ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ |
|
ΔΙΚΑΙΟΣ ΙΩΒ |
Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΙΩΒ (ΙΩΒΑΒ)
Ο Δίκαιος Ιώβ καταγόταν από την Αυσίτιδα, που βρισκόταν μεταξύ της Ιδουμαίας και της Αραβίας, ο οποίος ονομαζόταν αρχικά Ιωβάβ (Ιώβ 1,1. 42,17β. 42,17δ). Ήταν γιος του Ζαρέ ή Ζαρά (Ζαρέθ, Ζαράχ), ο οποίος ήταν εγγονός και απόγονος του Ησαύ, και της Βοσόρρας (Βασώρας). Ώστε ο Ιώβ ήταν δισέγγονος του Ησαύ και πέμπτος απόγονος του Αβραάμ (Γένεση 36,33. Παραλειπομένων Α' 1,44. Ιώβ 42,17γ). Ο Ιώβ ήταν βασιλιάς των Εδωμιτών (Γένεση 36,33. Παραλειπομένων Α' 1,44. Ιώβ 17δ). Ο Ιώβ έζησε περίπου το 1900 π.Χ. ή κατ' άλλους το 1400 π.Χ.. Υπήρξε προφήτης επί 40 χρόνια Παρά τα μυθώδη πλούτη του ήταν θεοσεβής, δίκαιος, ευθύς και άμεμπτος και απέφευγε κάθε αμαρτία (Ιώβ 1,1. 1,8). Είχε αποκτήσει 7 γιους και 3 θυγατέρες (Ιώβ 1,2), τα οποία χάθηκαν όλα σε μία μέρα (Ιώβ 1,18-19). Ο Ιώβ απόκτησε άλλα τόσα παιδιά μετά τις δοκιμασίες του (Ιώβ 42,13). Οι τρεις κόρες που απέκτησε μετά από τις δοκιμασίες του ήταν η Ημέρα (Ιεμιμά), η Κασία (Κεσία) και η Αμαλθαία (Κέρεν Αππούχ), οι οποίες ήταν από τις καλύτερες και ωραιότερες γυναίκες σε όλο τον κόσμο (Ιώβ 42,13-15). Μετά πήρε και μια γυναίκα από την Αραβία, με την οποία απέκτησε τον Εννών (Ιώβ 42,17γ). Είχε αδελφούς και αδελφές (Ιώβ 19,13. 42,11), καθώς και παλλακίδες, από τις οποίες είχε κι άλλους γιους (Ιώβ 19,17). Είχε πολλή μεγάλη περιουσία και πολλά ζώα (Ιώβ 1,3. 42,10. 42,12), τα οποία έχασε από χτυπήματα ληστών (Ιώβ 1,14-17).
Η ΕΥΣΕΒΕΙΑ ΚΑΙ Τ' ΑΓΑΘΑ ΤΟΥ ΙΩΒ
Ο δίκαιος και θεοσεβής Ιώβ, όπως είπαμε ζούσε στην Αυσίτιδα. Είχε αποκτήσει 7 γιους και 3 θυγατέρες (Ιώβ 1,1-2). Είχε πλήθος ζώα στην ιδιοκτησία του και πολλούς υπηρέτες. Είχε 7.000 πρόβατα, 3.000 καμήλες, 500 ζεύγη βοδιών και 500 θηλυκούς όνους. Για την επιστασία τους και τη βοσκή τους είχε μεγάλο αριθμό υπηρετών. Καθώς ήταν καλός και πλούσιος είχε κάνει πολλά και μεγάλα έργα στη χώρα του. Γι' αυτό και ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς και διακεκριμένους ανθρώπους στην Αυσίτιδα (Ιώβ 1,1-3). Τα παιδιά του, οι γιοι του και οι κόρες του, συνήθιζαν με άλλους νέους της περιοχής να συγκεντρώνονται σε σπίτια και να παραθέτουν συμπόσια, τρώγοντας και πίνοντας. Όταν τελείωναν τα συμπόσια, ο Ιώβ πρόσφερε γι' αυτά θυσία προς το Θεό ένα μοσχάρι για την εξιλέωση των αμαρτιών τους. Γιατί σκεφτόταν ο Ιώβ, ότι κατά τη διάρκεια των συμποσίων θα είχαν περιπέσει σε κάποιες αμαρτίες. Έτσι λοιπόν ο Ιώβ πορευόταν στη ζωή του (Ιώβ 1,4-5).
