ· ἐν τῇ
ἐρήμῳ ταύτῃ ἐξαναλωθήσονται καὶ
ἐκεῖ ἀποθανοῦνται.
Αρ. 14,35 Εγώ ο Κυριος ωμίλησα. Οριστικώς και αμετακλήτως
θα κάμω ο,τι είπα στον αμαρτωλόν αυτόν λαόν, ο οποίος εστασίασεν εναντίον
μου. Εις την έρημον αυτήν θα εξοντωθούν και θα αποθάνουν”.
Αρ. 14,36 καὶ οἱ
ἄνθρωποι, οὓς ἀπέστειλε Μωυσῆς κατασκέψασθαι
τὴν γῆν καὶ παραγενηθέντες διεγόγγυσαν κατ᾿
αὐτῆς πρὸς τὴν συναγωγὴν ἐξενέγκαι
ῥήματα πονηρὰ περὶ τῆς γῆς,
Αρ. 14,36 Οι άνδρες, τους οποίους έστειλεν ο Μωϋσής να
κατασκοπεύσουν την χώραν και οι οποίοι επιστρέφοντες εξηρέθισαν τον λαόν εις
γογγυσμόν κατά της χώρας αυτής με το να είπουν δόλια και ψευδή δι' αυτήν,
Αρ. 14,37 καὶ
ἀπέθανον οἱ ἄνθρωποι οἱ κατείπαντες πονηρὰ
κατὰ τῆς γῆς ἐν τῇ πληγῇ ἔναντι
Κυρίου
Αρ. 14,37 οι άνδρες αυτοί, οι οποίοι με πείσμα είπαν και
διέδωσαν πονηράς πληροφορίας δια την χώραν, εκτυπήθησαν ρώτοι από τον Κυριον
και απέθανον.
Αρ. 14,38 καὶ
Ἰησοῦς υἱὸς Ναυή, καὶ Χάλεβ υἱὸς
Ἰεφοννὴ ἔζησαν ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων
ἐκείνων τῶν πεπορευμένων κατασκέψασθαι τὴν γῆν.
Αρ. 14,38 Από τους άνδρας εκείνους, οι οποίοι μετέβησαν δια
να κατασκοπεύσουν την χώραν, έζησαν μόνον ο Ιησούς υιός Ναυη, και ο Χαλεβ
υιός Ιεφοννή.
Αρ. 14,39 Καὶ
ἐλάλησε Μωυσῆς τὰ ῥήματα ταῦτα πρὸς
πάντας υἱοὺς Ἰσραήλ, καὶ ἐπένθησεν ὁ λαὸς
σφόδρα.
Αρ. 14,39 Ο Μωϋσής ανεκοίνωσεν εις όλους τους Ισραηλίτας τα
λόγια αυτά του Κυρίου. Ο λαός ακούσας επένθησε πολύ.
Αρ. 14,40 καὶ
ὀρθρίσαντες τὸ πρωΐ ἀνέβησαν εἰς τὴν
κορυφὴν τοῦ ὄρους λέγοντες· ἰδοὺ
οἵδε ἡμεῖς ἀναβησόμεθα εἰς τὸν τόπον,
ὃν εἶπε Κύριος, ὅτι ἡμάρτομεν.
Αρ. 14,40 Δια να επανορθώσουν δέ, τάχα, την παρακοήν των
και αποφύγουν την τιμωρίαν, ηγέρθησαν οι Ισραηλίται πολύ πρωϊ, ανέβησαν εις
την κορυφήν του όρους, λέγοντες προς τον Μωυσήν· “ιδού, ημείς τώρα θα
εισέλθωμεν στον τόπον, τον οποίον είπεν ο Κυριος, διότι πράγματι με την
παρακοήν μας ημαρτήσαμεν ενώπιόν του” !
Αρ. 14,41 καὶ εἶπε
Μωυσῆς· ἱνατί ὑμεῖς παραβαίνετε τὸ
ῥῆμα Κυρίου; οὐκ εὔοδα ἔσται ὑμῖν.
Αρ. 14,41 Ο Μωϋσής απήντησε· “διατί και τώρα σεις
παραβαίνετε πάλιν την εντολήν του Κυρίου; Δεν θα ευοδωθή η απόπειρά σας.
Αρ. 14,42 μὴ
ἀναβαίνετε· οὐ γάρ ἐστι Κύριος μεθ᾿
ὑμῶν, καὶ πεσεῖσθε πρὸ προσώπου τῶν
ἐχθρῶν ὑμῶν.
Αρ. 14,42 Μη προχωρήτε διότι ο Κυριος δεν είναι μαζή σας,
θα νικηθήτε και θα πέσετε ενώπιον των εχθρών σας.
Αρ. 14,43 ὅτι ὁ
Ἀμαλὴκ καὶ ὁ Χαναναῖος ἐκεῖ
ἔμπροσθεν ὑμῶν, καὶ πεσεῖσθε μαχαίρᾳ,
οὗ εἵνεκεν ἀπεστράφητε ἀπειθοῦντες Κυρίῳ,
καὶ οὐκ ἔσται Κύριος ἐν ὑμῖν.
Αρ. 14,43 Οι Αμαληκίται και οι Χαναναίοι ευρίσκονται εκεί
αντιμέτωποι έμπροσθέν σας και θα πέσετε εν στόματι μαχαίρας, επειδή
απεστατήσατε και παρηκούσατε τον Κυριον και ο Κυριος δεν θα είναι πλέον μαζή
σας”.
Αρ. 14,44 καὶ
διαβιασάμενοι ἀνέβησαν ἐπὶ τὴν κορυφὴν
τοῦ ὄρους· ἡ δὲ κιβωτὸς τῆς διαθήκης
Κυρίου καὶ Μωυσῆς οὐκ ἐκινήθησαν ἐκ τῆς
παρεμβολῆς.
Αρ. 14,44 Εκείνοι όμως επέμειναν εις την απερίσκεπτον
απόφασίν των, επροχώρησαν και ανέβησαν εις την κορυφήν του όρους, αλλά η
κιβωτός της Διαθήκης και ο Μωϋσής δεν εκινήθησαν από το στρατόπεδον.
Αρ. 14,45 καὶ κατέβη
ὁ Ἀμαλὴκ καὶ ὁ Χαναναῖος ὁ
ἐγκαθήμενος ἐν τῷ ὄρει ἐκείνῳ καὶ
ἐτρέψαντο αὐτοὺς καὶ κατέκοψαν αὐτοὺς
ἕως Ἑρμάν· καὶ ἀπεστράφησαν εἰς τὴν
παρεμβολήν.
Αρ. 14,45 Οι δε Αμαληκίται και οι Χαναναίοι, οι
κατοικούντες στο όρος εκείνο, κατέβησαν και επετέθησαν εναντίον των
Ισραηλιτών, τους έτρεψαν εις φυγήν και κατέκοψαν αυτούς μέχρις Ερμάν. Οι δε
διασωθέντες από την σφαγήν Ισραηλίται επέστρεψαν στο στρατόπεδον.
|