ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑΣ |
||
|
||
ΒΑΒΥΛΩΝΑ |
||
Η ΒΑΒΥΛΩΝΑ
Αρχαιότατη και πολύ σημαντική πόλη της Κάτω Μεσοποταμίας, πρωτεύουσα της Βαβυλωνίας. Ήταν χτισμένη νότια της σημερινής Βαγδάτης, στις όχθες του ποταμού Ευφράτη. Η πόλη αναφέρεται σε πολλά ασσυρο-βαβυλωνιακά κείμενα ως "Μπαμπ-ίλι" ή "Μπαμ-ιλανί", που σημαίνει πόλη του θεού ή των θεών, σε σουμερικά κείμενα ως "Καντιγκίρ - ρα" με την ίδια σημασία και "Βαβυλώνα" ή "Βαβέλ" στην Αγία Γραφή. Σχετικά με την ίδρυση της πόλης υπάρχουν διάφοροι μύθοι και παραδόσεις που διασώθηκαν μέχρι σήμερα από τους αρχαίους συγγραφείς. Στη Γένεση αναφέρεται ότι η Βαβυλώνα χτίστηκε από το Νεμρώδ, γιου του Χους, εγγονού του Χαμ και δισέγγονου του Νώε (Γένεση 10,8-10), ο οποίος ήταν βασιλιάς της Βαβυλώνας. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του ίδιου κειμένου, η πόλη άρχισε να χτίζεται πριν από την ανέγερση του πύργου της Βαβέλ. Η αρχαία ελληνική παράδοση αποδίδει το χτίσιμο της Βαβυλώνας στη μυθική βασίλισσα Σμίραμη που έχει πολλά κοινά στοιχεία με τη θεά Ιστάρ. Η περσική παράδοση αναφέρει ότι η Βαβυλώνα χτίστηκε από την Σεμίραμις, η οποία υπήρξε σύζυγος του φύλαρχου των Ασσυρίων Νίνου και η οποία τον διαδέχτηκε. Αλλά και πολλοί άλλοι αναφέρονται ως ιδρυτές της πόλης Βαβυλώνας, όπως ο Ξίσουθρος, που είχε διασωθεί από τον κατακλυσμό μέσα στην Κιβωτό του Νώε, ο Βήλος, βασιλιάς της Βαβυλώνας, ο Χαλδαίος, ο Βαβυλών κ.ά.
|
||
ΝΙΝΕΥΗ |
||
Η NINEYH
Η Νινευή ή Νινευί ήταν αρχαία πόλη και πρωτεύουσα του βασιλείου της Ασσυρίας. Ήταν χτισμένη στην αριστερή όχθη του Τίγρη, στη συμβολή του με τον παραπόταμο Χοσέρ (Χουσούρ), κοντά στη σημερινή Μοσούλη, στο σημερινό βόρειο Ιράκ. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, η Νινευή ιδρύθηκε από τον Ασσούρ, ο οποίος έζησε στα χρόνια των απογόνων του Νώε, ξεκίνησε από τη χώρα Σεναάρ και έχτισε τη Νινευή (Γένεση 10,11-12). Η περσική παράδοση αναφέρει ότι ο φύλαρχος των Ασσυρίων Νίνος ίδρυσε ένα μεγάλο κράτος από τη Μεσόγειο μέχρι τον Ινδό ποταμό και έχτισε τη Νινευί. Η σύζυγός του Σεμίραμις, που τον διαδέχτηκε, έχτισε τη Βαβυλώνα.
|
||
ΟΥΡ |
||
Η ΟΥΡ
Αρχαία πόλη της Μεσοποταμίας, στις παλιές εκβολές του Ευφράτη και του Τίγρη ποταμού, κοντά στον Περσικό κόλπο, κοντά στην πόλη Ερίντου. Οι Ασσύριοι και οι Βαβυλώνιοι την ονόμαζαν Ούρι, ενώ οι Σουμέριοι Ουρίμ. Σημείωσε μεγάλη ανάπτυξη, ως πρωτεύουσα του σουμεριακού βασιλείου, την 3η χιλιετία π.Χ. Είχε αναπτυγμένο εμπόριο και υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα ναυτιλιακά κέντρα της εποχής. Ο σπουδαιότερος βασιλιάς της Ουρ ήταν ο Ουρ Ναμού, που θεωρείται και ιδρυτής δυναστείας. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, από την Ουρ καταγόταν η οικογένεια του Αβραάμ. Τον 7ο π.Χ. αιώνα η πόλη καταστράφηκε. Κεντρική θεότητα τής πόλης ήταν ο θεός της Σελήνης Σιν Νανάρ.
