ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

 

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

 

 

Η σπουδαιότητα της σωτηρίας

Εβρ. 2,1            Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραῤῥυῶμεν.

Εβρ. 2,1                     Επειδή ακριβώς τόσον ασύγκριτα ανώτερος είναι ο Υιός, δια τούτο πρέπει πολύ περισσότερον να προσέχωμεν εις εκείνα, τα οποία ηκούσαμεν από το κήρυγμα των Αποστόλων, που είναι ιδικόν του κήρυγμα, μήπως τυχόν ποτέ παρεκκλίνωμεν από τον δρόμον της σωτηρίας.

Εβρ. 2,2            εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν,

Εβρ. 2,2                    Διότι εάν ο παλαιός νόμος, που ελέχθη στον Μωϋσήν δια μέσου των αγγέλων, απεδείχθη έγκυρος και ισχυρός και κάθε παράβασις αυτού και παρακοή έλαβε σαν μισθόν της την δικαίαν τιμωρίαν,

Εβρ. 2,3            πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη,

Εβρ. 2,3                    πως ημείς θα διαφύγωμεν την τιμωρίαν, εάν παραμελήσωμεν μίαν τόσον μεγάλην και ανεκτίμητον σωτηρίαν; Η σωτηρία δε αυτή ήρχισε να διδάσκεται από αυτόν τούτον τον Κυριον, παρεδόθη δε εις ημάς ως κατά πάντα βεβαία και αξιόπιστος από εκείνους, που την ήκουσαν κατ' ευθείαν από το στόμα του Κυρίου, δηλαδή από τους Αποστόλους.

Εβρ. 2,4            συνεπιμαρτυροῦντος τοῦ Θεοῦ σημείοις τε καὶ τέρασι καὶ ποικίλαις δυνάμεσι καὶ Πνεύματος Ἁγίου μερισμοῖς κατὰ τὴν αὐτοῦ θέλησιν.

Εβρ. 2,4                    Επεβεβαίωνε δε το κήρυγμα των Αποστόλων και αυτός ο Θεός με θαύματα, με καταπληκτικά γεγονότα και με ποικίλας υπερφυσικάς δυνάμεις και με θεία χαρίσματα, τα οποία το Πνεύμα το Αγιον εμοίραζεν στους πιστούς κατά την θέλησιν του Θεού.

 

Ο Ιησούς είναι αυτός που οδηγεί στη σωτηρία

Εβρ. 2,5            Οὐ γὰρ ἀγγέλοις ὑπέταξε τὴν οἰκουμένην τὴν μέλλουσαν, περὶ ἧς λαλοῦμεν,

Εβρ. 2,5                    Η υπεροχή του Χριστού φαίνεται και εκ του γεγονότος, ότι ο Θεός δεν υπέταξεν στους αγγέλους τον μέλλοντα κόσμον, που θα εγκαθιδρύετο από τον Μεσσίαν και περί του οποίου κόσμου κάμνομεν τώρα λόγον, αλλά τον υπέταξεν στον Χριστόν.

Εβρ. 2,6            διεμαρτύρατο δὲ πού τις λέγων· τί ἐστιν ἄνθρωπος ὅτι μιμνήσκῃ αὐτοῦ, ἢ υἱὸς ἀνθρώπου ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν;

Εβρ. 2,6                    Παραστατικά δε κάποιος εμαρτύρυσεν εις ένα χωρίον της Γραφής, λέγων· “τι αξίαν έχει ο άνθρωπος, ώστε να τον ενθυμήσαι η το τέκνον του ανθρώπου, ώστε να τον επισκέπτεσαι με την πατρικήν σου φροντίδα;

Εβρ. 2,7            ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν.

Εβρ. 2,7                    Τον έκαμες κατά τι κατώτερον από τους αγγέλους, με δόξαν και τιμήν ως βασιλέα της κτίσεως τον εστεφάνωσες.

Εβρ. 2,8            πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ· ἐν γὰρ τῷ ὑποτάξαι αὐτῷ τὰ πάντα οὐδὲν ἀφῆκεν αὐτῷ ἀνυπότακτον. νῦν δὲ οὔπω ὁρῶμεν αὐτῷ τὰ πάντα ὑποτεταγμένα·

Εβρ. 2,8                    Ολα υπέταξες κάτω από τους πόδας του”. Και εφ' όσον ο Θεός Πατήρ υπέταξε εις αυτόν τα πάντα, δεν αφήκε τίποτε, που να του μένη ανυπότακτον. Τωρα όμως δεν βλέπομεν ακόμη να είναι όλα απολύτως υποταγμένα στον ενανθρωπήσαντα Υιόν του Θεού.

Εβρ. 2,9            τὸν δὲ βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους ἠλαττωμένον βλέπομεν Ἰησοῦν διὰ τὸ πάθημα τοῦ θανάτου δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφανωμένον, ὅπως χάριτι Θεοῦ ὑπὲρ παντὸς γεύσηται θανάτου.

Εβρ. 2,9                    Τον δε Ιησούν, ο οποίος επί μικρόν χρονικόν διάστημα έγινε κατώτερος από τους αγγέλους, (εφ' όσον έπαθε και απέθανεν επί του σταυρού) τον βλέπομεν, ότι ακριβώς λόγω του παθήματος του θανάτου, έχει στεφανωθή με δόξαν και τιμήν· έπαθε δε και εγεύθη το πικρόν ποτήριον του θανάτου δια την χάριν, που ηυδόκησε να κάμη ο Θεός υπέρ της σωτηρίας του κάθε ανθρώπου.

