ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

 

 

ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΙΣΑΑΚ

 

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΙΣΑΑΚ

 

Ο πατριάρχης Ισαάκ

Ο Ισαάκ ήταν πατριάρχης του Ισραήλ, πρόγονος του Δαβίδ και του Ιησού Χριστού (Ματθ. 1,1-16. Λουκ. 3,23-38). Ήταν γιος του Αβραάμ και της Σάρρας (Γένεση 21,1-8. Ιησούς του Ναυή 24,4),  σύζυγος της Ρεβέκκας και πατέρας του Ιακώβ και του Ησαύ (Γένεση 25,20-28. Ιησούς του Ναυή 24,4).

Ο Ισαάκ έζησε περίπου το 1900-1720 π.Χ. Γεννήθηκε όταν ο Αβραάμ ήταν 100 ετών και η Σάρρα 90 ετών (Γένεση 17,17. 21,5). Το όνομά του σημαίνει γέλιο, διότι η μητέρα του Σάρα γέλασε μόλις ενημερώθηκε πως επρόκειτο να κυοφορήσει διότι ήταν μεγάλη σε ηλικία (Γένεση 17,17-19. 18,9-15. 21,6). Ο Ισαάκ ήταν άνθρωπος πίστεως και εμπιστοσύνης προς το Θεό, ενώ ο χαρακτήρας του ήταν ήπιος και ειρηνικός.

 

 

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ

 

Ο Αβραάμ και η γυναίκα του η Σάρρα ζούσαν ειρηνικά και δίκαια με την ευλογία του Θεού. Ο Κύριος λοιπόν άκουσε τις προσευχές τους και έτσι σύμφωνα με την υπόσχεση του, η Σάρρα έμεινε έγκυος και γέννησε ένα γιο στον Αβραάμ, στα γηρατειά του, στο χρόνο που είχε ορίσει ο Κύριος. Ο Αβραάμ ονόμασε το γιο που του γέννησε η Σάρρα, Ισαάκ. Ο Αβραάμ ήταν εκατό ετών όταν γεννήθηκε ο Ισαάκ (Γένεση 21,1-8). Το παιδί αυτό πού το όνομα του σημαίνει γέλιο, τους έδωσε μεγάλη χαρά και ολοκλήρωσε την ευτυχία τους. Το ανέθρεψαν από τα πρώτα του βήματα με φόβο Θεού και το μάθαιναν να πιστεύει και να υποτάσσεται στο θείο θέλημα (Γένεση 21,9-21).

 

Όταν ο Ισαάκ ήταν σε μικρή ηλικία, ο Κύριος θέλησε να δοκιμάσει την πίστη του Αβραάμ, να δει αν ήταν πάντα πρόθυμος στις εντολές του. Του έδωσε λοιπόν την εντολή να πάει στη γη Μορία με το γιο του κι εκεί να προσφέρει τον Ισαάκ για θυσία.

Ο Αβραάμ ανταποκρίθηκε για μια ακόμη φορά χωρίς δισταγμό και υπάκουσε στο θέλημα του Κυρίου. Έτσι πήρε το γιο του τον Ισαάκ και ξεκίνησε για τον τόπο που του είπε ο Κύριος. Μετά από τρεις μέρες έφτασαν στο λόφο Μορία, όπου χίλια τόσα χρόνια αργότερα χτίστηκε ο ναός του Σολομώντα. Όταν έφτασαν στον τόπο που του είχε πει ο Κύριος, ο Αβραάμ έχτισε εκεί το θυσιαστήριο, ετοίμασε τα ξύλα, έδεσε το γιο του τον Ισαάκ και τον έβαλε στο θυσιαστήριο πάνω από τα ξύλα. Ύστερα άπλωσε το χέρι του και πήρε το μαχαίρι για να σφάξει το παιδί του. Αλλά ο άγγελος του Κυρίου του φώναξε από τον ουρανό και του είπε: «Αβραάμ, Αβραάμ! Ο Θεός είδε την πίστη σου. Μην απλώσεις χέρι στο παιδί και μην του κάνεις τίποτε, αλλά σφάξε αυτό το κριάρι, που είναι δεμένο στο βωμό».

