ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ- ΚΕΦ. 1-5

 

 

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΕΙΣΒΟΛΗ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1- Ο ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΕΛΑΣΗ

                                    Ο Ιησούς του Ναυή διάδοχος του Μωϋσή

ΙτΝ. 1,1             Καὶ ἐγένετο μετὰ τὴν τελευτὴν Μωυσῆ, εἶπε Κύριος τῷ Ἰησοῖ υἱῷ Ναυὴ τῷ ὑπουργῷ Μωυσῆ λέγων·

ΙτΝ. 1,1                      Οταν ο Μωϋσής ετελεύτησεν, είπεν ο Κυριος στον Ιησούν του Ναυη, τον βοηθόν του Μωϋσέως τα εξής·

ΙτΝ. 1,2             Μωυσῆς ὁ θεράπων μου τετελεύτηκε· νῦν οὖν ἀναστὰς διάβηθι τὸν Ἰορδάνην, σὺ καὶ πᾶς ὁ λαὸς οὗτος εἰς τὴν γῆν, ἣν ἐγὼ δίδωμι αὐτοῖς.

ΙτΝ. 1,2                     “Ο Μωϋσής, ο δούλος μου, απέθανε. Τωρα, λοιπόν, σήκω να διαβής τον Ιορδάνην, συ και όλος ο ισραηλιτικός αυτός λαός, δια να εισέλθετε εις την χώραν, την οποίαν εγώ δίδω εις όλους σας.

ΙτΝ. 1,3             πᾶς ὁ τόπος, ἐφ᾿ ὃν ἂν ἐπιβῆτε τῷ ἴχνει τῶν ποδῶν ὑμῶν, ὑμῖν δώσω αὐτόν, ὃν τρόπον εἴρηκα τῷ Μωυσῇ,

ΙτΝ. 1,3                      Θα δώσω εις σας όλην την περιοχήν, την οποίαν θα πατήσουν τα πόδια σας, όπως έχω υποσχεθή στον Μωϋσήν.

ΙτΝ. 1,4             τὴν ἔρημον καὶ τὸν Ἀντιλίβανον ἕως τοῦ ποταμοῦ τοῦ μεγάλου ποταμοῦ Εὐφράτου, καὶ ἕως τῆς θαλάσσης τῆς ἐσχάτης ἀφ᾿ ἡλίου δυσμῶν ἔσται τὰ ὅρια ὑμῶν.

ΙτΝ. 1,4                     Τα όρια της χώρας αυτής θα είναι προς νότον μεν η έρημος (Καδης), προς βορράν το όρος Αντιλίβανος, προς ανατολάς έως τον μεγάλον ποταμόν τον Ευφράτην, προς δε δυσμάς μέχρι της Μεσογείου Θαλάσσης.

ΙτΝ. 1,5             οὐκ ἀντιστήσεται ἄνθρωπος κατενώπιον ὑμῶν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου, καὶ ὥσπερ ἤμην μετὰ Μωυσῆ, οὕτως ἔσομαι καὶ μετὰ σοῦ καὶ οὐκ ἐγκαταλείψω σε, οὐδ᾿ ὑπερόψομαί σε.

ΙτΝ. 1,5                      Κανείς άνθρωπος δεν θα ημπορέση να αντισταθή ενώπιόν σας καθ' όλον το διάστημα της ζωής σου· και όπως ήμην πάντοτε κοντά στον Μωϋσήν, δύναμις και προστασία του, έτσι θα είμαι και μαζή μέ σέ. Δεν θα σε εγκαταλείψω και ούτε ποτέ θα σε παραβλέψω.

ΙτΝ. 1,6             ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου, σὺ γὰρ ἀποδιελεῖς τῷ λαῷ τούτῳ τὴν γῆν, ἣν ὤμοσα τοῖς πατράσιν ὑμῶν δοῦναι αὐτοῖς.

ΙτΝ. 1,6                     Εχε θάρρος και ανδρείαν. Διότι συ θα κατακτήσης και θα διανείμης στον λαόν αυτόν την χώραν την οποίαν υπεσχέθην να δώσω στους προπάτοράς σας.

ΙτΝ. 1,7             ἴσχυε οὖν καὶ ἀνδρίζου, φυλάσσεσθαι καὶ ποιεῖν καθότι ἐνετείλατό σοι Μωυσῆς ὁ παῖς μου, καὶ οὐκ ἐκκλινεῖς ἀπ᾿ αὐτῶν εἰς δεξιὰ οὐδὲ εἰς ἀριστερά, ἵνα συνῇς ἐν πᾶσιν οἷς ἐὰν πράσσῃς.

ΙτΝ. 1,7                      Εχε λοιπόν θάρρος και ανδρείαν, και πρόσεχε να εφαρμόζης πιστώς, ο,τι έχει διατάξει ο δούλος μου Μωϋσής στον Νομον. Από τας εντολάς του Νομου δεν θα παρεκκλίνης καθόλου, ούτε δεξιά ούτε αριστερά, δια να αποκτήσης έτσι σύνεσιν και να φέρης εις πέρας επιτυχώς όλα τα έργα σου.

ΙτΝ. 1,8             καὶ οὐκ ἀποστήσεται ἡ βίβλος τοῦ νόμου τούτου ἐκ τοῦ στόματός σου, καὶ μελετήσεις ἐν αὐτῷ ἡμέρας καὶ νυκτός, ἵνα εἰδῇς ποιεῖν πάντα τὰ γεγραμμένα· τότε εὐοδωθήσῃ, καὶ εὐοδώσεις τὰς ὁδούς σου καὶ τότε συνήσεις.

ΙτΝ. 1,8                     Ποτέ δεν πρέπει να αφήσης από τα χέρια σου, από την καρδίαν και το στόμα σου το βιβλίον του Νομου τούτου. Θα το μελετάς ημέραν και νύκτα, δια να μάθης καλά και να εφαρμόζης πιστώς όλα, όσα είναι γραμμένα εις αυτό. Τοτε θα ευοδωθής και θα φέρης εις αίσιον πέρας τους σκοπούς σου και θα αναδειχθής συνετός δια τον εαυτόν σου και δια τον λαόν.

ΙτΝ. 1,9             ἰδοὺ ἐντέταλμαί σοι· ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου, μὴ δειλιάσῃς, μηδὲ φοβηθῇς, ὅτι μετὰ σοῦ Κύριος ὁ Θεός σου εἰς πάντα, οὗ ἐὰν πορεύῃ.

ΙτΝ. 1,9                     Ιδού σου έχω δώσει την εντολήν· λάβε δύναμιν και ανδρείαν, μη δειλιάσης ποτέ, μη φοβηθής κανένα, διότι εγώ, Κυριος ο Θεός σου, είμαι μαζή σου εις όλας τας ενεργείας σου και όπου θα πορευθής”.

 

                                     Ο Ιησούς ετοιμάζει την προέλαση

ΙτΝ. 1,10           Καὶ ἐνετείλατο Ἰησοῦς τοῖς γραμματεῦσι τοῦ λαοῦ λέγων·

ΙτΝ. 1,10                    Ο Ιησούς του Ναυή διέταξε τότε τους γραμματείς του Ισραηλιτικού λαού, λέγων·

ΙτΝ. 1,11           εἰσέλθατε κατὰ μέσον τῆς παρεμβολῆς τοῦ λαοῦ καὶ ἐντείλασθε τῷ λαῷ λέγοντες· ἑτοιμάζεσθε ἐπισιτισμόν, ὅτι ἔτι τρεῖς ἡμέραι καὶ ὑμεῖς διαβαίνετε τὸν Ἰορδάνην τοῦτον εἰσελθόντες κατασχεῖν τὴν γῆν, ἣν Κύριος ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ὑμῶν δίδωσιν ὑμῖν.

ΙτΝ. 1,11                    “εισέλθετε ανά μέσον του στρατοπέδου και παραγγείλατε στον λαόν τα εξής· Ετοιμάσατε τροφάς, διότι έπειτα από τρεις ημέρας θα διαβήτε τούτον τον Ιορδάνην ποταμόν, δια να εισέλθετε και κατακτήσετε την χώραν, την οποίαν ο Κυριος ο Θεός των πατέρων σας δίδει εις σας”.

ΙτΝ. 1,12           καὶ τῷ Ῥουβὴν καὶ τῷ Γὰδ καὶ τῷ ἡμίσει φυλῆς Μανασσῆ εἶπεν Ἰησοῦς·

ΙτΝ. 1,12                    Εις τας φυλάς του Ρουβήν και του Γαδ και στο ήμισυ της φυλής του Μανασσή ο Ιησούς του Ναυη, είπεν·

ΙτΝ. 1,13           μνήσθητε τὸ ῥῆμα, ὃ ἐνετείλατο ὑμῖν Μωυσῆς ὁ παῖς Κυρίου λέγων· Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν κατέπαυσεν ὑμᾶς καὶ ἔδωκεν ὑμῖν τὴν γῆν ταύτην.

