ΟΙ ΚΡΙΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

 

 

ΚΡΙΤΗΣ ΓΕΔΕΩΝ

 

Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΓΕΔΕΩΝ

 

Ο Γεδεών

Ο Γεδεών ήταν ο έκτος Κριτής του Ισραήλ. Ήταν γιος του Ιωάς και εγγονός του Εσδρί (Κριταί 6,11. 6,29. 7,14. 8,13. 8,29. 8,32), από την πατριά του Αβιέζερ (Κριταί 6,34). Σύμφωνα με το Β' Βασιλειών ήταν γιος του Νηρ, αλλά αυτό δεν είναι σωστό (Β' Βασιλειών 11,21). Ανήκε στη φυλή Μανασσή (Κριταί 6,15) και κατοικούσε στην Εφραθά, χωριό κοντά στο όρος Γαριζίν (Κριταί 6,11). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των χρονολογιών της Παλαιάς Διαθήκης ο Γεδεών θα πρέπει να κυβέρνησε τους Ισραηλίτες περίπου το 1222-1183 π.Χ. για 40 χρόνια (Κριταί 8,28).

Ο Γεδεών είχε 70 γιους και πολλές γυναίκες. Ο πρωτότοκος γιος του ήταν ο Ιεθέρ (Κριταί 8,20). Ο Ιωάθαμ ήταν ο νεότερος γιος του (Κριταί 9,5), ενώ από μια παλλακίδα του, απέκτησε τον Αβιμέλεχ, ο οποίος ήταν αλαζόνας, σκληρός και αδίστακτος και ο οποίος σκότωσε σχεδόν όλους τους θετούς αδερφούς του και με τη βία διαδέχτηκε τον πατέρα του (Κριταί 8,31. Β' Βασιλειών 11,21-22). Αδερφός του Γεδεών ήταν ο Φουά, ο γιος του οποίου, ο Θωλά, υπήρξε κι αυτός Κριτής των Ισραηλιτών (Κριταί 10,1).

 

Ο Γεδεών κλήθηκε από τον Κύριο για να λυτρώσει τους Ισραηλίτες από τους Μαδιανίτες (Κριταί 6,11-24. Α' Βασιλειών 12,11). Η κλήση του έγινε από το Θεό μέσω αγγέλου που κάθισε κάτω από μια βελανιδιά που ανήκε στον πατέρα του. Υπήρξε ένας από τους εξοχότερους Κριταί του Ισραήλ, κυρίως λόγω των αγώνων του εναντίον των Μαδιανιτών, οι οποίοι για επτά ολόκληρα χρόνια, έκαναν επιδρομές και λεηλατούσαν τις πόλεις του Ισραήλ. Κατέστρεψε τους βωμούς του Βάαλ και για την πράξη του αυτή ονομάστηκε Ιεροβάαλ (Ιερουβάαλ), που σημαίνει "ο Βάαλ ας πάρει εκδίκηση" (Κριταί 6,32. Β' Βασιλειών 11,21-22).

 

 

Η ΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΔΕΩΝ

 

Η ιστορία του Γεδεών περιγράφεται στο βιβλίο των Κριτών στα κεφάλαια 6-8. Οι Ισραηλίτες είχαν δυσαρεστήσει πάλι τον Κύριο με τις πράξεις τους κι ο Κύριος τους παρέδωσε στους Μαδιανίτες για εφτά χρόνια.  Οι Μαδιανίτες καταπίεζαν σκληρά τους Ισραηλίτες κι αυτοί για να προστατευτούν έφτιαξαν κρησφύγετα πάνω στα βουνά, σε σπηλιές και σε απότομους βράχους.  Όποτε οι Ισραηλίτες έσπερναν και έρχονταν η ώρα του θερισμού, οι Μαδιανίτες, οι Αμαληκίτες και διάφοροι νομάδες της Ανατολής έκαναν επιδρομές εναντίον τους. Ήταν αμέτρητοι και μαζί με τα ζώα τους, στρατοπέδευαν στα χωράφια των Ισραηλιτών και κατέστρεφαν τις καλλιέργειες και τα κοπάδια τους.

