ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

ΝΕΕΜΙΑΣ- ΚΕΦ. 1-6

 

 

ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΕΜΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7- ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΩΝ ΠΟΥ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ

                             Μέτρα ασφαλείας

Νεεμ. 7,1           Καὶ ἐγένετο ἡνίκα ᾠκοδομήθη τὸ τεῖχος, καὶ ἔστησα τάς θύρας, καὶ ἐπεσκέπησαν οἱ πυλωροὶ καὶ οἱ ἄδοντες καὶ οἱ Λευῖται.

Νεεμ. 7,1                   Οταν ωλοκληρώθη η ανοικοδόμησις του τείχους και έστησα τας θύρας των πυλών, και είχον διορισθή οι θυρωροί και οι ψάλται και οι Λευίται,

Νεεμ. 7,2           καὶ ἐνετειλάμην τῷ Ἀνανίᾳ ἀδελφῷ μου καὶ τῷ Ἀνανίᾳ ἄρχοντι τῆς βιρὰ ἐν Ἱερουσαλήμ, ὅτι αὐτὸς ὡς ἀνὴρ ἀληθὴς καὶ φοβούμενος τὸν Θεὸν παρὰ πολλούς,

Νεεμ. 7,2                  έδωσα εντολήν στον αδελφόν μου τον Ανανίαν και στον Ανανίαν τον αρχηγόν της ακροπόλεως της Ιερουσαλήμ, διότι αυτός ήτο αξιόπιστος ανήρ και φοβούμενος τον Θεόν περισσότερον από πολλούς άλλους,

Νεεμ. 7,3           καὶ εἶπα αὐτοῖς· οὐκ ἀνοιγήσονται πύλαι Ἱερουσαλὴμ ἕως ἅμα τῷ ἡλίῳ, καὶ ἔτι αὐτῶν γρηγορούντων κλειέσθωσαν αἱ θύραι καὶ σφηνούσθωσαν· καὶ στῆσον προφύλακας οἰκούντων ἐν Ἱερουσαλήμ, ἀνὴρ ἐν προφυλακῇ αὐτοῦ καὶ ἀνὴρ ἀπέναντι οἰκίας αὐτοῦ.

Νεεμ. 7,3                  και είπα προς αυτούς· “Δεν θα ανοίγωνται αι πύλαι του τείχους της Ιερουσαλήμ μέχρι της ανατολής του ηλίου. Κατά δε την εσπέραν, όταν ακόμη οι φύλακες θα φρουρούν αυτάς, αι θύραι θα κλείωνται και θα ασφαλίζωνται με σφήνας. Κατά την νύκτα θα τοποθετήτε φρουρούς, τους οποίους θα λαμβάνετε από τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ. Ο καθένας από αυτούς θα έχη ωρισμένην θέσιν και μάλιστα απέναντι της οικίας του”.

 

                              Κατάλογος των Ιουδαίων που εγκαταστάθηκαν στην Ιερουσαλήμ

Νεεμ. 7,4           Καὶ ἡ πόλις πλατεῖα καὶ μεγάλη, καὶ ὁ λαὸς ὀλίγος ἐν αὐτῇ, καὶ οὐκ ἦσαν οἰκίαι ᾠκοδομημέναι.

Νεεμ. 7,4                  Η πόλις Ιερουσαλήμ ήτο ευρεία και μεγάλη, αλλά ολίγος λαός υπήρχεν εις αυτήν. Δεν είχον δε ανοικοδομηθή και όλαι αι οικίιαι.

Νεεμ. 7,5           καὶ ἔδωκεν ὁ Θεὸς εἰς τὴν καρδίαν μου καὶ συνῆξα τοὺς ἐντίμους καὶ τοὺς ἄρχοντας καὶ τὸν λαὸν εἰς συνοδίας· καὶ εὗρον βιβλίον τῆς συνοδίας, οἳ ἀνέβησαν ἐν πρώτοις, καὶ εὗρον γεγραμμένον ἐν αὐτῷ.

Νεεμ. 7,5                  Τοτε ο Θεός με εφώτισε και συνεκέντρωσα τους επισήμους Ιουδαίους, τους αρχηγούς και τον υπόλοιπον λαόν, δια να τους απογράψω κατά τας γενεαλογίας των. Ευρήκα δε και βιβλίον, στο οποίον είχαν καταγραφή όλοι όσοι πρώτοι επανήλθαν από την αιχμαλωσίαν της Βαβυλώνος. Εις τον κατάλογον αυτόν ευρήκα γραμμένα·

Νεεμ. 7,6           καὶ οὗτοι υἱοὶ τῆς χώρας οἱ ἀναβάντες ἀπὸ αἰχμαλωσίας τῆς ἀποικίας, ἧς ἀπῴκισε Ναβουχοδονόσορ ὁ βασιλεὺς Βαβυλῶνος καὶ ἐπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ καὶ εἰς Ἰούδα ἀνὴρ εἰς τὴν πόλιν αὐτοῦ

Νεεμ. 7,6                  Αυτοί είναι οι Ιουδαίοι της Παλαιστίνης, οι οποίοι επανήλθαν από την αιχμαλωσίαν της Βαβυλώνας, όπου ο βασιλεύς της Βαβυλώνος Ναβουχοδονόσορ τους είχε μετοικήσει, και οι οποίοι επέστρεψαν ο καθένας εις την πόλιν του.

Νεεμ. 7,7           μετὰ Ζοροβάβελ καὶ Ἰησοῦ καὶ Νεεμία Ἀζαρία καὶ Ῥεελμὰ Ναεμανί, Μαρδοχαῖος, Βαλσάν, Μασφαράθ, Ἔσδρα, Βογουΐα, Ἰναούμ, Βαανά, Μασφάρ, ἄνδρες λαοῦ Ἰσραήλ·

Νεεμ. 7,7                  Επανήλθον μαζή με τον Ζοροβάβελ, τον Ιησούν, τον Νεεμίαν, τον Αζαρίαν, τον Ρεελμά, Ναεμανί, τον Μαρδοχαίον, τον Βαλσάν, τον Μασφαράθ, τον Εσδραν, τον Βογουΐαν, τυν Ιανούμ, τον Βαανά και τον Μασφάρ. Οι άνδρες του λαού του Ισραήλ ήσαν·

Νεεμ. 7,8           υἱοὶ Φόρος δισχίλιοι ἑκατὸν ἑβδομηκονταδύο·

Νεεμ. 7,8                  Οι απόγονοι του Φορος δύο χιλιάδες εκατόν εβδομήκοντα δύο.

Νεεμ. 7,9           υἱοὶ Σαφατία τριακόσιοι ἑβδομηκονταδύο·

Νεεμ. 7,9                  Οι απόγονοι του Σαφατία τριακόσιοι εβδομήκοντα δύο.

Νεεμ. 7,10         υἱοὶ Ἠρὰ ἑξακόσιοι πεντηκονταδύο·

Νεεμ. 7,10                Οι απόγονοι του Ηράα εξακόσιοι πεντήκοντα δύο.

Νεεμ. 7,11         υἱοὶ Φαὰθ Μωὰβ τοῖς υἱοῖς Ἰησοῦ καὶ Ἰωὰβ δισχίλιοι ἑξακόσιοι δεκαοκτώ·

Νεεμ. 7,11                 Οι απόγονοι του Φαάθ Μωάβ και οι απόγονοι του Ιησού και του Ιωάβ δύο χιλιάδες εξακόσιοι δέκα οκτώ.

Νεεμ. 7,12         υἱοὶ Αἰλὰμ χίλιοι διακόσιοι πεντηκοντατέσσαρες·

Νεεμ. 7,12                Οι απόγονοι του Αιλάμ χίλιοι διακόσιοι πεντήκοντα τέσσαρες.

Νεεμ. 7,13         υἱοὶ Ζαθουΐα ὀκτακόσιοι τεσσαρακονταπέντε·

Νεεμ. 7,13                 Οι απόγονοι του Ζαθουΐα οκτακόσιοι τεσσαράκοντα πέντε.

Νεεμ. 7,14         υἱοὶ Ζακχοῦ ἑπτακόσιοι ἑξήκοντα·

Νεεμ. 7,14                Οι απόγονοι του Ζακχού επτακόσιοι εξηκοντα.

Νεεμ. 7,15         υἱοὶ Βανουΐ ἑξακόσιοι τεσσαρακονταοκτώ·

Νεεμ. 7,15                 Οι απόγονοι του Βανουί εξακόσιοι τεσσαράκοντα οκτώ.

Νεεμ. 7,16         υἱοὶ Βηβὶ ἑξακόσιοι εἰκοσιοκτώ·

Νεεμ. 7,16                Οι απόγονοι του Βηβί εξακόσιοι είκοσι οκτώ.

Νεεμ. 7,17         υἱοὶ Ἀσγὰδ δισχίλιοι τριακόσιοι εἰκοσιδύο·

Νεεμ. 7,17                 Οι απόγονοι του Ασγάδ δύο χιλιάδες τριακόσιοι είκοσι δύο.

Νεεμ. 7,18         υἱοὶ Ἀδωνικὰμ ἑξακόσιοι ἑξηκονταεπτά·

Νεεμ. 7,18                Οι απόγονοι του Αδωνικάμ εξακόσιοι εξήκοντα επτά.

Νεεμ. 7,19         υἱοὶ Βαγοΐ δισχίλιοι ἑξηκονταεπτά·

Νεεμ. 7,19                Οι απόγονοι του Βαγοί δύο χιλιάδες εξήκοντα επτά.

Νεεμ. 7,20         υἱοὶ Ἠδὶν ἑξακόσιοι πεντηκονταπέντε·

Νεεμ. 7,20                Οι απόγονοι του Ηδίν εξακόσιοι πεντήκοντα πέντε.

Νεεμ. 7,21         υἱοὶ Ἀτὴρ τῷ Ἐζεκίᾳ ἐνενηκονταοκτώ·

Νεεμ. 7,21                Οι απόγονοι του Ατήρ, υιού του Εζεκίου, ενενήκοντα οκτώ.

Νεεμ. 7,22         υἱοὶ Ἠσὰμ τριακόσιοι εἰκοσιοκτώ·

Νεεμ. 7,22                Οι απόγονοι του Ησάμ τριακόσιοι είκοσι Οκτώ.

Νεεμ. 7,23         υἱοὶ Βεσεΐ τριακόσιοι εἰκοσιτέσσαρες·

Νεεμ. 7,23                Οι απόγονοι του Βεσεί τριακόσιοι είκοσι τέσσαρες.

Νεεμ. 7,24         υἱοὶ Ἀρὶφ ἑκατὸν δώδεκα· υἱοὶ Ἀσὲν διακόσιοι εἰκοσιτρεῖς·

Νεεμ. 7,24                Οι απόγονοι του Αρίφ εκατόν δώδεκα. Οι απόγονοι του Ασέν διακόσιοι είκοσι τρεις.

Νεεμ. 7,25         υἱοὶ Γαβαὼν ἐνενηκονταπέντε·

Νεεμ. 7,25                Οι απόγονοι του Γαβαών ενενήκοντα πέντε.

Νεεμ. 7,26         υἱοὶ Βαιθαλὲμ ἑκατὸν εἰκοσιτρεῖς· υἱοὶ Ἀτωφὰ πεντηκονταέξ·

Νεεμ. 7,26                Οι απόγονοι του Βαιθαλέμ εκατόν είκοσι τρεις. Οι απόγονοι του Ατωφά πεντήκοντα εξ.

Νεεμ. 7,27         υἱοὶ Ἀναθὼθ ἑκατὸν εἰκοσιοκτώ·

Νεεμ. 7,27                Οι κάτοικοι της Αναθώθ εκατόν είκοσι οκτώ.

Νεεμ. 7,28         ἄνδρες Βηθασμὼθ τεσσαρακονταδύο·

Νεεμ. 7,28                Οι κάτοικοι της Βηθασμώθ τεσσαράκοντα δύο.

Νεεμ. 7,29         ἄνδρες Καριαθαρίμ, Καφιρὰ καὶ Βηρὼθ ἑπτακόσιοι τεσσαρακοντατρεῖς·

Νεεμ. 7,29                Οι κάτοικοι της Καριαθαρίμ, της Καφιρά και της Βηρώθ επτακόσιοι τεσσαράκοντα τρεις.

Νεεμ. 7,30         ἄνδρες Ἀραμὰ καὶ Γαβαὰ ἑξακόσιοι εἴκοσιν·

Νεεμ. 7,30                Οι κάτοικοι της Αραμά και της Γαδαά εξακόσιοι είκοσι.

Νεεμ. 7,31         ἄνδρες Μαχεμὰς ἑκατὸν εἰκοσιδύο·

Νεεμ. 7,31                 Οι κάτοικοι της Μαχεμάς εκατόν είκοσι δύο.

Νεεμ. 7,32         ἄνδρες Βαιθὴλ καὶ Ἀΐ ἑκατὸν εἰκοσιτρεῖς·

Νεεμ. 7,32                Οι κάτοικοι της Βαιθήλ και της Α εκατόν είκοσι τρεις.

Νεεμ. 7,33         ἄνδρες Ναβία ἑκατὸν πεντηκονταδύο·

Νεεμ. 7,33                Οι κάτοικοι της Ναβία εκατόν πεντήκοντα δύο.

Νεεμ. 7,34         ἄνδρες Ἠλαμαὰρ χίλιοι διακόσιοι πεντηκονταδύο·

Νεεμ. 7,34                Οι κάτοικοι της Ηλαμαάρ χίλιοι διακόσιοι πεντήκοντα δύο.

Νεεμ. 7,35         υἱοὶ Ἠρὰμ τριακόσιοι εἴκοσι·

Νεεμ. 7,35                Οι κάτοικοι της Ηράμ τριακόσιοι είκοσι.

Νεεμ. 7,36         υἱοὶ Ἰεριχὼ τριακόσιοι τεσσαρακονταπέντε·

Νεεμ. 7,36                Οι κάτοικοι της Ιεριχώ τριακόσιοι τεσσαράκοντα πέντε.

Νεεμ. 7,37         υἱοὶ Λοδαδὶδ καὶ Ὠνὼ ἑπτακόσιοι εἰκοσιεῖς·

Νεεμ. 7,37                Οι κάτοικοι της Λοδαδίδ και Ωνώ επτακόσιοι είκοσι ένας.

Νεεμ. 7,38         υἱοὶ Σανανὰ τρισχίλιοι ἐνακόσιοι τριάκοντα·

Νεεμ. 7,38                Οι κάτοικοι της Σανανά τρεις χιλιάδες εννεακόσιοι τριάκοντα.

Νεεμ. 7,39         οἱ ἱερεῖς, υἱοὶ Ἰωδαὲ εἰς οἶκον Ἰησοῦ ἐνακόσιοι ἑβδομηκοντατρεῖς·

Νεεμ. 7,39                Από δε τους ιερείς ήσαν, από τους απογόνους του Ιωδαέ, της οικογενείας του Ιησού, ήσαν εννεακόσιοι εβδομήκοντα τρεις.

Νεεμ. 7,40         υἱοὶ Ἐμμὴρ χίλιοι πεντηκονταδύο·

Νεεμ. 7,40                Απόγονοι του Εμμήρ χίλιοι πεντήκοντα δύο.

Νεεμ. 7,41         υἱοὶ Φασεοὺρ χίλιοι διακόσιοι τεσσαρακονταεπτά·

Νεεμ. 7,41                Απόγονοι του Φασεούρ χίλιοι διακόσιοι τεσσαράκοντα επτά.

Νεεμ. 7,42         υἱοὶ Ἠρὰμ χίλιοι δεκαεπτά·

Νεεμ. 7,42                Απόγονοι του Ηράμ χίλιοι δέκα επτά.

Νεεμ. 7,43         οἱ Λευῖται, υἱοὶ Ἰησοῦ τοῦ Καδμιὴλ τοῖς υἱοῖς τοῦ Οὐδουΐα ἑβδομηκοντατέσσαρες·

Νεεμ. 7,43                Λευίται δε ήσαν οι απόγονοι του Ιησού και του Καδμιήλ, όπως και οι απόγονοι του Ουδουΐα εδδομήκοντα τέσσαρες.

Νεεμ. 7,44         οἱ ἄδοντες, υἱοὶ Ἀσὰφ ἑκατὸν τεσσαρακονταοκτώ·

Νεεμ. 7,44                Από τους ψάλτας ήσαν οι απόγονοι του Ασάφ εκατόν τεσσαράκοντα οκτώ.

Νεεμ. 7,45         οἱ πυλωροί, υἱοὶ Σαλούμ, υἱοὶ Ἀτήρ, υἱοὶ Τελμών, υἱοὶ Ἀκούβ, υἱοὶ Ἀτιτά, υἱοὶ Σαβί, ἑκατὸν τριακονταοκτώ·

Νεεμ. 7,45                Από δε τους θυρωρούς ήσαν οι απόγονοι του Σαλούμ, του Ατήρ, του Τελμών, του Ακούβ, του Ατιτά, του Σαβί, εκατόν τριάκοντα οκτώ.

Νεεμ. 7,46         οἱ ναθινίμ, υἱοὶ Σηά, υἱοὶ Ἀσφά, υἱοὶ Ταβαώθ,

Νεεμ. 7,46                Από τους κατωτέρους υπηρέτας του ναού ήσαν οι απόγονοι του Σηα, οι απόγονοι του Ασφά, οι απόγονοι του Ταβαώθ,

Νεεμ. 7,47         υἱοὶ Κιράς, υἱοὶ Ἀσουΐα, υἱοὶ Φαδών,

Νεεμ. 7,47                οι απόγονοι του Κιράς, οι απόγονοι του Ασουΐα, οι απόγονοι του Φαδών,

Νεεμ. 7,48         υἱοὶ Λαβανά, υἱοὶ Ἀγαβά, υἱοὶ Σελμεΐ,

Νεεμ. 7,48                οι απόγονοι του Λαβανά, οι απόγονοι του Αγαβά, οι απόγονοι του Σελμεΐ.

Νεεμ. 7,49         υἱοὶ Ἀνάν, υἱοὶ Γαδήλ, υἱοὶ Γαάρ,

Νεεμ. 7,49                Οι απόγονοι του Ανάν, οι απόγονοι του Γαδήλ, οι απόγονοι του Γαάρ,

Νεεμ. 7,50         υἱοὶ Ῥααΐα, υἱοὶ Ῥασσών, υἱοὶ Νεκωδά,

Νεεμ. 7,50                Οι απόγονοι του Ρααΐα, οι απόγονοι του Ρασσών, οι απόγονοι του Νεκωδά,

Νεεμ. 7,51         υἱοὶ Γηζάμ, υἱοὶ Ὀζί, υἱοὶ Φεσή,

Νεεμ. 7,51                 οι απόγονοι του Γηζάμ, οι απόγονοι του Οζί, οι απόγονοι του Φεσή.

