ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ  ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑΣ

 

ΝΙΝΕΥΗ

 

Η NINEYH

 

Ο ναός της Ιστάρ στη Νινευή

Η Νινευή ή Νινευί ήταν αρχαία πόλη και πρωτεύουσα του βασιλείου της Ασσυρίας. Ήταν χτισμένη στην αριστερή όχθη του Τίγρη, στη συμβολή του με τον παραπόταμο Χοσέρ (Χουσούρ), κοντά στη σημερινή Μοσούλη, στο σημερινό βόρειο Ιράκ.

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, η Νινευή ιδρύθηκε από τον Ασσούρ, ο οποίος έζησε στα χρόνια των απογόνων του Νώε, ξεκίνησε από τη χώρα Σεναάρ και έχτισε τη Νινευή (Γένεση 10,11-12). Η περσική παράδοση αναφέρει ότι ο φύλαρχος των Ασσυρίων Νίνος ίδρυσε ένα μεγάλο κράτος από τη Μεσόγειο μέχρι τον Ινδό ποταμό και έχτισε τη Νινευί. Η σύζυγός του Σεμίραμις, που τον διαδέχτηκε, έχτισε τη Βαβυλώνα.

 

ΙΣΤΟΡΙΑ

 

Την εποχή της βασιλείας του Σενναχειρίμ (Σενναχερίμπ) (705 - 681 π.Χ.), η Νινευή έγινε πρωτεύουσα της Ασσυριακής αυτοκρατορίας και γνώρισε αξιόλογη ακμή. Το 612 π.Χ. η πόλη καταλήφθηκε από τους Βαβυλώνιους και τους συμμάχους τους Μήδους και η ασσυριακή κυριαρχία κατέρρευσε. Την πτώση της χαιρέτισαν με ενθουσιασμό οι προφήτες του Ισραήλ. Τον 7ο αιώνα μ.Χ. οι Άραβες κατέλαβαν την περιοχή και κατέστρεψαν οριστικά τη Νινευή.

Οι ανασκαφές που έγιναν στη Νινευή, έφεραν στο φως, μεταξύ των άλλων, και τη βιβλιοθήκη του τελευταίου βασιλιά των Ασσυρίων Ασουρμπανιμπάλ.

 

 

Η ΝΙΝΕΥΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

 

Χάρτης της Μεσοποταμίας την εποχή των Πατριαρχών

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, η Νινευή ιδρύθηκε από τον Ασσούρ, ο οποίος έζησε στα χρόνια των απογόνων του Νώε, ξεκίνησε από τη χώρα Σεναάρ και έχτισε τη Νινευή (Γένεση 10,11-12).

Αιώνες αργότερα, οι προφήτες Ιωνάς, Σοφονίας και Ναούμ εξήγγειλαν αγγέλματα κρίσης αλλά και σωτηρίας αναφορικά με την πρωτεύουσα της Ασσυριακής αυτοκρατορίας Νινευή, καθώς περιγραφόταν ως η «πόλη της αιματοχυσίας» (Ιωνάς 1,2. κεφ. 3. Ναούμ 1,1. 3,1. Σοφονίας 2,13-15). Στην Καινή Διαθήκη, ο Ιησούς Χριστός αναφέρεται στην αφήγηση του βιβλίου του Ιωνά, σύμφωνα με την οποία οι κάτοικοι της Νινευή διασώθηκαν, καθώς μετανόησαν για τα πονηρά τους έργα μετά από το κήρυγμα του προφήτη (Ματθαίος 12,41. Λουκάς 11,30-32)