ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

 

ΙΕΡΟΒΟΑΜ Α'

 

Ο ΙΕΡΟΒΟΑΜ Α'

 

Ο προφήτης Αχιά και ο Ιεροβοάμ

Ο Ιεροβοάμ Α΄ ήταν γιος του Ναβάτ και της Σαριρά, μιας γυναίκας πόρνης, χήρας και δούλης του Σολομώντα (Γ' Βασιλειών 11,26. 11,43. 12,2. 12,15. 12,24β. 15,1. 15,34. 16,3. 16,19. 16,26. 16,31. 20,22. 22,53. Δ' Βασιλειών 3,3. Β' Παραλειπομένων 9,29. 10,2. 10,15. 13,6). Κατάγονταν από την ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ (Γ' Βασιλειών 11,26. 11,43). Ο Ιεροβοάμ αρχικά ήταν δούλος του Σολομώντα (Γ' Βασιλειών 12,24β). Αργότερα υπήρξε εχθρός του και ήταν ο πρώτος βασιλιάς του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ, το οποίο χωρίστηκε μετά τον θάνατο του Σολομώντα το 931 π.Χ..

Σύζυγος του Ιεροβοάμ ήταν η Ανώ, η οποία ήταν μεγαλύτερη αδερφή της βασίλισσας της Αιγύπτου Θεκεμίνας (Ταχπενές), συζύγου του Φαραώ Σισάκ ή Σουσακίμ (Γ' Βασιλειών 12,24ε. 12,24η. 12,24κ). Μαζί της ο Ιεροβοάμ απέκτησε τον Αβιά, ο οποίος αρρώστησε βαριά και πέθανε (Γ' Βασιλειών 12,24ε. 12,24η. 12,24ν) και τον Ναδάβ (Ναβάτ), ο οποίος τον διαδέχτηκε στο θρόνο (Γ' Βασιλειών 14,19-20. 15,25). Ο Ιεροβοάμ βασίλεψε 22 χρόνια, από το 931 έως το 910 π.Χ. περίπου.

 

 

Ο ΙΕΡΟΒΟΑΜ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΧΙΑ

 

Ο Ιεροβοάμ αρχικά ήταν δούλος του Σολομώντα. Όταν ο Σολομών οχύρωσε την Πόλη Δαβίδ και την απομόνωσε από την υπόλοιπη πόλη, ο Ιεροβοάμ ήταν ένας από τους εργάτες και ήταν πολύ δυνατός. Ο Σολομών είδε, ότι ήταν άνθρωπος των έργων και τον διόρισε επόπτη στα έργα της φυλής Εφραίμ (Γ' Βασιλειών 11,27-28. 12,24β).

Την εποχή εκείνη ο Ιεροβοάμ έχτισε στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ τη Σαριρά, από τ' όνομα της μητέρας του. Ο Ιεροβοάμ ανοικοδόμησε το φρούριο της Ιερουσαλήμ με άνδρες από τη φυλή Εφραίμ, καθώς επίσης επέβλεψε και αποπεράτωσε την οχύρωση της Πόλης Δαβίδ. Ακόμη ο Ιεροβοάμ είχε υπό τη δικαιοδοσία του 300 πολεμικά άρματα και μετά τη συνάντησή του με τον προφήτη Αχιά, φιλοδοξούσε να γίνει βασιλιάς όλου του Ισραήλ (Γ' Βασιλειών 12,24β).