Νεεμ. 7,52         υἱοὶ Βησί, υἱοὶ Μεϊνών, υἱοὶ Νεφωσασί,

Νεεμ. 7,52                Οι απόγονοι του Βησί, οι απόγονοι του Μεϊνών, οι απόγονοι του Νεφωσασί,

Νεεμ. 7,53         υἱοὶ Βακβούκ, υἱοὶ Ἀχιφά, υἱοὶ Ἀρούρ,

Νεεμ. 7,53                οι απόγονοι του Βακβούκ, οι απόγονοι του Αχιφά, οι απόγονοι του Αρούρ,

Νεεμ. 7,54         υἱοὶ Βασαλώθ, υἱοὶ Μιδά, υἱοὶ Ἀδασάν,

Νεεμ. 7,54                οι απόγονοι του Βασαλώθ, οι απόγονοι του Μιδά, οι απόγονοι του Αδασάν,

Νεεμ. 7,55         υἱοὶ Βαρκουέ, υἱοὶ Σισαράθ, υἱοὶ Θημά,

Νεεμ. 7,55                οι απόγονοι του Βαρκουέ, οι απόγονοι του Σισαράθ, οι απόγονοι του Θημά,

Νεεμ. 7,56         υἱοὶ Νισιά, υἱοὶ Ἀτιφά,

Νεεμ. 7,56                οι απόγονοι του Νισιά, οι απόγονοι του Ατιφά.

Νεεμ. 7,57         υἱοὶ δούλων Σαλωμών, υἱοὶ Σουτεΐ, υἱοὶ Σαφαράτ, υἱοὶ Φεριδά,

Νεεμ. 7,57                Από τους απογόνους των δούλων του Σολομώντος ήσαν οι απόγονοι του Σουτεΐ, οι απόγονοι του Σαφαράτ, οι απόγονοι του Φεριδά,

Νεεμ. 7,58         υἱοὶ Ἰελήλ, υἱοὶ Δορκών, υἱοὶ Γαδαήλ,

Νεεμ. 7,58                οι απόγονοι του Ιελήλ, οι απόγονοι του Δορκών, οι απόγονοι του Γαδαήλ,

Νεεμ. 7,59         υἱοὶ Σαφατία, υἱοὶ Ἐττήλ, υἱοὶ Φακαράθ, υἱοὶ Σαβαΐμ, υἱοὶ Ἠμίμ·

Νεεμ. 7,59                οι απόγονοι του Σαφατία, οι απόγονοι του Εττήλ, οι απόγονοι του Φακαράθ, οι απόγονοι του Σαβαΐμ, οι απόγονοι του Ημίμ.

Νεεμ. 7,60         πάντες οἱ ναθινίμ, καὶ υἱοὶ δούλων Σαλωμών, τριακόσιοι ἐνενηκονταδύο.

Νεεμ. 7,60                Ολοι οι κατώτεροι υπηρέται του ναού και οι απόγονοι των δούλων του Σολομώντος ήσαν τριακόσιοι ενενήκοντα δύο.

Νεεμ. 7,61         καὶ οὗτοι ἀνέβησαν ἀπὸ Θελμελέθ, Θελαρησά, Χαρούβ, Ἠρών, Ἰεμὴρ καὶ οὐκ ἐδυνάσθησαν ἀπαγγεῖλαι οἴκους πατριῶν αὐτῶν καὶ σπέρμα αὐτῶν εἰ ἀπὸ Ἰσραήλ εἰσιν·

Νεεμ. 7,61                Οι κατωτέρω αναφερόμενοι ήσαν εκείνοι, οι οποίοι επανήλθον εις την Ιερουσαλήμ από την Θελμελέθ, την Θελαρησά, την Χαρούβ, την Ηρών, την Ιεμήρ και οι οποίοι δεν ημπόρεσαν να καταστήσουν γνωστάς εις ημάς τας οικογενείας, εις τας οποίας ανήκον, και έτσι να αποδείξουν, εάν κατάγωνται πράγματι από τους Ισραηλίτας.

Νεεμ. 7,62         υἱοὶ Δαλαία, υἱοὶ Τωβία, υἱοὶ Νεκωδά, ἑξακόσιοι τεσσαρακονταδύο·

Νεεμ. 7,62                Ησαν οι απόγονοι του Δαλαία, οι απόγονοι του Τωβία, οι απόγονοι του Νεκωδά, εν όλω εξακόσιοι τεσσαράκοντα δύο.

Νεεμ. 7,63         καὶ ἀπὸ τῶν ἱερέων υἱοὶ Ἐβία, υἱοὶ Ἀκώς, υἱοὶ Βερζελλί, ὅτι ἔλαβον ἀπὸ θυγατέρων Βερζελλὶ τοῦ Γαλααδίτου γυναῖκας καὶ ἐκλήθησαν ἐπ᾿ ὀνόματι αὐτῶν·

Νεεμ. 7,63                Από δε τους ιερείς ήσαν, οι απόγονοι του Εβία, οι απόγονοι του Ακώς, οι απόγονοι του Βερζελλί, αυτοί ωνομάζοντο έτσι, διότι επήραν από τας θυγατέρας του Γαλααδίτου Βερζελλί συζύγους, δι' αυτό δε και έλαβον τα ονόματα εκείνων.

Νεεμ. 7,64         οὗτοι ἐζήτησαν γραφὴν αὐτῶν τῆς συνοδίας, καὶ οὐχ εὑρέθη, καὶ ἠγχιστεύθησαν ἀπὸ τῆς ἱερατείας,

Νεεμ. 7,64                Αυτοί ανεζήτησαν τους τίτλους των, δια να αποδείξουν την γενεαλογίαν των, αλλά δεν τους εύρον. Δια τούτο και απεκλείσθησαν από την ιερωσύνην.

Νεεμ. 7,65         καὶ εἶπεν Ἀθερσασθά, ἵνα μὴ φάγωσιν ἀπὸ τοῦ ἁγίου τῶν ἁγίων, ἕως ἀναστῇ ἱερεὺς φωτίσων.

Νεεμ. 7,65                Ο δε βασιλεύς Αρταξέρξης διέταξε να μη τρώγουν αυτοί από τας αγίας τροφάς του ναού, μέχρις ότου παρουσιασθή αρχιερεύς, ο οποίος φωτιζόμενος από τον Θεόν θα τακτοποιήση την υπόθεσίν των.

Νεεμ. 7,66         καὶ ἐγένετο πᾶσα ἡ ἐκκλησία ὡσεὶ τέσσαρες μυριάδες δισχίλιοι τριακόσιοι ἑξήκοντα,

Νεεμ. 7,66                Ολόκληρον δε αυτό το πλήθος των Ισραηλιτών ανήλθεν εις τεσσαράκοντα δύο χιλιάδας τριακοσίους εξήκοντα,

Νεεμ. 7,67         πάρεξ δούλων αὐτῶν καὶ παιδισκῶν αὐτῶν, οὗτοι ἑπτακισχίλιοι τριακόσιοι τριακονταεπτά· καὶ ᾄδοντες καὶ ᾄδουσαι διακόσιοι τεσσαρακονταπέντε·

Νεεμ. 7,67                εκτός από τους δούλους και από τας δούλας των, οι οποίοι ανήλθον στον αριθμόν των επτά χιλιάδων τριακοσίων τριάκοντα επτά. Οι ψάλται δε και αι ψάλτριαι ήσαν διακόσιοι τεσσαράκοντα πέντε.

Νεεμ. 7,69         ὄνοι δισχίλιοι ἑπτακόσιοι.

Νεεμ. 7,69                Οι όνοι των ήσαν δύο χιλιάδες επτακόσιοι.

Νεεμ. 7,70         καὶ ἀπὸ μέρους ἀρχηγῶν τῶν πατριῶν ἔδωκαν εἰς τὸ ἔργον τῷ Νεεμίᾳ εἰς θησαυρὸν χρυσοῦς χιλίους, φιάλας πεντήκοντα καὶ χωθωνὼθ τῶν ἱερέων τριάκοντα.

Νεεμ. 7,70                Μερικοί δε από τους αρχηγούς των πατριών έδωκαν δια το έργον του Νεεμίου δώρα δια το θησαυροφυλάκιον, χιλίους χρυσούς (δαρεικούς), πεντήκοντα φιάλας και τριάκοντα ιερατικας στολάς.

Νεεμ. 7,71         καὶ ἀπὸ ἀρχηγῶν τῶν πατριῶν ἔδωκαν εἰς θησαυροὺς τοῦ ἔργου χρυσοῦ νομίσματος δύο μυριάδας καὶ ἀργυρίου μνᾶς δισχιλίας τριακοσίας, καὶ ἔδωκαν οἱ κατάλοιποι τοῦ λαοῦ χρυσίου δύο μυριάδας καὶ ἀργυρίου μνᾶς δισχιλίας διακοσίας καὶ χωθωνὼθ τῶν ἱερέων ἑξηκονταεπτά.

Νεεμ. 7,71                 Μερικοί δε άλλοι από τους αρχηγούς των οικογενειών έδωκαν στο θησαυροφυλάκιον του ναού, δια το έργον, είκοσι χιλιάδας χρυσά νομίσματα (δαρεικούς) και δύο χιλιάδας τριακοσίας αργυράς μνας. Οι υπόλοιποι από τον λαόν έδωκαν, είκοσι χιλιάδας χρυσούς δαρεικούς, δύο χιλιάδας διακοσίας αργυράς μνας και εξηκοντα επτά ιερατικάς στολάς.

Νεεμ. 7,72         καί ἐκάθισαν οἱ ἱερεῖς καὶ Λευῖται καὶ οἱ πυλωροὶ καὶ οἱ ᾄδοντες καὶ οἱ ἀπὸ τοῦ λαοῦ καὶ οἱ ναθινὶμ καὶ πᾶς Ἰσραὴλ ἐν πόλεσιν αὐτῶν.

Νεεμ. 7,72                Οι ιερείς, οι Λευίται, οι θυρωροί, οι ψάλται, οι άνδρες του λαού, οι κατώτεροι υπηρέται του ναού και όλος ο ισραηλιτικός λαός εγκατεστάθησαν εις τας πόλεις των.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8- Ο ΕΣΔΡΑΣ ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΤΟ ΝΟΜΟ ΣΤΟ ΛΑΟ  

ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΗΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΚΗΝΟΠΗΓΙΑΣ

                                Ο Έσδρας διαβάζει το Νόμο στο λαό

Νεεμ. 8,1           Καὶ ἔφθασεν ὁ μὴν ὁ ἕβδομος -καὶ οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐν πόλεσιν αὐτῶν- καὶ συνήχθησαν πᾶς ὁ λαὸς ὡς ἀνὴρ εἷς εἰς τὸ πλάτος τὸ ἔμπροσθεν πύλης τοῦ ὕδατος. καὶ εἶπαν τῷ Ἔσδρᾳ τῷ γραμματεῖ ἐνέγκαι τὸ βιβλίον νόμου Μωυσῆ, ὃν ἐνετείλατο Κύριος τῷ Ἰσραήλ.

Νεεμ. 8,1                   Οταν έφθασεν ο έβδομος μην- οι δε Ισραηλίται είχαν εν τω μεταξύ εγκατασταθή εις τας πόλεις των-, συνεκεντρώθησαν όλοι οι Ισραηλίται, ως ένας άνθρωπος, στον ευρύν χώρον εμπρός από την πύλην, η οποία ελέγετο πύλη του ύδατος. Εκεί είπαν στον Εσδραν οι Ισραηλίται να ψέρη το βιβλίον του νόμου του Μωϋσέως, τον οποίον νόμον είχε διατάξει ο Κυριος στους Ισροηλίτας.

Νεεμ. 8,2           καὶ ἤνεγκεν Ἔσδρας ὁ ἱερεὺς τὸν νόμον ἐνώπιον τῆς ἐκκλησίας ἀπὸ ἀνδρὸς ἕως γυναικὸς καὶ πᾶς ὁ συνίων ἀκούειν ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ τοῦ μηνὸς τοῦ ἑβδόμου

Νεεμ. 8,2                  Ο ιερεύς Εσδρας, κατά την πρώτην ημέραν του εβδόμου μηνός, έφερε τον Νομον ενώπιον της συγκεντρώσεως, ενώπιον ανδρών και γυναικών και όλων εκείνων, που ήσαν εις θέσιν να ακούσουν και να εννοήσουν τον Νομον.

Νεεμ. 8,3           καὶ ἀνέγνω ἐν αὐτῷ ἀπὸ τῆς ὥρας τοῦ διαφωτίσαι τὸν ἥλιον ἕως ἡμίσους τῆς ἡμέρας ἀπέναντι τῶν ἀνδρῶν καὶ τῶν γυναικῶν, καὶ αὐτοὶ συνιέντες, καὶ ὦτα παντὸς τοῦ λαοῦ εἰς τὸ βιβλίον τοῦ νόμου.

Νεεμ. 8,3                  Ανεγίνωσκε δε ο Εσδρας από τον Νομον, από την πρωΐαν όταν ανέτελλεν ο ήλιος μέχρι της μεσημβρίας, ώστε να ακούουν άνδρες και γυναίκες και όλοι εκείνοι, οι οποίοι ηδύναντο να τον εννοήσουν. Ολος δε ο λαός είχε ανοιγμένα τα αυτιά του, δια να ακούη με προσοχήν όλα όσα ήσαν γραμμένα στο βιβλίον του Νομου.

Νεεμ. 8,4           καὶ ἔστη Ἔσδρας ὁ γραμματεὺς ἐπὶ βήματος ξυλίνου, καὶ ἔστησαν ἐχόμενα αὐτοῦ Ματταθίας καὶ Σαμαΐας καὶ Ἀνανίας καὶ Οὐρίας καὶ Χελκία καὶ Μαασία ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, καὶ ἐξ ἀριστερῶν Φαδαΐας καὶ Μισαὴλ καὶ Μελχίας καὶ Ἀσὼμ καὶ Ἀσαβαδμὰ καὶ Ζαχαρίας καὶ Μεσολλάμ.

Νεεμ. 8,4                  Ο Εσδρας, ο γραμματεύς, εστεκετο όρθιος επάνω εις ένα ξύλινον βάθρον, πλησίον δε αυτού και εκ δεξιών του ίσταντο επίσης όρθιοι ο Ματταθίας, ο Σαμαΐας, ο Ανανίας, ο Ουρίας, ο Χελκίας και ο Μαασίας· εξ αριστερών του δε ίσταντο ο Φαδαΐας, ο Μισαήλ, ο Μελχίας, ο Ασώμ, ο Ασαδαδμά, ο Ζαχαρίας και ο Μεσολλάμ.

Νεεμ. 8,5           καὶ ἤνοιξεν Ἔσδρας τὸ βιβλίον ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, ὅτι αὐτὸς ἦν ἐπάνω τοῦ λαοῦ -καὶ ἐγένετο ἡνίκα ἤνοιξεν αὐτό, ἔστη πᾶς ὁ λαός-

Νεεμ. 8,5                  Ο Εσδρας ήνοιξε το βιβλίον του Νομου ενώπιον παντός του λαού και, καθώς αυτός ίστατο υψηλοτερον, ο λαός έβλεπε- όταν δε ήνοιξε το βιβλίον εσηκώθη με ευλάβειαν όλος ο λαός και εστάθη όρθιος.

Νεεμ. 8,6           καὶ ηὐλόγησεν Ἔσδρας Κύριον τὸν Θεὸν τὸν μέγαν, καὶ ἀπεκρίθη πᾶς ὁ λαὸς καὶ εἶπαν· ἀμήν, ἐπάραντες τὰς χεῖρας αὐτῶν, καὶ ἔκυψαν καὶ προσεκύνησαν τῷ Κυρίῳ ἐπὶ πρόσωπον ἐπὶ τὴν γῆν.

Νεεμ. 8,6                  Ο Εσδρας εδοξολόγησε Κυριον τον Θεόν τον μέγαν και όλοι οι Ισραηλίται απεκρίθησαν και είπαν αμήν! Υψωσαν τας χείρας των προς τον ουρανόν και κατόπιν έσκυψαν και προσεκύνησαν τον Κυριον με το πρόσωπον αυτών προς την γην.

Νεεμ. 8,7           καὶ Ἰησοῦς καὶ Βαναΐας καὶ Σαραβίας ἦσαν συνετίζοντες τὸν λαὸν εἰς τὸν νόμον· καὶ ὁ λαὸς ἐν τῇ στάσει αὐτοῦ.

Νεεμ. 8,7                  Ο Ιησούς, ο Βαναΐας και ο Σαραβίας καθωδηγοσαν τον λαόν εις την κατανόησιν του Νομου. Ο λαός δε έμενεν όρθιος εις την ευλαβή στάσιν του.

Νεεμ. 8,8           καὶ ἀνέγνωσαν ἐν βιβλίῳ νόμου τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐδίδασκεν Ἔσδρας καὶ διέστελλεν ἐν ἐπιστήμῃ Κυρίου, καὶ συνῆκεν ὁ λαὸς ἐν τῇ ἀναγνώσει.

Νεεμ. 8,8                  Εκείνοι ανεγίνωσκον το βιβλίον του νόμου του Θεού, ο δε Εσδρας εδίδασκε και ανέλυε τα αναγινωσκόμενα, σύμφωνα με την σοφίαν, που του είχε δώσει ο Κυριος, και ο λαός εννοούσε τα αναγινωσκόμενα.

Νεεμ. 8,9           καὶ εἶπε Νεεμίας καὶ Ἔσδρας ὁ ἱερεὺς καὶ γραμματεὺς καὶ οἱ Λευῖται καὶ οἱ συνετίζοντες τὸν λαὸν καὶ εἶπαν παντὶ τῷ λαῷ· ἡμέρα ἁγία ἐστὶ τῷ Κυρίῳ Θεῷ ἡμῶν, μὴ πενθεῖτε μηδὲ κλαίετε· ὅτι ἔκλαιε πᾶς ὁ λαός, ὡς ἤκουσαν τοὺς λόγους τοῦ νόμου.

Νεεμ. 8,9                  Ο Νεεμίας και ο Εσδρας, ο ιερεύς και γραμματεύς, και οι άλλοι Λευίται, οι οποίοι εδίδασκαν σχετικως τον λαόν, είπαν εις όλον τον λαόν. “Η σημερινή ημέρα είναι αφιερωμένη εις Κυριον τον Θεόν μας. Μη πενθείτε και μη κλαίετε”. Είπαν δε αυτό, διότι όλος ο λαός έκλαιε, καθώς ήκουε τους λόγους του νόμου του Κυρίου.

Νεεμ. 8,10         καὶ εἶπεν αὐτοῖς· πορεύεσθε φάγετε λιπάσματα καὶ πίετε γλυκάσματα καὶ ἀποστείλατε μερίδας τοῖς μὴ ἔχουσιν· ὅτι ἁγία ἐστὶν ἡ ἡμέρα τῷ Κυρίῳ ἡμῶν· καὶ μὴ διαπέσητε, ὅτι ἐστὶ Κύριος ἰσχὺς ἡμῶν.

Νεεμ. 8,10                Ο Νεεμίας είπε προς αυτούς· “Πηγαίνετε τώρα, φάγετε πλούσια φαγητά και πίετε γλυκά ποτά. Αλλά από αυτά αποστείλατε και μερίδας εις εκείνους, οι οποίοι δεν έχουν, διότι η ημέρα αυτή είναι χαρμόσυνος, αφιερωμένη στον Κυριον μας. Μη αποκάμνετε, μη απογοητεύεσθε, διότι ο Κυριος είναι η δύναμίς μας”.

Νεεμ. 8,11         καὶ οἱ Λευῖται κατεσιώπων πάντα τὸν λαὸν λέγοντες· σιωπᾶτε, ὅτι ἡμέρα ἁγία, καὶ μὴ καταπίπτετε.

Νεεμ. 8,11                 Οι Λευίται καθησύχασαν όλον τον λαόν λέγοντες· “Ησυχάσατε, ηρεμήσατε, διότι η ημέρα αυτή είναι αγία και χαρμόσυνος. Μη χάνετε το θάρρος σας”.

