ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ |
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 26
|
|
Απόφαση θανάτωσης του Ιησού
(Μκ 14,1-2. Λκ 22,1-2. Ιω 11,45-53)
|
Ματθ. 26,1 Καὶ
ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς πάντας τοὺς λόγους τούτους εἶπεν τοῖς μαθηταῖς
αὐτοῦ·
Ματθ. 26,1 Και
όταν ετελείωσε ο Ιησούς όλους αυτούς τους λόγους, είπε προς τους μαθητάς
του·
Ματθ. 26,2 οἴδατε
ὅτι μετὰ δύο ἡμέρας τὸ πάσχα γίνεται, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται
εἰς τὸ σταυρωθῆναι.
Ματθ. 26,2 “γνωρίζετε
ότι έπειτα από δύο ημέρας γίνεται η εορτή του πάσχα και ο υιός του ανθρώπου
θα παραδοθή δια να σταυρωθή”.
Ματθ. 26,3 τότε
συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ, εἰς
τὴν αὐλὴν τοῦ ἀρχιερέως τοῦ λεγομένου Καϊάφα,
Ματθ. 26,3 Τοτε
οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι προεστοί του λαού, που συμμετείχαν στο
Μεγάλο Συνέδριον, συγκεντρώθηκαν εις την οικίαν του αρχιερέως, ο οποίος
ωνομάζετο Καϊάφας.
Ματθ. 26,4 καὶ
συνεβουλεύσαντο ἵνα τὸν Ἰησοῦν δόλῳ κρατήσωσι καὶ ἀποκτείνωσιν.
Ματθ. 26,4 Και
κατόπιν συσκέψεως απεφάσισαν ομοφώνως να συλλάβουν με δόλον τον Ιησούν και
να τον φονεύσουν.
Ματθ. 26,5 ἔλεγον
δέ· μὴ ἐν τῇ ἑορτῇ, ἵνα μὴ θόρυβος γένηται ἐν τῷ λαῷ.
Ματθ. 26,5 Είπαν
δε μεταξύ των, να μη τον συλλάβουν κατά την εορτήν του πάσχα, δια να μη γίνη
θόρυβος και αναταραχή στον λαόν.
|
Η χρίση του Ιησού με μύρο
(Μκ 14,3-9. Ιω 12,1-8)
|
Ματθ. 26,6 Τοῦ
δὲ Ἰησοῦ γενομένου ἐν Βηθανίᾳ ἐν οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ,
Ματθ. 26,6 Οταν
δε ο Ιησούς ήλθε εις την Βηθανίαν, εις την οικίαν Σιμωνος του λεπρού,
Ματθ. 26,7 προσῆλθεν
αὐτῷ γυνὴ ἀλάβαστρον μύρου ἔχουσα βαρυτίμου, καὶ κατέχεεν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν
αὐτοῦ ἀνακειμένου.
Ματθ. 26,7 προσήλθε
εις αυτόν μία γυναίκα με ένα δοχείον από αλάβαστρον γεμάτο από μύρον
πολύτιμον και έχυνε αυτό άφθονον εις την κεφαλήν του, καθώς αυτός είχε
καθίσει εις την τράπεζαν του φαγητού.
Ματθ. 26,8 ἰδόντες
δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠγανάκτησαν λέγοντες· εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη;
Ματθ. 26,8 Οι
δε μαθηταί, όταν είδαν τούτο, ηγανάκτησαν και έλεγαν· “διατί χάνεται ματαίως
το πολύτιμον αυτό μύρον;
Ματθ. 26,9 ἠδύνατο
γὰρ τοῦτο τὸ μύρον πραθῆναι πολλοῦ καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς.
Ματθ. 26,9 Διότι
θα ημπορούσε αυτό να πωληθή αντί πολλών χρημάτων και να δοθή το αντίτιμον
στους φτωχούς”.
Ματθ. 26,10 γνοὺς
δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τί κόπους παρέχετε τῇ γυναικί; ἔργον γὰρ καλὸν
εἰργάσατο εἰς ἐμέ.
Ματθ. 26,10 Ο
Ιησούς όμως αντελήφθη την δυσφορίαν των και τους είπε· “διατί στενοχωρείτε
την γυναίκα; Διότι αυτή έκαμε εις εμέ ένα καλόν και αξιέπαινον έργον.
Ματθ. 26,11 τοὺς
πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ᾿ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε.
Ματθ. 26,11 Διότι
τους πτωχούς τους έχετε πάντοτε μαζή σας και ημπορείτε, οπόταν θέλετε να
τους βοηθήτε, εμέ όμως δεν θα με έχετε πάντοτε μαζή σας.
Ματθ. 26,12 βαλοῦσα
γὰρ αὕτη τὸ μύρον τοῦτο ἐπὶ τοῦ σώματός μου, πρὸς τὸ ἐνταφιάσαι με ἐποίησεν.