Ο Αβραάμ κοίταξε τριγύρω και είδε ένα κριάρι έτοιμο για θυσία. Έτρεξε, το πήρε και το θυσίασε αντί για το γιο του. Μετά απ' αυτό ο Κύριος ευλόγησε τον Αβραάμ (Γένεση κεφ. 22).

 

 

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ ΜΕ ΤΗ ΡΕΒΕΚΚΑ

 

Μετά από μερικά χρόνια η Σάρρα πέθανε και ο Ισαάκ ήταν σε ηλικία να παντρευτεί. Ο πατέρας του, ο Αβραάμ, σκέφτηκε πως έπρεπε να πάρει γυναίκα από την πατρίδα του, τη Μεσοποταμία. Στέλνει λοιπόν τον πιστό του υπηρέτη, τον Ελιέζερ, μαζί με πολλά δώρα, να πάει στη Μεσοποταμία για να βρει γυναίκα για τον Ισαάκ.

Με τη βοήθεια του Θεού βρέθηκε η όμορφη Ρεβέκκα από τη Μεσοποταμία. Ο Ελιέζερ διηγήθηκε στον αδερφό της Ρεβέκκας το Λάβαν την αιτία του ταξιδιού του και πως έβρισκε τη Ρεβέκκα ως την πιο κατάλληλη για νύφη του Αβραάμ. Αυτό ευχαρίστησε πολύ και τον αδερφό και τον πατέρα της, όταν τ' άκουσαν, και πρόθυμα το δέχτηκαν. Έτσι λοιπόν ο Ελιέζερ πήρε τη Ρεβέκκα και την έφερε στη Χαναάν, όπου έγινε έπειτα ο γάμος με τον Ισαάκ (Γένεση κεφ. 24).

 

 

Ο ΘΕΟΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΟΝ ΙΣΑΑΚ

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΗΣΑΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ

 

Μετά το θάνατο του Αβραάμ, ο Θεός ευλόγησε τον Ισαάκ, το γιο του. Ο Ισαάκ εγκαταστάθηκε στη Βεερ - Σεβά, όπου έχτισε θυσιαστήριο για τον Κύριο.

Η Ρεβέκκα όμως ήταν στείρα και παρέμεινε άτεκνη για 20 έτη. Έτσι ο Ισαάκ προσευχήθηκε στον Κύριο για να λυθεί η ατεκνία του. Με αυτό τον τρόπο ο Θεός θέλει να μας διδάξει το όφελος της επιμονής στην προσευχή. Ο Κύριος άκουσε την προσευχή του και η Ρεβέκκα έμεινε έγκυος με δίδυμα στην κοιλιά της.

Όταν έφτασε η μέρα της γέννας, η Ρεβέκκα έκανε πράγματι δίδυμους γιους. Αυτός που βγήκε πρώτος ήταν εντελώς κόκκινος και τριχωτός σαν μανδύας και τον ονόμασαν Ησαύ. Μετά βγήκε ο αδερφός του, που με το χέρι του κρατούσε τη φτέρνα του Ησαύ και τον ονόμασαν Ιακώβ. Αυτό σημαίνει πως επρόκειτο να γίνει υποσκελιστής και αντικαταστάτης του. Ο Ησαύ έγινε εξαίρετος κυνηγός, άνθρωπος της υπαίθρου, ενώ ο Ιακώβ ήταν ήσυχος άνθρωπος, που του άρεσε να μένει στη σκηνή. Ο Ισαάκ αγαπούσε περισσότερο τον Ησαύ, ενώ η Ρεβέκκα τον Ιακώβ (Γένεση 25,20-28).