Εξαιτίας, λοιπόν, των Μαδιανιτών και των άλλων λαών, οι Ισραηλίτες είχαν τρομερά εξαθλιωθεί και επικαλέστηκαν τον Κύριο. Τότε ο Κύριος τους έστειλε ένα προφήτη να τους θυμίσει τη διαθήκη που έκανε με τους προγόνους τους, την βοήθεια που τους πρόσφερε όταν τους έβγαλε από την Αίγυπτο και την εντολή του Κυρίου να μην λατρεύσουν άλλους θεούς (Κριταί 6,1-10).

 

Ο Γεδεών και ο Άγγελος

Τότε ήρθε ο άγγελος του Κυρίου στο χωριό Εφραθά και κάθησε κάτω από τη βελανιδιά, που ανήκει στον Ιωάς, γιο του Εσδρί. Την ώρα εκείνη ο Γεδεών έκρυβε το σιτάρι του από τους Μαδιανίτες. Ο άγγελος του Κυρίου εμφανίστηκε στο Γεδεών και του είπε «Ο Κύριος είναι μαζί σου».

Ο Γεδεών του αποκρίθηκε «Μα πώς, κύριε μου, είναι μαζί μας ο Κύριος; Τότε γιατί μας βρήκαν τόσα φοβερά και ατέλειωτα κακά; Που είναι τα θαυμαστά έργα που έγιναν στους προγόνους μας;».

Ο άγγελος του είπε «Με τη δύναμη που έχεις, πήγαινε, και θα ελευθερώσεις τον Ισραήλ από τους Μαδιανίτες».

Ο Γεδεών αποκρίθηκε «Μα πώς, κύριε μου, θα γλιτώσω εγώ τον Ισραήλ; Η οικογένειά μου έχει εξασθενήσει μέσα στη φυλή Μανασσή κι εγώ είμαι ο πιο μικρός της οικογένειας του πατέρα μου».

Τότε του είπε ο άγγελος: «Ναι, αλλά ο Κύριος θα είναι μαζί σου, και θα νικήσεις τους Μαδιανίτες σαν να 'ταν ένας μόνον άνθρωπος».

Ο Γεδεών του απάντησε: «Αν έχω την εύνοιά σου, δώσε μου ένα σημάδι ότι όλα αυτά που λες είναι αλήθεια. Μη φύγεις σε παρακαλώ από δω, ώσπου να ετοιμάσω τη θυσία μου για τον Κύριο».

Έτσι ο Γεδεών πήγε κι ετοίμασε τη θυσία για τον Κύριο, ένα κατσίκι μαζί με άζυμα ψωμιά, και τα έφερε κάτω από τη βελανιδιά και τα πρόσφερε στον άγγελο του Κυρίου.

Ο άγγελος του είπε να τα βάλει πάνω σ' ένα βράχο και μετά άπλωσε το χέρι του και με την άκρη του ραβδιού του άγγιξε το κρέας και τα άζυμα ψωμιά. Και βγήκε φωτιά από το βράχο κι έκαψε εντελώς το κρέας και τα ψωμιά. Μετά ο άγγελος του Κυρίου έγινε άφαντος.

Τότε κατάλαβε ο Γεδεών ότι αυτός ήταν ο άγγελος του Κυρίου και είπε: «Αχ, Κύριε Θεέ, τρομάζω μήπως πεθάνω, γιατί στ' αλήθεια είδα τον άγγελο του Κυρίου πρόσωπο με πρόσωπο».

Και ο Κύριος του απάντησε: «Ηρέμησε μη φοβάσαι, δε θα πεθάνεις».  Ο Γεδεών έχτισε σ' εκείνο το σημείο θυσιαστήριο στον Κύριο και το ονόμασε «Ειρήνη Κυρίου» (Κριταί 6,11-24).