Νεεμ. 8,12         καὶ ἀπῆλθε πᾶς ὁ λαὸς φαγεῖν καὶ πιεῖν καὶ ἀποστέλλειν μερίδας καὶ ποιῆσαι εὐφροσύνην μεγάλην, ὅτι συνῆκαν ἐν τοῖς λόγοις οἷς ἐγνώρισεν αὐτοῖς.

Νεεμ. 8,12                Ολος ο ισραηλιτικός λαός απήλθε δια να φάγη και πίη και δια να στείλη μερίδας φαγητού εις εκείνους, οι οποίοι δεν είχαν. Ετσι δε εδοκίμασαν και απήλαυσαν μεγάλην χαράν και αγαλλίασιν, διότι είχαν εννοήσει τα λόγια του Νομου, τα οποία κατέστησεν εις αυτούς γνωστά ο Νεεμίας.

 

                              Μεγαλοπρεπής εορτασμός της Σκηνοπηγίας

Νεεμ. 8,13         Καὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ δευτέρᾳ συνήχθησαν οἱ ἄρχοντες τῶν πατριῶν σὺν τῷ παντὶ λαῷ, οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ Λευῖται πρὸς Ἔσδραν τὸν γραμματέα ἐπιστῆσαι πρὸς πάντας τοὺς λόγους τοῦ νόμου.

Νεεμ. 8,13                Κατά την δευτέραν ημέραν συνεκεντρώθησαν οι άρχοντες των οικογενειων μαζή με όλον τον λαόν, οι ιερείς και οι Λευίται, και προσηλθαν προς τον Εσδραν, τον γραμματέα, δια να διδαχθούν και γνωρίσουν καλύτερα όλας τας εντολάς του νόμου.

Νεεμ. 8,14         καὶ εὕροσαν γεγραμμένον ἐν τῷ νόμῳ, ᾧ ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ, ὅπως κατοικήσωσιν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐν σκηναῖς ἐν ἑορτῇ ἐν μηνὶ τῷ ἑβδόμῳ,

Νεεμ. 8,14                Ευρήκαν δε γραμμένην στον Νομον τούτον, που ο Κυριος έδωσεν στον Μωϋσήν, και μίαν εντολήν, σύμφωνα προς την οποίαν έπρεπεν οι Ισραηλίται κατά την εορτήν της Σκηνοπηγίας, που ετελείτο κατά τον εβδομον μήνα, να κατοικούν εις σκηνάς.

Νεεμ. 8,15         καὶ ὅπως σημάνωσι σάλπιγξιν ἐν πάσαις ταῖς πόλεσιν αὐτῶν καὶ ἐν Ἱερουσαλήμ. καὶ εἶπεν Ἔσδρας· ἐξέλθετε εἰς τὸ ὄρος, καὶ ἐνέγκατε φύλλα ἐλαίας καὶ φύλλα ξύλων κυπαρισσίνων καὶ φύλλα μυρσίνης καὶ φύλλα φοινίκων καὶ φύλλα ξύλου δασέος ποιῆσαι σκηνὰς κατὰ τὸ γεγραμμένον.

Νεεμ. 8,15                Θα έπρεπε δε να εξαγγέλλεται η εορτή αυτή δια σαλπίγγων εις όλας τας πόλεις των και εις την Ιερουσαλήμ. Είπε τότε ο Εσδρας· “Εβγάτε στο όρος και φέρετε από εκεί κλάδους ελαίας, κλάδους κυπαρίσσων, κλάδους μυρσίνης, κλάδους φοινίκων και γενικώς κλάδους από πυκνόφυλλα δένδρα, δια να κατασκευάσετε με αυτούς σκηνάς, όπως είναι γραμμένο στον νόμον του Μωυσέως”.

Νεεμ. 8,16         καὶ ἐξῆλθεν ὁ λαὸς καὶ ἤνεγκαν καὶ ἐποίησαν ἑαυτοῖς σκηνὰς ἀνὴρ ἐπὶ τοῦ δώματος αὐτοῦ καὶ ἐν ταῖς αὐλαῖς αὐτῶν καὶ ἐν ταῖς αὐλαῖς οἴκου τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν πλατείαις τῆς πόλεως καὶ ἕως πύλης Ἐφραίμ.

Νεεμ. 8,16                Ο λαός πράγματι εβγήκε και έφεραν κλάδους, με τους οποίους κατεσκεύασαν δια τον εαυτόν των σκηνάς. Ο καθένας επάνω στο δώμα της οικίας του, εις τας αυλάς των οικιών των, εις τας αυλάς του ναού του Θεού, εις τας πλατείας της πόλεως μέχρι της πύλης Εφραίμ.

Νεεμ. 8,17         καὶ ἐποίησαν πᾶσα ἡ ἐκκλησία, οἱ ἐπιστρέψαντες ἀπὸ τῆς αἰχμαλωσίας, σκηνὰς καὶ ἐκάθισαν ἐν σκηναῖς· ὅτι οὐκ ἐποίησαν ἀπὸ ἡμερῶν Ἰησοῦ υἱοῦ Ναυῆ οὕτως οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης· καὶ ἐγένετο εὐφροσύνη μεγάλη.

Νεεμ. 8,17                Ολοι οι Ισραηλται, που είχαν επιστρέψει από την αιχμαλωσίαν, κατεσκεύασαν σκηνάς, εις τας οποίας και εγκατεστάθησαν. Από την εποχήν δε Ιησού, υιού του Ναυή, μέχρι της ημέρας αυτής οι Ισραηλίται ουδέποτε άλλοτε είχαν εορτάσει έτσι την εορτήν της Σκηνοπηγίας. Επεκράτησε μεγάλη χαρά και αγαλλίασις μεταξύ όλων.

Νεεμ. 8,18         καὶ ἀνέγνω ἐν βιβλίῳ νόμου τοῦ Θεοῦ ἡμέραν ἐν ἡμέρᾳ ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῆς πρώτης ἕως τῆς ἡμέρας τῆς ἐσχάτης· καὶ ἐποίησαν ἑορτὴν ἑπτὰ ἡμέρας, καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ ὀγδόῃ ἐξόδιον κατὰ τὸ κρίμα.

Νεεμ. 8,18                Ανεγίνωσκον δε τον νόμον του Θεού κάθε ημέραν, από την πρώτην ημέραν της εορτής μέχρι και την τελευταίαν. Εώρτασαν την Σκηνοπηγίαν επί επτά ημέρας· κατά δε την ογδόην ημέραν έγινεν η επίσημος λήξις και απόλυσις, σύμφωνα με την διάταξιν του νόμου του Κυρίου.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9- ΔΗΜΟΣΙΑ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

                              Δημόσια μετάνοια και προσευχή

Νεεμ. 9,1           Καὶ ἐν ἡμέρᾳ εἰκοστῇ καὶ τετάρτῃ τοῦ μηνὸς τούτου συνήχθησαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐν νηστείᾳ καὶ ἐν σάκκοις καὶ σποδῷ ἐπὶ κεφαλῆς αὐτῶν.

Νεεμ. 9,1                   Κατά την εικοστήν τετάρτην ημέραν του εβδόμου αυτού μηνός, οι Ισραηλίται συνεκεντρώθησαν, δια να νηστεύσουν· εφορούσαν σάκκους και είχαν ρίξει επάνω εις την κεφαλήν των στάκτην.

Νεεμ. 9,2           καὶ ἐχωρίσθησαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἀπὸ παντὸς υἱοῦ ἀλλοτρίου καὶ ἔστησαν καὶ ἐξηγόρευσαν τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν καὶ τὰς ἀνομίας τῶν πατέρων αὐτῶν.

Νεεμ. 9,2                  Οι Ισραηλίται απεχωρίσθησαν από όλους τους άλλους ξένους λαούς και όρθιοι εξωμολογούντο τας ιδικάς των αμαρτίας, όπως και τας παρανομίας των προγόνων των.

Νεεμ. 9,3           καὶ ἔστησαν ἐπὶ τῇ στάσει αὐτῶν καὶ ἀνέγνωσαν ἐν βιβλίῳ νόμου Κυρίου Θεοῦ αὐτῶν καὶ ἦσαν ἐξαγορεύοντες τῷ Κυρίῳ καὶ προσκυνοῦντες τῷ Κυρίῳ Θεῷ αὐτῶν.

Νεεμ. 9,3                  Ορθιοι δε εις τας θέσεις των, εδιάβαζαν το βιβλίον του νόμου Κυρίου του Θεού των, εξωμολογούντο τας αμαρτίας των προς τον Κυριον και επροσκυνούσαν Κυριον τον Θεόν των.

Νεεμ. 9,4           καὶ ἔστη ἐπὶ ἀναβάσει τῶν Λευιτῶν Ἰησοῦς καὶ οἱ υἱοὶ Καδμιήλ, Σεχενία υἱὸς Σαραβία, υἱοὶ Χωνενὶ καὶ ἐβόησαν φωνῇ μεγάλῃ πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν.

Νεεμ. 9,4                  Ο Ιησούς, οι υιοί του Καδμιήλ, ο Σεχενίας, υιός του Σαραβία και οι υιοί του Χωνενί, ανήλθον εις την εξέδραν των Λευϊτών και με μεγάλην φωνήν εβόησαν προς Κυριον τον Θεόν των.

Νεεμ. 9,5           καὶ εἴποσαν οἱ Λευῖται Ἰησοῦς καὶ Καδμιήλ· ἀνάστητε, εὐλογεῖτε Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος· καὶ εὐλογήσουσιν ὄνομα δόξης σου καὶ ὑψώσουσιν ἐπὶ πάσῃ εὐλογίᾳ καὶ αἰνέσει.

Νεεμ. 9,5                  Οι δε Λευίται, ο Ιησούς και ο Καδμιήλ ειπόν· “Σηκωθήτε και δοξολογείτε Κυριον τον Θεόν μας, ο οποίος ζη στους αιώνας των αιώνων. Ευλογητόν είναι και θα είναι το ένδοξον όνομά σου, Κυριε, και σε θα μεγαλύνουν πάντοτε με κάθε ύμνον και δοξολογίαν”.

Νεεμ. 9,6           καὶ εἶπεν Ἔσδρας· σὺ εἶ αὐτὸς Κύριος μόνος, σὺ ἐποίησας τὸν οὐρανὸν καὶ τὸν οὐρανὸν τοῦ οὐρανοῦ καὶ πᾶσαν τὴν στάσιν αὐτῶν, τὴν γῆν καὶ πάντα, ὅσα ἐστὶν ἐν αὐτῇ, τὰς θαλάσσας καὶ πάντα τὰ ἐν αὐταῖς, καὶ σὺ ζωοποιεῖς τὰ πάντα, καὶ σοὶ προσκυνοῦσιν αἱ στρατιαὶ τῶν οὐρανῶν.

Νεεμ. 9,6                  Προσηυχήθη δε τότε μεγαλοφώνως ο Εσδρας και είπε· “Συ είσαι, Κυριε, ο μόνος αιώνιος και αναλλοίωτος Θεός. Συ εδημιούργησες τον ουρανόν και τον ουρανόν του ουρανού και όλον το πλήθος των αστέρων, την γην και όλα όσα υπάρχουν εις αυτήν· τας θαλάσσας και όλα όσα υπάρχουν εις αυτάς. Συ, ζωοποιείς τα πάντα και σε προσκυνούν αι στρατιαί των ουρανών.

Νεεμ. 9,7           σὺ εἶ Κύριος ὁ Θεός· σὺ ἐξελέξω ἐν Ἅβραμ καὶ ἐξήγαγες αὐτὸν ἐκ τῆς χώρας τῶν Χαλδαίων καὶ ἐπέθηκας αὐτῷ ὄνομα Ἁβραάμ·

Νεεμ. 9,7                  Συ είσαι ο Κυριος και ο Θεός. Συ εξέλεξες τον Αβραμ και ωδήγησες αυτόν από την χώραν των Χαλδαίων και έδωσες εις αυτόν το όνομα Αβραάμ.

Νεεμ. 9,8           καὶ εὗρες τὴν καρδίαν αὐτοῦ πιστὴν ἐνώπιόν σου καὶ διέθου πρὸς αὐτὸν διαθήκην δοῦναι αὐτῷ τὴν γῆν τῶν Χαναναίων καὶ Χετταίων καὶ Ἀμοῤῥαίων καὶ Φερεζαίων καὶ Ἰεβουσαίων καὶ Γεργεσαίων καὶ τῷ σπέρματι αὐτοῦ· καὶ ἔστησας τοὺς λόγους σου, ὅτι δίκαιος σύ.

Νεεμ. 9,8                  Ευρήκες την καρδίαν του πιστήν και αφωσιωμένην εις σέ. Συνήψες με αυτόν διαθήκην και του έδωσες υπόσχεσιν να δώσης εις αυτόν και στους απογόνους του την χώραν των Χαναναίων, των Χετταίων, των Αμορραίων, των Φερεζαίων, των Ιεβουσαίων και των Γεργεσαίων. Και την υπόσχεσίν σου αυτήν την εξεπλήρωσες, διότι είσαι πάντοτε πιστός και δίκαιος στους λόγους σου.

Νεεμ. 9,9           καὶ εἶδες τὴν ταπείνωσιν τῶν πατέρων ἡμῶν ἐν Αἰγύπτῳ καὶ τὴν κραυγὴν αὐτῶν ἤκουσας ἐπὶ θάλασσαν ἐρυθράν.

Νεεμ. 9,9                  Είδες τον εξευτελισμόν και τον πόνον των πατέρων μας εις την Αίγυπτον και ήκουσες την κραυγήν της οδύνης των, όταν ευρίσκοντο πλησίον της Ερυθράς Θαλάσσης.

Νεεμ. 9,10         καὶ ἔδωκας σημεῖα καὶ τέρατα ἐν Αἰγύπτῳ ἐν Φαραὼ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς παισὶν αὐτοῦ καὶ ἐν παντὶ τῷ λαῷ τῆς γῆς αὐτοῦ, ὅτι ἔγνως ὅτι ὑπερηφάνησαν ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ ἐποίησας σεαυτῷ ὄνομα ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη.

Νεεμ. 9,10                Εδωσες σημεία και τέρατα, έστειλες προς χάριν του λαού σου πληγάς εις την Αίγυπτον εναντίον του Φαραώ και όλων των δούλων του και όλου του λαού της χώρας του, διότι είδες ότι αυτοί εφέρθησαν με αλαζονείαν και σκληρότητα εναντίον των πατέρων μας. Και έτσι έκαμες ένδοξον το Ονομά σου, όπως και η σημερινή ημέρα μαρτυρεί.

Νεεμ. 9,11         καὶ τὴν θάλασσαν ἔῤῥηξας ἐνώπιον αὐτῶν, καὶ παρήλθοσαν ἐν μέσῳ τῆς θαλάσσης ἐν ξηρασίᾳ, καὶ τοὺς καταδιώξοντας αὐτοὺς ἔῤῥιψας εἰς βυθὸν ὡσεὶ λίθον ἐν ὕδατι σφοδρῷ.

Νεεμ. 9,11                 Διέρρηξες την Ερυθράν Θαλασσαν ενώπιον των Ισραηλιτών και επέρασαν αυτοί εν μέσω της θαλάσσης ως επί ξηρού εδάφους. Εκείνους δέ, που τους κατεδίωξαν, έρριψες στον βυθόν της θαλάσσης, όπως ρίπτεται ένας λίθος εις βαθύ ύδωρ.

Νεεμ. 9,12         καὶ ἐν στύλῳ νεφέλης ὡδήγησας αὐτοὺς ἡμέρας καὶ ἐν στύλῳ πυρὸς τὴν νύκτα τοῦ φωτίσαι αὐτοῖς τὴν ὁδόν, ἐν ᾗ πορεύσονται ἐν αὐτῇ.

Νεεμ. 9,12                Ωδήγησες τους προγόνους μας την μεν ημέραν με στύλον νεφέλης, την δε νύκτα με πύρινον στύλον, δια να φωτίζη αυτός τον δρόμον, στον οποίον αυτοί θα εβάδιζαν.

Νεεμ. 9,13         καὶ ἐπὶ ὄρος Σινὰ κατέβης καὶ ἐλάλησας πρὸς αὐτοὺς ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἔδωκας αὐτοῖς κρίματα εὐθέα καὶ νόμους ἀληθείας, προστάγματα καὶ ἐντολὰς ἀγαθάς·

Νεεμ. 9,13                Κατέβηκες στο όρος Σινά, ωμίλησες προς αυτούς από τον ουρανόν, έδωκες εις αυτούς δικαίας διαταγάς, αληθείς νόμους, ωφελίμους θεσμούς και εντολάς.

Νεεμ. 9,14         καὶ τὸ σάββατόν σου τὸ ἅγιον ἐγνώρισας αὐτοῖς, ἐντολὰς καὶ προστάγματα καὶ νόμον ἐνετείλω αὐτοῖς ἐν χειρὶ Μωυσῆ δούλου σου.

Νεεμ. 9,14                Κατέστησες εις αυτούς γνωστόν το άγιόν σου Σαββατον, τας δε εντολάς και τα προστάγματα του Νομου παρέδωσες εις αυτούς δια μέσου του δούλου σου του Μωϋσέως.

Νεεμ. 9,15         καὶ ἄρτον ἐξ οὐρανοῦ ἔδωκας αὐτοῖς εἰς σιτοδοτίαν αὐτῶν καὶ ὕδωρ ἐκ πέτρας ἐξήνεγκας αὐτοῖς εἰς δίψαν αὐτῶν. καὶ εἶπας αὐτοῖς εἰσελθεῖν κληρονομῆσαι τὴν γῆν, ἐφ᾿ ἣν ἐξέτεινας τὴν χεῖρά σου δοῦναι αὐτοῖς.

Νεεμ. 9,15                Αρτον από τον ουρανόν έδωκες εις αυτούς προς τροφήν και ύδωρ από τον βράχον ανέβλυσες προς χάριν αυτών, δια να καταπαύση την δίψαν των. Είπες δε εις αυτούς να εισέλθουν, δια να κατακτήσουν και κληρονομήσουν την γην, επάνω από την οποίαν είχες απλώσει συ το χέρι σου και ωρκίσθης να την δώσης εις αυτούς.

Νεεμ. 9,16         καὶ αὐτοὶ καὶ οἱ πατέρες ἡμῶν ὑπερηφανεύσαντο καὶ ἐσκλήρυναν τὸν τράχηλον αὐτῶν καὶ οὐκ ἤκουσαν τῶν ἐντολῶν σου·

Νεεμ. 9,16                Αλλά αυτοί και οι πατέρες ημών αλαζονεύθησαν, εσκληρύνθησαν, δεν έσκυψαν την κεφαλήν των ενώπιόν σου και δεν επίστευσαν εις τας εντολάς σου.

Νεεμ. 9,17         καὶ ἀνένευσαν τοῦ εἰσακοῦσαι καὶ οὐκ ἐμνήσθησαν τῶν θαυμασίων σου, ὧν ἐποίησας μετ᾿ αὐτῶν καὶ ἐσκλήρυναν τὸν τράχηλον αὐτῶν καὶ ἔδωκαν ἀρχὴν ἐπιστρέψαι εἰς δουλείαν αὐτῶν ἐν Αἰγύπτῳ. καὶ σὺ ὁ Θεὸς ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος, καὶ οὐκ ἐγκατέλιπες αὐτούς.

