ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ |
|
ΙΩΒ: ΟΝΟΜΑΣΙΑ - ΚΑΝΟΝΑΣ
Το βιβλίο του Ιώβ είναι ένα από τα βιβλία του κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης. Στον Παλαιστινό (Ιουδαϊκό) Κανόνα συγκαταλέγεται μεταξύ των βιβλίων που ονομάζονται «Αγιόγραφα», ενώ στον αντίστοιχο Αλεξανδρινό (Ελληνικό) Κανόνα εντάσσεται στη συλλογή των Ποιητικών ή Διδακτικών βιβλίων, μετά το βιβλίο των Ψαλμών. Η θέση του μεταξύ των διδακτικών βιβλίων της Μετάφρασης των Ο' ποικίλλει τόσο στη χειρόγραφη παράδοση όσο και στους πατερικούς και συνοδικούς καταλόγους.
Το βιβλίο του Ιώβ πήρε την ονομασία του από τον πολύπαθο Ιώβ, του οποίου τις δοκιμασίες περιγράφει. Εκτός απ' όσα μας λέγει το βιβλίο του και τους υπαινιγμούς του Ιεζεκιήλ, αν ο προφήτης αναφέρεται σ' αυτόν (Ιεζεκιήλ 14,14. 14,20), καμιά άλλη πληροφορία δεν έχουμε απ' τη βιβλική παράδοση για τον Ιώβ. Επειδή το κείμενοι του εβραϊκού Ιώβ είναι δυσνόητο και το γεγονός ότι η Μετάφραση των Ο' παρουσιάζει πολλά κενά μαρτυρούν ότι το κείμενο δέχτηκε πολλές μεταγενέστερες προσθήκες και υπέστη φθορές. Οι προσπάθειες που έγιναν μέχρι σήμερα για την αποκατάσταση του πρωτότυπου κειμένου με τη βοήθεια των μεταφράσεων, δεν οδήγησαν σε γενικώς παραδεκτά συμπεράσματα.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Παρά τις επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν από μερικούς ραββίνους και χριστιανούς ακόμα συγγραφείς για την ιστορικότητα της αφήγησης, σήμερα και οι πιο φιλελεύθεροι ερευνητές δέχονται την ιστορική βάση του βιβλίου. Τον Ιώβ μνημονεύει ο Ιεζεκιήλ (14,14. 14,20) και, αν κρίνουμε απ' τις ενδείξεις που υπάρχουν στον πρόλογο (κεφ. 1-2) και τον επίλογο (κεφ. 42) του βιβλίου, όπως λ.χ. το ημινομαδικό περιβάλλον, η μακροβιότητα του, Ιώβ, η προσφορά θυσιών από τον ίδιο χωρίς τη μεσολάβηση του ιερατείου, η περί Ιώβ παράδοση πρέπει να έχει πολύ παλαιά προέλευση. Το παραδοσιακό όμως υλικό χρησιμοποιήθηκε απ' το συγγραφέα, για να αποτελέσει την αφορμή για τη σύνθεση σε ποιητική μορφή μιας διδακτικής πραγματείας με χαρακτήρα θρησκευτικής φιλοσοφίας, που από μεθοδολογική άποψη μοιάζει με τους διάλογους του Πλάτωνα. Ο συγγραφέας του Ιώβ μας είναι άγνωστος, ενώ κατά την ιουδαϊκή παράδοση συγγραφέας του βιβλίου θεωρείται ο Μωυσής. Όσον αφορά στο συγγραφέα του έργου, η έρευνα δεν έχει καταλήξει σε συγκεκριμένο συμπέρασμα, γιατί οι εσωτερικές μαρτυρίες του βιβλίου δεν είναι αποφασιστικής σημασίας για την ιουδαϊκή ή εδωμιτική καταγωγή του. Μερικοί ερευνητές κρίνοντας απ' τις ιδέες, τη γλώσσα, το χαρακτήρα, τη μη μνεία του Ισραήλ, της χώρας, της ιστορίας και των θεσμών του, φρονούν ότι ο συγγραφέας του έργου είναι Εδωμίτης. Η γνωριμία όμως του συγγραφέα με άλλα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, η αναφορά του στο Νόμο και περισσότερο από κάθε άλλο η αναγνώριση του έργου ως κανονικού συνηγορούν στο ότι ο συγγραφέας του βιβλίου του Ιώβ είναι Ισραηλίτης.
