ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ |
|
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΓΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΗΘΙΚΟΤΗΤΑΣ |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16- Η ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΕΞΙΛΑΣΜΟΥ - Ο
ΑΠΟΠΟΜΠΑΙΟΣ ΤΡΑΓΟΣ
|
Η ημέρα του Εξιλασμού
Λευ. 16,1 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν μετὰ τὸ
τελευτῆσαι τοὺς δύο υἱοὺς Ἀαρὼν ἐν
τῷ προσάγειν αὐτοὺς πῦρ ἀλλότριον ἔναντι
Κυρίου καὶ ἐτελεύτησαν.
Λευ. 16,1 Μετά τον θάνατον των δύο υιών του Ααρών, οι
οποίοι απέθανον, διότι προσέφεραν ξένον πυρ ενώπιον του Κυρίου, ωμίλησεν ο
Κυριος προς τον Μωϋσήν
Λευ. 16,2 καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν· λάλησον πρὸς Ἀαρὼν
τὸν ἀδελφόν σου, καὶ μὴ εἰσπορευέσθω
πᾶσαν ὥραν εἰς τὸ ἅγιον ἐσώτερον
τοῦ καταπετάσματος εἰς πρόσωπον τοῦ ἱλαστηρίου,
ὅ ἐστιν ἐπὶ τῆς κιβωτοῦ τοῦ
μαρτυρίου, καὶ οὐκ ἀποθανεῖται· ἐν
γὰρ νεφέλῃ ὀφθήσομαι ἐπὶ τοῦ
ἱλαστηρίου.
Λευ. 16,2 και είπεν· “ειπέ στον αδελφόν σου τον Ααρών να
μη εισέρχεται κατά οιανδήποτε ώραν και ημέραν εις τα Αγια των Αγίων, στο
εσωτερικόν του καταπετάσματος, ενώπιον του ιλαστηρίου, το οποίον ευρίσκεται
επάνω εις την Κιβωτόν του Μαρτυρίου, δια να μη τιμωρηθή με θάνατον. Διότι εγώ
θα παρουσιάζωμαι επί του ιλαστηρίου δια νεφέλης.
Λευ. 16,3 οὕτως
εἰσελεύσεται Ἀαρὼν εἰς τὸ ἅγιον·
ἐν μόσχῳ ἐκ βοῶν περὶ ἁμαρτίας, καὶ
κριὸν εἰς ὁλοκαύτωμα·
Λευ. 16,3 Ετσι θα εισέρχεται ο Ααρών εις τα Αγια των Αγίων
αφού δηλαδή προσφέρη προηγουμένως θυσίαν περί αμαρτίας ένα μοσχάρι και ένα
κριον προς ολοκαύτωσιν.
Λευ. 16,4 καὶ
χιτῶνα λινοῦν ἡγιασμένον ἐνδύσεται, καὶ
περισκελὲς λινοῦν ἔσται ἐπὶ τοῦ
χρωτὸς αὐτοῦ, καὶ ζώνῃ λινῇ ζώσεται
καὶ κίδαριν λινῆν περιθήσεται, ἱμάτια ἅγιά
ἐστι, καὶ λούσεται ὕδατι πᾶν τὸ σῶμα
αὐτοῦ, καὶ ἐνδύσεται αὐτά.
Λευ. 16,4 Θα ενδυθή τον ηγιασμένον λινόν χιτώνα, θα φορέση
κατάσαρκα την λινήν περισκελίδα, θα ζωσθή με την λινήν ζώνην, θα φορέση εις
την κεφαλήν του την λινήν κίδαριν, όλα αυτά είναι καθιερωμένα ιερατικά
ενδύματα. Προηγουμένως θα λούση όλον το σώμά του με νερό και κατόπιν θα τα
φορέση.
Λευ. 16,5 καὶ παρὰ
τῆς συναγωγῆς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ
λήψεται δύο χιμάρους ἐξ αἰγῶν περὶ ἁμαρτίας
καὶ κριὸν ἕνα εἰς ὁλοκαύτωμα.
Λευ. 16,5 Θα πάρη κατόπιν ο Ααρών δύο τράγους από τα
κοπάδια των Ισραηλιτών δια την θυσίαν περί αμαρτίας και ένα κριον δι'
ολοκαύτωμα.
Λευ. 16,6 καὶ προσάξει
Ἀαρὼν τὸν μόσχον τὸν περὶ τῆς
ἁμαρτίας αὐτοῦ, καὶ ἐξιλάσεται περὶ
αὐτοῦ καὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ.
Λευ. 16,6 Θα προσφέρη, θυσίαν περί αμαρτίας, τον μόσχον,
και με την θυσίαν αυτήν θα εξιλεωθή ο ίδιος και η οικογένειά του.
Λευ. 16,7 καὶ λήψεται
τοὺς δύο χιμάρους καὶ στήσει αὐτοὺς ἔναντι
Κυρίου παρὰ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου·
Λευ. 16,7 Θα λάβη τους δύο τράγους, τους οποίους θα
τοποθετήση ενώπιον του Κυρίου, πλησίον εις την θύραν της Σκηνής του
Μαρτυρίου.
Λευ. 16,8 καὶ
ἐπιθήσει Ἀαρὼν ἐπὶ τοὺς δύο χιμάρους
κλήρους, κλῆρον ἕνα τῷ Κυρίῳ καὶ κλῆρον
ἕνα τῷ ἀποπομπαίῳ.
Λευ. 16,8 Θα βάλη ο Ααρών κλήρους δια τους δύο αυτούς
τράγους, ένα κλήρον δι' εκείνον, που θα προσφερθή θυσία προς τον Κυριον, και
ένα άλλον δια τον δεύτερον τράγον, τον αποπομπαίον.
Λευ. 16,9 καὶ προσάξει
Ἀαρὼν τὸν χίμαρον, ἐφ᾿ ὃν
ἐπῆλθεν ἐπ᾿ αὐτὸν ὁ κλῆρος
τῷ Κυρίῳ, καὶ προσοίσει περὶ ἁμαρτίας·
Λευ. 16,9 Τον τράγον, στον οποίον έπεσεν ο κλήρος δια τον
Κυριον, θα τον πάρη ο Ααρών και θα τον προσφέρη θυσίαν περί αμαρτίας.
Λευ. 16,10 καὶ τὸν
χίμαρον, ἐφ᾿ ὃν ἐπῆλθεν ἐπ᾿
αὐτὸν ὁ κλῆρος τοῦ ἀποπομπαίου, στήσει
αὐτὸν ζῶντα ἔναντι Κυρίου, τοῦ
ἐξιλάσασθαι ἐπ᾿ αὐτοῦ, ὥστε
ἀποστεῖλαι αὐτὸν εἰς τὴν ἀποπομπήν,
καὶ ἀφήσει αὐτὸν εἰς τὴν ἔρημον.
Λευ. 16,10 Και τον τράγον, στον οποίον έπεσεν ο κλήρος του
αποπομπαίου, θα τον τοποθετήση ζώντα ενώπιον του Κυρίου, δια να κάμη εξιλέωσιν
με αυτόν, ώστε να τον απσστείλη κατόπιν εις την εξορίαν και να τον
εγκαταλείψη εις την έρημον.
Λευ. 16,11 καὶ προσάξει
Ἀαρὼν τὸν μόσχον τὸν περὶ τῆς
ἁμαρτίας αὐτοῦ, καὶ ἐξιλάσεται περὶ
ἑαυτοῦ καὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ.
καὶ σφάξει τὸν μόσχον περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ.
Λευ. 16,11 Θα προσφέρη ο Ααρών τον μάσχον θυσίαν δια τας
αμαρτίας του, δια να εξιλεώση τον εαυτόν του και την οικογένειάν του, θα
σφάξη και θα θυσιάση τον μόσχον τούτον ο ίδιος ο Ααρών περί της αμαρτίας του.
Λευ. 16,12 καὶ λήψεται
τὸ πυρεῖον πλῆρες ἀνθράκων πυρὸς
ἀπὸ τοῦ θυσιαστηρίου, τοῦ ἀπέναντι Κυρίου,
καὶ πλήσει τὰς χεῖρας θυμιάματος συνθέσεως λεπτῆς
καὶ εἰσοίσει ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος.
Λευ. 16,12 Θα λάβη έπειτα το δοχείον του πυρός, γεμάτο
αναμμένους άνθρακας από το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, που ευρίσκεται
απέναντι της Σκηνής του Μαρτυρίου, θα γεμίση τα χέρια του από το λεπτόν
παρεσκευασμένον θυμίαμα και θα εισέλθη στο εσωτερικόν του καταπετάσματος.
Λευ. 16,13 καὶ
ἐπιθήσει τὸ θυμίαμα ἐπὶ τὸ πῦρ
ἔναντι Κυρίου· καὶ καλύψει ἡ ἀτμὶς τοῦ
θυμιάματος τὸ ἱλαστήριον τὸ ἐπὶ τῶν
μαρτυρίων, καὶ οὐκ ἀποθανεῖται.
Λευ. 16,13 Θα θέση το θυμίαμα στους άνθρακας του πυροδοχείου
ενώπιον του Κυρίου. Ο καπνός του θυμιάματος θα σκεπάση το ιλαστήριον, το
οποίον ευρίσκεται επάνω από την Κιβωτόν των Μαρτυρίων. Με αυτόν τον τρόπον,
ευλαβώς εισερχόμενος εις τα Αγια των Αγίων, δεν θα τιμωρηθή δια θανάτου.
Λευ. 16,14 καὶ λήψεται
ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ μόσχου καὶ
ῥανεῖ τῷ δακτύλῳ ἐπὶ τὸ
ἱλαστήριον κατὰ ἀνατολάς· κατὰ πρόσωπον
τοῦ ἱλαστηρίου ῥανεῖ ἑπτάκις ἀπὸ τοῦ
αἵματος τῷ δακτύλῳ.
Λευ. 16,14 Θα λάβη δια του δακτύλου του από το αίμα του
μόσχου και θα ραντίση το ιλαστήριον προς ανατολάς. Κατά πρόσωπον δε του
ιλαστηρίου θα ραντίση επτά φορές δια του δακτύλου του από το αίμα του μόσχου.
Λευ. 16,15 καὶ σφάξει
τὸν χίμαρον τὸν περὶ ἁμαρτίας, τὸν περὶ
τοῦ λαοῦ, ἔναντι Κυρίου καὶ εἰσοίσει τοῦ
αἵματος αὐτοῦ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος
καὶ ποιήσει τὸ αἷμα αὐτοῦ, ὃν τρόπον
ἐποίησε τὸ αἷμα τοῦ μόσχου. καὶ
ῥανεῖ τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐπὶ
τὸ ἱλαστήριον, κατὰ πρόσωπον τοῦ ἱλαστηρίου
Λευ. 16,15 Επειτα δε θα σφάξη τον τράγον τον περί αμαρτίας
του λαού ενώπιον του Κυρίου, θα φέρη από το αίμα αυτού στο εσωτερικόν του
καταπετάσματος, εις τα Αγια των Αγίων, και θα κάμη με το αίμα αυτού ο,τι και
με το αίμα του μόσχου. Θα ραντίση δηλαδή ενώπιον του ιλαστηρίου.
Λευ. 16,16 καὶ
ἐξιλάσεται τὸ ἅγιον ἀπὸ τῶν
ἀκαθαρσιῶν τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ
καὶ ἀπὸ τῶν ἀδικημάτων αὐτῶν
περὶ πασῶν τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν.
καὶ οὕτω ποιήσει τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου
τῇ ἐκτισμένῃ ἐν αὐτοῖς ἐν
μέσῳ τῆς ἀκαθαρσίας αὐτῶν.
Λευ. 16,16 Κατ' αυτόν τον τρόπον θα εξαγνίση τα Αγια των
Αγίων από τας μιάνσεις των Ισραηλιτών, δηλαδή από τας αδικίας αυτών και
γενικώς από όλας τας αμαρτίας των. Το ιδιο θα κάμη και δια την Σκηνήν του
Μαρτυρίου, η οποία είναι στημένη εν μέσω της κατασκηνώσεως των Ισραηλιτών,
δια να καθαρίση και αυτήν από τους ηθικούς μολυσμούς των Ισραηλιτών.
Λευ. 16,17 καὶ πᾶς
ἄνθρωπος οὐκ ἔσται ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ
μαρτυρίου, εἰσπορευομένου αὐτοῦ ἐξιλάσασθαι ἐν
τῷ ἁγίῳ, ἕως ἂν ἐξέλθῃ·
καὶ ἐξιλάσεται περὶ ἑαυτοῦ καὶ τοῦ
οἴκου αὐτοῦ καὶ περὶ πάσης συναγωγῆς
υἱῶν Ἰσραήλ.
Λευ. 16,17 Κανείς όμως Ισραηλίτης δεν θα ευρίσκεται εις την
Σκηνήν του Μαρτυρίου, όταν θα εισέρχεται ο Ααρών εις τα Αγια των Αγίων, δια
να κάμη την εξιλέωσιν αυτήν, και μέχρις ότου εξέλθη. Ο Ααρών θα κάμη
εξιλέωσιν δια τον εαυτόν του, δια την οικογένειάν του και δι' όλον τον λαόν
του Ισραήλ.
Λευ. 16,18 καὶ
ἐξελεύσεται ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὸ ὂν
ἀπέναντι Κυρίου καὶ ἐξιλάσεται ἐπ᾿
αὐτοῦ. καὶ λήψεται ἀπὸ τοῦ αἵματος
τοῦ μόσχου καὶ ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ
χιμάρου καὶ ἐπιθήσει ἐπὶ τὰ κέρατα τοῦ
θυσιαστηρίου κύκλῳ
Λευ. 16,18 Θα εξέλθη έπειτα προς το θυσιαστήριον των
ολοκαυτωμάτων, το οποίον ευρίσκεται απέναντι του Κυρίου και θα εξιλεώση και
αυτό. Θα λάβη από το αίμα του μόσχου και από το αίμα του τράγου και θα θέση
κύκλω εις τα εξέχοντα άκρα του θυσιαστηρίου.
Λευ. 16,19 καὶ
ῥανεῖ ἐπ᾿ αὐτὸ ἀπὸ τοῦ
αἵματος τῷ δακτύλῳ ἑπτάκις, καὶ καθαριεῖ
αὐτὸ καὶ ἁγιάσει αὐτὸ ἀπὸ
τῶν ἀκαθαρσιῶν τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.
Λευ. 16,19 Θα ραντίση το θυσιαστήριον από το αίμα με το
δάκτυλόν του επτά φοράς και έτσι θα το εξαγνίση και θα το αγιάση από τας
αμαρτίας των Ισραηλιτών.
Ο αποπομπαίος τράγος
Λευ. 16,20 καὶ συντελέσει
ἐξιλασκόμενος τὸ ἅγιον καὶ τὴν σκηνὴν
τοῦ μαρτυρίου καὶ τὸ θυσιαστήριον, καὶ περὶ
τῶν ἱερέων καθαριεῖ· καὶ προσάξει τὸν
χίμαρον τὸν ζῶντα.