Όταν ο Ιεροβοάμ είχε βγει από την Ιερουσαλήμ, τον συνάντησε στο δρόμο ο προφήτης Αχιά ο Σηλωνίτης, ο οποίος τον έβγαλε από το δρόμο του και πήραν το δρόμο προς την πεδιάδα. Τότε ο Αχιά πήρε το καινούριο ρούχο που φορούσε, το έσχισε σε 12 κομμάτια και είπε στον Ιεροβοάμ να πάρει τα δέκα κομμάτια, γιατί ο Κύριος αποφάσισε να διασπάσει τη βασιλεία του Σολομώντα και θα δώσει στον Ιεροβοάμ την αρχηγία των 10 φυλών. Μόνο δύο φυλές θα μείνουν στο Σολομώντα κι αυτό για χάρη του Δαβίδ και της Ιερουσαλήμ, της ιερής πόλης του Θεού. Ο Κύριος αποφάσισε, επειδή ο Σολομώντας λάτρεψε άλλες θεότητες, να μην πάρει τη βασιλεία από τα χέρια του για όσο διάστημα θα είναι στη ζωή, για χάρη του πατέρα του Δαβίδ. Μετά το θάνατό του όμως, θα πάρει τη βασιλεία από τα χέρια του γιου του και θα αναδείξει τον Ιεροβοάμ ηγέτη και βασιλιά των 10 βόρειων φυλών. Είπε ακόμη στον Ιεροβοάμ, ότι εάν βαδίσει στο δρόμο του Κυρίου και τηρήσει τις εντολές του, ο Κύριος θα είναι μαζί του και θα στερεώσει τη βασιλεία του (Γ' Βασιλειών 11,29-39).

Όταν ο Σολομών έμαθε τα γεγονότα αυτά και τις φιλοδοξίες του Ιεροβοάμ, φοβήθηκε θέλησε να τον θανατώσει. Αυτός, όμως, κατέφυγε στον Σισάκ (Σουσακίμ), βασιλιά της Αιγύπτου, κι έμεινε εκεί μέχρι που πέθανε ο Σολομών (Γ' Βασιλειών 11,40. 12,24γ).

 

 

Ο ΙΕΡΟΒΟΑΜ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

 

Ο Ιεροβοάμ

Όταν ο Ιεροβοάμ έμαθε για τον θάνατο του Σολομώντα, ζήτησε την άδεια από τον Σισάκ (Σουσακίμ) να του επιτρέψει να γυρίσει στην πατρίδα του. Εκείνος του πρόσφερε οτιδήποτε του ζητούσε, αρκεί να παρέμεινε στην Αίγυπτο. Έτσι του πρόσφερε ως σύζυγο την Ανώ, μεγαλύτερη αδερφή της βασίλισσας Θεκεμίνας, συζύγου του Φαραώ. Ο Ιεροβοάμ απέκτησε γιο μαζί της, ο οποίος ονομάστηκε Αβιά.

Όμως ο Ιεροβοάμ παρακάλεσε επιμόνως τον Σουσακίμ να του δώσει την άδεια για να επιστρέψει στην πατρίδα του. Ο Σισάκ (Σουσακίμ) του έδωσε την άδεια κι έτσι ο Ιεροβοάμ πήγε πρώτα στη Σαριρά, στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ, όπου του έγινε θερμή υποδοχή από τους κατοίκους της φυλής Εφραίμ. Ο Ιεροβοάμ κατασκεύασε εκεί οχυρωματικά έργα (Γ' Βασιλειών 12,24δ-ζ).

 

Αμέσως μετά ο Ιεροβοάμ πήγε στη Συχέμ και συγκέντρωσε τις δέκα βόρειες φυλές του Ισραήλ. Στη συγκέντρωση αυτή πήγε και ο Ροβοάμ, προκειμένου οι βόρειες φυλές να τον ανακηρύξουν βασιλιά. Στη συγκέντρωση ήταν και ο προφήτης Σαμαΐα ο Ελαμίτης, ο οποίος πήρε εντολή από τον Κύριο, να πάρει ένα καινούριο χιτώνα, που δεν μπήκε ακόμη σε νερό, να τον σχίσει σε δώδεκα κομμάτια και να δώσει στον Ιεροβοάμ τα δέκα και να τον φορέσει. Ο Ιεροβοάμ τα πήρε.

