ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

 

ΙΕΡΙΧΩ

 

Η ΙΕΡΙΧΩ

 

Η Ιεριχώ είναι μια από τις αρχαιότερες γνωστές πόλεις του Ισραήλ και της Χαναάν. Βρίσκεται στην κοιλάδα του ποταμού Ιορδάνη, κοντά στα Ιεροσόλυμα, Βόρεια της Νεκρής θάλασσας στη δυτική όχθη των Παλαιστινιακών περιοχών. Είναι πρωτεύουσα της Επαρχίας Ιεριχούς και έχει πληθυσμό 18.346 κάτοικους (2007). Χάρτης C6.

 

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΙΧΟΥΣ

 

Πιστεύεται επίσης ότι είναι μία από τις παλαιότερες συνεχώς κατοικούμενες πόλεις του κόσμου. Οι τελευταίες ανασκαφές που έγιναν, απόδειξαν ότι εφτά χιλιάδες χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού, υπήρχε εκεί αστική εγκατάσταση, με σπίτια λίθινα, λίθινα δοχεία κ.λπ. Τότε χτίστηκαν τα τείχη της πόλεως, που πολλές φορές καταστράφηκαν και άλλες τόσες ανοικοδομήθηκαν. Έχουν υπάρξει κατάλοιπα πάνω από 20 διαδοχικών εγκαταστάσεων στην Ιεριχώ. Είναι επίσης η παλαιότερη γνωστή τειχισμένη πόλη και αποτέλεσε την πιο οχυρωμένη πόλη των Χαναναίων. 

 

Είχε φτάσει σε μεγάλη ακμή μέχρι το 1800 π.Χ. Είναι η πρώτη πόλη, που κυρίεψε ο Ιησούς του Ναυή κατά την είσοδο των Ισραηλιτών στη Χαναάν το 14ο με 13ο αιώνα π.Χ.

Ο Πομπήιος ερχόμενος από την Σκυθόπολη στα Ιεροσόλυμα, διήλθε μέσω της Ιεριχούς και κατέστρεψε τα δύο φρούρια, τα οποία είχαν κατασκευαστεί από τον Στράβωνα και καλούνταν Θραξ και Ταύρος. Στην εποχή του Ηρώδη του Μέγα η πόλη στολίστηκε με ωραία ανάκτορα, ιπποδρόμια, θέατρα κ.λπ. Ο Ηρώδης πέρασε τις τελευταίες μέρες της ζωής του στην Ιεριχώ.
Κατά την ρωμαϊκή περίοδο η πόλη επανακτίστηκε νοτιοδυτικά της παλιάς Ιεριχούς, σύμφωνα με τα ελληνιστικό-ρωμαϊκά πρότυπα. Ο Ιερώνυμος αναφέρει ότι κατά την πολιορκία της Ιερουσαλήμ, ο Τίτος την κατέστρεψε το 70 μ.Χ. εξαιτίας της απιστίας των κατοίκων της.

 

Στα νεότερα χρόνια την κυρίεψαν οι Άγγλοι. Έχει καταληφθεί από το Ισραήλ από το 1967. Σήμερα ένα μικρό χωριό αντικαθιστά την αρχαία οχυρή πόλη. Το μόνο οικοδόμημα, το οποίο επισύρει ιδιαίτερη προσοχή είναι ο Πύργος της Ιεριχούς.

 

 

 

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Η ΙΕΡΙΧΩ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

(Αριθμοί 22,1. 26,3. Δευτερονόμιο 34,3. Ιησούς του Ναυή 2,1. 6,1. 12,9. 16,1. 18,21)

(Κριταί 3,13. Β' Βασιλειών 10,5. Δ' Βασιλειών 2,4. 2,19. Α' Παραλειπομένων 19,5)

(Σοφία Σειράχ 24,14)

 

Η πόλη αναφέρεται πολλές φορές στην Παλαιά Διαθήκη, όπου περιγράφεται ως «Πόλη των Φοινικόδεντρων» (Δευτερονόμιο 34,3. Κριταί 1,16), ενώ άφθονες πηγές και μέσα και γύρω από την Ιεριχώ την κατέστησαν προσφιλή τόπο για εγκατάσταση ανθρώπων για χιλιάδες χρόνια. Η Ιεριχώ αναφέρεται για τα ρόδα της στο βιβλίο της Σοφίας Σειράχ (Σοφία Σειράχ 24,14). Την εποχή του προφήτη Ηλία και του Ελισαίου τα νερά της Ιεριχούς ήταν ανθυγιεινά και η γη δεν παρήγαγε τίποτα. Τα νερά της καθαρίστηκαν ύστερα από θαυματουργική επέμβαση του Ελισαίου και είναι μέχρι σήμερα καθαρά (Δ' Βασιλειών 2,19-22).