Νεεμ. 9,17                Ηρνήθησαν να σε υπακούσουν και δεν ενεθυμήθησαν τα θαύματα, τα οποία είχες κάμει προς χάριν αυτών. Εσκλήρυναν τον τράχηλόν των και ανεζήτησαν αρχηγόν, δια να επιστρέψουν πάλιν εις την δουλείαν των εις την Αίγυπτον. Αλλά είσαι Θεός ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος και δια τούτο δεν τους εγκατέλειψες.

Νεεμ. 9,18         ἔτι δὲ καὶ ἐποίησαν ἑαυτοῖς μόσχον χωνευτὸν καὶ εἶπαν· οὗτοι οἱ θεοὶ οἱ ἐξαγαγόντες ἡμᾶς ἐξ Αἰγύπτου· καὶ ἐποίησαν παροργισμοὺς μεγάλους.

Νεεμ. 9,18                Ακόμη δε αυτοί διέπραξαν και αυτήν την παρανομίαν· κατεσκεύασαν δια τον εαυτόν των μόσχον χυτόν και είπαν· Αυτοί είναι οι Θεοί, οι οποίοι μας έβγαλαν από την δουλείαν της Αιγύπτου. Με την ειδωλολατρικήν των δε αυτήν πράξιν επέσυραν εναντίον των την δικαίαν μεγάλην οργήν σου.

Νεεμ. 9,19         καὶ σὺ ἐν οἰκτιρμοῖς σου τοῖς πολλοῖς οὐκ ἐγκατέλιπες αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ, τὸν στύλον τῆς νεφέλης οὐκ ἐξέκλινας ἀπ᾿ αὐτῶν ἡμέρας ὁδηγῆσαι αὐτοὺς ἐν τῇ ὁδῷ καὶ τὸν στύλον τοῦ πυρὸς τὴν νύκτα, φωτίζειν αὐτοῖς τὴν ὁδόν, ἐν ᾗ πορεύσονται ἐν αὐτῇ.

Νεεμ. 9,19                Και όμως συ, ο Θεός, με τους πολλούς οικτιρμούς δεν τους εγκατέλειψες εις την έρημον, δεν απεμάκρυνες από αυτούς τον στύλον της νεφέλης κατά την ημέραν, δια να τους οδηγή στον δρόμον των, ούτε τον πύρινον στύλον κατά την νύκτα, δια να τους φωτίζη στον δρόμον, που έπρεπε να βαδίζουν.

Νεεμ. 9,20         καὶ τὸ πνεῦμά σου τὸ ἀγαθὸν ἔδωκας συνετίσαι αὐτοὺς καὶ τὸ μάννα σου οὐκ ἀφυστέρησας ἀπὸ στόματος αὐτῶν καὶ ὕδωρ ἔδωκας αὐτοῖς ἐν τῷ δίψει αὐτῶν.

Νεεμ. 9,20               Εδωκες εις αυτούς το Πνεύμα σου το αγαθόν, δια να τους φέρη εις τα λογικά των και τους συνετίση. Το μάννα σου δεν το αφήρεσες από το στόμα των και ύδωρ έδωκες εις αυτούς στον καιρόν της δίψης των.

Νεεμ. 9,21         καὶ τεσσαράκοντα ἔτη διέθρεψας αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὐχ ὑστέρησας αὐτοῖς οὐδέν· ἱμάτια αὐτῶν οὐκ ἐπαλαιώθησαν, καὶ πόδες αὐτῶν οὐ διεῤῥάγησαν.

Νεεμ. 9,21                Επί τεσσαράκοντα έτη τους έθρεψες εις την έρημον και δεν τους υστέρησες από τίποτε. Τα ενδύματά των δεν έλυωσαν και τα πόδια των δεν έσκασαν και δεν εγέμισαν πληγές.

Νεεμ. 9,22         καὶ ἔδωκας αὐτοῖς βασιλείας καὶ λαοὺς ἐμέρισας αὐτοῖς, καὶ ἐκληρονόμησαν τὴν γῆν Σηὼν βασιλέως Ἐσεβὼν καὶ τὴν γῆν Ὢγ βασιλέως τοῦ Βασάν.

Νεεμ. 9,22               Παρέδωκες εις αυτούς βασίλεια και λαούς διεμέρισες εις αυτούς. Εκληρονόμησαν την χώραν του Σηών, του βασιλέως της Εσεβών, και την χώραν του Ωγ, βασιλέως του Βασάν.

Νεεμ. 9,23         καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτῶν ἐπλήθυνας ὡς τοὺς ἀστέρας τοῦ οὐρανοῦ καὶ εἰσήγαγες αὐτοὺς εἰς τὴν γῆν, ἣν εἶπας τοῖς πατράσιν αὐτῶν, καὶ ἐκληρονόμησαν αὐτήν.

Νεεμ. 9,23                Τους απογόνους των επλήθυνες ωσάν τα αστέρια του ουρανού, εισήγαγες αυτούς εις την χώραν που είχες υποσχεθή στους προπάτοράς των, και την εκληρονόμησαν.

Νεεμ. 9,24         καὶ ἐξέτριψας ἐνώπιον αὐτῶν τοὺς κατοικοῦντας τὴν γῆν τῶν Χαναναίων καὶ ἔδωκας αὐτοὺς εἰς τὰς χεῖρας αὐτῶν καὶ τοὺς βασιλεῖς αὐτῶν καὶ τοὺς λαοὺς τῆς γῆς ποιῆσαι αὐτοῖς ὡς ἀρεστὸν ἐνώπιον αὐτῶν.

Νεεμ. 9,24               Συνέτριψες ενώπιόν των τους κατοίκους της Χαναάν και τους παρέδωκες υποχειρίους εις αυτούς, ούτως επίσης τους βασιλείς και τους λαούς της χώρας αυτής, δια να τους μεταχειρισθούν όπως ήθελαν.

Νεεμ. 9,25         καὶ κατελάβοσαν πόλεις ὑψηλὰς καὶ ἐκληρονόμησαν οἰκίας πλήρεις πάντων ἀγαθῶν, λάκκους λελατομημένους, ἀμπελῶνας καὶ ἐλαιῶνας καὶ πᾶν ξύλον βρώσιμον εἰς πλῆθος· καὶ ἐφάγοσαν καὶ ἐνεπλήσθησαν καὶ ἐλιπάνθησαν καὶ ἐτρύφησαν ἐν ἀγαθωσύνῃ σου τῇ μεγάλῃ.

Νεεμ. 9,25                Εκυρίευσαν οχυράς πόλεις, εκληρονόμησαν οικίας γεμάτας από όλα τα αγαθά. Δεξαμενάς υδάτων ετοίμους, αμπελώνας, ελαιώνας και πλήθος άλλο από καρποφόρα δένδρα. Εφαγαν, εχορτάσθησαν, επαχύνθησαν, ετρύφησαν χάρις εις την ιδικήν σου μεγάλην καλωσύνην.

Νεεμ. 9 ,26        καὶ ἤλλαξαν καὶ ἀπέστησαν ἀπὸ σοῦ καὶ ἔῤῥιψαν τὸν νόμον σου ὀπίσω σώματος αὐτῶν καὶ τοὺς προφήτας σου ἀπέκτειναν, οἳ διεμαρτύραντο ἐν αὐτοῖς ἐπιστρέψαι αὐτοὺς πρός σε, καὶ ἐποίησαν παροργισμοὺς μεγάλους.

Νεεμ. 9,26               Και όμως αυτοί άλλαξαν στάσιν απέναντί σου, απεμακρύνθησαν από σέ, επέταξαν πίσω των τον Νομον σου και εφόνευσαν τους προφήτας σου, οι οποίοι διεμαρτύροντο εναντίον των και τους πρέτρεπαν να επιστρέψουν εν μετανοία προς σέ. Ετσι δε διέπραξαν μεγάλα αμαρτήματα, τα οποία εκίνησαν την μεγάλην δικαίαν οργήν σου.

Νεεμ. 9,27         καὶ ἔδωκας αὐτοὺς ἐν χειρὶ θλιβόντων αὐτούς, καὶ ἔθλιψαν αὐτούς· καὶ ἀνεβόησαν πρός σε ἐν καιρῷ θλίψεως αὐτῶν, καὶ σὺ ἐξ οὐρανοῦ σου ἤκουσας καὶ ἐν οἰκτιρμοῖς σου τοῖς μεγάλοις ἔδωκας αὐτοῖς σωτῆρας καὶ ἔσωσας αὐτοὺς ἐκ χειρὸς θλιβόντων αὐτούς.

Νεεμ. 9,27                Δια να συνετισθούν, παρέδωκες συ αυτούς υποχειρίους στους εχθρούς των, οι οποίοι και τους κατέθλιψαν. Εκείνοι δε κατά τον καιρόν της θλίψεώς των αυτής ανεβόησαν προς σε ζητούντες βοήθειαν. Και συ ήκουσες από τον ουρανύν την φωνήν των ένεκα των μεγάλων σου οικτιρμών, έστειλες εις αυτούς σωτήρας και τους απήλλαξες από την τυραννίαν των εχθρών των.

Νεεμ. 9,28         καὶ ὡς ἀνεπαύσαντο, ἐπέστρεψαν ποιῆσαι τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου· καὶ ἐγκατέλιπες αὐτοὺς εἰς χεῖρας ἐχθρῶν αὐτῶν, καὶ κατῆρξαν ἐν αὐτοῖς· καὶ πάλιν ἀνεβόησαν πρός σε, καὶ σὺ ἐξ οὐρανοῦ εἰσήκουσας καὶ ἐῤῥύσω αὐτοὺς ἐν οἰκτιρμοῖς σου πολλοῖς.

Νεεμ. 9,28               Οταν όμως απηλλάγησαν και ανεπαύθησαν από τους εχθρούς των, εστράφησαν πάλιν να πράξουν ενώπιόν σου το πονηρόν. Συ τότε, δια λόγους δικαιοσύνης και παιδαγωγίας, τους εγκατέλιπες εις τα χέρια των εχθρών των, οι οποίοι τους κατεδούλωσαν πάλιν αλλά εκείνοι και πάλιν έκραξαν προς σε και συ από τον ουρανόν ηκουσες την κραυγήν των και τους έσωσες χάρις στους πολλούς οικτιρμούς σου.

Νεεμ. 9,29         καὶ ἐπεμαρτύρω αὐτοῖς ἐπιστρέψαι αὐτοὺς εἰς τὸν νόμον σου, καὶ οὐκ ἤκουσαν, ἀλλ᾿ ἐν ταῖς ἐντολαῖς σου καὶ κρίμασί σου ἡμάρτοσαν, ἃ ποιήσας αὐτὰ ἄνθρωπος ζήσεται ἐν αὐτοῖς· καὶ ἔδωκαν νῶτον ἀπειθοῦντα καὶ τράχηλον αὐτῶν ἐσκλήρυναν καὶ οὐκ ἤκουσαν.

Νεεμ. 9,29               Συ διεμαρτυρήθης προς αυτούς και τους προέτρεψες να επιστρέψουν πάλιν εις την τήρησιν του Νομου σου. Αλλά εκείνοι δεν υπήκουσαν. Ημάρτησαν πάλιν και παρέβησαν τας εντολάς σου και τας διαταγάς σου, τας οποίας, όταν σέβεται και τηρή ο άνθρωπος, ζη ασφαλής δι' αυτών. Εδείχθησαν απειθείς, σκληροτράχηλοι κα δεν υπήκουσαν εις τον Νομον σου.

Νεεμ. 9,30         καὶ εἵλκυσας ἐπ᾿ αὐτοὺς ἔτη πολλὰ καὶ ἐπεμαρτύρω αὐτοῖς ἐν πνεύματί σου ἐν χειρὶ προφητῶν σου· καὶ οὐκ ἠνωτίσαντο, καὶ ἔδωκας αὐτοὺς ἐν χειρὶ λαῶν τῆς γῆς.

Νεεμ. 9,30                Συ όμως εμακροθύμησες και τους εχάρισες έτη πολλά. Διεμαρτύρεσο εναντίον των εν τω Πνεύματί σου δια μέσου των προφητών σου. Αυτοί όμως δεν ήκουσαν Δια τούτο και παρέδωκες αυτούς υποχειρίους στους ειδωλολατρικούς λαούς της χώρας εκείνης.

Νεεμ. 9,31         καὶ σὺ ἐν οἰκτιρμοῖς σου τοῖς πολλοῖς οὐκ ἐποίησας αὐτοὺς συντέλειαν καὶ οὐκ ἐγκατέλιπες αὐτούς, ὅτι ἰσχυρὸς εἶ καὶ ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων.

Νεεμ. 9,31                Αλλά δια τους πολλούς σου οικτιρμούς δεν παρέδωσας αυτούς εις όλεθρον και δεν τους εγκατέλειψες, διότι είσαι παντοδύναμος, ελεήμων και οικτίρμων.

Νεεμ. 9,32         καὶ νῦν, ὁ Θεὸς ἡμῶν ὁ ἰσχυρός, ὁ μέγας, ὁ κραταιὸς καὶ ὁ φοβερός, φυλάσσων τὴν διαθήκην σου καὶ τὸ ἔλεός σου, μὴ ὀλιγωθήτω ἐνώπιόν σου πᾶς ὁ μόχθος, ὃς εὗρεν ἡμᾶς καὶ τοὺς βασιλεῖς ἡμῶν καὶ τοὺς ἄρχοντας ἡμῶν καὶ τοὺς ἱερεῖς ἡμῶν καὶ τοὺς προφήτας ἡμῶν καὶ τοὺς πατέρας ἡμῶν καὶ ἐν παντὶ τῷ λαῷ σου ἀπὸ ἡμερῶν βασιλέων Ἀσσοὺρ καὶ ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης.

Νεεμ. 9,32                Και τώρα συ, ο Θεός ημών, ο παντοδύναμος, ο μέγας, ο κραταιός και φοβερός, ο οποίος τηρείς την υπόσχεσίν σου και παρέχστο έλεός σου, ας μη θεωρηθούν ενώπιόν σου μικραί και ασήμαντοι αι ταλαιπωρίαι και αι περιπέτειαι, αι οποίαι ευρήκαν ημάς και τους βασιλείς μας και τους άρχοντας μας και τους ιερείς μας και τους προφήτας μας και τους πατέρας μας και όλον τον λαόν, από της εποχής των βασιλέων της Ασσυρίας μέχρι και της ημέρας αυτής.

Νεεμ. 9,33         καὶ σὺ δίκαιος ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐρχομένοις ἐφ᾿ ἡμᾶς, ὅτι ἀλήθειαν ἐποίησας, καὶ ἡμεῖς ἐξημάρτομεν,

Νεεμ. 9,33                Συ, κατά λόγον δικαιοσύνης, επέτρεψας να πέσουν επάνω μας όλαι αυταί αι συμφοραί, που μας ευρήκαν, και ορθώς ενήργησες, διότι ημείς ημαρτήσαμεν.

Νεεμ. 9,34         καὶ οἱ βασιλεῖς ἡμῶν καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν καὶ οἱ ἱερεῖς ἡμῶν καὶ οἱ πατέρες ἡμῶν οὐκ ἐποίησαν τὸν νόμον σου καὶ οὐ προσέσχον τῶν ἐντολῶν σου καὶ τὰ μαρτύριά σου, ἃ διεμαρτύρω αὐτοῖς.

Νεεμ. 9,34                Οι βασιλείς μας και οι άρχοντές μας και οι ιερείς μας και οι πατέρες μας δεν ετήρησαν τον νόμον σου και δεν έδωσαν προσοχήν εις τας εντολάς σου, δια τας οποίας και ζωηρώς διεμαρτυρήθης εναντίον των.

Νεεμ. 9,35         καὶ αὐτοὶ ἐν βασιλείᾳ σου καὶ ἐν ἀγαθωσύνῃ σου τῇ πολλῇ, ᾗ ἔδωκας αὐτοῖς, καὶ ἐν τῇ γῇ τῇ πλατείᾳ καὶ λιπαρᾷ, ᾗ ἔδωκας ἐνώπιον αὐτῶν, οὐκ ἐδούλευσάν σοι καὶ οὐκ ἀπέστρεψαν ἀπὸ ἐπιτηδευμάτων αὐτῶν τῶν πονηρῶν.

Νεεμ. 9,35                Διότι αυτοί δεν σε υπηρέτησαν και δεν απεμακρύνθησαν από τας πονηράς των πράξεις και συνηθείας, μολονότι συ εχάρισες εις αυτούς την βασιλείαν, και έδειξες την άπειρόν σου καλωσύνην με το να χαρίσης εις αυτούς εκτεταμένην και πλουσίαν χώραν.

Νεεμ. 9,36         ἰδοὺ σήμερόν ἐσμεν δοῦλοι, καὶ ἡ γῆ, ἣν ἔδωκας τοῖς πατράσιν ἡμῶν φαγεῖν τὸν καρπὸν αὐτῆς καὶ τὰ ἀγαθὰ αὐτῆς, ἰδού ἐσμεν δοῦλοι ἐπ᾿ αὐτῆς,

Νεεμ. 9,36                Ιδού όμως ότι σήμερα είμεθα δούλοι. Είμεθα δούλοι επάνω ακριβώς εις την χώραν αυτήν, την οποίαν έδωσες στους προγόνους μας να τρώγουν τους καρπούς της και να απολαμβάνουν τα αγαθά της.

Νεεμ. 9,37         καὶ οἱ καρποὶ αὐτῆς πολλοὶ τοῖς βασιλεῦσιν, οἷς ἔδωκας ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν ἁμαρτίαις ἡμῶν, καὶ ἐπὶ τὰ σώματα ἡμῶν ἐξουσιάζουσι καὶ ἐν κτήνεσιν ἡμῶν ὡς ἀρεστὸν αὐτοῖς, καὶ ἐν θλίψει μεγάλῃ ἐσμέν.

Νεεμ. 9,37                Και ιδού σήμερον, ότι οι άφθονοι αυτής καρποί είναι υπό την εξουσίαν των βασιλέων, στους οποίους μας παρέδωσες εξ αιτίας των αμαρτιών μας και οι οποίοι εξουσιάζουν τα σώματά μας και τα ζώα μας, όπως αυτοί θέλουν. Ευρισκόμεθα σήμερον εις μεγάλην θλίψιν.

Νεεμ. 9,38         καὶ ἐν πᾶσι τούτοις ἡμεῖς διατιθέμεθα πίστιν καὶ γράφομεν, καὶ ἐπισφραγίζουσιν ἄρχοντες ἡμῶν, Λευῖται ἡμῶν, ἱερεῖς ἡμῶν.