Στη συνέχεια οι εκπρόσωποι των βόρειων φυλών είπαν στο Ροβοάμ, ότι εάν τους ελαφρύνει από το ζυγό της σκληρής δουλείας που τους επιφόρτισε ο πατέρας του, τότε θα τον αναγνωρίσουν ως βασιλιά και θα τον υπηρετήσουν. Όταν οι εκπρόσωποι των βόρειων φυλών πήγαν στο βασιλιά Ροβοάμ εκείνος τους μίλησε σκληρά και δεν έκανε δεκτά τα αιτήματα του λαού, για να ελαφρύνει το ζυγό της δουλείας που είχε επιβάλει ο πατέρας του, γιατί αυτό ήταν το θέλημα του Θεού. Έπρεπε ο Κύριος να πραγματοποιήσει την υπόσχεση που είχε δώσει στον Ιεροβοάμ με τον προφήτη Αχιά (Γ' Βασιλειών 12,1-15. 12,24ξ-σ. Β' Παραλειπομένων 10,1-15).

Όταν οι Ισραηλίτες του βορρά είδαν ότι ο βασιλιάς δεν τους άκουσε, αποφάσισαν να διακόψουν τις σχέσεις τους με τους απογόνους του Δαβίδ. Όταν ο Ροβοάμ έστειλε για συμβιβασμό προς τις βόρειες φυλές τον Αδωνιράμ, που ήταν ο επόπτης των φόρων, οι Ισραηλίτες του βορρά τον λιθοβόλησαν και τον σκότωσαν. Έτσι οι φυλές του βορείου Ισραήλ αποσχίστηκαν από το βασιλικό οίκο του Δαβίδ κι όταν ο Ιεροβοάμ επέστρεψε από την Αίγυπτο, τον κάλεσαν στη συγκέντρωσή τους και τον ανακήρυξαν βασιλιά του Ισραήλ, δηλαδή των δέκα βόρειων φυλών (Γ' Βασιλειών 12,16-20. 12,24τ-υ. Β' Παραλειπομένων 10,16-20).

Μετά από τα γεγονότα αυτά, ο Ροβοάμ συγκέντρωσε στην Ιερουσαλήμ από τις φυλές Ιούδα και Βενιαμίν 180.000 άνδρες, για να πολεμήσει με τις βόρειες φυλές και να τους υποτάξει στη βασιλεία του. Έπειτα όμως από παρέμβαση του Κυρίου ο εμφύλιος πόλεμος ματαιώθηκε (Γ' Βασιλειών 12,21-24. 12,24φ-ψ. Β' Παραλειπομένων 11,1-4). Από την απόσχιση αυτή δημιουργήθηκαν δύο Βασίλεια, εχθρικά μεταξύ τους, εκείνο του Ισραήλ (των 10 βόρειων φυλών) και το Βασίλειο του Ιούδα (από τις φυλές Ιούδα και Βενιαμίν).

 

 

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΒΟΑΜ Α'

 

Στο νέο βασίλειο του Ισραήλ ανήλθε στο θρόνο ο Ιεροβοάμ Α'. Ο Ιεροβοάμ οχύρωσε τη Συχέμ και κατοικούσε σ' αυτή, κάνοντάς τη πρωτεύουσα του νέου βασιλείου. Αμέσως μετά οχύρωσε την πόλη Φανουήλ. Στη συνέχεια ο Ιεροβοάμ επανέφερε την ειδωλολατρία στο λαό του Ισραήλ με ανέγερση βωμού προκειμένου ν' ανταγωνιστεί την Ιερουσαλήμ. Ο Ιεροβοάμ σκέφτηκε ότι η βασιλεία του θα μπορούσε να περάσει στους απογόνους του Δαβίδ, εάν ο λαός του θα μετέβαινε στην Ιερουσαλήμ για να προσφέρει θυσίες στο ναό του Κυρίου. Έτσι υπήρχε ο κίνδυνος η καρδιά του λαού να στραφεί προς τον Κύριο και προς τον προηγούμενο βασιλιά τους, το Ροβοάμ, και εκείνον να τον θανατώσουν.

Έτσι ο Ιεροβοάμ για να προλάβει αυτό το ενδεχόμενο, κατασκεύασε δύο χρυσά μοσχάρια και έδωσε εντολή στο λαό να τα λατρεύουν ως θεούς, οι οποίοι τους έβγαλαν από την Αίγυπτο. Και τοποθέτησε το ένα ομοίωμα στη Βαιθήλ και το άλλο το παραχώρησε στη φυλή Δαν στο βορρά.

