ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ |
|
ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΑΡΟΙΜΙΩΝ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ |
Παρ. 10,1 Υἱὸς
σοφὸς εὐφραίνει πατέρα, υἱὸς δὲ ἄφρων
λύπη τῇ μητρί.
Παρ. 10,1 Ο συνετός και ενάρετος υιός ευφραίνει τον πατέρα
του. Εξ αντιθέτου το άμυαλο και άστοργο παιδί είναι λύπη και πικρία δια την
μητέρα του.
Παρ. 10,2 οὐκ
ὠφελήσουσι θησαυροὶ ἀνόμους, δικαιοσύνη δὲ
ῥύσεται ἐκ θανάτου.
Παρ. 10,2 Οι θησαυροί, που απεκτήθησαν με παρανομίας, δεν
έχουν να ωφελήσουν τίποτε τους παρανόμους ανθρώπους. Εξ αντιθέτου η
ελεημοσύνη και γενικώτερον η αρετή θα σώση τον άνθρωπον από την καταστροφήν
και τον πνευματικόν θάνατον.
Παρ. 10,3 οὐ λιμοκτονήσει
Κύριος ψυχὴν δικαίαν, ζωὴν δὲ ἀσεβῶν
ἀνατρέψει.
Παρ. 10,3 Ο Κυριος δεν θα επιτρέψη να πεθάνη από την πείναν
ο δίκαιος. Την καλοζωΐαν όμως και ευημερίαν των ασεβών θα την αναποδογυρίση
και θα την εξαφανίση
Παρ. 10,4 πενία ἄνδρα
ταπεινοῖ, χεῖρες δὲ ἀνδρείων πλουτίζουσιν. 4α
υἱὸς πεπαιδευμένος σοφὸς ἔσται, τῷ δὲ
ἄφρονι διακόνῳ χρήσεται.
Παρ. 10,4 Η πτωχεία εξευτελίζει τον οκνηρόν και ράθυμον. Εξ
αντιθέτου τα χέρια των εργατικών ανθρώπων φέρουν πλούτη.
Παρ. 10,5 διεσώθη ἀπὸ
καύματος υἱὸς νοήμων, ἀνεμόφθορος δὲ γίνεται ἐν
ἀμητῷ υἱὸς παράνομος.
Παρ. 10,5 Ο φρόνιμος και εξυπνος υιός γνωρίζει να προφυλάσσεται
από τας παγίδας της αμαρτίας, όπως από την ηλίασιν εν καιρώ θέρους. Ο
ασύνετος όμως και παράνομος υιός γίνεται δυστυχής και άθλιος, σαν το
μαραμμένον φυτόν κατά τον καιρόν του θερισμού, το οποίον κατέστρεψεν ο
καυστικος λίβας.
Παρ. 10,6 εὐλογία Κυρίου ἐπὶ
κεφαλὴν δικαίου, στόμα δὲ ἀσεβῶν καλύψει πένθος
ἄωρον.
Παρ. 10,6 Η ευλογία του Θεού πλουσία κατέρχεται εις την
κεφαλήν του εναρέτου. Το δε στόμα των ασεβών θα το σκεπάση πρόωρα η σιγή του
θανάτου.
Παρ. 10,7 μνήμη δικαίων μετ᾿
ἐγκωμίων, ὄνομα δὲ ἀσεβοῦς σβέννυται.
Παρ. 10,7 Η ανάμνησις των δικαίων συνοδεύεται πάντοτε από
επαίνους και εγκώμια, ενώ το όνομα του ασεβούς θα σβήση δια παντός.
Παρ. 10,8 σοφὸς
καρδίᾳ δέξεται ἐντολάς, ὁ δὲ ἄστεγος χείλεσι
σκολιάζων ὑποσκελισθήσεται.
Παρ. 10,8 Ο κατά Θεόν παιδαγωγημένος και μορφωμένος, ο
σοφός, δέχεται συμβουλάς εκ μέρους των άλλων. Εκείνος όμως που έχει απύλωτον
και αχαλίνωτον το στόμα του και λέγει πονηρά και διεστραμμένα, θα καταφρονηθή
από τους άλλους.
Παρ. 10,9 ὃς πορεύεται
ἁπλῶς, πορεύεται πεποιθώς, ὁ δὲ διαστρέφων τὰς
ὁδοὺς αὐτοῦ, γνωσθήσεται.
Παρ. 10,9 Οποιος πορεύεται με αθωότητα και ευθύτητα,
προχωρεί με πεποίθησιν και θάρρος, διότι δεν θα καταισχυνθή. Εξ αντιθέτου
εκείνος, του οποίου οι δρόμοι της ζωής είναι δόλιοι και διεστραμμένοι, θα
γίνη μίαν ημέραν γνωστός και θα καταφρονηθή.
Παρ. 10,10 ὁ ἐννεύων
ὀφθαλμοῖς μετὰ δόλου, συνάγει ἀνδράσι λύπας, ὁ
δὲ ἐλέγχων μετὰ παῤῥησίας,
εἰρηνοποιεῖ.
Παρ. 10,10 Εκείνος που κάνει με τα μάτια του νοήματα
συγκατανεύσεως, ανειλικρινή όμως και δόλια, συσσωρεύει πικρίας και λύπας
στους ανθρώπους. Εξ αντιθέτου εκείνος ο οποίος ελέγχει φανερά και μετά
θάρρους, αποκαθιστά ειρήνην στον ίδιον τον άνθρωπον και στους ανθρώπους
μεταξύ των.
Παρ. 10,11 πηγὴ ζωῆς
ἐν χειρὶ δικαίου, στόμα δὲ ἀσεβοῦς καλύψει
ἀπώλεια.
Παρ. 10,11 Εις το χέρι του δικαίου υπάρχει η πηγή της ζωής,
της καλωσύνης και της αγάπης. Εξ αντιθέτου το πονηρόν στόμα του ασεβούς θα το
σκεπάση η απώλεια και ο όλεθρος.
Παρ. 10,12 μῖσος
ἐγείρει νεῖκος, πάντας δὲ τοὺς μὴ
φιλονεικοῦντας καλύπτει φιλία.
Παρ. 10,12 Το μίσος προκαλεί και δημιουργεί φιλονεικίας και
έριδας, όλους δε εκείνους που δεν φιλονεικούν, τους στεγάζει και τους συνδέει
φιλία και αγάπη.
Παρ. 10,13 ὃς ἐκ
χειλέων προφέρει σοφίαν, ῥάβδῳ τύπτει ἄνδρα ἀκάρδιον.
Παρ. 10,13 Οποιος βγάζει από τα χείλη του σοφούς κατά Θεόν
λόγους, είναι σαν να κτυπά με ράβδον τον ψυχικώς ακαλλιέργητον άνθρωπον.
Παρ. 10,14 σοφοὶ κρύψουσιν
αἴσθησιν, στόμα δὲ προπετοῦς ἐγγίζει συντριβῇ.
Παρ. 10,14 Οι πραγματικά σοφοί αποταμιεύουν και κρύπτουν εντός
των την γνώσιν, δια να την χρησιμοποιήσουν εκεί που πρέπει, ενώ το στόμα του
απερίσκεπτου, που επιπολαίως πετάει τα λόγια του, οδηγεί εις πλήρη συντριβήν.
Παρ. 10,15 κτῆσις πλουσίων
πόλις ὀχυρά, συντριβὴ δὲ ἀσεβῶν πενία.
Παρ. 10,15 Η περιουσία των ευσεβών πλουσίων μένει σταθερά ωσάν
την ωχυρωμένην πόλιν, τους ασεβείς όμως, και αν πλουτήσουν, θα τους συντρίψη
εν τέλει η φτώχεια.
Παρ. 10,16 ἔργα δικαίων
ζωὴν ποιεῖ, καρποὶ δὲ ἀσεβῶν
ἁμαρτίας.
Παρ. 10,16 Τα έργα των δικαίων καθιστούν την ζωήν αυτών των
ιδίων και των άλλων ευτυχισμένην, ενώ οι καρποί των ασεβών είναι αι
ψυχοκτόνοι αμαρτίαι.
Παρ. 10,17 ὁδοὺς
δικαίας ζωῆς φυλάσσει παιδεία, παιδεία δὲ ἀνεξέλεγκτος
πλανᾶται.
Παρ. 10,17 Η κατά Θεόν διαπαιδαγώγησις και μόρφωσις διατηρεί
ορθάς τας πορείας της ζωής μας. Εξ αντιθέτου η κακή ανατροφή, η χωρίς
υποδείξεις και ελέγχους παιδαγωγία οδηγεί εις ολεθρίας πλάνας.
Παρ. 10,18 καλύπτουσιν ἔχθραν
χείλη δίκαια, οἱ δὲ ἐκφέροντες λοιδορίας ἀφρονέστατοί
εἰσιν.
Παρ. 10,18 Και αν υπάρχη κάποια εχθρότης εις την καρδίαν των
δικαίων ανθρώπων, το στόμα των δεν την εκφράζει, αλλά την σκεπάζει. Εξ
αντιθέτου αυτοί, οι οποίοι εκστομίζουν λόγους υβριστικούς, είναι αφρονέστατοι
και ανοητότατοι.
Παρ. 10,19 ἐκ πολυλογίας
οὐκ ἐκφεύξῃ ἁμαρτίαν, φειδόμενος δὲ χειλέων
νοήμων ἔσῃ.
Παρ. 10,19 Από την πολυλογίαν δεν θα ξεφύγης την αμαρτίαν, ενώ
εάν προσέχης τα χείλη σου και είσαι λιγοστός εις τα λόγια σου, θα φανής
συνετός και φρόνιμος.
Παρ. 10,20 ἄργυρος
πεπυρωμένος γλῶσσα δικαίου, καρδία δὲ ἀσεβοῦς
ἐκλείψει.
Παρ. 10,20 Η γλώσσα του δικαίου είναι καθαρά ωσάν τον άργυρον,
που έχει καθαρισθή δια του πυρός, ενώ η καρδία του ασεβούς είναι διεφθαρμένη
και θα εξαφανισθή.
Παρ. 10,21 χείλη δικαίων ἐπίσταται
ὑψηλά, οἱ δὲ ἄφρονες ἐν ἐνδείᾳ
τελευτῶσιν.
Παρ. 10,21 Τα χείλη των δικαίων γνωρίζουν να ομιλούν δι' υψηλά
και σοφά νοήματα. Ενῷ οι αμαρτωλοί και ασύνετοι
πεθαίνουν μέσα εις την πνευματικήν των γυμνότητα και πτωχείαν.
Παρ. 10,22 εὐλογία Κυρίου
ἐπὶ κεφαλὴν δικαίου· αὕτη πλουτίζει, καὶ
οὐ μὴ προστεθῇ αὐτῇ λύπη ἐν καρδία.
Παρ. 10,22 Η ευλογία του Κυρίου πλουσία κατέρχεται εις την
κεφαλήν του δικαίου. Αυτή τον κάμνει πλούσιον και χάρις εις αυτήν δεν θα
κατακυριεύση λύπη την καρδίαν του.
Παρ. 10,23 ἐν γέλωτι
ἄφρων πράσσει κακά, ἡ δὲ σοφία ἀνδρὶ τίκτει
φρόνησιν.
Παρ. 10,23 Με ανόητα γέλια ο ασύνετος διαπράττει τα πονηρά
αυτού έργα. Η σοφία όμως χαρίζει στον άνθρωπον σύνεσιν και διάκρισιν, πως να
φέρεται εις τας διαφόρους περιστάσεις.
Παρ. 10,24 ἐν
ἀπωλείᾳ ἀσεβὴς περιφέρεται, ἐπιθυμία δὲ
δικαίου δεκτή.
Παρ. 10,24 Μέσα εις την φθοράν και τον όλεθρον κινείται συνεχώς
ο ασεβής. Οι ευγενείς όμως και ιεροί πόθοι του δικαίου γίνονται δεκτοί από
τον Θεόν και εκπληρώνονται.
Παρ. 10,25 παραπορευομένης
καταιγίδος ἀφανίζεται ἀσεβής, δίκαιος δὲ ἐκκλίνας
σώζεται εἰς τὸν αἰῶνα.
Παρ. 10,25 Οταν εκσπά καταιγίς κινδύνων και περιπετειών ο
ασεβής δεν γνωρίζει πως να προφυλαχθή και καταστρέφεται. Εξ αντιθέτου ο
δίκαιος, χάρις στον παρά του Θεού φωτισμόν, ευρίσκει τρόπον σωτηρίας,
παρεκκλίνει από τον κίνδυνον και σώζεται πάντοτε.
Παρ. 10,26 ὥσπερ
ὄμφαξ ὀδοῦσι βλαβερὸν καὶ καπνὸς
ὄμμασιν, οὕτως παρανομία τοῖς χρωμένοις αὐτῇ.