 

 

Η ΙΕΡΙΧΩ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

 

Η πτώση της Ιεριχώς

Οι Ισραηλίτες, αφού νίκησαν το Σηών, βασιλιά των Αμορραίων, και τον Ωγ, βασιλιά της Βασάν, κατασκήνωσαν δυτικά της Μωάβ, στον Ιορδάνη, απέναντι από την Ιεριχώ (Αριθμοί 22,1). Εκεί στην περιοχή Αραβώθ, ο Κύριος έδωσε εντολή στο Μωυσή και στον Ελεάζαρ, να απογράψουν για δεύτερη φορά όλη την ισραηλιτική κοινότητα (Αριθμοί 26,1-4).

 

Η Ιεριχώ είναι η πρώτη πόλη, που κυρίεψε ο Ιησούς του Ναυή κατά την επιστροφή των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, γύρω στα 1400 με 1260 π.Χ. Πρώτα ο Ιησούς του Ναυή, έστειλε από τη Σαττείν κρυφά δύο κατασκόπους, με την εντολή να πάνε να δουν την περιοχή και ειδικά την πόλη της Ιεριχώ. Αυτοί έφτασαν στην Ιεριχώ, στο σπίτι μιας γυναίκας πόρνης, που ονομαζόταν Ραάβ και διανυκτέρευσαν εκεί.

Οι κάτοικοι της πόλης τους πήραν είδηση και ειδοποίησαν το βασιλιά. Αμέσως ήρθαν στο σπίτι της Ραάβ στρατιώτες του βασιλιά και της ζήτησαν να τους παραδώσει τους ξένους επειδή ήταν κατάσκοποι. Η γυναίκα είχε κρύψει καλά τους δυο άντρες και έστειλε τους στρατιώτες του βασιλιά προς άλλη κατεύθυνση.

Η Ραάβ είπε στους δύο άντρες, πως οι κάτοικοι της πόλης είναι πανικοβλημένοι και τους ζήτησε, όταν καταλάβουν την πόλη, να δείξουν στην ίδια, στους γονείς της και στ' αδέρφια της, την ίδια καλοσύνη, που έδειξε και κείνη σ' αυτούς. Οι δύο άντρες της το υποσχέθηκαν και τότε η γυναίκα τους κατέβασε με σκοινί, από κάποιο παράθυρο, έξω από το τείχος της πόλης. Μετά οι δυο άντρες αφού κρύφτηκαν στα βουνά για τρεις ημέρες, πέρασαν τον Ιορδάνη και ήρθαν στον Ιησού του Ναυή, στον οποίο και διηγήθηκαν όλα όσα τους είχαν συμβεί (Ιησούς του Ναυή 2,1-24).

Η Ιεριχώ είχε τα τείχη της κλειστά κι αμπαρωμένα. Κανείς δεν έβγαινε ούτε έμπαινε στην πόλη. Ο Κύριος έδωσε οδηγίες στον Ιησού του Ναυή για το πως θα καταληφθεί η πόλη.

Έτσι σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, μπροστά πήγαινε η εμπροσθοφυλακή του στρατού. Ακολουθούσαν οι εφτά ιερείς που κρατούσαν τις κεράτινες σάλπιγγες και οι οποίοι σάλπιζαν ασταμάτητα, ενώ εκείνοι που μετέφεραν την Κιβωτό της Διαθήκης του Κυρίου τους ακολουθούσαν. Πίσω ακολουθούσε το υπόλοιπο του στρατεύματος, που ήταν και η οπισθοφυλακή της Κιβωτού. Ο στρατός είχε πάρει ρητή διαταγή από τον Ιησού, να μη μιλήσει καθόλου ούτε να φωνάξει, ώσπου ο ίδιος να δώσει διαταγή.

Έτσι η Κιβωτός του Κυρίου, μαζί με τους ιερείς και το στρατό, έκανε μια φορά το γύρο της πόλης κι έπειτα επέστρεφαν στο στρατόπεδο. Το ίδιο έκαναν για έξι μέρες. Την έβδομη μέρα σηκώθηκαν με την αυγή κι έκαναν εφτά φορές το γύρο της πόλης με τον ίδιο τρόπο. Ήταν η μόνη μέρα που έκαναν το γύρο της πόλης εφτά φορές. Την έβδομη φορά, όταν οι ιερείς σάλπισαν με τις σάλπιγγες, μετά ο Ιησούς είπε στο στρατό «Φωνάξτε τώρα! Ο Κύριος σας παρέδωσε την πόλη!»  (Ιησούς του Ναυή 6,1-19).