Η πράξη όμως αυτή του Ιεροβοάμ έγινε η αφορμή να παρασυρθεί ο λαός στην ειδωλολατρία και να εγκαταλείψει το ναό του Κυρίου. Ακόμη ο Ιεροβοάμ κατασκεύασε και ναούς στα ψηλότερα σημεία και τοποθέτησε ιερείς από το λαό, οι οποίοι δεν κατάγονταν από τη φυλή Λευΐ. Επίσης όρισε ως επίσημη γιορτή τη δέκατη πέμπτη μέρα του όγδοου μήνα, ως αντίστοιχη της γιορτής της Σκηνοπηγίας, που εορτάζονταν στο βασίλειο του Ιούδα στην Ιερουσαλήμ. Μάλιστα κατά τη γιορτή αυτή ο Ιεροβοάμ πρόσφερε ο ίδιος τις θυσίες στο θυσιαστήριο που είχε κάνει στη Βαιθήλ, όπου και θυσίασε στα ομοιώματα που είχε κατασκευάσει. Κι εκεί εγκατέστησε τους ιερείς των ιερών τόπων, τους οποίους ο ίδιος είχε τοποθετήσει (Γ' Βασιλειών 12,25-33. Β' Παραλειπομένων 13,8). Οι ιερείς και οι λευίτες, που κατοικούσαν στο βόρειο βασίλειο, εγκατέλειψαν τις πόλεις και τα βοσκοτόπια τους και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ, γιατί ο Ιεροβοάμ και οι διάδοχοί του τους απαγόρευσαν να υπηρετούν ως ιερείς τον Κύριο. Ο Ιεροβοάμ δεν επέτρεψε τη λατρεία του Κυρίου και διόρισε δικούς του ιερείς στους ειδωλολατρικούς ιερούς τόπους που είχε κατασκευάσει (Β' Παραλειπομένων 11,13-16. 13,9).

 

 

Ο ΘΕΟΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΙΕΡΟΒΟΑΜ

 

Ο Ιεροβοάμ και ο προφήτης του Ιούδα

Τη δέκατη πέμπτη μέρα, λοιπόν, του όγδοου μήνα, ημερομηνία που ο ίδιος ο Ιεροβοάμ επινόησε, πήγε στον ιερό τόπο που είχε καθιερώσει στη Βαιθήλ κι ανέβηκε στο θυσιαστήριο για να προσφέρει θυσία στα ομοιώματα που είχε κατασκευάσει.

Την ώρα εκείνη, με εντολή του Κυρίου, είχε πάει στη Βαιθήλ κι ένας προφήτης από τη χώρα του Ιούδα. Και τη στιγμή που ο Ιεροβοάμ στεκόταν μπροστά στο θυσιαστήριο για να κάνει τη θυσία, ο προφήτης απηύθυνε στο θυσιαστήριο το λόγο του Κυρίου: «θυσιαστήριο, θυσιαστήριο, να τι λέει ο Κύριος: "ένας γιος θα γεννηθεί από τους απογόνους του Δαβίδ, που τ' όνομά του θα είναι Ιωσίας. Αυτός θα θυσιάσει πάνω σου τους ιερείς των ιερών τόπων, εκεί όπου αυτοί τώρα προσφέρουν τη θυσία, και τα οστά τους θα τα κάψει πάνω σου"». Κι αμέσως μετά είπε: «Να ποιο θα είναι το σημείο ότι μίλησε ο Κύριος: το θυσιαστήριο αυτό θα σπάσει και θα χυθεί η στάχτη που είναι πάνω του» (Γ' Βασιλειών 13,1-3).

 

Όταν ο Ιεροβοάμ άκουσε τα λόγια που είπε ο προφήτης εναντίον του θυσιαστηρίου της Βαιθήλ, άπλωσε το χέρι του πάνω από το θυσιαστήριο εναντίον του προφήτη και πρόσταξε να τον συλλάβουν. Αλλά το χέρι του ξεράθηκε και δεν μπορούσε να το ξαναφέρει στη θέση του. Τότε έσπασε το θυσιαστήριο και χύθηκε η στάχτη του, σύμφωνα με το σημείο που έδωσε ο προφήτης με εντολή του Κυρίου.