Ματθ. 26,12 Διότι
αυτή η γυναίκα, που έχυσε το μύρον τούτο στο σώμα μου, το έκαμε σαν
προετοιμασίαν δια τον ενταφιασμόν μου.
Ματθ. 26,13 ἀμὴν
λέγω ὑμῖν, ὅπου ἐὰν κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιον τοῦτο ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ, λαληθήσεται
καὶ ὃ ἐποίησεν αὕτη εἰς μνημόσυνον αὐτῆς.
Ματθ. 26,13 Σας
διαβεβαιώνω δε, ότι οπουδήποτε και αν κυρηχθή το ευαγγέλιον τούτο-και θα
κηρυχθή εις όλον τον κόσμον-θα διαλαληθή επίσης και αυτό που έκαμε σήμερον
αυτή εις αλησμόνητον ανάμνησίν της”. (Καθε προσφορά, που γίνεται προς τον
Κυριον από ευλαβή και αφωσιωμένην καρδίαν, αποκτά αιωνίαν αξίαν).
|
Ο Ιούδας αποφασίζει να προδώσει τον Ιησού
(Μκ 14,10-11. Λκ 22,3-6)
|
Ματθ. 26,14 Τότε
πορευθεὶς εἷς τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Ἰούδας Ἰσκαριώτης, πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς
εἶπε·
Ματθ. 26,14 Τοτε
ένας από τους δώδεκα, ο λεγόμενος Ιούδας Ισκαριώτης, επήγε προς τους
αρχιερείς και είπε·
Ματθ. 26,15 τί
θέλετέ μοι δοῦναι, καὶ ἐγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν; οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα
ἀργύρια.
Ματθ. 26,15 “τι
θέλετε να μου δώσετε και εγώ θα σας τον παραδώσω;” Εκείνοι δε του εμέτρησαν
τριάκοντα αργυρά νομίσματα.
Ματθ. 26,16 καὶ
ἀπὸ τότε ἐζήτει εὐκαιρίαν ἵνα αὐτὸν παραδῷ.
Ματθ. 26,16 Και
από τότε εζητούσε ευκαιρίαν, δια να τον παραδώση (σύμφωνα με τας οδηγίας των
αρχιερέων).
|
Ετοιμασία για το Πάσχα
(Μκ 14,12-16. Λκ 22,7-13)
|
Ματθ. 26,17 Τῇ
δὲ πρώτῃ τῶν ἀζύμων προσῆλθον οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ λέγοντες αὐτῷ· ποῦ θέλεις
ἑτοιμάσωμέν σοι φαγεῖν τὸ πάσχα;
Ματθ. 26,17 Κατά
δε την παραμονήν του πάσχα, η οποία ελέγετο και πρώτη ημέρα του πάσχα, διότι
ετοίμαζαν οι Εβραίοι τα άζυμα, ήλθαν οι μαθηταί προς τον Ιησούν λέγοντες·
“που θάλεις να σου ετοιμάσωμεν, δια να φάγης το πάσχα;”
Ματθ. 26,18 ὁ
δὲ εἶπεν· ὑπάγετε εἰς τὴν πόλιν πρὸς τὸν δεῖνα καὶ εἴπατε αὐτῷ· ὁ διδάσκαλος
λέγει, ὁ καιρός μου ἐγγύς ἐστι· πρὸς σὲ ποιῶ τὸ πάσχα μετὰ τῶν μαθητῶν μου.
Ματθ. 26,18 Ο
δε Ιησούς είπεν· “πηγαίνετε εις την πόλιν προς τον δείνα και ειπέτε του· ο
διδάσκαλος λέγει· Ο καιρός μου δια να τελειώσω το έργον μου πλησιάζει. Εις
το σπίτι σου απόψε, παραμονήν του εβραϊκού πάσχα, θα εορτάσω μαζή με τους
μαθητάς μου το νέον πάσχα”.
Ματθ. 26,19 καὶ
ἐποίησαν οἱ μαθηταὶ ὡς συνέταξεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα.
Ματθ. 26,19 Και
έκαμαν οι μαθηταί, όπως ο Ιησούς τους είχε οδηγήσει και ετοίμασαν τα κατά το
πάσχα.
|
Ο Μυστικός Δείπνος και η καθιέρωση της Θείας Ευχαριστίας
(Μκ 14,17-26. Λκ 22,14-23)
|
Ματθ. 26,20 Ὀψίας
δὲ γενομένης ἀνέκειτο μετὰ τῶν δώδεκα.
Ματθ. 26,20 Οταν
δε ήλθε η εσπέρα, ο Κυριος μαζή με τους δώδεκα εξάπλωσε κοντά στο τραπέζι
σύμφωνα με την συνήθειαν που είχαν τότε οι άνθρωποι να κάθωνται κατά το
φάγητον.