Λευ. 16,20 Θα τελειώση κατ' αυτόν τον τρόπον τον εξαγνισμόν
των Αγίων της Σκηνής του Μαρτυρίου και του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων. Θα
εξαγνίση έπειτα και τους ιερείς. Δια το έργον αυτό του εξαγνισμού θα φέρη τον
ζώντα τράγον,
Λευ. 16,21 καὶ
ἐπιθήσει Ἀαρὼν τὰς χεῖρας αὐτοῦ
ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ χιμάρου τοῦ
ζῶντος καὶ ἐξαγορεύσει ἐπ᾿ αὐτοῦ
πάσας τὰς ἀνομίας τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ
καὶ πάσας τὰς ἀδικίας αὐτῶν καὶ πάσας
τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν καὶ ἐπιθήσει
αὐτὰς ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ χιμάρου
τοῦ ζῶντος καὶ ἐξαποστελεῖ ἐν χειρὶ
ἀνθρώπου ἑτοίμου εἰς τὴν ἔρημον,
Λευ. 16,21 και θα θέση τα χέρια του ο
Ααρών επάνω εις την κεφαλήν του ζώντος τράγου και θα εξομολογηθή όλας τας
ανομίας των Ισραηλιτών, όλας τας αδικίας των και όλας τας αμαρτίας των, τας
οποίας θα μεταφέρη και θα επιρρίψη εις την κεφαλήν του ζώντος τράγου, και θα
αποπέμψη αυτόν, με άνθρωπον έτοιμον προ τούτο, εις την έρημον.
Λευ. 16,22 καὶ λήψεται
ὁ χίμαρος ἐφ᾿ ἑαυτῷ τὰς ἀδικίας
αὐτῶν εἰς γῆν ἄβατον, καὶ ἐξαποστελεῖ
τὸν χίμαρον εἰς τὴν ἔρημον.
Λευ. 16,22 Ο αποπομπαίος αυτός τράγος θα πάρη επάνω του όλας
τας αμαρτίας των Ισραηλιτών και θα περιπλανηθή εις μέρος άβατον από
ανθρώπους. Θα τον αποπέμψη Ααρών εις περιοχήν έρημον.
Λευ. 16,23 καὶ
εἰσελεύσεται Ἀαρὼν εἰς τὴν σκηνὴν
τοῦ μαρτυρίου καὶ ἐκδύσεται τὴν στολὴν
τὴν λινήν, ἣν ἐνδεδύκει εἰσπορευομένου
αὐτοῦ εἰς τὸ ἅγιον, καὶ ἀποθήσει
αὐτὴν ἐκεῖ.
Λευ. 16,23 Θα εισέλθη έπειτα ο Ααρών εις την Σκηνήν του
Μαρτυρίου, θα εκδυθή την λινήν λευκήν στολήν, την οποίαν είχε φορέσει όταν
εισήλθεν εις τα Αγια των Αγίων, και θα αποθέση αυτήν εκεί.
Λευ. 16,24 καὶ λούσεται
τὸ σῶμα αὐτοῦ ὕδατι ἐν τόπῳ
ἁγίῳ καὶ ἐνδύσεται τὴν στολὴν
αὐτοῦ, καὶ ἐξελθὼν ποιήσει τὸ
ὁλοκαύτωμα αὐτοῦ καὶ τὸ ὁλοκάρπωμα
τοῦ λαοῦ καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ
καὶ περὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ καὶ
περὶ τοῦ λαοῦ, ὡς περὶ τῶν ἱερέων.
Λευ. 16,24 Θα λούση το σώμα του με νερό στον ιερόν τόπον, θα
ενδυθή την πολυτελή στολήν του, θα εξέλθη από την Σκηνήν και θα προσφέρη
θυσίαν το ολοκαύτωμά του και το ολοκάρπωμα του λαού. Θα εξιλεώση τον εαυτόν
του, την οικογένειάν του, τον λαόν και τους ιερείς.
Λευ. 16,25 καὶ τὸ
στέαρ τὸ περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἀνοίσει
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον.
Λευ. 16,25 Το λίπος των θυσιών αυτών, που προσφέρονται υπέρ
των αμαρτιών, θα το θέση στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 16,26 καὶ ὁ
ἐξαποστέλλων τὸν χίμαρον τὸν διεσταλμένον εἰς
ἄφεσιν πλυνεῖ τὰ ἱμάτια καὶ λούσεται τὸ
σῶμα αὐτοῦ ὕδατι καὶ μετὰ ταῦτα
εἰσελεύσεται εἰς τὴν παρεμβολήν.
Λευ. 16,26 Εκείνος που θα εκδιώξη τον τράγον, τον αποπομπαίον
δια την άφεσιν των αμαρτιών του λαού, θα πλύνη τα ενδύματά του και θα λούση
το σώμα του με νερό και κατόπιν θα ευσέλθη εις την κατασκήνωσιν.
Λευ. 16,27 καἱ τὸν
μόσχον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὸν
χίμαρον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας, ὧν τὸ
αἷμα εἰσηνέχθη ἐξιλάσασθαι ἐν τῷ
ἁγίῳ, ἐξοίσουσιν αὐτὰ ἔξω τῆς
παρεμβολῆς καὶ κατακαύσουσιν αὐτὰ ἐν πυρί, καί
τὰ δέρματα αὐτῶν καὶ τὰ κρέα αὐτῶν
καὶ τὴν κόπρον αὐτῶν.
Λευ. 16,27 Τον μόσχον και τον τράγον, που προσεφέρθησαν δια
τας αμαρτίας όλων και των οποίων το αίμα εισήχθη εις τα Αγια των Αγίων προς
εξιλέωσιν των αμαρτιών, θα τους βγάλουν έξω από την κατασκήνωσιν και θα τους
καύσουν εξ ολοκλήρου μαζή με τα δέρματά των, με τα κρέατα και την κόπρον
αυτών.
Λευ. 16,28 ὁ δὲ
κατακαίων αὐτὰ πλυνεῖ τὰ ἱμάτια καὶ
λούσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ ὕδατι καὶ μετά ταῦτα
εἰσελεύσεται εἰς τὴν παρεμβολήν.
Λευ. 16,28 Εκείνος που θα καύση αυτά, θα πλύνη κατόπιν τα
ενδύματά του, θα λούση το σώμα του με νερό και κατόπιν θα εισέλθη εις την
κατασκήνωσιν.
Η τήρηση της ημέρας του Εξιλασμού
Λευ. 16,29 Καὶ ἔσται
τοῦτο ὑμῖν νόμιμον αἰώνιον· ἐν τῷ
μηνὶ τῷ ἑβδόμῳ δεκάτῃ τοῦ μηνὸς
ταπεινώσετε τὰς ψυχὰς ὑμῶν καὶ πᾶν
ἔργον οὐ ποιήσετε ὁ αὐτόχθων καὶ ὁ
προσήλυτος ὁ προσκείμενος ἐν ὑμῖν·
Λευ. 16,29 Η τελετή αυτή της εξιλεώσεως, η εορτή του εξιλασμού,
θα είναι δια σας νόμος παντοτεινός και απαράβατος. Την δεκάτην του εβδόμου
μηνός θα συναισθανθήτε τας αμαρτίας σας, θα συντριβήτε και θα μετανοήσετε δι'
αυτάς, και δεν θα κάμετε καμμίαν εργασίαν κατά την ημέραν αυτήν, ούτε ο
εντόπιος Ισραηλίτης, ούτε ο ξένος που ήλθεν από άλλην χώραν και μένει μαζή
σας.
Λευ. 16,30 ἐν γὰρ
τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἐξιλάσεται περὶ
ὑμῶν, καθαρίσαι ὑμᾶς ἀπὸ πασῶν
τῶν ἁμαρτιῶν ὑμῶν ἔναντι Κυρίου,
καὶ καθαρισθήσεσθε.
Λευ. 16,30 Διότι κατά την ημέραν αυτήν θα γίνη η τελετή της
εξιλεώσεώς σας, δια να καθαρίση σας από όλας τας αμαρτίας σας ενώπιον του
Κυρίου, ώστε να είσθε κατόπιν καθαροί.
Λευ. 16,31 σάββατα σαββάτων ἀνάπαυσις
αὕτη ἔσται ὑμῖν, καὶ ταπεινώσετε τὰς
ψυχὰς ὑμῶν, νόμιμον αἰώνιον.
Λευ. 16,31 Σαββατα σαββάτων είναι αυτό, πλήρης και
ολοκληρωτική ανάπαυσις θα επικρατήση μεταξύ σας και θα ταπεινώσετε δια
μετανοίας και νηστείας τας ψυχάς σας. Νομος παντοτεινός θα είναι αυτός.
Λευ. 16,32 ἐξιλάσεται
ὁ ἱερεύς, ὃν ἂν χρίσωσιν αὐτὸν καὶ
ὃν ἂν τελειώσωσι τὰς χεῖρας αὐτοῦ,
ἱερατεύειν μετὰ τὸν πατέρα αὐτοῦ, καὶ
ἐνδύσεται τὴν στολὴν τὴν λινῆν, στολὴν
ἁγίαν.
Λευ. 16,32 Την εξιλέωσιν θα τελή ο εκάστοτε αρχιερεύς, τον
οποίον θα έχουν χρίσει με το άγιον έλαιον και τας χείρας του και θα έχουν
καταστήσει ικανάς δια το έργον του, ώστε να αρχιερατεύη μετά τον πατέρα του,
τον οποίον θα διαδεχθή. Αυτός θα ενδυθή την λινήν αρχιερατικήν στολήν, την
αγίαν στολήν.
Λευ. 16,33 καὶ
ἐξιλάσεται τὸ ἅγιον τοῦ ἁγίου καὶ
τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου καὶ τὸ θυσιαστήριον
ἐξιλάσεται, καὶ περὶ τῶν ἱερέων καὶ περί
πάσης συναγωγῆς ἐξιλάσεται.
Λευ. 16,33 Ως αρχιερεύς θα εξιλεώνη τα Αγια των 'Αγιων, την
Σκηνήν του Μαρτυρίου, το θυσιαστήριον, τους ιερείς και όλον τον λαόν των
Ισραηλιτών.
Λευ. 16,34 καὶ ἔσται
τοῦτο ὑμῖν νόμιμον αἰώνιον ἐξιλάσκεσθαι περὶ
τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἀπὸ πασῶν
τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν· ἅπαξ τοῦ
ἐνιαυτοῦ ποιηθήσεται, καθὰ συνέταξε Κύριος τῷ
Μωυσῇ.
Λευ. 16,34 Η εξιλέωσις των Ισραηλιτών από όλας τας αμαρτίας
των θα είναι νόμος παντοτεινός και απαράβατος δια σας. Μιαν φοράν το έτος θα
γίνεται η τελετή αυτή, όπως διέταξεν ο Κυριος τον Μωϋσήν.
|
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17- ΕΝΑΣ ΤΟΠΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΘΥΣΙΕΣ
ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΒΡΩΣΗΣ ΤΟΥ
ΑΙΜΑΤΟΣ
|
Ένας μόνο τόπος για τις θυσίες
Λευ. 17,1 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 17,1 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 17,2 λάλησον πρός Ἀαρὼν
καὶ πρὸς τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ
πρὸς πάντας υἱοὺς Ἰσραὴλ καὶ
ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τοῦτο τὸ
ῥῆμα, ὃ ἐνετείλατο Κύριος, λέγων·
Λευ. 17,2 “μίλησε προς τον Ααρών, προς τους υιούς του και προς
όλους τους Ισραηλίτας και είπε προς αυτούς· Αυτή είναι, η εντολή, την οποίαν
έδωσεν ο Κυριος·
Λευ. 17,3 ἄνθρωπος
ἄνθρωπος τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἢ
τῶν προσηλύτων τῶν προσκειμένων ἐν ὑμῖν,
ὃς ἐὰν σφάξῃ μόσχον ἢ πρόβατον ἢ
αἶγα ἐν τῇ παρεμβολῇ καὶ ὃς ἂν
σφάξῃ ἔξω τῆς παρεμβολῆς,
Λευ. 17,3 Εάν κανείς από τους Ισραηλίτας η ξένος που μένει
μαζή σας, σφάξη μόσχον η, πρόβατον η αίγα εντός της κατασκηνώσεως η έξω από
την κατασκήνωσιν και δεν φέρη αυτό εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου,
ώστε να το προσφέρη η θυσίαν ολοκαυτώματος η εθυχαριστήριον ειρηνικήν θυσίαν,
η οποία είναι δεκτή εις οσμήν ευωδίας από τον Κυριον, η εκείνος που θα σφάξη
έξω από την κατασκήνωσιν
Λευ. 17,4 καὶ
ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου
μὴ ἐνέγκῃ, ὥστε ποιῆσαι αὐτὸ
εἰς ὁλοκαύτωμα ἢ σωτήριον Κυρίῳ δεκτὸν
εἰς ὀσμὴν εὐωδίας, καὶ ὃς ἂν
σφάξῃ ἔξω καὶ ἐπὶ τὴν θύραν τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου μὴ ἐνέγκῃ αὐτό,
ὥστε προσενέγκαι δῶρον τῷ Κυρίῳ ἀπέναντι
τῆς σκηνῆς Κυρίου, καὶ λογισθήσεται τῷ
ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ αἷμα· αἷμα
ἐξέχεεν, ἐξολοθρευθήσεται ἡ ψυχὴ ἐκείνη
ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῆς·
Λευ. 17,4 και δεν θα φέρη αυτό εις την θύραν της Σκηνής
του Μαρτυρίου, δια να το σφάξη εκεί και το προσφέρη δώρον προς τον Κυριον
ενώπιον της Σκηνής του Κυρίου, θα θεωρηθή τόσον ένοχος, όσον και εκείνος που
έχυσεν αίμα ανθρώπου. Επειδή θα θεωρηθή ως φονεύς, θα εξολοθρευθή ο άνθρωπος
αυτός εκ μέσου του λαού.
Λευ. 17,5 ὅπως
ἀναφέρωσιν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ τὰς
θυσίας αὐτῶν, ὅσας ἂν αὐτοὶ σφάξουσιν
ἐν τοῖς πεδίοις, καὶ οἴσουσι τῷ Κυρίῳ
ἐπὶ τὰς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου
πρὸς τὸν ἱερέα καὶ θύσουσι θυσίαν σωτηρίου τῷ
Κυρίῳ αὐτά.
Λευ. 17,5 Αυτά νομοθετούνται, δια να φέρουν οι Ισραηλίται
τα προς θυσίαν ζώα των, όσα μέχρι τώρα έσφαζον εις τας πεδιάδας, να τα φέρουν
στον Κυριον, προς τον ιερέα, εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου, όπου και
θα σφάζουν αυτά ως ειρηνικήν ευχαριστήριον θυσίαν στον Κυριον.