ΙτΝ. 1,13                    “ενθυμηθήτε την εντολήν, την οποίαν ο Μωϋσής, ο δούλος του Κυρίου, σας έδωσε λέγων· Κυριος ο Θεός σας παρεχώρησεν εις σας αυτήν την ανατολικώς του Ιορδάνου χώραν και σας ανέπαυσεν από τας άλλας ταλαιπωρίας.

ΙτΝ. 1,14           αἱ γυναῖκες ὑμῶν καὶ τὰ παιδία ὑμῶν καὶ τὰ κτήνη ὑμῶν κατοικείτωσαν ἐν τῇ γῇ, ᾗ ἔδωκεν ὑμῖν, ὑμεῖς δὲ διαβήσεσθε εὔζωνοι πρότεροι τῶν ἀδελφῶν ὑμῶν, πᾶς ὁ ἰσχύων, καὶ συμμαχήσετε αὐτοῖς,

ΙτΝ. 1,14                    Αι γυναίκες σας και τα παιδιά σας και τα κτήνη σας, ας παραμείνουν εις την γην, που σας έδωκεν ο Κυριος. Σεις όμως οι άνδρες με ελαφρόν οπλισμόν θα διαβήτε τον Ιορδάνην ποταμόν, προηγούμενοι από τους άλλους αδελφούς σας. Ολοι οι δυνάμενοι από σας θα συμπολεμήσουν με τους αδελφούς σας εναντίον των κατοίκων της Χαναάν,

ΙτΝ. 1,15           ἕως ἂν καταπαύσῃ Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν τοὺς ἀδελφοὺς ὑμῶν, ὥσπερ καὶ ὑμᾶς, καὶ κληρονομήσωσι καὶ οὗτοι τὴν γῆν, ἣν Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν δίδωσιν αὐτοῖς. καὶ ἀπελεύσεσθε ἕκαστος εἰς τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ, ἣν ἔδωκεν ὑμῖν Μωυσῆς εἰς τὸ πέραν τοῦ Ἰορδάνου ἐπ᾿ ἀνατολῶν ἡλίου.

ΙτΝ. 1,15                    μέχρις ότου Κυριος ο Θεός μας εγκαταστήση τους αδελφούς σας, όπως και σας, και κατακτήσουν και αυτοί την χώραν, την οποίαν Κυριος ο Θεός μας δίδει εις αυτούς. Επειτα δε θα επιστρέψη ο καθένας σας εις την κληρονομίαν του, την οποίαν σας έδωκεν ο Μωϋσής, προς ανατολάς, εις την πέραν του Ιορδάνου χώραν”.

ΙτΝ. 1,16           καὶ ἀποκριθέντες τῷ Ἰησοῦ εἶπαν· πάντα ὅσα ἐὰν ἐντείλῃ ἡμῖν, ποιήσομεν καὶ εἰς πάντα τόπον, οὗ ἐὰν ἀποστείλῃς ἡμᾶς, πορευσόμεθα·

ΙτΝ. 1,16                    Εκείνοι απεκρίθησαν στον Ιησούν του Ναυή και είπαν· “όλα όσα θα μας διατάξης θα τα εκτελέσωμεν και εις κάθε τόπον, στον οποίον θα μας αποστείλης, θα μεταβώμεν.

ΙτΝ. 1,17           κατὰ πάντα, ὅσα ἠκούσαμεν Μωυσῆ, ἀκουσόμεθά σου, πλὴν ἔστω Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν μετὰ σοῦ, ὃν τρόπον ἦν μετὰ Μωυσῆ.

ΙτΝ. 1,17                    Οπως δε υπηκούσαμεν εις όλα, όσα μας διέταξεν ο Μωϋσής, θα υπακούσωμεν και εις σέ. Μονον ευχόμεθα να είναι μαζή σου Κυριος ο Θεός μας, όπως ήτο και μαζή με τον Μωϋσήν.

ΙτΝ. 1,18           ὁ δὲ ἄνθρωπος, ὃς ἂν ἀπειθήσῃ σοι, καὶ ὅστις μὴ ἀκούσῃ τῶν ῥημάτων σου καθότι ἐὰν ἐντείλῃ αὐτῷ, ἀποθανέτω. ἀλλὰ ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου.

ΙτΝ. 1,18                    Εκείνος δε ο Ισραηλίτης, ο οποίος θα δειχθή απειθής εις σε και δεν θα υπακούση εις κάθε τι, που συ θα τον διατάξης, ας τιμωρηθή δια θανάτου. Συ δε λάβε δύναμιν και θάρρος”.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2- Ο ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ ΣΤΕΛΝΕΙ ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΥΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΙΧΩ

Η ΦΥΓΑΔΕΥΣΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΑΑΒ

                                    Κατάσκοποι στέλνονται στην Ιεριχώ

ΙτΝ. 2,1             Καὶ ἀπέστειλεν Ἰησοῦς υἱὸς Ναυὴ ἐκ Σαττὶν δύο νεανίσκους κατασκοπεῦσαι λέγων· ἀνάβητε καὶ ἴδετε τὴν γῆν καὶ τὴν Ἱεριχώ. καὶ πορευθέντες οἱ δύο νεανίσκοι εἰσήλθοσαν εἰς Ἱεριχὼ καὶ εἰσήλθοσαν εἰς οἰκίαν γυναικὸς πόρνης, ᾗ ὄνομα Ῥαάβ, καὶ κατέλυσαν ἐκεῖ.

ΙτΝ. 2,1                     Ο Ιησούς του Ναυή έστειλεν από την Σαττίν, δύο νεαρούς Ισραηλίτας να κατασκοπεύσουν την χώραν, και τους είπε· “πηγαίνετε και παρατηρήσατε με προσοχήν την χώραν και ιδιαιτέρως την Ιεριχώ”. Οι δύο αυτοί νέοι μετέβησαν και εισήλθον εις την Ιεριχώ. Εισήλθον δε και έμειναν εις την οικίαν μιας γυναικός πόρνης, η οποία ωνομάζετο Ραάβ, και διενυκτέρευσαν εκεί.

ΙτΝ. 2,2             καὶ ἀπηγγέλη τῷ βασιλεῖ Ἱεριχὼ λέγοντες· εἰσπεπόρευνται ὧδε ἄνδρες τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ κατασκοπεῦσαι τὴν γῆν.

ΙτΝ. 2,2                     Μερικοί όμως κάτοικοι της Ιεριχούς προσήλθον στον βασιλέα της πόλεως και είπον· “έχουν εισχωρήσει εδώ άνδρες Ισραηλίται, δια να κατασκοπεύσουν την χώραν μας”.

ΙτΝ. 2,3             καὶ ἀπέστειλεν ὁ βασιλεὺς Ἱεριχὼ καὶ εἶπε πρὸς Ῥαὰβ λέγων· ἐξάγαγε τοὺς ἄνδρας τοὺς εἰσπεπορευμένους εἰς τὴν οἰκίαν σου τὴν νύκτα, κατασκοπεῦσαι γὰρ τὴν γῆν ἥκασι.

ΙτΝ. 2,3                     Ο δε βασιλεύς της Ιεριχούς έστειλεν ανθρώπους, δια να είπουν προς την Ραάβ· “βγάλε και παράδωσέ μας τους άνδρας, οι οποίοι εισήλθον εις την οικίαν σου κατά την νύκτα, διότι έχουν έλθει να κατασκοπεύσουν την χώραν μας”.

ΙτΝ. 2,4             καὶ λαβοῦσα ἡ γυνὴ τοὺς δύο ἄνδρας ἔκρυψεν αὐτοὺς καὶ εἶπεν αὐτοῖς λέγουσα· εἰσεληλύθασι πρός με οἱ ἄνδρες·

ΙτΝ. 2,4                     Η γυναίκα εκείνη επήρε τους δύο άνδρας, τους έκρυψεν ασφαλώς και κατόπιν είπεν στους απεσταλμένους του βασιλέως· “πράγμαι εισήλθον εις την οικίαν μου οι άνδρες αυτοί.

ΙτΝ. 2,5             ὡς δὲ ἡ πύλη ἐκλείετο ἐν τῷ σκότει, καὶ οἱ ἄνδρες ἐξῆλθον, οὐκ ἐπίσταμαι ποῦ πεπόρευνται· καταδιώξατε ὀπίσω αὐτῶν, εἰ καταλήψεσθε αὐτούς.

ΙτΝ. 2,5                     Καθώς δε έπεφτε το σκοτάδι και επρόκειτο να κλεισθή η πύλη της πόλεως, οι άνδρες εκείνοι έφυγαν από την οικίαν μου και δεν γνωρίζω, που έχουν πορευθή. Καταδιώξατέ τους και πιθανόν να τους συλλάβετε”.

ΙτΝ. 2,6             αὕτη δὲ ἀνεβίβασεν αὐτοὺς ἐπὶ τὸ δῶμα καὶ ἔκρυψεν αὐτοὺς ἐν τῇ λινοκαλάμῃ τῇ ἐστοιβασμένῃ αὐτῇ ἐπὶ τοῦ δώματος.