 

 

Ο ΓΕΔΕΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΤΟ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΑΑΛ

 

Ο Γεδεών, με εντολή του Κυρίου, πήρε το βράδυ για να μην τον δουν δέκα από τους δούλους του, πήρε δύο μοσχάρια του πατέρα του, το ένα εφτάχρονο και καλοθρεμμένο, και πήγε σε μια περιοχή που ανήκει στον πατέρα του και κατέστρεψε το θυσιαστήριο του Βάαλ, που υπήρχε εκεί. Κατέστρεψε και το ιερό δάσος που ήταν γύρω από το θυσιαστήριο. Έπειτα σε εκείνο το σημείο, έχτισε θυσιαστήριο στον Κύριο και του πρόσφερε ως θυσία το καλοθρεμμένο μοσχάρι (Κριταί 6,25-27).

Το πρωί σηκώθηκαν οι άντρες της πόλης και είδαν το θυσιαστήριο του Βάαλ γκρεμισμένο, το ιερό δάσος που ήταν γύρω του κατεστραμμένο, καθώς και τα υπολείμματα της θυσίας πάνω στο νεόκτιστο θυσιαστήριο.  Ρωτούσαν, λοιπόν, να μάθουν ποιος το έκανε αυτό. Ερεύνησαν και ανακάλυψαν πως ο Γεδεών, ο γιος του Ιωάς, το είχε κάνει. Τότε πήγαν στον Ιωάς και του είπαν: «Βγάλε έξω το γιο σου να θανατωθεί, γιατί γκρέμισε το θυσιαστήριο του Βάαλ και κατέστρεψε το ιερό του δάσος».

Ο Γεδεών όμως απάντησε σ' όλους αυτούς που είχαν ξεσηκωθεί εναντίον του: «Εσείς θ' αγωνιστείτε για το Βάαλ; Εσείς θα τον βοηθήσετε; Όποιος αγωνιστεί γι' αυτόν, θα έχει θανατωθεί ως αύριο το πρωί. Αλλά αν ο Βάαλ είναι πραγματικός θεός, ας πάρει εκδίκηση ο ίδιος για την καταστροφή του θυσιαστηρίου του» (Κριταί 6,28-31).

Κατά την ημέρα εκείνη ο Γεδεών ο ονόμασε τον εαυτό του «Ιεροβάαλ», λέγοντας "ο Βάαλ ας πάρει εκδίκηση για την καταστροφή του θυσιαστηρίου του" (Κριταί 6,32).

 

 

Ο ΓΕΔΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΜΑΔΙΑΝΙΤΩΝ

 

Ο Γεδεών

Οι Μαδιανίτες, οι Αμαληκίτες και οι νομάδες της Ανατολής πέρασαν τον Ιορδάνη και στρατοπέδευσαν στην πεδιάδα Ιεζραέλ. Ο Γεδεών σάλπισε με τη σάλπιγγα για να καλέσει τους άντρες της πατριάς του Αβιέζερ να τον ακολουθήσουν. Έστειλε και αγγελιοφόρους στις φυλές Μανασσή, Ασήρ, Ζαβουλών και Νεφθαλί, να τον ακολουθήσουν και οι άντρες τους ήρθαν κι ενώθηκαν μαζί του  (Κριταί 6,33-35).

 

Τότε ο Γεδεών είπε στο Θεό: «Αν θέλεις πράγματι να χρησιμοποιήσεις εμένα για να γλιτώσεις τους Ισραηλίτες, όπως είπες, θα βάλω στο αλώνι μια τούφα μαλλί από πρόβατα. Αν τη νύχτα πέσει η δροσιά μονάχα πάνω στο μαλλί, και το έδαφος τριγύρω μείνει στεγνό, τότε θα καταλάβω ότι θα με χρησιμοποιήσεις για να γλιτώσεις τον Ισραήλ, όπως είπες». Έτσι κι έγινε. Την άλλη μέρα το πρωί, όταν ο Γεδεών σηκώθηκε κι έστυψε το μαλλί, βγήκε τόση δροσιά, ώστε γέμισε μια χύτρα νερό.