Ο Ιεροβοάμ τότε αποκρίθηκε στον προφήτη, να προσευχηθεί και να παρακαλέσει τον Κύριο για να επανέλθει το χέρι στη θέση του. Ο προφήτης παρακάλεσε τον Κύριο να γυρίσει το χέρι του βασιλιά στη θέση του, και το χέρι έγινε όπως πρώτα.

Αμέσως μετά ο Ιεροβοάμ προσκάλεσε τον προφήτη να φάνε μαζί στο σπίτι του και θα του πρόσφερε και κάποιο δώρο. Ο προφήτης όμως του απάντησε, πως κι αν ακόμα του πρόσφερε το μισό του ανάκτορο, δε θα πήγαινε μαζί του, γιατί ο Κύριος του απαγόρευσε αυστηρά να μη φάει ούτε να πιει απ' αυτόν τον τόπο και να γυρίσει στην πατρίδα του από άλλο δρόμο. Έτσι ο προφήτης έφυγε και ακολούθησε άλλο δρόμο από εκείνον που είχε πάρει για να πάει στη Βαιθήλ (Γ' Βασιλειών 13,4-10).

Κατά την επιστροφή του όμως ο προφήτης του Ιούδα παρασύρθηκε από ένα γέροντα προφήτη της Βαιθήλ και παράκουσε την εντολή του Θεού και έφαγε στο σπίτι του. Έτσι κατά την επιστροφή του αργότερα, ένα λιοντάρι τον θανάτωσε στο δρόμο και το θηρίο δεν κατασπάραξε ούτε το σώμα του προφήτη ούτε το γαϊδούρι του. Έτσι επαληθεύτηκε η προφητεία του Κυρίου, που ειπώθηκε την ώρα που τρώγανε οι δύο προφήτες, ότι ο προφήτης του Ιούδα επειδή παράκουσε την εντολή του Κυρίου, το σώμα του δεν θα θαφτεί στον τάφο των προγόνων του. Ο προφήτης της Βαιθήλ έθαψε το σώμα του προφήτη του Ιούδα μακριά από τον τόπο του και επαλήθευσε την προφητεία του, που έκανε μπροστά στο θυσιαστήριο της Βαιθήλ ενάντια σε όλους τους ιερούς τόπους των πόλεων της Σαμάρειας (Γ' Βασιλειών 13,11-32).

Αλλά και μετά απ' αυτό το γεγονός, ο Ιεροβοάμ δεν άλλαξε τακτική. Εξακολουθούσε να παίρνει ανθρώπους αδιάκριτα από το λαό και να τους κάνει ιερείς των ιερών τόπων. Όποιος ήθελε, τον καθιέρωνε και γινόταν τέτοιος ιερέας. Αυτή, όμως, η αμαρτία του Ιεροβοάμ οδήγησε στη διάλυση της οικογένειάς του και στην ολοσχερή εξαφάνιση της δυναστείας του (Γ' Βασιλειών 13,33-34).

 

 

ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΤΙΜΩΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΒΟΑΜ

 

Τον καιρό εκείνο, ο Αβιά, το μικρό παιδί του Ιεροβοάμ αρρώστησε βαριά. Ο Ιεροβοάμ αποφάσισε να ρωτήσει τον Κύριο για την υγεία του παιδιού του κι έστειλε τη γυναίκα του την Ανώ να πάει στη Σηλώ, όπου ζούσε ο προφήτης Αχιά, ο οποίος ήταν τότε 60 ετών και δεν έβλεπε καλά. Ο Ιεροβοάμ της είπε ν' αλλάξει ρούχα και να μεταμφιεστεί για να μην την αναγνωρίσουν ότι είναι γυναίκα του. Της έδωσε να πάρει μαζί της άρτους και κουλούρες για τον Αχιά, καθώς επίσης σταφίδες και μέλι για τα παιδιά του.

Έτσι η Ανώ αναχώρησε από τη Σαριρά και καθώς έμπαινε στη Σηλώ, ο Αχιά έστειλε τον υπηρέτη του να την υποδεχτεί. Ο Κύριος είχε προειδοποιήσει τον Αχιά για τον ερχομό της γυναίκας του Ιεροβοάμ και πως θα της μιλήσει.

