ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ |
|
|
|
ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΔΑΜ |
|
ΑΔΑΜ Ο ΠΡΟΠΑΤΩΡ
Είναι ο γενάρχης του ανθρώπινου γένους, ο πρώτος άνθρωπος (Λουκάς 3,38, Α' Τιμοθέου 2,13-14, Ιούδα 1,14). Το όνομα Αδάμ δόθηκε από την Αγία Γραφή στον πρώτο άνθρωπο. Το όνομά του στα εβραϊκά σημαίνει "άνθρωπος" ή "ανθρώπινο γένος", και έχει κοινή ρίζα με τη λέξη "γη" (αδαμά). Στην Καινή Διαθήκη αρκετές φορές γίνονται υπαινιγμοί του Αδάμ, του πρώτου ανθρώπου, αν και δεν αναφέρεται το όνομά του. Μάλιστα λόγω του ότι δημιουργήθηκε και δεν είχε πατέρα και μητέρα αναφέρεται ως "υιός του Θεού" (Λουκάς 3,38). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των χρονολογιών της Παλαιάς Διαθήκης ο Αδάμ θα πρέπει να έζησε περίπου το 5580-4650 π.Χ.
Ο Αδάμ, ως ο πρώτος άνθρωπος, δημιουργήθηκε την έκτη μέρα της Δημιουργίας και ήταν το τελευταίο έργο της Δημιουργίας του Θεού. Τον δημιούργησε κατ' εικόνα και ομοίωση Του (Γένεση 1,26-27, Ψαλμός 8,6, Εκκλησιαστής 7,29), έχοντας πνεύμα, ψυχή και σώμα (Γένεση 2,7, Α' Θεσσαλονικείς 5,23), και τον ευλόγησε (Γένεση 5,2). Ο Θεός τον έπλασε από "χώμα της γης" και του έδωσε ζωή φυσώντας μέσα του πνοή ζωής (Γένεση 2,7). Τον τοποθέτησε στον παράδεισο, στον κήπο της Εδέμ όπως ονομάζεται (Γένεση 2,8-14) και η τροφή του αποτελούνταν από τους καρπούς των δέντρων. Ο Θεός είπε ότι "δεν είναι καλό να είναι μόνος ο Αδάμ", και έπλασε την πρώτη γυναίκα από τα πλευρά του Αδάμ, για να είναι βοηθός του (Γένεση 2,18). Ο Αδάμ την ονόμασε Εύα (Γένεση 3,20). Ο Θεός έφερε όλα τα ζώα και τα πτηνά μπροστά στον Αδάμ για να τους δώσει όνομα (Γένεση 2,19-20).
Οι πρωτόπλαστοι έζησαν για άγνωστο χρονικό διάστημα χωρίς αμαρτία, αφού ο Θεός τους δημιούργησε τέλειους ανθρώπους, δίνοντάς τους όμως απόλυτη ελευθερία να μπορούν να επιλέξουν το καλό ή το κακό. Ο Θεός τους είχε επιτρέψει να τρώνε καρπούς απ' όλα τα δέντρα, εκτός από του "δέντρου της γνώσεως του καλού και του κακού", από το οποίο δεν έπρεπε να τρώνε ούτε να το αγγίζουν γιατί θα γίνονταν θνητοί και θα πέθαιναν. Δυστυχώς ο Αδάμ παρέβη την εντολή του Θεού, και αφού απατήθηκε από την Εύα, αμάρτησε, φέρνοντας την κατάρα του Θεού πάνω σ' αυτόν αλλά και σε όλο το ανθρώπινο γένος. Έτσι μέσω της πράξης των πρωτοπλάστων, γνωστότερη ως "προπατορικό αμάρτημα", ήρθε στον κόσμο ή αμαρτία και ο θάνατος (Ρωμαίους 5,12-14) και όλοι οι άνθρωποι καταστάθηκαν αμαρτωλοί (Ρωμαίους 5,19). Για την ανυπακοή του ο Θεός τον έδιωξε από τον κήπο της Εδέμ, και τον καταράστηκε λέγοντας του πως θα τρώει από τους καρπούς της γης με κόπο και μόχθο, και με τον ιδρώτα του προσώπου του, και πως θα ξαναγυρίσει στη γη από τη οποία προήρθε (Γένεση 3,17-19).
Ο Αδάμ είχε δύο γιους, τον Κάϊν και τον Άβελ. Λόγω όμως της δολοφονίας του Άβελ από τον Κάϊν απέκτησε στη θέση του άλλο γιο, το Σηθ (Γένεση 4,25,26, 5,3. Λουκάς 3,38). Όταν γέννησε το Σηθ ήταν 230 ετών, ενώ στα 930 χρόνια που έζησε (Γένεση 5,3-5), είδε την κακία να αυξάνει στη γη λόγω της αμαρτίας που είχε εισέλθει στον κόσμο, μέσω της δικής του παρακοής προς το Θεό. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη των πρωτοπλάστων, Αδάμ και Εύα, την Κυριακή προ του Χριστού Γεννήσεως μεταξύ 18 και 24 Δεκεμβρίου εκάστου έτους. Ο Αδάμ αναφέρεται και στο βιβλίο της Σοφίας Σειράχ (Σοφία Σειράχ 33,10. 40,1).
|
|
ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Κοντάκιον
Ἦχος
β’. Αὐτόμελον.
Κάθισμα
|
|