ΙτΝ. 2,6                     Η Ραάβ είχεν αναβιβάσει τους κατασκόπους στο ηλιακωτό της οικίας της και είχε κρύψει αυτούς κάτω από την καλαμιά του λιναριού, οποία ήτο στοιβαγμένη στο ηλιακωτό

ΙτΝ. 2,7             καὶ οἱ ἄνδρες κατεδίωξαν ὀπίσω αὐτῶν ὁδὸν τὴν ἐπὶ τοῦ Ἰορδάνου ἐπὶ τὰς διαβάσεις, καὶ ἡ πύλη ἐκλείσθη.

ΙτΝ. 2,7                     Οι απεσταλμένοι του βασιλέως έτρεξαν εις καταδίωξιν των κατασκόπων, επήραν τον δρόμον, που οδηγεί εις τας διαβάσστου ποταμού Ιορδάνου, και μετά την έξοδόν των εκλείσθη πάλιν η πύλη.

 

                                    Η φυγάδευση των κατασκόπων από τη Ραάβ

ΙτΝ. 2,8             καὶ ἐγένετο ὡς ἐξήλθοσαν οἱ διώκοντες ὀπίσω αὐτῶν καὶ αὐτοὶ δὲ πρὶν ἢ κοιμηθῆναι αὐτούς, αὕτη δὲ ἀνέβη πρὸς αὐτοὺς ἐπὶ τὸ δῶμα

ΙτΝ. 2,8                     Οταν εκείνοι εξήλθον εις καταδίωξιν των δύο νέων και πριν ακόμη αυτοί κοιμηθούν στο ηλιακωτόν, όπου ευρίσκοντο, ανέβη προς αυτούς η Ραάβ,

ΙτΝ. 2,9             καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· ἐπίσταμαι ὅτι ἔδωκεν ὑμῖν Κύριος τὴν γῆν, ἐπιπέπτωκε γὰρ ὁ φόβος ὑμῶν ἐφ᾿ ἡμᾶς·

ΙτΝ. 2,9                     και τους είπε· “γνωρίζω πλέον πολύ καλά ότι ο Κυριος έχει παραδώσει εις σας την χώραν αυτήν. Το συμπεραίνω εκ του γεγονότος ότι έχομεν φοβηθή και πανικοβληθή ημείς οι κάτοικοι της Ιεριχούς από σας.

ΙτΝ. 2,10           ἀκηκόαμεν γὰρ ὅτι κατεξήρανε Κύριος ὁ Θεὸς τὴν ἐρυθρὰν θάλασσαν ἀπὸ προσώπου ὑμῶν, ὅτε ἐξεπορεύεσθε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, καὶ ὅσα ἐποίησε τοῖς δυσὶ βασιλεῦσι τῶν Ἀμοῤῥαίων, οἳ ἦσαν πέραν τοῦ Ἰορδάνου, τῷ Σηὼν καὶ Ὤγ, οὓς ἐξωλοθρεύσατε αὐτούς.

ΙτΝ. 2,10                   Και τούτο, διότι επληροφορήθημεν, ότι ο Κυριος, όταν σεις εφεύγατε από την χώραν της Αιγύπτου, κατεξήρανε ενώπιόν σας την Ερυθράν Θαλασσαν. Επληροφορήθημεν ακόμη όλα όσα ο Θεός έκαμε στους δύο βασιλείς των Αμοιραίων, τους πέραν από τον Ιορδάνην, στον Σηών και τον Ωγ, τους οποίους σεις με την δύναμιν του Θεού εξωλοθρεύσατε.

ΙτΝ. 2,11           καὶ ἀκούσαντες ἡμεῖς ἐξέστημεν τῇ καρδίᾳ ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστη ἔτι πνεῦμα ἐν οὐδενὶ ἡμῶν ἀπὸ προσώπου ὑμῶν, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν Θεὸς ἐν οὐρανῷ ἄνω καὶ ἐπὶ τῆς γῆς κάτω.

ΙτΝ. 2,11                    Οταν λοιπόν επληροφορήθημεν αυτά, κατεπλάγημεν, εχάσαμεν τα λογικά μας, δεν έμεινεν εις κανένα από ημάς πνοή και θάρρος να αντισταθώμεν προς σας, διότι επείσθημεν ότι Κυριος ο Θεός σας είναι ο μόνος αληθινός Θεός στον ουρανόν άνω και εις την γη κάτω.

ΙτΝ. 2,12           καὶ νῦν ὀμόσατέ μοι Κύριον τὸν Θεόν, ὅτι ποιῶ ὑμῖν ἔλεος καὶ ποιήσατε καὶ ὑμεῖς ἔλεος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρός μου

ΙτΝ. 2,12                   Και τώρα σας παρακαλώ, να μου ορκισθήτε στο όνομα Κυρίου του Θεού, ότι, όπως εγώ τώρα σας ελεώ, ετσι και σεις να ελεήσετε όλην την οικογένειαν του πατρός μου·

ΙτΝ. 2,13           καὶ ζωγρήσατε τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου, τὴν μητέρα μου καὶ τοὺς ἀδελφούς μου καὶ πάντα τὸν οἶκόν μου καὶ πάντα, ὅσα ἐστὶν αὐτοῖς, καὶ ἐξελεῖσθε τὴν ψυχήν μου ἐκ θανάτου.

ΙτΝ. 2,13                   να διαφυλάξετε εις την ζωήν τον πατρικόν μου οίκον, την μητέρα μου, τους αδελφούς μου, και όλην την οικογένειάν μου, όπως επίσης να μη θίξετε τα υπάρχοντά των. Μαζή δέ με αυτούς να διαφυλάξετε από τον θάνατον και την ιδικήν μου την ζωήν”.

ΙτΝ. 2,14           καὶ εἶπαν αὐτῇ οἱ ἄνδρες· ἡ ψυχὴ ἡμῶν ἀνθ᾿ ὑμῶν εἰς θάνατον. καὶ αὐτὴ εἶπεν· ὡς ἂν παραδῷ Κύριος ὑμῖν τὴν πόλιν, ποιήσετε εἰς ἐμὲ ἔλεος καὶ ἀλήθειαν.

ΙτΝ. 2,14                   Απήντησαν δε εις αυτήν οι δυο κατάσκοποι· “θα προτιμήσωμεν εν ανάγκη να αποθάνωμεν ημείς προς χάριν σας, δια να σώσωμεν την ζωήν σας”. Είπε δε η Ραάβ προς αυτούς· “όταν, λοιπόν, ο Κυριος παραδώση εις τα χέρια σας την πόλιν αυτήν, δείξατε προς εμέ έλεος και επικυρώσατε έτσι την αλήθειαν των λόγων σας”.

ΙτΝ. 2,15           καὶ κατεχάλασεν αὐτοὺς διὰ τῆς θυρίδος

ΙτΝ. 2,15                   Επειτα κατεβίβασεν αυτούς δια σχοινίου από κάποιο παράθυρον,

ΙτΝ. 2,16           καὶ εἶπεν αὐτοῖς· εἰς τὴν ὀρεινὴν ἀπέλθετε, μὴ συναντήσωσιν ὑμῖν οἱ καταδιώκοντες, καὶ κρυβήσεσθε ἐκεῖ τρεῖς ἡμέρας, ἕως ἂν ἀποστρέψωσιν οἱ καταδιώκοντες ὀπίσω ὑμῶν, καὶ μετὰ ταῦτα ἀπελεύσεσθε εἰς τὴν ὁδὸν ὑμῶν.

ΙτΝ. 2,16                   και είπεν ακόμη εις αυτούς· “πηγαίνετε εις την ορεινήν περιοχήν, δια να μη σας συναντήσουν αυτοί, που σας καταδιώκουν. Κρυφθήτε εκεί επί τρεις ημέρας, μέχρις ότου επιστρέψουν οι διώκται σας και κατόπιν πηγαίνετε στον δρόμον σας, πέραν από τον Ιορδάνην”.

ΙτΝ. 2,17           καὶ εἶπαν πρὸς αὐτὴν οἱ ἄνδρες· ἀθῷοί ἐσμεν τῷ ὅρκῳ σου τούτῳ·

ΙτΝ. 2,17                   Οι δύο άνδρες είπαν τότε προς αυτήν· “ημείς θα είμεθα απηλλαγμένοι από τον όρκον, που σου εδώσαμεν, εάν συ δεν συμμορφωθής προς αυτό που θα σου είπωμεν.

ΙτΝ. 2,18           ἰδοὺ ἡμεῖς εἰσπορευόμεθα εἰς μέρος τῆς πόλεως, καὶ θήσεις τὸ σημεῖον, τὸ σπαρτίον τὸ κόκκινον τοῦτο ἐκδήσεις εἰς τὴν θυρίδα, δι᾿ ἧς κατεβίβασας ἡμᾶς δι᾿ αὐτῆς, τὸν δὲ πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου καὶ τοὺς ἀδελφούς σου καὶ πάντα τὸν οἶκον τοῦ πατρός σου συνάξεις πρὸς σεαυτὴν εἰς τὴν οἰκίαν σου.