Ακόμη και η χρονολόγηση του βιβλίου δεν είναι δυνατό να καθοριστεί με βεβαιότητα. Ισχυρή είναι η τάση να θεωρείται το έργο προαιχμαλωσιακό (από το 700 π.Χ.) ενώ παράλληλα πολλοί ερευνητές δέχονται τη μεταιχμαλωσιακή προέλευση του (μέχρι το 200 π.Χ.). Εσωτερικές ενδείξεις του βιβλίου, όπως λ.χ. η αυστηρή μονοθεΐα, η προηγμένη εικόνα για την κοινωνική ζωή, η ελευθερία της συζήτησης στο θέμα της θεοδικίας, η πληρότητα του λόγου και της μορφής, η περί θεού και ηθικότητας αντίληψη, η θεολογία του έργου, η αραμαΐζουσα γλώσσα και η ιδιορρυθμία της σύνταξης, καθιστούν περισσότερο πιθανή την προέλευση του βιβλίου από τους πρώτους μεταιχμαλωσιακούς χρόνους.
Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΙΩΒ
Αμφιβολίες διατυπώθηκαν και για την ενότητα του βιβλίου του Ιώβ εξαιτίας της ασυμφωνίας που παρατηρείται στα διάφορα μέρη του. Για πολλούς ερευνητές ο πρόλογος ή ο επίλογος ή και τα δύο είναι μεταγενέστερες προσθήκες. Άλλοι θεωρούν τα δύο αυτά τμήματα ως ανεξάρτητο σε πεζό λόγο έργο, το οποίο είναι αρχαιότερο του υπόλοιπου έμμετρου βιβλίου του Ιώβ. Το έργο αυτό χρησιμοποίησε ο τελευταίος εκδότης του βιβλίου, για να πλαισιώσει την περί θεοδικίας πραγματεία του με το κατά τη γνώμη του κατάλληλο αφηγηματικό υλικό. Παρά την έλλειψη όμως φανερής εναρμόνισης ορισμένων σημείων του προλόγου με το κύριο σώμα του έργου και παρά τη μαρτυρούμενη ασυμφωνία μεταξύ του επιλόγου και της θέσης την οποία βασικά υποστηρίζει ο συγγραφέας του βιβλίου, το ποίημα στο σύνολο του προϋποθέτει τον παρόντα πρόλογο και ο επίλογος του είναι συνεπής προς την εξέλιξη της συζήτησης. Η αποκατάσταση του Ιώβ σε αγαθά και ευτυχία, καθώς και η μακροβιότητά του επιβεβαιώνουν την πίστη ότι ο δίκαιος, έστω και αργά, αμείβεται στην παρούσα ζωή. Οι παρατηρούμενες εξάλλου διαφορές μεταξύ των λόγων του Ελιούς και του λοιπού έργου είναι ασήμαντες και το γεγονός ότι μ' αυτούς διακόπτεται ο λόγος (επίκληση του Ιώβ προς το Θεό, λόγοι Ελιούς, απάντηση του Θεού) δείχνουν μόνο ότι η ενότητα αυτή είναι πιθανώς μεταγενέστερη προσθήκη, που ίσως προέρχεται απ' τον ίδιο συγγραφέα και προστέθηκε στο έργο κατά πάσα πιθανότητα κατά το τέλος του βίου του. Οι λόγοι τέλος του Θεού αποτελούν απαραίτητο στοιχείο στο όλο σχέδιο του βιβλίου. Η αναφορά στα «θηρία» (ιπποπόταμος;) και τον «δράκοντα» (κροκόδειλος;) στο κεφ. 40 είναι κατά γενική εκτίμηση μεταγενέστερη προσθήκη. Έχοντας λοιπόν υπόψη τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι ο συγγραφέας του έργου δεν εκθέτει ιστορία, αλλά ούτε και γράφει βιβλίο στερούμενο ιστορικής βάσης. Αντλώντας σε μεγάλη έκταση το αφηγηματικό υλικό του από μία παλαιά παράδοση περί Ιώβ, που γνώριζε, όχι όμως και το βιβλίο του Ιώβ, προφανώς και ο προφήτης Ιεζεκιήλ, συνέθεσε το έργο εντάσσοντας τη θεολογική φιλοσοφική μελέτη του σε μια αφήγηση δημώδους χαρακτήρα.
Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΙΩΒ
Το βιβλίο του Ιώβ εκτός από το διδακτικό λυρισμό του έχει και μερικά εξωτερικά χαρακτηριστικά του δράματος. Ο πρόλογος του είναι γραμμένος σε πεζό λόγο και θέλει να πληροφορήσει τον αναγνώστη για την κατάσταση του ήρωα του βιβλίου. Ακολουθεί η δράση με κύρια σημεία το μονόλογο του Ιώβ, τη διαλογική συζήτηση μεταξύ αυτού και των τριών φίλων του, το νέο μονόλογο του Ιώβ και την εμφάνιση του Θεού ως κριτή στη διαμάχη των κύριων προσώπων του βιβλίου. Το βιβλίο τελειώνει με την αποκατάσταση του Ιώβ. Ο δραματικός χαρακτήρας του βιβλίου επιβεβαιώνεται και από ορισμένα εσωτερικά χαρακτηριστικά, όπως είναι η πρόοδος της δραματικότητας από πράξη σε πράξη, η σφοδρότητα του πάθους και η έξαρση του συναισθήματος από λόγο σε λόγο. Η εξέλιξη του δράματος δεν παρουσιάζει βέβαια και ανάλογη ανάπτυξη της βασικής ιδέας του, προβάλλεται όμως σ' αυτήν η ιδιαίτερη εμμονή του κάθε φορά ομιλητή να καταρρίψει τα επιχειρήματα του άλλου. Με τα δεδομένα αυτά το έργο έχει το χαρακτήρα θεολογικού δράματος με διάλογο, ρυθμό, θρησκευτικό αίσθημα, πληρότητα κλπ. Η μονοτονία στην εξέλιξή του, καθώς και η απουσία πλοκής και εσωτερικής δράσης, αποστερούν το έργο απ' το κατά κυριολεξία τραγικό στοιχείο. Ας μη λησμονούμε όμως ότι οι Ιουδαίοι συγγραφείς δεν ενδιαφέρονται τόσο για τους κανόνες της δραματικής τέχνης ούτε για την επιτηδευμένη ανάπτυξη του θέματος. Και στο σημείο αυτό πάλι δεν αντιγράφουν τους ξένους, αλλά επεξεργάζονται τα θέματά τους αδέσμευτα και δημιουργούν πρότυπα αντάξια της πνευματικής τους κληρονομιάς.
Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΙΩΒ
Η απάντηση του Θεού προς τον Ιώβ επιβεβαιώνει ότι το πρόβλημα της σχέσης του κακού με τη θεία δικαιοσύνη για τις δυνατότητες της ανθρώπινης λογικής παραμένει άλυτο. Ο άνθρωπος οφείλει να γνωρίσει τα όρια του ως δημιούργημα και να αναγνωρίσει την παντοδυναμία του Θεού, προς τον οποίο πρέπει να προσβλέπει με εμπιστοσύνη.
ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Το βιβλίο του Ιώβ είναι από τα ωραιότερα της θρησκευτικής ποίησης του Ισραήλ και το μοναδικό ποιητικό έργο στο οποίο ο συγγραφέας του ασχολείται με ένα κεντρικό θέμα. Μοναδικό επίσης είναι και για τη μορφή του, γιατί ενώ το κύριο σώμα του έργου, δηλαδή η διαλογική συζήτηση του Ιώβ με τους τρεις φίλους του, είναι σε ποιητικό λόγο, ο πρόλογος και ο επίλογος είναι γραμμένοι σε πεζό λόγο. Τα σαράντα δύο κεφάλαια του βιβλίου του Ιώβ εντάσσονται σε τέσσερα σαφώς διακρινόμενα μεταξύ τους μέρη, το περιεχόμενο των οποίων συνοπτικά έχει ως εξής.