Τότε ο Γεδεών είπε πάλι στο Θεό: «Μην οργιστείς εναντίον μου, αν σου ζητήσω κάτι για τελευταία φορά. Τώρα, λοιπόν, θέλω να μείνει μόνο το μαλλί στεγνό και να πέσει δροσιά στο έδαφος τριγύρω». Έτσι κι έκανε ο Θεός τη νύχτα εκείνη. Μόνο το μαλλί έμεινε στεγνό, ενώ στο έδαφος τριγύρω έπεσε δροσιά (Κριταί 6,36-40).

 

Νωρίς το πρωί σηκώθηκε ο Γεδεών κι ο στρατός που ήταν μαζί του και στρατοπέδευσαν κοντά στην πηγή Αράδ, στο όρος Γαλαάδ, ενώ το στρατόπεδο των Μαδιανιτών βρισκόταν βόρεια, στην πεδιάδα της Γαβαάθ Αμωρά.

Ο Κύριος είπε στο Γεδεών: «Ο στρατός σου είναι πάρα πολύς για να σου παραδώσω τους Μαδιανίτες, γιατί οι Ισραηλίτες θα καυχηθούν ότι νίκησαν με τη δική τους δύναμη».

Κατόπιν ο Γεδεών, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου, έδιωξε αυτούς που φοβόντουσαν, περίπου 22.000 κι έμειναν 10.000 άντρες. Μετά τους έβαλε να πιούν νερό από τις όχθες ενός ποταμού. Τότε ο Κύριος είπε στο Γεδεών: «Μόνο με αυτούς τους τριακόσιους άντρες, που ήπιαν νερό με τη γλώσσα τους από το κοίλον της παλάμης και δεν γονάτισαν, θα σας ελευθερώσω και θα σας παραδώσω τους Μαδιανίτες. Όλοι οι υπόλοιποι που γονάτισαν για να πιουν νερό, ας πάνε στα σπίτια τους». Έτσι ο Γεδεών κράτησε τους τριακόσιους άντρες και τους άλλους τους έστειλε στις σκηνές τους. Όσοι απόμειναν πήραν τα τρόφιμα και τις σάλπιγγες αυτών που έφυγαν (Κριταί 7,1-8).

 

Το στρατόπεδο των Μαδιανιτών ήταν σε χαμηλότερο σημείο από των Ισραηλιτών. Οι Μαδιανίτες, οι Αμαληκίτες και οι άλλοι νομάδες από την ανατολή, ήταν πολυάριθμοι και είχαν διασκορπιστεί στην κοιλάδα. Εκείνη τη νύχτα ο Κύριος έστειλε το Γεδεών να κατασκοπεύσει το στρατόπεδο και ν' ακούσει τι λένε. Όταν έφτασε ο Γεδεών, μαζί με το νεαρό υπηρέτη του το Φαρά (Φουρά), στην εμπροσθοφυλακή των Μαδιανιτών, που το αποτελούσαν 50 άνδρες, ένας στρατιώτης διηγόταν στο σύντροφο του ένα όνειρο, που είχε δει. Του έλεγε λοιπόν: «Είδα στ' όνειρο μου, ένα κρίθινο καρβέλι ψωμί που κυλούσε μέσα στο στρατόπεδο μας κι έφτασε στη σκηνή του αρχηγού μας. Τη χτύπησε, την αναποδογύρισε και τη διέλυσε». Ο σύντροφος του του αποκρίθηκε: «Αυτό δεν συμβολίζει τίποτ' άλλο, παρά το ξίφος του Γεδεών, γιου του Ιωάς, του Ισραηλίτη. Ο Θεός του έχει παραδώσει τους Μαδιανίτες και όλο το στρατόπεδο» (Κριταί 7,8-14).