Παρ. 10,26 Οπως το άγουρο σταφύλι είναι βλαβερόν δια τα δόντια
και ο καπνός δια τα μάτια, έτσι είναι βλαβερά και η παρανομία, δι' όλους τους
ανθρώπους οι οποίοι την διαπράττουν.
Παρ. 10,27 φόβος Κυρίου
προστίθησιν ἡμέρας, ἔτη δὲ ἀσεβῶν
ὀλιγωθήσεται.
Παρ. 10,27 Η ευσέβεια προς τον Θεόν χαρίζει μακροβιότητα. Εξ
αντιθέτου τα έτη της ζωής των ασεβών θα είναι ολίγα.
Παρ. 10,28 ἐγχρονίζει
δικαίοις εὐφροσύνη, ἐλπὶς δὲ ἀσεβῶν
ἀπολεῖται.
Παρ. 10,28 Η χαρά και η ευφροσύνη παραμένει επί πολύν χρόνον
στους δικαίους. Η ελπίς όμως των ασεβών δια μίαν καλυτέραν ζωήν, θα μείνη
ανεκπλήρωτος, θα χαθή και θα εξαφανισθή.
Παρ. 10,29 ὀχύρωμα
ὁσίου φόβος Κυρίου, συντριβὴ δὲ τοῖς ἐργαζομένοις
κακά.
Παρ. 10,29 Η ευλάβεια και ο σεβασμός του δικαίου προς τον
Κυριον είναι δι' αυτόν απόρθητον οχύρωμα. Εκείνοι όμως, που διαπράττουν τα
κακά, θα καταστραφούν.
Παρ. 10,30 δίκαιος εἰς
τὸν αἰῶνα οὐκ ἐνδώσει, ἀσεβεῖς
δὲ οὐκ οἰκήσουσι γῆν.
Παρ. 10,30 Ο δίκαιος ποτε δεν θα μετακινηθή από την θέσιν του,
δεν θα εκδιωχθή από τον οίκον, από το πάτριον εδαφος· ενώ οι ασεβείς εξ
αντιθέτου θα ξερριζωθούν, δεν θα κατοικήσουν μονίμως εις αυτό.
Παρ. 10,31 στόμα δικαίου ἀποστάζει
σοφίαν, γλῶσσα δὲ ἀδίκου ἐξολεῖται.
Παρ. 10,31 Το στόμα του δικαίου στάζει, ωσάν γλυκύ μέλι, την
σοφίαν πάντοτε. Η γλώσσα όμως του πονηρού και αδίκου θα εξολοθρευθή.
Παρ. 10,32 χείλη ἀνδρῶν
δικαίων ἀποστάζει χάριτας, στόμα δὲ ἀσεβῶν
ἀποστρέφεται.
Παρ. 10,32 Τα χείλη των δικαίων στάζουν πάντοτε χάριτας Θεού,
ενώ το στόμα των ασεβών προκαλεί την αηδίαν και αποστροφήν.
|
Παρ. 11,1 Ζυγοὶ δόλιοι
βδέλυγμα ἐνώπιον Κυρίου, στάθμιον δὲ δίκαιον δεκτὸν
αὐτῷ.
Παρ. 11,1 Δολιες ζυγαριές, που ζυγίζουν άδικα, είναι
αποκρουστικές και μισητές ενώπιον του Κυρίου. Ζυγια δε ορθά και σωστά είναι
δεκτά και ευλογημένα από τον Θεόν.
Παρ. 11,2 οὗ
ἐὰν εἰσέλθῃ ὕβρις, ἐκεῖ καὶ
ἀτιμία· στόμα δὲ ταπεινῶν μελετᾷ σοφίαν
Παρ. 11,2 Οπου θα εισέλθη και θα κυριαρχήση υπερηφάνεια,
εκεί θα ακολουθήση ο εξευτελισμός και η ταπείνωσις. Η διάνοια δε των αληθινά
ταπεινών ανθρώπων μελετά ορθά και συνετά και το στόμα των εκφράζει σοφά
λόγια. Η τελειότης των εναρέτων ανθρώπων θα οδηγή αυτούς με ασφάλειαν, ενώ
αυτούς, που παραβαίνουν τον θείον νόμον, η υποδούλωσις και η αποτυχία θα τους
έχουν λάφυρόν των.
Παρ. 11,3 ἀποθανὼν
δίκαιος ἔλιπε μετάμελον, πρόχειρος δὲ γίνεται καὶ
ἐπίχαρτος ἀσεβῶν ἀπώλεια.
Παρ. 11,3 Ο δίκαιος όταν αποθάνη, αφήνει όπισθέν του λύπην
δια τον θάνατόν του· ο όλεθρος όμως των ασεβών γίνεται αμέσως και μετά χαράς
δεκτός.
Παρ. 11,4 ούκ ωφελήσει υπάρχοντα
έν ημέρα θυμού, δικαιοσύνη δε ρύσεται από θανάτου.
Παρ. 11,4 Δεν θα ωφελήσουν τα πλουτή, όταν εκσπάση η θεία
οργή. Ενῷ η αρετή θα σώση τον άνθρωπον από πολλά δεινά και από
τον αιώνιον θάνατον.
Παρ. 11,5 δικαιοσύνη ἀμώμους
ὀρθοτομεῖ ὁδούς, ἀσέβεια δὲ περιπίπτει
ἀδικίᾳ.
Παρ. 11,5 Η αρετή χαράσσει άψογον και ευθείαν την οδόν των
ανθρώπων. Η ασέβεια όμως περιπίπτει και περιπλέκεται μέσα εις πολλάς αδικίας.
Παρ. 11,6 δικαιοσύνη ἀνδρῶν
ὀρθῶν ῥύεται αὐτούς, τῇ δὲ
ἀπωλείᾳ αὐτῶν ἁλίσκονται παράνομοι.
Παρ. 11,6 Η αρετή λυτρώνει τους ευσυνειδήτους και εντίμους
ανθρώπους. Ενῷ οι παραβάται του θείου νόμου
συλλαμβάνονται εις την παγίδα της απωλείας και του ολέθρου.
Παρ. 11,7 τελευτήσαντος ἀνδρὸς
δικαίου οὐκ ὄλλυται ἐλπίς, τὸ δὲ καύχημα
τῶν ἀσεβῶν ὄλλυται.
Παρ. 11,7 Οταν τελευτήση ο δίκαιος άνθρωπος, δεν χάνεται η
ελπίς της σωτηρίας του· εξ αντιθέτου δε εκείνα δια τα οποία εκαυχώντο οι
ασεβείς, ο πλούτος, η δύναμις και η δόξα των, εξαφανίζονται εξ ολοκλήρου.
Παρ. 11,8 δίκαιος ἐκ θήρας
ἐκδύνει, ἀντ᾿ αὐτοῦ δὲ παραδίδοται
ὁ ἀσεβής.
Παρ. 11,8 Ο δίκαιος διαφεύγει τας παγίδας, που του στήνουν
ως πονηροί θηρευταί οι ασεβείς, αντ' αυτού δε συλλαμβάνεται εις την παγίδα
και παραδίδεται ο ασεβής.
Παρ. 11,9 ἐν στόματι
ἀσεβῶν παγὶς πολίταις, αἴσθησις δὲ δικαίων
εὔοδος.
Παρ. 11,9 Οι ασεβείς με τα δόλια λόγιοι των στήνουν παγίδας
δια τους συμπολίτας των· ενώ οι δίκαιοι με την συνετήν συμπεριοοράν των
καθιστούν ομαλούς τους δρόμους της ζωής των άλλων.
Παρ. 11,10 ἐν
ἀγαθοῖς δικαίων κατώρθωσε πόλις,
Παρ. 11,10 Με τα συνετά λόγια και τα ενάρετα έργα των δικαίων
ανορθώνονται και προοδεύουν αι πόλεις. Οταν οι ασεβείς καταστρέφωνται, επικρατεί
χαρά και αγαλλίασις. Με τας ευλογίας, που δίδει ο Θεός στους ειλικρινείς και
εντίμους, θα δοξασθή και θα προοδεύση η πόλις.
Παρ. 11,11 στόμασι δὲ
ἀσεβῶν κατεσκάφη.
Παρ. 11,11 Με τα ψευδή, τα πονηρά και τα φαύλα λόγια, που
εξέρχονται από τα στόματα των ασεβών, ανασκάπτεται εκ θεμελίων και
καταστρέφεται η πόλις.
Παρ. 11,12 μυκτηρίζει πολίτας ἐνδεὴς
φρενῶν, ἀνὴρ δὲ φρόνιμος ἡσυχίαν ἄγει.
Παρ. 11,12 Ο ασύνετος και ανόητος περιγελά τους συμπολίτας
του, ενώ ο φρόνιμος ανήρ μένει ήσυχος, διότι γνωρίζει να συγκρατή την γλώσσαν
του.
Παρ. 11,13 ἀνὴρ
δίγλωσσος ἀποκαλύπτει βουλὰς ἐν συνεδρίῳ,
πιστὸς δὲ πνοῇ κρύπτει πράγματα.
Παρ. 11,13 Ο διπρόσωπος και ακριτόμυθος άνθρωπος φανερώνει τας
απορρήτους αποφάσεις των συμβουλίων, ενώ ο εχέμυθος και αξιόπιστος δεν
εκφράζει, αλλά αποκρύπτει επιμελώς τας μυστικάς συζητήσεις και αποφάσεις.
Παρ. 11,14 οἷς μὴ
ὑπάρχει κυβέρνησις, πίπτουσιν ὥσπερ φύλλα, σωτηρία δὲ
ὑπάρχει ἐν πολλῇ βουλῇ.
Παρ. 11,14 Οι άνθρωποι, από τους οποίους λείπει η συνετή
διακυβέρνησις, πίπτουν όπως τα μαραμμένα φύλλα των δένδρων. Η σωτηρία δε
κατορθώνεται δια μέσου πολλής σκέψεως και μελέτης.
Παρ. 11,15 πονηρὸς
κακοποιεῖ ὅταν συμμίξῃ δικαίῳ, μισεῖ δὲ
ἦχον ἀσφαλείας.
Παρ. 11,15 Ο πονηρός άνθρωπος, προσεταιριζόμενος τον δίκαιον
και κρυπτόμενος όπισθεν του κύρους εκείνου, διαπράττει ευχερέστερον το κακόν.
Μισεί δε κάθε φωνήν ανθρώπου και ήχον σάλπιγγας, δια του οποίου θα
ειδοποιηθούν οι άλλοι και θα ασφαλισθούν από αυτόν.
Παρ. 11,16 γυνὴ
εὐχάριστος ἐγείρει ἀνδρὶ δόξαν, θρόνος δὲ
ἀτιμίας γυνὴ μισοῦσα δίκαια. πλούτου ὀκνηροὶ
ἐνδεεῖς γίνονται, οἱ δὲ ἀνδρεῖοι
ἐρείδονται πλούτῳ.
Παρ. 11,16 Γυνή κοσμημένη με ηθικά χαρίσματα γίνεται αφορμή
και αιτία δόξης δια τον σύζυγόν της. Εξ αντιθέτου η γυναίκα, η οποία μισεί
και αποστρέφεται την δικαιοσύνην και την αρετήν, γίνεται αιτία και εστία
καταφρονήσεως και εξευτελισμού δια τον άνδρα της. Οι οκνηροί, κατασωτεύοντες
τα όσα έχουν, απογυμνώνονται από τα πλούτη των. Εξ αντιθέτου δε οι εργατικοί
και δραστήριοι πλουτίζουν και στηρίζονται ασφαλείς εις τα πλούτη των.
Παρ. 11,17 τῇ ψυχῇ
αὐτοῦ ἀγαθὸν ποιεῖ ἀνὴρ
ἐλεήμων, ἐξολλύει δὲ αὐτοῦ σῶμα ὁ
ἀνελεήμων.
Παρ. 11,17 Ο άνθρωπος, που ελεεί τους άλλους, κάμνει εις την
πραγματικότητα μεγάλο καλόν στον εαυτόν του, εις την ψυχήν και το σώμα του. Ο
δε άσπλαγχνος και ανελεήμων καταστρέφει την επίγειον ζωήν του και την ψυχήν
του.
Παρ. 11,18 ἀσεβεῖς
ποιεῖ ἔργα ἄδικα, σπέρμα δὲ δικαίων μισθὸς
ἀληθείας.
Παρ. 11,18 Ο ασεβής διαπράττει έργα άδικα και μάταια χωρίς
καμμίαν ωφέλειαν δια τον εαυτόν του. Οσα όμως έργα καλά σπείρουν και
πραγματοποιήσουν οι δίκαιοι, θα είναι δι' αυτούς αληθινή μισθαποδοσία και
ανταμοιβή.