 

Εκείνη την εποχή στη χώρα έπεσε πείνα, και ο Ισαάκ πήγε στον Αβιμέλεχ, το βασιλιά των Φιλισταίων, στα Γέραρα. Ο Ισαάκ εκείνη την περίοδο είχε καλές σοδειές. Τα αγαθά του όλο και πλήθαιναν και έγινε πάμπλουτος. Απέκτησε πρόβατα, βόδια και πολλούς δούλους. Για το λόγο αυτό οι Φιλισταίοι τον φθόνησαν. Ο Αβιμέλεχ ζήτησε τότε από τον Ισαάκ να φύγει από την περιοχή τους. Έτσι ο Ισαάκ έφυγε από 'κει και κατασκήνωσε κοντά στην κοιλάδα των Γεράρων και εγκαταστάθηκε εκεί. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Βέερ-Σεβά, όπου ο Κύριος του παρουσιάστηκε και τον ευλόγησε. Εκεί ο Ισαάκ έχτισε θυσιαστήριο και προσευχήθηκε στον Κύριο (Γένεση 26,1-25).

 

 

Ο ΙΣΑΑΚ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΟΝ ΙΑΚΩΒ

 

Ο Ισαάκ ευλογεί τον Ιακώβ

Ο Ησαύ παντρεύτηκε δύο χαναναίες πράγμα που πίκρανε τον Ισαάκ και τη Ρεβέκκα. Τα χρόνια όμως είχαν περάσει και ο Ισαάκ είχε πια γεράσει. Τα μάτια του είχαν εξασθενήσει τόσο που δεν έβλεπε καθόλου. Μια μέρα κάλεσε τον Ησαύ, το μεγαλύτερο γιο του και του ζήτησε να του φέρει κυνήγι και να τον ευλογήσει πριν πεθάνει.

Η Ρεβέκκα άκουσε αυτά που έλεγε ο Ισαάκ στο γιο του τον Ησαύ. Όταν λοιπόν αυτός βγήκε να κυνηγήσει και να φέρει το κυνήγι στον πατέρα του, εκείνη είπε στο γιο της τον Ιακώβ, να πάει να φέρει δυο καλά κατσικάκια, να τα μαγειρέψει και να τα πάει στον πατέρα σου, για να ευλογήσει αυτόν πριν πεθάνει.

Ο Ιακώβ πήρε δυο κατσικάκια και τα έφερε στη μητέρα του. Εκείνη τα μαγείρεψε πολύ νόστιμα, όπως τα ήθελε ο Ισαάκ. Μετά πήρε από τα ρούχα του Ησαύ, τα πιο καλά που υπήρχαν στο σπίτι και έντυσε τον Ιακώβ. Με το δέρμα των κατσικιών κάλυψε τα χέρια του και τον άτριχο λαιμό του και του έδωσε το φαγητό, που είχε ετοιμάσει, για να το πάει στον πατέρα του.

Ο Ιακώβ πλησίασε τον πατέρα του κι εκείνος τον ψηλάφισε. Δεν τον αναγνώρισε, όμως, γιατί τα χέρια του ήταν τριχωτά σαν τα χέρια του Ησαύ. Ο Ιακώβ του έφερε κοντά το φαγητό και έφαγε, του έφερε και κρασί και ήπιε. Τότε ο Ισαάκ τον φίλησε και τον ευλόγησε.

Όταν γύρισε ο αδερφός του ο Ησαύ από το κυνήγι, ετοίμασε κι αυτός ένα νόστιμο φαγητό και το έφερε στον πατέρα του. Τότε ο Ισαάκ ταράχτηκε βαθιά και παρόλο που κατάλαβε την απάτη, δεν πήρε πίσω την ευλογία που έδωσε στον Ιακώβ (Γένεση 27,1-40).

