ΟΙ ΦΥΛΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

 

Η ΦΥΛΗ ΛΕΥΪ

 

Α) Η ΦΥΛΗ ΛΕΥΪ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

 

Οι 12 φυλές του Ισραήλ

Οι Λευίτες, μετά την Έξοδο, αναδείχθηκαν στην έρημο ως ιερατική φυλή (Αριθμοί 3,5) και μετά την εγκατάστασή τους στη γη Χαναάν δεν είχαν δική τους περιοχή σαν φυλή, αλλά κατοικούσαν σε διάφορες πόλεις μεταξύ των άλλων φυλών (Αριθμοί 35,1-8, Ιησούς του Ναυή κεφ. 21). Ο Θεός παραχώρησε στους Λευίτες 48 πόλεις, και το δικαίωμα να τρέφονται από τις προσφορές στο Ναό.

 

Όταν ο Ιακώβ λίγο πριν το θάνατό του, κάλεσε όλα τα παιδιά του για να τους πει τι θα συμβεί στο μέλλον και να τα ευλογήσει, για το Λευί και τον Συμεών μίλησε για τα δεινά που θα συνέβαιναν στους απογόνους τους (Γένεση 49,5-7). Παρόλο αυτά οι απόγονοί του ευλογήθηκαν από το Θεό μέσω του Μωϋσή (Δευτερονόμιο 33,8-11). Ο Μωυσής λίγο πριν πεθάνει, είπε προφητικά για τη φυλή Λευΐ, ότι τον απόγονό της τον Ααρών εμπιστεύτηκε ο Κύριος το βαθμό του αρχιερέα και ότι η φυλή αυτή φύλαξε τα λόγια και τη διαθήκη του Κυρίου και θα είναι η φυλή που θα διδάξει τους Ισραηλίτες το Νόμο του Κυρίου και αυτή που θα βάζει το ιερό θυμίαμα στο θυσιαστήριο του Κυρίου (Δευτερονόμιο 33,8-11).

 

Ο Μωυσής όταν κατέβηκε από το όρος Σινά και είδε τους Ισραηλίτες να προσκυνούν το χρυσό μοσχάρι, τόσος θυμός τον έπιασε, που του έπεσαν οι πλάκες με το Νόμο κι έσπασαν. Αφού κατέστρεψε το είδωλο, στάθηκε τότε στην είσοδο του στρατοπέδου και φώναξε: «Όποιος είναι με τον Κύριο ας έρθει μαζί μου». Συγκεντρώθηκαν λοιπόν κοντά του όλοι οι απόγονοι του Λευΐ.  Ο Μωυσής τους είπε: «Ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, προστάζει να ζωστεί καθένας σας το σπαθί του, και να διασχίσετε το στρατόπεδο, από τη μια είσοδο ως την άλλη, και να σκοτώσετε όσους αμάρτησαν μπροστά στο Θεό».

Οι Λευΐτες εκτέλεσαν τη διαταγή του Μωυσή και θανατώθηκαν από τον λαό εκείνη τη μέρα περίπου τρεις χιλιάδες άντρες (Έξοδος 32,25-29).

 

Όσοι ανήκαν στη φυλή Λευΐ δεν απογράφτηκαν μαζί με τους άλλους Ισραηλίτες, κατά το δεύτερο χρόνο της Εξόδου στο όρος Σινά, επειδή ο Κύριος τους ανέθεσε να φροντίζουν τη Σκηνή του Μαρτυρίου, τα σκεύη της και όλα όσα υπήρχαν σ' αυτήν. Σύμφωνα όμως με εντολή του Κυρίου, απογράφηκαν λίγο αργότερα και στην απογραφή πήραν μέρος όλα τα αρσενικά παιδιά της φυλής Λευΐ από ενός μηνός και πάνω. Σύμφωνα με την απογραφή οι Λευίτες ήταν 22.000 άτομα (Αριθμοί 3,14-39). Οι Λευίτες που ήταν από 25-50 ετών και που μπορούσαν να προσφέρουν υπηρεσία στη Σκηνή του Μαρτυρίου ήταν 8. 580 άντρες (Αριθμοί 4,47-48). Λίγο πριν την είσοδο των Ισραηλιτών στη γη Χαναάν, στην πεδιάδα Μωάβ, η φυλή Λευΐ απαριθμούσε 23.000 άντρες (Αριθμοί 26,62).