 

Ο Γεδεών, όταν άκουσε τη διήγηση του ονείρου και τη σημασία του, δόξασε τον Κύριο και γύρισε πίσω στο στρατόπεδο των Ισραηλιτών. Μοίρασε τους τριακόσιους άντρες σε τρία μέρη, ανά εκατό, και έδωσε στον καθένα τους από μία σάλπιγγα και μία άδεια στάμνα, με μια λαμπάδα μέσα. Μετά τους είπε: «Θα κοιτάζετε εμένα κι ότι κάνω θα κάνετε, από τη στιγμή που θα φτάσω στην άκρη του εχθρικού στρατοπέδου. Όταν σαλπίσω με τη σάλπιγγα εγώ κι αυτοί που είναι μαζί μου, τότε θα σαλπίσετε κι εσείς γύρω από το στρατόπεδο και θα φωνάξετε: "για τον Κύριο και το Γεδεών"» (Κριταί 7,15-18).

 

Ο Γεδεών

Λίγο αργότερα ο Γεδεών και οι εκατό άντρες του έφτασαν στην άκρη του στρατοπέδου, την ώρα που είχαν αλλάξει οι φρουροί. Σάλπισαν τότε με τις σάλπιγγες κι έσπασαν τις στάμνες που κρατούσαν στα χέρια τους. Αμέσως σάλπισαν και τα άλλα δύο τμήματα, έσπασαν τις στάμνες και κρατώντας με το αριστερό τους χέρι τις λαμπάδες και με το δεξί τις σάλπιγγες, σάλπιζαν και φώναζαν: «Για τον Κύριο και το Γεδεών». Πήραν όλοι θέσεις γύρω από το στρατόπεδο, ενώ μέσα, οι Μαδιανίτες νόμιζαν ότι είχαν περικυκλωθεί, φώναζαν και τράπηκαν σε φυγή πανικόβλητοι.

Όταν σάλπισαν και οι τριακόσιοι με τις σάλπιγγες για δεύτερη φορά, ο Κύριος σκόρπισε πανικό μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο, έτσι ώστε ο ένας να στρέψει το ξίφος του εναντίον του άλλου και ν' αλληλοσκοτωθούν. Όσοι από τους Μαδιανίτες γλίτωσαν, έφυγαν πανικόβλητοι μέχρι τη Βηθσεεδτά Γαραγαθά και μέχρι την Αβωμεουλά κοντά στην Ταβάθ (Κριταί 7,15-23).

 

Τότε ο Γεδεών κάλεσε τους Ισραηλίτες των φυλών Νεφθαλί, Ασήρ και Μανασσή για να καταδιώξουν τους Μαδιανίτες.  Μετά έστειλε αγγελιοφόρους στη φυλή Εφραίμ για να αποκλείσει τους Μαδιανίτες και να μη διαφύγουν προς τη Βαιθηρά και τον Ιορδάνη.

Έτσι οι άνδρες της φυλής Εφραίμ έπιασαν τα περάσματα του Ιορδάνη και συνέλαβαν αιχμαλώτους τους δύο αρχηγούς των Μαδιανιτών, τον Ωρήβ και τον Ζηβ. Τον Ωρήβ τον σκότωσαν στη Σουρ, ενώ τον Ζηβ στην Ιακεβζήφ. Αφού καταδίωξαν τους υπόλοιπους Μαδιανίτες, έφεραν τα κεφάλια των δύο αρχηγών στο Γεδεών, στην άλλη όχθη του Ιορδάνη (Κριταί 7,23-25).

 

Ο Γεδεών καταλάγιασε το θυμό των Εφραιμιτών, επειδή δεν τους είχε καλέσει από την αρχή, και συνέχισε να καταδιώκει τους Μαδιανίτες (Κριταί 8,1-3). Οι άρχοντες της Σοκχώθ και της Φανουήλ αρνήθηκαν να δώσουν τρόφιμα στο στρατό του Γεδεών που ήταν εξαντλημένοι και πεινασμένοι, φοβούμενοι την επιστροφή και την εκδίκηση των Μαδιανιτών. Όμως ο Γεδεών απείλησε με αφανισμό τις πόλεις αυτές, όταν θα τελείωνε από τους Μαδιανίτες (Κριταί 8,4-9).