Έτσι ο Ησαύ μίσησε τον Ιακώβ, εξαιτίας της ευλογίας που του είχε δώσει ο πατέρας του, και ήθελε να σκοτώσει τον αδερφό του. Η Ρεβέκκα προκειμένου να γλιτώσει τον Ιακώβ από την οργή του Ησαύ, τον έστειλε στον αδελφό της το Λάβαν στη Χαρράν, μέχρι να ξεθυμάνει ο θυμός του (Γένεση 27,41-46. 28,1-9).

Είναι αλήθεια πως και η Ρεβέκκα αλλά και ο Ιακώβ αμάρτησαν εξαπατώντας τον Ισαάκ. Δια τούτο τιμωρήθηκαν από το Θεό. Η μεν Ρεβέκκα δια της 20ετούς ξενιτείας του Ιακώβ τον οποίο δεν ξαναείδε, ο δε Ιακὠβ δια της ξενιτείας του.

 

 

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ

 

Ο Ιακώβ πέθανε σε ηλικία 180 ετών στη Χεβρών, και εκεί οι γιοι του τον έθαψαν στο σπήλαιο Μαχπελά (Γένεση 35,27-29). Η Καινή Διαθήκη αναφέρει συχνά τον Ισαάκ και τη ζωή του: η προσφορά του ως θυσία από τον Αβραάμ (Ιάκωβος 2,21), η αναφορά του Ιησού ως άνθρωπος πίστης (Λουκάς 20,37), όπως και στην επί του Όρους ομιλία (Ματθαίος 8,11). Επίσης στις επιστολές προς Ρωμαίους (9,7), και προς Γαλάτας (4,28). Αναφέρεται και στον κατάλογο των ηρώων της πίστεως (Εβραίους 11,17-20). Η διαθήκη του Θεού με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, αναφέρεται και στο βιβλίο των Ψαλμών (Ψαλμοί 104,9-11).

Το όνομά του αναφέρεται στο γενεαλογικό πίνακα των απογόνων του Αβραάμ (Α' Παραλειπομένων 1,28) και στο γενεαλογικό πίνακα του Ιησού Χριστού (Λουκάς 3,34). Ο Ισαάκ εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων).

 

 

ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ

 

Κοντάκιον

Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Χειρόγραφον εἰκόνα μὴ σεβασθέντες, ἀλλ' ἀγράφῳ οὐσίᾳ θωρακισθέντες τρισμακάριοι, ἐν τῷ σκάμματι τοῦ πυρὸς ἐδοξάσθητε, ἐν μέσῳ δὲ φλογὸς ἀνυποστάτου ἱστάμενοι, Θεὸν ἐπεκαλεῖσθε· Τάχυνον ὁ Οἰκτίρμων, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, ὅτι δύνασαι βουλόμενος.

 

Κάθισμα


Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὑμνήσωμεν πιστοί, τοὺς Προπάτορας πάντας, Χριστοῦ τοῦ δι' ἡμᾶς, ἐπὶ γῆς ὁραθέντος, δοξάζοντες ἐν ᾄσμασι, τὸν αὐτοὺς θαυμαστώσαντα, ὡς τὴν ἔλευσιν, προεκτυπώσαντας τούτου, καὶ τὴν γέννησιν, τὴν ἐκ Παρθένου ἀφράστως, τῷ κόσμῳ κηρύξαντας.

 

 

 

 

Η θυσία του Αβραάμ

 

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ

 

 

ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

ΑΡΧΙΚΗ

ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ Π.Δ.

ΔΙΚΑΙΟΙ Π.Δ.

ΠΡΟΣΩΠΑ Π.Δ.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΑ

ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ Π.Δ.

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ & ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Π.Δ.

ΛΑΟΙ & ΦΥΛΕΣ

ΓΕΝΕΣΙΣ

ΥΜΝΟΣ

ΑΡΧΑΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

ΑβραάμΣάρρα,  Ρεβέκκα Ησαύ,  Ιακώβ Η οικογένεια του Ισαάκ.

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ

ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