Λευ. 17,6 καὶ
προσχεεῖ ὁ ἱερεὺς τὸ αἷμα ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ ἀπέναντι Κυρίου παρὰ τὰς
θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου καὶ ἀνοίσει
τὸ στέαρ εἰς ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ.
Λευ. 17,6 Ο ιερεύς θα χύση το αίμα κύκλω από το
θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων απέναντι από τον Κυριον πλησίον εις την θύραν
της Σκηνής του Μαρτυρίου και θα προσφέρη το λίπος εις οσμήν ευωδίας προς τον
Κυριον.
Λευ. 17,7 καὶ οὐ
θύσουσιν ἔτι τὰς θυσίας αὐτῶν τοῖς ματαίοις, οἷς
αὐτοὶ ἐκπορνεύουσιν ὀπίσω αὐτῶν·
νόμιμον αἰώνιον ἔσται ὑμῖν εἰς τὰς
γενεὰς ὑμῶν.
Λευ. 17,7 Δεν θα προσφέρουν ποτέ πλέον οι Ισραηλίται τας
θυσίας των εις τα είδωλα, με τα οποία πλανώνται και διαφθείρονται οι
ακολουθούντες οπίσω από τα είδωλα αυτά. Αυτό θα είναι δια σας παντοτεινός και
απαράβατος νόμος εις όλας τας γενεάς σας.
Λευ. 17,8 Καὶ
ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἄνθρωπος ἄνθρωπος
τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἢ ἀπὸ
τῶν υἱῶν τῶν προσηλύτων τῶν προσκειμένων
ἐν ὑμῖν, ὃς ἂν ποιήσῃ ὁλοκαύτωμα
ἢ θυσίαν
Λευ. 17,8 Θα είπης πάλιν προς αυτούς· Εάν Ισραηλίτης η
ξένος από αυτούς, οι οποίοι μένουν μαζή σας, προσφέρη ολοκαύτωμα η κάποιαν
άλλην θυσίαν
Λευ. 17,9 καὶ
ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου
μὴ ἐνέγκῃ ποιῆσαι αὐτὸ τῷ
Κυρίῳ, ἐξολοθρευθήσεται ὁ ἄνθρωπος
ἐκεῖνος ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ.
Λευ. 17,9 και δεν προσφέρη αυτήν εις την θύραν της Σκηνής
του Μαρτυρίου προς θυσίαν δια τον Κυριον, θα εξολοθρευθή ο άνθρωπος αυτός εκ
μέσου του λαού του.
Η βρώση αίματος απαγορεύεται
Λευ. 17,10 Καὶ
ἄνθρωπος ἄνθρωπος τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ
ἢ τῶν προσηλύτων τῶν προσκειμένων ἐν
ὑμῖν, ὃς ἂν φάγῃ πᾶν αἷμα,
καὶ ἐπιστήσω τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὴν
ψυχὴν τὴν ἔσθουσαν τὸ αἷμα καὶ
ἀπολῶ αὐτὴν ἐκ τοῦ λαοῦ
αὐτῆς·
Λευ. 17,10 Εάν ένας άνθρωπος από τους Ισραηλίτας η, από τους
ξένους, που ευρίσκονται μαζή σας, φάγη αίμα, εγώ θα στρέψω ωργισμένος το
πρόσωπόν μου εναντίον του ανθρώπου αυτού, ο οποίος έφαγεν αίμα, και θα
εξοντώσω αυτόν εκ του λαού του.
Λευ. 17,11 ἡ γὰρ
ψυχὴ πάσης σαρκὸς αἷμα αὐτοῦ ἐστι,
καὶ ἐγὼ δέδωκα αὐτὸ ὑμῖν
ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου ἐξιλάσκεσθαι περὶ
τῶν ψυχῶν ὑμῶν· τὸ γὰρ αἷμα
αὐτοῦ ἀντὶ ψυχῆς ἐξιλάσεται.
Λευ. 17,11 Και τούτο, διότι η ζωή κάθε ζωντανού όντος
υπάρχει στο αίμα αυτού. Εγώ δέ, ως χορηγός της ζωής, σας έχω νομοθετήσει ως
καθήκον να χύνεται τούτο στο θυσιαστήριον, δια να εξιλεώνωνται αι αμαρτίαι
των ψυχών σας. Δια του αίματος της θυσίας του ζώου εξιλεώνεται ο άνθρωπος δια
τας αμαρτίας του.
Λευ. 17,12 διὰ τοῦτο
εἴρηκα τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ· πᾶσα
ψυχὴ ἐξ ὑμῶν οὐ φάγεται αἷμα, καὶ
ὁ προσήλυτος ὁ προσκείμενος ἐν ὑμῖν οὐ
φάγεται αἷμα.
Λευ. 17,12 Δια τούτο είπα στους Ισραηλίτας· κανείς Ισραηλίτης
και κανείς ξένος παρεπιδημών κοντά σας δεν θα φάγη αίμα. Το αίμα θα
προσφέρεται προς εξιλέωσίν σας.
Λευ. 17,13 καὶ
ἄνθρωπος ἄνθρωπος τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ
ἢ τῶν προσηλύτων τῶν προσκειμένων ἐν
ὑμῖν, ὃς ἂν θηρεύσῃ θήρευμα θηρίον ἢ
πετεινόν, ὃ ἔσθεται, καὶ ἐκχεεῖ τὸ
αἷμα καὶ καλύψει αὐτὸ τῇ γῇ·
Λευ. 17,13 Εάν κανείς από τους Ισραηλίτας η από τους ξένους,
που μένουν μαζή σας, συλλάβη δια κυνηγίου θηρίον τι η πτηνόν και πρόκειται να
το φάγη, θα χύση το αίμα αυτού εις την γην και θα το σκεπάση με χώμα.
Λευ. 17,14 ἡ γὰρ
ψυχὴ πάσης σαρκὸς αἷμα αὐτοῦ ἐστι.
καὶ εἶπα τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ·
αἷμα πάσης σαρκὸς οὐ φάγεσθε, ὅτι ἡ ψυχὴ
πάσης σαρκὸς αἷμα αὐτοῦ ἐστι· πᾶς
ὁ ἔσθων αὐτὸ ἐξολοθρευθήσεται.
Λευ. 17,14 Διότι η ζωή παντός εμβίου όντος είναι στο αίμα
αυτού. Δια τούτο είπα στους Ισραηλίτας, δεν θα φάγετε αίμα παντός εμβίου
όντος, διότι η ζωή αυτού υπάρχει στο αίμα. Εκείνος που τρώγει το αίμα, θα
εξολοθρευθή.
Λευ. 17,15 Καὶ πᾶσα
ψυχή, ἥτις φάγεται θνησιμαῖον ἢ θηριάλωτον ἐν
τοῖς αὐτόχθοσιν ἢ ἐν τοῖς προσηλύτοις,
πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ λούσεται
ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας καὶ
καθαρὸς ἔσται.
Λευ. 17,15 Καθε άνθρωπος, είτε εντόπιος Ισραηλίτης η από
τους ξένους που θα φάγη ζώον θνησιμαίον η κατασπαραγθέν από θηρίον, είναι
ένοχος. Θα πλύνη τα ενδύματα αυτού, θα λουσθή με νερό και θα είναι ακάθαρτος
έως την εσπέραν. Κατόπιν θα είναι καθαρός.
Λευ. 17,16 ἐὰν
δὲ μὴ πλύνῃ τὰ ἱμάτια καὶ τὸ
σῶμα μὴ λούσηται ὕδατι, καὶ λήψεται ἀνόμημα
αὐτοῦ.
Λευ. 17,16 Εάν δεν πλύνη τα ενδύματα αυτού και δεν λούση το
σώμα αυτού με νερό, θα έχη ενοχήν δια την παραινομίαν του και θα τιμωρηθή.
|
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18-
ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΝΗΘΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ
|
Απαγόρευση ανήθικων πράξεων
Λευ. 18,1 Καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 18,1 Είπεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν
Λευ. 18,2 λάλησον τοῖς
υἱοῖς Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς
αὐτούς· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 18,2 “μίλησε προς τους Ισραηλίτας και είπε προς
αυτούς· Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 18,3 κατά τὰ
ἐπιτηδεύματα Αἰγύπτου, ἐν ᾗ κατῳκήσατε
ἐπ᾿ αὐτῇ, οὐ ποιήσετε καὶ κατὰ
τὰ ἐπιτηδεύματα γῆς Χαναάν, εἰς ἣν
ἐγὼ εἰσάγω ὑμᾶς ἐκεῖ, οὐ
ποιήσετε καὶ τοῖς νομίμοις αὐτῶν οὐ πορεύσεσθε.
Λευ. 18,3 Τας αμαρτωλάς συνηθείας της Αιγύπτου, εις την
οποίαν είχατε κατοικήσει, δεν θα τας ακολουθήσετε, και κατά τας αμαρτωλάς
συνηθείας της χώρας Χαναάν, εις την οποίαν εγώ σας εισάγω, δεν θα ζήσετε και
με τους νόμους αυτών δεν θα πορευθήτε.
Λευ. 18,4 τὰ κρίματά μου
ποιήσετε καὶ τὰ προστάγματά μου φυλάξεσθε καὶ πορεύεσθε
ἐν αὐτοῖς· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 18,4 Τας ιδικάς μου αποφάσεις θα τηρήτε, τας εντολάς
μου θα φυλάσσετε και θα πορεύεσθε σύμφωνα με αυτά. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός
σας.
Λευ. 18,5 καὶ φυλάξεσθε
πάντα τὰ προστάγματά μου καὶ πάντα τὰ κρίματά μου καὶ
ποιήσετε αὐτά, ἃ ποιήσας αὐτά ἄνθρωπος ζήσεται
ἐν αὐτοῖς· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 18,5 Φυλάξατε όλας τας εντολάς μου και όλας τας
αποφάσεις μου εφαρμόσατέ τας εις την ζωήν σας. Ανθρωπος ο οποίος θα εφαρμόση
αυτά θα ζη ειρηνικός και ασφαλής μέσα εις αυτά. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 18,6 Ἄνθρωπος
ἄνθρωπος πρὸς πάντα οἰκεῖα σαρκὸς
αὐτοῦ οὐ προσελεύσεται ἀποκαλύψαι
ἀσχημοσύνην· ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 18,6 Κανείς άνθρωπος δεν θα έλθη εις γάμον προς
γυναίκα συγγενή του και δεν θα αποκαλύψη όσα δι' εντροπήν πρέπει να είναι
κρυμμένα. Εγώ ο Κυριος διατάσσω.
Λευ. 18,7 ἀσχημοσύνην
πατρός σου καὶ ἀσχημοσύνην μητρός σου οὐκ
ἀποκαλύψεις, μήτηρ γάρ σού ἐστιν, οὐκ ἀποκαλύψεις
τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς.
Λευ. 18,7 Εκ σεβασμού και αιδούς προς τον πατέρα σου δεν
θα έλθης εις σχέσιν γάμου με την μητέρα σου και δεν θα αποκαλύψης όσα δι'
εντροπήν πρέπει να είναι κεκρυμμένα, διότι είναι μήτηρ σου.
Λευ. 18,8 ἀσχημοσύνην
γυναικὸς πατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις, ἀσχημοσύνη
πατρὸς σού ἐστιν.
Λευ. 18,8 Δεν θα έλθης εις σχέσιν γάμου με την γυναίκα του
πατρός σου, διότι άλλως θα δείξης αδιαντροπιάν προς τον πατέρα σου.
Λευ. 18,9 ἀσχημοσύνην
τῆς ἀδελφῆς σου ἐκ πατρός σου ἢ ἐκ μητρός
σου ἐνδογενοῦς ἢ γεγεννημένης ἔξω, οὐκ
ἀποκαλύψεις ἀσχημοσύνην αὐτῶν.
Λευ. 18,9 Δεν πρέπει να έλθης εις ισχέσιν γάμου με την
αδελφήν σου, από τον ίδιο πατέρα η από την ίδια μητέρα, η οποία εγεννήθη
εντός η εκτός του σπιτιού σας. Δεν θα αποκαλύψης όσα δι' αιδώ πρέπει να είναι
γραμμένα.
Λευ. 18,10 ἀσχημοσύνην
θυγατρὸς υἱοῦ σου ἢ θυγατρὸς θυγατρός σου
οὐκ ἀποκαλύψεις τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῶν,
ὅτι σὴ ἀσχημοσύνη ἐστίν.
Λευ. 18,10 Δεν πρέπει να αποκαλύψης την γυμνότητα της
θυγατρός του υιού σου η της θυγατρός της κόρης σου. Η εντροπή θα είναι ιδική
σου.
Λευ. 18,11 ἀσχημοσύνην
θυγατρὸς γυναικὸς πατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις,
ὁμοπατρία ἀδελφή σού ἐστιν, οὐκ ἀποκαλύψεις
τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς.
Λευ. 18,11 Δεν θα έλθης εις σχέσιν γάμου με την κόρην της
γυναικός του πατρός σου, με ετεροθαλή αδελφήν σου, διότι είναι ομοπατρία
αδελφή σου. Δεν θα αποκαλύψης όσα δι' αιδώ πρέπει να είναι κεκρυμμένα.
Λευ. 18,12 ἀσχημοσύνην
ἀδελφῆς πατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις, οἰκεία
γὰρ πατρός σού ἐστιν.
Λευ. 18,12 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την αδελφήν του
πατρός σου, με την θείαν σου, διότι είναι συγγενής του πατρός σου.
Λευ. 18,13 ἀσχημοσύνην
ἀδελφῆς μητρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις, οἰκεία
γὰρ μητρός σού ἐστιν.
Λευ. 18,13 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την αδελφήν της
μητρός σου, με την θείαν σου, διότι είναι συγγενής της μητρός σου.
Λευ. 18,14 ἀσχημοσύνην
ἀδελφοῦ τοῦ πατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις
καὶ πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ οὐκ
εἰσελεύσῃ, συγγενής γάρ σού ἐστιν.
Λευ. 18,14 Συ, η ανεψιά, δεν θα έλθης εις συνάφειαν με τον
αδελφόν του πατρός σου· και συ ο ανεψιός δεν θα έλθης εις συνάφειαν προς την
γυναίκα του αδελφού του πατρός σου, διότι είναι συγγενής σου.
Λευ. 18,15 ἀσχημοσύνην
νύμφης σου οὐκ ἀποκαλύψεις, γυνὴ γὰρ υἱοῦ
σού ἐστιν, οὐκ ἀποκαλύψεις τὴν ἀσχημοσύνην
αὐτῆς.
Λευ. 18,15 Δεν θα έλθη ς εις συνάφειαν με την νάμφην σου,
διότι είναι σύζυγος του υιού σου. Δεν θα αποκαλύψης όσα δι' αιδώ πρέπει να
μένουν κρυμμένα.