Πρώτο
μέρος (κεφ. 1-3): Στην
Αυσίτιδα (Ουτς» κατά το εβραϊκό κείμενο), περιοχή της Ιδουμαίας ή
μεταξύ Ιδουμαίας και Αραβίας
ζούσε ο ενάρετος Ιώβ.
Ο Ιώβ ήταν πολύ πλούσιος αλλά και
ευσεβής, ενάρετος και δίκαιος. Είχε επτά γιους και τρεις κόρες, που όταν
διασκέδαζαν μεταξύ τους ο Ιώβ προσέφερε θυσίες στον Θεό για να τα προφυλάξει
από τυχόν αμαρτίες. Ο Θεός, για να δοκιμάσει την πίστη και την ευσέβεια του Ιώβ, άφησε τον Σατανά να τον περάσει από σκληρές δοκιμασίες και μεγάλες στενοχώριες. Ο Ιώβ έχασε τα παιδιά του και την περιουσία του. Ακόμα, προσβλήθηκε από φοβερή ασθένεια, κάτι σαν λέπρα, και γέμισε από πληγές. Παρόλα αυτά παρέμεινε πιστός στο Θεό και υπέμεινε καρτερικά τα βάσανά του. Στην άθλια κατάσταση, που περιέρχεται, απομένει μόνος και μακριά από την κοινωνία. Τρεις φίλοι του, ο Ελιφάζ, ο Βαλδάδ και ο Σωφάρ αποφασίζουν να τον επισκεφθούν και να τον παρηγορήσουν.
Δεύτερο μέρος (κεφ. 4-31): Απ' το σημείο αυτό αρχίζει η συζήτηση του προβλήματος της σχέσης μεταξύ της δοκιμασίας και της αμαρτίας (θεοδικίας). Η συζήτηση διεξάγεται διαλογικά, σε τόνο ζωηρό και με πρώτο ομιλητή τον Ιώβ, ο οποίος καταριέται τη μέρα της γέννησης του και επιζητεί το θάνατο. Αντικρούοντας τους ισχυρισμούς των φίλων του επιμένει ότι πάσχει άδικα, όπως συμβαίνει και με πολλούς άλλους στη γη. Πιστεύει ότι στον παρόντα κόσμο βασιλεύει η δύναμη και ο δόλος, ο φτωχός καταδυναστεύεται απ' τον πλούσιο και ο εργάτης απ' τον εργοδότη του. Το έγκλημα θριαμβεύει και οι κακοί πεθαίνουν ατιμώρητοι. Αναγνωρίζει την παντοδυναμία του Θεού, αλλά αμφιβάλλει για τη δικαιοσύνη του και υπεραμύνεται της αθωότητάς του. Απαντώντας οι τρεις φίλοι του στον Ιώβ υποστηρίζουν ότι η πείρα διδάσκει πως ο Θεός φέρεται στον άνθρωπο ανάλογα με τις πράξεις του και συνεπώς ο άδικος δεν ευδαιμονεί, αλλά τιμωρείται και ζει σε αθλιότητα. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Ιώβ, ο οποίος δοκιμάζεται για τις αμαρτίες του. Ας μετανιώσει και να είναι βέβαιος ότι ο Θεός θα τον συγχωρήσει και θα τον αποκαταστήσει.