Όταν ο στρατός άκουσε τον ήχο της σάλπιγγας, ξέσπασε σε μεγάλο αλαλαγμό και σωριάστηκαν τα τείχη μόνα τους. Τότε ο στρατός επιτέθηκε στην πόλη  και την κατέλαβαν. Όλοι οι άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, καθώς και τα ζώα της πόλης παραδόθηκαν στη σφαγή.

Τότε είπε ο Ιησούς έδωσε εντολή στους δύο άνδρες, που είχαν κατασκοπεύσει τη χώρα, να πάρουν τη Ραάβ και τους συγγενείς της και τα υπάρχοντά της και να τους τους πάνε σε ασφαλές μέρος. Ύστερα έβαλαν φωτιά στην πόλη κι έκαναν στάχτη ότι βρισκόταν μέσα σ' αυτήν. Το ασήμι, το χρυσάφι και άλλα πολύτιμα αντικείμενα τα πήραν και τα τοποθέτησαν στο θησαυροφυλάκιο του οίκου του Κυρίου (Ιησούς του Ναυή 6,20-25).

Ο Ιησούς του Ναυή έκανε όρκο αναθέματος γι' αυτή την πόλη. Όποιος θα τολμούσε να την ανοικοδομήσει ξανά και να την οχυρώσει, να ήταν καταραμένος και μόνο αν έβαζε το σώμα του νεκρού πρωτότοκου γιου του στα θεμέλια της πόλης και μόνο με το σώμα του νεκρού νεότερου γιου του θα στηνόταν οι πύλες της.

Αυτό έκαμε και αυτό έπαθε ο Αχιήλ (Οζάς) από τη Βαιθήλ. Αυτός με τον Αβιρών, τον πρωτότοκο γιο του, θεμελίωσε την πόλη, και με τον νεότερο γιο του, τον Σεγούβ, έστησε τις πύλες της. Κι αυτό έγινε ως θεία τιμωρία για να εκπληρωθεί ο λόγος, που είχε εξαγγείλει ο Κύριος με τον Ιησού του Ναυή (Ιησούς του Ναυή 6,26. Γ' Βασιλέων 16,34). Ο βασιλιάς της Ιεριχώς ήταν ένας από τους 29 Χαναναίους βασιλιάδες που νίκησε ο Ιησούς του Ναυή κατά την κατάληψη της Χαναάν (Ιησούς του Ναυή 12,9).

 

Κατά τη διανομή της Χαναάν, τα βόρεια σύνορα της φυλής Βενιαμίν άρχιζαν από τον Ιορδάνη, ανέβαιναν στα υψώματα της Ιεριχούς και αφού περνούσαν από αρκετές τοποθεσίες κατέληγαν στη Μαβδαρίτιδα Βαιθών (Ιησούς του Ναυή 18,12). Μετά τη διανομή που έγινε από τον Ιησού του Ναυή, η Ιεριχώ μαζί με τις κωμοπόλεις και τις αγροτικές κατοικίες γύρω από αυτή, δόθηκε στη φυλή Βενιαμίν (Ιησούς του Ναυή 18,21). Αλλά και τα όρια της φυλής Εφραίμ άρχιζαν από τον Ιορδάνη, στο ύψος της Ιεριχούς, τα οποία μετά από πολλές τοποθεσίες κατέληγαν πάλι εδώ (Ιησούς του Ναυή 16,1-7).

 

Οι απόγονοι του Ιοθόρ, πεθερού του Μωυσή, που ήταν Κιναίοι στην καταγωγή, έφυγαν από την πόλη των φοινίκων, την Ιεριχώ, μαζί με τους άντρες της φυλής Ιούδα και εγκαταστάθηκαν στην έρημο του Ιούδα, στην κατωφέρεια της Αράδ, ανάμεσα στους Ισραηλίτες (Κριταί 1,16).