 

Οι βασιλιάδες των Μαδιανιτών, των Αμαληκιτών και των νομάδων της ανατολής, ο Ζεβεέ και ο Σελμανά με τα στρατεύματα τους, περίπου 15.000, βρίσκονταν όλοι στην Καρκάρ. Τόσοι είχαν απομείνει από ολόκληρο το στράτευμα των νομάδων της Ανατολής και είχαν σκοτωθεί περίπου 120.000 ένοπλοι στρατιώτες. 

Ο Γεδεών χτύπησε τον εχθρικό στρατό, την ώρα που αναπαυόταν, από ανατολικά, που βρίσκονται οι πόλεις Ναβαί και Ιεγεβάλ. Οι δυο βασιλιάδες των Μαδιανιτών, Ζεβεέ και Σελμανά, ξέφυγαν αλλά ο Γεδεών τους καταδίωξε και τους αιχμαλώτισε κι έτσι ο στρατός τους κατατροπώθηκε (Κριταί 8,10-12).

 

Καθώς επέστρεφε από τον πόλεμο ο Γεδεών, από το πάνω μέρος της Αρές προς τη Σοκχώθ, συνέλαβε έναν νεαρό από τους κατοίκους της Σοκχώθ και τον υποχρέωσε να του πει ποιοι ήταν οι άρχοντες και οι πρεσβύτεροι της πόλης. Εκείνος του έδωσε γραπτώς εβδομήντα εφτά ονόματα. Ύστερα πήγε στους άρχοντες και τους πρεσβυτέρους της Σοκχώθ και τους επιτίμησε αυστηρά για την άρνησή τους να δώσουν τρόφιμα στο στρατό του. Μετά πήρε αγκάθια και βάτα από την έρημο και τα χρησιμοποίησε για να τιμωρήσει μ' αυτά τους άρχοντες και τους πρεσβυτέρους της πόλης, όπως τους το είχε υποσχεθεί (Κριταί 8,13-16). Στη συνέχεια κατέστρεψε το φρούριο της Φανουήλ, όπως τους το είχε πει και σκότωσε τους άνδρες της πόλης (Κριταί 8,17).

Έπειτα ο Γεδεών ανέκρινε τον Ζεβεέ και τον Σελμανά. Από την ανάκριση προέκυψε, ότι όταν οι Μαδιανίτες ήταν στο όρος Θαβώρ, σκότωσαν κάποιους Ισραηλίτες και μεταξύ αυτών ήταν και αδέρφια του Γεδεών. Ο Γεδεών διέταξε τον πρωτότοκο γιο του τον Ιεθέρ, να σκοτώσει τους δύο βασιλιάδες, αλλά επειδή ο Ιεθέρ, ήταν νεαρός ακόμη και δεν είχε το θάρρος, τους σκότωσε ο ίδιος. Στη συνέχεια πήρε τα κοσμήματα από τους τραχήλους των καμήλων των Μαδιανιτών (Κριταί 8,18-21).

 

Ύστερα απ' αυτά οι Ισραηλίτες ζήτησαν από τον Γεδεών να τους κυβερνήσει, αλλά ο Γεδεών αρνήθηκε, λέγοντας πως δεν ήθελε να γίνει άρχοντας, ούτε αυτός ούτε ο γιος του, αλλά άρχοντας πρέπει να είναι ο Κύριος. Μετά τους ζήτησε να του δώσουν τα χρυσά σκουλαρίκια από τα λάφυρα που πήραν από τους Μαδιανίτες. Ο Γεδεών τα μάζεψε και το βάρος ήταν 1.700 χρυσοί σίκλοι (18 χιλιόγραμμα περίπου), εκτός των άλλων κοσμημάτων που πήραν από τους Μαδιανίτες, από τους βασιλιάδες τους και από τις καμήλες τους.