Νεεμ. 9,38                Αλλά ιδού, ότι ημείς σήμερον ομολογούμεν και γράφομεν την ιεράν ημών πίστιν, την οποίαν επισφραγίζουν με την υπογραφήν των οι άρχοντές μας, οι Λευίται μας, οι ιερείς μας”.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10- ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

                              Συμφωνία του λαού για την τήρηση του Νόμου

Νεεμ. 10,1         Καὶ ἐπὶ τῶν σφραγιζόντων Νεεμίας Ἀρτασασθὰ υἱὸς Ἀχαλία καὶ Σεδεκίας

Νεεμ. 10,1                 Εκείνοι δέ, οι οποίοι έθεσαν την υπογραφήν των και την σφραγίδα των, είναι οι εξής· Νεεμίας ο διοικητής, υιός του Αχαλία· ο Σεδεκίας,

Νεεμ. 10,2         υἱὸς Ἀραία καὶ Ἀζαρία καὶ Ἱερμία,

Νεεμ. 10,2                υιός του Αραία, ο Αζαρία, ο Ιερμία,

Νεεμ. 10,3         Φασούρ, Ἀμαρία, Μελχία,

Νεεμ. 10,3                ο Φασούρ ο Αμαρία, ο Μελχία,

Νεεμ. 10,4         Ἀττούς, Σεβανί, Μαλούχ,

Νεεμ. 10,4                ο Αττούς, ο Σεβανί, ο Μαλούχ,

Νεεμ. 10,5         Ἰράμ, Μεραμώθ, Ἀβδία,

Νεεμ. 10,5                ο Ιράμ, ο Μεραμώθ ο Αβδία,

Νεεμ. 10,6         Δανιήλ, Γανναθών, Βαρούχ,

Νεεμ. 10,6                ο Δανιήλ, ο Γανναθών, ο Βαρούχ,

Νεεμ. 10,7         Μεσουλάμ, Ἀβία, Μιαμίν,

Νεεμ. 10,7                ο Μεσουλάμ, ο Αβία, ο Μιαμίν,

Νεεμ. 10,8         Μααζία, Βελγαΐ, Σαμαΐα, οὗτοι ἱερεῖς·

Νεεμ. 10,8                ο Μααζία, ο Βελγαΐ, ο Σαμαΐα. Αυτοί ήσαν ιερείς.

Νεεμ. 10,9         καὶ οἱ Λευῖται Ἰησοῦς υἱὸς Ἀζανία, Βαναίου ἀπὸ υἱῶν Ἠναδάδ, Καδμιὴλ

Νεεμ. 10,9                Οι δε Λευίται που υπέγραψαν ήσαν, Ιησούς ο υιός του Αζανία, ο Βαναίου από τους υιούς του Ηναδάδ, ο Καδμιήλ

Νεεμ. 10,10       καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ, Σαβανία, Ὠδουΐα, Καλιτάν, Φελία, Ἀνάν,

Νεεμ. 10,10              και οι αδελφοί αυτού, ο Σαβανία, ο Ωδουΐα, ο Καλιτάν, ο Φελία, ο Ανάν,

Νεεμ. 10,11       Μιχά, Ῥοώβ, Ἀσεβίας,

Νεεμ. 10,11               ο Μιχά, ο Ροώβ, ο 'Ασεβιας,

Νεεμ. 10,12       Ζακχώρ, Σαραβία, Σεβανία,

Νεεμ. 10,12              Ζακχώρ, ο Σαραβία, ο Σεβανία,

Νεεμ. 10,13       Ὠδούμ, υἱοὶ Βανουναΐ·

Νεεμ. 10,13               ο Ωδούμ οι υιοί του Βανουναΐ.

Νεεμ. 10,14       ἄρχοντες τοῦ λαοῦ Φόρος, Φαάθ, Μωάβ, Ἠλάμ, Ζαθουΐα, υἱοὶ Βανί,

Νεεμ. 10,14              Από δε τους άρχοντας του λαού υπέγραψαν, ο Φορος, ο Φαάθ, ο Μωάβ, ο Ηλάμ, ο Ζαθουΐα, οι υιοί του Βανί,

Νεεμ. 10,15       Ἀσγάδ, Βηβαΐ,

Νεεμ. 10,15               ο Ασγάδ, ο Βηβαΐ,

Νεεμ. 10,16       Ἀδανία, Βαγοΐ, Ἠδίν,

Νεεμ. 10,16              ο Αδανία, ο Βαγοΐ, ο Ηδίν,

Νεεμ. 10,17       Ἀτήρ, Ἐζεκία, Ἀζούρ,

Νεεμ. 10,17               ο Ατήρ, ο Εζεκία, ο Αζούρ,

Νεεμ. 10,18       Ὠδουΐα, Ἠσάμ, Βησί,

Νεεμ. 10,18              ο Ωδουΐα, ο Ησάμ, ο Βησί,

Νεεμ. 10,19       Ἀρίφ, Ἀναθώθ, Νωβαΐ,

Νεεμ. 10,19              ο Αρίφ, ο Αναθώθ, ο Νωβαΐ,

Νεεμ. 10,20       Μεγαφής, Μεσουλάμ, Ἠζίρ,

Νεεμ. 10,20              ο Μεγαφής, ο Μεσουλλάμ, ο Ηζίρ,

Νεεμ. 10,21       Μεσωζεβήλ, Σαδούκ, Ἰεδδούα,

Νεεμ. 10,21              ο Μεσωζεβήλ, ο Σαδούκ, ο Ιεδδούα,

Νεεμ. 10,22       Φαλτία, Ἀνάν, Ἀναΐα,

Νεεμ. 10,22              ο Φαλτία, ο Ανάν, ο Αναΐα,

Νεεμ. 10,23       Ὠσηέ, Ἀνανία, Ἀσούβ,

Νεεμ. 10,23              ο Ωσηέ, ο 'Ανανια, ο 'Ασοϋβ,

Νεεμ. 10,24       Ἀλωής, Φαλαΐ, Σωβήκ,

Νεεμ. 10,24              ο Αλωής, ο Φαλαΐ, ο Σωβήκ,

Νεεμ. 10,25       Ῥεούμ, Ἐσσαβανά, Μαασία,

Νεεμ. 10,25              ο Ρεούμ, ο Εσσαβανα, ο Μαασία,

Νεεμ. 10,26       καὶ Ἀΐα, Αἰνάν, Ἠνάμ,

Νεεμ. 10,26              ο Αΐα, ο Αινάν, ο Ηνάμ,

Νεεμ. 10,27       Μαλούχ, Ἠράμ, Βαανά.

Νεεμ. 10,27              ο Μαλούχ, ο Ηράμ και ο Βασανά.

Νεεμ. 10,28       καὶ οἱ κατάλοιποι τοῦ λαοῦ, οἱ ἱερεῖς, οἱ Λευῖται, οἱ πυλωροί, οἱ ᾄδοντες, οἱ ναθινὶμ καὶ πᾶς ὁ προσπορευόμενος ἀπὸ λαῶν τῆς γῆς πρὸς νόμον τοῦ Θεοῦ, γυναῖκες αὐτῶν, υἱοὶ αὐτῶν, θυγατέρες αὐτῶν, πᾶς ὁ εἰδὼς καὶ συνίων,

Νεεμ. 10,28              Οι υπόλοιποι άνδρες εκ του λαού, οι ιερείς, οι Λευίται, οι θυρωροί, οι ψάλται, οι κατώτεροι υπηρέται του ναού και όλοι εκείνοι οι οποίοι απεμακρύνθησαν από τους ειδωλολατρικούς λαούς της χώρας, δια να ακολουθήσουν τον νόμον του Θεού, μαζή με τας γυναίκας, τους υιούς και τας θυγατέρας των και όλοι εκείνοι οι οποίοι ήσαν εις θέσιν να γνωρίζουν τον νόμον του Θεού και να κρίνουν τα πράγματα,

Νεεμ. 10,29       ἐνίσχυον ἐπὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῶν καὶ κατηράσαντο αὐτοὺς καὶ εἰσήλθοσαν ἐν ἀρᾷ καὶ ἐν ὅρκῳ τοῦ πορεύεσθαι ἐν νόμῳ τοῦ Θεοῦ, ὃς ἐδόθη ἐν χειρὶ Μωυσῆ δούλου τοῦ Θεοῦ, φυλάσσεσθαι καὶ ποιεῖν πάσας τὰς ἐντολὰς Κυρίου καὶ τὰ κρίματα αὐτοῦ καὶ τὰ προστάγματα αὐτοῦ

Νεεμ. 10,29              συνεφώνησαν με τους προαναφερθέντας ομογενείς των και τους ενίσχυσαν. Με όρκον δε και κατάραν έδωσαν την υπόσχεσιν, ότι θα πορεύωνται του λοιπού σύμφωνα με τον νόμον του Θεού, που εδόθη δια του Μωϋσέως δούλου του Θεού. Ολοι αυτοί υπεσχέθησαν ότι θα φυλάσσουν και θα τηρούν όλας τας εντολάς του Κυρίου, τας αποφάσεις και τας διατάξεις αυτού.

Νεεμ. 10,30       καὶ τοῦ μὴ δοῦναι θυγατέρας ἡμῶν τοῖς λαοῖς τῆς γῆς, καὶ τὰς θυγατέρας αὐτῶν οὐ ληψόμεθα τοῖς υἱοῖς ἡμῶν.

Νεεμ. 10,30              “Ιδιαιτέρως δε υποσχόμεθα, είπαν, ότι δεν θα δώσωμεν τας θυγατέρας μας ως συζύγους στους ξένους λαούς της χώρας αυτής και ότι δεν θα πάρωμεν τας θυγατέρας εκείνων ως συζύγους δια τους υιούς μας.

Νεεμ. 10,31       καὶ λαοὶ τῆς γῆς οἱ φέροντες τοὺς ἀγορασμοὺς καὶ πᾶσαν πρᾶσιν ἐν ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου ἀποδόσθαι, οὐκ ἀγορῶμεν παρ᾿ αὐτῶν ἐν σαββάτῳ καὶ ἐν ἡμέρᾳ ἁγίᾳ. καὶ ἀνήσομεν τὸ ἔτος τὸ ἕβδομον καὶ ἀπαίτησιν πάσης χειρός.

Νεεμ. 10,31               Και ότι εάν οι ειδωλολατρικοί λαοί της χώρας εκείνης φέρουν κατά την ημέραν το Σαβάτου προς πώλησιν οιονδήποτε είδος η εμπόρευμα, ημείς δεν θα αγοράσωμεν από αυτούς κατά την ημέραν εκείνην του Σαββάτου, όπως και κατά τας ημέρας της κάθε εορτής μας. Κατά δε το έβδομον έτος θα αφήνομεν την γην να αναπαυθή και δεν θα απαιτήσωμεν την εξόφλησιν κανενός χρέους προς ημάς.

Νεεμ. 10,32       καὶ στήσομεν ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐντολὰς δοῦναι ἐφ᾿ ἡμᾶς τρίτον τοῦ διδράχμου κατ᾿ ἐνιαυτὸν εἰς δουλείαν οἴκου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν

Νεεμ. 10,32              Αναλαμβάνομεν επίσης την υποχρέωσιν να πληρώνωμεν κάθε έτος το εν τρίτον του διδράχμου δια τας υπηρεσίας του ναού του Θεού μας.

Νεεμ. 10,33       εἰς ἄρτους τοῦ προσώπου καὶ θυσίαν τοῦ ἐνδελεχισμοῦ καὶ εἰς ὁλοκαύτωμα τοῦ ἐνδελεχισμοῦ τῶν σαββάτων, τῶν νουμηνιῶν, εἰς τὰς ἑορτὰς καὶ εἰς τὰ ἅγια, καὶ τὰ περὶ ἁμαρτίας ἐξιλάσασθαι περὶ Ἰσραήλ, καὶ εἰς ἔργα οἴκου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Νεεμ. 10,33              Υποσχομεθα ότι θα καταβάλλωμεν ο,τι χρειάζεται δια τους άρτους της προθέσεως, δια την καθημερινήν αναίμακτον θυσίαν, δια την καθημερινήν αιματηράν θυσίαν των ολοκαυτωμάτων, δια τας θυσίας των Σαββάτων, όπως επίσης δια την θυσίαν της πρώτης εκάστου μηνός, δι' όλα τα άγια πράγματα τα αφιερωμένα στον ναόν, δια τας θυσίας περί αμαρτίας προς εξιλέωσιν του ισραηλιτικού λαού, όπως γενικώτερα και δι' όλα τα έργα του ναού του Θεού μας.

Νεεμ. 10,34       καὶ κλήρους ἐβάλομεν περὶ κλήρου ξυλοφορίας, οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ Λευῖται καὶ ὁ λαός, ἐνέγκαι εἰς οἶκον Θεοῦ ἡμῶν, εἰς οἶκον πατριῶν ἡμῶν, εἰς καιροὺς ἀπὸ χρόνων, ἐνιαυτὸν κατ᾿ ἐνιαυτόν, ἐκκαῦσαι ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν, ὡς γέγραπται ἐν τῷ νόμῳ,

Νεεμ. 10,34              Επίσης ερρίψαμεν κλήρους, οι ιερείς, οι Λευίται και ο λαός, δια την προσφοράν των ξύλων, να φέρωμεν δηλαδή ξύλα στον ναόν του Θεού μας, δια το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Και να ορισθή έτσι κάθε οικογένεια από ημάς, εις ωρισμένους καιρούς από έτους εις έτος, δια να προμηθεύη ξύλα καύσιμα στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων του Θεού μας, όπως γράφει και ο Νομος.

Νεεμ. 10,35       καὶ ἐνέγκαι τὰ πρωτογεννήματα τῆς γῆς ἡμῶν καὶ πρωτογεννήματα καρποῦ παντὸς ξύλου ἐνιαυτὸν κατ᾿ ἐνιαυτὸν εἰς οἶκον Κυρίου

Νεεμ. 10,35              Αναλαμβάνομεν επίσης την υποχρέωσιν να φέρωμεν τα πρωτόλεια, τους πρώτους καρπούς, από τους αγρούς μας και τους πρώτους καρπούς από όλα τα καρποφόρα δένδρα μας κάθε έτος στον ναόν του Κυρίου.

Νεεμ. 10,36       καὶ τὰ πρωτότοκα υἱῶν ἡμῶν καὶ κτηνῶν ἡμῶν, ὡς γέγραπται ἐν τῷ νόμῳ, καὶ τὰ πρωτότοκα τῶν βοῶν ἡμῶν καὶ ποιμνίων ἡμῶν ἐνέγκαι εἰς οἶκον Θεοῦ ἡμῶν τοῖς ἱερεῦσι τοῖς λειτουργοῦσιν ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἡμῶν.

Νεεμ. 10,36              Επίσης να προσφέρωμεν τα πρωτότοκα παιδιά μας και τα πρωτοτόκα από τα κτήνη μας, όπως είναι γραμμένον στον Νομον, όπως επίσης και τα πρωτότοκα από τα βόϊδια μας και από τα ποίμνιά μας στον ναόν του Θεού μας δια τους ιερείς, οι οποίοι υπηρετούν στον ναόν του Θεού μας.

Νεεμ. 10,37       καὶ τὴν ἀπαρχὴν σίτων ἡμῶν καὶ τὸν καρπὸν παντὸς ξύλου, οἴνου καὶ ἐλαίου οἴσομεν τοῖς ἱερεῦσιν εἰς τὸ γαζοφυλάκιον οἴκου τοῦ Θεοῦ· καὶ δεκάτην γῆς ἡμῶν τοῖς Λευίταις. καὶ αὐτοὶ οἱ Λευῖται δεκατοῦντες ἐν πάσαις πόλεσι δουλείας ἡμῶν·

Νεεμ. 10,37              Εδώσαμεν επίσης την υπόσχεσιν και ανελάβαμεν την υποχρέωσιν να φέρωμεν τας απαρχάς των σίτων μας, και τους καρπούς από κάθε δένδρον μας, οίνον και έλαιον δια τους ιερείς, εις τας αποθήκας του ναού του Θεού. Το δέκατον από τα προϊόντα των αγρών μας θα προσφέρωμεν δια τους Λευΐτας. Αυτοπροσώπως οι Λευίται θα λαμβάνουν από τας πόλεις μας το εν δέκατον εκ των γεωργικών μας προϊόντων.

Νεεμ. 10,38       καὶ ἔσται ὁ ἱερεὺς υἱὸς Ἀαρὼν μετὰ τοῦ Λευίτου ἐν τῇ δεκάτῃ τοῦ Λευίτου, καὶ οἱ Λευῖται ἀνοίσουσι τὴν δεκάτην τῆς δεκάτης εἰς οἶκον Θεοῦ ἡμῶν εἰς τὰ γαζοφυλάκια εἰς οἶκον Θεοῦ·

Νεεμ. 10,38              Ο ιερεύς, ο απόγονος του Ααρών, θα είναι μαζή με τον Λευίτην, όταν οι Λευίται θα λαμβάνουν τα δέκατα. Και οι Λευίται θα προσφέρουν το δέκατον από αυτά τα δέκατα δια τον ναόν του Θεού μας. Θα αποθέτουν δε αυτά εις τας αποθήκας, αι οποίαι ευρίσκονται στον ναόν του Θεού.

Νεεμ. 10,39       ὅτι εἰς τοὺς θησαυροὺς εἰσοίσουσιν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ καὶ οἱ υἱοὶ τοῦ Λευὶ τὰς ἀπαρχὰς τοῦ σίτου καὶ τοῦ οἴνου καὶ τοῦ ἐλαίου, καὶ ἐκεῖ σκεύη τὰ ἅγια, καὶ οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ λειτουργοὶ καὶ οἱ πυλωροὶ καὶ οἱ ᾄδοντες, καὶ οὐκ ἐγκαταλείψομεν τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Νεεμ. 10,39              Γενικώς οι Ισραηλίται και οι Λευίται θα μεταφέρουν εις ειδικούς προς τούτο χώρους του ναού τας απαρχάς του σίτου, του οίνου και του ελαίου. Εκεί δε υπάρχουν τα ιερά σκεύη και οι ιερείς οι οποίοι εκτελούν την υπηρεσίαν του ναού, οι θυρωροί και οι ψάλται. Διδομεν την υπόσχεσιν ότι δεν θα παραμελήσωμεν και δεν θα εγκατολείψωμεν τον ναόν του Θεού μας”.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11- ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ

                               Κατάλογος αυτών που εγκαταστάθηκαν στην Ιερουσαλήμ

Νεεμ. 11,1         Καὶ ἐκάθισαν οἱ ἄρχοντες τοῦ λαοῦ ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ οἱ κατάλοιποι τοῦ λαοῦ ἐβάλοσαν κλήρους ἐνέγκαι ἕνα ἀπὸ τῶν δέκα καθίσαι ἐν Ἱερουσαλὴμ πόλει τῇ ἁγίᾳ καὶ ἐννέα μέρη ἐν ταῖς πόλεσι.

Νεεμ. 11,1                  Οι αρχηγοί του λαού εγκατεστάθησαν εις την Ιερουσαλήμ. Οι υπόλοιποι όμως άνθρωποι του λαού έρριψαν κλήρους, δια να φέρουν ένα επί δέκα να κατοικήση εις την Ιερουσαλήμ, την ιεράν πόλιν, ενώ τα εννέα δέκατα θα παρέμεναν εις τας άλλας πόλεις. ../../Image/Fonto/Fonto_003.jpg

Νεεμ. 11,2         καὶ εὐλόγησεν ὁ λαὸς τοὺς πάντας ἄνδρας τοὺς ἑκουσιαζομένους καθίσαι ἐν Ἱερουσαλήμ·

Νεεμ. 11,2                 Ο λαός ευλόγησεν όλους εκείνους, οι οποίοι αυτοπροαιρέτως απεφάσισαν να εγκατασταθούν εις την Ιερουσαλήμ.

Νεεμ. 11,3         καὶ οὗτοι οἱ ἄρχοντες τῆς χώρας, οἳ ἐκάθισαν ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πόλεσιν Ἰούδα· ἐκάθισαν ἀνὴρ ἐν κατασχέσει αὐτοῦ, ἐν πόλεσιν αὐτῶν Ἰσραήλ, οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ Λευῖται καὶ οἱ ναθιναῖοι καὶ οἱ υἱοὶ δούλων Σαλωμών·

Νεεμ. 11,3                 Αυτοί δε είναι οι άρχοντες της περιοχής Ιουδαίας, οι οποίοι εγκατεστάθησαν εις την Ιερουσαλήμ και εις άλλας πόλεις της Ιουδαίας. Αλλοι εγκατεστάθησαν εις τας πόλεις της Ιουδαίας, ο καθένας εγκατεστάθη εις την ιδιοκτησίαν του, και εις την ιδικήν των πόλιν. Το ίδιο έπραξαν και οι ιερείς και οι Λευίται, οι κατώτεροι υπηρέται του ναού και οι απόγονοι των δούλων του Σολομώντος.