ΙτΝ. 2,18                   Οταν δηλαδή ημείς θα εισέλθωμεν ως κατακτηταί εις την πόλιν, θα βάλης συ το εξής σημάδι· θα δέσης το κόκκινο αυτό σχοινί στο παράθυρον, από το οποίον μας κατεβίβασες, τον δε πατέρα σου και την μητέρα σου και τους αδελφούς σου και όλην την οικογένειαν του πατρός σου θα συγκεντρώσης πλησίον σου μέσα εις την οικίαν αυτήν.

ΙτΝ. 2,19           καὶ ἔσται πᾶς, ὃς ἂν ἐξέλθῃ τὴν θύραν τῆς οἰκίας σου ἔξω, ἔνοχος ἑαυτῷ ἔσται, ἡμεῖς δὲ ἀθῷοι τῷ ὅρκῳ σου τούτῳ. καὶ ὅσοι ἐὰν γένωνται μετὰ σοῦ ἐν τῇ οἰκίᾳ σου, ἡμεῖς ἔνοχοι ἐσόμεθα.

ΙτΝ. 2,19                   Εάν δε κανείς θελήση να βγη από την θύραν της οικίας σοι έξω, αυτός θα φέρη την ευθύνην δι' ο,τι του συμβή· ημείς δε θα είμεθα αθώοι από τον όρκον, που σου εδώσαμεν. Θα είμεθα μόνον υπεύθυνοι δι' όλους εκείνους, οι οποίοι θα παραμείνουν μαζή σου εντός της οικίας.

ΙτΝ. 2,20           ἐὰν δέ τις ἡμᾶς ἀδικήσῃ ἢ καὶ ἀποκαλύψῃ τοὺς λόγους ἡμῶν τούτους, ἐσόμεθα ἀθῷοι τῷ ὅρκῳ σου τούτῳ.

ΙτΝ. 2,20                  Σου λέγομεν δε και τούτο· εάν κανείς από σας μας βλάψη η τολμήση και φανερώση και προδώση τους λόγους μας αυτούς, ημείς θα είμεθα απηλλαγμένοι από τον όρκον τούτον, που σου εδώσαμεν”.

ΙτΝ. 2,21           καὶ εἶπεν αὐτοῖς· κατὰ τὸ ῥῆμα ὑμῶν ἔστω· καὶ ἐξαπέστειλεν αὐτούς.

ΙτΝ. 2,21                   Η Ραάβ απήντησε προς αυτούς· “όπως είπατε, έτσι ας γίνη”. Επειτα δε τους αφήκε να φύγουν.

ΙτΝ. 2,22           καὶ ἐπορεύθησαν καὶ ἤλθοσαν εἰς τὴν ὀρεινὴν καὶ κατέμειναν ἐκεῖ τρεῖς ἡμέρας· καὶ ἐξεζήτησαν οἱ καταδιώκοντες πάσας τὰς ὁδοὺς καὶ οὐχ εὕροσαν.

ΙτΝ. 2,22                  Εκείνοι εβάδισαν και έφθασαν εις την ορεινήν περιοχήν, όπου και έμειναν τρεις ημέρας. Οι διώκται των τους ανεζήτησαν εις όλας τας οδούς, αλλά δεν τους εύρον.

ΙτΝ. 2,23           καὶ ὑπέστρεψαν οἱ δύο νεανίσκοι καὶ κατέβησαν ἐκ τοῦ ὄρους καὶ διέβησαν πρὸς Ἰησοῦν υἱὸν Ναυὴ καὶ διηγήσαντο αὐτῷ πάντα τὰ συμβεβηκότα αὐτοῖς.

ΙτΝ. 2,23                  Μετά τας τρεις αυτάς ημέρας οι δύο νεαροί κατάσκοποι κατέβησαν από το όρος, διέβησαν τον Ιορδάνην, ήλθον προς τον Ιησούν του Ναυή και διηγήθησαν εις αυτόν όλα, όσα τους συνέβησαν.

ΙτΝ. 2,24           καὶ εἶπαν πρὸς Ἰησοῦν ὅτι παραδέδωκε Κύριος πᾶσαν τὴν γῆν ἐν χειρὶ ἡμῶν, καὶ κατέπτηχε πᾶς ὁ κατοικῶν τὴν γῆν ἐκείνην ἀφ᾿ ἡμῶν.

ΙτΝ. 2,24                  Είπαν δε ακόμη προς τον Ιησούν, ότι ο Κυριος έχει παραδώσει πλέον όλην την χώραν, διότι όλοι οι κάτοικοι αυτής έχουν καταπτοηθή εξ αιτίας μας.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3- ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΤΕΣ ΠΕΡΝΟΥΝ ΤΟΝ ΙΟΡΔΑΝΗ

                                    Οι Ισραηλίτες διαβαίνουν τον Ιορδάνη

ΙτΝ. 3,1             Καὶ ὤρθρισεν Ἰησοῦς τὸ πρωΐ, καὶ ἀπῇραν ἐκ Σαττὶν καὶ ἤλθοσαν ἕως τοῦ Ἰορδάνου καὶ κατέλυσαν ἐκεῖ πρὸ τοῦ διαβῆναι.

ΙτΝ. 3,1                      Ο Ιησούς του Ναυή εξύπνησε λίαν πρωί και ανεχώρησε μαζή με όλους τους Ισραηλίτας από την Σαττίν, ήλθον έως τον ποταμόν Ιορδάνην, όπου, πριν τον διαβούν, εστάθμευσαν.

ΙτΝ. 3,2             καὶ ἐγένετο μετὰ τρεῖς ἡμέρας διῆλθον οἱ γραμματεῖς διὰ τῆς παρεμβολῆς

ΙτΝ. 3,2                     Μετά δε τρεις ημέρας διήρχοντο οι Γραμματείς δια μέσου όλου του στρατοπέδου·

ΙτΝ. 3,3             καὶ ἐνετείλαντο τῷ λαῷ λέγοντες· ὅταν ἴδητε τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καὶ τοὺς ἱερεῖς ἡμῶν καὶ τοὺς Λευίτας αἴροντας αὐτήν, ἀπαρεῖτε ἀπὸ τὸν τόπον ὑμῶν καὶ πορεύσεσθε ὀπίσω αὐτῆς·

ΙτΝ. 3,3                     και έδιδαν στον λαόν την εντολήν· “όταν ίδητε την Κιβωτόν της Διαθήκης Κυρίου του Θεού ημών και τους ιερείς ημών και τους Λευΐτας να την σηκώνουν, δια να την μεταφέρουν, θα ξεκινήσετε από τον τόπον, που ευρίσκεσθε, και θα ακολουθήσετε οπίσω από αυτήν.

ΙτΝ. 3,4             ἀλλὰ μακρὰν ἔστω ἀνὰ μέσον ὑμῶν καὶ ἐκείνης, ὅσον δισχιλίους πήχεις στήσεσθε· μὴ προσεγγίσητε αὐτῇ, ἵνα ἐπίστησθε τὴν ὁδόν, ἣν πορεύσεσθε αὐτήν· οὐ γὰρ πεπόρευσθε τὴν ὁδὸν ἀπ᾿ ἐχθὲς καὶ τρίτης ἡμέρας.

ΙτΝ. 3,4                     Προσέξατε όμως θα κρατήτε απόστασιν από αυτήν δύο χιλιάδες πήχεις (χίλια περίπου μέτρα). Μη την πλησιάσετε, αλλά θα την παρακολουθήτε από την απόστασιν αυτήν, δια να γνωρίσετε τον δρόμον, που πρέπει να ακολουθήσετε. Διότι αυτόν τον δρόμον ποτέ άλλοτε έως τώρα δεν τον έχετε βαδίσει”.

ΙτΝ. 3,5             καὶ εἶπεν Ἰησοῦς τῷ λαῷ· ἁγνίσασθε εἰς αὔριον, ὅτι αὔριον ποιήσει Κύριος ἐν ὑμῖν θαυμαστά.

ΙτΝ. 3,5                     Είπεν ο Ιησούς του Ναυή προς τον λαόν· “αγνισθήτε δια την αυριανήν ημέραν, διότι αύριον θα κάμη ο Κυριος ενώπιόν σας θαυμαστά έργα”.

ΙτΝ. 3,6             καὶ εἶπεν Ἰησοῦς τοῖς ἱερεῦσιν· ἄρατε τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου καὶ προπορεύεσθε τοῦ λαοῦ. καὶ ᾖραν οἱ ἱερεῖς τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου καὶ ἐπορεύοντο ἔμπροσθεν τοῦ λαοῦ.

ΙτΝ. 3,6                     Εις δε τους ιερείς είπε· “πάρετε την Κιβωτόν της Διαθήκης του Κυρίου και βαδίσατε εμπρός από τον λαόν”. Οι ιερείς έλαβαν την κιβωτόν της Διαθήκης του Κυρίου και επορεύοντο εμπρός από τον λαόν.

ΙτΝ. 3,7             καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Ἰησοῦν· ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἄρχομαι ὑψῶσαί σε κατενώπιον πάντων υἱῶν Ἰσραήλ, ἵνα γνῶσιν ὅτι καθότι ἤμην μετὰ Μωυσῆ, οὕτως ἔσομαι καὶ μετὰ σοῦ.