Παρ. 11,19 υἱὸς
δίκαιος γεννᾶται εἰς ζωήν, διωγμὸς δὲ
ἀσεβοῦς εἰς θάνατον.
Παρ. 11,19 Ανθρωπος δίκαιος θα ζήση ευτυχισμένην ζωήν, ο
ασεβής όμως, ο οποίος επιδιώκει το κακόν, θα καταλήξη στον όλεθρον.
Παρ. 11,20 βδέλυγμα Κυρίῳ
διεστραμμέναι ὁδοί, προσδεκτοὶ δὲ αὐτῷ πάντες
ἄμωμοι ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν.
Παρ. 11,20 Οι διεστραμμένοι τρόποι ζωής του ασεβούς είναι
αποκρουστικοί και μισητοί ενώπιον του Κυρίου. Εξ αντιθέτου είναι αγαπητοί εις
αυτόν οι ακέραιοι και άμωμοι εις όλας τας εκδηλώσεις της ζωής των.
Παρ. 11,21 χειρὶ
χεῖρας ἐμβαλὼν ἀδίκως οὐκ ἀτιμώρητος
ἔσται, ὁ δὲ σπείρων δικαιοσύνην λήψεται μισθὸν πιστόν.
Παρ. 11,21 Εκείνος που δίδει το χέρι του στο χέρι του άλλου
και συνάπτει συμφωνίαν δια την πραγματοποίησιν αδίκων έργων, δεν θα μείνη
ατιμώρητος παρά Θεού και ανθρώπων. Οποιος όμως σκορπίζει παντού τα έργα της
αρετής θα πάρη τον πρέποντα μισθόν.
Παρ. 11,22 ὥσπερ
ἐνώτιον ἐν ῥινὶ ὑός, οὕτως γυναικὶ
κακόφρονι κάλλος.
Παρ. 11,22 Ο,τι είναι το χρυσό σκουλαρίκι εις την μύτην του
χοίρου, κάτι τέτοιο είναι και το κάλλος εις την ασύνετον και με αμαρτωλά
φρονήματα γυναίκα.
Παρ. 11,23 ἐπιθυμία δικαίων
πᾶσα ἀγαθή, ἐλπὶς δὲ ἀσεβῶν
ἀπολεῖται.
Παρ. 11,23 Ολαι αι επιθυμίαι των δικαίων είναι αγαθαί και θα
πραγματοποιηθούν εκ μέρους του Θεού. Καθε δε πονηρά ελπίς των ασεβών
ανθρώπων, διότι είναι κακή, θα καταστραφή.
Παρ. 11,24 εἰσὶν
οἳ τὰ ἴδια σπείροντες πλείονα ποιοῦσιν,
εἰσὶ δὲ καὶ οἳ συνάγοντες
ἐλαττονοῦνται.
Παρ. 11,24 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι σκορπίζουν απλόχερα τα
αγαθά των δια την εξυπηρέτησιν των άλλων και με την ευλογίαν του Θεού
αποκτούν πολύ περισσότερα. Υπάρχουν δε εξ αντιθέτου και άλλοι, οι οποίοι, αν
και διαρκώς συγκεντρώνουν υλικά αγαθά με παρανόμους τρόπους, πάντοτε
στερούνται.
Παρ. 11,25 ψυχὴ
εὐλογουμένη πᾶσα ἁπλῆ, ἀνὴρ δὲ
θυμώδης οὐκ εὐσχήμων.
Παρ. 11,25 Ο ευθύς, ο άκακος άνθρωπος έχει πάντοτε τας
ευλογίας εκ μέρους του Θεού και τον έπαινον εκ μέρους των ανθρώπων. Ανθρωπος
όμως, που αποθηριώνεται από τον θυμόν, έχει αποκρουστικήν συμπεριφοράν και
κακήν την εμφάνισιν.
Παρ. 11,26 ὁ συνέχων
σῖτον ὑπολείποιτο αὐτὸν τοῖς ἔθνεσιν,
εὐλογίαν δὲ εἰς κεφαλὴν τοῦ μεταδιδόντος.
Παρ. 11,26 Δι' εκείνον, που συνάγει και κρύπτει το σιτάρι εν
καιρώ λιμού, με τον σκοπον να το πωλήση πανάκριβα, όλοι εύχονται να του το
λεηλατήσουν ξένοι επιδρομείς και εχθροί. Η ευλογία δε του Θεού χορηγείται
πλουσία εις εκείνον που δίδει και στους άλλους.
Παρ. 11,27 τεκταινόμενος ἀγαθὰ
ζητεῖ χάριν ἀγαθήν, ἐκζητοῦντα δὲ κακά,
καταλήψεται αὐτόν.
Παρ. 11,27 Αυτός που σκέπτεται πάντοτε και πράττει το καλόν,
επιδιώκει και ευρίσκει πολλήν χάριν εκ μέρους του Θεού. Εκείνον όμως, ο
οποίος επιζητεί να πράττη τα κακά εις βάρος των άλλων, αυτά τα κακά θα
επιπέσουν επί της κεφαλής του και θα τον συντρίψουν.
Παρ. 11,28 ὁ πεποιθὼς
ἐπὶ πλούτῳ οὗτος πεσεῖται, ὁ δὲ
ἀντιλαμβανόμενος δικαίων οὗτος ἀνατελεῖ.
Παρ. 11,28 Εκείνος, που έχει πεποίθησιν και ελπίδα στον
πλούτον του, θα πέση και θα καταστραφή. Εκείνος όμως, που βοηθεί και
υποστηρίζει τους αναξιοπαθούντας δικαίους, αυτός θα ανατείλη ωσάν λαμπρός
ήλιος.
Παρ. 11,29 ὁ μὴ
συμπεριφερόμενος τῷ ἑαυτοῦ οἴκῳ κληρονομήσει
ἄνεμον, δουλεύσει δὲ ἄφρων φρονίμῳ.
Παρ. 11,29 Εκείνος, που δεν ζη και δεν συμπεριφέρεται καλά
μέσα στο σπίτι του, θα κληρονομήση αέρα, θα γίνη δηλαδή πτωχός. Ο άμυαλος και
ασύνετος θα καταντήση δούλος στον συνετόν.
Παρ. 11,30 ἐκ καρποῦ
δικαιοσύνης φύεται δένδρον ζωῆς, ἀφαιροῦνται δὲ
ἄωροι ψυχαὶ παρανόμων.
Παρ. 11,30 Από τους καρπούς και τα έργα της δικαιοσύνης
φυτρώνει και μεγεθύνεται το δένδρον της μακράς και ευτυχισμένης ζωής· ενώ η
ζωή των παρανόμων ανδρών αφαιρείται πρόωρα.
Παρ. 11,31 εἰ ὁ
μὲν δίκαιος μόλις σώζεται, ὁ ἀσεβὴς καὶ
ἁμαρτωλὸς ποὺ φανεῖται;
Παρ. 11,31 Εάν όμως και αυτός ακόμη ο δίκαιος μόλις και μετά
βίας σώζεται, ο ασεβής και ο αμαρτωλός πως θα τολμήση να παρουσιασθή ενώπιον
του Θεού;
|
Παρ. 12,1 Ὁ
ἀγαπῶν παιδείαν, ἀγαπᾷ αἴσθησιν, ὁ
δὲ μισῶν ἐλέγχους ἄφρων.
Παρ. 12,1 Εκείνος ο οποίος αγαπά την κατά Θεόν παιδείαν και
μόρφωσιν, αγαπά την αληθινήν γνώσιν και ορθήν διάκρισιν. Οποιος όμως μισεί
και αποστρέφεται τους ελέγχους, είναι ανόητος και ασύνετος.
Παρ. 12,2 κρείσσων ὁ
εὑρὼν χάριν παρὰ Κυρίῳ, ἀνὴρ δὲ
παράνομος παρασιωπηθήσεται.
Παρ. 12,2 Πολύ καλύτερος από όλους είναι ο άνθρωπος, που
ευρήκε και έλαβε χάριν δια της ευσεβείας του από τον Κυριον. Ο δε παράνομος
άνθρωπος θα λησμονηθή από τον Θεόν και τους ανθρώπους.
Παρ. 12,3 οὐ κατορθώσει ἄνθρωπος
ἐξ ἀνόμου, αἱ δὲ ῥίζαι τῶν δικαίων
οὐκ ἐξαρθήσονται.
Παρ. 12,3 Κανείς άνθρωπος δεν θα προκόψη και δεν θα
κατευοδωθή με τας παρανομίας του. Αι ρίζαι όμως των δικαίων μένουν στερεαί
στο έδαφος, ώστε και αυτοί και οι απόγονοί των να μη χαθούν.
Παρ. 12,4 γυνὴ
ἀνδρεία στέφανος τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς·
ὥσπερ δὲ ἐν ξύλῳ σκώληξ, οὕτως ἄνδρα
ἀπόλλυσι γυνὴ κακοποιός.
Παρ. 12,4 Γυνή εργατική, δράστηρία και ενάρετος, είναι
στέφανος δόξης δια τον άνδρα της. Εξ αντιθέτου η κακότροπος γυναίκα
καταστρέφει τον άνδρα της, όπως ο σκώληξ κατατρώγει το ξύλον.
Παρ. 12,5 λογισμοὶ δικαίων
κρίματα, κυβερνῶσι δὲ ἀσεβεῖς δόλους.
Παρ. 12,5 Αι σκέψεις, αι κρίσεις και αι αποφάσεις των
δικαίων είναι πάντοτε ορθαί, ενώ οι ασεβείς μηχανεύονται και πρωτοστατούν εις
δόλια σχέδια.
Παρ. 12,6 λόγοι ἀσεβῶν
δόλιοι, στόμα δὲ ὀρθῶν ῥύσεται αὐτούς.
Παρ. 12,6 Οι λόγοι των ασεβών είναι πάντοτε γεμάτοι
δολιότητα και επιβουλήν. Το στόμα όμως των ειλικρινών και εντίμων ανθρώπων
λέγει πάντοτε την αλήθειαν, η οποία και τους λυτρώνει από τας δολιότητας των
κακών.
Παρ. 12,7 οὗ
ἐὰν στραφῇ ὁ ἀσεβής, ἀφανίζεται,
οἶκοι δὲ δικαίων παραμένουσι.
Παρ. 12,7 Οπου και αν στραφή και καταφύγη ο ασεβής, τελικώς
θα καταστραφή, ενώ οι οίκοι των δικαίων παραμένουν σώοι και ασφαλείς.
Παρ. 12,8 στόμα συνετοῦ ἐγκωμιάζεται
ὑπὸ ἀνδρός, νωθροκάρδιος δὲ μυκτηρίζεται.
Παρ. 12,8 Το στόμα του συνετού, δια τα σοφά και φρόνιμα
λόγια του, επαινείται και εγκωμιάζεται από κάθε φρόνιμον άνδρα. Ενῷ
ο δια την ραθυμίαν και αμαρτωλότητα αυτού νωθρός εις την σκέψιν και βραδύνους
εμπαίζεται.
Παρ. 12,9 κρείσσων ἀνὴρ
ἐν ἀτιμίᾳ δουλεύων ἑαυτῷ ἢ τιμὴν
ἑαυτῷ περιτιθεὶς καὶ προσδεόμενος ἄρτου.
Παρ. 12,9 Καλύτερος και προτιμότερος είναι ο άνθρωπος, ο
έστω και κοινωνικώς κατώτερος, ο οποίος όμως με την έντιμον εργασίαν του
εξυπηρετεί τον εαυτόν του και την οικογένειάν του, παρά μωροκενόδοξος, ο
οποίος με τίτλους ευγενείας άνευ αξίας επιζητεί δόξαν, καθ' ον χρόνον
στερείται και αυτού του επιουσίου άρτου.
Παρ. 12,10 δίκαιος οἰκτείρει
ψυχὰς κτηνῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ σπλάγχνα
τῶν ἀσεβῶν ἀνελεήμονα.
Παρ. 12,10 Ο δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος πονεί και
ενδιαφέρεται και δι' αυτά ακόμη τα ζώα του. Τα σπλάγχνα όμως των ασεβών είναι
άπονα και σκληρά προς πάντας και προς πάντα.
Παρ. 12,11 ὁ
ἐργαζόμενος τὴν ἑαυτοῦ γῆν ἐμπλησθήσεται
ἄρτων, οἱ δὲ διώκοντες μάταια ἐνδεεῖς
φρενῶν.