Η ΠΡΩΤΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΙΩΒ
Κάποια μέρα παρουσιάστηκαν οι άγγελοι ενώπιον του Θεού. Μαζί τους ήταν και ο διάβολος. Ο Κύριος είπε στο διάβολο «πρόσεξες στα μέρη που πήγες, ότι δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος, που να είναι τόσο άμεμπτος, αληθινός, θεοσεβής και ν' απέχει από κάθε αμαρτία όπως ο Ιώβ;» Ο διάβολος απάντησε ότι ο Κύριος ευλόγησε τον Ιώβ, ώστε να προκόψει και ν' αποκτήσει πολλά αγαθά κι αμέτρητα ζώα. Είναι σίγουρος ότι, εάν δεν τα είχε θα δυσφορούσε και θα βλαστημούσε το Θεό. Τότε ο Κύριος παρέδωσε τ' αγαθά και την περιουσία του Ιώβ στην εξουσία του διαβόλου, χωρίς όμως να πειράξει τον ίδιο (Ιώβ 1,6-12).
Μια μέρα λοιπόν τα παιδιά του έτρωγαν σε συμπόσιο στην οικία του μεγαλύτερου αδελφού τους. Τότε ένας αγγελιαφόρος πήγε στον Ιώβ και του είπε, ότι ληστές άρπαξαν τα βόδια και τους όνους του, αφού προηγουμένως έσφαξαν τους υπηρέτες του. Ο ίδιος σώθηκε από τη σφαγή και ανάγγειλε στον Ιώβ τα δυσάρεστα νέα. Κι ενώ ακόμη μιλούσε ήρθε ένας άλλος αγγελιαφόρος και είπε στον Ιώβ ότι φωτιά έπεσε από τον ουρανό και έκαψε τα πρόβατα και τους βοσκούς του και ο ίδιος μόλις που σώθηκε από την καταστροφή. Κι ενώ ακόμη κι αυτός μιλούσε ήρθε ένας άλλος αγγελιαφόρος και είπε στον Ιώβ, ότι ληστές επιτέθηκαν σε τρία τμήματα, άρπαξαν τις καμήλες του και φόνευσαν τους υπηρέτες του. Ο ίδιος μόλις που σώθηκε και ήρθε ν' αναγγείλει στον Ιώβ τα δυσάρεστα νέα. Κι ενώ ακόμη κι αυτός μιλούσε ήρθε ένας άλλος αγγελιαφόρος και είπε στον Ιώβ, ότι την ώρα που έτρωγαν οι γιοι του και οι θυγατέρες του στο σπίτι του μεγαλύτερου γιου του, ένας δυνατός κι ορμητικός άνεμος από την έρημο γκρέμισε το σπίτι και σκότωσε τα παιδιά του. Κι αυτός ήταν ο μόνος από τους υπηρέτες που σώθηκε και ήρθε να του αναγγείλει τα δυσάρεστα νέα (Ιώβ 1,13-19).
Τότε ο Ιώβ έσχισε τα ρούχα του και κούρεψε τα μαλλιά του. Μετά έπεσε στο έδαφος, προσκύνησε τον Κύριο και είπε «εγώ γυμνός βγήκα από την κοιλιά της μάνας μου, γυμνός και θα φύγω απ' αυτόν τον κόσμο. Ο Κύριος τα έδωσε, ο Κύριος τα πήρε. Όπως στον Κύριο φάνηκε αρεστό, έτσι κι έγινε. Ας είναι ευλογημένο τ' όνομα του Κυρίου εις τους αιώνες». Έτσι παρόλες τις συμφορές που βρήκαν τον Ιώβ, αυτός καθόλου δεν αμάρτησε ενώπιον του Κυρίου, ούτε έπραξε κάποια απερισκεψία (Ιώβ 1,20-22).
Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΙΩΒ
Κάποια άλλη μέρα παρουσιάστηκαν πάλι οι άγγελοι ενώπιον του Θεού. Μαζί τους ήταν και ο διάβολος. Ο Κύριος είπε τότε στο διάβολο «πείστηκες εκ των πραγμάτων, ότι δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος πάνω στη γη, όπως ο Ιώβ, που να είναι τόσο άκακος, άμεμπτος, αληθινός, θεοσεβής και ν' απέχει από κάθε αμαρτία; Ακόμη και μετά τις καταστροφές που τον έπληξαν, κρατάει την αγαθότητά του. Εσύ έλεγες ότι εάν τα έχανε όλα θα με βλαστημούσε.» Ο διάβολος πήρε το λόγο και είπε στον Κύριο, ότι ο άνθρωπος μπορεί να τα θυσιάσει όλα αρκεί να κρατήσει τη ζωή του. Άπλωσε το χέρι σου και χτύπησέ τον στη σάρκα του και τότε θα σε βλαστημήσει. Τότε ο Κύριος παρέδωσε τον Ιώβ στην εξουσία του διαβόλου, χωρίς όμως να πειράξει τον ίδιο (Ιώβ 2,1-6).
Έτσι ο διάβολος χτύπησε τον Ιώβ με τρομερές πληγές σε όλο το σώμα, με βαριά δηλαδή μορφή λέπρας. Έπειτα ο Ιώβ κάθησε πάνω σ' ένα σωρό αποξηραμένης κοπριάς έξω από την πόλη κι έξυνε τις πληγές του μ' ένα όστρακο. Εκεί υπέμενε καρτερικά τις δοκιμασίες του. Μετά από πολύ καιρό του είπε η γυναίκα του «Έως πότε θα δείχνεις αυτή την καρτερία λέγοντας, "θα περιμένω λίγο καιρό ακόμα και θα βρω τη σωτηρία μου". Να, η ανάμνησή σου έσβησε από τη γη, διότι οι γιοι και οι θυγατέρες σου χάθηκαν. Τώρα κάθεσαι έξω απ' την πόλη πάνω στη σαπίλα των σκωλήκων. Κι εγώ περιπλανιέμαι από τόπο σε τόπο κι από σπίτι σε σπίτι και περιμένω πότε θα δύσει ο ήλιος για ν' αναπαυθώ. Εμπρός λοιπόν πες ένα λόγο εναντίον του Κυρίου και δώσε ένα τέλος στη βασανισμένη σου ζωή.» Ο Ιώβ την κοίταξε κατάματα και είπε «Γιατί μίλησες όπως μια απερίσκεπτη και ανόητη γυναίκα. Εάν δεχτήκαμε ευχάριστα τ' αγαθά του Κυρίου, τα κακά δεν πρέπει να τα υπομείνουμε;» Σε όλες αυτές τις συμφορές που τον βρήκαν, ο Ιώβ δεν αμάρτησε καθόλου και δεν έκανε κανένα παράπονο κατά του Θεού (Ιώβ 2,7-10).
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΙΩΒ ΜΕ ΤΟΥΣ 3 ΦΙΛΟΥΣ ΤΟΥ
Οι τρεις φίλοι του Ιώβ όταν πληροφορήθηκαν τις συμφορές που τον βρήκαν, ξεκίνησαν από τη χώρες τους για να τον παρηγορήσουν. Οι τρεις φίλοι του ήταν ο Ελιφάζ, βασιλέας των Θαιμανών, ο Βαλδάδ, τύραννος των Σαυχέων και ο Σωφάρ, βασιλέας των Μιναίων, οι οποίοι όταν τον είδαν από μακριά δεν τον αναγνώρισαν. Αφού έβγαλαν μεγάλη κραυγή οδύνης, έκλαψαν κι έσχισαν τις στολές τους. Έριξαν χώμα στο κεφάλι τους ως ένδειξη οδύνης. Ύστερα κάθησαν κοντά στον Ιώβ και τον συντρόφευαν για επτά ημέρες, παραμένοντας σιωπηλοί, διότι έβλεπαν κατάπληκτοι, ότι το χτύπημα που δέχτηκε ο φίλος τους ήταν πολύ μεγάλο και οδυνηρό (Ιώβ 2,11-13).
Ο Ιώβ θρήνησε κι έπειτα από μια εβδομάδα άνοιξε το στόμα του και καταράστηκε την ημέρα που γεννήθηκε
(Ιώβ 3,1-26).