Τρίτο μέρος (κεφ. 32-37): Όταν ο Ιώβ σώπασε και οι τρεις φίλοι του δεν είχαν να προσθέσουν τίποτα άλλο, εμφανίζεται στη σκηνή ένας νέος, ο Ελιούς. Ο Ελιούς καταφέρεται τόσο κατά του Ιώβ, γιατί επιμένει στη δικαιοσύνη του, όσο και κατά των φίλων του, γιατί δεν μπόρεσαν να αντικρούσουν τον Ιώβ. Η επέμβαση του Ελιούς στη συζήτηση τίποτα νέο δεν προσφέρει, γιατί κατά βάση υποστηρίζει την παραδοσιακή άποψη των τριών φίλων του Ιώβ για τη σχέση της αμαρτίας με τη δοκιμασία. Για τον Ελιούς οι δοκιμασίες έρχονται από το Θεό και έχουν παιδαγωγική αξία.
Τέταρτο μέρος (38,1-42,17): Την όλη διαλογική συζήτηση μεταξύ του Ιώβ και των τριών φίλων του, καθώς και την παρέμβαση του Ελιούς κλείνουν οι λόγοι του Θεού, ο οποίος προβάλλει στην αδυναμία του ανθρώπου την παντοδυναμία του, όπως αυτή φαίνεται στο φυσικό κόσμο. Οι λόγοι του Θεού αναγκάζουν τον Ιώβ να παραδεχτεί τη δύναμη, την παντοδυναμία και την πανσοφία του Θεού. Ο Θεός επικρίνει τους φίλους του Ιώβ, γιατί δεν υπήρχε τίποτε το αληθινό στα λόγια τους και το βιβλίο τελειώνει με την αποκατάσταση του Ιώβ. Ως ανταμοιβή για την υπομονή του, ο Ιώβ αποκαταστάθηκε από τον Θεό στην αρχική του κατάσταση υγείας και ευδαιμονίας, και μάλιστα με μεγαλύτερα πλούτη. Απέκτησε πάλι επτά γιους και τρεις θυγατέρες, καθώς και τα διπλάσια ζώα, και έζησε μετά τη δοκιμασία άλλα 140 χρόνια.
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΟΔΙΚΙΑΣ
Το θέμα της θεοδικίας στην πλήρη μορφή του, γιατί δηλαδή στον παρόντα κόσμο ευτυχεί ο ασεβής και δυστυχεί ο δίκαιος, απασχόλησε από τους παλαιούς χρόνους την ανθρώπινη σκέψη, χωρίς εντούτοις να βρει μια ικανοποιητική απάντηση. Το ίδιο πρόβλημα, περιοριζόμενο όμως βασικά μόνο στο ερώτημα «γιατί δυστυχεί ο δίκαιος», προσπαθεί αν όχι να λύσει, τουλάχιστο να συζητήσει σοβαρά ο συγγραφέας του βιβλίου του Ιώβ. Σύμφωνα λοιπόν με την παλαιά ιουδαϊκή πίστη, κάθε δοκιμασία του ανθρώπου λογιζόταν ως τιμωρία του Θεού για μια αμαρτία. Η διδασκαλία αυτή της ανταπόδοσης που προϋποθέτει την ηθική διακυβέρνηση του κόσμου από προσωπικό Θεό, δέχεται την ευτυχία ή τη δυστυχία ως συνέπεια της αρετής ή της κακίας. Η παραδοσιακή αυτή πίστη, που πολλές φορές βεβαιώνεται απ' την ιερή ιστορία, ελέγχεται στο παρόν έργο από το δίκαιο αλλά και δοκιμαζόμενο Ιώβ. Η αποδυνάμωσή της μας φέρνει αντιμέτωπους με το πρόβλημα της σχέσης του κακού και της δοκιμασίας προς τη θεία δικαιοσύνη, αλλά δεν είναι σαφές ποια απάντηση δίνει σ' αυτό το βιβλίο του Ιώβ. Έτσι ή αλλιώς όμως, είναι κατεξοχήν ενδιαφέρον να δούμε τι λέγει σχετικά ο συγγραφέας του.