Με τον χρυσό που μάζεψε ο Γεδεών έφτιαξε ένα εφώδ (είδος αρχιερατικής στολής) και το τοποθέτησε στην πόλη του, την Εφραθά. Ο ισραηλιτικός λαός όμως εξέκλινε πάλι προς την ειδωλολατρεία και άρχισε να το λατρεύει, κι έγινε αυτό παγίδα για το Γεδεών και την οικογένειά του (Κριταί 8,22-27).

Οι Μαδιανίτες υποδουλώθηκαν στους Ισραηλίτες και δε σήκωσαν πια κεφάλι. Έτσι ησύχασε η χώρα για σαράντα χρόνια, όσο δηλαδή ζούσε ο Γεδεών (Κριταί 8,28).

 

 

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΓΕΔΕΩΝ

 

Ο Γεδεών μετά τη μάχη με τους Μαδιανίτες, πήγε να μείνει στο σπίτι του στην Εφραθά. Είχε εβδομήντα γιους και πολλές γυναίκες. Ο πρωτότοκος γιος του ήταν ο Ιεθέρ (Κριταί 8,20) και ο Ιωάθαμ ήταν ο νεότερος γιος του (Κριταί 9,5). Μια παλλακίδα του, που έμενε στη Συχέμ, του γέννησε κι αυτή γιο και τον ονόμασαν Αβιμέλεχ, ο οποίος σκότωσε σχεδόν όλους τους θετούς αδερφούς του και με τη βία διαδέχτηκε τον πατέρα του. Ο Γεδεών, πέθανε σε μεγάλη ηλικία και θάφτηκε στον τάφο του Ιωάς, του πατέρα του, στην Εφραθά (Κριταί 8,29-32).

 

Ο Γεδεών συγκαταλέγεται και στον κατάλογο των ηρώων της πίστεως (προς Εβραίους 11,32), και τούτο γιατί λόγω της πίστης του στο Θεό, και χωρίς να διαθέτει αρκετούς άντρες, πολέμησε εναντίον χιλιάδων Μαδιανιτών. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του στις 26 Σεπτεμβρίου.

 

Μετά το θάνατο του Γεδεών, οι Ισραηλίτες άρχισαν πάλι να λατρεύουν το Βάαλ και τον έκαναν θεό τους. Ξέχασαν τον Κύριο, που τους είχε ελευθερώσει από όλους τους εχθρούς ολόγυρά τους. Κι ούτε έδειξαν καθόλου ευγνωμοσύνη στην οικογένεια του Γεδεών, για τα όσα καλά είχε κάνει στο λαό Ισραήλ (Κριταί 8,33-35).

 

 

ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ

 

Κοντάκιον

Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Χειρόγραφον εἰκόνα μὴ σεβασθέντες, ἀλλ' ἀγράφῳ οὐσίᾳ θωρακισθέντες τρισμακάριοι, ἐν τῷ σκάμματι τοῦ πυρὸς ἐδοξάσθητε, ἐν μέσῳ δὲ φλογὸς ἀνυποστάτου ἱστάμενοι, Θεὸν ἐπεκαλεῖσθε· Τάχυνον ὁ Οἰκτίρμων, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, ὅτι δύνασαι βουλόμενος.

 

Κάθισμα


Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὑμνήσωμεν πιστοί, τοὺς Προπάτορας πάντας, Χριστοῦ τοῦ δι' ἡμᾶς, ἐπὶ γῆς ὁραθέντος, δοξάζοντες ἐν ᾄσμασι, τὸν αὐτοὺς θαυμαστώσαντα, ὡς τὴν ἔλευσιν, προεκτυπώσαντας τούτου, καὶ τὴν γέννησιν, τὴν ἐκ Παρθένου ἀφράστως, τῷ κόσμῳ κηρύξαντας.