 

Όταν άκουσε ο Αχιά τα βήματά της, τη στιγμή που έμπαινε στην πόρτα, της είπε: «Έλα, γυναίκα του Ιεροβοάμ! Γιατί έχεις μεταμφιεσθεί; Έχω εντολή να σου δώσω σκληρό μήνυμα. Άδικα πήρες μαζί σου δώρα, γιατί αυτά δεν πρόκειται ν' αλλάξουν την απόφαση του Κυρίου. Πήγαινε να διαβιβάσεις στον Ιεροβοάμ αυτό που λέει ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ: "εγώ σε ανέδειξα μέσα απ' όλους τους άλλους και σ' έκανα ηγεμόνα των δέκα φυλών του Ισραήλ. Πήρα τη βασιλεία από τους απογόνους του Δαβίδ και την έδωσα σ' εσένα. Εσύ όμως δεν έπραξες όπως ο δούλος μου ο Δαβίδ, που τηρούσε τις εντολές μου και με ακολουθούσε μ' όλη του την καρδιά. Τώρα εσύ φέρθηκες χειρότερα απ' όλους τους προκατόχους σου. Με εξόργισες φτιάχνοντας ξένους θεούς από μέταλλο κι εμένα με αγνόησες. Γι' αυτό κι εγώ θα προκαλέσω δυστυχία στη δυναστεία σου. Θα εξαφανίσω απ' αυτήν όλα τ' αρσενικά, δούλους ή ελεύθερους, και θα σαρώσω την οικογένεια σου όπως σαρώνει κάποιος την κοπριά, ώσπου να εξαφανιστεί εντελώς. Όποιος από την οικογένειά σου πεθάνει στην πόλη, το πτώμα του θα το φάνε τα σκυλιά κι όποιος πεθάνει έξω στα χωράφια θα τον φάνε τα όρνεα", γιατί ο Κύριος το είπε.

Σήκω, λοιπόν, και πήγαινε στο σπίτι σου. Όταν θα μπαίνεις στην πόλη, οι δούλες σου θα σου πουν, πως το παιδί σου πέθανε. Όλοι οι Ισραηλίτες θα συμμετάσχουν στον επικήδειο θρήνο και θα το ενταφιάσουν. Μόνο αυτό, από την οικογένεια του Ιεροβοάμ θα μπει σε τάφο, γιατί μόνο σ' αυτό απ' όλη την οικογένεια βρήκε κάποιο καλό ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ. Και θ' αναδείξει ο Κύριος άλλο βασιλιά στον Ισραήλ και θα πλήξει τη δυναστεία του Ιεροβοάμ. Ο Κύριος θα χτυπήσει τον Ισραήλ και θα τον ξεριζώσει από την ωραία τούτη γη, που την έδωσε στους προγόνους τους, και θα τους διασκορπίσει πέρα από τον Ευφράτη ποταμό. Κι όλα αυτά εξαιτίας των αμαρτιών του Ιεροβοάμ, γιατί εξόργισε τον Κύριο φτιάχνοντας ειδωλολατρικούς ναούς και είδωλα. Ο Ιεροβοάμ αμάρτησε κι έγινε αιτία ν' αμαρτήσει και ο Ισραήλ».

 

Αυτά της είπε ο προφήτης Αχιά και η Ανώ αναχώρησε για την Σαριρά. Όταν η Ανώ έμπαινε στη Σαριρά, τότε έμαθε από τις δούλες της ότι το παιδί της πέθανε. Το παιδί το έθαψαν και το θρήνησαν όλοι οι Ισραηλίτες, όπως είχε πει ο Κύριος με το δούλο του τον Αχιά, τον προφήτη (Γ' Βασιλειών 12,24η-ν. 14,1-18).