 

Οι Λευίτες ήταν οι φύλακες της Σκηνής του Μαρτυρίου. Αυτοί μετέφεραν την Κιβωτό της Διαθήκης, τη Σκηνή του Μαρτυρίου και τα σκεύη της, υπηρετούσαν σ' αυτήν και κατασκήνωναν γύρω απ' αυτήν. Όταν η Σκηνή του Μαρτυρίου μετακινούνταν, οι Λευίτες τη έλυναν και όταν κατασκήνωναν κάπου, οι Λευίτες την έστηναν. Οποιοσδήποτε άλλος πλησίαζε τιμωρούνταν με θάνατο από τον Κύριο (Αριθμοί 1,47-54. 2,33. κεφ. 4, Δευτερονόμιο 10,8. Α' Παραλειπομένων 15,2-27). Οι Λευίτες αρχικά ήταν βοηθοί του Ααρών και των γιων του, και αργότερα ήταν βοηθοί των ιερέων. Ο Κύριος τους διάλεξε μέσα απ' όλο το λαό για να τον υπηρετούν και ανήκαν σ' Αυτόν (Αριθμοί 3,5-13. Δευτερονόμιο 10,8). Επειδή οι Λευίτες ήταν στην υπηρεσία του Κυρίου, δεν απέκτησαν γη και κληρονομικό μερίδιο, όπως οι άλλοι Ισραηλίτες, αλλά ο ίδιος ο Κύριος ήταν η κληρονομιά τους (Δευτερονόμιο 10,9. Δευτερονόμιο 18,1-2).

 

Η οικογένεια του Γηρσών (Γεδσών) κατά την απογραφή στην έρημο του Σινά είχε 7.500 άνδρες, ηλικίας ενός μηνός και πάνω. Οι Γηρσωνίτες στρατοπέδευαν δυτικά, πίσω από τη Σκηνή του Μαρτυρίου. Αρχηγός της πατριαρχικής οικογένειας των δήμων του Γηρσών (Γεδσών) ήταν ο Ελισάφ, γιος του Δαήλ. Οι Γηρσωνίτες ανέλαβαν την υποχρέωση να φροντίζουν τη Σκηνή και τον περίβολο, τα καλύμματά της, το παραπέτασμα της εισόδου, τα παραπετάσματα της αυλής και το παραπέτασμα της εισόδου της αυλής, καθώς και όλα τα σχοινιά που ήταν απαραίτητα για το στήσιμο της Σκηνής (Αριθμοί 3,20-26). Οι Γηρσωνίτες που ήταν από 25-50 ετών και που μπορούσαν να προσφέρουν υπηρεσία στη Σκηνή του Μαρτυρίου ήταν 2. 630 άντρες (Αριθμοί 3,38-41).

 

Η οικογένεια του Καάθ κατά την απογραφή στην έρημο του Σινά είχε 8.600 άνδρες, ηλικίας ενός μηνός και πάνω. Οι Κααθίτες στρατοπέδευαν νότια της Σκηνής του Μαρτυρίου. Αρχηγός της πατριαρχικής οικογένειας των δήμων του Καάθ ήταν ο Ελισαφάν, γιος του Οζιήλ (Ουζζιήλ). Οι Κααθίτες ανέλαβαν την υποχρέωση να φρουρούν τα ιερά αντικείμενα της Σκηνής του Μαρτυρίου. Είχαν ως καθήκον να φροντίζουν την Κιβωτό της Διαθήκης, την Τράπεζα της Προθέσεως, την Επτάφωτη λυχνία, τα θυσιαστήρια και όλα τα ιερά σκεύη του αγιαστηρίου (Αριθμοί 3,27-31). Οι Κααθίτες που ήταν από 25-50 ετών και που μπορούσαν να προσφέρουν υπηρεσία στη Σκηνή του Μαρτυρίου ήταν 2. 750 άντρες (Αριθμοί 3,34-37).

 

Η οικογένεια του Μεραρί κατά την απογραφή στην έρημο του Σινά είχε 6.050 άνδρες, ηλικίας ενός μηνός και πάνω. Οι Μεραρίτες στρατοπέδευαν βόρεια της Σκηνής του Μαρτυρίου. Αρχηγός της πατριαρχικής οικογένειας των δήμων του Μεραρί ήταν ο Σουριήλ, γιος του Αβιχαΐλ. Οι Μεραρίτες ανέλαβαν την υποχρέωση να φυλάνε και να φροντίζουν τα κιονόκρανα της Σκηνής του Μαρτυρίου, τις δοκούς της, τους στύλους της, τις βάσεις τους και όλα τα εξαρτήματά τους, τους στύλους της αυλής, τις βάσεις τους, τους πασσάλους και τα σχοινιά τους (Αριθμοί 3,33-37). Οι Μεραρίτες που ήταν από 25-50 ετών και που μπορούσαν να προσφέρουν υπηρεσία στη Σκηνή του Μαρτυρίου ήταν 3. 200 άντρες (Αριθμοί 3,42-45).