Η πόλη Ουρ, πόλη του θεού της Σελήνης Νάννα, κατά τη διάρκεια τής 3ης Δυναστείας, ήταν κτισμένη πάνω σε ένα λόφο, δίπλα στις όχθες τον Ευφράτη. Είχε σχήμα ακανόνιστης έλλειψης και περιβαλλόταν από ισχυρά τείχη ύψους περίπου 8 μ. Κατά μήκος τον δυτικού τείχους έρρεε ο Ευφράτης ενώ κατά μήκος τού ανατολικού, μια ευρύχωρη διώρυγα οδηγούσε στον Ευφράτη. Έτσι η πόλη έμοιαζε με νησί.
|
||
Η ΧΑΡΡΑΝ
Η Χαρράν ήταν αρχαία πόλη της Μεσοποταμίας, στη σημερινή Τουρκία, εκεί όπου τώρα βρίσκεται το χωριό Αλτινμπασάκ, 44 χλμ ΝΑ της πόλης Ούρφα (η αρχαία Έδεσσα). Αναφέρεται στη Βίβλο αλλά και σε ασσυριακές επιγραφές. Κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο βρισκόταν στο σύνορο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας με τους Πέρσες. Στον ελληνικό κόσμο ήταν γνωστή ως Κάρραι.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΧΑΡΡΑΝ
Η Χαρράν αποτέλεσε τμήμα της Ασσυριακής αυτοκρατορίας, μάλιστα ήταν η τελευταία πόλη που έπεσε στα χέρια των Περσών. Το 331 π.Χ. καταλήφθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο και μετά τον θάνατό του πέρασε στους Σελευκίδες οι οποίοι ίδρυσαν εκεί μακεδονική στρατιωτική αποικία. Αργότερα αποτέλεσε τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Στη Χαρράν μάλιστα δολοφονήθηκε το 217 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Καρακάλλας. Στη Χαρράν το 53 π.Χ. ο ρωμαϊκός στρατός, υπό την ηγεσία του Μάρκου Λικίνιου Κράσσου, γνώρισε ταπεινωτική ήττα από τους Πάρθους. Στη συνέχεια πέρασε στην κυριαρχία της Περσικής αυτοκρατορίας των Σασσανιδών, και αργότερα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού εκεί κατέφυγαν οι τελευταίοι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι. Αργότερα αποτέλεσε πρωτεύουσα του αραβικού χαλιφάτου των Ομεϋαδών. Την εποχή των Ομεϋαδών γνώρισε μεγάλη ακμή και αποτέλεσε κέντρο μετάφρασης ελληνικών βιβλίων στην αραβική γλώσσα.
Η ΧΑΡΡΑΝ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ (Γένεση 11,31-32. 12,4-5)
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, στη Χαρράν μετακινήθηκε ο Θάρρα και ο Αβραάμ, ο οποίος έζησε εκεί μέχρι τα 75 χρόνια του (Γένεση 11,31-32). Μετά από θεϊκή εντολή πήρε μαζί του τη γυναίκα του Σάρρα, τον Λωτ, όλα τα υπάρχοντά τους και όλους τους υπηρέτες που είχαν αποκτήσει στη Χαρράν, και έφυγαν για τη γη Χαναάν (Γένεση 12,4-5). Ο Αβραάμ όταν ήταν πια σε βαθιά γεράματα, έστειλε στη Μεσοποταμία, στη Χαρράν, τον δούλο του Ελιέζερ για να βρει νύφη στον Ισαάκ. Ο Ελιέζερ, όταν έφτασε στη Χαρράν, εκεί που κατοικούσε ο Ναχώρ, αδερφός του Αβραάμ, διάλεξε ως πιο κατάλληλη για γυναίκα του Ισαάκ, τη Ρεβέκκα, κόρη του Βαθουήλ, γιου του Ναχώρ (Γένεση κεφ. 24). Σε άλλο σημείο της Π. Διαθήκης αναφέρεται ότι σε ένα πηγάδι στη Χαρράν ο Ιακώβ συνάντησε τη Ραχήλ και τους βοσκούς, αλλά και ότι ο Αδάμ με την Εύα στη Χαρράν κατέφυγαν όταν εκδιώχθηκαν από τον Κήπο της Εδέμ.
|
||