Λευ. 18,16 ἀσχημοσύνην
γυναικὸς ἀδελφοῦ σου οὐκ ἀποκαλύψεις,
ἀσχημοσύνη ἀδελφοῦ σού ἐστιν.
Λευ. 18,16 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την γυναίκα του
αδελφού σου, την νύμφην σου είναι σύζυγος του αδελφού σου.
Λευ. 18,17 ἀσχημοσύνην
γυναικὸς καὶ θυγατρὸς αὐτῆς οὐκ
ἀποκαλύψεις· τὴν θυγατέρα τοῦ υἱοῦ
αὐτῆς καὶ τὴν θυγατέρα τῆς θυγατρὸς
αὐτῆς οὐ λήψῃ ἀποκαλύψαι τὴν
ἀσχημοσύνην αὐτῶν, οἰκεῖαι γὰρ σού
εἰσιν· ἀσέβημά ἐστι.
Λευ. 18,17 Δεν θα λάβης συγχρόνως ως συζύγους σου μητέρα και
κόρην. Δεν θα λάβης ως σύζυγον την θυγατέρα του υιού της, ούτε την κόρην της
θυγατρός της, διότι αυταί είναι συγγενείς σου. Η πράξις σου είναι ασέβεια.
Λευ. 18,18 γυναῖκα
ἐπ᾿ ἀδελφῇ αὐτῆς οὐ λήψῃ
ἀντίζηλον ἀποκαλύψαι τήν ἀσχημοσύνην αὐτῆς
ἐπ᾿ αὐτῇ, ἔτι ζώσης αὐτῆς.
Λευ. 18,18 Δεν θα λάβης την αδελφήν της γυναικός σου ως
σύζυγον, δια να μη καταστήσης αυτήν αντίζηλον της γυναικός σου, εφ' όσον η
γυναίκα σου ζη.
Λευ. 18,19 Καὶ πρὸς
γυναῖκα ἐν χωρισμῷ ἀκαθαρσίας αὐτῆς
οὐκ εἰσελεύσῃ ἀποκαλύψαι τὴν ἀσχημοσύνην
αὐτῆς.
Λευ. 18,19 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την σύζυγόν σου κατά
το διάστημα, που αυτή είναι, εν απομονώσει λόγω της εμμήνου ακαθαρσίας της.
Λευ. 18,20 καὶ πρὸς
τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου οὐ δώσεις κοίτην
σπέρματός σου, ἐκμιανθῆναι πρὸς αὐτήν.
Λευ. 18,20 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την γυναίκα του
πλησίον σου, ώστε να μολυνθής με αυτήν.
Λευ. 18,21 καὶ
ἀπὸ τοῦ σπέρματός σου οὐ δώσεις λατρεύειν
ἄρχοντι καὶ οὐ βεβηλώσεις τὸ ὄνομα τὸ
ἅγιον· ἐγὼ Κύριος·
Λευ. 18,21 Κανένα από τους απογόνους σου δεν πρέπει να αφιερώσης
ως υπηρέτην εις ξένον άρχοντα και δεν θα μολύνης το άγιον Ονομά μου. Εγώ
είμαι ο Κυριος.
Λευ. 18,22 καὶ μετά
ἄρσενος οὐ κοιμηθήσῃ κοίτην γυναικείαν, βδέλυγμα γάρ
ἐστι.
Λευ. 18,22 Δεν θα κοιμηθής με άρρενα, όπως κοιμάσαι με
γυναίκα, διότι η πράξις αυτή είναι μυσαρά.
Λευ. 18,23 καὶ πρὸς
πᾶν τετράπουν οὐ δώσεις τὴν κοίτην σου εἰς
σπερματισμόν, ἐκμιανθῆναι πρὸς αὐτό. καὶ
γυνὴ οὐ στήσεται πρὸς πᾶν τετράπουν βιβασθῆναι,
μυσαρὸν γάρ ἐστι.
Λευ. 18,23 Με κανένα ζώον δεν θα έλθης εις σαρκικήν
συνάφειαν, ώστε να μολυνθής μαζή του. Ούτε η γυνή θα σταθή, ώστε να βιασθή
από τετράποδον, διότι η πράξις αυτή είναι μυσαρά.
Λευ. 18,24 Μὴ μιαίνεσθε
ἐν πᾶσι τούτοις· ἐν πᾶσι γὰρ τούτοις
ἐμιάνθησαν τὰ ἔθνη, ἃ ἐγὼ
ἐξαποστέλλω πρὸ προσώπου ὑμῶν,
Λευ. 18,24 Μη μολύνεσθε με όλα αυτά τα βρωμερά παραπτώματα. Με
όλα αυτά εμολύνθησαν τα έθνη, τα οποία εγώ εκδιώκω από εμπρός σας.
Λευ. 18,25 καὶ
ἐξεμιάνθη ἡ γῆ, καὶ ἀνταπέδωκα ἀδικίαν
αὐτοῖς δι᾿ αὐτήν, καὶ προσώχθισεν ἡ
γῆ τοῖς ἐγκαθημένοις ἐπ᾿ αὐτῆς.
Λευ. 18,25 Εμολύνθη η γη και εγώ ανταπέδωσα την πρέπουσαν
τιμωρίαν δια την αμαρτίαν των αυτήν. Η γη εμίσησε τους κατοίκους της δια τα
φοβερά αμαρτήματά των !
Λευ. 18,26 καὶ φυλάξεσθε
πάντα τὰ νόμιμά μου καὶ πάντα τὰ προστάγματά μου, καὶ
οὐ ποιήσετε ἀπὸ πάντων τῶν βδελυγμάτων τούτων, ὁ
ἐγχώριος καὶ ὁ προσγενόμενος προσήλυτος ἐν
ὑμῖν·
Λευ. 18,26 Θα φυλάξετε όλους τους νόμους μου και όλας τας
εντολάς μου και δεν θα πράξετε τίποτε από όλα τα μυσαρά αμαρτήματα των
ειδωλολατρών, τόσον ο εντόπιος όσον και ο εκ της αλλοδαπής ξένος, που διαμένει
μαζή σας·
Λευ. 18,27 πάντα γὰρ
τὰ βδελύγματα ταῦτα ἐποίησαν οἱ ἄνθρωποι
τῆς γῆς οἱ ὄντες πρότερον ὑμῶν, καὶ
ἐμιάνθη ἡ γῆ.
Λευ. 18,27 διότι όλα αυτά τα συχαμερά αμαρτήματα έκαμαν οι
άνθρωποι της χώρας, οι οποίοι ήσαν εις αυτήν ενωρίτερα από σας, και εμολύνθη
εξ αιτίας των η γη.
Λευ. 18,28 καὶ ἵνα
μὴ προσοχθίσῃ ὑμῖν ἡ γῆ ἐν τῷ
μιαίνειν ὑμᾶς αὐτήν, ὃν τρόπον προσώχθισε τοῖς
ἔθνεσι τοῖς πρὸ ὑμῶν.
Λευ. 18,28 Αποφύγετε τα διεφθαρμένα έργα εκείνων, δια να μη αγανακτήση
εναντίον σας η γη, την οποίαν θα μιάνετε, όπως ηγανάκτησεν εναντίον των
ειδωλολατρικών εθνών, που ήσαν εκεί ενωρίτερα από σας.
Λευ. 18,29 ὅτι πᾶς,
ὃς ἐὰν ποιήσῃ ἀπὸ πάντων τῶν
βδελυγμάτων τούτων, ἐξολοθρευθήσονται αἱ ψυχαὶ αἱ
ποιοῦσαι ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῶν.
Λευ. 18,29 Διότι οιοσδήποτε θα διαπράξη τα μυσαρά αυτά
αμαρτήματα, θα εξολοθρευθή εκ μέσου του λαού του.
Λευ. 18,30 καὶ φυλάξετε
τὰ προστάγματά μου, ὅπως μὴ ποιήσητε ἀπὸ πάντων
τῶν νομίμων τῶν ἐβδελυγμένων, ἃ γέγονε πρὸ
τοῦ ὑμᾶς, καὶ οὐ μιανθήσεσθε ἐν
αὐτοῖς, ὅτι ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 18,30 Φυλάξατε τας εντολάς μου, δια να προφυλαχθήτε έτσι
οι ίδιοι και μη παρασυρθήτε εις τας μυσαράς συνηθείας των ειδωλολατρών, οι
οποίοι έζησαν εις την περιοχήν αυτήν ενωρίτερα από σας. Δεν θα μολυνθήτε μαζή
με αυτούς. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος δίδω τας εντολάς αυτάς”.
|
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 19- ΝΟΜΟΙ ΑΓΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
|
Νόμοι αγιότητας και δικαιοσύνης
Λευ. 19,1 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 19,1 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 19,2 λάλησον τῇ
συναγωγῇ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ
ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἅγιοι ἔσεσθε,
ὅτι ἅγιος ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 19,2 “μίλησε προς όλους τους Ισραηλίτας και ειπέ εις
αυτούς· Γινετε άγιοι, διότι εγώ ο Κυριος και Θεός σας είμαι άγιος.
Λευ. 19,3 ἕκαστος πατέρα
αὐτοῦ καὶ μητέρα αὐτοῦ φοβείσθω, καὶ
τὰ σάββατά μου φυλάξεσθε· ἐγὼ Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,3 Ο καθένας να σέβεται τον πατέρα του και την
μητέρα του. Να τηρήτε τα σάββατά μου. Εγώ ο Κυριος και Θεός σας δίδω την
εντολήν.
Λευ. 19,4 οὐκ
ἐπακολουθήσετε εἰδώλοις καὶ θεοὺς χωνευτοὺς
οὐ ποιήσετε ὑμῖν· ἐγὼ Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,4 Δεν θα ακολουθήσετε και δεν θα προσκυνήσετε
είδωλα και δεν θα κάμετε ποτέ δια τον εαυτόν σας θεούς χυτούς. Εγώ είμαι
Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 19,5 καὶ
ἐὰν θύσητε θυσίαν σωτηρίου τῷ Κυρίῳ, δεκτὴν
ὑμῶν θύσετε.
Λευ. 19,5 Εάν προσφέρετε θυσίαν ειρηνικήν και
ευχαριστήριον στον Κυριον, να την προσφέρετε κατά τρόπον ευλαβή, ώστε να γίνη
δεκτή.
Λευ. 19,6 ᾗ ἂν
ἡμέρᾳ θύσετε, βρωθήσεται καὶ τῇ αὔριον·
καὶ ἐὰν καταλειφθῇ ἕως ἡμέρας τρίτης,
ἐν πυρὶ κατακαυθήσεται.
Λευ. 19,6 Η θυσία που θα προσφέρετε, πρέπει να φαγωθή κατά
την ιδίαν ημέραν η και κατά την επομένην. Εάν όμως υπολειφθή κάτι μέχρι της
τρίτης ημέρας, πρέπει να κατακαή.
Λευ. 19,7 ἐὰν
δὲ βρώσει βρωθῇ τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ,
ἄθυτόν ἐστιν, οὐ δεχθήσεται.
Λευ. 19,7 Εάν όμως φαγωθή κατά την τρίτην ημέραν είναι σαν
να μη έχη προσφερθή προς θυσίαν. Η προσφορά της ως θυσίας δεν θα είναι δεκτή
από τον Θεόν.
Λευ. 19,8 ὁ δὲ
ἔσθων αὐτὸ ἁμαρτίαν λήψεται, ὅτι τὰ
ἅγια Κυρίου ἐβεβήλωσε· καὶ ἐξολοθρευθήσονται
αἱ ψυχαὶ αἱ ἔσθουσαι ἐκ τοῦ λαοῦ
αὐτῶν.
Λευ. 19,8 Εκείνος δε ο οποίος θα φάγη αυτό κατά την τρίτην
ημέραν, θα αμαρτήση, διότι εμόλυνε τα άγια του Κυρίου. Θα εξολοθρευθούν εκ
μέσου του λαού εκείνοι, οι οποίοι τρώγουν έτσι τας θυσίας.
Λευ. 19,9 Καὶ
ἐκθεριζόντων ὑμῶν τὸν θερισμὸν τῆς
γῆς ὑμῶν, οὐ συντελέσετε τὸν θερισμὸν
ὑμῶν τοῦ ἀγροῦ σου ἐκθερίσαι, καὶ
τὰ ἀποπίπτοντα τοῦ θερισμοῦ σου οὐ συλλέξεις.
Λευ. 19,9 Οταν θερίζετε τα χωράφια σας να μη κάμετε
ολοκληρωτικόν και πλήρη τον θερισμόν των αγρών σας. Τα πίπτοντα κατά τον
θερισμόν στάχυα δεν θα τα μαζεύσης.
Λευ. 19,10 καὶ τὸν
ἀμπελῶνά σου οὐκ ἐπανατρυγήσεις, οὐδὲ
τὰς ῥῶγας τοῦ ἀμπελῶνός σου
συλλέξεις· τῷ πτωχῷ καὶ τῷ προσηλύτῳ
καταλείψεις αὐτά· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 19,10 Την άμπελόν σου δεν θα επανέλθης να την τρυγήσης
δια δευτέραν φοράν ούτε τας ρώγας των κλημάτων σου θα συλλέξης. Θα αφήσης
αυτά δια τον πτωχόν και τον ξένον. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, που δίδω
αυτήν την εντολήν.
Λευ. 19,11 Οὐ κλέψετε,
οὐ ψεύσεσθε, οὐδὲ συκοφαντήσει ἕκαστος τὸν
πλησίον.
Λευ. 19,11 Δεν θα κλέψετε, δεν θα πήτε ψέματα, δεν θα
συκοφαντήσετε ο ένας τον άλλον.
Λευ. 19,12 καὶ οὐκ
ὀμεῖσθε τῷ ὀνόματί μου ἐπ᾿
ἀδίκῳ καὶ οὐ βεβηλώσετε τὸ ὄνομα τὸ
ἅγιον τοῦ Θεοῦ ὑμῶν· ἐγώ εἰμι
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,12 Δεν θα ορκισθήτε ψευδώς στο όνομά μου, δεν θα
αδικήσετε κάποιον, και δεν θα μολύνετε το άγιον όνομα του Θεού σας. Εγώ είμαι
ο Κυριος και Θεός σας.
Λευ. 19,13 οὐκ
ἀδικήσεις τὸν πλησίον καὶ οὐχ ἁρπάσεις
καὶ οὐ μὴ κοιμηθήσεται ὁ μισθὸς τοῦ
μισθωτοῦ σου παρὰ σοὶ ἕως πρωΐ.
Λευ. 19,13 Δεν θα αδικήσης τον πλησίον σου, δεν θα αρπάσης
ο,τι του ανήκει. Το ημερομίσθιον του εργάτου σου δεν θα μείνη μαζή σου έως το
πρωϊ. Θα πληρώσης αυτόν το ίδιο βράδυ.