 

Ο Ελεάζαρ, γιος του Ααρών, μετά το θάνατο των δύο μεγαλυτέρων αδερφών του Ναδάβ και του Αβιούδ, έγινε αρχηγός όλων των πατριαρχικών οικογενειών της φυλής Λευΐ (Λευιτών) και είχε ως καθήκον να μεριμνά για την τήρηση και τη φρούρηση όλων των ιερών αντικειμένων (Αριθμοί 3,32).

 

Πάντα κατά την αναχώρηση από κάποιο μέρος, πρώτες ξεκινούσαν οι φυλές Ιούδα, Ισσάχαρ και Ζαβουλών. Μετά ακολουθούσαν οι Γηρσωνίτες και οι Μεραρίτες που μετέφεραν τη Σκηνή του Μαρτυρίου. Κατόπιν ακολουθούσαν δεύτερες οι φυλές Ρουβήν, Συμεών και Γαδ. Μετά ακολουθούσαν οι Κααθίτες που μετέφεραν ιερά σκεύη. Τρίτες ακολουθούσαν οι φυλές Εφραίμ, Μανασσή και Βενιαμίν. Τέταρτες και τελευταίες ακολουθούσαν οι φυλές Δαν, Ασήρ και Νεφθαλείμ. Κατά τη σειρά που στρατοπέδευαν έτσι και βάδιζαν κατά την πορεία τους προς τη Γη της Επαγγελίας (Αριθμοί 2,17. 10,17).

 

Η φυλή Λευΐ, για το έγκλημα που έκανε ο Λευΐ μαζί με τον Συμεών, όταν εκδικήθηκε την αδερφή του τη Δείνα, παρόλο που ευλογήθηκε από το Θεό μέσω του Μωϋσή στα ιερατικά καθήκοντα, διαμοιράστηκε όμως σύμφωνα με την πρόβλεψη του Ιακώβ ανάμεσα στις άλλες φυλές (Δευτερονόμιο 33,8-11. Γένεση 49,6-7).

Ο Μωυσής είχε δώσει ευλογίες και κατάρες στους Ισραηλίτες, για την πιστή τήρηση των εντολών του Κυρίου. Έτσι ο Μωυσής προέτρεψε τους Ισραηλίτες, όταν θα μπουν στη Χαναάν, θα περάσουν τον Ιορδάνη πρώτα οι φυλές Συμεών, Λευΐ, Ιούδα, Ισσάχαρ, Μανασσή, Εφραίμ και Βενιαμίν, και θα σταθούν στο όρος Γαριζίν, για να απαγγείλουν τις ευλογίες προς τον λαό (Δευτερονόμιο 11,26-32. 27,11-14).

 

Ο Μωυσής τους ξεχώρισε για να υπηρετούν στο Ναό του Θεού. Μετά την αποπεράτωση του Ναού οι Λευίτες είχαν αναλάβει την επιστασία των πυλών του Ναού καθώς και την εποπτεία των οικονομικών και των θησαυρών του (Α' Παραλειπομένων 9,23-28). Μερικοί από αυτούς παρασκεύαζαν τους άρτους της προθέσεως για να είναι έτοιμοι το Σάββατο. Κάποιοι άλλοι ασχολούνταν με τη μουσική και τη χορωδία (Α' Παραλειπομένων 9,29-34).

Η υπηρεσία τους κρατούσε από το 25ο ως το 50ο έτος (Αριθμοί 8,24-25), και μετά από αυτό αναλάμβαναν βοηθητικές υπηρεσίες. Τέλος εκτός από τις υπηρεσίες στο Ναό ήταν επιφορτισμένοι με τη διδασκαλία και την τήρηση του Νόμου (Λευιτικό 10,11. Δευτερονόμιο 17,18 και 31,9-13 και 33,10).