Ματθ. 26,21 καὶ
ἐσθιόντων αὐτῶν εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με.
Ματθ. 26,21 Και
καθώς έτρωγαν είπε· “σας διαβεβαιώνω, ότι ένας από σας θα με προδώση”.
Ματθ. 26,22 καὶ
λυπούμενοι σφόδρα ἤρξαντο λέγειν αὐτῷ ἕκαστος αὐτῶν· μήτι ἐγώ εἰμι, Κύριε;
Ματθ. 26,22 Εκείνοι
ελυπήθηκαν παρά πολύ και ήρχισαν να λέγουν ο καθένας δια τον εαυτόν του·
“μήπως είμαι εγώ, Κυριε;”
Ματθ. 26,23 ὁ
δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ὁ ἐμβάψας μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τῷ τρυβλίῳ τὴν χεῖρα, οὗτός με
παραδώσει.
Ματθ. 26,23 Ο
δε Κυριος απεκρίθη· “Εκείνος που εβούτηξε μαζή μου το χέρι στον ζωμόν του
πιάτου, αυτός θα με παραδώση.
Ματθ. 26,24 ὁ
μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑπάγει καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ· οὐαὶ δὲ τῷ ἀνθρώπῳ
ἐκείνῳ δι᾿ οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται· καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη
ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος.
Ματθ. 26,24 Ο
μεν υιός του ανθρώπου απέρχεται από την ζωήν αυτήν, όπως ακριβώς είναι
γραμμένο εις την Αγίαν Γραφήν περί αυτού· αλλοίμονον όμως στον άνθρωπον
εκείνον, δια του οποίου ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται· προτιμότερον θα ήτο
δι' αυτόν να μη είχε γεννηθή ο άνθρωπος εκείνος”.
Ματθ. 26,25 ἀποκριθεὶς
δὲ Ἰούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν εἶπε· μήτι ἐγώ εἰμι, ῥαββί; λέγει αὐτῷ, σὺ
εἶπας.
Ματθ. 26,25 Ελαβε
δε τον λόγον ο Ιούδας, ο οποίος και τον παρέδωσε, και είπε· “μήπως είμαι
εγώ, διδάσκαλε;” Απήντησε εις αυτόν ο Ιησούς· “Συ είπες, ότι είσαι συ”.
(φράσις που σημαίνει· Το είπες μόνος σου, όπως είπες, έτσι είναι· συ
πράγματι είσαι αυτός που θα με παραδώση).
Ματθ. 26,26 Ἐσθιόντων
δὲ αὐτῶν λαβὼν ὁ Ἰησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς
μαθηταῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου·
Ματθ. 26,26 Ενώ
δε αυτοί έτρωγαν, επήρε ο Ιησούς τον άρτον και αφού ευχαρίστησε τον έκοψε
εις τεμάχια και έδιδε στους μαθητάς και είπε· “λάβετε φάγετε· τούτο είναι το
σώμα μου”.
Ματθ. 26,27 καὶ
λαβὼν τὸ ποτήριον καὶ εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· πίετε ἐξ αὐτοῦ
πάντες·
Ματθ. 26,27 Και
αφού επήρε το ποτήριον και ηυχαρίστησε έδωκε αυτό στους μαθητάς και είπε·
“πίετε από αυτό όλοι,
Ματθ. 26,28 τοῦτο
γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς
ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.
Ματθ. 26,28 διότι
τούτο είναι το αίμά μου, με το οποίον επικυρώνεται η νέα διαθήκη και το
οποίον χύνεται δια την συγχώρησιν των αμαρτιών και την σωτηρίαν πολλών.
Ματθ. 26,29 λέγω
δὲ ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ πίω ἀπ᾿ ἄρτι ἐκ τούτου τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς
ἡμέρας ἐκείνης, ὅταν αὐτὸ πίνω μεθ᾿ ὑμῶν καινὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός
μου.
Ματθ. 26,29 Σας
λέγω δε ότι δεν θα ξαναπιώ από το προϊόν αυτό της αμπέλου από την στιγμήν
αυτήν και μέχρι της ημέρας εκείνης, όταν εις την ατελείωτον χαράν της
βασιλείας του Πατρός μου θα το πίνω μαζή σας νέον, πνευματικόν και χαροποιόν”.