ΙτΝ. 3,7                     Είπε τότε ο Κυριος προς τον Ιησούν· “από την ημέραν αυτήν θα αρχίσω να σε εξυψώνω και να σε αναδεικνύω ενώπιον όλων των Ισραηλιτών, δια να μάθουν ότι, όπως ήμουν μαζή με τον Μωϋσήν, έτσι θα είμαι και μαζή μέ σέ.

ΙτΝ. 3,8             καὶ νῦν ἔντειλαι τοῖς ἱερεῦσι τοῖς αἴρουσι τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης λέγων· ὡς ἂν εἰσέλθητε ἐπὶ μέρους τοῦ ὕδατος τοῦ Ἰορδάνου, καὶ ἐν τῷ Ἰορδάνῃ στήσεσθε.

ΙτΝ. 3,8                     Και τώρα δώσε εντολή στους ιερείς, που μεταφέρουν την Κιβωτόν της Διαθήκης, και είπε προς αυτούς· Οταν φθάσετε εκεί, όπου ρέουν τα ύδατα του Ιορδάνου, και μόλις πατήσετε μέρος τι των υδάτων, σταματήσατε”.

ΙτΝ. 3,9             καὶ εἶπεν Ἰησοῦς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ· προσαγάγετε ὧδε καὶ ἀκούσατε τὸ ῥῆμα Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

ΙτΝ. 3,9                     Ο Ιησούς του Ναυή είπεν προς τους Ισραηλίτας· “πλησιάσατε εδώ και ακούσατε με προσοχήν τον λόγον Κυρίου του Θεού μας, δια του οποίου προαναγγέλλω σημείον μέγα.

ΙτΝ. 3,10           ἐν τούτῳ γνώσεσθε ὅτι Θεὸς ζῶν ἐν ὑμῖν καὶ ὀλοθρεύων ὀλοθρεύσει ἀπὸ προσώπου ἡμῶν τὸν Χαναναῖον καὶ τὸν Χετταῖον καὶ τὸν Φερεζαῖον καὶ τὸν Εὐαῖον καὶ τὸν Ἀμοῤῥαῖον καὶ τὸν Γεργεσαῖον καὶ τὸν Ἰεβουσαῖον·

ΙτΝ. 3,10                   Δια του σημείου αυτού θα μάθετε και θα πεισθήτε ότι ο ζων Θεός υπάρχει μεταξύ μας· αυτός θα εξολόθρεύση εξ ολοκλήρου ενώπιόν σας τους Χαναναίους και τους Χετταίους και τους Φερεζαίους και τους Ευαίους και τους Αμορραίους και τους Γεργεσαίους και τους Ιεβουσαίους.

ΙτΝ. 3,11           ἰδοὺ ἡ κιβωτὸς διαθήκης Κυρίου πάσης τῆς γῆς διαβαίνει τὸν Ἰορδάνην.

ΙτΝ. 3,11                    Ιδού· η Κιβωτός της Διαθήκης του Κυρίου και Θεού όλης της γης διαβαίνει τώρα τον Ιορδάνην.

ΙτΝ. 3,12           προχειρίσασθε ὑμῖν δώδεκα ἄνδρας ἀπὸ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἕνα ἀφ᾿ ἑκάστης φυλῆς.

ΙτΝ. 3,12                   Εκλέξατε δώδεκα άνδρας από τους Ισραηλίτας, ένα από κάθε φυλήν.

ΙτΝ. 3,13           καὶ ἔσται ὡς ἂν καταπαύσωσιν οἱ πόδες τῶν ἱερέων τῶν αἰρόντων τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου πάσης τῆς γῆς ἐν τῷ ὕδατι τοῦ Ἰορδάνου, τὸ ὕδωρ τοῦ Ἰορδάνου ἐκλείψει, τὸ δὲ ὕδωρ τὸ καταβαῖνον στήσεται.

ΙτΝ. 3,13                   Αμέσως δε μόλις οι πόδες των ιερέων, οι οποίοι μεταφέρουν την Κιβωτόν της Διαθήκης του Θεού και Κυρίου πάσης της γης, πατήσουν το ύδωρ του Ιορδάνου, τότε το ύδωρ του Ιορδάνου, που ρέει προς τα κάτω, θα συνεχίση την ροήν του και θα φύγη εντελώς, το δε ύδωρ που έρχεται από βορράν θα σταθή”.

ΙτΝ. 3,14           καὶ ἀπῇρεν ὁ λαὸς ἐκ τῶν σκηνωμάτων αὐτῶν διαβῆναι τὸν Ἰορδάνην, οἱ δὲ ἱερεῖς ᾔροσαν τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου πρότεροι τοῦ λαοῦ.

ΙτΝ. 3,14                   Ο λαός εβγήκε από τας σκηνάς του, δια να διαβή τον Ιορδάνην. Οι δε ιερείς, οι οποίοι μετέφεραν την Κιβωτόν της Διαθήκης του Κυρίου, επορεύοντο εμπρός από τον λαόν.

ΙτΝ. 3,15           ὡς δὲ εἰσεπορεύοντο οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην καὶ οἱ πόδες τῶν ἱερέων τῶν αἰρόντων τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐβάφησαν εἰς μέρος τοῦ ὕδατος τοῦ Ἰορδάνου· ὁ δὲ Ἰορδάνης ἐπληροῦτο καθ᾿ ὅλην τὴν κρηπίδα αὐτοῦ ὡσεὶ ἡμέραι θερισμοῦ πυρῶν·

ΙτΝ. 3,15                   Την στιγμήν δε κατά την οποίαν οι ιερείς, οι μεταφέροντες την Κιβωτόν της Διαθήκης, εισήλθον στον Ιορδάνην και οι πόδες αυτών των ιερέων εβράχησαν εις μικρόν τι μέρος του ύδατος του Ιορδάνου, ο δε Ιορδάνης είχε πλημμυρίσει τότε καθ' όλην την κοίτην αυτού, όπως συνήθως συμβαίνει κατά τας ημέρας του θερισμού των σιτηρών,

ΙτΝ. 3,16           καὶ ἔστη τὰ ὕδατα τὰ καταβαίνοντα ἄνωθεν, ἔστη πῆγμα ἓν ἀφεστηκὸς μακρὰν σφόδρα σφοδρῶς ἕως μέρους Καριαθιαρίμ, τὸ δὲ καταβαῖνον κατέβη εἰς τὴν θάλασσαν Ἄραβα, θάλασσαν ἁλός, ἕως εἰς τὸ τέλος ἐξέλιπε· καὶ ὁ λαὸς εἱστήκει ἀπέναντι Ἱεριχώ.

ΙτΝ. 3,16                   εσταμάτησαν τα ύδατα, που κατέβαινον εκ των άνω, εσταμάτησαν σαν ένας εκτεταμένος πάγος εις μεγάλην, πολύ μεγάλην απόστασιν, μέχρι της πόλεως Καριαθιαρίμ, ενώ το άλλο, το κατερχόμενον ύδωρ, κατέβη εις την θάλασσαν του βαθυπέδου Αραβα, την Αλμυράν, την Νεκράν Θαλασσαν, μέχρις ότου εξέλιπε πλήρως. Ο δε λαός κατάπληκτος είχε σταματήσει όρθιος εις την όχθην απέναντι από την Ιεριχώ.

ΙτΝ. 3,17           καὶ ἔστησαν οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐπὶ ξηρᾶς ἐν μέσῳ τοῦ Ἰορδάνου· καὶ πάντες οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ διέβαινον διὰ ξηρᾶς, ἕως συνετέλεσε πᾶς ὁ λαὸς διαβαίνων τὸν Ἰορδάνην.

ΙτΝ. 3,17                   Οι ιερείς, οι οποίοι μετέφεραν την Κιβωτόν της Διαθήκης του Κυρίου, επροχώρησαν και εστάθησαν στο μέσον της ξηράς κοίτης του Ιορδάνου. Ολοι δε οι Ισραηλίται διέβαινον ως δια ξηράς, μέχρις ότου ολόκληρος ο ισραηλιτικός λαός ετελείωσε διαβαίνων τον Ιορδάνην.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4- ΜΝΗΜΕΙΟ ΣΕ ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΒΑΣΗΣ ΤΟΥ ΙΟΡΔΑΝΗ

ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΕΥΣΗ ΣΤΑ ΓΑΛΓΑΛΑ

                                    Οι δώδεκα πέτρες σε ανάμνηση της διάβασης του Ιορδάνη

ΙτΝ. 4,1             Καὶ ἐπεὶ συνετέλεσε πᾶς ὁ λαὸς διαβαίνων τὸν Ἰορδάνην, καὶ εἶπε Κύριος τῷ Ἰησοῖ λέγων·

ΙτΝ. 4,1                     Οταν δε όλος ο Ισραηλιτικός λαός ετελείωσε την διάδασιν του Ιορδάνου, είπεν ο Κυριος στον Ιησούν·

ΙτΝ. 4,2             παραλαβὼν ἄνδρας ἀπὸ τοῦ λαοῦ, ἕνα ἀφ᾿ ἑκάστης φυλῆς,

ΙτΝ. 4,2                     “πάρε δώδεκα άνδρας από τον λαόν, ένα από κάθε φυλήν·

ΙτΝ. 4,3             σύνταξον αὐτοῖς λέγων· ἀνέλεσθε ἐκ μέσου Ἰορδάνου ἑτοίμους δώδεκα λίθους καὶ τούτους διακομίσαντες ἅμα ὑμῖν αὐτοῖς, θέτε αὐτοὺς ἐν τῇ στρατοπεδείᾳ ὑμῶν, οὗ ἐὰν παρεμβάλητε ἐκεῖ τὴν νύκτα.