 

 

Β) Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΛΕΥΪ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ

 

Στην κοιλάδα της Μωάβ, κοντά στον Ιορδάνη, ο Κύριος όρισε στον Μωυσή ποιο θα ήταν το μερίδιο των Λευιτών από τη γη Χαναάν. Ο Ιησούς του Ναυή τους εξαίρεσε από τη διανομή της Χαναάν και δεν πήραν μερίδιο, γιατί το μερίδιο τους περιορίζονταν στα ιερατικά τους καθήκοντα προς τον Κύριο. Έτσι οι Λευίτες δεν είχαν δική τους γη, αλλά ζούσαν ανάμεσα στους άλλους Ισραηλίτες (Ιησούς του Ναυή 13,14. 18,7).

 

Κατά τη διανομή της Χαναάν στη Σηλώ, προσήλθαν οι αρχηγοί των οικογενειών της φυλής Λευΐ, στον Ιησού του Ναυή, τον αρχιερέα Ελεάζαρ και τους αρχηγούς των φυλών του Ισραήλ, και ζήτησαν για τους εαυτούς τους πόλεις για να κατοικήσουν και βοσκοτόπια για τα ζώα τους. Έτσι, οι αρχηγοί των φυλών παραχώρησαν στους Λευίτες από το μερίδιο τους, σύμφωνα με τη διαταγή του Κυρίου, μερικές πόλεις μαζί με τα βοσκοτόπια τους.

Ο πρώτος κλήρος έπεσε στους Κααθίτες, οι οποίοι πήραν με κλήρο από τις φυλές Ιούδα, Συμεών και Βενιαμίν, 13 πόλεις. Από τις φυλές Εφραίμ, Δαν και μισή Μανασσή, δυτικά του Ιορδάνη, 10 πόλεις. Οι Γεδσωνίτες πήραν με κλήρο από τις φυλές Ισσάχαρ, Ασήρ, Νεφθαλί και από τη μισή Μανασσή στη Βασάν 13 πόλεις. Οι Μεραρίτες πήραν με κλήρο από τις φυλές Ρουβήν, Γαδ και Ζαβουλών, 12 πόλεις (Ιησούς του Ναυή 21,1-8).

Έτσι οι Λευίτες έπαιρναν 48 πόλεις, και η κάθε φυλή ανάλογα με την έκτασή της θα έδινε και τον αριθμό των πόλεων. Από τις πόλεις που πήραν οι Λευίτες, οι έξι ήταν πόλεις καταφυγής. Σ' αυτές μπορούσε να καταφύγει κάποιος που φόνευσε χωρίς να το θέλει, έτσι ώστε να βρει σ' αυτές ασφάλεια και προστασία. Οι πόλεις των Λευιτών περικλείονταν και από βοσκοτόπια για τα κοπάδια τους και για τ' άλλα ζώα τους. Τα λιβάδια των πόλεων εκτείνονταν έξω από τα τείχη τους σε ακτίνα 2.000 πήχεων (1000 μέτρων). Η πόλη θα ήταν στη μέση (Αριθμοί 35,1-8).

 

ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΛΕΥΪ

 

 

Γ) Η ΦΥΛΗ ΛΕΥΪ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ

 

Μετά το θάνατο του Σαούλ, όταν ο Δαβίδ εγκαταστάθηκε στη Χεβρών, καθημερινά πήγαιναν πολεμιστές απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ, οι οποίοι ενώθηκαν με το στρατό του Δαβίδ και αποδέχτηκαν το βασιλικό του αξίωμα. Από τη φυλή του Λευΐ ήταν 4.600 άνδρες.  Το Δαβίδ ακολούθησαν ακόμη ο Ιωδαέ, αρχηγός της πατριαρχικής οικογένειας του Ααρών με 3.700 άνδρες και ο νεαρός Σαδώκ, γενναίος άνδρας, με 22 άρχοντες της πατριαρχικής του οικογένειας (Α' Παραλειπομένων 12,24. 12,27-29).