Ματθ. 26,30 Καὶ
ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν. τότε λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς·
Ματθ. 26,30 Και
αφού έψαλαν ύμνους, εξήλθαν στο όρος των Ελαιών. Τοτε λέγει προς αυτούς ο
Ιησούς·
|
Η πρόρρηση της άρνησης του Πέτρου
(Μκ 14,27-31. Λκ 22,31-34. Ιω 13,36-38)
|
Ματθ. 26,31 πάντες
ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ, γέγραπται γάρ, πατάξω τὸν
ποιμένα, καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα τῆς ποίμνης·
Ματθ. 26,31 “όλοι
σεις κατά την νύκτα αυτήν θα σκανδαλισθήτε και θα κλονισθή η πίστις σας προς
εμέ. Διότι έτσι έχει γραφή εις την Παλαιάν Διαθήκην· Με την ιδικήν μου
συγκατάθεσιν θα κτυπηθή ο ποιμήν, δηλαδή εγώ, και θα διασκορπισθούν τα
πρόβατα του ποιμνίου, δηλαδή σεις.
Ματθ. 26,32 μετὰ
δὲ τὸ ἐγερθῆναί με προάξω ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν.
Ματθ. 26,32 Οταν
όμως αναστηθώ, θα σας προϋπαντήσω εις την Γαλιλαίαν, όπου και θα
συναντηθώμεν”.
Ματθ. 26,33 ἀποκριθεὶς
δὲ ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται ἐν σοί, ἐγὼ δὲ οὐδέποτε
σκανδαλισθήσομαι.
Ματθ. 26,33 Ο
Πετρος όμως αποκριθείς του είπε· “εάν όλοι θα σκανδαλισθούν δ' όσα θα
συμβούν εις σε, εγώ όμως ποτέ δεν θα σκανδαλισθώ”.
Ματθ. 26,34 ἔφη
αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι ὅτι ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι
τρὶς ἀπαρνήσῃ με.
Ματθ. 26,34 Είπε
εις αυτόν ο Ιησούς· “σε διαβεβαιώνω, ότι αυτήν την νύκτα, πριν ο πετεινός
λαλήση, συ θα έχης κλονισθή τόσον πολύ, ώστε τρεις φορές θα με έχης αρνηθή”.
Ματθ. 26,35 λέγει
αὐτῷ ὁ Πέτρος· κἂν δέῃ με σύν σοι ἀποθανεῖν, οὐ μή σε ἀπαρνήσομαι. ὁμοίως δὲ
καὶ πάντες οἱ μαθηταὶ εἶπον.
Ματθ. 26,35 Λεγει
εις αυτόν ο Πετρος· “και αν ακόμη χρειασθή να αποθάνω μαζή σου, δεν θα σε
απαρνηθώ”. Και όλοι οι μαθηταί τα ίδια και παρόμοια έλεγαν.
|
Η προσευχή στη Γεθσημανή
(Μκ 14,32-42. Λκ 22,39-46)
|
Ματθ. 26,36 Τότε
ἔρχεται μετ᾿ αὐτῶν ὁ Ἰησοῦς εἰς χωρίον λεγόμενον Γεθσημανῆ, καὶ λέγει τοῖς
μαθηταῖς· καθίσατε αὐτοῦ ἕως οὗ ἀπελθὼν προσεύξωμαι ἐκεῖ.
Ματθ. 26,36 Τοτε
έρχεται μαζή με αυτούς ο Ιησούς εις μίαν περιοχήν, που ελέγετο Γεθσημανή,
και λέγει στους μαθητάς· “καθήστε εδώ και περιμένετε, έως ότου υπάγω και
προσευχηθώ εκεί”.
Ματθ. 26,37 καὶ
παραλαβὼν τὸν Πέτρον καὶ τοὺς δύο υἱούς Ζεβεδαίου ἤρξατο λυπεῖσθαι καὶ
ἀδημονεῖν.
Ματθ. 26,37 Και
αφού επήρε μαζή του τον Πετρον και τους δύο υιούς του Ζεβεδαίου, ήρχισε να
λυπήται και να καταλαμβάνεται από μεγάλην στενοχωρίαν.
Ματθ. 26,38 τότε
λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε
καὶ γρηγορεῖτε μετ᾿ ἐμοῦ.
Ματθ. 26,38 Τοτε
λέγει εις αυτούς ο Ιησούς· “πλημμυρισμένη από βαθυτάτην λύπην είναι η ψυχή
μου, ώστε κινδυνεύω να αποθάνω από αυτήν. Μείνατε εδώ και αγρυπνήστε μαζή
μου”.
Ματθ. 26,39 καὶ
προελθὼν μικρὸν ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον αὐτοῦ προσευχόμενος καὶ λέγων· πάτερ
μου, εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο· πλὴν οὐχ ὡς ἐγὼ
θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ.
Ματθ. 26,39 Και
αφού επροχώρησε ολίγον, έπεσε με το πρόσωπον αυτού καταγής προσευχόμενος και
λέγων· “Πατερ μου, αν είναι δυνατόν, ας περάση από εμέ το ποτήριον τούτο.
Πλην όμως ας μη γίνη όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις συ”.