ΙτΝ. 4,3                     διάταξέ τους και ειπέ· “Παρέτε εκ του μέσου της κοίτης του Ιορδάνου δώδεκα ομαλούς λίθους, μεταφέρατε αυτούς μαζή σας και θέσατέ τους στο στρατόπεδον, όπου κατά την νύκτα θα κατασκηνώσετε”.

ΙτΝ. 4,4             καὶ ἀνακαλεσάμενος Ἰησοῦς δώδεκα ἄνδρας τῶν ἐνδόξων ἀπὸ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἕνα ἀφ᾿ ἑκάστης φυλῆς,

ΙτΝ. 4,4                     Ο Ιησούς του Ναυή εκάλεσε πλησίον του δώδεκα άνδρας από τους επισήμους μεταξύ του ισραηλιτικού λαού, ένα από κάθε φυλήν,

ΙτΝ. 4,5             εἶπεν αὐτοῖς· προσαγάγετε ἔμπροσθέν μου πρὸ προσώπου Κυρίου εἰς μέσον τοῦ Ἰορδάνου, καὶ ἀνελόμενος ἐκεῖθεν ἕκαστος λίθον ἀράτω ἐπὶ τῶν ὤμων αὐτοῦ κατὰ τὸν ἀριθμὸν τῶν δώδεκα φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ,

ΙτΝ. 4,5                     και τους είπε· “προχωρήσατε ενώπιόν μου, εμπρός από την Κιβωτόν του Κυρίου, εισέλθετε εις το μέσον της κοίτης του Ιορδάνου, και ο καθένας από σας ας πάρη στους ώμους του ένα λίθον, κατά τον αριθμόν των δώδεκα φυλών του Ισραήλ,

ΙτΝ. 4,6             ἵνα ὑπάρχωσιν ὑμῖν οὗτοι εἰς σημεῖον κείμενον διαπαντός, ἵνα ὅταν ἐρωτᾷ σε ὁ υἱός σου αὔριον λέγων, τί εἰσιν οἱ λίθοι οὗτοι ἡμῖν;

ΙτΝ. 4,6                     δια να υπάρχουν αυτοί εις σας και να μένουν ως αιώνιον σημείον, ίνα, όταν στο μέλλον σε ερωτά ο υιός σου· Διατί και προς τι υπάρχουν αυτοί οι λίθοι εις ημάς;

ΙτΝ. 4,7             καὶ σὺ δηλώσεις τῷ υἱῷ σου λέγων· ὅτι ἐξέλιπεν ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς ἀπὸ προσώπου κιβωτοῦ διαθήκης Κυρίου πάσης τῆς γῆς, ὡς διέβαινεν αὐτόν· καὶ ἔσονται οἱ λίθοι οὗτοι ὑμῖν μνημόσυνον τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ ἕως τοῦ αἰῶνος.

ΙτΝ. 4,7                     Συ θα απαντήσης στον υιόν σου λέγων· Οι λίθοι ούτοι μας υπενθυμίζουν ότι ο Ιορδάνης ποταμός εσταμάτησε την ροήν των υδάτων του ενώπιον της Κιβωτού της Διαθήκης του Κυρίου όλης της γης, καθώς αυτή διέβαινε τον ποταμόν. Οι λίθοι αυτοί θα είναι εις αιωνίαν ανάμνησιν δια σας τους Ισραηλίτας”.

ΙτΝ. 4,8             καὶ ἐποίησαν οὕτως οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ, καθότι ἐνετείλατο Κύριος τῷ Ἰησοῖ, καὶ ἀναλαβόντες δώδεκα λίθους ἐκ μέσου τοῦ Ἰορδάνου, καθάπερ συνέταξε Κύριος τῷ Ἰησοῖ ἐν τῇ συντελείᾳ τῆς διαβάσεως τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ διεκόμισαν ἅμα ἑαυτοῖς εἰς τὴν παρεμβολὴν καὶ ἀπέθηκαν ἐκεῖ.

ΙτΝ. 4,8                     Οι Ισραηλίται έπραξαν, όπως ακριβώς διέταξεν ο Κυριος τον Ιησούν του Ναυη. Επήραν δώδεκα λίθους από το μέσον της κοίτης του Ιορδάνου, όπως είχε διατάξει ο Κυριος τον Ιησούν, όταν είχε τελειώσει η διάβασις των Ισραηλιτών, έφεραν μαζή των τους λίθους αυτούς εις το στρατόπεδον και εκεί τους απέθεσαν.

ΙτΝ. 4,9             ἔστησε δὲ Ἰησοῦς καὶ ἄλλους δώδεκα λίθους ἐν αὐτῷ τῷ Ἰορδάνῃ ἐν τῷ γενομένῳ τόπῳ ὑπὸ τοὺς πόδας τῶν ἱερέων τῶν αἰρόντων τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου, καί εἰσιν ἐκεῖ ἕως τῆς σήμερον ἡμέρας.

ΙτΝ. 4,9                     Ο Ιησούς του Ναυή έστησε και άλλους δώδεκα λίθους εντός του Ιορδάνου στον τόπον όπου είχον πατήσει οι πόδες των ιερέων των μεταφερόντων την Κιβωτόν της Διαθήκης του Κυρίου. Οι λίθοι δε αυτοί ευρίσκονται εκεί μέχρι της ημέρας που γράφονται αυτά.

ΙτΝ. 4,10           εἱστήκεισαν δὲ οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης ἐν τῷ Ἰορδάνῃ, ἕως οὗ συνετέλεσεν Ἰησοῦς πάντα, ἃ ἐνετείλατο Κύριος ἀναγγεῖλαι τῷ λαῷ, καὶ ἔσπευσεν ὁ λαὸς καὶ διέβησαν.

ΙτΝ. 4,10                   Οι ιερείς, που μετέφεραν την Κιβωτόν της Διαθήκης, ήσαν όρθιοι μέσα εις την κοίτην του Ιορδάνου, έως ότου ο Ιησούς έφερεν εις πέρας όλα όσα είχε διατάξει ο Κυριος να αναγγείλη στον λαόν. Οι δε Ισραηλίται έσπευσαν και διέβησαν τον ποταμόν.

ΙτΝ. 4,11           καὶ ἐγένετο ὡς συνετέλεσε πᾶς ὁ λαὸς διαβῆναι, καὶ διέβη ἡ κιβωτὸς τῆς διαθήκης Κυρίου, καὶ οἱ λίθοι ἔμπροσθεν αὐτῶν.

ΙτΝ. 4,11                    Οταν όλος ο λαός ετελείωσε την διάβασιν, τότε και η Κιβωτός της Διαθήκης του Κυρίου διέβη τον ποταμόν. Εμπροσθεν δε από όλους εβάδιζαν οι άνδρες που εκρατούσαν στους ώμους των τους δώδεκα λίθους.

ΙτΝ. 4,12           καὶ διέβησαν οἱ υἱοὶ Ῥουβὴν καὶ οἱ υἱοὶ Γὰδ καὶ οἱ ἡμίσεις φυλῆς Μανασσῆ διεσκευασμένοι ἔμπροσθεν τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καθάπερ ἐνετείλατο αὐτοῖς Μωυσῆς.

ΙτΝ. 4,12                   Μαζή με τους άλλους Ισραηλίτας διέβησαν η φυλή του Ρουβήν, η φυλή του Γαδ και το ήμισυ από την φυλήν του Μανασσή εξωπλισμένοι, εμπρός στους Ισραηλίτας, όπως είχε διατάξει αυτούς ο Μωϋσής.

ΙτΝ. 4,13           τετρακισμύριοι εὔζωνοι εἰς μάχην διέβησαν ἐναντίον Κυρίου εἰς πόλεμον πρὸς τὴν Ἱεριχὼ πόλιν.

ΙτΝ. 4,13                   Σαράντα χιλιάδες ήσαν οι ελαφρώς ωπλισμένοι των δυόμισυ αυτών φυλών, οι οποίοι διέβησαν τον Ιορδάνην ενώπιον του Κυρίου, δια να πολεμήσουν την πόλιν Ιεριχώ.

ΙτΝ. 4,14           ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ηὔξησε Κύριος τὸν Ἰησοῦν ἐναντίον τοῦ παντὸς γένους Ἰσραήλ, καὶ ἐφοβοῦντο αὐτόν, ὥσπερ Μωυσῆν, ὅσον χρόνον ἔζη.