Μετά πήρε το λόγο ο Ελιφάζ, ο οποίος επέπληξε τον Ιώβ, γιατί μέχρι τώρα
παρηγορούσε άλλους και τώρα που τον βρήκαν συμφορές δυσανασχετεί; Μήπως η
πίστη που είχε στο Θεό δεν ήταν γνήσια; Έπειτα του τόνισε ότι αυτοί που
πιστεύουν αληθινά και είναι καθαροί από αμαρτίες ποτέ δεν χάθηκαν, ενώ οι
ασεβείς θα χαθούν και θα τιμωρηθούν από το Θεό. Του είπε ακόμη ότι είδε
πολλούς ασεβείς να ευημερούν για λίγο και μετά να χάνονται, γιατί ο Θεός
καταστρέφει τα πανούργα σχέδιά τους, ενώ από την άλλη ο Θεός φέρνει τις
θλίψεις στη ζωή των ανθρώπων, οι οποίες είναι παιδαγωγικές, αλλά στο τέλος
τους πιστούς και συνετούς ανθρώπους τους επαναφέρει στην προηγούμενη καλή
τους κατάσταση και τους δίνει πολλά αγαθά
(Ιώβ 4,1-21.
5,1-27). Στη συνέχεια ο Ιώβ περιέγραψε με δριμύτητα τις θλίψεις του, οι οποίες είναι πολύ βαριές. Τόνισε πως ο Κύριος του έφερε τις θλίψεις κι όμως ο ίδιος τις υπομένει και δεν παραπονέθηκε γι' αυτές. Μέχρι τώρα είχε στηρίξει τις ελπίδες του στον Κύριο, αλλά βλέπει ότι το έλεος του απομακρύνθηκε απ' αυτόν. Έπειτα ο Ιώβ αναρωτήθηκε για πόσο καιρό ακόμη θα υπομένει αυτά τα βάσανα και δεν θα τον βρει ο θάνατος; Ακόμη και οι στενότεροι συγγενείς του τον εγκατέλειψαν κι εκείνοι που κάποτε του έδειχναν σεβασμό τώρα είναι κρύοι και παγωμένοι απέναντί του. Στη συνέχεια ο Ιώβ παραπονέθηκε στους φίλους του για την αναλγησία τους, που αντί να τον παρηγορήσουν του πρόσθεσαν περισσότερο πόνο (Ιώβ 6,1-30). Έπειτα ο Ιώβ τόνισε στους φίλους του, ότι είναι μεγάλη η οδύνη από τις δοκιμασίες του, τις οποίες υπομένει μήνες τώρα. Και τέλος παρακάλεσε τον Κύριο να δώσει τέλος στα βάσανά του και να τον πάρει από τη ζωή (Ιώβ 7,1-21). Μετά πήρε το λόγο ο Βαλδάδ, ο οποίος επέπληξε τον Ιώβ και του είπε να μην παραπονιέται, γιατί τα παιδιά του αμάρτησαν και δίκαια τιμωρήθηκαν. Του είπε ακόμη ότι εάν πράγματι είναι ευσεβής και αγαθός, ο Κύριος θα τον ανταμείψει και θα του δώσει περισσότερα απ' όσα είχε, γιατί ανταμείβει τους ευσεβείς και ενάρετους και τιμωρεί τους ασεβείς (Ιώβ 8,1-22).
Ο Ιώβ απαντώντας στους φίλους του διακήρυξε την άπειρο σοφία και παντοδυναμία του Θεού (Ιώβ 12,1-25). Τους κατηγόρησε ως άδικους, υποκριτές, αλαζόνες, οι οποίοι γίνονται κριτές στη θέση του Θεού και κρίνουν τους άλλους. Έπειτα υπερασπίστηκε την αθωότητά του και αναρωτήθηκε στον Κύριο ποια ήταν τα πταίσματά του, τα οποία έφεραν τόσες βαριές δοκιμασίες (Ιώβ 13,1-28). Ακόμη ο Ιώβ αναρωτήθηκε απευθυνόμενος προς τον Κύριο, ποιος άνθρωπος είναι καθαρός και αναμάρτητος; Τονίζει ότι ο άνθρωπος ο οποίος πεθαίνει δεν επανέρχεται στη ζωή και ζητάει από τον Κύριο να τον κρατήσει στον Άδη μέχρι να κατευναστεί η οργή του και να τον επαναφέρει στη ζωή (Ιώβ 14,1-22).