Ματθ. 26,40 καὶ
ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητὰς καὶ εὑρίσκει αὐτοὺς καθεύδοντας, καὶ λέγει τῷ
Πέτρῳ· οὕτως οὐκ ἰσχύσατε μίαν ὥραν γρηγορῆσαι μετ᾿ ἐμοῦ!
Ματθ. 26,40 Και
έρχεται στους μαθητάς και τους ευρίσκει να κοιμώνται και λέγει στον Πετρον·
“έτσι λοιπόν σεις που προ ολίγου είπατε ότι και την ζωήν σας θα εθυσιάζετε
δι' εμέ, δεν ημπορέσατε ούτε μίαν ώρα να αγρυπνήσετε μαζή μου!
Ματθ. 26,41 γρηγορεῖτε
καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ
δὲ σὰρξ ἀσθενής.
Ματθ. 26,41 Αγρυπνείτε
και προσεύχεσθε, δια να μη περιπέσετε εις πειρασμόν, που θα σας βυθίση εις
την άρνησιν· το μεν πνεύμα είναι πρόθυμον και έχει αγαθήν διάθεσιν, αλλ' η
ανθρωπίνη σαρξ είναι ασθενής”.
Ματθ. 26,42 πάλιν
ἐκ δευτέρου ἀπελθὼν προσηύξατο λέγων· πάτερ μου, εἰ οὐ δύναται τοῦτο τὸ
ποτήριον παρελθεῖν ἀπ᾿ ἐμοῦ ἐὰν μὴ αὐτὸ πίω, γενηθήτω τὸ θέλημά σου.
Ματθ. 26,42 Και
πάλιν δευτέραν φορά απήλθε και προσηυχήθη λέγων· “πάτερ μου, εάν δεν είναι
δυνατόν να παρέλθη από εμέ αυτό το ποτήριον και οπωσθήποτε πρέπει να το πίω,
δια την σωτηρίαν των ανθρώπων, ας γίνη το θέλημά σου”.
Ματθ. 26,43 καὶ
ἐλθὼν εὑρίσκει αὐτοὺς πάλιν καθεύδοντας· ἦσαν γὰρ αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοὶ
βεβαρημένοι.
Ματθ. 26,43 Και
ήλθεν πάλιν προς τους μαθητάς του και τους εύρε να κοιμώνται, διότι τα μάτια
των ήσαν βαρειά από την νύστα.
Ματθ. 26,44 καὶ
ἀφεὶς αὐτοὺς ἀπελθὼν πάλιν προσηύξατο ἐκ τρίτου τὸν αὐτὸν λόγον εἰπών·
Ματθ. 26,44 Και
αφήσας αυτούς επήγε πάλιν και προσευχήθη τρίτην φοράν και είπε τα ίδια λόγια
προς τον Πατέρα.
Ματθ. 26,45 τότε
ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτοῖς· καθεύδετε τὸ λοιπὸν καὶ
ἀναπαύεσθε! ἰδοὺ ἤγγικεν ἡ ὥρα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς
χεῖρας ἁμαρτωλῶν.
Ματθ. 26,45 Τοτε
έρχεται προς τους μαθητάς αυτού και τους λέγει· “κοιμάσθε, λοιπόν, και
αναπαύεσθε! Ιδού έφθασεν η ώρα και ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται εις χέρια
αμαρτωλών.
Ματθ. 26,46 ἐγείρεσθε
ἄγωμεν· ἰδοὺ ἤγγικεν ὁ παραδιδούς με.
Ματθ. 26,46 Σηκωθήτε,
πηγαίνομεν· ιδού επλησίασε αυτός, που πρόκειται να με παραδώση”.
|
Η προδοσία και η σύλληψη του Ιησού
(Μκ 14,43-52. Λκ 22,47-53. Ιω 18,1-11)
|
Ματθ. 26,47 Καὶ
ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ Ἰούδας εἷς τῶν δώδεκα ἦλθε, καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ὄχλος
πολὺς μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων ἀπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ.
Ματθ. 26,47 Και
ενώ ακόμη αυτός ωμιλούσε, ιδού ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, ήλθε, και
μαζή με αυτόν πολύς όχλος, όλοι ωπλισμένοι με μαχαίρια και ξύλα, σταλμένοι
από τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους του λαού.
Ματθ. 26,48 ὁ
δὲ παραδιδοὺς αὐτὸν ἔδωκεν αὐτοῖς σημεῖον λέγων· ὃν ἂν φιλήσω, αὐτός ἐστι·
κρατήσατε αὐτόν.
Ματθ. 26,48 Εκείνος
δε που θα τον παρέδιδε, ο Ιούδας, είχε δώσει εις αυτούς σημείον λέγων·
“εκείνον που θα φιλήσω, αυτός είναι ο Ιησούς· να τον συλλάβετε”.