Αν κρίνουμε από τον πρόλογο, τα δεινά του Ιώβ αποσκοπούν στη δοκιμασία της αρετής του. Ο άμεμπτος, δίκαιος και θεοσεβής Ιώβ, παρά τη δοκιμασία του, παραμένει σταθερός στην πίστη του και δεν αμαρτάνει ενώπιον του Θεού. Ο συγγραφέας, χωρίς να δέχεται ότι ο δοκιμαζόμενος είναι και κατ' ανάγκην παραβάτης θείας εντολής, προσδίδει στα δεινά του δικαίου παιδαγωγικό χαρακτήρα. Με τη δοκιμασία δεν κρίνεται η ενοχή του Ιώβ αλλά η αρετή του. Κατά τη γνώμη των τριών φίλων του Ιώβ, στη ζωή ισχύει πάντοτε το αξίωμα της ανταπόδοσης. Για να τιμωρηθεί, λέγουν, ο Ιώβ, αυτό σημαίνει ότι δεν είναι αμέτοχος ευθύνης. Αμάρτησε, έστω και χωρίς επίγνωση, και συνεπώς τιμωρήθηκε με βάση την αρχή «αμαρτία - τιμωρία», όπως απαιτεί η ηθική τάξη και όπως μαρτυρεί η ιστορία. Η θέση του Ιώβ είναι εντελώς διαφορετική. Επιμένει στην άποψη ότι άδικα δοκιμάζεται και αντικρούει την περί ανταπόδοσης διδασκαλία. Με βάση την θλιβερή προσωπική του εμπειρία υποστηρίζει ότι στον κόσμο αυτό η αμαρτία μένει ατιμώρητη. Επιβεβαίωση του ισχυρισμού αυτού αποτελεί η αδυναμία των τριών φίλων του να αποδείξουν ότι ο Ιώβ έχει άδικο, καθώς και η κρίση του Θεού, ότι ο Ιώβ σκέπτεται σωστά ενώ οι φίλοι του όχι. Συγχρόνως όμως εκφράζεται και η προσδοκία ότι τελικά θα αναγνωριστεί η αθωότητά του και θα αξιωθεί στη μέλλουσα ζωή ευτυχούς κοινωνίας με το Θεό. Αυτά όμως αποτελούν ελπίδα μόνο και όχι ασφαλή βεβαιότητα. Οι λόγοι του Θεού βεβαιώνουν ότι το πρόβλημα παραμένει άλυτο μυστήριο. Είναι αδύνατο να κατανοήσει ο άνθρωπος τα μυστήρια της ηθικής διακυβέρνησης του κόσμου. Αντί λοιπόν να προσπαθεί να εξιχνιάσει τη θεία βουλή, ας αναγνωρίσει την παντοδυναμία του Θεού και ας υποτάξει τη βούλησή του στο θείο θέλημα.
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΙΩΒ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ, ΣΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
1. Είναι ανεξήγητο το πόσο λίγο χρησιμοποιείται το βιβλίο του Ιώβ από τους συγγραφείς της Καινής Διαθήκης. Ρητή μνεία για την «υπομονή του Ιώβ» (Ιώβ 1,21) γίνεται μόνο στο Ιακ. 5,11 ενώ πιθανά θεωρούνται μερικά άλλα παράλληλα όπως λ.χ. το Α' Κορ. 3,19 (βλ. Ιώβ 5,13) και το Ρωμ. 11,35 (βλ. Ιώβ 41,11). 2. Από τους πατέρες και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ερμηνευτικά έργα στο βιβλίο του Ιώβ έγραψαν οι: α) Ωριγένης, Εκλογαί εις Ιώβ. Εξηγητικά εις Ιώβ. β) Δίδυμος Αλεξανδρεύς, Εις τον Ιώβ. γ) Ιωάννης Χρυσόστομος, Υπομνήματα εις τον μακάριον Ιώβ. δ) Ολυμπιόδωρος Αλεξανδρινός, Υπομνήματα εις τον μακάριον Ιώβ μετά προοιμίου. 3. Από το βιβλίο του Ιώβ διαβάζονται στην Εκκλησία κατά τη διάρκεια της Μ. Εβδομάδας ο πρόλογος (1,1-2. 1,10) και ο επίλογος του (38,1-21. 42,1-5. 42,12-17).
|