Ματθ. 14,22 Καὶ
εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ
προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
Ματθ. 14,22 Και
αμέσως ο Ιησούς ηνάγκασε τους μαθητάς να εισέλθουν στο πλοίον και να πάνε
προ αυτού στο απέναντι μέρος, μέχρις ότου αυτός απολύση τα πλήθη του λαού.
(Τούτο δε το έκαμε δια να μη παρασυρθούν και οι μαθηταί από τον άκριτον
ενθουσιασμόν των ανθρώπων αυτών, που ήθελαν να τον ανακηρύξουν βασιλέα).
Ματθ. 14,23 καὶ
ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾿ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ
γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ.
Ματθ. 14,23 Αφού
δε διέλυσε τα πλήθη, ανέβη στο όρος, δια να προσευχηθή μόνος και
απερίσπαστος. Οταν δε άρχισε να νυκτώνη, ήτο μόνος.
Ματθ. 14,24 τὸ
δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ
ἐναντίος ὁ ἄνεμος.
Ματθ. 14,24 —Το δε πλοίον ευρίσκετο στο μέσον της θαλάσσης και εταλαιπωρείτο
πολύ από τα κύματα, διότι ήτο αντίθετος ο άνεμος.
Ματθ. 14,25 τετάρτῃ
δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης.
Ματθ. 14,25 Κατά
δε τα χαράματα, το τέταρτον τρίωρον της νυκτός, κατά τον χρόνον που η
τετάρτη βάρδια των φρουρών ανελάμβανε υπηρεσίαν, ήλθεν ο Ιησούς προς τους
μαθητάς περιπατών επάνω εις την θάλασσαν.
Ματθ. 14 ,26 καὶ
ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες
ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν.
Ματθ. 14,26 Οταν
δε τον είδαν οι μαθηταί να περιπατή επάνω εις την θάλασσαν, εταράχθησαν και
έλεγαν ότι είναι φάντασμα και από τον φόβον έκραξαν.
Ματθ. 14,27 εὐθέως
δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε.
Ματθ. 14,27 Αμέσως
όμως ωμίλησεν ο Ιησούς προς αυτούς και τους είπε· “θάρρος, εγώ είμαι· μη
φοβείσθε”.
Ματθ. 14,28 ἀποκριθεὶς
δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρός σε ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ
ὕδατα.
Ματθ. 14,28 Απεκρίθη
δε εις αυτόν ο Πετρος και είπε· “Κυριε, εάν είσαι συ, διάταξέ με να έλθω
προς σε περιπατών επάνω εις τα νερά”.
Ματθ. 14,29 ὁ
δὲ εἶπεν, ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ
ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν.
Ματθ. 14,29 Ο
δε Κυριος του είπε· “έλα”. Κατέβηκε ο Πετρος από το πλοίον και επεριπάτησε
επάνω εις τα νερά, δια να έλθη στον Ιησούν.
Ματθ. 14,30 βλέπων
δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων·
Κύριε, σῶσόν με.
Ματθ. 14,30 Οταν
όμως είδε τον άνεμον ισχυρόν, εφοβήθη, εκλονίσθη η πίστις του, ήρχισε να
βυθίζεται και εφώναξε δυνατά λέγων· “Κυριε σώσε με”.
Ματθ. 14,31 εὐθέως
δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· ὀλιγόπιστε!
εἰς τί ἐδίστασας;
Ματθ. 14,31 Αμεσως
δε ο Ιησούς άπλωσε το χέρι του, τον έπιασε και του είπε· ολιγόπιστε διατί
εκλονίσθης εις την πίστιν και εδειλίασες;”
Ματθ. 14,32 καὶ
ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος·
Ματθ. 14,32 Οταν
δε ανέβησαν στο πλοίον, έπαυσε ο άνεμος.
Ματθ. 14,33 οἱ
δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ.
Ματθ. 14,33 Οι
μαθηταί, που ήσαν στο πλοίον, ήλθαν, εγονάτισαν με σεβασμόν προς αυτόν και
είπαν· “αληθινά συ είσαι Υιός του Θεού”.
|