ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

 

ΑΡΜΑΘΑΪΜ (ΡΑΜΑ)

 

ΑΡΜΑΘΑΪΜ (ΡΑΜΑ)

(Ιησούς του Ναυή 18.25. Κριταί 4,5. Α' Βασιλειών 1,1. 7,17. 8,4. 15,34. 16,13. 19,18. 22,6. 25,1)

(Γ' Βασιλέων 15,17. Β' Παραλειπομένων 16,1)

 

Η Αρμαθαΐμ (Ραμά) ήταν αρχαία πόλη του Ισραήλ, στα όρια της φυλής Βενιαμίν. Βρισκόταν στο όρος Εφραίμ, κοντά στα σύνορα της φυλής Βενιαμίν και φυλής Εφραίμ. Μετά την κατάληψη της Χαναάν από τον Ιησού του Ναυή και τη διανομή της χώρας, η Αρμαθαΐμ (Ραμά), μαζί με τις κωμοπόλεις και τις αγροτικές κατοικίες γύρω από αυτή, δόθηκε στη φυλή Βενιαμίν (Ιησούς του Ναυή 18,25). Ραμά- Χάρτης B1, C6.

 

 

Η ΑΡΜΑΘΑΪΜ (ΡΑΜΑ) ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

 

Μεταξύ της Ραμά και της Βαιθήλ, στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ, κατοικούσε η προφήτισσα και Κριτής Δεββώρα (Κριτές 4,5). Από την Αρμαθαΐμ καταγόταν ο Ελκανά και η γυναίκα του η Άννα, οι οποίοι υπήρξαν οι γονείς του Σαμουήλ (Α' Βασιλειών 1,1-2). Και βέβαια από την Αρμαθαΐμ καταγόταν και ο τελευταίος Κριτής Σαμουήλ, ο οποίος έχρισε το Σαούλ και το Δαβίδ, ως βασιλιάδες του Ισραήλ (Α' Βασιλειών 7,6-17).

 

Ο Σαμουήλ όταν τελείωνε την περιοδεία του, στις πόλεις που βρίσκονταν μεταξύ Βαιθήλ, Γαλγαλά και Μασσηφάθ, γύριζε πίσω στην Αρμαθαΐμ (Ραμά), όπου ήταν το σπίτι του και κυβερνούσε από 'κει τον Ισραήλ. Εκεί έχτισε και θυσιαστήριο στον Κύριο (Α' Βασιλειών 7,17).

Όταν γέρασε ο Σαμουήλ, όλοι οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ ήρθαν στην Αρμαθαΐμ και του ζήτησαν, επειδή οι γιοι του δεν ακολούθησαν το δικό του παράδειγμα, να τους ορίσει έναν βασιλιά να τους κυβερνάει, όπως γίνεται σ' όλα τα άλλα έθνη. Αυτό δεν άρεσε στο Σαμουήλ και προσευχήθηκε στον Κύριο, ο οποίος του είπε να κάνει ότι του ζήτησε ο λαός, επειδή με την πράξη του αυτή δείχνει την περιφρόνησή του και στο Θεό και στο Σαμουήλ (Α' Βασιλειών 8,4-9. 19-22). Ο Σαμουήλ μετά τη νίκη του Σαούλ εναντίον των Αμαληκιτών, αφού τον επέπληξε στα Γάλγαλα, επειδή δεν τήρησε κατά γράμμα τις εντολές του Κυρίου, πήγε στην πατρίδα του την Αρμαθαΐμ (Α' Βασιλειών 15,34). Ο Σαμουήλ μετά τη χρίση του Δαβίδ ως βασιλιά στη Βηθλεέμ, γύρισε πίσω στην πατρίδα του την Αρμαθαΐμ (Α' Βασιλειών 16,13). Ο Σαμουήλ πέθανε όταν ακόμα βασιλιάς ήταν ο Σαούλ. Όλος ο λαός μαζεύτηκε και έκλαψε. Τον έθαψαν στο σπίτι του στην Αρμαθαΐμ (Α' Βασιλειών 25,1).

 

Όταν ο Σαούλ κυνήγησε το Δαβίδ για να τον σκοτώσει, ο Δαβίδ πήγε στο Σαμουήλ στην Αρμαθαΐμ για να σωθεί. Και μαζί πήγαν κι έμειναν στη Ναυάθ, μια πόλη κοντά στην Αρμαθαΐμ (Α' Βασιλειών 19,18-20). Ο Σαούλ βρισκόταν σε κάποιο ύψωμα στη Ραμά, όταν έμαθε ότι ο Δαβίδ κρυβόταν στη Σαρίχ της φυλής Ιούδα και ότι υπήρχε γύρω του μια ομάδα αντρών που τον ακολουθούσαν. Κρατούσε στα χέρια του ένα ακόντιο και επιτίμισε τους άνδρες του, ότι δεν του ήταν ιδιαίτερα αφοσιωμένοι (Α' Βασιλειών 22,6-8).

 

Όταν βασίλευε ο Ασά στον Ιούδα, επειδή ο Βαασά, βασιλιάς του Ισραήλ, εκστράτευσε  εναντίον του βασιλείου του Ιούδα και οχύρωσε τη Ραμά, έτσι ώστε κανένας από τους κατοίκους του Ιούδα να μη μπορεί να κυκλοφορήσει ελεύθερα από την πλευρά αυτή. Τότε ο Ασά πήρε όλο το ασήμι και το χρυσάφι που υπήρχε στα θησαυροφυλάκια του ναού του Κυρίου και του βασιλικού ανακτόρου και τα έστειλε με τους δούλους του στη Δαμασκό, στο βασιλιά της Συρίας γιο του Άδερ, που ήταν γιος του Ταβερεμμάν και εγγονός του Αζίν, με το μήνυμα να συνάψουν συμφωνία οι δυο τους, έτσι ώστε να διαλύσει τη συμμαχία του με το Βαασά, βασιλιά του Ισραήλ, για ν' αποσύρει το στρατό του από την περιοχή του Ιούδα.

Ο Άδερ δέχτηκε την πρόταση του βασιλιά Ασά κι έστειλε τους στρατηγούς του εναντίον των πόλεων του Ισραήλ. Όταν το έμαθε ο Βαασά σταμάτησε να οχυρώνει τη Ραμά και επέστρεψε στην πόλη Θερσά. Τότε ο Ασά κάλεσε όλους τους κατοίκους του Ιούδα και πήραν από τη Ραμά όλες τις πέτρες και τα ξύλα που ο Βαασά είχε συγκεντρώσει για να οχυρώσει την πόλη. Με τα ίδια υλικά ο Ασά οχύρωσε την Γαβαέ και τη Μασφά (Γ' Βασιλέων 15,16-22. Β' Παραλειπομένων 16,1-6).