ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ |
|
ΑΜΕΣΣΑΪ (ΑΜΕΣΣΑ) |
Ο ΑΜΕΣΣΑΪ (ΑΜΕΣΣΑ)
Ο Αμεσσαΐ (Αμεσσά) ήταν γιος της Αβιγαίας και του Ιοθόρ (Ιεθέρ) του Ισμαηλίτη (Β' Βασιλειών 17,25. Γ' Βασιλειών 2,5. 2,32. Α' Παραλειπομένων 2,17). Ο Αμεσσά ήταν ανιψιός του Δαβίδ (Β' Βασιλειών 19,13) και ήταν ο αρχιστράτηγος του Αβεσσαλώμ στην εξέγερση κατά του Δαβίδ (Β' Βασιλειών 17,25).
Ο Αβεσσαλώμ πέρασε τον Ιορδάνη, μαζί με όλο τον στρατό του για ν' αντιμετωπίσει το στρατό του πατέρα του και στρατοπέδευσε στη Γαλαάδ. Ως αρχιστράτηγο ο Αβεσσαλώμ διόρισε τον Αμεσσά (Αμεσσαΐ), γιο του Ισμαηλίτη Ιοθόρ και της Αβιγαίας, αδερφή της Σαρουΐας (Β' Βασιλειών 17,24-26). Η μάχη έγινε στο δάσος του Εφραίμ, κοντά στη Μαναΐμ (Μαχαναΐμ). Εκεί ο στρατός του Αβεσσαλώμ νικήθηκε από τα στρατεύματα του Δαβίδ κι έπαθε την ημέρα εκείνη μεγάλη καταστροφή, με 20.000 νεκρούς. Ο πόλεμος επεκτάθηκε σ' όλη την περιοχή. Από το στρατό του Αβεσσαλώμ σκοτώθηκαν περισσότεροι κατά τη φυγή τους στο δάσος, παρά στο πεδίο της μάχης (Β' Βασιλειών 18,6-8). Στη μάχη αυτή σκοτώθηκε και ο ίδιος ο Αβεσσαλώμ από τους στρατιώτες του Δαβίδ (Β' Βασιλειών 18,14-16). Ο Δαβίδ μετά τη νίκη του επί του Αβεσσαλώμ, έστειλε μήνυμα στον Αμεσσά, που ήταν ο αρχιστράτηγος του Αβεσσαλώμ, με το οποίο τον συγχωρούσε για την προσήλωσή του στον Αβεσσαλώμ και τον προορίζει για τη θέση του Ιωάβ, ως αρχιστράτηγο του στρατού του (Β' Βασιλειών 19,13).
Μετά την ανταρσία του Σαβεέ, ο Δαβίδ ζήτησε από τον Αμεσσαΐ (Αμεσσά) να συγκεντρώσει μέσα σε τρεις μέρες όλους τους άνδρες της φυλής Ιούδα. Ο Αμεσσαΐ εκτέλεσε τη διαταγή, αλλά καθυστέρησε όμως περισσότερο από το χρόνο που του είχε ορίσει ο Δαβίδ. Όταν επέστρεψε, ο Δαβίδ τους είπε ότι ο Σαβεέ ετοιμάζεται για ανταρσία και θα προξενήσει μεγαλύτερα κακά απ' ότι ο Αβεσσαλώμ. Έτσι έδωσε διαταγή στον Αμεσσαΐ να καταδιώξει τον Σαβεέ. Ο στρατός του αρχιστράτηγου Ιωάβ, οι σωματοφύλακες του Δαβίδ, ο Χερεθί και ο Φελεθί, από τη βασιλική φρουρά, καθώς και όλοι οι ανδρείοι και επίλεκτοι πολεμιστές, ακολούθησαν τον Αμεσσαΐ και βγήκαν από την Ιερουσαλήμ για να καταδιώξουν το Σαβεέ (Β' Βασιλειών 20,4-7). Όταν ο στρατός του Δαβίδ έφτασε στη Γαβαών, κοντά στο μεγάλο βράχο, τους συνάντησε εκεί ο Αμεσσαΐ. Ο Ιωάβ φορούσε το στρατιωτικό του μανδύα και στη μέση του ήταν η θήκη με το σπαθί του. Καθώς προχώρησε, όμως, το σπαθί του έπεσε από τη θήκη. Ο Ιωάβ χαιρέτησε τον Αμεσσαΐ και με το δεξί του χέρι έπιασε το γένι του Αμεσσαΐ για να τον φιλήσει. Ο Αμεσσαΐ δεν πρόσεξε το μαχαίρι, που κρατούσε ο Ιωάβ στο αριστερό του χέρι. Έτσι ο Ιωάβ τον χτύπησε στην κοιλιά και ο Αμεσσαΐ πέθανε αμέσως, χωρίς δεύτερο χτύπημα (Β' Βασιλειών 20,8-10). Μετά τη δολοφονία του Αμεσσαΐ, ο Ιωάβ κι ο αδερφός του ο Αβεσσά (Αβεσσαΐ) προχώρησαν για να καταδιώξουν το Σαβεέ. Το πτώμα του Αμεσσαΐ όμως, βρισκόταν στη μέση του δρόμου, βουτηγμένο στο αίμα. Ο Ιωάβ είχε βάλει κοντά στο πτώμα, έναν από τους άντρες του να παρακινεί τους στρατιώτες να προσπεράσουν το πτώμα και ν' ακολουθήσουν τον Ιωάβ. Επειδή όμως παρατήρησε, ότι όσοι περνούσαν από κει κοντοστέκονταν, γι' αυτό μετέφερε το πτώμα του Αμεσσαΐ έξω απ' το δρόμο, σε κάποιο χωράφι, και το σκέπασε μ' ένα ρούχο. Μετά απ' αυτό όλοι ακολούθησαν τον Ιωάβ, στην καταδίωξη του Σαβεέ (Β' Βασιλειών 20,11-13).
Τη δολοφονία του Αμεσσαΐ, όπως και του Αβεννήρ, αρχιστράτηγο του Σαούλ και του Ιεβοσθέ, από τον Ιωάβ, εκδικήθηκε αργότερα ο Σολομώντας, ύστερα από εντολή του Δαβίδ, επειδή ο Ιωάβ τους σκότωσε σε καιρό ειρήνης για θανάτους που είχαν κάνει σε καιρό πολέμου (Γ' Βασιλειών 2,1-9. 2,31-33).
|