Ματθ. 26,49 καὶ
εὐθέως προσελθὼν τῷ Ἰησοῦ εἶπε· χαῖρε, ῥαββί, καὶ κατεφίλησεν αὐτόν.
Ματθ. 26,49 Και
αμέσως επλησίασε τον Ιησούν και είπε· “χαίρε, διδάκαλε”, και με υποκριτικήν
εγκαρδιότητα τον εφίλησε πολλές φορές.
Ματθ. 26,50 ὁ
δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει; τότε προσελθόντες ἐπέβαλον τὰς
χεῖρας ἐπὶ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἐκράτησαν αὐτόν.
Ματθ. 26,50 Ο
δε Ιησούς είπεν εις αυτόν· “φίλε, σκέψου, δια ποίον έργον έχεις έλθει εδώ;”
Τοτε επλησίασαν οι άλλοι, έβαλαν τα χέρια των επάνω στον Ιησούν και τον
συνέλαβαν.
Ματθ. 26,51 καὶ
ἰδοὺ εἷς τῶν μετὰ Ἰησοῦ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἀπέσπασε τὴν μάχαιραν αὐτοῦ, καὶ
πατάξας τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως ἀφεῖλεν αὐτοῦ τὸ ὠτίον.
Ματθ. 26,51 Και
ιδού ένας από εκείνους που ήταν μαζή με τον Ιησούν, άπλωσε το χέρι, ετράβηξε
το μαχαίρι του, εκτύπησε τον δούλον του αρχιερέως και του έκοψε το αυτί.
Ματθ. 26,52 τότε
λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀπόστρεψόν σου τὴν μάχαιραν εἰς τὸν τόπον αὐτῆς· πάντες
γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται.
Ματθ. 26,52 Τοτε
λέγει εις αυτόν ο Ιησούς· “βάλε το μαχαίρι σου πίσω εις την θέσιν του· διότι
όσοι επήραν μαχαίρι εναντίον του πλησίον των, θα πεθάνουν με μαχαίρι.
Ματθ. 26,53 ἢ
δοκεῖς ὅτι οὐ δύναμαι ἄρτι παρακαλέσαι τὸν πατέρα μου, καὶ παραστήσει μοι
πλείους ἢ δώδεκα λεγεῶνας ἀγγέλων;
Ματθ. 26,53 Η
νομίζεις ότι δεν μπορώ εγώ αυτήν την στιγμήν να παρακαλέσω τον Πατέρα μου
και να παρατάξη ολογυρά μου περισσοτέρας από δώδεκα λεγεώνας αγγέλων;
Ματθ. 26,54 πῶς
οὖν πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ ὅτι οὕτω δεῖ γενέσθαι;
Ματθ. 26,54 Εάν
όμως κάτι τέτοιο γίνη, πως θα πραγματοποιηθούν αι Γραφαί, αι οποίαι
προλέγουν ότι έτσι πρέπει να συμβούν τα γεγονότα;”
Ματθ. 26,55 Ἐν
ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τοῖς ὄχλοις· ὡς ἐπὶ λῃστὴν ἐξήλθετε μετὰ
μαχαιρῶν καὶ ξύλων συλλαβεῖν με· καθ᾿ ἡμέραν πρὸς ὑμᾶς ἐκαθεζόμην διδάσκων
ἐν τῷ ἱερῷ, καὶ οὐκ ἐκρατήσατέ με.
Ματθ. 26,55 Εκείνην
την ώρα είπεν ο Ιησούς προς τους όχλους· “σαν να ήμουν ληστής, εβγήκατε με
μαχαίρια και ρόπαλα να με συλλάβετε· κάθε ημέραν εκαθόμουν κοντά σας
διδάσκων στον ναόν και δεν με επιάσατε.
Ματθ. 26,56 τοῦτο
δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ τῶν προφητῶν. Τότε οἱ μαθηταὶ
πάντες ἀφέντες αὐτὸν ἔφυγον.
Ματθ. 26,56 Αλλά
αυτό όλο έγινε, δια να εκπληρωθούν όλα όσα έγραψαν οι προφήται”. (Η ενοχή
εκείνων μένει, διότι εν επιγνώσει ενήργησαν κατά του αθώου. Η δε Γραφή τα
προείπε διότι θα εγίνοντο, και δεν έγιναν διότι τα προείπε η Γραφή). Τοτε οι
μαθηταί όλοι τον αφήκαν και έφυγαν.
|
Ο Ιησούς στο μεγάλο συνέδριο
(Μκ 14,53-65. Λκ 22,54-55. 63-71. Ιω 18,12-14. 19-24)
|
Ματθ. 26,57 Οἱ
δὲ κρατήσαντες τὸν Ἰησοῦν ἀπήγαγον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα, ὅπου οἱ
γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι συνήχθησαν.