Λευ. 19,14 οὐ κακῶς
ἐρεῖς κωφόν, καὶ ἀπέναντι τυφλοῦ οὐ
προσθήσεις σκάνδαλον, καὶ φοβηθήσῃ Κύριον τὸν Θεόν
σου· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,14 Δεν θα κακολογήσης τον κωφόν, και στον δρόμον του τυφλού
δεν θα βάλης πρόσκομμα δια να σκοντάψη. Θα φοβηθής Κυριον τον Θεόν σου και θα
αποφύγης αυτά. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σου.
Λευ. 19,15 Οὐ ποιήσετε
ἄδικον ἐν κρίσει· οὐ λήψῃ πρόσωπον πτωχοῦ,
οὐδὲ μὴ θαυμάσῃς πρόσωπον δυνάστου· ἐν
δικαιοσύνῃ κρινεῖς τὸν πλησίον σου.
Λευ. 19,15 Δεν θα επιζητήσετε να αδικήσετε κανένα, όταν θα
γίνεται δίκη. Ως δικαστής δεν θα επηρεασθής δυσμενώς από το πρόσωπον του
πτωχού ούτε θα καταληφθής από θαυμασμόν και θα επηρεασθής ευμενώς από
πρόσωπον άρχοντος. Δικαίως θα κρίνης τον πλησίον σου, οποιοσδήποτε και αν
είναι αυτός.
Λευ. 19,16 οὐ πορεύσῃ
δόλῳ ἐν τῷ ἔθνει σου, οὐκ ἐπιστήσῃ
ἐφ᾿ αἷμα τοῦ πλησίον σου· ἐγώ εἰμι
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,16 Δεν θα συμπεριφέρεσαι δολίως μεταξύ των ομοεθνών
σου και ποτέ δεν θα λάβης φονικάς αποφάσεις εναντίον του πλησίον σου. Εγώ
είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 19,17 οὐ μισήσεις
τὸν ἀδελφόν σου τῇ διανοίᾳ σου·
ἐλεγμῷ ἐλέγξεις τὸν πλησίον σου καί οὐ
λήψῃ δι᾿ αὐτὸν ἁμαρτίαν.
Λευ. 19,17 Δεν θα τρέφης εις την καρδίαν σου μίσος εναντίον
του αδελφού σου. Θα ελέγξης τον πλησίον σου, εάν σου προτείνη κάτι κακόν και
δεν θα θελήσης ποτέ να αναλάβης ενοχήν αμαρτίας προς χάριν αυτού.
Λευ. 19,18 καὶ οὐκ
ἐκδικᾶταί σου ἡ χείρ, καὶ οὐ μηνιεῖς
τοῖς υἱοῖς τοῦ λαοῦ σου, καὶ
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· ἐγώ
εἰμι Κύριος.
Λευ. 19,18 Δεν θα χειροδικής και δεν θα τρέφης οργήν εναντίον
των συμπατριωτών σου. Θα αγαπήσης τον πλησίον σου όπως τον εαυτόν σου. Εγώ
είμαι ο Κυριος, που διατάσσω αυτά.
Διάφορες διατάξεις για το λαό
Λευ. 19,19 Τὸν νόμον μου
φυλάξεσθε· τὰ κτήνη σου οὐ κατοχεύσεις
ἑτεροζύγῳ, καὶ τὸν ἀμπελῶνά σου οὐ
κατασπερεῖς διάφορον, καὶ ἱμάτιον ἐκ δύο
ὑφασμένον κίβδηλον οὐκ ἐπιβαλεῖς σεαυτῷ.
Λευ. 19,19 Θα φυλάξετε τον Νομον μου. Δεν θα ζευγαρώσής προς
ένωσιν ζώα διαφόρων γενών. Δεν θα σπείρης στον αμπελώνα σου διαφόρους άλλους
σπόρους. Να μη ενδυθής ιμάτιον κίβδηλον, υφασμένον από νήματα διαφόρων
ποιοτήτων.
Λευ. 19,20 Καὶ ἐάν
τις κοιμηθῇ μετὰ γυναικὸς κοίτην σπέρματος, καὶ
αὕτη ᾖ οἰκέτις διαπεφυλαγμένη ἀνθρώπῳ, καὶ
αὐτὴ λύτροις οὐ λελύτρωται, ἢ ἐλευθερία
οὐκ ἐδόθη αὐτῇ, ἐπισκοπὴ ἔσται
αὐτοῖς, οὐκ ἀποθανοῦνται, ὅτι οὐκ
ἀπηλευθερώθη.
Λευ. 19,20 Εάν ένας ανήρ έλθη, εις σαρκικήν συνάφειαν με
γυναίκα δούλην, η οποία όμως ήτο προωρισμένη δι' άλλον άνθρωπον, εφ' όσον
αυτή δεν είχεν εξαγορασθή με χρήματα, ούτε κατ' άλλον τινά τρόπον της εδόθη
ελευθερία, θα υποβληθούν και οι δύο εις ανάκρισιν και δίκην, και θα
τιμωρηθούν, όχι όμως δια θανάτου, διότι η δούλη αυτή γυνή δεν είχεν αποκτήσει
την ελευθερίαν της.
Λευ. 19,21 καὶ προσάξει
τῆς πλημμελείας αὐτοῦ τῷ Κυρίῳ παρὰ
τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου κριὸν
πλημμελείας·
Λευ. 19,21 Ο εξαπατήσας αυτήν, εις ένδειξιν μετανοίας δια την
κακήν του αυτήν πράξιν, θα προσφέρη εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου
κριον της πλημμελείας του.
Λευ. 19,22 καὶ
ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς
ἐν τῷ κριῷ τῆς πλημμελείας ἔναντι Κυρίου
περὶ τῆς ἁμαρτίας, ἧς ἥμαρτε, καὶ
ἀφεθήσεται αὐτῷ ἡ ἁμαρτία, ἣν
ἥμαρτεν.
Λευ. 19,22 Ο ιερεύς θα προσφέρη την εξιλεωτικήν θυσίαν υπέρ αυτού
δια του κριου της πλημμελείας ενώπιον του Κυρίου και θα του συγχωρηθή η
αμαρτία, την οποίαν διέπραξε.
Λευ. 19,23 Ὅταν δὲ
εἰσέλθητε εἰς τὴν γῆν, ἣν Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν δίδωσιν ὑμῖν, καὶ καταφυτεύσετε
πᾶν ξύλον βρώσιμον καὶ περικαθαριεῖτε τὴν
ἀκαθαρσίαν αὐτοῦ· ὁ καρπὸς
αὐτοῦ τρία ἔτη ἔσται ὑμῖν
ἀπερικάθαρτος, οὐ βρωθήσεται.
Λευ. 19,23 Οταν εισέλθετε εις την γην, την οποίαν Κυριος ο
Θεός θα σας δώση, θα καταφυτεύσετε εις αυτήν κάθε καρποφόρον δένδρον, τους δε
πρώτους αυτού καρπούς θα τους απορρίψετε ως ακαθάρτους. Ο καρπός του
νεοφυτευμένου δένδρου θα είναι ακάθαρτος επί τρία έτη και δεν πρέπει να
τρώγεται.
Λευ. 19,24 καὶ τῷ
ἔτει τῷ τετάρτῳ ἔσται πᾶς ὁ καρπὸς
αὐτοῦ ἅγιος αἰνετὸς τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 19,24 Κατά το τέταρτον έτος ο καρπός του θα είναι άγιος,
άξιος να προσφερθή εις δόξαν του Κυρίου.
Λευ. 19,25 ἐν δὲ
τῷ ἔτει τῷ πέμπτῳ φάγεσθε τὸν καρπόν, πρόσθεμα
ὑμῖν τὰ γενήματα αὐτοῦ· ἐγώ
εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,25 Κατά το πέμπτον έτος θα φάγετε σστον καρπόν και
από του έτους αυτού και εφεξής τα προϊόντα αυτού θα προστίθενται εις τα
εισοδήματά σας. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, που διατάσσω αυτά.
Λευ. 19,26 Μὴ ἔσθετε
ἐπὶ τῶν ὀρέων καὶ οὐκ
οἰωνιεῖσθε, οὐδὲ ὀρνιθοσκοπήσεσθε.
Λευ. 19,26 Μη αναβαίνετε εις τα όρη κατ' απομίμησιν των
ειδωλολατρών, δια να τρώγετε εκεί. Μη δίδετε πίστιν εις την μαντείαν και μη
προσπαθήτε να γνωρίσετε το μέλλον από το πέταγμα των πτηνών.
Λευ. 19,27 οὐ ποιήσετε
σισόην ἐκ τῆς κόμης τῆς κεφαλῆς ὑμῶν,
οὐδὲ φθερεῖτε τὴν ὄψιν τοῦ πώγωνος
ὑμῶν.
Λευ. 19,27 Δεν θα κάμετε εις την κεφαλήν σας κόρυμβον
(κότσον) όπως οι ειδωλολάτραι και δεν θα ξυρίζετε το έμπροσθεν της γιενειάδος
σας.
Λευ. 19,28 καὶ
ἐντομίδας οὐ ποιήσετε ἐπὶ ψυχῇ ἐν
τῷ σώματι ὑμῶν καὶ γράμματα στικτὰ οὐ
ποιήσετε ἐν ὑμῖν· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,28 Δεν θα κάμετε εντομάς στο σώμα σας, ούτε θα
χαράξετε γράμματα στο δέρμα σας. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 19,29 οὐ βεβηλώσεις
τὴν θυγατέρα σου ἐκπορνεῦσαι αὐτὴν καὶ
οὐκ ἐκπορνεύσει ἡ γῆ, καὶ ἡ γῆ
πλησθήσεται ἀνομίας.
Λευ. 19,29 Δεν θα μολύνης την θυγατέρα σου εκδίδων αυτήν εις
διαφθοράν, και δεν θα μολύνης την γην με τοιαύτα μυσαρά έργα, δια να μη
γέμιση αυτή από αμαρτίας.
Λευ. 19,30 Τὰ σάββατά μου
φυλάξεσθε καὶ ἀπὸ τῶν ἁγίων μου
φοβηθήσεσθε· ἐγώ εἰμι Κύριος.
Λευ. 19,30 Θα φυλάξετε τα Σαββατα μου και θα τρέφετε σεβασμόν
και φόβον προς τα άγιά μου πράγματα. Εγώ είμαι ο Κυριος !
Λευ. 19,31 οὐκ
ἐπακολουθήσετε ἐγγαστριμύθοις καὶ τοῖς
ἐπαοιδοῖς οὐ προσκολληθήσεσθε, ἐκμιανθῆναι
ἐν αὐτοῖς· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,31 Δεν θα ακολουθήσετε τους εγγαστριμύθους και δεν θα
προσκολληθήτε εις αυτούς, που ψάλλουν μαγικάς ωδάς. Προσέχετε να μη μολυνθήτε
δι' αυτών. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 19,32 ἀπὸ
προσώπου πολιοῦ ἐξαναστήσῃ καὶ τιμήσεις πρόσωπον
πρεσβυτέρου καὶ φοβηθήσῃ τὸν Θεόν σου· ἐγώ
εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,32 Θα εγερθής με σεβασμόν ενώπιον ανθρώπου, που έχει
λευκήν την κόμην, και θα τιμήσης το πρόσωπον του γέροντος, και θα φοβήσαι
πάντοτε τον Θεόν σου. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεάς σας.
Λευ. 19,33 Ἐὰν δέ τις
προσέλθῃ ὑμῖν προσήλυτος ἐν τῇ γῇ ὑμῶν,
οὐ θλίψετε αὐτόν·
Λευ. 19,33 Εάν ξένος τις έλθη εις την χώραν σας, δεν θα τον
θλίψετε.
Λευ. 19,34 ὡς ὁ
αὐτόχθων ἐν ὑμῖν ἔσται ὁ προσήλυτος
ὁ προσπορευόμενος πρὸς ὑμᾶς, καὶ
ἀγαπήσεις αὐτὸν ὡς σεαυτόν, ὅτι προσήλυτοι
ἐγενήθητε ἐν γῇ Αἰγύπτῳ· ἐγώ
εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,34 Ο ξένος αυτός ο ερχόμενος από άλλην χώραν προς σας
θα είναι, όπως ο εντόπιος, ο συμπατριώτης σας. Θα αγαπήσης και αυτόν όπως τον
εαυτόν σου, διότι και σεις υπήρξατε ξένοι εις την Αίγυπτον. Εγώ είμαι ο
Κυριος ο Θεός σας, που διατάσσω αυτά.
Λευ. 19,35 οὐ ποιήσετε
ἄδικον ἐν κρίσει, ἐν μέτροις καὶ ἐν
σταθμοῖς καὶ ἐν ζυγοῖς.
Λευ. 19,35 Δεν
θα αδικήσετε κανένα, ούτε στο δικαστήριον ούτε εις τα μέτρα μήκους, βάρους
και χωρητικότητος· με κανένα από τα ζυγίσματά σας.
Λευ. 19,36 ζυγὰ δίκαια
καὶ σταθμία δίκαια καὶ χοῦς δίκαιος ἔσται ἐν
ὑμῖν· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν, ὁ ἐξαγαγὼν ὑμᾶς ἐκ
γῆς Αἰγύπτου.
Λευ. 19,36 Η ζυγαριά σας να είναι ακριβής, τα σταθμά δίκαια,
το πήλινον μέτρον των υγρών προϊόντων πρέπει να είναι σωστόν. Εγώ είμαι Κυριος
ο Θεός σας, ο οποίος σας έβγαλα ελευθέρους από την χώραν της Αιγύπτου.
Λευ. 19,37 Καὶ φυλάξεσθε
πάντα τὸν νόμον μου καὶ πάντα τὰ προστάγματά μου καὶ
ποιήσετε αὐτά· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 19,37 Θα φυλάξετε όλον τον νόμον και όλας τας εντολάς
μου· θα εφαρμόσετε αυτάς. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, που σας δίδω αυτάς τας
εντολάς.
|
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20-
ΠΟΙΝΕΣ ΓΙΑ ΒΑΡΙΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ
|
Ποινές για βαριά παραπρώματα
Λευ. 20,1 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 20,1 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 20,2 καὶ τοῖς
υἱοῖς Ἰσραὴλ λαλήσεις· ἐάν τις
ἀπὸ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἢ
ἀπὸ τῶν γεγενημένων προσηλύτων ἐν Ἰσραήλ,
ὃς ἂν δῷ τοῦ σπέρματος αὐτοῦ
ἄρχοντι, θανάτῳ θανατούσθω· τὸ ἔθνος τὸ
ἐπὶ τῆς γῆς λιθοβολήσουσιν αὐτὸν ἐν
λίθοις.
Λευ. 20,2 “αυτά θα είπης στους Ισραηλίτας· Εάν κανείς από
τους Ισραηλίτας, η από τους ξένους που εγεννήθησαν μεταξύ των Ισραηλιτών,
δώση κάποιον εκ των απογόνων του εις ειδωλολάτρην άρχοντα, πρέπει να
θανατώνεται. Η κοινωνία της περιοχής εκείνης πρέπει να τον φονεύση με
λιθοβολισμόν.