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ
Ο Ελιφάζ πήρε το λόγο και έλεγξε τον Ιώβ για υψηλοφροσύνη και ανευλάβεια. Έτσι τον κατηγόρησε ότι δεν έχει φόβο Θεού, ότι είναι αλαζόνας, εγωϊστής και αυθάδης και ότι έχει τιμωρηθεί από το Θεό λιγότερο απ' όσο έχει αμαρτήσει. Τέλος τονίζει στον Ιώβ ότι οι ασεβείς τιμωρούνται από το Θεό (Ιώβ 15,1-35). Στη συνέχεια ο Ιώβ πήρε το λόγο και κατηγόρησε τους φίλους του ως σκληρούς και κακούς παρηγορητές στις δοκιμασίες του, τις οποίες περιγράφει με τα πιο μελανά χρώματα. Έτσι τονίζει ότι οι προσευχές του ήταν καθαρές κι ενώ ζούσε ειρηνικά, ο Κύριος τον χτύπησε με πολλή οργή και τον παρέδωσε στα χέρια ασεβών και άδικων ανθρώπων. Ως μάρτυρα της αθωότητας και της αδικίας του ο Ιώβ παρουσιάζει τον Κύριο και εύχεται στο Θεό ν' ακούσει τις προσευχές του και να τον λυτρώσει από τις δοκιμασίες του (Ιώβ 16,1-22). Απευθυνόμενος στον Κύριο αναρωτιέται τι κακό έχει κάνει, ώστε να βασανίζεται και τον παρακαλάει ξανά να τον λυτρώσει από τα δεινά του, γιατί έχει γίνει περίγελος στον κόσμο γι' αυτά. Αναφέρει ότι υποφέρει πάρα πολύ από τους πόνους, ώστε να μην μπορεί να κοιμηθεί και τέλος εύχεται ξανά να λυτρωθεί και να τον βρει ο θάνατος (Ιώβ 17,1-16).
Μετά πήρε το λόγο ο Βαλδάδ, ο οποίος επέπληξε τον Ιώβ για φλυαρία και ότι παρουσιάζει τον εαυτό του ως μοναδικό μέσα στον κόσμο. Του τόνισε πως η ευημερία των ασεβών δεν θα διατηρηθεί για πολύ και ότι ο Κύριος θα τους καταστρέψει. Αυτά που έχουν αρπάξει με βία θα χαθούν, όπως και η ανάμνησή τους μέσα στον κόσμο (Ιώβ 18,1-21). Στη συνέχεια ο Ιώβ διαμαρτυρήθηκε στους φίλους του, γιατί αδυνατούν να δουν την αιτία των δεινών του. Αδυνατούν να καταλάβουν ότι ο Κύριος είναι η αιτία των δεινών του κι όχι οι αμαρτίες του. Μετά από τις δοκιμασίες του είναι ξένος κι ανεπιθύμητος απ' όλους. Η γυναίκα του, οι αδελφοί του, οι συγγενείς του, οι φίλοι του, οι γνωστοί του, οι υπηρέτες του και τα παιδιά των παλλακίδων του, εξαιτίας των πληγών του τον σιχάθηκαν, τον απομάκρυναν από κοντά τους και δεν του έδωσαν καμία σημασία. Όμως παρόλα αυτά ο Ιώβ ελπίζει πως ο Κύριος θα τον δικαιώσει και θα τον λυτρώσει από τα δεινά του (Ιώβ 19,1-29).
Μετά πήρε το λόγο ο Σωφάρ, ο οποίος αφού περιέγραψε στον Ιώβ το μέλλον του ασεβή, του τόνισε ότι ο Θεός, ο οποίος επιβλέπει τα πάντα, θα τιμωρήσει τους ασεβείς και θα σκορπίσει ότι άρπαξαν με αδικίες (Ιώβ 20,1-29). Ο Ιώβ απαντώντας περιέγραψε στους φίλους του την ευημερία των ασεβών, οι οποίοι απολαμβάνουν ανενόχλητοι τ' αγαθά τους που άρπαξαν με αδικίες και τόνισε ότι κάποια μέρα ο Κύριος θα τους καταστρέψει και θ' αποδώσει δικαιοσύνη (Ιώβ 12,1-25).