ΙτΝ. 4,14                   Κατά την ημέραν εκείνην ο Κυριος εμεγάλυνε και εξύψωσε τον Ιησούν του Ναυή ενώπιον όλου του ισραηλιτικού γένους. Εφοβούντο δε και εσέβοντο αυτόν οι Ισραηλίται, όπως εφοβούντο και τον Μωϋσήν, όσον χρόνον έζη.

ΙτΝ. 4,15           Καὶ εἶπε Κύριος τῷ Ἰησοῖ λέγων·

ΙτΝ. 4,15                   Ο Κυριος είπεν στον Ιησούν·

ΙτΝ. 4,16           ἔντειλαι τοῖς ἱερεῦσι τοῖς αἴρουσι τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης τοῦ μαρτυρίου Κυρίου ἐκβῆναι ἐκ τοῦ Ἰορδάνου.

ΙτΝ. 4,16                   “δώσε εντολήν στους ιερείς, που μεταφέρουν την Κιβωτόν της Διαθήκης του Μαρτυρίου του Κυρίου να εξέλθουν τώρα από τον Ιορδάνην”.

ΙτΝ. 4,17           καὶ ἐνετείλατο Ἰησοῦς τοῖς ἱερεῦσι λέγων· ἔκβητε ἐκ τοῦ Ἰορδάνου.

ΙτΝ. 4,17                   Ο Ιησούς έδωσεν στους ιερείς την εντολήν αυτήν και τους είπε· “Λβγήτε τώρα από τον Ιορδάνην”.

ΙτΝ. 4,18           καὶ ἐγένετο ὡς ἐξέβησαν οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐκ τοῦ Ἰορδάνου καὶ ἔθηκαν τοὺς πόδας ἐπὶ τῆς γῆς, ὥρμησε τὸ ὕδωρ τοῦ Ἰορδάνου κατὰ χώραν καὶ ἐπορεύετο καθὰ χθὲς καὶ τρίτην ἡμέραν δι᾿ ὅλης τῆς κρηπίδος.

ΙτΝ. 4,18                   Αμέσως δε συνέβη τούτο το παράδοξον· μόλις οι ιερείς, οι μεταφέροντες την Κιβωτόν της Διαθήκης του Κυρίου βγήκαν από την κοίτην του Ιορδάνου και επάτησαν εις την δυτικήν όχθην του, ώρμησε το ύδωρ του Ιορδάνου στον τόπον του και έρρεεν, όπως και προηγουμένως, μέσα εις ολο το ύψος και πλάτος της κοίτης.

 

                                    Στρατοπέδευση στα Γάλγαλα

ΙτΝ. 4,19           καὶ ὁ λαὸς ἀνέβη ἐκ τοῦ Ἰορδάνου δεκάτῃ τοῦ μηνὸς τοῦ πρώτου· καὶ κατεστρατοπέδευσαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐν Γαλγάλοις κατὰ μέρος τὸ πρὸς ἡλίου ἀνατολὰς ἀπὸ τῆς Ἱεριχώ.

ΙτΝ. 4,19                   Η ημέρα δέ, κατά την οποίαν ο λαός εβγήκεν από τον Ιορδάνην, ήτο η δεκάτη του πρώτου μηνός, του Νισάν. Οι Ισραηλίται εστρατοπέδευσαν εις τα Γαλγαλα, εις την περιοχήν την προς ανατολάς της Ιεριχούς.

ΙτΝ. 4,20           καὶ τοὺς δώδεκα λίθους τούτους, οὓς ἔλαβεν ἐκ τοῦ Ἰορδάνου, ἔστησεν Ἰησοῦς ἐν Γαλγάλοις

ΙτΝ. 4,20                  Τους δε δώδεκα λίθους, τους οποίους επήραν από την κοίτην του Ιορδάνου, έστησεν ο Ιησούς εις Γαλγαλα,

ΙτΝ. 4,21           λέγων· ὅταν ἐρωτῶσιν ὑμᾶς οἱ υἱοὶ ὑμῶν λέγοντες· τί εἰσιν οἱ λίθοι οὗτοι;

ΙτΝ. 4,21                   λέγων· “όταν σας ερωτούν τα παιδιά σας και σας λέγουν· τι είναι αυτοί οι λίθοι;

ΙτΝ. 4,22           ἀναγγείλατε τοῖς υἱοῖς ὑμῶν, ὅτι ἐπὶ ξηρᾶς διέβη Ἰσραὴλ τὸν Ἰορδάνην τοῦτον,

ΙτΝ. 4,22                  Σεις θα αναγγείλετε εις τα παιδιά σας, ότι ωσάν από ξηράν επέρασαν οι Ισραηλίται τον Ιορδάνην τούτον ποταμόν,

ΙτΝ. 4,23           ἀποξηράναντος Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν τὸ ὕδωρ τοῦ Ἰορδάνου ἐκ τῶν ἔμπροσθεν αὐτῶν, μέχρις οὗ διέβησαν· καθάπερ ἐποίησε Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν τὴν ἐρυθρὰν θάλασσαν, ἣν ἀπεξήρανε Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν ἔμπροσθεν ἡμῶν, ἕως παρήλθομεν,

ΙτΝ. 4,23                  διότι Κυριος ο Θεός ημών εξήρανεν ενώπιόν μας το ύδωρ του Ιορδάνου, μέχρις ότου διέβημεν αυτόν όλοι. Και εις την περίστασιν αυτήν Κυριος ο Θεός μας έκαμεν ο,τι και εις την Ερυθράν Θαλασσαν, την οποίαν απεξήρανεν ενώπιόν μας, έως ότου την διέβημεν.

ΙτΝ. 4,24           ὅπως γνῶσι πάντα τὰ ἔθνη τῆς γῆς, ὅτι ἡ δύναμις τοῦ Κυρίου ἰσχυρά ἐστι, καὶ ἵνα ὑμεῖς σέβησθε Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν ἐν παντὶ χρόνῳ.

ΙτΝ. 4,24                  Και ταύτα, δια να μάθουν όλα τα έθνη της οικουμένης, ότι η δύναμις του Κυρίου είναι ισχυρά, να μάθετε δε και σεις να σέβεσθε πάντοτε Κυριον τον Θεόν μας”.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5- Ο ΠΑΝΙΚΟΣ ΤΩΝ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΩΝ ΛΑΩΝ

ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΚΑΙ ΠΑΣΧΑ ΣΤΟΝ ΙΟΡΔΑΝΗ - Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ

                                    Ο πανικός των ειδωλολατρικών λαών

ΙτΝ. 5,1             Καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσαν οἱ βασιλεῖς τῶν Ἀμοῤῥαίων, οἳ ἦσαν πέραν τοῦ Ἰορδάνου, καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς Φοινίκης οἱ παρὰ τὴν θάλασσαν, ὅτι ἀπεξήρανε Κύριος ὁ Θεὸς τὸν Ἰορδάνην ποταμὸν ἐκ τῶν ἔμπροσθεν τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐν τῷ διαβαίνειν αὐτούς, καὶ ἐτάκησαν αὐτῶν αἱ διάνοιαι καὶ κατεπλάγησαν καὶ οὐκ ἦν ἐν αὐτοῖς φρόνησις οὐδεμία ἀπὸ προσώπου τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.

ΙτΝ. 5,1                      Οι βασιλείς των Αμορραίων, οι οποίοι ήσαν δυτικώς από τον Ιορδάνην ποταμόν, και οι βασιλείς της Φοινίκης, οι οποίοι κατοικούσαν πλησίον της Μεσογείου Θαλάσσης, όταν επληροφορήθησαν ότι Κυριος ο Θεός απεξήρανε τον Ιορδάνην ποταμόν ενώπιον των Ισραηλιτών, καθ' ον χρόνον τον διέβαιναν, έμειναν κατάπληκτοι, έλυωσαν οι καρδιές των από τον φόβον, τα έχασαν και έπεσαν εις πλήρη αμηχανίαν απέναντι των Ισραηλιτών.

 

                                    Περιτομή και Πάσχα στον Ιορδάνη

ΙτΝ. 5,2             ὑπό δὲ τοῦτον τὸν καιρὸν εἶπε Κύριος τῷ Ἰησοῖ· ποίησον σεαυτῷ μαχαίρας πετρίνας ἐκ πέτρας ἀκροτόμου καὶ καθίσας περίτεμε τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἐκ δευτέρου.

ΙτΝ. 5,2                     Κατά τον καιρόν δε αυτόν των μεγάλων τούτων γεγονότων είπεν ο Κυριος στον Ιησούν· “κατασκεύασε πέτρινα μαχαίρια από λιθάρι αιχμηρό και κάθησε να κάμης περιτομήν στους Ισραηλίτας δια δεύτεραν φοράν”.

ΙτΝ. 5,3             καὶ ἐποίησεν Ἰησοῦς μαχαίρας πετρίνας ἀκροτόμους καὶ περιέτεμε τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἐπὶ τοῦ καλουμένου τόπου Βουνὸς τῶν ἀκροβυστιῶν.