Λευ. 20,3 καὶ
ἐγὼ ἐπιστήσω τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ
τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον καὶ ἀπολῶ
αὐτὸν ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, ὅτι
τοῦ σπέρματος αὐτοῦ ἔδωκεν ἄρχοντι, ἵνα
μιάνῃ τὰ ἅγιά μου καὶ βεβηλώσῃ τὸ
ὄνομα τῶν ἡγιασμένων μοι.
Λευ. 20,3 Εγώ θα στρέψω με οργήν το πρόσωπόν μου εναντίον
του ανθρώπου αυτού και θα τον εξολοθρεύσω εκ μέσου του λαού του, διότι έδωσε
εκ των απογόνων του εις ειδωλολάτρην άρχοντα και δια της πράξεώς του αυτής
εμόλυνε τα άγιά μου, εβεβήλωσε το όνομα των ηγιασμένων και αφιερωμένων εις
εμέ.
Λευ. 20,4 ἐὰν
δὲ ὑπερόψει ὑπερίδωσιν οἱ αὐτόχθονες τῆς
γῆς τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτῶν ἀπὸ
τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, ἐν τῷ δοῦναι
αὐτὸν τοῦ σπέρματος αὐτοῦ ἄρχοντι,
τοῦ μὴ ἀποκτεῖναι αὐτόν,
Λευ. 20,4 Εάν όμως δείξουν οι εντόπιοι αδιαφορίαν δια την
πράξιν του ανθρώπου εκείνου, ο οποίος έδωκε απόγονόν του ως υπηρέτην εις
ειδωλολάτρην άρχοντα και δεν τον θανατώσουν,
Λευ. 20,5 καὶ
ἐπιστήσω τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον
ἐκεῖνον καὶ τὴν συγγένειαν αὐτοῦ
καὶ ἀπολῶ αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς
ὁμονοοῦντας αὐτῷ, ὥστε ἐκπορνεύειν
αὐτὸν εἰς τοὺς ἄρχοντας ἐκ τοῦ
λαοῦ αὐτῶν.
Λευ. 20,5 εγώ θα στρέψω με οργήν το πρόσωπόν μου εναντίον
του ανθρώπου εκείνου και της συγγενείας του και θα εξολοθρεύσω αυτόν και
όλους εκείνους, που συμφωνούν με αυτόν και συγκατατίθενται, ώστε αυτός
αρνούμενος τον αληθινόν Θεόν να παραδοθή εις αλλοφύλους άρχοντας.
Λευ. 20,6 καὶ ψυχή,
ἣ ἐὰν ἐπακολουθήσῃ ἐγγαστριμύθοις ἢ
ἐπαοιδοῖς, ὥστε ἐκπορνεῦσαι ὀπίσω
αὐτῶν, ἐπιστήσω τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ
τὴν ψυχὴν ἐκείνην καὶ ἀπολῶ
αὐτὴν ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῆς.
Λευ. 20,6 Εάν κανείς ακολουθήση εγγαστριμύθους η αυτούς που
ψάλλουν μαγικάς ωδάς, ώστε αρνούμενος τον αληθινόν Θεόν να ακολουθή εκείνους,
εγώ θα στραφώ εναντίον του και θα τον εξολοθρεύσω εκ μέσου του λαού του.
Λευ. 20,7 καὶ
ἔσεσθε ἅγιοι, ὅτι ἅγιος ἐγὼ Κύριος
ὁ Θεὸς ὑμῶν·
Λευ. 20,7 Αγιοι θα είσθε, διότι εγώ ο Κυριος και Θεός σας
είμαι άγιος.
Λευ. 20,8 καὶ φυλάξεσθε
τὰ προστάγματά μου καὶ ποιήσετε αὐτά· ἐγὼ
Κύριος ὁ ἁγιάζων ὑμᾶς.
Λευ. 20,8 Θα φυλάξετε τας εντολάς μου και θα τας
εφαρμόσετε. Εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος σας αγιάζω.
Λευ. 20,9 ἄνθρωπος
ἄνθρωπος, ὃς ἂν κακῶς εἴπῃ τὸν
πατέρα αὐτοῦ ἢ τὴν μητέρα αὐτοῦ,
θανάτῳ θανατούσθω· πατέρα αὐτοῦ ἢ μητέρα
αὐτοῦ κακῶς εἶπεν; ἔνοχος ἔσται.
Λευ. 20,9 Ανθρωπος, ο οποίος θα κακολογήση τον πατέρα του η
την μητέρα του, να τυμωρηθή με θάνατον. Εκακολόγησεν ένας υιός τον πατέρα του
η την μητέρα του; Είναι ένοχος θανάτου.
Λευ. 20,10 ἄνθρωπος
ὃς ἂν μοιχεύσηται γυναῖκα ἀνδρός, ἢ ὃς
ἂν μοιχεύσηται γυναῖκα τοῦ πλησίον, θανάτῳ
θανατούσθωσαν, ὁ μοιχεύων καὶ ἡ μοιχευομένη.
Λευ. 20,10 Ανθρωπος, ο οποίος θα κοιμηθή με γυναίκα ύπανδρον η
με την γυναίκα του πλησίον του, θα τιμωρηθούν και οι δύο με θάνατον και ο
μοιχός και η μοιχαλίς.
Λευ. 20,11 καὶ ἐάν
τις κοιμηθῇ μετὰ γυναικὸς τοῦ πατρὸς
αὐτοῦ, ἀσχημοσύνην τοῦ πατρὸς αὐτοῦ
ἀπεκάλυψε, θανάτῳ θανατούσθωσαν, ἀμφότεροι ἔνοχοί
εἰσι.
Λευ. 20,11 Εάν κανείς κοιμηθή με την μητρυιάν του, προσέβαλε
τον πατέρα του. Είναι και οι δύο ένοχοι θανάτου και πρέπει να θανατωθούν.
Λευ. 20,12 καὶ ἐάν
τις κοιμηθῇ μετὰ νύμφης αὐτοῦ, θανάτῳ
θανατούσθωσαν ἀμφότεροι· ἠσεβήκασι γάρ, ἔνοχοί
εἰσι.
Λευ. 20,12 Εάν κανείς κοιμηθή με την νύμφην του, και οι δύο
πρέπει να τιμωρηθούν με θάνατον. Διότι ησέβησαν και είναι ένοχοι.
Λευ. 20,13 καὶ ὃς
ἂν κοιμηθῇ μετά ἄρσενος κοίτην γυναικός, βδέλυγμα
ἐποίησαν ἀμφότεροι· θανάτῳ θανατούσθωσαν, ἔνοχοί
εἰσιν.
Λευ. 20,13 Και εκείνος που εκοιμήθη με άρρενα, ως με γυναίκα,
και οι δύο διέπραξαν μυσαράν αμαρτίαν. ΕΙναι ένοχοι και πρέπει να τιμωρηθούν
με θάνατον.
Λευ. 20,14 ὃς ἂν
λάβῃ γυναῖκα καὶ τὴν μητέρα αὐτῆς,
ἀνόμημά ἐστιν, ἐν πυρὶ κατακαύσουσιν
αὐτὸν καὶ αὐτάς, καὶ οὐκ ἔσται
ἀνομία ἐν ὑμῖν.
Λευ. 20,14 Εκείνός που θα λάβη ως συζύγους κόρην και μητέρα,
διαπράττει ανόμημα. Αυτός και εκείναι πρέπει να καούν, δια να μη υπάρχη
τέτοια παρανομία μεταξύ σας.
Λευ. 20,15 καὶ ὃς
ἂν δῷ κοιτασίαν αὐτοῦ ἐν τετράποδι,
θανάτῳ θανατούσθω, καὶ τὸ τετράπουν
ἀποκτενεῖτε.
Λευ. 20,15 Εκείνος ο οποίος θα διαπράξη κτηνοβασίαν, θα
τιμωρηθή με θάνατον, το δε τετράποδον πρέπει να το φονεύσετε.
Λευ. 20,16 καὶ γυνή,
ἥτις προσελεύσεται πρὸς πᾶν κτῆνος βιβασθῆναι
αὐτὴν ὑπ᾿ αὐτοῦ, ἀποκτενεῖτε
τὴν γυναῖκα καὶ τὸ κτῆνος· θανάτῳ
θανατούσθωσαν, ἔνοχοί εἰσιν.
Λευ. 20,16 Η γυνή, η οποία ήθελε προσέλθει εις οιονδήποτε ζώον
δια να αμαρτήση δι' αυτού, διαπράττει μεγάλην αμαρτίαν και πρέπει να
θανατώσετε αυτήν και το κτήνος. Θα τιμωρηθούν δια θανάτου, διότι είναι
ένοχοι.
Λευ. 20,17 ὃς ἂν
λάβῃ τὴν ἀδελφὴν αὐτοῦ ἐκ
πατρὸς αὐτοῦ ἢ ἐκ μητρὸς
αὐτοῦ καὶ ἴδῃ τὴν ἀσχημοσύνην
αὐτῆς καὶ αὕτη ἴδῃ τὴν
ἀσχημοσύνην αὐτοῦ, ὄνειδός ἐστιν,
ἐξολοθρευθήσονται ἐνώπιον υἱῶν γένους
αὐτῶν· ἀσχημοσύνην ἀδελφῆς
αὐτοῦ ἀπεκάλυψεν, ἁμαρτίαν κομιοῦνται.
Λευ. 20,17 Εκείνος ο οποίος ήθελε πλησιάσει την ομοπάτριον η
ομομήτριον αδελφήν του δια να ίδη την ασχημοσύνην της και αυτή να ίδη την
ασχημοσύνην εκείνου, διέπραξαν και οι δύο επονείδιστον πράξιν. Θα
εξολοθρευθούν ενώπιον των συμπατριωτύν του, διότι αυτός απεκάλυψεν ο,τι δια
λόγους αιδούς έπρεπε να είναι κεκρυμεμένον. Θα λάβουν την τιμωρίαν της
αμαρτίας των.
Λευ. 20,18 καὶ ἀνήρ,
ὃς ἂν κοιμηθῇ μετὰ γυναικὸς ἀποκαθημένης
καὶ ἀποκαλύψῃ τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς,
τὴν πηγὴν αὐτῆς ἀπεκάλυψε, καὶ αὕτη
ἀπεκάλυψε τὴν ῥύσιν τοῦ αἵματος
αὐτῆς· ἐξολοθρευθήσονται ἀμφότεροι ἐκ
τῆς γενεᾶς αὐτῶν.
Λευ. 20,18 Εάν κάποιος άνδρας κουμηθή μετά γυναικός, η οποία
ευρίσκεται εις την έμμηνον περίοδόν της, και ξεσικεπάση την ασχημοσύνην
αυτής, την πηγήν της εκροής του αίματος, και αυτή εκουσίως απεκάλυψε την ροήν
του αίματος αυτής, θα εξολοθρευθούν και οι δύο εκ μέσου της γενεάς αυτών.
Λευ. 20,19 καὶ
ἀσχημοσύνην ἀδελφῆς πατρός σου καὶ
ἀδελφῆς μητρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις· τὴν
γὰρ οἰκειότητα ἀπεκάλυψεν, ἁμαρτίαν ἀποίσονται.
Λευ. 20,19 Δεν θα ξεσκεπάσης την ασχημοσύνην της αδελφής του
πατρός σου η της αδελφής της μητρός σου, της θείας σου (δια να έλθης εις
γάμον με αυτήν). Αυτός διαπράττει μεγάλην αμαρτίαν, διότι απογυμνώνει στενήν
συγγενή του. Και οι δύο φέρουν την ευθύνην της ανομίας των.
Λευ. 20,20 ὃς ἂν
κοιμηθῇ μετὰ τῆς συγγενοῦς αὐτοῦ,
ἀσχημοσύνην τῆς συγγενείας αὐτοῦ ἀπεκάλυψεν,
ἄτεκνοι ἀποθανοῦνται.
Λευ. 20,20 Οιοσδηποτε θα κοιμηθή με συγγενικόν πρόσωπον και θα
αποκαλύψη την ασχημοσύνην του συγγενούς αυτού, αυτός και εκείνη θα αποθάνουν
άτεκνοι.
Λευ. 20,21 ὃς
ἐὰν λάβῃ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ
αὐτοῦ, ἀκαθαρσία ἐστίν· ἀσχημοσύνην
τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ ἀπεκάλυψεν,
ἄτεκνοι ἀποθανοῦνται.
Λευ. 20,21 Εκείνος ο οποίος θα λάβη ως σύζυγον την γυναίκα του
αδελφού του, διαπράττει ακάθαρτον πράξιν. Απεκάλυψε την ασχημοσύνην του
αδελφού του. Αυτός και εκείνη θα αποθάνουν άτεκνοι.
Λευ. 20,22 Καὶ φυλάξασθε
πάντα τὰ προστάγματά μου, καὶ τὰ κρίματά μου καὶ
ποιήσετε αὐτά, καὶ οὐ μὴ προσοχθίσῃ
ὑμῖν ἡ γῆ, εἰς ἣν ἐγὼ
εἰσάγω ὑμᾶς ἐκεῖ κατοικεῖν
ἐπ᾿ αὐτῆς.
Λευ. 20,22 Προσέχετε ! Θα φυλάξετε όλας τας εντολάς μου και θα
εφαρμόσετε όλας τας αποφάσεις μου, δια να μη αγανακτήση και σας μισήση η γη,
εις την οποίαν εγώ σας οδηγώ δια να κατοικήσετε εις αυτήν.
Λευ. 20,23 καὶ
οὐχὶ πορεύεσθε τοῖς νομίμοις τῶν ἐθνῶν,
οὓς ἐξαποστέλλω ἀφ᾿ ὑμῶν· ὅτι
ταῦτα πάντα ἐποίησαν, καὶ ἐβδελυξάμην αὐτούς.
Λευ. 20,23 Δεν θα πορευθήτε σύμφωνα με τα έθιμα των εθνών, τα
οποία εγώ εκδιώκω από το πρόσωπόν σας. Επειδή ακριβώς τα έθνη αυτά διέπραξαν
τοιαύτας μυσαράς πράξεις, τα εμίσησα.
Λευ. 20,24 καὶ εἶπα
ὑμῖν· ὑμεῖς κληρονομήσετε τὴν γῆν
αὐτῶν, καὶ ἐγὼ δώσω ὑμῖν
αὐτὴν ἐν κτήσει, γῆν ῥέουσαν γάλα καὶ
μέλι· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν,
ὃς διώρισα ὑμᾶς ἀπὸ πάντων τῶν
ἐθνῶν.
Λευ. 20,24 Και είπα προς σας· σεις θα κληρονομήσετε την χώρα
των και εγώ θα δώσω εις σας ως ιδιοκτησίαν σας αυτήν, γην ρέουσαν γάλα και
μέλι. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος σας εξεχώρισα και σας εξέλεξα από
όλα τα έθνη.