Νεεμ. 11,4         καὶ ἐν Ἱερουσαλὴμ ἐκάθισαν ἀπὸ υἱῶν Ἰούδα καὶ ἀπὸ υἱῶν Βενιαμίν. ἀπὸ υἱῶν Ἰούδα· Ἀθαΐα υἱὸς Ἀζία, υἱὸς Ζαχαρία, υἱὸς Σαμαρία, υἱὸς Σαφατία, υἱὸς Μαλελεὴλ καὶ ἀπὸ τῶν υἱῶν Φαρές,

Νεεμ. 11,4                 Εις την Ιερουσαλήμ εγκατεστάθησαν οι καταγόμενοι από την φυλήν του Ιούδα και την φυλήν του Βενιαμίν. Από την φυλήν του Ιούδα ήσαν· ο Αθαΐα, ο υιός του Αζία, ο υιός του Ζαχαρία, ο υιός του Σαμαρία, ο υιός του Σαφατία, ο υιός του Μαλελεήλ, και από την φυλήν του Φαρές,

Νεεμ. 11,5         καὶ Μαασία υἱὸς Βαρούχ, υἱὸς Χαλαζά, υἱὸς Ὀζία, υἱὸς Ἀδαΐα, υἱὸς Ἰωαρίβ, υἱὸς Ζαχαρίου, υἱὸς τοῦ Σηλωνί·

Νεεμ. 11,5                 ο Μαασίας, ο υιός του Βαρούχ, ο υιός του Χαλαζά, ο υιός του Οζία, ο υιός του Αδαΐα, ο υιός του Ιωαρίβ, ο υιός του Ζαχαρίου, ο υιός του Σηλωνί.

Νεεμ. 11,6         πάντες υἱοὶ Φαρὲς οἱ καθήμενοι ἐν Ἱερουσαλὴμ τετρακόσιοι ἑξηκονταοκτὼ ἄνδρες δυνάμεως.

Νεεμ. 11,6                 Ολοι οι απόγονοι του Φαρές, οι οποίοι είχον εγκατασταθή εις την Ιερουσαλήμ ήσαν τετρακόσιοι εξήκοντα οκτώ άνδρες ισχυροί.

Νεεμ. 11,7         καὶ οὗτοι υἱοὶ Βενιαμίν· Σηλὼ υἱὸς Μεσουλάμ, υἱὸς Ἰωάδ, υἱὸς Φαδαΐα, υἱὸς Κωλεΐα, υἱὸς Μαασίου, υἱὸς Ἐθιήλ, υἱὸς Ἰεσία,

Νεεμ. 11,7                 Από δε την φυλήν του Βενιαμίν οι εγκατασταθέντες εις την Ιερουσαλήμ ήσαν· ο Σηλώ, ο υιός του Μεσουλάμ, ο υιός του Ιωάδ, ο υιός του Φαδαΐα, ο υιός του Κωλεΐα, ο υιός το Μαασίου, ο υιός του Εθιήλ, ο υιός του Ιεσία,

Νεεμ. 11,8         καὶ ὀπίσω αὐτοῦ Γηβέ, Σηλί, ἐννακόσιοι εἰκοσιοκτώ.

Νεεμ. 11,8                 και εν συνεχεία από αυτόν ο Γηβέ, ο Ιεσία, ο Σηλί, εν όλω άνδρες εννεακόσιοι είκοσι οκτώ.

Νεεμ. 11,9         καὶ Ἰωὴλ υἱὸς Ζεχρὶ ἐπίσκοπος ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ Ἰούδα υἱὸς Ἀσανὰ ἀπὸ τῆς πόλεως δεύτερος·

Νεεμ. 11,9                 Ο Ιωήλ, υιός του Ζεχρί ήτο αρχηγός εις αυτούς, ο Ιούδας ο υιός του Ασανά, ο υπαρχηγός της πόλεως.

Νεεμ. 11,10       ἀπὸ τῶν ἱερέων· καὶ Ἰαδία υἱὸς Ἰωρίβ, Ἰαχίν,

Νεεμ. 11,10               Από δε τους ιερείς ήσαν· ο Ιαδία υιός του Ιωρίβ, ο Ιαχίν,

Νεεμ. 11,11       Σαραία υἱὸς Ἐλχία, υἱὸς Μεσουλάμ, υἱὸς Σαδδούκ, υἱὸς Μαριώθ, υἱὸς Αἰτὼθ ἀπέναντι οἴκου τοῦ Θεοῦ.

Νεεμ. 11,11                ο Σαραία υιός του Ελχία, ο υιός του Μεσουλάμ, ο υιύς του Σαδδούκ, ο υιός του Μαριώθ, ο υιός του Αιτώθ, αυτός ο οποίος κατοικούσε απέναντι από τον ναόν του Θεού.

Νεεμ. 11,12       καὶ ἀδελφοὶ αὐτῶν ποιοῦντες τὸ ἔργον τοῦ οἴκου ὀκτακόσιοι εἰκοσιδύο. καὶ Ἀδαΐα υἱὸς Ἱεροάμ, υἱοῦ Φαλαλία, υἱοῦ Ἀμασί, υἱὸς Ζαχαρία, υἱὸς Φασσούρ, υἱὸς Μελχία,

Νεεμ. 11,12               Οι αδελφοί αυτών, οι οποίοι ησχολούντο με τα έργα εντός του ναού, ήσαν οκτακόσιοι είκοσι δύο. Ο Αδαΐα υιός του Ιεροάμ, υιού του Φαλαλία, υιού του 'Αμασι, ο υιός του Ζαχαρία, ο υιός του Φασσούρ, υιός του Μελχία,

Νεεμ. 11,13       καὶ ἀδελφοὶ αὐτοῦ, ἄρχοντες πατριῶν διακόσιοι τεσσαρακονταδύο. καὶ Ἀμασία υἱὸς Ἐσδριήλ, υἱοῦ Μεσαριμίθ, υἱοῦ Ἐμμήρ,

Νεεμ. 11,13               και οι αδελφοί αυτού οι αρχηγοί των οικογενειών ήσαν διακόσιοι τεσσαράκοντα δύο. Ο Αμασία ο υιός του Εσδριήλ, υιού του Μεσαριμίθ, υιού του Εμμήρ,

Νεεμ. 11,14       καὶ ἀδελφοὶ αὐτοῦ δυνατοὶ παρατάξεως ἑκατὸν εἰκοσιοκτώ· καὶ ἐπίσκοπος Βαδιὴλ υἱὸς τῶν μεγάλων.

Νεεμ. 11,14               και οι αδελφοί αυτού, άνδρες ικανοί δια τον πόλεμον, ήσαν εν όλω εκατόν είκοσι οκτώ. Ο Βαδιήλ, γόνος μεγάλων ανδρών, ήτο αρχηγός των.

Νεεμ. 11,15       καὶ ἀπὸ τῶν Λευιτῶν Σαμαΐα υἱὸς Ἐσρικάμ,

Νεεμ. 11,15               Από δε τους Λευίτας ήσαν ο Σαμαΐα ο υιός του Εσρικάμ,

Νεεμ. 11,17       Ματθανίας υἰὸς Μιχὰ καὶ Ἰωβὴβ υἱὸς Σαμουΐ,

Νεεμ. 11,17               ο Ματθανίας ο υιός του Μιχά και ο Ιωβήδ υιός του Σαμουΐ,

Νεεμ. 11,18       διακόσιοι ὀγδοηκοντατέσσαρες.

Νεεμ. 11,18               εν όλω διακόσιοι ογδοήκοντα τέσσαρες.

Νεεμ. 11,19       καὶ οἱ πυλωροὶ Ἀκούβ, Τελαμίν, καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτῶν, ἑκατὸν ἑβδομηκονταδύο.

Νεεμ. 11,19               Από τους θυρωρούς ήσαν ο Ακούβ, ο Τελαμίν και οι συγγενείς αυτών εν όλω εκατόν εβδομήκοντα δύο.

Νεεμ. 11,22       καὶ ἐπίσκοπος Λευιτῶν υἱὸς Βανί, υἱὸς Ὀζί, υἱὸς Ἀσαβία, υἱὸς Μιχά. ἀπὸ υἱῶν Ἀσὰφ τῶν ᾀδόντων ἀπέναντι ἔργου οἴκου τοῦ Θεοῦ·

Νεεμ. 11,22              Αρχηγός των Λευϊτών ήτο ο υιός του Βανί, υιού του Οζί υιού του Ασαβία, υιού του Μιχά. Από τους απογόνους του Ασάφ, τους ψάλτας, στο έργον του ναού του Θεού.

Νεεμ. 11,23       ὅτι ἐντολὴ τοῦ βασιλέως εἰς αὐτούς.

Νεεμ. 11,23               Δι' αυτούς υπήρχε μάλιστα ειδική εντολή του βασιλέως.

Νεεμ. 11,24       καὶ Φαθαΐα υἱὸς Βασηζὰ πρὸς χεῖρα τοῦ βασιλέως εἰς πᾶν χρῆμα τῷ λαῷ.

Νεεμ. 11,24              Ο δε Φαθαΐα υιός του Βασηζά ήτο ο εκπρόσωπος του βασιλέως δι' όλας τας υποθέσστου λαού.

Νεεμ. 11,25       καὶ πρὸς τὰς ἐπαύλεις ἐν ἀγρῷ αὐτῶν. καὶ ἀπὸ υἱῶν Ἰούδα ἐκάθισαν ἐν Καριαθαρβὸκ

Νεεμ. 11,25               Ως προς δε τα χωριά με τους αγρούς των, μερικοί Ιουδαίοι εγκατεστάθησαν εις την Καριαθαρβόκ (Χεβρών),

Νεεμ. 11 ,26      καὶ ἐν Ἰησοῦ

Νεεμ. 11,26              εις Ιησού,

Νεεμ. 11,27       καὶ ἐν Βηρσαβεέ, καὶ ἐπαύλεις αὐτῶν,

Νεεμ. 11,27               εις Βηρσαβεέ και τας περιοχάς αυτών.

Νεεμ. 11,30       Λαχὶς καὶ ἀγροὶ αὐτῆς· καὶ παρενεβάλοσαν ἐν Βηρσαβεέ.

Νεεμ. 11,30               Εις Λαχίς και τα χωράφια της. Κατώκησαν δε και εις Βηρσαβεέ.

Νεεμ. 11,31       καὶ οἱ υἱοὶ Βενιαμὶν ἀπὸ Γαβαὰ Μαχμάς.

Νεεμ. 11,31               Οι απόγονοι της φυλής Βενιαμίν εγκατεστάθησαν από την πόλιν Γαβαά μέχρι Μαχμάς.

Νεεμ. 11,36       καὶ ἀπὸ τῶν Λευιτῶν μερίδες Ἰούδα τῷ Βενιαμίν.

Νεεμ. 11,36               Μεταξύ των Λευϊτών υπήρξαν και τάξεις, που ανήκον εις την φυλήν του Ιούδα και την φυλήν του Βενιαμίν.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12- ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΕΥΙΤΩΝ  

ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ - ΟΙ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΛΕΥΙΤΕΣ

                              Κατάλογος των ιερέων και των Λευιτών

Νεεμ. 12,1         Καὶ οὗτοι οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ Λευῖται οἱ ἀναβάντες μετὰ Ζοροβάβελ υἱοῦ Σαλαθιὴλ καὶ Ἰησοῦ· Σαραΐα, Ἱερεμία, Ἔσδρα,

Νεεμ. 12,1                 Οι ιερείς δε και οι Λευίται, οι οποίοι επανήλθον από την αιχμαλωσίαν της Βαβυλώνος μαζή με τον Ζοροβάβελ, τον υιόν του Σαλαθιήλ, και τον Ιησούν, ήσαν ο Σαραΐα, ο Ιερεμίας, ο Εσδρας,

Νεεμ. 12,2         Ἀμαρία, Μαλούχ,

Νεεμ. 12,2                ο Αμαρίας, ο Μολούχ,

Νεεμ. 12,3         Σεχενία·

Νεεμ. 12,3                ο Σεχενία.

Νεεμ. 12,7         οὗτοι οἱ ἄρχοντες τῶν ἱερέων καὶ ἀδελφοὶ αὐτῶν ἐν ἡμέραις Ἰησοῦ.

Νεεμ. 12,7                Αυτοί δε ήσαν οι αρχηγοί των ιερέων και των συγγενών των κατά τας ημέρας του Ιησού.

Νεεμ. 12,8         καὶ οἱ Λευῖται, Ἰησοῦ, Βανουΐ, Καδμιήλ, Σαραβία, Ἰωδαέ, Ματθανία, ἐπὶ τῶν χειρῶν αὐτὸς καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτῶν εἰς τὰς ἐφημερίας.

Νεεμ. 12,8                Οι Λευίται ήσαν, ο Ιησούς, ο Βανουΐ, ο Καδμιήλ, ο Σαραδία, ο Ιωδαέ και ο Ματθανίας, οι οποίοι ήσαν αρχηγοί αυτοί και οι αδελφοί των εις τας καθημερινάς υπηρεσίας.

Νεεμ. 12,10       καὶ Ἰησοῦς ἐγέννησε τὸν Ἰωακίμ, καὶ Ἰωακὶμ ἐγέννησε τὸν Ἐλιασίβ, καὶ Ἐλιασὶβ τὸν Ἰωδαέ,

Νεεμ. 12,10              Ο Ιησούς εγέννησε τον Ιωακίμ, ο Ιωακίμ εγέννησε τον Ελιασίβ, ο Ελιασίβ εγέννησε τον Ιωδαέ,

Νεεμ. 12,11       καὶ Ἰωδαὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωνάθαν, καὶ Ἰωνάθαν ἐγέννησε τὸν Ἰαδού.

Νεεμ. 12,11               ο Ιωδαέ εγέννησε τον Ιωνάθαν, ο Ιωνάθαν εγέννησε τον Ιαδού.

Νεεμ. 12,12       καὶ ἐν ἡμέραις Ἰωακὶμ ἀδελφοὶ αὐτοῦ οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες τῶν πατριῶν· τῷ Σαραΐα Ἀμαρία, τῷ Ἱερεμίᾳ Ἀνανία,

Νεεμ. 12,12              Κατά την εποχήν του Ιωακίμ οι ιερείς αδελφοί αυτού ήσαν αρχηγοί δια τας κάτωθι οικογενείας· δια τον Σαραΐα ο Αμαρίας, δια τον Ιερεμίαν ο Ανανίας,

Νεεμ. 12,13       τῷ Ἔσδρᾳ Μεσουλάμ, τῷ Ἀμαρίᾳ Ἰωανάν,

Νεεμ. 12,13               δια τον Εσδραν ο Μεσουλάμ, δια τον Αμαρίαν ο Ιωανάν,

Νεεμ. 12,14       τῷ Ἀμαλοὺχ Ἰωνάθαν, τῷ Σεχενίᾳ Ἰωσήφ,

Νεεμ. 12,14              δια τον Αμαλούχ ο Ιωνάθαν, δια τον Σεχενίαν ο Ιωσήφ,

Νεεμ. 12,15       τῷ Ἀρὲ Μαννάς, τῷ Μαριὼθ Ἐλκαΐ,

Νεεμ. 12,15               δια τον Αρέ ο Μαννάς, δια τον Μαριώθ ο Ελκαΐ,

Νεεμ. 12,16       τῷ Ἀδαδαΐ Ζαχαρία, τῷ Γαναθὼθ Μοσολάμ,

Νεεμ. 12,16              δια τον Αδαδα ο Ζαχαρίας, δια τον Γαναθώθ ο Μοσολάμ,

Νεεμ. 12,17       τῷ Ἀβιὰ Ζεχρί, τῷ Μιαμὶν Μααδαὶ τῷ Φελετί,

Νεεμ. 12,17               δια τον Αβιά ο Ζεχρί, δια τον Μιαμίν ο Μααδαί, δια τον Φελετί

Νεεμ. 12,18       τῷ Βαλγὰς Σαμουέ, τῷ Σεμίᾳ Ἰωνάθαν,

Νεεμ. 12,18              και δια τον Βαλγάς ο Σαμουέ, δια τον Σεμίαν ο Ιωνάθαν,

Νεεμ. 12,19       τῷ Ἰωαρὶβ Ματθαναΐ, τῷ Ἐδίῳ Ὀζί,

Νεεμ. 12,19              δια τον Ιωαρίβ ο Ματθαναΐ, δια τον Εδίον ο Οζί,

Νεεμ. 12,20       τῷ Σαλαΐ Καλλαΐ, τῷ Ἀμὲκ Ἀβέδ,

Νεεμ. 12,20              δια τον Σαλαΐ ο Καλλαΐ, δια τον Αμέκ ο Αβέδ,

Νεεμ. 12,21       τῷ Ἐλκίᾳ Ἀσαβίας, τῷ Ἰεδεϊοὺ Ναθαναήλ.

Νεεμ. 12,21              δια τον Ελκίαν ο Ασαβίας, δια τον Ιεδεϊού ο Ναθαναήλ.

Νεεμ. 12,22       οἱ Λευῖται ἐν ἡμέραις Ἐλιασίβ, Ἰωαδὰ καὶ Ἰωὰ καὶ Ἰωανὰν καὶ Ἰδούα, γεγραμμένοι ἄρχοντες τῶν πατριῶν, καὶ οἱ ἱερεῖς ἐν βασιλείᾳ Δαρείου τοῦ Πέρσου·

Νεεμ. 12,22              Ως προς δε τους Λευίτας, κατά τας ημέρας του Ελιασίβ, ήσαν καταγεγραμμένοι ως αρχηγοί πατριών ο Ιωαδά, ο Ιωά, ο Ιωανάν και ο Ιδούα. Επίσης δε και οι ιερείς ήσαν καταγεγραμμένοι κατά την βασιλείαν του Δαρείου του Πέρσου.

Νεεμ. 12,23       υἱοὶ δὲ Λευὶ ἄρχοντες τῶν πατριῶν γεγραμμένοι ἐπὶ βιβλίῳ λόγων τῶν ἡμερῶν καὶ ἕως ἡμερῶν Ἰωανὰν υἱοῦ Ἐλισουέ.

Νεεμ. 12,23              Οι Λευίται, οι αρχηγοί των οικογενειών ήσαν γραμμένοι στο βιβλίον των χρονικών μέχρι του Ιωανάν υιού του Ελισουέ.

Νεεμ. 12,24       καὶ οἱ ἄρχοντες τῶν Λευιτῶν Ἀσαβία καὶ Σαραβία καὶ Ἰησοῦ καὶ υἱοὶ Καδμιὴλ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτῶν κατεναντίον αὐτῶν εἰς ὕμνον αἰνεῖν ἐν ἐντολῇ Δαυὶδ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ ἐφημερία πρὸς ἐφημερίαν

Νεεμ. 12,24              Οι αρχηγοί των Λευιτών ήσαν· Ο Ασαβίας, ο Σαραβίας, ο Ιησούς, οι υιοί του Καδμιήλ και οι αδελφοί αυτών ενώπιόν των, οι οποίοι είχον ως έργον να δοξολογούν τον Κυριον, σύμφωνα με την εντολήν του Δαυίδ, του ανθρώπου του Θεού, και κατά την διαδοχήν των εφημεριών των έκαστοι.