 

 

Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΑΒΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΕΡΟΒΟΑΜ

 

Ο εμφύλιος πόλεμος που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στο Ροβοάμ και στον Ιεροβοάμ, συνεχίστηκε και σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Αβιά (Γ' Βασιλειών 14,30. 15,7. Β' Παραλειπομένων 13,2). Κάποτε ο Αβιά παρατάχθηκε στη μάχη εναντίον του Ιεροβοάμ με 400.000 άντρες, εμπειροπόλεμους πολεμιστές. Αλλά και ο Ιεροβοάμ αντιπαρατάχθηκε με 800.000 άντρες, επίσης εμπειροπόλεμους πολεμιστές. Ο Αβιά ανέβηκε στο όρος Σομόρων (Σεμαραΐμ), που βρίσκεται στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ, και φώναξε στους Ισραηλίτες να μην πολεμήσουν εναντίον του Κυρίου, του Θεού των προγόνων τους, γιατί δε θα πετύχουν τίποτα (Β' Παραλειπομένων 13,3-12).

Ο Ιεροβοάμ δεν συγκινήθηκε από τα λόγια του Αβιά και του έστησε ενέδρα πίσω από το στρατό του, ενώ ο υπόλοιπος στρατός του Ισραήλ θα τους αντιμετώπιζε από μπροστά. Όταν οι άνδρες του Ιούδα γύρισαν και είδαν ότι τους χτυπούσαν από μπροστά κι από πίσω, φώναξαν δυνατά στον Κύριο για βοήθεια και οι ιερείς σάλπισαν με τις σάλπιγγες. Τότε οι στρατιώτες του Ιούδα φώναξαν δυνατά με πολεμικές κραυγές και ο Κύριος χτύπησε τον Ιεροβοάμ και τους Ισραηλίτες μπροστά από τον Αβιά και το στρατό του Ιούδα.

Οι Ισραηλίτες τράπηκαν σε φυγή κι έτσι ο Θεός τους παρέδωσε στα χέρια των Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι τους χτύπησαν και τους επέφεραν μεγάλη καταστροφή, ώστε έπεσαν στο πεδίο της μάχης 500.000 Ισραηλίτες. Έτσι ο Ιεροβοάμ με το στρατό του ταπεινώθηκε εκείνη την ημέρα, επειδή οι Ιουδαίοι στηρίχτηκαν στον Κύριο, το Θεό των προγόνων τους.

Ο Αβιά καταδίωξε τον Ιεροβοάμ και πήρε απ' αυτόν τις πόλεις Βαιθήλ, Ισανά και Εφρών, κι όλες τις γύρω κωμοπόλεις. Σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Αβιά, ο Ιεροβοάμ δεν απόκτησε ποτέ πια την αρχική του δύναμη. Τελικά ο Κύριος τον χτύπησε και πέθανε. Αντίθετα, ο Αβιά γινόταν ολοένα και πιο ισχυρός (Β' Παραλειπομένων 13,13-21).

 

 

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΒΟΑΜ

 

Η υπόλοιπη ιστορία του Ιεροβοάμ, τα πολεμικά του έργα και όλα όσα έκαμε κατά το διάστημα της βασιλείας του, είναι γραμμένα στο βιβλίο «Έργα και ημέρες των Βασιλειών του Ισραήλ». Ο Ιεροβοάμ βασίλεψε 22 χρόνια ως το θάνατό του, περίπου το 910 π.Χ.. Πέθανε και ετάφη με τους προγόνους του. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Ναδάβ (Ναβάτ) (Γ' Βασιλειών 14,19-20. 15,25).

Η προφητεία που έδωσε στον Ιεροβοάμ ο προφήτης Αχιά, επαληθεύτηκε όταν ο Βαασά, σκότωσε τον Ναδάβ, γιο του Ιεροβοάμ, και τον διαδέχτηκε στη βασιλεία. Έτσι ο Βαασά, όταν ανέβηκε στο θρόνο, εξόντωσε ολόκληρη την οικογένεια του Ιεροβοάμ και δεν άφησε κανένα ζωντανό απ' τους απογόνους του.  Αυτό έγινε επειδή ο Ιεροβοάμ είχε εξοργίσει τον Κύριο με τις αμαρτίες του και είχε παρασύρει το λαό στην ειδωλολατρία (Γ' Βασιλειών 15,29-30).