Παρ. 12,11 Εκείνος που καλλιεργεί με επιμονήν και ενδιαφέρον
τους αγρούς του, θα χορτάση ψωμί. Οσοι όμως επιζητούν μάταια και ακατόρθωτα
πράγματα και καταστρώνουν μεγάλα απραγματοποίητα σχέδια, αυτοί είναι ανόητοι
και θα πεινάσουν.
Παρ. 12,11α ὅς
ἐστιν ἡδὺς ἐν οἴνων διατριβαῖς, ἐν
τοῖς ἑαυτοῦ ὀχυρώμασι καταλείψει ἀτιμίαν.
Παρ. 12,11α Οποιος ευχαριστείται και
γλυκαίνεται να συχνάζη εις τα οινοπωλεία και να μεθά αυτός θα κληροδοτήση στο
σπίτι του εξευτελισμόν και έντροπήν.
Παρ. 12,12 ἐπιθυμίαι
ἀσεβῶν κακαί, αἱ δὲ ῥίζαι τῶν
εὐσεβῶν ἐν ὀχυρώμασι.
Παρ. 12,12 Αι επιθυμίαι των ασεβών είναι πάντοτε κακαί και
οδηγούν εις την καταστροφήν, ενώ αι ρίζαι των ευσεβών είναι απλωμέναι
ασφαλείς και αμετακίνητοι. Αυτοί και οι απόγονοί των θα ευδοκιμήσουν.
Παρ. 12,13 δι᾿
ἁμαρτίαν χειλέων ἐμπίπτει εἰς παγίδας ἁμαρτωλός,
ἐκφεύγει δὲ ἐξ αὐτῶν δίκαιος.
Παρ. 12,13 Ο αμαρτωλός εξ αιτίας των ψευδολογιών και των άλλων
δολίων λόγων του περιπίπτει και συλλαμβάνεται εις παγίδας. Ο ενάρετος όμως άνθρωπος,
που προσέχει τα λόγια του, διαφεύγει από αυτάς τας παγίδας.
Παρ. 12,13α ὁ
βλέπων λεῖα ἐλεηθήσεται, ὁ δὲ συναντῶν ἐν
πύλαις ἐκθλίψει ψυχάς.
Παρ. 12,13α Εκείνος, που έχει ήρεμον και
γλυκύ το βλέμμα, εφελκύει την συμπάθειαν εκ μέρους των άλλων. Ο φίλερις όμως
και φιλόδικος, που τρέχει εις τα δικαστήρια δια να συναντηθή εκεί με τους
αντιδίκους του, θα δημιουργήση εις εκείνους και στον εαυτόν του στενόχωρον
ψυχικήν κατάστασιν.
Παρ. 12,14 ἀπὸ
καρπῶν στόματος ψυχὴ ἀνδρὸς πλησθήσεται
ἀγαθῶν, ἀνταπόδομα δὲ χειλέων αὐτοῦ
δοθήσεται αὐτῷ.
Παρ. 12,14 Από τα καλά λόγια, που σαν ωραίοι καρποί βγαίνουν
από το στόμα του εντίμου και δικαίου, θα γεμίση η ζωή του από αγαθά. Σαν
μισθός δε των χειλέων του θα δοθή εις αυτόν χάρις εκ μέρους του Θεού και η
υπόληψις εκ μέρους των ανθρώπων.
Παρ. 12,15 ὁδοὶ
ἀφρόνων ὀρθαὶ ἐνώπιον αὐτῶν,
εἰσακούει δὲ συμβουλίας σοφός.
Παρ. 12,15 Οι ανόητοι και μωροκενόδοξοι θεωρούν ορθάς τας
πορείας της ζωής των, ενώ εις την πραγματικότητα είναι διεστραμμένοι και
ολέθριαι. Ο σοφός όμως άνθρωπος ακούει τας συμβουλάς των άλλων και δέχεται
υποδείξεις.
Παρ. 12,16 ἄφρων
αὐθημερὸν ἐξαγγέλλει ὀργὴν αὐτοῦ,
κρύπτει δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀτιμίαν ἀνὴρ
πανοῦργος.
Παρ. 12,16 Ο ασύνετος, υπό το κράτος των πρώτων εντυπώσεων,
εκσπά αμέσως εις οργήν, επιβλαβή δια τον εαυτόν του και δια τους άλλους. Ενῷ
ο συνετός και μυαλωμένος άνθρωπος συγκρατεί την οργήν του, διότι την θεωρεί
ταπείνωσιν αι εξευτελισμόν.
Παρ. 12,17 ἐπιδεικνυμένην
πίστιν ἀπαγγέλλει δίκαιος, ὁ δὲ μάρτυς τῶν
ἀδίκων δόλιος.
Παρ. 12,17 Αποδεδειγμένην, καθαράν και αξιόπιστον μαρτυρίαν
καταθέτει ο δίκαιος ενώπιον του δικαστηρίου, ενώ ο ψευδομάρτυς καταθέτει
ψευδείς και δολίας μαρτυρίας.
Παρ. 12,18 εἰσὶν
οἳ λέγοντες τιτρώσκουσι μαχαίρᾳ, γλῶσσαι δὲ
σοφῶν ἰῶνται.
Παρ. 12,18 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι με τα λόγια των
πληγώνουν ωσάν με μαχαίρι. Αι ομιλίαι όμως των συνετών και εναρέτων ανθρώπων
παρηγορούν και θεραπεύουν τας πληγωμένας και πονεμένας καρδίας.
Παρ. 12,19 χείλη ἀληθινὰ
κατορθοῖ μαρτυρίαν, μάρτυς δὲ ταχὺς γλῶσσαν
ἔχει ἄδικον.
Παρ. 12,19 Τα χείλη του εντίμου και αληθινού μάρτυρος, ο
οποίος ομιλεί με σύνεσιν και περίσκεψιν, καταθέτουν ακλόνητον και
κατοχυρωμένην μαρτυρίαν. Εξ αντιθέτου μάρτυς ταχύς, επιπόλαιος και
απερίσκεπτος, καταθέτει συνήθως επιπολαίαν και άδικον μαρτυρίαν.
Παρ. 12,20 δόλος ἐν
καρδίᾳ τεκταινομένου κακά, οἱ δὲ βουλόμενοι εἰρήνην
εὐφρανθήσονται.
Παρ. 12,20 Δολιότης υπάρχει εις την καρδίαν του πονηρού, ο
οποίος μηχανεύεται και αποφασίζει κακά. Οσοι όμως επιθυμούν και επιδιώκουν
την ειρήνήν του Θεού, θα την επιτύχουν και θα ευφρανθούν.
Παρ. 12,21 οὐκ ἀρέσει
τῷ δικαίῳ οὐδὲν ἄδικον, οἱ δὲ
ἀσεβεῖς πλησθήσονται κακῶν.
Παρ. 12,21 Εις τον ενάρετον άνθρωπον τίποτε το άδικον δεν
είναι ευάρεστον. Οι ασεβείς όμως θα γεμίσουν από κακίας σύμφωνα με τας
επιθυμίας της πονηράς καρδίας των.
Παρ. 12,22 βδέλυγμα Κυρίῳ
χείλη ψευδῆ, ὁ δὲ ποιῶν πίστεις δεκτὸς
παρ᾿ αὐτῷ.
Παρ. 12,22 Αποκρουστικά και μισητά είναι ενώπιον του Κυρίου τα
χείλη, τα οποία ψεύδονται. Οποιος όμως φέρεται με ειλικρίνειαν και
αξιοπιστίαν είναι αγαπητός και ευπρόσδεκτος στον Θεόν.
Παρ. 12,23 ἀνὴρ
συνετὸς θρόνος αἰσθήσεως, καρδία δὲ ἀφρόνων
συναντήσεται ἀραῖς.
Παρ. 12,23 Ο συνετός άνθρωπος είναι ωσάν θρόνος, επί του οποίου
βασιλεύει η αλήθεια και η ορθή διάκρισις, ενώ η καρδία των αμαρτωλών και
ασυνέτων θα συναντήση και θα πλημμυρίση από κατάρας.
Παρ. 12,24 χεὶρ
ἐκλεκτῶν κρατήσει εὐχερῶς, δόλιοι δὲ
ἔσονται ἐν προνομῇ.
Παρ. 12,24 Τα χέρια των εντίμων και συνετών ανθρώπων θα
υπερισχύσουν και θα κυριαρχήσουν εύκολα επάνω στους άλλους. Οι δόλιοι όμως
και οι ασύνετοι θα είναι υποχείριοι και υπηρέται των άλλων.
Παρ. 12,25 φοβερὸς λόγος
καρδίαν ταράσσει ἀνδρὸς δικαίου, ἀγγελία δὲ
ἀγαθὴ εὐφραίνει αὐτόν.
Παρ. 12,25 Λογια απειλητικά, ειδήσεις θλιβεραί συγκινούν και ταράσσουν
την καρδίαν του δικαίου ανθρώπου, έστω και αν δεν αναφέρωνται εις αυτόν
προσωπικώς. Αι αγαθαί όμως αγγελίαι, όπως είναι ο λόγος του Θεού, τον
ευχαριστούν και τον χαροποιούν.
Παρ. 12,26 ἐπιγνώμων
δίκαιος ἑαυτοῦ φίλος ἔσται, αἱ δὲ γνῶμαι
τῶν ἀσεβῶν ἀνεπιεικεῖς. ἁμαρτάνοντας
καταδιώξεται κακὰ ἡ δὲ ὁδὸς τῶν
ἀσεβῶν πλανήσει αὐτούς.
Παρ. 12,26 Ο συνετός και ειλικρινής και ευσεβής άνθρωπος κάμνει
καλόν πρώτα πρώτα στον εαυτόν του, ενώ αι γνώμαι, αι αποφάσεις και αι πράξεις
των ασεβών είναι ξέναι προς την αρετήν της επιεικείας. Τιμωρίαι εκ μέρους του
Θεού και συμφοραί εκ μέρους αυτών των ιδίων θα καταδιώξουν τους αμαρτωλούς,
διότι ο δρόμος των ασεβών τους παραπλά και τους οδηγεί στον όλεθρον.
Παρ. 12,27 οὐκ
ἐπιτεύξεται δόλιος θήρας, κτῆμα δὲ τίμιον ἀνὴρ
καθαρός.
Παρ. 12,27 Ο δόλιος άνθρωπος δεν θα επιτύχη εις τας
επιχειρήσστου, ενώ ο δίκαιος και καθαρός από δολιότητας και αμαρτίας είναι
πολύτιμον απόκτημα δια την κοινωνίαν, αξιαγάπητος στον Θεόν.
Παρ. 12,28 ἐν
ὁδοῖς δικαιοσύνης ζωή, ὁδοὶ δὲ μνησικάκων εἰς
θάνατον.
Παρ. 12,28 Εις τους δρόμους της αρετής υπάρχει η αληθινή και
ευχάριστος ζωη, ενώ οι δρόμοι των μνησικάκων και εμπαθών ανθρώπων οδηγούν
στον θάνατον.
|
Παρ. 13,1 Υἱὸς
πανοῦργος ὑπήκοος πατρί, υἱὸς δὲ ἀνήκοος
ἐν ἀπωλείᾳ.
Παρ. 13,1 Υιός ευφυής και φρόνιμος υπακούει στον πατέρα του
και προοδεύει, ενώ ο ανυπάκουος βαδίζει προς τον όλεθρον.
Παρ. 13,2 ἀπὸ
καρπῶν δικαιοσύνης φάγεται ἀγαθός, ψυχαὶ δὲ παρανόμων
ὀλοῦνται ἄωροι.
Παρ. 13,2 Ο ενάρετος άνθρωπος θα απολαύση τα αγαθά, που
απέκτησέ με την δικαίαν και τιμίαν του εργασίαν, ενώ οι παράνομοι θα
καταστραφούν με πρόωρον θάνατον
Παρ. 13,3 ὃς φυλάσσει
τὸ ἑαυτοῦ στόμα, τηρεῖ τὴν ἑαυτοῦ
ψυχήν, ὁ δὲ προπετὴς χείλεσι πτοήσει ἑαυτόν.
Παρ. 13,3 Εκείνος που προσέχει τα λόγια του, προφυλάσσει
την ζωήν του από πολλά κακά. Ο επιπόλαιος όμως και απερίσκεπτος εις τα λόγια
του θα δημιουργήση στον εαυτόν του πολλούς φόβους και μεγάλας περιπετείας.
Παρ. 13,4 ἐν
ἐπιθυμίαις ἐστὶ πᾶς ἀεργός, χεῖρες
δὲ ἀνδρείων ἐν ἐπιμελείᾳ.
Παρ. 13,4 Καθε οκνηρός και κακός είναι γεμάτος με πάσης
φύσεως επιθυμίας και όνειρα απραγματοποίητα. Τουναντίον αι χείρες των
εργατικών ανθρώπων εργάζονταί με επιμέλειαν και δραστηριότητα.