Νεεμ. 12,25       ἐν τῷ συναγαγεῖν με τοὺς πυλωροὺς

Νεεμ. 12,25              Και οι θυρωροί εφύλασσαν τας θύρας του ναού.

Νεεμ. 12,26       ἐν ἡμέραις Ἰωακὶμ υἱοῦ Ἰησοῦ, υἱοῦ Ἰωσεδὲκ καὶ ἐν ἡμέραις Νεεμία, καὶ Ἔσδρας ὁ ἱερεὺς καὶ γραμματεύς.

Νεεμ. 12,26              Κατά δε την εποχήν του Ιωακίμ, υιού του Ιησού, υιού του Ιωσεδέκ, όπως και κατά την εποχήν του Νεεμίου, ο Εσδρας ήτο ο ιερεύς και ο γραμματεύς.

 

                                Τα εγκαίνια των τειχών

Νεεμ. 12,27       Καί ἐν ἐγκαινίοις τείχους Ἱερουσαλὴμ ἐζήτησαν τοὺς Λευίτας ἐν τοῖς τόποις αὐτῶν τοῦ ἐνέγκαι αὐτοὺς εἰς Ἱερουσαλὴμ ποιῆσαι ἐγκαίνια καὶ εὐφροσύνην ἐν Θωδαθὰ καὶ ἐν ᾠδαῖς, κυμβαλίζοντες καὶ ψαλτήρια καὶ κινύραι.

Νεεμ. 12,27              Κατά τα εγκαίνια του τείχους της Ιερουσαλήμ προσεκλήθησαν οι Λευίται από τας πόλεις των, όπου κατοικούσαν, να προσέλθουν εις την Ιερουσαλήμ και να κάμουν τα εγκαίνια του τείχους με χαράν, με άσματα και αίνους, με την συνοδείαν μουσικών οργάνων, με τα κύμβαλα, με τας κιθάρας και με τας κινύρας.

Νεεμ. 12,28       καὶ συνήχθησαν οἱ υἱοὶ τῶν ᾀδόντων καὶ ἀπὸ τῆς περιχώρου κυκλόθεν εἰς Ἱερουσαλὴμ καὶ ἀπὸ ἐπαύλεων

Νεεμ. 12,28              Συνεκεντρώθησαν πράγματι οι Λευίται αυτοί ψάλται από τας γύρω της Ιερουσαλήμ περιοχάς,

Νεεμ. 12,29       καὶ ἀπὸ ἀγρῶν· ὅτι ἐπαύλεις ᾠκοδόμησαν ἑαυτοῖς οἱ ᾄδοντες ἐν Ἱερουσαλήμ.

Νεεμ. 12,29              από τα χωριά και από τους αγρούς των, διότι είχαν οργανώσει κατασκηνώσεις αυτοί, που έψαλλαν εις την Ιερουσαλήμ.

Νεεμ. 12,30       καὶ ἐκαθαρίσθησαν οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ Λευῖται, καὶ ἐκαθάρισαν τὸν λαὸν καὶ τοὺς πυλωροὺς καὶ τὸ τεῖχος.

Νεεμ. 12,30              Οι ιερείς και οι Λευίται εκαθαρίσθησαν πρώτοι και έπειτα εκαθάρισαν, σύμφωνα με τον Νομον, τον λαόν, τους θυρωρούς και το τείχος.

Νεεμ. 12,31       καὶ ἀνήνεγκα τοὺς ἄρχοντας Ἰούδα ἐπάνω τοῦ τείχους καὶ ἔστησα δύο περὶ αἰνέσεως μεγάλους, καὶ διῆλθον ἐκ δεξιῶν ἐπάνω τοῦ τείχους τῆς κοπρίας,

Νεεμ. 12,31               Ωδήγησα τότε επάνω στο τείχος τους άρχοντας της φυλής Ιούδα και εσχημάτισα δύο μεγάλας ομάδας δοξολογίας προς τον Θεόν. Η πρώτη, ομάς εβαδισε προς το δεξιόν μέρος επάνω στο τείχος, εις την λεγομένην πύλην της κοπρίας.

Νεεμ. 12,32       καὶ ἐπορεύθη ὀπίσω αὐτῶν Ὠσαΐα καὶ ἥμισυ ἀρχόντων Ἰούδα

Νεεμ. 12,32              Οπίσω δε από αυτούς εβάδιζαν ο Ωσαΐα και το ήμισυ των αρχηγών της φυλής Ιούδα.

Νεεμ. 12,33       καὶ Ἀζαρίας καὶ Ἔσδρας καὶ Μεσολλάμ,

Νεεμ. 12,33              Και ο Αζαρίας, ο Εσδρας, ο Μεσολλάμ,

Νεεμ. 12,34       καὶ Ἰούδα καὶ Βενιαμὶν καὶ Σαμαΐας καὶ Ἱερεμία

Νεεμ. 12,34              ο Ιούδας, ο Βενιαμίν, ο Σαμαΐας και ο Ιερεμίας.

Νεεμ. 12,35       καὶ ἀπὸ τῶν υἱῶν τῶν ἱερέων ἐν σάλπιγξι Ζαχαρίας υἱὸς Ἰωνάθαν, υἱὸς Σαμαΐα, υἱὸς Ματθανία, υἱὸς Μιχαία, υἱὸς Ζακχούρ, υἱὸς Ἀσάφ·

Νεεμ. 12,35              Από δε τους ιερείς με τας σάλπιγγας επορεύοντο ο Ζαχαρίας, ο υιός του Ιωνάθαν, ο υιός του Σαμαΐα, ο υιός του Ματθανία, ο υιός του Μιχαία, ο υιός του Ζακχούρ, ο υιός του Ασάφ,

Νεεμ. 12,36       καὶ ἀδελφοὶ αὐτοῦ Σαμαΐα καὶ Ὀζιήλ, Γελώλ, Ἰαμά, Ἀΐα, Ναθαναὴλ καὶ Ἰούδα, Ἀνανί, τοῦ αἰνεῖν ἐν ᾠδαῖς Δαυὶδ ἀνθρώπου Θεοῦ, καὶ Ἔσδρας ὁ γραμματεὺς ἔμπροσθεν αὐτῶν·

Νεεμ. 12,36              και οι συγγενείς του, ο Σαμαΐα, ο Οζιήλ, ο Γελώλ, ο Ιαμά, ο Αΐα, ο Ναθαναήλ, ο Ιούδα, ο Ανανί, με τα μουσικά όργανα υμνούσαν τον Κυριον με ψαλμούς του Δαυίδ του ανθρώπου του Θεού. Εμπροσθεν δε από αυτούς επορεύετο ο γραμματεύς Εσδρας.

Νεεμ. 12,37       ἐπὶ πύλης τοῦ αἲν κατέναντι αὐτῶν ἀνέβησαν ἐπὶ κλίμακας πόλεως Δαυὶδ ἐν ἀναβάσει τοῦ τείχους ἐπάνωθεν τοῦ οἴκου Δαυὶδ καὶ ἕως τῆς πύλης τοῦ ὕδατος κατὰ ἀνατολάς.

Νεεμ. 12,37              Παρά δε την πύλην της πηγής ανέβησαν κατ' ευθείαν την κλίμακα της πόλεως του Δαυίδ, διήλθον την ανωφέρειαν του τείχους, του άνω οίκου του Δαυίδ, και έφθασαν μέχρι της πύλης του ύδατος προς ανατολάς.

Νεεμ. 12,38       καὶ περὶ αἰνέσεως ἡ δευτέρα ἐπορεύετο συναντῶσα αὐτοῖς, καὶ τὸ ἥμισυ τοῦ λαοῦ ἐπάνω τοῦ τείχους ὑπεράνω τοῦ πύργου τῶν θεννουρὶμ καὶ ἕως τοῦ τείχους τοῦ πλατέος

Νεεμ. 12,38              Η άλλη ομάς, ο δεύτερος χορός της δοξολογίας, επροχωροσε αριστερά, κατ' αντίθετον διεύθυνσιν, δια να συναντήση αυτούς. Το δεύτερον αυτό τμήμα της λιτανείας επροχωρούσε επί του τείχους, άνω από τον πύργον των κλιβάνων, και έφθασε μέχρι του πλατέος τείχους.

Νεεμ. 12,39       καὶ ὑπεράνω τῆς πύλης Ἐφραὶμ καὶ ἐπὶ τὴν πύλην ἰχθυρὰν καὶ πύργῳ Ἀναμεὴλ καὶ ἕως πύλης τῆς προβατικῆς καὶ ἔστησαν ἐν πύλῃ τῆς φυλακῆς.

Νεεμ. 12,39              Κατόπιν έφθασαν επάνω από την πύλην του Εφραίμ. Από εκεί επροχώρησαν προς την πύλην, που λέγεται ιχθυρά, και στον πύργον του Αναμεήλ. Από εκεί δε ήλθον εις την πύλην την προβατικήν και τέλος εσταμάτησαν εις την πύλην της φυλακής.

Νεεμ. 12,40       καὶ ἔστησαν αἱ δύο τῆς αἰνέσεως ἐν οἴκῳ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐγὼ καὶ τὸ ἥμισυ τῶν στρατηγῶν μετ᾿ ἐμοῦ

Νεεμ. 12,40              Οι δύο αυτοί χοροί της λιτανείας εσταμάτησαν απέναντι από τον ναόν του Θεού, μαζή δε με αυτούς και εγώ και οι μισοί άρχοντες που ευρίσκοντο μαζή μου,

Νεεμ. 12,41       καὶ οἱ ἱερεῖς Ἐλιακίμ, Μαασίας, Βενιαμίν, Μιχαίας, Ἐλιωηναί, Ζαχαρίας, Ἀνανίας ἐν σάλπιγξι καὶ Μαασίας καὶ Σεμεΐας καὶ Ἐλεάζαρ καὶ Ὀζὶ καὶ Ἰωανὰθ καὶ Μελχίας καὶ Αἰλὰμ καὶ Ἐζούρ,

Νεεμ. 12,41              όπως επίσης και οι ιερείς, ο Ελιακίμ, ο Μαασίας, ο Βενιαμίν, ο Μιχαίας, ο Ελιωηναί, ο Ζαχαρίας, ο Ανανίας, με τας ιεράς σάλπιγγάς των, ο Μαασίας, ο Σεμεΐας, ο Ελεάζαρ, ο Οζί, ο Ιωανάθ, ο Μελχίας, ο Αιλάμ και ο Εζούρ.

Νεεμ. 12,42       καὶ ἠκούσθησαν οἱ ᾄδοντες καὶ ἐπεσκέπησαν.

Νεεμ. 12,42              Οι ψάλται ηκούσθησαν τότε να ψάλλουν με επικεφαλής τον αρχηγόν των.

Νεεμ. 12,43       καὶ ἔθυσαν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ θυσιάσματα μεγάλα καὶ ηὐφράνθησαν, ὅτι ὁ Θεὸς ηὔφρανεν αὐτοὺς μεγάλως. καὶ αἱ γυναῖκες αὐτῶν καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν ηὐφράνθησαν, καὶ ἠκούσθη ἡ εὐφροσύνη ἐν Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ μακρόθεν.

Νεεμ. 12,43              Κατά την ημέραν εκείνην προσέφεραν μεγάλας θυσίας προς τον Θεόν και ηυφράνθησαν όλοι, διότι ο Θεός έδωσεν εις αυτούς μεγάλην αγαλλίασιν και χαράν. Αι γυναίκες αυτών και τα τέκνα αυτών επίσης ηυφράνθησαν, αι δε κραυγαί της χαράς των εις την Ιερουσαλήμ, ηκούοντο από πολύ μακράν.

 

                                  Οι εισφορές για τους ιερείς και τους λευίτες                            

Νεεμ. 12,44       Καὶ κατέστησαν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἄνδρας ἐπὶ τῶν γαζοφυλακίων, τοῖς θησαυροῖς, ταῖς ἀπαρχαῖς καὶ ταῖς δεκάταις καὶ τοῖς συνηγμένοις ἐν αὐτοῖς ἄρχουσι τῶν πόλεων, μερίδας τοῖς ἱερεῦσι καὶ τοῖς Λευίταις, ὅτι εὐφροσύνη ἦν ἐν Ἰούδᾳ ἐπὶ τοὺς ἱερεῖς καὶ ἐπὶ τοὺς Λευίτας τοὺς ἑστῶτας.

Νεεμ. 12,44              Κατά την επίσημον εκείνην ημέραν διώρισαν και εγκατέστησαν άνδρας εις τας αποθήκας του ναού, αι οποίαι εχρησιμοποιούντο, δια να αποθηκεύουν τας προσφοράς των, τας απαρχάς και τα δέκατα των εισοδημάτων των. Να τα συναθροίζουν εις αυτάς δια τους άρχοντας της πόλεως, δια τους ιερείς και δια τους Λευίτας. Διότι οι Ιουδαίοι ηυχαριστούντο πολύ να βλέπουν τους ιερείς και τους Λευίτας ορθίους εις τας θέσεις των·

Νεεμ. 12,45       καὶ ἐφύλαξαν φυλακὰς Θεοῦ αὐτῶν καὶ φυλακὰς τοῦ καθαρισμοῦ καὶ τοὺς ᾄδοντας καὶ τοὺς πυλωρούς, ὡς ἐντολαὶ Δαυὶδ καὶ Σαλωμὼν υἱοῦ αὐτοῦ.

Νεεμ. 12,45              αυτούς, οι οποίοι εφύλασσαν τας υπό του Κυρίου καθορισθείσας φρουράς και προσέφεραν τους υπό του νόμου του Θεού ωρισμένους καθαρισμούς. Επίσης έβλεπαν με ευχαρίστησιν τους ψάλτας και τους θυρωρούς εις τας θέσεις των, σύμφωνα με τας εντολάς του Δαυίδ και του υιού του Σολομώντος.

Νεεμ. 12,46       ὅτι ἐν ἡμέραις Δαυὶδ Ἀσὰφ ἀπ᾿ ἀρχῆς πρῶτος τῶν ᾀδόντων καὶ ὕμνον καὶ αἴνεσιν τῷ Θεῷ.

Νεεμ. 12,46              Επειδή δε απ' αρχής κατά τας ημέρας του Δαυίδ ο Ασάφ ήτο αρχηγός των ψαλτών και ανεπέμποντο αίνοι και δοξολογίαι στον Θεόν,

Νεεμ. 12,47       καὶ πᾶς Ἰσραὴλ ἐν ἡμέραις Ζοροβάβελ καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις Νεεμίου διδόντες μερίδας τῶν ᾀδόντων καὶ τῶν πυλωρῶν, λόγον ἡμέρας ἐν ἡμέρᾳ αὐτοῦ, καὶ ἁγιάζοντες τοῖς Λευίταις, καὶ οἱ Λευῖται ἁγιάζοντες τοῖς υἱοῖς Ἀαρών.

Νεεμ. 12,47              έτσι και κατά τας ημέρας του Ζοροβάβελ και εις τας ημέρας του Νεεμίου, οι Ιουδαίοι έδιδον κάθε ημέραν τας ωρισμένας μερίδας τροφών στους ψάλτας και στους θυρωρούς. Εδιδαν στους Λευίτας τας αγίας αυτάς μερίδας, αλλά και οι Λευίται έδιδον ένα μέρος από αυτά στους ιερείς, τους απογόνους του Ααρών.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13- ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΕΜΙΑ

                               Μεταρρυθμίσεις του Νεεμία

Νεεμ. 13,1         Ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀνεγνώσθη ἐν βιβλίῳ Μωυσῆ ἐν ὠσὶ τοῦ λαοῦ καὶ εὑρέθη γεγραμμένον ἐν αὐτῷ, ὅπως μὴ εἰσέλθωσιν Ἀμμανῖται καὶ Μωαβῖται ἐν ἐκκλησίᾳ Θεοῦ ἕως αἰῶνος,

Νεεμ. 13,1                 Κατά την εποχήν εκείνην, που ανεγινώσκετο το βιβλίον του Μωϋσέως εις τα αυτιά όλου του λαού, ευρέθη εκεί γραμμένον, ότι οι Αμμωνίται και οι Μωαβίται δεν έπρεπε ποτέ να έλθουν εις καμμίαν επικοινωνίαν με τον λαόν του Θεού, με τους Ιουδαίους.

Νεεμ. 13,2         ὅτι οὐ συνήντησαν τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ ἐν ἄρτῳ καὶ ὕδατι καὶ ἐμισθώσαντο ἐπ᾿ αὐτὸν τὸν Βαλαὰμ καταράσασθαι, καὶ ἐπέστρεψεν ὁ Θεὸς ἡμῶν τὴν κατάραν εἰς εὐλογίαν.

Νεεμ. 13,2                Τούτο δέ, διότι όταν οι Ισραηλίται είχαν εξέλθει από την δουλείαν της Αιγύπτου, αυτοί δεν ήλθον εις βοήθειαν και αντίληψίν των με άρτον και με ύδωρ και διότι ακόμη είχαν πληρώσει τον Βαλαάμ, δια να καταρασθη τον Ισραηλιτικόν λαόν. Αλλά ο Θεός μας είχε μετατρέψει την κατάραν εις ευλογίαν.

Νεεμ. 13,3         καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσαν τὸν νόμον, καὶ ἐχωρίσθησαν πᾶς ἐπίμικτος ἐν Ἰσραήλ.

Νεεμ. 13,3                 Οταν οι Ισραηλίται ήκουσαν αυτήν την εντολήν του Νομου, εξεχώρισαν και απεμάκρυναν εκ μέσου αυτών κάθε ξένον και καθένα που προήρχετο από επιμιξίαν Ισραηλιτών με αλλογενείς.

Νεεμ. 13,4         καὶ πρὸ τούτου Ἐλιασὶβ ὁ ἱερεὺς οἰκῶν ἐν γαζοφυλακίῳ οἴκου Θεοῦ ἡμῶν ἐγγίων Τωβίᾳ

Νεεμ. 13,4                Πριν δε τεθή εις εφαρμογήν το μέτρον αυτό, ο Ελιασίβ, ο ιερεύς ο οποίος επέβλεπεν εις τας αποθήκας του ναού του Θεού μας και ο οποίος είχε συνδεθή με συγγένειαν προς τον Τωβίαν,

Νεεμ. 13,5         καὶ ἐποίησεν ἑαυτῷ γαζοφυλάκιον μέγα, καὶ ἐκεῖ ἦσαν πρότερον διδόντες τὴν μαναὰν καὶ τὸν λίβανον καὶ τὰ σκεύη καὶ τὴν δεκάτην τοῦ σίτου καὶ τοῦ οἴνου καὶ τοῦ ἐλαίου, ἐντολὴν τῶν Λευιτῶν καὶ τῶν ᾀδόντων καὶ τῶν πυλωρῶν καὶ ἀπαρχὰς τῶν ἱερέων.