Ματθ. 26,57 Εκείνοι
δε αφού επιασαν τον Ιησούν, τον έφεραν στον Καϊάφαν, τον αρχιερέα, όπου οι
γραμματείς και οι πρεσβύτεροι συνεκεντρώθησαν
Ματθ. 26,58 ὁ
δὲ Πέτρος ἠκολούθει αὐτῷ ἀπὸ μακρόθεν ἕως τῆς αὐλῆς τοῦ ἀρχιερέως, καὶ
εἰσελθὼν ἔσω ἐκάθητο μετὰ τῶν ὑπηρετῶν ἰδεῖν τὸ τέλος.
Ματθ. 26,58 Ο
δε Πετρος τον ακολουθούσε από μακρυά έως την αυλήν του αρχιερέως και
εισελθών εκάθισε μέσα μαζή με τους υπηρέτας, δια να ιδή ποίον τέλος θα είχε
αυτή η υπόθεσις.
Ματθ. 26,59 Οἱ
δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ τὸ συνέδριον ὅλον ἐζήτουν ψευδομαρτυρίαν
κατὰ τοῦ Ἰησοῦ ὅπως θανατώσωσιν αὐτόν,
Ματθ. 26,59 Οι
δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και όλα τα μέλη του συνεδρίου, που ήσαν
παρόντα, εζητούσαν ψευδομαρτυρίαν εναντίον του Ιησού, δια να τον
καταδικάσουν εις θάνατον
Ματθ. 26,60 καὶ
οὐχ εὗρον· καὶ πολλῶν ψευδομαρτύρων προσελθόντων, οὐχ εὗρον. ὕστερον δὲ
προσελθόντες δύο ψευδομάρτυρες
Ματθ. 26,60 και
δεν ευρήκαν. Μολονότι δε πολλοί ψευδομάρτυρες είχαν προσέλθει να καταθέσουν,
δεν ευρήκαν καμμίαν αληθοφανή ψευδομαρτυρίαν. Υστερον δε προσελθόντες δύο
ψευδομάρτυρες
Ματθ. 26,61 εἶπον·
οὗτος ἔφη, δύναμαι καταλῦσαι τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τριῶν ἡμερῶν
οἰκοδομῆσαι αὐτόν.
Ματθ. 26,61 κατέθεσαν·
“αυτός είπε· ημπορώ να κρημνίσω τον ναόν του Θεού και εις τρεις ημέρας να
τον οικοδομήσω πάλιν”.
Ματθ. 26,62 καὶ
ἀναστὰς ὁ ἀρχιερεὺς εἶπεν αὐτῷ· οὐδὲν ἀποκρίνῃ; τί οὗτοί σου καταμαρτυροῦσιν;
Ματθ. 26,62 Και
εγερθείς ο αρχιερεύς είπεν εις αυτόν· “Τιποτε δεν αποκρίνεσαι; Τι καταθέτουν
αυτοί εις βάρος σου;”
Ματθ. 26,63 ὁ
δὲ Ἰησοῦς ἐσιώπα. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἀρχιερεὺς εἶπεν αὐτῷ· ἐξορκίζω σε κατὰ
τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος ἵνα ἡμῖν εἴπῃς εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Ματθ. 26,63 Ο
δε Ιησούς εσιωπούσε. Και λαβών τον λόγον ο αρχιερεύς είπε εις αυτόν· “σε
ορκίζω στον Θεόν τον ζώντα να μας είπης εάν συ είσαι ο Χριστός, ο Μεσσίας, ο
Υιός του Θεού”.
Ματθ. 26,64 λέγει
αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· σὺ εἶπας· πλὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν υἱὸν τοῦ
ἀνθρώπου καθήμενον ἐκ δεξιῶν τῆς δυνάμεως καὶ ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ
οὐρανοῦ.
Ματθ. 26,64 Λεγει
εις αυτόν ο Ιησούς· “το είπες συ, και όπως είπες είναι, ότι είμαι ο Χριστός,
ο Υιός του Θεού· πλην όμως σας λέγω τούτο, από τώρα θα δήτε τον υιόν του
ανθρώπου να κάθεται, ως Θεάνθρωπος που είναι, εκ δεξιών του παντοδυνάμου
Θεού και να έρχεται επάνω εις τας νεφέλας του ουρανού”.
Ματθ. 26,65 τότε
ὁ ἀρχιερεὺς διέῤῥηξε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ λέγων ὅτι ἐβλασφήμησε· τί ἔτι χρείαν
ἔχομεν μαρτύρων; ἴδε νῦν ἠκούσατε τὴν βλασφημίαν αὐτοῦ.
Ματθ. 26,65 Τοτε
ο αρχιερεύς, από αγανάκτησιν τάχα καληφθείς, έσχισε, σύμφωνα με την
συνήθειαν που επικρατούσε, τα ενδύματά του λέγων ότι “ο Χριστός εβλασφήμησε.