Παρ. 13,5 λόγον ἄδικον
μισεῖ δίκαιος, ἀσεβὴς δὲ αἰσχύνεται καὶ
οὐχ ἕξει παῤῥησίαν.
Παρ. 13,5 Ο δίκαιος αποστρέφεται με μίσος κάθε λόγον, ο
οποίος εκφράζει αδικίαν. Ο ασεβής όμως σκέπτεται και πράττει έργα, τα οποία
τον καταισχύνουν και τον εξευτελίζουν. Δια τούτο δεν έχει το ηθικόν σθένος να
παρουσιασθή ούτε ενώπιον των ανθρώπων, ούτε ενώπιον του Θεού.
Παρ. 13,7 εἰσὶν
οἱ πλουτίζοντες ἑαυτοὺς μηδὲν ἔχοντες, καί
εἰσιν οἱ ταπεινοῦντες ἑαυτοὺς ἐν
πολλῷ πλούτῳ.
Παρ. 13,7 Υπάρχουν άνθρωποι κενόδοξοι και καυχησιολόγοι, οι
οποίοι παρουσιάζουν τον εαυτόν των πλούσιον, ενώ είναι πάμπτωχοι. Υπάρχουν
όμως και άλλοι, που φέρονται με ταπεινοφροσύνην, ενώ έχουν πολύν πλούτον.
Παρ. 13,8 λύτρον ἀνδρὸς
ψυχῆς ὁ ἴδιος πλοῦτος, πτωχὸς δὲ
οὐχ ὑφίσταται ἀπειλήν.
Παρ. 13,8 Ο πλούτος δίδεται, όταν παραστή ανάγκη, ως
λύτρον, δια να σώση την ζωήν του πλουσίου. Ο πτωχός όμως δεν υπόκειται εις
τέτοιας απειλάς και κινδύνους εκ μέρους ληστών, που ζητούν λύτρα.
Παρ. 13,9 φῶς δικαίοις
διαπαντός, φῶς δὲ ἀσεβῶν σβέννυται.
Παρ. 13,9 Εις τους δικαίους ανθρώπους υπάρχει πάντοτε το
παρά του Θεού φως της χαράς. Αλλά το φως της ζωής των ασεβών, αν υπάρξη,
είναι προσωρινόν, ταχέως σβήνεται και χάνεται.
Παρ. 13,9α ψυχαὶ
δόλιαι πλανῶνται ἐν ἁμαρτίαις, δίκαιοι δὲ
οἰκτείρουσι καὶ ἐλεοῦσι.
Παρ. 13,9α Αι δόλιαι και πονηραί ψυχαί
ζουν περιπλανώμενοι μέσα εις τους λαβυρίνθους της αμαρτίας, ενώ οι δίκαιοι
ζουν ευχάριστα, συγχρόνως δε συμπαθούν και ελεούν και τους άλλους.
Παρ. 13,10 κακὸς μεθ᾿
ὕβρεως πράσσει κακά, οἱ δὲ ἑαυτῶν
ἐπιγνώμονες σοφοί.
Παρ. 13,10 Ο αμετανόητος κακός άνθρωπος διαπράττει με
θρασύτητα το κακόν και καυχάται δι' αυτό. Οσοι όμως έχουν αυτογνωσίαν είναι
σοφοί και ταπεινόφρονες.
Παρ. 13,11 ὕπαρξις
ἐπισπουδαζομένη μετὰ ἀνομίας ἐλάσσων γίνεται, ὁ
δὲ συνάγων ἑαυτῷ μετ᾿ εὐσεβείας
πληθυνθήσεται· δίκαιος οἰκτείρει καὶ κιχρᾷ.
Παρ. 13,11 Περιουσία, η οποία αποκτάται και αυξάνεται με
παράνομα μέσα και εις ολίγον χρονικόν διάστημα, σύντομα θα ολιγοστεύση και θα
εξαφανισθή. Εκείνος όμως ο οποίος συγκεντρώνει αγαθά και πλουτίζει κατά
τρόπον δίκαιον και νόμιμον, θα γεμίση πράγματι από τας ευλογίας και τα αγαθά
του Κυρίου. Ο δίκαιος λυπείται τους πτωχούς, τους στερουμένους και τους
πάσχοντας, ελεεί και δανείζει.
Παρ. 13,12 κρείσσων ἐναρχόμενος
βοηθῶν καρδίᾳ τοῦ ἐπαγγελλομένου καὶ εἰς
ἐλπίδα ἄγοντος· δένδρον γὰρ ζωῆς ἐπιθυμία
ἀγαθή.
Παρ. 13,12 Καλύτερος και ανώτερος είναι εκείνος, ο οποίος
αρχίζει αμέσως να βοηθή τους άλλους με όλην του την καρδιά, από εκείνον που
δίδει υποσχέσεις μόνον και ελπίδας δια βοήθειαν στο μέλλον. Διότι η αγαθή
επιθυμία προς βοήθειαν των άλλων, η οποία πραγματοποιείται αμέσως, είναι
δένδρον γεμάτο ζωήν.
Παρ. 13,13 ὃς
καταφρονεῖ πράγματος, καταφρονηθήσεται ὑπ᾿
αὐτοῦ· ὁ δὲ φοβούμενος ἐντολήν,
οὗτος ὑγιαίνει.
Παρ. 13,13 Εκείνος που καταφρονεί τον λόγον του Θεού και
εκτρέπεται εις κακάς πράξεις, θα καταφρονηθή και θα καταδικασθή δι' αυτάς από
τον Θεόν. Εκείνος όμως που σέβεται και τηρεί την εντολήν του Θεού, αυτός
είναι υγιής ψυχικώς, θα έχη ζωήν και υγείαν.
Παρ. 13,13α υἱῷ
δολίῳ οὐδὲν ἔσται ἀγαθόν, οἰκέτῃ
δὲ σοφῷ εὔοδοι ἔσονται πράξεις, καὶ
κατευθυνθήσεται ἡ ὁδὸς αὐτοῦ.
Παρ. 13,13α Εις τον δόλιον και κακόν υιόν
κανένα αγαθόν δεν θα υπάρχη μονίμως. Εις τον υπηρέτην όμως τον συνετόν και
έντιμον όλαι αι ενέργειαί του θα ευοδώνωνται και η πορεία της ζωής του θα
κατευθύνεται και θα κυβερνάται από τον Θεόν.
Παρ. 13,14 νόμος σοφοῦ
πηγὴ ζωῆς, ὁ δὲ ἄνους ὑπὸ παγίδος
θανεῖται.
Παρ. 13,14 Ο νόμος του Θεού είναι πηγή ζωής δια τον σοφόν, ενώ
ο άμυαλος και αμαρτωλός συλλαμβάνεται από παγίδα θανάτου.
Παρ. 13,15 σύνεσις ἀγαθὴ
δίδωσι χάριν, τὸ δὲ γνῶναι νόμον διανοίας ἐστὶν
ἀγαθῆς, ὁδοὶ δὲ καταφρονούντων ἐν
ἀπωλείᾳ.
Παρ. 13,15 Η αγαθή σύνεσις, που χορηγείται από τον Θεόν, δίδει
χάριν στον άνθρωπον, τον κάμνει δε συμπαθή και στους άλλους. Δια να γνωρίση
όμως κανείς τον νόμον του Θεού, πρέπει να έχη καθαράν και καλοπροαίρετον
καρδίαν και διάνοιαν. Αι πορείαι αυτών, που καταφρονούν τον θείον νόμον,
οδηγούν στον όλεθρον.
Παρ. 13,16 πᾶς
πανοῦργος πράσσει μετὰ γνώσεως, ὁ δὲ ἄφρων
ἐξεπέτασεν ἑαυτοῦ κακίαν.
Παρ. 13,16 Καθε συνετός και έξυπνος άνθρωπος ενεργεί με
περίσκεψιν κρίνων ορθώς πρόσωπα και πράγματα, ενώ ο ασύνετος ξεπετά και
φανερώνει απερίσκεπτος την κακίαν του και δημιουργεί στον εαυτόν του
ζητήματα.
Παρ. 13,17 βασιλεὺς
θρασὺς ἐμπεσεῖται εἰς κακά, ἄγγελος δὲ
σοφὸς ῥύσεται αὐτόν.
Παρ. 13,17 Βασιλεύς θρασύς και ασύνετος θα περιπέση εις πολλά
κακά και θα εμπλέκεται εις πολλάς δυσκολίας. Ενας όμως συνετός σύμβουλος
είναι δυνατόν να προλάβη τα λάθη του και να τον σώση από πολλάς περιπετείας.
Παρ. 13,18 πενίαν καὶ
ἀτιμίαν ἀφαιρεῖται παιδεία, ὁ δὲ φυλάσσων ἐλέγχους
δοξασθήσεται.
Παρ. 13,18 Η ορθή διαπεδαγώγησις και υγιής μόρφωσις διώχνει
από την ζωήν την πτωχείαν και την καταφρόνησιν. Και εκείνος ο οποίος δέχεται
τας υγιείς υποδείξεις και συμμορφώνεται με αυτάς, θα δοξασθή και θα τιμηθή
από τους ανθρώπους.
Παρ. 13,19 ἐπιθυμίαι
εὐσεβῶν ἡδύνουσι ψυχήν, ἔργα δὲ
ἀσεβῶν μακρὰν ἀπὸ γνώσεως.
Παρ. 13,19 Αγιαι επιθυμίαι και ιεροί πόθοι των ευσεβών τέρπουν
και γλυκαίνουν την ψυχήν των, ενώ τα έργα των ασεβών είναι μακράν από το
θέλημα του Θεού και δημιουργούν πικρίαν και απογοήτευσιν.
Παρ. 13,20 ὁ συμπορευόμενος
σοφοῖς σοφὸς ἔσται, ὁ δὲ συμπορευόμενος
ἄφροσι γνωσθήσεται.
Παρ. 13,20 Εκείνος που συναναστρέφεται με σοφούς και εναρέτους,
θα γίνη και αυτός σοφός και ενάρετος. Εξ αντιθέτου εκείνος ο οποίος συναναστρέφεται
με αμαρτωλούς, θα γίνη και θα γνωσθή εις την κοινωνίαν ως όμοιός των, ενας
από αυτούς.
Παρ. 13,21 ἁμαρτάνοντας
καταδιώξεται κακά, τοὺς δὲ δικαίους καταλήψεται ἀγαθά.
Παρ. 13,21 Εκείνους που συστηματικά και αμετανόητα διαπράττουν
το κακόν, θα τους κυνηγούν συνεχώς προς τιμωρίαν των αι δυστυχίαι και αι
θλίψεις, ενώ τους εναρέτους θα τους συναντούν στον δρόμον της ζωής των και θα
τους περιβάλλουν τα αγαθά.
Παρ. 13,22 ἀγαθὸς
ἀνὴρ κληρονομήσει υἱοὺς υἱῶν,
θησαυρίζεται δὲ δικαίοις πλοῦτος ἀσεβῶν.
Παρ. 13,22 Ο ενάρετος και ευσεβής άνθρωπος, θα αφήση
κληρονομίαν οχι μοναχά εις τα παιδιά του αλλά και εις τα παιδιά των παιδιών
του. Ο πλούτος δε των ασεβών ανθρώπων θησαυρίζεται, δια να περιέλθη εις τα
χέρια των δικαίων.
Παρ. 13,23 δίκαιοι ποιήσουσιν ἐν
πλούτῳ ἔτη πολλά, ἄδικοι δὲ ἀπολοῦνται
συντόμως.
Παρ. 13,23 Οι δίκαιοι θα ζήσουν επί πολλά έτη έχοντες και
απολαμβάνοντες τον πλούτον των, οι δε άδικοι θα καταστραφούν πολύ σύντομα.
Παρ. 13,24 ὃς φείδεται
τῆς βακτηρίας μισεῖ τὸν υἱὸν αὐτοῦ,
ὁ δὲ ἀγαπῶν ἐπιμελῶς παιδεύει.
Παρ. 13,24 Ο πατέρας, ο οποίος λυπείται και δεν τιμωρεί με την
παιδαγωγικήν ράβδον τον υιόν του, είναι το ίδιο ως εάν τον μισή. Εκείνος όμως
που αγαπά με αληθινήν αγάπην το παιδί του, το διαπαιδαγωγεί και το ανατρέφει με
πολλήν επιμέλειαν, με στοργήν αλλά και με αυστηρότητα.
Παρ. 13,25 δίκαιος ἔσθων
ἐμπιπλᾷ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ, ψυχαὶ
δὲ ἀσεβῶν ἐνδεεῖς.