Ο ΤΡΙΤΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ
Ο Ελιφάζ έλεγξε τον Ιώβ για ασέβεια και του είπε, για ποιο ο Κύριος να του φέρει δοκιμασίες εάν ήταν άμεμπτος; Κι αρχίζει ν' απαριθμεί πιθανές παραβάσεις και αμαρτίες του Ιώβ και του σύνεστησε ειλικρινή μετάνοια (Ιώβ 22,1-30). Στη συνέχεια ο Ιώβ είπε στους φίλους του, ότι νομίζουν πως είναι ασεβής, αλλά ο ίδιος θα ήθελε να συναντήσει τον Κύριο και να του αποδείξει την καθαρότητά του. Όμως, όπου και να κοιτάξει ο Κύριος είναι μακριά. Ο Ιώβ είναι σίγουρος, πως ο Κύριος γνωρίζει την ευσέβεια και την καθαρότητά του και τονίζει στους φίλους του, πως θα τηρεί πάντα το θέλημα και τις εντολές του Κυρίου (Ιώβ 23,1-17). Από την άλλη ο Ιώβ αναρωτιέται μήπως ξέφυγαν από την προσοχή του Κυρίου η ευσέβεια και τα καλά του έργα, και γι' αυτό βρήκαν την ευκαιρία οι ασεβείς να καταπατήσουν τη ζωή του και την περιουσία του. Τονίζει ξανά στους φίλους του, ότι οι ασεβείς διαπράττουν αδικίες και μένουν ατιμώρητοι και αναρωτιέται γιατί ο Κύριος, ενώ γνωρίζει τα έργα των ασεβών δεν ανταπέδωσε κατά τα έργα τους; (Ιώβ 24,1-25).
Μετά πήρε το λόγο ο Βαλδάδ, ο οποίος τόνισε την παντοδυναμία του Θεού (Ιώβ 25,1-6). Στη συνέχεια ο Ιώβ διακήρυξε κι αυτός με τη σειρά του την άπειρο δύναμη και εξουσία του Θεού (Ιώβ 26,1-14). Διακήρυξε επίσης την πιστότητά του στο Θεό και ότι μέχρι να πεθάνει δεν πρόκειται ποτέ ν' αποβάλλει από πάνω του την ακακία και την καθαρότητά του. Ευχήθηκε οι ασεβείς να τιμωρηθούν από το Θεό κι αυτά που άρπαξαν με αδικίες να επανέλθουν στην κυριότητα των δικαίων (Ιώβ 27,1-23). Έπειτα ο Ιώβ διακήρυξε ξανά την πανσοφία και παντοδυναμία του Θεού (Ιώβ 28,1-28). Ακόμη αναπόλησε την προηγούμενη ευτυχία και τα καλά του έργα, καθώς επίσης και την τιμή που απολάμβανε εκ μέρους των ανθρώπων. Σε όλα αυτά τόνισε την παρουσία του Θεού, ο οποίος τον ευλογούσε και τον προφύλασσε από κάθε συμφορά (Ιώβ 29,1-25). Στη συνέχεια ο Ιώβ θρήνησε την τωρινή του αθλιότητα και ανέφερε για μια ακόμη φορά πως οι άνθρωποι τον σιχάθηκαν, τον έπτυσαν κατάμουτρα και τον καταφρόνησαν. Τόνισε ξανά ότι τα δεινά του οφείλονται στον Κύριο, ο οποίος έχει πάψει να εισακούει τις προσευχές του (Ιώβ 30,1-31). Τέλος ο Ιώβ διακήρυξε για μια ακόμη φορά την καθαρότητά του και απαρίθμησε τα καλά του έργα (Ιώβ 31,1-40).
Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΛΙΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Μετά σταμάτησαν οι τρεις φίλοι του και δεν είπαν τίποτα παραπάνω, διότι ο Ιώβ επέμενε να παρουσιάζεται μπροστά τους ως δίκαιος. Όμως στη συζήτηση παρενέβη ο Ελιούς, γιος του Βαραχιήλ από την Αυσίτιδα, ο οποίος οργίστηκε πολύ εναντίον του Ιώβ, διότι παρουσίασε τον εαυτό του ως δίκαιο ενώπιον του Θεού. Οργίστηκε επίσης και εναντίον των τριών φίλων του Ιώβ, οι οποίοι ήταν μεγαλύτεροί του σε ηλικία, διότι δεν μπόρεσαν να δώσουν τις κατάλληλες απαντήσεις στους ισχυρισμούς του Ιώβ (Ιώβ 32,1-5).