Εβρ. 2,10           ἔπρεπε γὰρ αὐτῷ, δι᾿ ὃν τὰ πάντα καὶ δι᾿ οὗ τὰ πάντα, πολλοὺς υἱοὺς εἰς δόξαν ἀγαγόντα, τὸν ἀρχηγὸν τῆς σωτηρίας αὐτῶν διὰ παθημάτων τελειῶσαι.

Εβρ. 2,10                  Διότι έπρεπεν στον Θεόν, τον δημιουργόν του παντός, προς τον οποίον αποβλέπουν τα πάντα και δια του οποίου κατευθύνονται και κυβερνώνται τα πάντα, να αναδείξη και αποδείξη τέλειον, δια μέσου των παθημάτων, τον αρχηγόν και αίτιον της σωτηρίας των, δηλαδή τον Χριστόν, εφ' όσον είχε την πανάγαθον απόφασιν πολλούς ανθρώπους να οδηγήση εις την δόξαν.

Εβρ. 2,11           ὅ τε γὰρ ἁγιάζων καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνὸς πάντες· δι᾿ ἣν αἰτίαν οὐκ ἐπαισχύνεται ἀδελφοὺς αὐτοὺς καλεῖν,

Εβρ. 2,11                   Διότι ο Χριστός που μας αγιάζει, και ημείς που αγιαζόμεθα, καταγόμεθα από ένα Πατέρα. Δι' αυτήν ακριβώς την αιτίαν και ο Χριστός δεν εντρέπεται να ονομάζη αυτούς, που καλεί εις σωτηρίαν, αδελφούς του,

Εβρ. 2,12           λέγων· ἀπαγγελῶ τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε·

Εβρ. 2,12                  λέγων· “θα διαλαλήσω και θα ομολογήσω το όνομά σου, ω Θεέ και Πατέρα, στους αδελφούς μου· εν μέσω συγκεντρώσεως των αδελφών μου θα σε ανυμνήσω και θα σε δοξάσω”.

Εβρ. 2,13           καὶ πάλιν· ἐγὼ ἔσομαι πεποιθὼς ἐπ᾿ αὐτῷ· καὶ πάλιν· ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός.

Εβρ. 2,13                  Και πάλιν λέγει· “εγώ ο Μεσσίας ως άνθρωπος θα έχω στηρίξει την πεποίθησίν μου στον Θεόν και Πατέρα·” Και άλλου πάλιν λέγει· “ιδού εγώ και τα παιδιά, που μου έδωκεν ο Θεός”.

Εβρ. 2,14           ἐπεὶ οὖν τὰ παιδία κεκοινώνηκε σαρκὸς καὶ αἵματος, καὶ αὐτὸς παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν, ἵνα διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τὸν διάβολον,

Εβρ. 2,14                  Επειδή δε τα παιδιά του Θεού, έχουν πάρει όλα την ασθενή και φθαρτήν ανθρωπίνην φύσιν, σάρκα και αίμα, δια τούτο και αυτός κατά παρόμοιον τρόπον επήρε σάρκα και αίμα, την ανθρωπίνην φύσιν, χωρίς όμως καμμίαν αμαρτίαν· έγινεν άνθρωπος, δια να εξουδετερώση με τον θάνατόν του και καταργήση τον διάβολον, ο οποίος μέχρι προ ολίγου είχε την δύναμιν και την εξουσίαν να ρίπτη τους ανθρώπους, εξ αιτίας των αμαρτιών των στον θάνατον,

Εβρ. 2,15           καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας.

Εβρ. 2,15                  και να απαλλάξη αυτούς, οι οποίοι ένεκα του φόβου του θανάτου εκυριαρχούντο καθ' όλον το διάστημα της ζωής των από την καταθλιπτικήν δουλείαν της αγωνίας και του τρόμου απέναντι του θανάτου.

Εβρ. 2,16           οὐ γὰρ δήπου ἀγγέλων ἐπιλαμβάνεται, ἀλλὰ σπέρματος Ἀβραὰμ ἐπιλαμβάνεται.

Εβρ. 2,16                  Επρεπε δε να ενανθρωπήση ο Υιός, διότι δεν αναλαμβάνει βέβαια να βοηθήση και στηρίξη εις την σωτηρίαν αΰλους αγγέλους (επειδή τότε δεν θα υπήρχεν ανάγκη να γίνη άνθρωπος), αλλ' έρχεται να βοηθήση τους απογόνους του Αβραάμ.

Εβρ. 2,17           ὅθεν ὤφειλε κατὰ πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι, ἵνα ἐλεήμων γένηται καὶ πιστὸς ἀρχιερεὺς τὰ πρὸς τὸν Θεόν, εἰς τὸ ἱλάσκεσθαι τὰς ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ.

Εβρ. 2,17                  Επομένως έπρεπε να γίνη άνθρωπος, όμοιος καθ' όλα με τους αδελφούς του-πλην βέβαια της αμαρτίας-δια να γίνη έτσι εύσπλαγχνος και αξιόπιστος Αρχιερεύς, που θα προσέφερε ευπρόσδεκτον θυσίαν και μεσιτείαν στον Θεόν, δια την εξιλέωσιν και συγχώρησιν των αμαρτιών του λαού.

Εβρ. 2,18           ἐν ᾧ γὰρ πέπονθεν αὐτὸς πειρασθείς, δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι.

Εβρ. 2,18                  Ακριβώς διότι ο ίδιος έχει πάθει και εδοκίμασε πειρασμούς, ημπορεί και θέλει με απεριόριστον αγάπην και συμπάθειαν να βοηθήση αυτούς, που πειράζονται και ταλαιπωρούνται.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10

11

12

13