Παρ. 13,25 Ο δίκαιος, όταν τρώγη, χορταίνει και ικανοποιεί την
ψυχήν του ευχαριστών τον Θεόν. Αι ψυχαί των ασεβών εξ αιτίας της
αμαρτωλότητός των είναι σαν πτωχαί. Ποτέ δεν ευχαριστούνται εις χορτασμόν,
έστω και αν έχουν πολλά και νόστιμα φαγητά.
|
Παρ. 14,1 Σοφαὶ
γυναῖκες ᾠκοδόμησαν οἴκους, ἡ δὲ ἄφρων
κατέσκαψε ταῖς χερσὶν αὐτῆς.
Παρ. 14,1 Συνεταί και ενάρετοι γυναίκες έκτισαν με την
νοικοκυρωσύνην των και ανέδειξαν τα σπίτια των και την οικογενειάν των, ενώ η
άμυαλος και σπάταλος γυναίκα εξεθεμελίωσε με τα ίδια της τα χέρια το σπίτι
της.
Παρ. 14,2 ὁ πορευόμενος
ὀρθῶς φοβεῖται τὸν Κύριον, ὁ δὲ σκολιάζων
ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ ἀτιμασθήσεται.
Παρ. 14,2 Εκείνος που ζη και φέρεται με τιμιότητα και
δικαιοσύνην, σέβεται και φοβείται τον Θεόν, ενώ εκείνος ο οποίος βαδίζει
διεστραμμένας οδούς, θα κατεξευτελισθή.
Παρ. 14,3 ἐκ στόματος ἀφρόνων
βακτηρία ὕβρεως, χείλη δὲ σοφῶν φυλάσσει αὐτούς.
Παρ. 14,3 Από το στόμα των ασυνέτων ανθρώπων εξέρχονται
λόγοι αλαζονικοί και υβριστικοί, οι οποίοι κτυπούν τους άλλους ωσάν με
ρόπαλον, ενώ τα χείλη των συνετών και φρονίμων αυτών, που προσέχουν εις τα
λόγια των, τους προφυλάσσουν από κακάς συνεπείας.
Παρ. 14,4 οὗ μή εἰσι
βόες, φάτναι καθαραί· οὗ δὲ πολλὰ γεννήματα,
φανερὰ βοὸς ἰσχύς.
Παρ. 14,4 Οπου δεν υπάρχουν βοϊδια, αι φάτναι είναι καθαραί,
όπου όμως βλέπεις γεννήματα και εισοδήματα, εκεί γίνεται φανερά η αξία του
βοϊδιού.
Παρ. 14,5 μάρτυς πιστὸς
οὐ ψεύδεται, ἐκκαίει δὲ ψευδῆ μάρτυς ἄδικος.
Παρ. 14,5 Ο ευσυνείδητος και φιλαλήθης μάρτυς ποτέ δεν θα
είπη και δεν θα καταθέση ψεύδη, ενώ ο ψευδομάρτυς με τας ψευδολογίας του
ανάπτει πυρκαϊάς, που κατακαίουν τον πλησίον.
Παρ. 14,6 ζητήσεις σοφίαν παρὰ
κακοῖς καὶ οὐχ εὑρήσεις, αἴσθησις δὲ
παρὰ φρονίμοις εὐχερής.
Παρ. 14,6 Θα αναζητήσης σοφίαν και σύνεσιν μεταξύ των κακών
ανθρώπων και δεν θα την εύρης. Εις τους φρόνιμους όμως και συνετούς ανθρώπους
θα συναντήσης εύκολα την αληθινήν γνώσιν και την δικαίαν διάκρισιν.
Παρ. 14,7 πάντα ἐναντία
ἀνδρὶ ἄφρονι, ὅπλα δὲ αἰσθήσεως χείλη
σοφά.
Παρ. 14,7 Εις τον ασύνετον άνθρωπον, που δεν υπάρχει
φρόνησις δια να τον κυβηρνήση, έρχονται όλα αντίθετα και ανάποδα, ενώ τα
χείλη του σοφού είναι δι' αυτόν ωσάν όπλα, που εκφράζουν και υπερασπίζουν την
αληθινήν γνώσιν.
Παρ. 14,8 σοφία πανούργων ἐπιγνώσεται
τὰς ὁδοὺς αὐτῶν, ἄνοια δὲ
ἀφρόνων ἐν πλάνῃ.
Παρ. 14,8 Η ευφυΐα και η σύνεσις των κατά Θεόν σοφών
ανθρώπων γνωρίζει και καθοδηγεί αυτούς στο πως πρέπει να φέρωνται. Αντιθέτως
η αμυαλωσύνη των αφρόνων τους οδηγεί εις την πλάνην και στον όλεθρον.
Παρ. 14,9 οἰκίαι παρανόμων
ὀφειλήσουσι καθαρισμόν, οἰκίαι δὲ δικαίων δεκταί.
Παρ. 14,9 Τα σπίτια, αι οικογένειαι των παρανόμων ανθρώπων
πρέπει να υποβληθούν εις κάθαρσιν δια της μετανοίας, ενώ αι οικίαι και αι
οικογένειαι των δικαίων είναι καθαραί και ευάρεστοι ενώπιον του Θεού.
Παρ. 14,10 καρδία ἀνδρὸς
αἰσθητική, λυπηρὰ ψυχὴ αὐτοῦ· ὅταν
δὲ εὐφραίνηται, οὐκ ἐπιμίγνυται ὕβρει.
Παρ. 14,10 Ο ψυχικώς υγιής άνθρωπος έχει ευαίσθητον την
καρδίαν, η δε ψυχή του πονεί εις τας θλίψεις τας ιδικάς του και των άλλων.
Οταν δε του έρχωνται ευνοϊκαι περιστάσεις και ευφραίνεται εξ αυτών, δεν
κυριεύεται από το πνεύμα της αλαζονείας.
Παρ. 14,11 οἰκίαι
ἀσεβῶν ἀφανισθήσονται, σκηναὶ δὲ κατορθούντων
στήσονται.
Παρ. 14,11 Αι οίκιαι των ασεβών θα εξαφανισθούν, αι σκηναί
όμως των δικαίων, έστω και αν είναι πτωχαί, θα μένουν όρθιαι και ασάλευτοι.
Παρ. 14,12 ἔστιν
ὁδός, ἣ δοκεῖ παρὰ ἀνθρώποις ὀρθὴ
εἶναι, τὰ δὲ τελευταῖα αὐτῆς
ἔρχεται εἰς πυθμένα ᾄδου.
Παρ. 14,12 Υπάρχουν τρόποι ζωής, τους οποίους μερικοί άνθρωποι
θεωρούν ως ορθούς, ενώ εις την πραγματικότητα είναι λανθασμένοι και
αμαρτωλοί. Το τέρμα όμως αυτών των οδών φθάνει εις τα βάθη του άδου.
Παρ. 14,13 ἐν
εὐφροσύναις οὐ προσμίγνυται λύπη, τελευταῖα δὲ
χαρὰ εἰς πένθος ἔρχεται.
Παρ. 14,13 Εις τας τέρψεις και διασκεδάσστου ανθρώπου δεν
αναμιγνύεται και δεν φαίνεται να έχη μέρος η λύπη. Εις το τέλος όμως η
ευφροσύνη αυτή, εφ' όσον στηρίζεται επί της αμαρτίας, οδηγεί στο πένθος.
Παρ. 14,14 τῶν
ἑαυτοῦ ὁδῶν πλησθήσεται θρασυκάρδιος, ἀπὸ
δὲ τῶν διανοημάτων αὐτοῦ ἀνὴρ
ἀγαθός.
Παρ. 14,14 Ο θρασύς και σκληρόκαρδος άνθρωπος θα χορτάση από τας
ολεθρίας συνεπείας της διαγωγής του, θα απολαύση τα επίχειρα της κακίας του.
Εξ αντιθέτου ο αγαθός άνθρωπος θα ευχαριστηθή και θα χαρή από τας συνεπείας
των καλών σκέψεων και αποφάσεών του.
Παρ. 14,15 ἄκακος πιστεύει
παντὶ λόγῳ, πανοῦργος δὲ ἔρχεται εἰς
μετάνοιαν.
Παρ. 14,15 Ο απονήρευτος και αφελής άνθρωπος δίδει
εμπιστοσύνην εις κάθε λόγον, τον οποίον θα ακούση. Ο έξυπνος όμως και
συνετός, και αν προς στιγμήν πιστεύση όλα όσα ακούση, τα επανεξετάζει· και αν
δεν τα εύρη ορθά αλλάσσει γνώμην.
Παρ. 14,16 σοφὸς
φοβηθεὶς ἐξέκλινεν ἀπὸ κακοῦ, ὁ δὲ
ἄφρων ἑαυτῷ πεποιθὼς μίγνυται ἀνόμῳ.
Παρ. 14,16 Ο συνετός και μυαλωμένος άνθρωπος, επειδή φοβείται
το κακόν και τας συνεπείας του, αποφεύγει την συναναστροφήν με τους κακούς,
ενώ ο αμυαλος, επειδή έχει αυτοπεποίθησιν, επικοινωνεί και συναναστρέφεται με
τους καταπατούντας τον θείον νόμον.
Παρ. 14,17 ὀξύθυμος πράσσει
μετὰ ἀβουλίας, ἀνὴρ δὲ φρόνιμος πολλὰ
ὑποφέρει.
Παρ. 14,17 Ο οξύθυμος, επειδή σκοτίζεται από τον θυμόν και δεν
είναι κύριος του εαυτού του, εκτρέπεται εις απερισκέπτους πράξεις. Ο φρόνιμος
όμως και κύριος του εαυτού του άνθρωπος πολλά ανέχεται και ενεργεί μετά
συνέσεως.
Παρ. 14,18 μεριοῦνται
ἄφρονες κακίαν, οἱ δὲ πανοῦργοι κρατήσουσιν
αἰσθήσεως.
Παρ. 14,18 Μερίδιον και κτήμα των θα έχουν οι άφρονες την
κακότητα, οι δε ευφυείς και συνετοί θα έχουν ως κτήμα των την αληθινήν γνώσιν
και την ηθικήν διάκρισιν.
Παρ. 14,19 ὀλισθήσουσι
κακοὶ ἔναντι ἀγαθῶν, καὶ ἀσεβεῖς
θεραπεύσουσι θύρας δικαίων.
Παρ. 14,19 Οι κακοί θα γλυστρήσουν και θα πέσουν ενώπιον των αγαθών
ανθρώπων, και οι ασεβείς θα γίνουν υπηρέται εις τας θύρας των δικαίων.
Παρ. 14,20 φίλοι μισήσουσι φίλους
πτωχούς, φίλοι δὲ πλουσίων πολλοί.
Παρ. 14,20 Ψευδείς και ιδιοτελείς φίλοι θα μισήσουν και θα εγκαταλείψουν
τους φίλους των, εάν εκείνοι πτωχύνουν. Οι φίλοι όμως των πλουσίων, δηλαδή οι
κόλακες, είναι πολλοί, επειδή αποβλέπουν εις την εκμετάλλευσιν εκείνων.
Παρ. 14,21 ὁ ἀτιμάζων
πένητας ἁμαρτάνει, ἐλεῶν δὲ πτωχοὺς μακαριστός.
Παρ. 14,21 Οποιος εξευτελίζει και καταφρονεί τον πτωχόν,
διαπράττει αμαρτίαν, ενώ εκείνος που ελεεί τους πτωχούς, είναι αξιομακάριστος
και αξιέπαινος.
Παρ. 14,22 πλανώμενοι τεκταίνουσι
κακά, ἔλεον δὲ καὶ ἀλήθειαν τεκταίνουσιν
ἀγαθοί. οὐκ ἐπίστανται ἔλεον καὶ πίστιν
τέκτονες κακῶν, ἐλεημοσύναι δὲ καὶ πίστεις παρὰ
τέκτοσιν ἀγαθοῖς.
Παρ. 14,22 Εκείνοι που περπτλανώνται στο σκότος της αμαρτίας,
καταστρώνουν πονηρά σχέδια και παίρνουν κακάς αποφάσεις εις βάρος των άλλων,
ενώ οι πράγματι αγαθοί άνθρωποι καταρτίζουν αγαθά σχέδια και παίρνουν
ειλικρινείς αποφάσεις εις βοήθειαν των άλλων. Οι σχεδιάζοντες και
επιδιώκοντες το κακόν, δεν γνωρίζουν την ευσπλαγχνίαν και την ευθύτητα.
Ευσπλαγχνία όμως και τιμιότης και αξιοπιστία υπάρχουν στους εργάτας του
καλού.
Παρ. 14,23 ἐν παντὶ
μεριμνῶντι ἔνεστι περισσόν, ὁ δὲ ἡδὺς
καὶ ἀνάλγητος ἐν ἐνδείᾳ ἔσται.