Λευ. 20,25 καὶ
ἀφοριεῖτε αὐτοὺς ἀνὰ μέσον τῶν
κτηνῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἀνὰ μέσον
τῶν κτηνῶν τῶν ἀκαθάρτων καὶ ἀνὰ
μέσον τῶν πετεινῶν τῶν καθαρῶν καὶ τῶν
ἀκαθάρτων, καὶ οὐ βδελύξετε τὰς ψυχὰς
ὑμῶν ἐν τοῖς κτήνεσι, καὶ ἐν τοῖς
πετεινοῖς καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ἑρπετοῖς
τῆς γῆς, ἃ ἐγὼ ἀφώρισα ὑμῖν
ἐν ἀκαθαρσίᾳ.
Λευ. 20,25 Σεις δε θα διαχωρίσετε τα καθαρά ζώα από τα
ακάθαρτα, τα καθαρά πτηνά από τα ακάθαρτα και δεν θα μολύνετε την ζωήν σας
τρώγοντες ακάθαρτα κτήνη και ακάθαρτα πτηνά και από όλα τα ερπετά της γης τα
ακάθαρτα, τα οποία εγώ έχω ορίσει ως ακάθαρτα.
Λευ. 20,26 καὶ ἔσεσθέ
μοι ἅγιοι, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι Κύριος
ὁ Θεὸς ὑμῶν, ὁ ἀφορίσας ὑμᾶς
ἀπὸ πάντων τῶν ἐθνῶν, εἶναι ἐμοί.
Λευ. 20,26 Θα είσθε άγιοι εις εμέ, διότι είμαι άγιος εγώ, ο
Κυριος και ο Θεός σας, ο οποίος σας εξεχώρισα, από όλα τα έθνη, δια να είσθε
ιδικοί μου.
Λευ. 20,27 Καὶ
ἀνὴρ ἢ γυνή, ὃς ἂν γένηται αὐτῶν
ἐγγαστρίμυθος ἢ ἐπαοιδός, θανάτῳ θανατούσθωσαν
ἀμφότεροι· λίθοις λιθοβολήσετε αὐτούς, ἔνοχοί
εἰσι.
Λευ. 20,27 Ανήρ η γυνή οι οποίοι ήθελον γίνει εγγαστρίμυθοι η
μάγοι ψάλλοντες μαγικάς ωδάς, θα τιμωρηθούν και οι δύο δια θανάτου, θα τους
εκτελέσετε δια λιθοβολισμού. Είναι ένοχοι.
|
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21- Η
ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ
|
Η αγιότητα των ιερέων
Λευ. 21,1 Καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· εἶπον τοῖς
ἱερεῦσι τοῖς υἱοῖς Ἀαρὼν καὶ
ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἐν ταῖς
ψυχαῖς οὐ μιανθήσονται ἐν τῷ ἔθνει
αὐτῶν,
Λευ. 21,1 Είπεν
ο Κυριος προς τον Μωϋσήν· “Λαλησε προς τους υιούς του Ααρών, τους ιερείς, και
ειπέ προς αυτούς· Δεν πρέπει να μιανθούν και να καταστούν ακάθαρτοι
πλησιάζοντες νεκρόν από τους ομοεθνείς των·
Λευ. 21,2 ἀλλ᾿
ἢ ἐν τῷ οἰκείῳ τῷ ἔγγιστα
αὐτῶν, ἐπὶ πατρὶ καὶ μητρὶ
καὶ υἱοῖς καὶ θυγατράσιν, ἐπ᾿
ἀδελφῷ
Λευ. 21,2 μόνον επί τω θανάτω των πολύ στενών συγγενών
των, δηλαδή του πατρός, της μητρός, των υιών και θυγατέρων, του αδελφού των,
Λευ. 21,3 καὶ
ἐπ᾿ ἀδελφῇ παρθένῳ τῇ
ἐγγιζούσῃ αὐτῷ, τῇ μὴ
ἐκδεδομένῃ ἀνδρί, ἐπὶ τούτοις μιανθήσεται.
Λευ. 21,3 της αδελφής των η οποία είναι παρθένος, μένει
μαζή των και δεν έχει ακόμη υπανδρευθή, επιτρέπεται να μιανθούν πλησιάζοντες
αυτούς ως νεκρούς.
Λευ. 21,4 οὐ μιανθήσεται
ἐξάπινα ἐν τῷ λαῷ αὐτοῦ εἰς
βεβήλωσιν αὐτοῦ.
Λευ. 21,4 Δεν επιτρέπεται κανείς από τους υιούς Ααρών τους
ιερείς να μιανθή και να γίνη ακάθαρτος, βεβηλώνων έτσι το αξίωμά του, με το
να πλησιάση άλλον τινά νεκρόν εκ του λαού.
Λευ. 21,5 καὶ φαλάκρωμα
οὐ ξυρηθήσεσθε τὴν κεφαλὴν ἐπὶ νεκρῷ
καὶ τὴν ὄψιν τοῦ πώγωνος οὐ ξυρήσονται
καὶ ἐπὶ τὰς σάρκας αὐτῶν οὐ
κατατεμοῦσιν ἐντομίδας.
Λευ. 21,5 Δεν θα ξυρίσουν την κεφαλήν των εις ένδειξιν
πένθους δια τον θάνατον τινος, ούτε θα ξυρίσουν το έμπρασθεν από την γενειάδα
των και δεν θα κάμουν εντομάς στο σώμα των.
Λευ. 21,6 ἅγιοι
ἔσονται τῷ Θεῷ αὐτῶν καὶ οὐ
βεβηλώσουσι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ αὐτῶν·
τὰς γὰρ θυσίας Κυρίου δῶρα τοῦ Θεοῦ
αὐτῶν αὐτοὶ προσφέρουσι καὶ ἔσονται ἅγιοι.
Λευ. 21,6 Πρέπει να είναι άγιοι αφιερωμένοι στον Θεόν και
να μη μιαίνουν το όνομα του Θεού των με τοιαύτας νομικώς ακαθάρτους πράξεις,
διότι αυτοί προσφέρουν τας αιματηράς και αναιμάκτους θυσίας προς τον Θεόν
των. Δι' αυτό και πρέπει να είναι καθαροί και αμόλυντοι.
Λευ. 21,7 γυναῖκα πόρνην
καὶ βεβηλωμένην οὐ λήψονται καὶ γυναῖκα
ἐκβεβλημένην ἀπὸ ἀνδρὸς αὐτῆς,
ὅτι ἅγιός ἐστι Κυρίῳ τῷ Θεῷ
αὐτοῦ.
Λευ. 21,7 Οι ιερείς δεν θα νυμφευθούν γυναίκα πόρνην η και
απλώς απωλέσασαν την τιμήν της η γυναίκα την οποίαν διεζεύχθη ο ανήρ της,
διότι ο ιερεύς είναι άγιος, αφιερωμένος εις Κυριον τον Θεόν του.
Λευ. 21,8 καὶ
ἁγιάσεις αὐτόν. τὰ δῶρα Κυρίου τοῦ Θεοῦ
ὑμῶν οὗτος προσφέρει· ἅγιος ἔσται,
ὅτι ἅγιος ἐγὼ Κύριος ὁ ἁγιάζων αὐτούς.
Λευ. 21,8 Αυτόν τον καθαρόν και αμόλυντον ιερέα θα
αφιερώσης εις την υπηρεσίαν του Θεού. Αυτός θα προσφέρη τας θυσίας προς
Κυριον τον Θεόν. Θα είναι άγιος, διότι και εγώ, τον οποίον αυτός υπηρετεί,
είμαι άγιος Κυριος, και εγώ αγιάζω αυτούς.
Λευ. 21,9 καὶ θυγάτηρ
ἀνθρώπου ἱερέως ἐὰν βεβηλωθῇ τοῦ
ἐκπορνεῦσαι, τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς
αὐτῆς αὐτὴ βεβηλοῖ, ἐπὶ πυρὸς
κατακαυθήσεται.
Λευ. 21,9 Εάν θυγάτηρ ιερέως μολυνθή εκτραπείσα εις
πορνείαν και κηλυδώση έτσι το όνομα του πατρός της, θα καταδικάζεται στον δια
πυρός θάνατον.
Λευ. 21,10 Καὶ ὁ
ἱερεὺς ὁ μέγας ἀπὸ τῶν
ἀδελφῶν αὐτοῦ, τοῦ ἐπικεχυμένου
ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ ἐλαίου τοῦ
χριστοῦ καὶ τετελειωμένου ἐνδύσασθαι τὰ ἱμάτια,
τὴν κεφαλὴν οὐκ ἀποκιδαρώσει καὶ τὰ
ἱμάτια οὐ διαῤῥήξει,
Λευ. 21,10 Ο μέγας όμως ιερεύς, ο αρχιερεύς μεταξύ όλου του
λαού, εις την κεφαλήν του οποίου εχύθη το άγιον έλαιον και εχρίσθη και έγινε
χριστός Κυρίου και κατέστη ικανός να ενδύεται τα αρχιερατικά άμφια, δεν θα
αφαιρέση το κάλυμμα της κεφαλής του, δεν θα γυμνώση αυτήν εις ένδειξιν
πένθους και δεν θα διαρρήξη τα ιμάτιά του.
Λευ. 21,11 καὶ
ἐπὶ πάσῃ ψυχῇ τετελευτηκυίᾳ οὐκ
εἰσελεύσεται, ἐπὶ πατρὶ αὐτοῦ
οὐδὲ ἐπὶ μητρὶ αὐτοῦ οὐ
μιανθήσεται.
Λευ. 21,11 Δεν θα πλησιάση κανένα απολύτως νεκρόν. Ούτε τον
νεκρόν πατέρα του, ούτε την νεκράν μητέρα του, δια να μη μολυνθή και καταστή
νομικώς ακάθαρτος πλησιάζων τα νεκρά σώματα εκείνων.
Λευ. 21,12 καὶ ἐκ
τῶν ἁγίων οὐκ ἐξελεύσεται καὶ οὐ
βεβηλώσει τὸ ἡγιασμένον τοῦ Θεοῦ αὐτοῦ,
ὅτι τὸ ἅγιον ἔλαιον τὸ χριστὸν τοῦ
Θεοῦ ἐπ᾿ αὐτῷ· ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 21,12 Δεν θα εξέλθη από την περιοχήν των ιερών τόπων,
δια να παρακολουθήση την κηδείαν, έστω και των γονέων του, δια να μη μολύνη
το αγιαστήριον του Θεού του, διότι αυτός ως χριστός Κυρίου εχρίσθη με το
άγιον έλαιον του Θεού, το οποίον εχύθη εις την κεφαλήν του και ευρίσκεται εις
αυτόν. Εγώ ο Κυριος παραγγέλλω !
Λευ. 21,13 οὗτος
γυναῖκα παρθένον ἐκ τοῦ γένους αὐτοῦ
λήψεται·
Λευ. 21,13 Ο αρχιερεύς θα λάβη ως σύζυγον παρθένον εκ του
γένους του.
Λευ. 21,14 χήραν δὲ
καὶ ἐκβεβλημένην καὶ βεβηλωμένην καὶ πόρνην, ταύτας οὐ
λήψεται, ἀλλ᾿ ἢ παρθένον ἐκ τοῦ λαοῦ
αὐτοῦ λήψεται γυναῖκα.
Λευ. 21,14 Δεν θα νυμφευθή χήραν η διεζευμένην η απολέσαααν
την τιμήν της η πόρνην. Θα νυμφευθή παρθένον εκ του λαού του.
Λευ. 21,15 καὶ οὐ
βεβηλώσει τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν τῷ λαῷ αὐτοῦ·
ἐγὼ Κύριος ὁ ἁγιάζων αὐτόν.
Λευ. 21,15 Δεν θα μολύνη τους απογόνους του εγκαταλείπων
υιούς από διαβεβλημένην σύζυγόν του. Εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος αγιάζω και
θέλω άγιον αυτόν”.
Κωλύματα ιερωσύνης
Λευ. 21,16 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 21,16 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 21,17 εἶπον
Ἀαρών· ἄνθρωπος ἐκ τοῦ γένους σου εἰς
τὰς γενεὰς ὑμῶν, τινὶ ἐὰν ᾖ
ἐν αὐτῷ μῶμος, οὐ προσελεύσεται προσφέρειν
τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ αὐτοῦ.
Λευ. 21,17 “ειπέ στον Ααρών· άνθρωπος από το γένος σου και
εις τας μετέπειτα γενεάς, ο οποίος θα έχη κάποιο σωματικόν ελάττωμα, δεν θα
προσέλθη να γίνη ιερεύς και να προσφέρη τας θυσίας προς τον Θεόν αυτού.
Λευ. 21,18 πᾶς
ἄνθρωπος, ᾧ ἐστιν ἐν αὐτῷ μῶμος,
οὐ προσελεύσεται, ἄνθρωπος τυφλὸς ἢ χωλὸς
ἢ κολοβόριν ἢ ὠτότμητος
Λευ. 21,18 Καθε άνθρωπος, δηλαδή, από τους απογόνους του
Ααρών, ο οποίος έχει κάποιο σωματικόν ελάττωμα, κάποιαν αναπηρίαν, ο οποίος
είναι τυφλός η χωλός η έχει κολοβήν και αντιφυσιολογικώς μικράν την ρίνα η
έχει κομμένα τα αυτιά,
Λευ. 21,19 ἢ
ἄνθρωπος, ᾧ ἂν ᾖ ἐν αὐτῷ σύντριμμα
χειρός, ἢ σύντριμμα ποδὸς
Λευ. 21,19 η άνθρωπος ο οποίος έχει σπασμένον το χέρι η
σπασμένον το ποδί,
Λευ. 21,20 ἢ κυρτὸς
ἢ ἔφηλος ἢ πτίλλος τοὺς ὀφθαλμοὺς ἢ
ἄνθρωπος, ᾧ ἂν ᾖ ἐν αὐτῷ ψώρα
ἀγρία, ἢ λειχὴν ἢ μονόρχις,
Λευ. 21,20 η είναι κύρτος η έχει στίγματα ωσάν καρφιά στο
πρόσωπόν του η έχει πρησμένα και μαδημένα τα βλέφαρα η έχει, αγρίαν ψώραν η
λειχήνας, η είναι μονόρχις,
Λευ. 21,21 πᾶς ᾧ
ἐστιν ἐν αὐτῷ μῶμος ἐκ τοῦ σπέρματος
Ἀαρὼν τοῦ ἱερέως, οὐκ ἐγγιεῖ
τοῦ προσενεγκεῖν τὰς θυσίας τῷ Θεῷ σου,
ὅτι μῶμος ἐν αὐτῷ· τὰ δῶρα
τοῦ Θεοῦ οὐ προσελεύσεται προσενεγκεῖν.
Λευ. 21,21 οιοσδήποτε από τους απογόνους του Ααρών, ο οποίος
έχει κάποιο σωματικόν ελάττωμα, δεν θα πλησιάση στο θυσιαστήριον, δια να
προσφέρη θυσίας στον Θεόν, διότι έχει σωματικόν μειονέκτημα· όχι, δεν θα
πλησιάση να προσφέρη τα δώρα του Θεού.