Στην απογραφή του λαού, που έγινε στα τέλη της βασιλείας του Δαβίδ, οι Λευίτες και η φυλή Βενιαμίν δεν συμμετείχαν στην απογραφή, διότι έτσι ήταν η διαταγή του Δαβίδ (Α' Παραλειπομένων 21,5-6). Όμως λίγα χρόνια αργότερα, ο Δαβίδ, στα τέλη της βασιλείας του, έκανε αρίθμηση των Λευιτών από 30 ετών και άνω. Από την απογραφή που έγινε, ο αριθμός των Λευιτών ανερχόταν σε 38.000 άνδρες. Ο Δαβίδ όρισε από αυτούς 24.000 Λευίτες να επιβλέπουν τα έργα της ανοικοδόμησης του Ναού του Κυρίου. Ακόμη όρισε ως γραμματείς και δικαστές 6.000 Λευίτες, ως θυρωρούς στο Ναό 4.000 και ως ψαλμωδούς και μουσικούς άλλους 4.000 Λευίτες, για να υμνούν τον Κύριο. Ο Δαβίδ ακόμη διαίρεσε τους Λευίτες σε τάξεις, ανάλογα με τον αριθμό των πατριών των απογόνων του Λευΐ, του Γεδσών, του Καάθ και του Μεραρί (Α' Παραλειπομένων 23,1-6). Ο Δαβίδ όρισε λοιπόν τους Λευίτες να εκτελούν έργα στο ναό του Κυρίου. Διότι είπε ο Δαβίδ, ότι οι Λευίτες δεν είχαν πλέον την υποχρέωση να κουβαλούν τη Σκηνή του Μαρτυρίου και τα ιερά σκεύη της, αφού είχε γίνει μόνιμη εγκατάσταση της στην Ιερουσαλήμ. Έτσι λοιπόν τους όρισε να βοηθούν τους ιερείς στα καθήκοντά τους, να υπηρετούν στο Ναό του Κυρίου, να βοηθούν στην τέλεση των θυσιών και να καθαρίζουν τα ιερά σκεύη. Ακόμη είχαν ως υπηρεσία να ψάλλουν ύμνους προς τον Κύριο, πρωΐ και βράδυ (Α' Παραλειπομένων 23,24-32).

 

Ο Δαβίδ, με τη βοήθεια του Σαδώκ του αρχιερέα και του γιου του Αχιμέλεχ, διαίρεσε τους απογόνους του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ, αναλόγως με την υπηρεσία τους και τις πατριαρχικές οικογένειες στις οποίες ανήκαν. Κατά την απογραφή βρέθηκαν περισσότεροι άρχοντες μεταξύ των απογόνων του Ελεάζαρ παρά του Ιθάμαρ. Έτσι ο Δαβίδ διαίρεσε τους απογόνους του Ελεάζαρ σε 16 πατριαρχικές οικογένειες και τους απογόνους του Ιθάμαρ σε οκτώ πατριαρχικές οικογένειες. Επειδή, όμως, υπήρχαν και απόγονοι του Ελεάζαρ και απόγονοι του Ιθάμαρ, που ήταν προϊστάμενοι του Ναού και του θυσιαστηρίου, η κατανομή τους σε ομάδες έγινε με κλήρωση (Α' Παραλειπομένων 24,1-6).

Αυτούς τους κατέγραψε ο Λευίτης γραμματέας Σαμαΐας, γιος του Ναθαναήλ, ενώπιον του βασιλιά, των άλλων αρχόντων, του αρχιερέα Σαδώκ και του γιου του Αχιμέλεχ, του γιου του Αβιάθαρ και ενώπιον των αρχηγών των ιερατικών και Λευιτικών οικογενειών. Κατά την κλήρωση κληρωνόταν δύο οικογένειες από τους απογόνους του Ελεάζαρ και μία οικογένεια από τους απογόνους του Ιθάμαρ.

 

 

Δ) Η ΦΥΛΗ ΛΕΥΪ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

 

Όταν ο Ιεροβοάμ ανέβηκε στην εξουσία επανέφερε την ειδωλολατρία στο λαό του Ισραήλ με ανέγερση βωμών προκειμένου ν' ανταγωνιστεί την Ιερουσαλήμ. Έτσι η Βαιθήλ και η Δαν έγιναν ξακουστές ως κέντρα ειδωλολατρίας καθώς ο βασιλιάς είχε ανεγείρει σε αυτές χρυσά μοσχάρια ώστε να κάνει τον λαό να πάψει να πηγαίνει για λατρεία στον Ναό της Ιερουσαλήμ. Η πράξη όμως αυτή του Ιεροβοάμ έγινε η αφορμή να παρασυρθούν οι Ισραηλίτες του βορρά στην ειδωλολατρία και να εγκαταλείψουν το Ναό του Κυρίου. Ακόμη ο Ιεροβοάμ κατασκεύασε και ναούς στα ψηλότερα σημεία και τοποθέτησε ιερείς από το λαό, οι οποίοι δεν κατάγονταν από τη φυλή Λευΐ. Μάλιστα πρόσφερε ο ίδιος τις θυσίες στο θυσιαστήριο που είχε κάνει στη Βαιθήλ, όπου και θυσίασε στα ομοιώματα που είχε κατασκευάσει (Γ' Βασιλέων 12,26-33).