Παρ. 14,23 Εις κάθε εργατικόν και τίμιον άνθρωπον υπάρχει
πλεόνασμα αγαθών; Ο φιλήδονος όμως και αναίσθητος θα ευρίσκεται πάντοτε εις
στέρησιν και πτωχείαν.
Παρ. 14,24 στέφανος σοφῶν
πλοῦτος αὐτῶν, ἡ δὲ διατριβὴ
ἀφρόνων κακή.
Παρ. 14,24 Στέφανος των σοφών είναι ο πλούτος, όχι μόνον ο
υλικός αλλά και ο πνευματικός, ενώ η αναστροφή και επιδίωξις των ασυνέτων
είναι κακή και με κακάς συνεπείας.
Παρ. 14,25 ῥύσεται ἐκ
κακῶν ψυχὴν μάρτυς πιστός, ἐκκαίει δὲ ψεύδη δόλιος.
Παρ. 14,25 Από πολλά δεινά και άδικον καταδίκην ενας αξιόπιστος
μάρτυς θα απαλλάξη τον αθώον. Τουναντίον ο ψευδής και δόλιος μάρτυς θα
προσπαθήση να ανάψη πυρκαϊάν με τας ψευδολογίας του.
Παρ. 14,26 ἐν φόβῳ
Κυρίου ἐλπὶς ἰσχύος, τοῖς δὲ τέκνοις
αὐτοῦ καταλείπει ἔρεισμα.
Παρ. 14,26 Εκείνος που σέβεται και φοβείται τον Κυριον, έχει
βέβαιον την ελπίδα ότι θα αποκτήση δύναμιν υλικήν και πνευματικήν. Εις δε τα
τέκνα του θα αφήση ακλόνητον θεμέλιον, ώστε και εκείνα να προοδεύσουν.
Παρ. 14,27 πρόσταγμα Κυρίου πηγὴ
ζωῆς, ποιεῖ δὲ ἐκκλίνειν ἐκ παγίδος θανάτου.
Παρ. 14,27 Αι εντολαί του Κυρίου είναι πηγή της ζωής μας, διότι
μας προφυλάσσουν και μας αποτρέπουν από τας παγίδας του θανάτου.
Παρ. 14,28 ἐν πολλῷ
ἔθνει δόξα βασιλέως, ἐν δὲ ἐκλείψει λαοῦ
συντριβὴ δυνάστου.
Παρ. 14,28 Η δόξα και η δύναμις του κάθε βασιλέως στηρίζεται
στο πλήθος του λαού του. Οταν όμως λείψη ο λαός, θα συντριβή και ο ίδιος ο
βασιλεύς.
Παρ. 14,29 μακρόθυμος ἀνὴρ
πολὺς ἐν φρονήσει, ὁ δὲ ὀλιγόψυχος
ἰσχυρῶς ἄφρων.
Παρ. 14,29 Ο πράος, ο υπομονητικός και με αυτοκυριαρχίαν
άνθρωπος έχει πολλήν φρόνησιν. Ενῷ ο μικρόψυχος και ευέξαπτος είναι
παρά πολύ ανόητος.
Παρ. 14,30 πραΰθυμος ἀνὴρ
καρδίας ἰατρός, σὴς δὲ ὀστέων καρδία αἰσθητική.
Παρ. 14,30 Ο πράος και υπομονητικός άνθρωπος είναι ο καλύτερος
ιατρός των πόνων της καρδίας των άλλων. Σκουλήκι δέ που κατατρώγει τα κόκκαλα
των ανθρώπων, είναι η ευερέθιστος και εύθικτος καρδία.
Παρ. 14,31 ὁ
συκοφαντῶν πένητα παροξύνει τὸν ποιήσαντα αὐτόν, ὁ
δὲ τιμῶν αὐτὸν ἐλεεῖ πτωχόν.
Παρ. 14,31 Εκείνος που συκοφαντεί και εκμεταλλεύεται τον
πτωχόν, εξοργίζει τον Θεόν, ο οποίος έπλασε τον πτωχόν. Εκείνος δέ που τιμά
και σέβεται τον Θεόν, ελεεί τον πτωχόν ως τέκνον του Θεού.
Παρ. 14,32 ἐν κακίᾳ
αὐτοῦ ἀπωσθήσεται ἀσεβής, ὁ δὲ
πεποιθὼς τῇ ἑαυτοῦ ὁσιότητι δίκαιος.
Παρ. 14,32 Ο αμαρτωλός άνθρωπος από αυτήν ταύτην την κακίαν του
θα σπρωχθή και θα κατακρημνισθή εις την απώλειαν. Εκείνος όμως ο οποίος
στηρίζεται εις την αρετήν και την αγνότητα της καρδίας, θα είναι δίκαιος
ενώπιον του Θεού και ευλογημένος.
Παρ. 14,33 ἐν καρδίᾳ
ἀγαθῇ ἀνδρὸς ἀναπαύσεται σοφίᾳ, ἐν
δὲ καρδίᾳ ἀφρόνων οὐ διαγινώσκεται.
Παρ. 14,33 Η αληθινή και προς την αρετήν οδηγούσα σοφία
κατοικεί και αναπαύεται εις την αγαθήν καρδίαν του ανθρώπου. Εις την καρδίαν
όμως των κακών ανθρώπων είναι άγνωστος η κατά Θεόν σοφία.
Παρ. 14,34 δικαιοσύνη ὑψοῖ
ἔθνος, ἐλασσονοῦσι δὲ φυλὰς ἁμαρτίαι.
Παρ. 14,34 Η δικαιοσύνη εξυψώνει και αναδεικνύει ένα έθνος, ενώ
αι αμαρτίαι ελαττώνουν και εξολοθρεύουν ολοκλήρους φυλάς.
Παρ. 14,35 δεκτὸς βασιλεῖ
ὑπηρέτης νοήμων, τῇ δὲ ἑαυτοῦ
εὐστροφίᾳ ἀφαιρεῖται ἀτιμίαν.
Παρ. 14,35 Ευπρόσδεκτος είναι στον σοφόν βασιλέα ένας συνετός
σύμβουλος, διότι με την πνευματικήν αυτού ικανότητα και ευστροφίαν τον
προφυλάσσει από αποτυχίας και εξευτελισμούς.
|
Παρ. 15,1 Ὀργὴ
ἀπόλλυσι καὶ φρονίμους, ἀπόκρισις δὲ
ὑποπίπτουσα ἀποστρέφει θυμόν, λόγος δὲ λυπηρὸς
ἐγείρει ὀργάς.
Παρ. 15,1 Ο θυμός και η οργή καταστρέφει και αυτούς ακόμη τους
φρόνιμους. Απάντησις δε μετά ταπεινοφροσύνης και πραότητος αναχαιτίζει τον
θυμόν. Λογος όμως εξερεθιστικός προκαλεί και εξεγείρει θυμούς.
Παρ. 15,2 γλῶσσα
σοφῶν καλὰ ἐπίσταται, στόμα δὲ ἀφρόνων
ἀναγγέλλει κακά.
Παρ. 15,2 Η γλώσσα των συνετών ανθρώπων γνωρίζει και λέγει
τα ορθά και πρέποντα, ενώ το στόμα των ασυνέτων και ανοήτων διαλαλεί διαρκώς
λόγια κακά και αναιδή.
Παρ. 15,3 ἐν παντὶ
τόπῳ ὀφθαλμοὶ Κυρίου, σκοπεύουσι κακούς τε καὶ
ἀγαθούς.
Παρ. 15,3 Εις κάθε μέρος της υλικής και πνευματικής δημιουργίας
τα μάτια του Θεού παρατηρούν τα πάντα. Εποπτεύουν τους καλούς και τους
αγαθούς εις όλας αυτών τας καταστάσεις και ενεργείας.
Παρ. 15,4 ἴασις γλώσσης
δένδρον ζωῆς, ὁ δὲ συντηρῶν αὐτὴν
πλησθήσεται πνεύματος,
Παρ. 15,4 Η θεραπεία, την οποίαν προσφέρει η γλυκεία και
ευλαβής γλώσσα, ομοιάζει προς πλουσιόκαρπον δένδρον ζωής. Οποιος προσέχει και
συγκρατεί την γλώσσαν του, θα γέμιση από το Πνεύμα του Θεού.
Παρ. 15,5 ἄφρων μυκτηρίζει
παιδείαν πατρός, ὁ δὲ φυλάσσων ἐντολὰς πανουργότερος.
Παρ. 15,5 Ο ασύνετος εμπαίζει και καταφρονεί την στοργικήν
παιδαγωγίαν του πατρός. Εκείνος όμως ο οποίος ακούει με προσοχήν και τηρεί
τας πατρικάς εντολάς, αναδεικνύεται εξυπνότερος και συνετώτερος.
Παρ. 15,6 ἐν
πλεοναζούσῃ δικαιοσύνῃ ἰσχὺς πολλή, οἱ δὲ
ἀσεβεῖς ὁλόῤῥιζοι ἐκ γῆς
ἀπολοῦνται. οἴκοις δικαίων ἰσχὺς πολλή,
καρποὶ δὲ ἀσεβῶν ἀπολοῦνται.
Παρ. 15,6 Οπου υπάρχει μεγάλη και πολύπλευρος αρετή, εκεί
υπάρχει πολλή δύναμις και πρόοδος. Οι ασεβείς όμως σύρριζα θα εξολοθρευθούν
από την γην. Εις τας οικίας και τας οικογενείας των δικαίων υπάρχει πολλή
δύναμις πλούτου και αρετής. Τα δε πλούτη των ασεβών θα καταστραφούν.
Παρ. 15,7 χείλη σοφῶν
δέδεται αἰσθήσει, καρδία δὲ ἀφρόνων οὐκ
ἀσφαλεῖς.
Παρ. 15,7 Τα χείλη των σοφών και ευσεβών είναι στενά
συνδεδεμένα και αχώριστα με την αληθή γνώσιν και σοφίαν, ενώ αι καρδίαι των
ασυνέτων δεν έχουν σταθερόν στήριγμα αλλ' εκτρέπονται απ' έδω και από εκεί.
Παρ. 15,8 θυσίαι ἀσεβῶν
βδέλυγμα Κυρίῳ, εὐχαὶ δὲ κατευθυνόντων δεκταὶ
παρ᾿ αὐτῷ.
Παρ. 15,8 Αι θυσίαι των ασεβών είναι αποκρουστικαί και
μισηταί από τον Κυριον. Αι προσευχαί όμως και τα τάματα αυτών, που
συμμορφώνονται προς το θείον θέλημα, είναι ευάρεστα και ευπρόσδεκτα από τον
Θεόν.
Παρ. 15,9 βδέλυγμα Κυρίῳ
ὁδοὶ ἀσεβοῦς, διώκοντας δὲ δικαιοσύνην
ἀγαπᾷ.
Παρ. 15,9 Αποκρουστικαί και μισηταί ενώπιον του Κυρίου
είναι αι πορείαι της ζωής του ασεβούς. Εξ αντιθέτου δε ο Κυριος αγαπά
εκείνους, οι οποίοι επιδιώκουν την αρετήν.
Παρ. 15,10 παιδεία ἀκάκου
γνωρίζεται ὑπὸ τῶν παριόντων, οἱ δὲ
μισοῦντες ἐλέγχους τελευτῶσιν αἰσχρῶς.
Παρ. 15,10 Η κατά Θεόν μόρφωσις του αγαθού και απονηρεύτου
ανθρώπου γίνεται αμέσως γνωστή και από αυτούς ακόμη τους περαστικούς. Οσοι
όμως μισούν και αποστρέφονται τους δικαίους ελέγχους, αποθνήσκουν κατά τρόπον
επονείδιστον και εξευτελιστικόν.
Παρ. 15,11 ᾅδης καὶ
ἀπώλεια φανερὰ παρὰ τῷ Κυρίῳ· πῶς
οὐχὶ καὶ αἱ καρδίαι τῶν ἀνθρώπων;
Παρ. 15,11 Αφού αυτός ούτος ο άδης και η χώρα της απωλείας
των αμαρτωλών είναι ολοφάνερα ενώπιον του Κυρίου, πως δεν είναι φανεραί
ενώπιόν του και αι καρδίαι των ανθρώπων;
Παρ. 15,12 οὐκ ἀγαπήσει
ἀπαίδευτος τοὺς ἐλέγχοντας αὐτόν, μετὰ δὲ
σοφῶν οὐχ ὁμιλήσει.
Παρ. 15,12 Ο απαίδευτος και ανεπίδεκτος μαθήσεως άνθρωπος δεν
θα αγαπήση ποτέ αυτούς που τον ελέγχουν προς διόρθωσίν του. Με σοφούς και ενάρετους
ανθρώπους δεν θα θελήση ποτέ να συναναστροφή.