Πήρε λοιπόν το λόγο ο Ελιούς και αιτιολόγησε την παρέμβασή του στη συζήτηση. Είπε στους τρεις φίλους του Ιώβ ότι, ως μεγαλύτεροι περίμενε πως θα ήταν σοφότεροι και θα είχαν δώσει τις απαντήσεις που έπρεπε. Όμως διαπίστωσε πως ούτε ο χρόνος, ούτε η μεγάλη ηλικία κάνουν τον άνθρωπο σοφότερο, αλλά το πνεύμα του Θεού που διδάσκει και φωτίζει τον άνθρωπο. Τους είπε ακόμη ότι κανείς τους δεν απάντησε σωστά στον Ιώβ και γι' αυτό βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει όπως μίλησε. Οι τρεις φίλοι του Ιώβ απογοητεύτηκαν από τα λόγια του και δεν απάντησαν (Ιώβ 32,6-16). Στη συνέχεια ο Ελιούς με αρκετή αλαζονεία αναίρεσε τα επιχειρήματα του Ιώβ. Του είπε ότι δεν έχουν βάση αυτά που είπε και ότι ο Κύριος με όνειρα καθοδηγεί τον άνθρωπο και με τις θλίψεις τον παιδαγωγεί. Κι όταν ο άνθρωπος απευθυνθεί στον Κύριο, τότε θα κάνει δεκτά τα αιτήματά του, θα τον θεραπεύσει και θα τον αποκαταστήσει. Έπειτα θα πρέπει να κατηγορήσει τον εαυτό του για τις άσχημες πράξεις που διέπραξε και ο Κύριος τον τιμώρησε ανάλογα με τις αμαρτίες του (Ιώβ 33,1-33). Στη συνέχεια ο Ελιούς κατέδειξε στον Ιώβ ότι οι αμαρτίες του είναι η βαθύτερη αιτία και ο σκοπός των θλίψεων του. Τόνισε τη δικαιοσύνη του Θεού και του είπε ότι ο Κύριος ανταποδίδει στον καθένα ανάλογα με τα έργα του. Τον χαρακτήρισε ακόμη ως άφρονα και ασύνετο (Ιώβ 34,1-37). Έπειτα ο Ελιούς κατέδειξε τη μικρότητα του ανθρώπου απέναντι στην παντοδυναμία του Θεού. Κατηγόρησε τον Ιώβ για ασέβεια και του συνέστησε ν' απευθυνθεί στη μακροθυμία του Θεού. Είπε ακόμη ότι ο Θεός είναι θεατής και αυτόπτης μάρτυρας αυτών που διαπράττουν αδικίες και γι' αυτό δεν εκδηλώνει την οργή του απέναντί τους. Αυτή λοιπόν είναι η αιτία που δεν δίνει σημασία στα λόγια του Ιώβ, τα οποία αποδεικνύονται μάταια (Ιώβ 35,1-16). Ο Ελιούς συνεχίζοντας το λόγο του είπε στον Ιώβ, ότι ο Κύριος θα προστατεύει και ποτέ δεν θ' αποστραφεί τον συνετό και άκακο άνθρωπο, ότι πάντοτε θ' αποδίδει το δίκαιο στο φτωχό και θα τιμωρήσει τους ασεβείς και τους άδικους για τις άνομες πράξεις τους. Έπειτα εγκωμίασε για μια ακόμη φορά την παντοδυναμία, την πανσοφία και τη δικαιοσύνη του Θεού. Τέλος συνέστησε στον Ιώβ να διδαχθεί από τους λόγους του και ν' απευθυνθεί στο δίκαιο Θεό που κρίνει με δικαιοσύνη (Ιώβ 36,1-33. 37,1-24).
Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΙΩΒ
Όταν σταμάτησε ο Ελιούς να μιλάει, παρενέβη ο Κύριος μέσα από τα σύννεφα και επέπληξε τους τέσσερις φίλους του Ιώβ για τη στάση τους απέναντί του. Χαρακτήρισε τα λόγια τους αστήρικτα, που συσκοτίζουν το νου. Τους έθεσε πολλά ερωτήματα γύρω από τη δημιουργία του κόσμου, γύρω από τα φυσικά φαινόμενα της γης και τ' ουρανού και γύρω από τα θαυμαστά των ζώων και των φυτών (Ιώβ 38,1-41. 39,1-30). Έπειτα απευθύνθηκε στον Ιώβ και του είπε εάν είναι ικανός να ελέγξει το Θεό; Ο Ιώβ απαντώντας με ευλάβεια στον Κύριο είπε, ότι μόνο μια φορά παραπονέθηκε και δεν πρόκειται να το ξανακάνει. Ο Κύριος στη συνέχεια έθεσε στον Ιώβ ερωτήματα για τα έργα της δημιουργίας και για τα ζώα (Ιώβ 40,1-32. 41,1-26). Μετά ο Ιώβ με ταπεινότητα αναγνώρισε την παντοδυναμία του Θεού και είπε, ότι γι' αυτό ελεεινολόγησε κατά του Κυρίου, γιατί μέχρι τώρα μόνο άκουγε για τα μεγαλεία του Θεού, ενώ τώρα τον αντίκρυσε με τα μάτια του και μίλησε μαζί του (Ιώβ 42,1-6).
Όταν ο Κύριος τελείωσε τους λόγους του προς τον Ιώβ, επέπληξε αυστηρά τους τρεις φίλους του, γιατί αμάρτησαν και δεν μίλησαν αληθινά για τον Ίδιο και το θέλημά Του, όπως μίλησε ο Ιώβ. Τους συνέστησε να πάρουν 7 μοσχάρια και 7 κριάρια και να τα θυσιάσουν μαζί με τον Ιώβ, όπου ο ίδιος θα κάνει τη θυσία και θα προσευχηθεί γι' αυτούς και τότε μόνο θα γίνει δεκτή η θυσία τους και θα συγχωρηθεί το αμάρτημά τους. Γιατί εάν δεν ήταν ο Ιώβ, οπωσδήποτε θα τους τιμωρούσε αυστηρά. Οι τρεις φίλοι του Ιώβ έπραξαν όπως έδωσε εντολή ο Κύριος κι έτσι συγχώρησε την αμαρτία τους προς χάριν του Ιώβ, ο οποίος προσευχήθηκε για τους φίλους του (Ιώβ 42,7-10). Οι αδερφοί του και οι αδερφές του έμαθαν όσα συνέβησαν και θαύμασαν. Πήγαν στο σπίτι του Ιώβ και γιόρτασαν μαζί του, φέρνοντας ο καθένας ως δώρο μια αμνάδα, ένα χρυσό τετράδραχμο κι ασήμι (Ιώβ 42,11). Ο Κύριος δόξασε κι ευλόγησε τον Ιώβ και τον έκανε πλουσιότερο από πριν. Του έδωσε τα διπλάσια απ' όσα είχε προηγουμένως. Τα πρόβατά του ανέρχονταν σε 14.000, οι καμήλες του σε 6.000, τα ζεύγη των βοδιών του σε 1.000, όπως και επίσης και οι θηλυκοί όνοι του ανέρχονταν σε 1.000. Εκτός από τα ζώα, ο Ιώβ απέκτησε άλλους 7 γιους και 3 κόρες. Την πρώτη την ονόμασε Ημέρα, τη δεύτερη Κασία και την τρίτη Αμαλθαία. Σε όλο τον κόσμο δεν υπήρχαν καλύτερες και ωραιότερες γυναίκες από τις θυγατέρες του Ιώβ. Και όπως έδωσε μεγάλη κληρονομιά στους γιους του, έτσι ο Ιώβ έδωσε μεγάλη κληρονομιά και στις θυγατέρες του (Ιώβ 42,12-15). Μετά πήρε και μια γυναίκα από την Αραβία, με την οποία απέκτησε τον Εννών (Ιώβ 42,17γ). Ο Ιώβ έζησε, μετά τη δοκιμασία του, άλλα 170 έτη και είδε τα παιδιά των παιδιών του μέχρι τέταρτη γενιά. Κοιμήθηκε σε ηλικία 240 ετών με ειρήνη αποτελώντας υπόδειγμα πίστης, υπομονής και καρτερίας (Ιώβ 42,16-17). Η ζωή του Ιώβ περιγράφεται στο ομώνυμο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων). Έχει γραφτεί για τον Ιώβ, ότι ο Κύριος θα τον αναστήσει μαζί με τους άλλους ανθρώπους κατά τη μέλλουσα κρίση (Ιώβ 42,17α).
|
ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Ἀπολυτίκιον
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Κοντάκιον
|
|