 

 

Η ΙΕΡΙΧΩ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΚΡΙΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

 

Την περίοδο των Κριτών, η Ιεριχώ κυριεύτηκε από τον Εγλώμ, βασιλιά της Μωάβ, ο οποίος είχε συμμαχήσει με τους Αμμωνίτες και τους Αμαληκίτες, και οι Ισραηλίτες έγιναν δούλοι, φόρου υποτελείς στον Εγλώμ για δεκαοχτώ χρόνια (Κριταί 3,12-14). Όταν ο Δαβίδ πληροφορήθηκε την προσβολή των απεσταλμένων του από τους Αμμωνίτες, επειδή είχε καταρρακωθεί η τιμή των ανθρώπων του, τους παράγγειλε με αγγελιοφόρους να μείνουν στην Ιεριχώ ώσπου να μεγαλώσουν τα γένια τους και μετά να επιστρέψουν στην Ιερσουσαλήμ (Β' Βασιλειών 10,5. Α' Παραλειπομένων 19,5).

Παρά την επικράτηση της ειδωλολατρίας στο Βασίλειο του Ισραήλ, την περίοδο του προφήτη Ηλία και του Ελισαίου, διέμενε στην Ιεριχώ μια ομάδα 50 προφητών. Έτσι πριν ο προφήτης Ηλίας αναληφθεί στον ουρανό μαζί με τον Ελισαίο βρισκόντουσαν στη Βαιθήλ. Ο Ηλίας είπε στον Ελισαίο να μείνει εκεί, γιατί ο Κύριος τον έστελνε στην Ιεριχώ. Αλλά ο Ελισαίος του απάντησε πως ορκίστηκε να μην τον εγκαταλείψει κι έτσι πήγαν μαζί. Οι προφήτες που βρίσκονταν στην Ιεριχώ είπαν στον Ελισαίο, εάν γνώριζε ότι ο Κύριος θα πάρει τον Ηλία στον ουρανό; Ο Ελισαίος τους απάντησε πως το γνώριζε. Έπειτα ο Ηλίας είπε στον Ελισαίο να μείνει εκεί, γιατί ο Κύριος τον έστελνε στον Ιορδάνη. Ο Ελισαίος όμως του απάντησε πως ορκίστηκε να μην τον εγκαταλείψει κι έτσι πήγαν μαζί στον Ιορδάνη. Τους ακολούθησαν και οι 50 προφήτες από την Ιεριχώ (Δ' Βασιλειών 2,1-6). Στην Ιεριχώ καθόταν ο Ελισαίος, όταν οι 50 προφήτες που προσπάθησαν ν' αναζητήσουν τον προφήτη Ηλία μετά την ανάληψή του, γύρισαν άπρακτοι στην Ιεριχώ (Δ' Βασιλειών 2,17-18).

Αμέσως μετά οι άνδρες της Ιεριχούς είπαν στον Ελισαίο, πως η πόλη τους βρίσκεται σε ωραία τοποθεσία, αλλά τα νερά είναι ανθυγιεινά και η γη δεν παράγει τίποτα. Τότε ο Ελισαίος τους είπε να του φέρουν μια καινούργια κανάτα και να βάλουν μέσα της αλάτι. Όταν του την έφεραν πήγε στην πηγή των νερών και είπε «Να τι λέει ο Κύριος. Αυτά τα νερά δεν θα προξενούν πια ούτε θάνατο ούτε ακαρπία». Κι έτσι καθαρίστηκαν τα νερά και είναι μέχρι σήμερα καθαρά, σύμφωνα με το λόγο που είπε ο Ελισαίος (Δ' Βασιλειών 2,19-22).

 

 

Η ΙΕΡΙΧΩ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

Το πέρασμα του Χριστού στην Ιεριχώ ήταν τακτικό, κάθε φορὰ, κατά την οποία ερχόταν στην Ιερουσαλήμ από την πατρίδα Του, την Γαλιλαία. Σ' αυτή την πόλη ο Χριστός θεράπευσε τον εκ γενετής τυφλό και φιλοξενήθηκε στο σπίτι του αρχιτελώνη Ζακχαίου.
Τον 4ον μ.Χ. αιώνα η Ιεριχώ ανακηρύχτηκε έδρα επισκοπής, ενώ τον 5ον και τον 6ο αιώνα είχε καταστεί σπουδαίο προσκυνηματικό και μοναχικό κέντρο. Πολλές Εκκλησίες χτίστηκαν στην Ιεριχώ κατά την Βυζαντινή εποχή. Η πηγή του Ελισαίου, η Σπηλιά του Προφήτη Ηλία και η Συκομουριά του Ζακχαίου αποτελούσαν πολυσύχναστα προσκυνήματα.