Παρ. 15,13 καρδίας εὐφραινομένης
πρόσωπον θάλλει, ἐν δὲ λύπαις οὔσης σκυθρωπάζει.
Παρ. 15,13 Οταν η καρδία χαίρη και ευφραίνεται από την αρετήν,
το πρόσωπον είναι θαλλερόν και χαρούμενον. Οταν όμως η καρδία ευρίσκεται υπό
το κράτος λύπης, το πρόσωπον αποκτά μελαγχολικήν και σκυθρωπήν όψιν.
Παρ. 15,14 καρδία ὀρθὴ
ζητεῖ αἴσθησιν, στόμα δὲ ἀπαιδεύτων γνώσεται κακά.
Παρ. 15,14 Η καλή και αγαθή καρδία ζητεί να αποκτήση την
αληθινήν γνώσιν και σοφίαν. Εξ αντιθέτου το στόμα των ψυχικώς ακαλλιεργήτων
και απαιδεύτων ανθρώπων θα γνωρίζη και θα εκφράζη κακά μόνον νοήματα και
έργα.
Παρ. 15,15 πάντα τὸν χρόνον
οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν κακῶν προσδέχονται κακά,
οἱ δὲ ἀγαθοὶ ἡσυχάζουσι διαπαντός.
Παρ. 15,15 Οι πονηροί άνθρωποι καθ' όλον τον χρόνον της ζωής
των στρέφουν περιδεείς ολόγυρα τους οφθαλμούς των, αναμένοντες να εκσπάσουν
εναντίον των τιμωρίαι και συμφοραί. Εξ αντιθέτου οι αγαθοί ζουν καθ' όλον το
διάστημα της ζωής των με ησυχίαν και ειρήνην.
Παρ. 15,16 κρεῖσσον μικρὰ
μερὶς μετὰ φόβου Κυρίου ἢ θησαυροὶ μεγάλοι μετὰ
ἀφοβίας.
Παρ. 15,16 Είναι καλύτερον και προτιμότερον να έχη κανείς
μικράν περιουσίαν με φόβον Κυρίου, παρά να έχη πολλούς και μεγάλους θησαυρούς
άνευ φόβου Θεού.
Παρ. 15,17 κρείσσων ξενισμὸς
μετὰ λαχάνων πρὸς φιλίαν καὶ χάριν ἢ παράθεσις μόσχων
μετὰ ἔχθρας.
Παρ. 15,17 Καλύτερα και προτιμότερα είναι φιλοξενία με λάχανα,
η οποία διαπνέεται από φιλίαν και χάριν, παρά φιλοξενία με πλούσια φαγητά,
από κρέας μόσχου, η οποία διαποτίζεται από εχθρότητα και μίσος.
Παρ. 15,18 ἀνὴρ
θυμώδης παρασκευάζει μάχας, μακρόθυμος δὲ καὶ τὴν μέλλουσαν
καταπραΰνει.
Παρ. 15,18 Ο ευερέθιστος και θυμώδης άνθρωπος υπεγείρει και
προκαλεί φιλονεικίας και μάχας, ενώ ο πράος και υπομονητικός προλαμβάνει και
κατασιγάζει και την μέλλουσαν να εκραγή φιλονεικίαν.
Παρ. 15,18α μακρόθυμος ἀνὴρ
κατασβέσει κρίσεις, ὁ δὲ ἀσεβὴς ἐγείρει
μᾶλλον.
Παρ. 15,18α Ο πράος και υπομονητικός
άνθρωπος θα κατασβέση τας φιλονεικίας και τας έριδας και θα προλάβη
δικαστικούς αγώνας, ενώ ο ασεβής μάλλον τας προκαλεί και τας ανάπτει.
Παρ. 15,19 ὁδοὶ
ἀεργῶν ἐστρωμέναι ἀκάνθαις, αἱ δὲ
τῶν ἀνδρείων τετριμμέναι.
Παρ. 15,19 Οι δρόμοι της ζωής των οκνηρών και αέργων ανθρώπων
είναι στρωμένοι με αγκάθια, με θλίψεις και δυσκολίας. Ενῷ
οι δρόμοι των εργατικών και δραστηρίων είναι ομαλοί και ευκολοπεριπάτητοι.
Παρ. 15,20 υἱὸς
σοφὸς εὐφραίνει πατέρα, υἱὸς δὲ ἄφρων
μυκτηρίζει μητέρα αὐτοῦ.
Παρ. 15,20 Ο σοφός και συνετός υιός δίδει χαράν πολλήν και
ευφροσύνην στον πατέρα του, ο δε ασύνετος καταφρονεί και περιπαίζει την μητέρα
του.
Παρ. 15,21 ἀνοήτου τρίβοι
ἐνδεεῖς φρενῶν, ἀνὴρ δὲ φρόνιμος
κατευθύνων πορεύεται.
Παρ. 15,21 Οι τρόποι ζωής και ενεργείας του ασυνέτου είναι
παράλογοι, ενώ ο συνετός και φρόνιμος ανήρ πορεύεται την ορθήν κατεύθυνσιν.
Παρ. 15,22 ὑπερτίθενται λογισμοὺς
οἱ μὴ τιμῶντες συνέδρια, ἐν δὲ καρδίαις
βουλευομένων μένει βουλή.
Παρ. 15,22 Οι ασύνετοι άνθρωποι αναβάλλουν να εκπληρώσουν τας
αποφάσεις, που έλαβαν τα συνέδρια, διότι εν τη υψηλοφροσύνη των τα υποτιμούν.
Εις τας καρδίας όμως των συνετών αρχόντων γίνεται αποδεκτή η απόφασις, την
οποίαν τους υποβάλλουν οι σύμβουλοί των και τίθεται εις εφαρμογήν.
Παρ. 15,23 οὐ μὴ
ὑπακούσῃ ὁ κακὸς αὐτῇ, οὐδὲ
μὴ εἴπῃ καίριόν τι καὶ καλὸν τῷ
κοινῷ.
Παρ. 15,23 Ο κακός όμως άρχων δεν θα συμμορφωθή και δεν θα
υπακούση εις την απόφασιν των καλών συμβούλων του. Δεν θα είπη ποτέ κάτι το
αξιόλογον και επωφελές δια τον λαόν.
Παρ. 15,24 ὁδοὶ
ζωῆς διανοήματα συνετοῦ, ἵνα ἐκκλίνας ἐκ
τοῦ ᾅδου σωθῇ.
Παρ. 15,24 Αι σκέψεις και τα νοήματα του συνετού ανθρώπου είναι
πορεία ζωής και ετσι αυτός παρεκκλίνει από εσφαλμένας οδούς και σώζεται από
τον θάνατον και τον άδην.
Παρ. 15,25 οἴκους
ὑβριστῶν κατασπᾷ Κύριος, ἐστήρισε δὲ
ὅριον χήρας.
Παρ. 15,25 Τα αρχοντικά σπίτια των αλαζόνων και υπερηφάνων κατακρημνίζει
ο Κυριος, προστατεύει όμως τα σύνορα του αγρού της χήρας εναντίον εκείνων,
που τα επιβουλεύονται.
Παρ. 15,26 βδέλυγμα Κυρίῳ
λογισμὸς ἄδικος, ἁγνῶν δὲ ῥήσεις σεμναί.
Παρ. 15,26 Αποκρουστικαί και μισηταί είναι ενώπιον του Κυρίου
αι άδικοι σκέψεις και αποφάσεις, ενώ οι λόγοι των αγνών ανθρώπων, καθ' ο
σεμνοί, είναι αρεστοί στον Κυριον.
Παρ. 15,27 ἐξόλλυσιν
ἑαυτὸν ὁ δωρολήπτης, ὁ δὲ μισῶν δώρων
λήψεις σώζεται.
(Μασ. ΙΣΤ, 6)
Παρ. 15,27 Ο δικαστής, που δωροδοκείται, καταστρέφει κατά
πρώτον και κύριον λόγον τον εαυτόν του. Εξ αντιθέτου ο δικαστής, ο οποίος
αποστρέφεται και μισεί τα δώρα, σώζεται από πολλάς οδυνηράς συνεπείας.
Παρ. 15,27α ἐλεημοσύναις
καὶ πίστεσιν ἀποκαθαίρονται ἁμαρτίαι, τῷ δὲ
φόβῳ Κυρίου ἐκκλίνει πᾶς ἀπὸ κακοῦ.
Παρ. 15,27α Με ελεημοσύνας, με την
εντιμότητα και την αξιοπιστίαν καθαρίζονται αι αμαρτίαι των ανθρώπων και με
τον φόβον του Κυρίου αποφεύγει κάθε ευσεβής άνθρωπος το κακόν.
Παρ. 15,28 καρδίαι δικαίων μελετῶσι
πίστεις, στόμα δὲ ἀσεβῶν ἀποκρίνεται κακά.
(Μασ.
Ι, 7)
Παρ. 15,28 Η διάνοια και η καρδία των δικαίων μελετά αληθείς
και αξιοπίστους μαρτυρίας, ενώ το στόμα των ασεβών δίδει ψευδείς και πονηράς
αποκρίσεις.
Παρ. 15,28α δεκταὶ
παρὰ Κυρίῳ ὁδοὶ ἀνθρώπων δικαίων, διὰ
δὲ αὐτῶν καὶ οἱ ἐχθροὶ φίλοι
γίνονται.
Παρ. 15,28α Ευπρόσδεκτοι είναι ενώπιον του
Κυρίου αι πορείαι της ζωής των ευσεβών ανθρώπων, με τους καλούς των δε
τρόπους κάμνουν και τους εχθρούς των ακόμη φίλους.
Παρ. 15,29 μακρὰν
ἀπέχει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἀσεβῶν,
εὐχαῖς δὲ δικαίων ἐπακούει.
(Μασ.
ΙΣΤ,8)
Παρ. 15,29 Ο Θεός ευρίσκεται πολύ μακράν και δεν ακούει τους
ασεβείς ανθρώπους. Προσέχει όμως τας προσευχάς των ευσεβών ανθρώπων.
Παρ. 15,29α κρείσσων ὀλίγη
λῆψις μετὰ δικαιοσύνης ἢ πολλὰ γεννήματα μετὰ
ἀδικίας.
Παρ. 15,29α Είναι καλύτερα και προτιμότερα
ολίγα κέρδη με δικαιοσύνην, παρά πολλά υλικά αγαθά με αδικίαν.
Παρ. 15,29β καρδία ἀνδρὸς
λογιζέσθω δίκαια, ἵνα ὑπὸ τοῦ Θεοῦ
διορθωθῇ τὰ διαβήματα αὐτοῦ.
Παρ. 15,29β Ο νους του ανθρώπου πρέπει να σκέπτεται και η καρδία
αύτού να δέχεται το δίκαιον, το σύμφωνον με το θέλημα του Θεού, δια να
ευοδωθούν αι πορείαι και αι ενέργειαι αυτού.
Παρ. 15,30 θεωρῶν
ὀφθαλμὸς καλὰ εὐφραίνει καρδίαν, φήμη δὲ
ἀγαθὴ πιαίνει ὀστᾶ.
Παρ. 15,30 Ο άδολος οφθαλμός, όταν βλέπη τα θαυμάσια της
δημιουργίας η και καλά έργα των ανθρώπων, ευφραίνει την καρδίαν. Ονομα δε
καλόν και υπόληψις μεταξύ των ανθρώπων λιπαίνει και τονώνει τα οστά και
κάμνει χαρούμενον τον άνθρωπον.
Παρ. 15,32 ὃς
ἀπωθεῖται παιδείαν, μισεῖ ἑαυτόν, ὁ δὲ
τηρῶν ἐλέγχους ἀγαπᾷ ψυχὴν αὐτοῦ.
Παρ. 15,32 Εκείνος που αποστρέφεται και απορρίπτει την αληθινήν
παιδαγωγίαν και μόρφωσιν, μισεί τον εαυτόν του. Εκείνος όμως, ο οποίος ακούει
με προσοχήν και τηρεί με προθυμίαν τους ορθούς ελέγχους, που του γίνονται,
αγαπά την ψυχήν του.
Παρ. 15,33 φόβος Θεοῦ
παιδεία καὶ σοφία, καὶ ἀρχὴ δόξης ἀποκριθήσεται
αὐτῇ.
Παρ. 15,33 Η ευλάβεια και ο φόβος προς τον Θεόν έχει ως καρπόν
την αληθινήν παιδείαν και σοφίαν. Και ο κατά Θεόν ευπαίδευτος από αυτήν την
ζωήν θα αρχιση να δοξάζεται.
|