ΙτΝ. 5,3                     Ο Ιησούς κατεσκεύασε λίθινα αιχμηρά μαχαίρια και με αυτά περιέταμε τους Ισραηλίτας, στοποθεσίαν, που εκλήθη “Βουνός Ακροβυστιών”.

ΙτΝ. 5,4             ὃν δὲ τρόπον περιεκάθαρεν Ἰησοῦς τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ, ὅσοι ποτὲ ἐγένοντο ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὅσοι ποτὲ ἀπερίτμητοι ἦσαν τῶν ἐξεληλυθότων ἐξ Αἰγύπτου, πάντας τούτους περιέτεμεν Ἰησοῦς·

ΙτΝ. 5,4                     Αυτός δε ήτο ο τρόπος, με τον οποίον ο Ιησούς εκαθάρισε δια της περιτομής τους υιούς Ισραήλ. Οσοι είχον γιεννηθή κατά την περιπλάνησιν των Ισραηλιτών εις την έρημον και όσοι άλλοι από τους εξελθόντας εκ της Αιγύπτου ήσαν απερίτμητοι, όλους αυτούς τους περιέταμεν ο Ιησούς του Ναυη.

ΙτΝ. 5,5             τεσσαράκοντα γὰρ καὶ δύο ἔτη ἀνέστραπται Ἰσραὴλ ἐν τῇ ἐρήμῳ τῇ Μαβδαρίτιδι,

ΙτΝ. 5,5                     Διότι επί τεσσαράκοντα δύο έτη οι Ισραηλίται περιεπλανώντο εις την Μαβδαρίτιδα έρημον, όπου δεν είχαν περιτμηθή.

ΙτΝ. 5,6             διὸ ἀπερίτμητοι ἦσαν οἱ πλεῖστοι αὐτῶν τῶν μαχίμων τῶν ἐξεληλυθότων ἐκ γῆς Αἰγύπτου οἱ ἀπειθήσαντες τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, οἷς καὶ διώρισε μὴ ἰδεῖν αὐτοὺς τὴν γῆν, ἣν ὤμοσε Κύριος τοῖς πατράσιν αὐτῶν δοῦναι, γῆν ῥέουσαν γάλα καὶ μέλι.

ΙτΝ. 5,6                     Δια τον λόγον αυτόν ήσαν απερίτμητοι οι πλείστοι από τους μαχίμους άνδρας, εκτός εκείνων, οι οποίοι είχον απειθήσει εις τας εντολάς του Θεού και εναντίον των οποίων απεφάσισε και ώρισεν ο Θεός να μη ίδουν την γην της Επαγγελίας, την οποίαν είχεν ορκισθή ο Κυριος στους προπάτοράς των να δώση, την γην την ρέουσαν γάλα και μέλι.

ΙτΝ. 5,7             ἀντὶ δὲ τούτων ἀντικατέστησε τοὺς υἱοὺς αὐτῶν, οὓς Ἰησοῦς περιέτεμε, διὰ τὸ αὐτοὺς γεγεννῆσθαι κατὰ τὴν ὁδὸν ἀπεριτμήτους.

ΙτΝ. 5,7                     Αντί δε τούτων, που ηπείθησαν, έφερεν ο Θεός τους υιούς των, τους οποίους ο Ιησούς του Ναυή περιέταμε, διότι ούτοι είχαν γεννηθή κατά την διάρκειαν της περιπλανήσεως εις την έρημον και είχαν μείνει απερίτμητοι.

ΙτΝ. 5,8             περιτμηθέντες δὲ ἡσυχίαν εἶχον αὐτόθι καθήμενοι ἐν τῇ παρεμβολῇ, ἕως ὑγιάσθησαν.

ΙτΝ. 5,8                     Ούτοι δέ, μετά την περιτομήν των, εκάθησαν ήσυχοι στο στρατόπεδον, έως ότου εθεραπεύθη η πληγή και αποκατεστάθη η υγεία των.

ΙτΝ. 5,9             καὶ εἶπε Κύριος τῷ Ἰησοῖ υἱῷ Ναυή· ἐν τῇ σήμερον ἡμέρᾳ ἀφεῖλον τὸν ὀνειδισμὸν Αἰγύπτου ἀφ᾿ ὑμῶν. καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα τοῦ τόπου ἐκείνου Γάλγαλα.

ΙτΝ. 5,9                     Είπεν ο Κυριος στον Ιησούν, τον υιόν του Ναυη· “κατά την σημερινήν ημέρα αφήρεσα από σας το όνειδος της Αιγύπτου”· δια τούτο και εκάλεσε το όνομα του τόπου εκείνου Γαλγαλα (=αφαιρεσις).

ΙτΝ. 5,10           Καί ἐποίησαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ τὸ πάσχα τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ μηνὸς ἀφ᾿ ἑσπέρας ἐπὶ δυσμῶν Ἱεριχὼ ἐν τῷ πέραν τοῦ Ἰορδάνου ἐν τῷ πεδίῳ

ΙτΝ. 5,10                   Οι Ισραηλίται εώρτασαν το Πασχα την δεκάτην τετάρτην ημέραν του μηνός Νισάν κατά την δύσιν του ηλίου εις την πεδιάδα της Ιεριχούς, την εκτεινομένην δυτικώς του Ιορδάνου.

ΙτΝ. 5,11           καὶ ἐφάγοσαν ἀπὸ τοῦ σίτου τῆς γῆς ἄζυμα καὶ νέα.

ΙτΝ. 5,11                    Εφαγαν δε οι Ισραηλίται άζυμον άρτον, τον οποίον παρεσκεύασαν από τον νέον σίτον της χώρας εκείνης.

ΙτΝ. 5,12           ἐν ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐξέλιπε τὸ μάννα μετὰ τὸ βεβρωκέναι αὐτοὺς ἐκ τοῦ σίτου τῆς γῆς, καὶ οὐκέτι ὑπῆρχε τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ μάννα· ἐκαρπίσαντο δὲ τὴν χώραν τῶν Φοινίκων ἐν τῷ ἐνιαυτῷ ἐκείνῳ.

ΙτΝ. 5,12                   Και κατά την ημέραν αυτήν, όταν έφαγαν οι Ισραηλίται σιτάρι από την χώραν εκείνην, εξέλιπε το μάννα. Δεν υπήρχε πλέον το μάννα δια τους Ισραηλίτας. Εκαρπούντο αυτοί κατά το έτος εκείνο τα προϊόντα της χώρας των Φοινίκων, της περιοχής που ανήκεν εις την Ιεριχώ.

ΙτΝ. 5,13           Καὶ ἐγένετο ὡς ἦν Ἰησοῦς ἐν Ἱεριχώ, καὶ ἀναβλέψας τοῖς ὀφθαλμοῖς εἶδεν ἄνθρωπον ἑστηκότα ἐναντίον αὐτοῦ, καὶ ἡ ῥομφαία ἐσπασμένη ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ. καὶ προσελθὼν Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἡμέτερος εἶ ἢ τῶν ὑπεναντίων;

 

                                     Ο Ιησούς του Ναυή και η εμφάνιση του αρχαγγέλου

ΙτΝ. 5,13                   Συνέβη δε τότε και τούτο· Οταν ο Ιησούς ήτο πλησίον της Ιεριχούς, εσήκωσε τα μάτια του και είδεν ένα άνδρα όρθιον ενώπιόν του, στο χέρι του οποίου υπήρχε γυμνή ρομφαία. Ο Ιησούς επλησίασεν αυτόν και του είπεν· “ιδικός μας είσαι συ η μήπως είσαι από τους εχθρούς;”

ΙτΝ. 5,14           ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ἐγὼ ἀρχιστράτηγος δυνάμεως Κυρίου νυνὶ παραγέγονα. καὶ Ἰησοῦς ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον ἐπὶ τὴν γῆν καὶ εἶπεν αὐτῷ· δέσποτα, τί προστάσσεις τῷ σῷ οἰκέτῃ;

ΙτΝ. 5,14                   Εκείνος απήντησεν· “εγώ είμαι ο αρχιστράτηγος της δυνάμεως του Κυρίου· μόλις δε τώρα δα ήλθα εδώ”. Ο Ιησούς έπεσε πρηνής κάτω εις την γην και είπεν εις αυτόν· “Δεσπότα, τι διατάσσεις εμέ τον δούλον σου;”

ΙτΝ. 5,15           καὶ λέγει ὁ ἀρχιστράτηγος Κυρίου πρὸς Ἰησοῦν· λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος, ἐφ᾿ ᾧ νῦν ἕστηκας ἐπ᾿ αὐτοῦ, ἅγιός ἐστι.

ΙτΝ. 5,15                   Ο δε αρχιστράτηγος του Κυρίου απήντησε προς τον Ιησούν· “λύσε και αφαίρεσε το υπόδημα από τα πόδια σου, διότι ο τόπος, στον οποίον τώρα στέκεσαι, είναι άγιος”.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10

11

12

13

14

15

16

17

18

19

20

21

22

23

24