Τι μας χρειάζονται πλέον οι μάρτυρες; Ιδού όλοι σας ηκούσατε την βλασφημίαν
του.
Ματθ. 26,66 τί
ὑμῖν δοκεῖ; οἱ δὲ ἀποκριθέντες εἶπον· ἔνοχος θανάτου ἐστί.
Ματθ. 26,66 Λοιπόν
τι γνώμην έχετε;” Εκείνοι δε αποκριθέντες όλοι μαζή είπαν· “είναι ένοχος να
καταδικασθή εις θάνατον”.
Ματθ. 26,67 τότε
ἐνέπτυσαν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ καὶ ἐκολάφισαν αὐτόν, οἱ δὲ ἐῤῥάπισαν
Ματθ. 26,67 Τοτε
έπτυσαν αυτόν στο πρόσωπον και τον εκτύπησαν στον τράχηλον, άλλοι δε τον
ερράπισαν
Ματθ. 26,68 λέγοντες·
προφήτευσον ἡμῖν Χριστέ, τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;
Ματθ. 26,68 λέγοντες·
“προφήτευσε σε μας, Χριστέ, ποιός είναι εκείνος που σε κτύπησε;”
|
Η άρνηση και η μετάνοια του Πέτρου
(Μκ 14,66-72. Λκ 22,54-62. Ιω 18,15-18. 25-27)
|
Ματθ. 26,69 Ὁ
δὲ Πέτρος ἔξω ἐκάθητο ἐν τῇ αὐλῇ· καὶ προσῆλθεν αὐτῷ μία παιδίσκη λέγουσα·
καὶ σὺ ἦσθα μετὰ Ἰησοῦ τοῦ Γαλιλαίου.
Ματθ. 26,69 Ο
δε Πετρος εκάθητο έξω εις την αυλήν και τον επλησίασε εκεί μία μικρά δούλη,
η οποία του είπε· “και συ ήσουν μαζή με τον Ιησούν τον Γαλιλαίον”.
Ματθ. 26,70 ὁ
δὲ ἠρνήσατο ἔμπροσθεν αὐτῶν πάντων λέγων· οὐκ οἶδα τί λέγεις.
Ματθ. 26,70 Αυτός
δε ηρνήθη εμπρός εις όλους εκείνους λέγων· “δεν ξέρω τι λες”.
Ματθ. 26,71 ἐξελθόντα
δὲ αὐτὸν εἰς τὸν πυλῶνα εἶδεν αὐτὸν ἄλλη καὶ λέγει αὐτοῖς· ἐκεῖ καὶ οὗτος ἦν
μετὰ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου.
Ματθ. 26,71 Οταν
δε εξήλθε εις την θολωτήν μεγάλην πόρτα της αυλής, τον είδε μία άλλη δούλη
και είπεν εις αυτούς· “εκεί και αυτός ήτο μαζή με τον Ιησούν τον Ναζωραίον”.
Ματθ. 26,72 καὶ
πάλιν ἠρνήσατο μεθ᾿ ὅρκου ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον.
Ματθ. 26,72 Και
πάλιν ηρνήθη με όρκον ότι “δεν γνωρίζω τον άνθρωπον”.
Ματθ. 26,73 μετὰ
μικρὸν δὲ προσελθόντες οἱ ἑστῶτες εἶπον τῷ Πέτρῳ· ἀληθῶς καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ·
καὶ γὰρ ἡ λαλιά σου δῆλόν σε ποιεῖ.
Ματθ. 26,73 Επειτα
από ολίγον επλησίασαν τον Πετρον εκείνοι, που εστέκοντο εις την αυλήν και
του είπαν· “χωρίς αμφιβολίαν και συ είσαι ένας από αυτούς, διότι και η
προφορά σου σε φανερώνει”.
Ματθ. 26,74 τότε
ἤρξατο καταθεματίζειν καὶ ὀμνύειν ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον· καὶ εὐθέως
ἀλέκτωρ ἐφώνησε.
Ματθ. 26,74 Τοτε
ήρχισε αυτός να καταριέται και να ορκίζεται ότι· “δεν γνωρίζω τον άνθρωπον”.
Και αμέσως ελάλησε ο πετεινός.
Ματθ. 26,75 καὶ
ἐμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ ῥήματος Ἰησοῦ εἰρηκότος αὐτῷ ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι
τρὶς ἀπαρνήσῃ με· καὶ ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς.
Ματθ. 26,75 Τοτε
εθυμήθηκε ο Πετρος τον λόγον του Ιησού, ο όποιος του είχε πη· “πριν αλέκτωρ
λαλήσει τρεις φορές συ θα με απαρνηθής”. Και εξελθών έξω από την αυλήν
έκλαυσε πικρά δια το βαρύ αμάρτημά του.
|
|