Νεεμ. 13,5                 είχε διαθέσει δι' αυτόν ένα μεγάλο δωμάτιον εκεί, όπου προηγουμένως οι ιερείς έθετον τας προσφοράς τον λίβανον, τα ιερά σκεύη, τας δεκάτας του σίτου, του οίνου και του ελαίου, τα προοριζόμενα δια τους Λευίτας, τους ψάλτας και τους θυρωρούς, όπως και τα πρωτόλεια τα προοριζόμενα δια τους ιερείς

Νεεμ. 13,6         καὶ ἐν παντὶ τούτῳ οὐκ ἤμην ἐν Ἱερουσαλήμ· ὅτι ἐν ἔτει τριακοστῷ καὶ δευτέρῳ τοῦ Ἀρθασασθὰ βασιλέως Βαβυλῶνος ἦλθον πρὸς τὸν βασιλέα. καὶ μετὰ τὸ τέλος τῶν ἡμερῶν ᾐτησάμην παρὰ τοῦ βασιλέως

Νεεμ. 13,6                Οταν εγινεν η βέβηλος αυτή πράξις εγώ δεν ευρισκόμην εις την Ιερουσαλήμ διότι κατά το τριακοστόν δεύτερον έτος της βασιλείας Αρταξέρξου, του βασιλέως της Βαβυλώνος, είχα εγώ επιστρέψει προς, τον βασιλέα. Αφού δε επέρασεν ολίγος χρόνος, εζήτησα και έλαβα άδειαν από τον βασιλέα

Νεεμ. 13,7         καὶ ἦλθον εἰς Ἱερουσαλήμ. καὶ συνῆκα ἐν τῇ πονηρίᾳ, ᾖ ἐποίησεν Ἐλιασὶβ τῷ Τωβίᾳ, ποιῆσαι αὐτῷ γαζοφυλάκιον ἐν αὐλῇ οἴκου τοῦ Θεοῦ.

Νεεμ. 13,7                 και επανήλθα εις την ιερουσαλήμ. Εμαθα τότε την κακήν αυτήν πράξιν, που είχε κάμνει ο Ελιασίβ προς χάριν του Τωβία, με το να παραχωρήση εις αυτόν δωμάτιον μέσα εις την αυλήν του ναού του Θεού.

Νεεμ. 13,8         καὶ πονηρόν μοι ἐφάνη σφόδρα, καὶ ἔῤῥιψα πάντα τὰ σκεύη οἴκου Τωβία ἔξω ἀπὸ τοῦ γαζοφυλακίου·

Νεεμ. 13,8                Αυτό μου εφάνη πάρα πολύ κακόν και επέταξα όλα τα πράγματα και τα έπιπλα του οίκου του Τωβία έξω από το δωμάτιον αυτό.

Νεεμ. 13,9         καὶ εἶπα καὶ ἐκαθάρισαν τὰ γαζοφυλάκια, καὶ ἐπέστρεψα ἐκεῖ σκεύη οἴκου τοῦ Θεοῦ, τὴν μαναὰν καὶ τὸν λίβανον.

Νεεμ. 13,9                Εδωσα κατόπιν εντολήν και εκαθάρισαν αυτό το δωμάτιον και επανέφερα εκεί τα ιερά σκεύη του ναού του Θεού, τας διαφόρους προσφοράς και το λιβάνι.

Νεεμ. 13,10       καὶ ἔγνων ὅτι μερίδες τῶν Λευιτῶν οὐκ ἐδόθησαν, καὶ ἐφύγοσαν ἀνὴρ εἰς ἀγρὸν αὐτοῦ, οἱ Λευῖται καὶ οἱ ᾄδοντες ποιοῦντες τὸ ἔργον.

Νεεμ. 13,10               Επληροφορήθην επίσης, ότι αι μερίδες, που προωρίζοντο δια τους Λευίτας, δεν εδόθησαν εις αυτούς. Ετσι δε κάθε Λευίτης ηναγκάσθη να φύγη στον αγρόν του, δια να τον καλλιεργή. Αλλά οι Λευίται και οι ψάλται ήσαν εκείνοι, οι οποίοι προσέφεραν τας υπηρεσίας των στον ναόν.

Νεεμ. 13,11       καὶ ἐμαχεσάμην τοῖς στρατηγοῖς καὶ εἶπα· διατί ἐγκατελείφθη ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ; καὶ συνήγαγον αὐτοὺς καὶ ἔστησα αὐτοὺς ἐπὶ τῇ στάσει αὐτῶν.

Νεεμ. 13,11               Εγώ εφιλονείκησα και ήλεγξα τους αρχηγούς και είπα· Διατί έχει εγκαταλειφθή ο ναός του Θεού; Συνεκέντρωσα τότε τους Λευίτας αυτούς και τους επανετοποθέτησα εις τας υπηρεσίας των.

Νεεμ. 13,12       καὶ πᾶς Ἰούδα ἤνεγκαν δεκάτην τοῦ πυροῦ καὶ τοῦ οἴνου καὶ τοῦ ἐλαίου εἰς τοὺς θησαυροὺς

Νεεμ. 13,12               Τοτε όλοι οι Ιουδαίοι προσέφεραν τα δέκατα από τον σίτον, τον οίνον και το έλαιον εις τας αποθήκας,

Νεεμ. 13,13       ἐπὶ χεῖρα Σελεμία τοῦ ἱερέως καὶ Σαδδοὺκ τοῦ γραμματέως καὶ Φαδαΐα ἀπὸ τῶν Λευιτῶν, καὶ ἐπὶ χεῖρα αὐτῶν Ἀνὰν υἱὸς Ζακχούρ, υἱὸς Ματθανίου, ὅτι πιστοὶ ἐλογίσθησαν ἐπ᾿ αὐτοὺς μερίζειν τοῖς ἀδελφοῖς αὐτῶν.

Νεεμ. 13,13               αι οποίαι ήσαν υπό την επίβλεψιν του Σελεμίου του ιερέως, Σαδδούκ του γραμματέως και του Φαδαΐα ενός από τους Λευίτας. Βοηθούς δε εις αυτούς έδωσα τον Ανάν υιόν του Ζακχούρ και τον υιόν του Ματθανίου, διότι αυτοί εθεωρούντο αξιόπιστοι. Τους ανέθεσα δε ως έργον να διανέμουν στους αδελφούς των τας αναλόγους μερίδας.

Νεεμ. 13,14       μνήσθητί μου, ὁ Θεός, ἐν ταύτῃ, καὶ μὴ ἐξαλειφθήτω ἔλεός μου, ὃ ἐποίησα ἐν οἴκῳ Κυρίου τοῦ Θεοῦ.

Νεεμ. 13,14               Μνήσθητί μου, Κυριε, δια την ενέργειάν μου αυτήν και μη εξαλείψής από την μνήμην σου τας δικαίας αυτάς πράξεις, τας οποίας επραγματοποίησα στον ναόν σου, του Κυρίου και Θεού μας.

Νεεμ. 13,15       Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις εἶδον ἐν Ἰούδᾳ πατοῦντας ληνοὺς ἐν τῷ σαββάτῳ καὶ φέροντας δράγματα καὶ ἐπιγεμίζοντας ἐπὶ τοὺς ὄνους καὶ οἶνον καὶ σταφυλὴν καὶ σῦκα καὶ πᾶν βάσταγμα καὶ φέροντας εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐν ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου· καὶ ἐπεμαρτυράμην ἐν ἡμέρᾳ πράσεως αὐτῶν.

Νεεμ. 13,15               Κατά τας ημέρας εκείνας είδα εις την περιοχήν της Ιουδαίας, ότι μερικοί άνδρες επατούσαν σταφύλια εις τα πατητήριά των κατά την ημέραν του Σαββάτου, έφεραν δεμάτια σίτου εις τα χέρια των, εφόρτωναν στους όνους των οίνον, σταφύλια, σύκα και κάθε άλλο είδος φορτίου και έφεραν αυτά εις την Ιερουσαλήμ κατά την ημέραν του Σαββάτου. Διεμαρτυρήθην εντόνως εναντίον των, διότι κατά την ημέραν του Σαββάτου έφεραν αυτά τα είδη προς πώλησιν.

Νεεμ. 13,16       καὶ ἐκάθισαν ἐν αὐτῇ φέροντες ἰχθὺν καὶ πᾶσαν πρᾶσιν πωλοῦντες ἐν τῷ σαββάτῳ τοῖς υἱοῖς Ἰούδα καὶ ἐν Ἱερουσαλήμ.

Νεεμ. 13,16               Κατά την ημέραν επίσης αυτήν έμποροι από άλλας περιοχάς έφερον και επωλούσαν προς τους Ιουδαίους εις την Ιερουσαλήμ και εις άλλα μέρη της Ιουδαίας ψάρια και άλλα εμπορεύματα.

Νεεμ. 13,17       καὶ ἐμαχεσάμην τοῖς υἱοῖς Ἰούδα τοῖς ἐλευθέροις καὶ εἶπα αὐτοῖς· τίς ὁ λόγος οὗτος ὁ πονηρός, ὃν ὑμεῖς ποιεῖτε, καὶ βεβηλοῦτε τὴν ἡμέραν τοῦ σαββάτου;

Νεεμ. 13,17               Επέπληξα με δριμύτητα τους προκρίτους των Ιουδαίων και τους είπα· “Τι είναι αυτό το μεγάλο κακό που σεις κάνετε, και βεβηλώνετε την ημέραν του Σαββάτου;

Νεεμ. 13,18       οὐχὶ οὕτως ἐποίησαν οἱ πατέρες ὑμῶν, καὶ ἤνεγκεν ἐπ᾿ αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἡμῶν καὶ ἐφ᾿ ἡμᾶς πάντα τὰ κακὰ ταῦτα καὶ ἐπὶ τὴν πόλιν ταύτην; καὶ ὑμεῖς προστίθετε ὀργὴν ἐπὶ Ἰσραὴλ βεβηλῶσαι τὸ σάββατον;

Νεεμ. 13,18               Το ίδιο δεν έκαμαν και οι πρόγονοί σας και επέφερεν ο Θεός μας εναντίον εκείνων και ημών και της πόλεως αυτής τας μεγάλας τιμωρίας; Και σεις, λοιπόν, επαυξάνετε βεβήλωσιν αυτήν του Σαββάτου;”

Νεεμ. 13,19       καὶ ἐγένετο ἡνίκα κατέστησαν πύλαι ἐν Ἱερουσαλὴμ πρὸ τοῦ σαββάτου, καὶ εἶπα καὶ ἔκλεισαν τὰς πύλας, καὶ εἶπα ὥστε μὴ ἀνοιγῆναι αὐτὰς ἕως ὀπίσω τοῦ σαββάτου· καὶ ἐκ τῶν παιδαρίων μου ἔστησα ἐπὶ τὰς πύλας, ὥστε μὴ αἴρειν βαστάγματα ἐν ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου.

Νεεμ. 13,19               Εις εξάλειψιν του κακού αυτού, όταν προ εκάστου Σαββάτου εκλείοντο αι πύλαι της Ιερουσαλήμ, διέταξα να μη ανοίγωνται, ει μη μετά την πάροδον Σαββάτου. Ετοποθέτησα δε μερικούς από τους ανθρώπους μου εις τας πύλας, δια να απαγορεύουν την μεταφοράν φορτίων εις την πόλιν κατά την ημέραν του Σαββάτου.

Νεεμ. 13,20       καὶ ηὐλίσθησαν πάντες καὶ ἐποίησαν πρᾶσιν ἔξω Ἱερουσαλὴμ ἅπαξ καὶ δίς.

Νεεμ. 13,20              Τοτε όλοι οι έμποροι διενυκτέρευσαν μίαν και δύο φοράς έξω από την Ιερουσαλήμ.

Νεεμ. 13,21       καὶ ἐπεμαρτυράμην ἐν αὐτοῖς καὶ εἶπα πρὸς αὐτούς· διατί ὑμεῖς αὐλίζεσθε ἀπέναντι τοῦ τείχους; ἐὰν δευτερώσητε, ἐκτενῶ χεῖρά μου ἐν ὑμῖν. ἀπὸ τοῦ καιροῦ ἐκείνου οὐκ ἤλθοσαν ἐν σαββάτῳ.

Νεεμ. 13,21               Διεμαρτυρήθην εναντίον των και τους είπα με αυστηρότητα· “Διατί διανυκτερεύετε έξω από το τείχος; Εάν δευτέραν φοράν επαναλάβετε αυτήν την πράξιν, θα απλώσω τα χέρια μου εναντίον σας, δια να σας τιμωρήσω εγώ ο ίδιος”. Από τον καιρόν δε εκείνον και εντεύθεν δεν ήλθαν φορτία εμπορευμάτων κατά την ημέραν του Σαββάτου.

Νεεμ. 13,22       καὶ εἶπα τοῖς Λευίταις, οἳ ἦσαν καθαριζόμενοι, καὶ ἐρχόμενοι φυλάσσοντες τὰς πύλας, ἁγιάζειν τὴν ἡμέραν τοῦ σαββάτου. πρὸς ταῦτα μνήσθητί μου, ὁ Θεός, καὶ φεῖσαί μου κατὰ τὸ πλῆθος τοῦ ἐλέους σου.

Νεεμ. 13,22              Εδωσα εντολήν επίσης στους Λευίτας, οι οποίοι σύμφωνα με τον Νομον ήσαν καθαροί, να έρχωνται και να φρουρούν τας πύλας της πόλεως, δια να τηρήται έτσι η αργία κατά την ημέραν του Σαββάτου. Δι' όλα αυτά μνήσθητί μου, Κυριε ο Θεός, σπλαγχνίσου με, σύμφωνα με το πλήθος του ελέους σου.

Νεεμ. 13,23       Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις εἶδον τοὺς Ἰουδαίους, οἳ ἐκάθισαν γυναῖκας Ἀζωτίας, Ἀμμανίτιδας, Μωαβίτιδας

Νεεμ. 13,23              Κατά την εποχήν ακόμη εκείνην είδα ότι οι Ιουδαίοι είχον λάβει ως συζύγους, Αζωτίας, Αμμωνίτιδας και Μωαβίτιδας.

Νεεμ. 13,24       καὶ οἱ υἱοὶ αὐτῶν ἥμισυ λαλοῦντες Ἀζωτιστὶ καὶ οὐκ εἰσὶν ἐπιγινώσκοντες λαλεῖν Ἰουδαϊστί,

Νεεμ. 13,24              Τα μισά δε από τα παιδιά των ωμιλούσαν Αζωτιστί και δεν ήσαν καθόλου εις θέσιν να ομιλούν την γλώσσαν των Ιουδαίων.

Νεεμ. 13,25       καὶ ἐμαχεσάμην μετ᾿ αὐτῶν καὶ κατηρασάμην αὐτοὺς καὶ ἐπάταξα ἐν αὐτοῖς ἄνδρας καὶ ἐμαδάρωσα αὐτοὺς καὶ ὥρκισα αὐτοὺς ἐν τῷ Θεῷ· ἐὰν δῶτε τὰς θυγατέρας ὑμῶν τοῖς υἱοῖς αὐτῶν, καὶ ἐὰν λάβητε ἀπὸ τῶν θυγατέρων αὐτῶν τοῖς υἱοῖς ὑμῶν.

Νεεμ. 13,25              Τους ήλεγξα με πολλήν δριμύτητα και τους κατηράσθην, μάλιστα δε εκτύπησα και μερικούς από αυτούς, απέσπασα και τας τρίχας της κεφαλής από άλλους, τους εξώρκισα εν ονόματι του Θεού και τους είπα· “Δεν επιτρέπεται να δίδετε τας θυγατέρας σας στους υιούς των ειδωλολατρών και δεν επιτρέπεται να λαμβάνετε ως συζύγους δια τους υιούς σας από τας θυγατέρας αυτών.

Νεεμ. 13,26       οὐχ οὕτως ἥμαρτε Σαλωμὼν βασιλεὺς Ἰσραήλ; καὶ ἐν ἔθνεσι πολλοῖς οὐκ ἦν βασιλεὺς ὅμοιος αὐτῷ· καὶ ἀγαπώμενος τῷ Θεῷ ἦν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν ὁ Θεὸς εἰς βασιλέα ἐπὶ πάντα Ἰσραήλ· καὶ τοῦτον ἐξέκλιναν αἱ γυναῖκες αἱ ἀλλότριαι.

Νεεμ. 13,26              Ετσι δεν είχεν αμαρτήσει και ο Σολομών, ο βασιλεύς των Ισραηλιτών; Και όμως όμοιος βασιλεύς προς τον Σολομώντα δεν υπήρχε μεταξύ πολλών εθνών. Αυτός ηγαπάτο από τον Θεόν. Και ο Θεός τον είχεν εγκαταστήσει βασιλέα επί όλου του ισραηλιτικού λαού. Αι ξέναι όμως γυναίκες παρεξέκλιναν και παρέσυραν αυτόν προς την αμαρτίαν.

Νεεμ. 13,27       καὶ ὑμῶν μὴ ἀκουσώμεθα ποιῆσαι τὴν πᾶσαν πονηρίαν ταύτην ἀσυνθετῆσαι ἐν τῷ Θεῷ ἡμῶν καθίσαι γυναῖκας ἀλλοτρίας;

Νεεμ. 13,27              Μηπως, λοιπόν, θα ακούσωμεν τώρα ότι και σεις διεπράξατε αυτήν την μεγάλην και φοβεράν αμαρτίαν, ότι κατεπατήσατε τον νόμον του Θεού μας και επήρατε ως συζύγους σας γυναίκας αλλοεθνείς;”

Νεεμ. 13,28       καὶ ἀπὸ υἱῶν Ἰωαδὰ τοῦ Ἐλισοὺβ τοῦ ἱερέως τοῦ μεγάλου νυμφίου τοῦ Σαναβαλλὰτ τοῦ Οὐρανίτου καὶ ἐξέβρασα αὐτὸν ἀπ᾿ ἐμοῦ.

Νεεμ. 13,28              Ενας από τους υιούς του Ιωαδά, υιού του Ελισούβ του αρχιερέως, ήτο γαμβρός του Σαναβαλλάτ του Ουρανίτου. Αυτόν λοιπόν εγώ τον εξεδίωξα μακράν.

Νεεμ. 13,29       μνήσθητι αὐτοῖς, ὁ Θεός, ἐπὶ ἀγχιστείᾳ τῆς ἱερατείας καὶ διαθήκῃ τῆς ἱερατείας καὶ τοὺς Λευίτας.

Νεεμ. 13,29              Ενθυμήσου, Κυριε, αυτούς και τιμώρησέ τους, διότι εβεβήλωσαν την ιερωσύνην και τας ιεράς υποχρεώσεις των, που είχαν ως ιερείς και ως Λευίται.

Νεεμ. 13,30       καὶ ἐκαθάρισα αὐτοὺς ἀπὸ πάσης ἀλλοτριώσεως καὶ ἔστησα ἐφημερίας τοῖς ἱερεῦσι καὶ τοῖς Λευίταις, ἀνὴρ ὡς τὸ ἔργον αὐτοῦ,

Νεεμ. 13,30              Εκαθάρισα αυτούς από κάθε ξένον και ώρισα τας τάξεις της εφημερίας των ιερέων και των Λευιτών, ώστε ο καθένας να είναι στο έργον του.

Νεεμ. 13,31       καὶ τὸ δῶρον τῶν ξυλοφόρων ἐν καιροῖς ἀπὸ χρόνων καὶ ἐν τοῖς βακχουρίοις. μνήσθητί μου ὁ Θεὸς ἡμῶν εἰς ἀγαθωσύνην.

Νεεμ. 13,31               Εκανόνισα την προσφοράν των ξύλων δια το θυσιαστήριον, να τα φέρουν εις καθωρισμένας προθεσμίας, όπως επίσης και τα περί των πρωτοτόκων. Μνήσθητί μου, Κυριε, προς το αγαθόν μου, δι' όλα αυτά.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10 11 12 13