Λευ. 21,22 τὰ δῶρα
τοῦ Θεοῦ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων, καὶ
ἀπὸ τῶν ἁγίων φάγεται·
Λευ. 21,22 Τα δώρα του Θεού είναι αγιώτατα, και από τα άγια
αυτά επιτρέπεται να φάγη ο ιερεύς ο έχων σωματικόν ελάττωμα.
Λευ. 21,23 πλὴν πρὸς
τὸ καταπέτασμα οὐ προσελεύσεται καὶ πρὸς τὸ
θυσιαστήριον οὐκ ἐγγιεῖ, ὅτι μῶμον
ἔχει· καὶ οὐ βεβηλώσει τὸ ἅγιον τοῦ
Θεοῦ αὐτοῦ, ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ
ἁγιάζων αὐτούς.
Λευ. 21,23 Αλλά δεν θα πλησιάση στο καταπέτασμα και δεν θα
εγγίση στο θυσιαστήριον, διότι έχει σωματικήν αναπηρίαν. Δεν θα μολύνη τον
ιερόν χώρον του Θεού του, διότι εγώ είμαι ο Κυριος ο οποίος αγιάζω τους
ιερείς”.
Λευ. 21,24 καὶ
ἐλάλησε Μωυσῆς πρὸς Ἀαρὼν καὶ τοὺς
υἱοὺς αὐτοῦ καὶ πρὸς πάντας
υἱοὺς Ἰσραήλ.
Λευ. 21,24 Αυτάς τας εντολάς του Θεού τας ανεκοίνωσεν ο Μωϋσής
στον Ααρών, στους υιούς του Ααρών και εις όλους τους Ισραηλίτας.
|
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22- Η
ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ
|
Η αγιότητα των προσφορών
Λευ. 22,1 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 22,1 Ο Κυριος ομίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 22,2 εἶπον
Ἀαρὼν καὶ τοῖς υἱοῖς
αὐτοῦ· καὶ προσεχέτωσαν ἀπὸ τῶν
ἁγίων τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ οὐ βεβηλώσουσι
τὸ ὄνομα τὸ ἅγιόν μου, ὅσα αὐτοὶ
ἁγιάζουσί μοι· ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 22,2 “ειπέ στον Ααρών και τους υιούς του τους ιερείς·
Να προσέχουν τας θυσίας, τας οποίας προσφέρουν οι Ισραηλίται, ώστε να είναι
καθαραί και άγιαι, δια να μη μολύνουν το άγιον όνομά μου με όσα αυτοί θα μου
προσφέρουν. Εγώ είμαι ο Κυριος !
Λευ. 22,3 εἶπον
αὐτοῖς· εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν
πᾶς ἄνθρωπος, ὃς ἂν προσέλθῃ ἀπὸ
παντὸς τοῦ σπέρματος ὑμῶν πρὸς τὰ
ἅγια, ὅσα ἂν ἁγιάζωσιν οἱ υἱοὶ
Ἰσραὴλ τῷ Κυρίῳ, καὶ ἡ ἀκαθαρσία
αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτῷ ᾖ, ἐξολοθρευθήσεται
ἡ ψυχὴ ἐκείνη ἀπ᾿ ἐμοῦ·
ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 22,3 Ειπέ εις αυτούς· εάν εις τας δια μέσου των αιώνων
γενεάς σας ένας άνθρωπος εκ των απογόνων της ιερατικής φυλής σας προσέλθη
προς τα Αγια της Σκηνής του Μαρτυρίου, δια να προσφέρη τας θυσίας, τας οποίας
οι Ισραηλίται φέρουν δια τον Θεόν, και είναι αυτός ακάθαρτος, θα εξολοθρευθή
ο ιερεύς εκείνος από εμέ. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος διατάσσω
αυτά.
Λευ. 22,4 καὶ
ἄνθρωπος ἐκ τοῦ σπέρματος Ἀαρὼν τοῦ
ἱερέως καὶ οὗτος λεπρᾷ ἢ γονοῤῥυεῖ,
τῶν ἁγίων οὐκ ἔδεται, ἕως ἂν
καθαρισθῇ· καὶ ὁ ἁπτόμενος πάσης
ἀκαθαρσίας ψυχῆς ἢ ἄνθρωπος, ᾧ ἂν
ἐξέλθῃ ἐξ αὐτοῦ κοίτη σπέρματος,
Λευ. 22,4 Ανθρωπος, απόγονος του αρχιερέως Ααρών, λεπρός η
γονορρυής, δεν θα φάγη από τας αγίας θυσίας, μέχρις ότου καθαρισθή. Εκείνος
επίσης ο οποίος εγγίζει ακάθαρτον άνθρωπον η ο ίδιος είναι ακάθαρτος, διότι
έπαθε νυκτερινήν ρεύσιν,
Λευ. 22,5 ἢ ὅστις
ἂν ἅψηται παντὸς ἑρπετοῦ ἀκαθάρτου,
ὃ μιανεῖ αὐτόν, ἢ ἐπ᾿
ἀνθρώπῳ, ἐν ᾧ μιανεῖ αὐτὸν
κατὰ πᾶσαν ἀκαθαρσίαν αὐτοῦ·
Λευ. 22,5 η εκείνος ο οποίος θα εγγίση οιονδήποτε ακάθαρτον
ζώον, το οποίον θα μολύνη αυτόν η άνθρωπος ο οποίος κατά κάποιον οιονδήποτε
τρόπον κατέστη ακάθαρτος και μολυσμένος από κάποιον άλλον,
Λευ. 22,6 ψυχὴ ἥτις
ἐὰν ἅψηται αὐτῶν, ἀκάθαρτος ἔσται
ἕως ἑσπέρας· οὐκ ἔδεται ἀπὸ
τῶν ἁγίων, ἐὰν μὴ λούσηται τὸ σῶμα
αὐτοῦ ὕδατι
Λευ. 22,6 Ο άνθρωπος αυτός ο οποίος, έστω και ακουσίως,
ήγγισεν αυτούς, θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Δεν θα φάγη από τα
προσφερθέντα άγια, εάν πρώτον δεν λούση το σώμα αυτού με νερό.
Λευ. 22,7 καὶ δύῃ
ὁ ἥλιος καὶ καθαρὸς ἔσται, καὶ τότε
φάγεται τῶν ἁγίων, ὅτι ἄρτος αὐτοῦ
ἐστι.
Λευ. 22,7 Θα δύση ο ήλιος και τότε αυτός θα είναι καθαρός,
οπότε και θα δυνηθή να φάγη από τας προσφερθείσας θυσίας διότι αυταί είναι η
καθημερινή του διατροφή.
Λευ. 22,8 θνησιμαῖον
καὶ θηριάλωτον οὐ φάγεται, μιανθῆναι αὐτὸν
ἐν αὐτοῖς· ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 22,8 Θνησιμαίον και ζώον κατασπαραχθέν από θηρίον δεν
θα φάγη ο ιερεύς, δια να μη μολυνθή με αυτά. Εγώ είμαι ο Κυριος !
Λευ. 22,9 καὶ φυλάξονται
τὰ φυλάγματά μου, ἵνα μὴ λάβωσι δι᾿ αὐτὰ
ἁμαρτίαν καὶ ἀποθάνωσι δι᾿ αὐτά,
ἐὰν βεβηλώσωσιν αὐτά· ἐγὼ Κύριος ὁ
Θεὸς ὁ ἁγιάζων αὐτούς.
Λευ. 22,9 Θα φυλάξουν τα προστάγματά μου, δια να μη
διαπράξουν αμαρτίαν και τιμωρηθούν με θάνατον, εάν τα παραβούν. Εγώ είμαι
Κυριος ο Θεός, ο οποίος καθιστώ και θέλω αγίους τους ιερείς.
Λευ. 22,10 καὶ πᾶς
ἀλλογενὴς οὐ φάγεται ἅγια· πάροικος ἱερέως
ἢ μισθωτὸς οὐ φάγεται ἅγια.
Λευ. 22,10 Κανένας που δεν κατάγεται από ιερατικόν γένος, δεν
θα φάγη από τας αγιασθείσας αυτάς τροφάς ούτε ο φιλοξενούμενος ξένος του
ιερέως ούτε ο ημερομίσθιος εργάτης θα φάγη ιεράς τροφάς.
Λευ. 22,11 ἐὰν
δὲ ἱερεὺς κτήσηται ψυχὴν ἔγκτητον
ἀργυρίου, οὗτος φάγεται ἐκ τῶν ἄρτων
αὐτοῦ· καὶ οἱ οἰκογενεῖς
αὐτοῦ, καὶ οὗτοι φάγονται τὸν ἄρτον
αὐτοῦ.
Λευ. 22,11 Εάν όμως ο ιερεύς αγοράση δια χρημάτων και
αποκτήση άνθρωπον ως δούλον, αυτός ημπορεί να φάγη από τας ηγιασμένας τροφάς
του ιερέως. Επίσης όσοι, γεννηθούν στον οίκον του ιερέως από τον δούλον του
και θα είναι δούλοι του ημπορούν να φάγουν από τας τροφάς αυτάς.
Λευ. 22,12 καὶ θυγάτηρ
ἀνθρώπου ἱερέως ἐὰν γένηται ἀνδρὶ
ἀλλογενεῖ, αὐτὴ τῶν ἀπαρχῶν
ἁγίου οὐ φάγεται.
Λευ. 22,12 Θυγάτηρ ιερέως, η οποία ήθελεν υπανδρευθή άνδρα μη
ανείκοντα εις την φυλήν Λευϊ, δεν δύναται να φάγη από τας προσφερομένας στον
ναόν θυσίας.
Λευ. 22,13 καὶ θυγάτηρ
ἱερέως ἐὰν γένηται χήρα ἢ ἐκβεβλημένη, σπέρμα
δὲ μὴ ᾖ αὐτῇ, ἐπαναστρέψει
ἐπὶ τὸν οἶκον τὸν πατρικὸν κατὰ
τὴν νεότητα αὐτῆς, ἀπὸ τῶν ἄρτων
τοῦ πατρὸς αὐτῆς φάγεται· καὶ πᾶς
ἀλλογενὴς οὐ φάγεται ἀπ᾿ αὐτῶν.
Λευ. 22,13 Εάν όμως η θυγάτηρ του ιερέως χηρεύση η διαζευχθή,
δεν έχη δε αποκτήσει παιδί και επιστρέψη στον πατρικόν της οίκον, δύναται να
φάγη από την τροφήν του πατρός της. Αλλά κανείς μη ανήκων εις την ιερατικήν
οικογένειαν, κανείς δηλαδή εξ άλλης φυλής, δεν πρέπει να φάγη από αυτά.
Λευ. 22,14 καὶ
ἄνθρωπος, ὃς ἂν φάγῃ ἅγια κατ᾿
ἄγνοιαν, καὶ προσθήσει τὸ ἐπίπεμπτον
αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτὸ καὶ δώσει τῷ
ἱερεῖ τὸ ἅγιον.
Λευ. 22,14 Ο Ισραηλίτης, ο οποίος από άγνοιαν θα φάγη από τας
αγίας τροφάς του ιερέως, θα επιστρέψη την τροφήν αυτήν, προσθέτων ως πρόστιμον
το εν πέμπτον επί πλέον της τροφής και θα τα δώση στον ιερέα.
Λευ. 22,15 καὶ οὐ
βεβηλώσουσι τὰ ἅγια τῶν υἱῶν Ἰσραήλ,
ἃ αὐτοὶ ἀφαιροῦσι τῷ Κυρίῳ,
Λευ. 22,15 Δεν πρέπει όσοι δεν είναι ιερείς να τρώγουν και να
βεβηλώνουν έτσι τας ηγιασμένας προσφοράς, τας οποίας οι Ισραηλίται αφιερώνουν
στον Κυριον,
Λευ. 22,16 καὶ
ἐπάξουσιν ἐφ᾿ ἑαυτοὺς ἀνομίαν πλημμελείας
ἐν τῷ ἐσθίειν αὐτοὺς τὰ ἅγια
αὐτῶν· ὅτι ἐγὼ Κύριος ὁ
ἁγιάζων αὐτούς.
Λευ. 22,16 διότι άλλως θα επισύρουν την τιμωρίαν εκ μέρους του
Θεού δια την παρανομίαν των αυτήν και την αμαρτίαν των να φάγουν τας
ηγιασμένας τροφάς. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός, ο οποίος αγιάζω τους ιερείς και
διατάσσω αυτά”.
Οδηγίες για τα προς θυσία ζώα
Λευ. 22,17 Καὶ
ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 22,17 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 22,18 λάλησον Ἀαρὼν
καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ καὶ πάσῃ
συναγωγῇ Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς
αὐτούς· ἄνθρωπος ἄνθρωπος ἀπὸ τῶν
υἱῶν Ἰσραήλ, ἢ τῶν προσηλύτων τῶν
προσκειμένων πρὸς αὐτοὺς ἐν Ἰσραήλ, ὃς
ἂν προσενέγκῃ τὰ δῶρα αὐτοῦ κατὰ
πᾶσαν ὁμολογίαν αὐτῶν ἢ κατὰ πᾶσαν
αἵρεσιν αὐτῶν, ὅσα ἂν προσενέγκωσι τῷ
Θεῷ εἰς ὁλοκαύτωμα,
Λευ. 22,18 “ομίλησε προς τον Ααρών, προς τους υιούς του τους
ιερείς και προς όλον τον λαόν του Ισραήλ και ειπέ προς αυτούς· Εάν ένας
άνθρωπος από τους Ισραηλίτας η από τους ξένους οι οποίοι κατοικούν μεταξύ σας
προσφέρη την θυσίαν αυτού δι' οιονδήποτε τάξιμόν του η δια χάποιαν άλλην
αυτοπροαίρετον προσφοράν, αυτά τα οποία θα προσφέρουν οι ιερείς ως
ολοκαυτώματα προς τον Κυριον
Λευ. 22,19 δεκτὰ
ὑμῖν ἄμωμα ἄρσενα ἐκ τῶν βουκολίων
ἢ ἐκ τῶν προβάτων καὶ ἐκ τῶν
αἰγῶν.
Λευ. 22,19 θα γίνωνται δεκτά από σας, εάν είναι άρρενα χωρίς
κανένα σωματικόν ελάττωμα από την αγέλην των βοών η των προβάτων η των αιγών
σας.
Λευ. 22,20 πάντα, ὅσα ἂν
ἔχῃ μῶμον ἐν αὐτῷ, οὐ προσάξουσι
Κυρίῳ, διότι οὐ δεκτὸν ἔσται ὑμῖν.
Λευ. 22,20 Εάν κανένα από αυτά έχη σωματικόν τι ελάττωμα, δεν
θα το προσφέρουν στον Κυριον, διότι δεν θα γίνεται δεκτόν από σας.
Λευ. 22,21 καὶ
ἄνθρωπος ὃς ἂν προσενέγκῃ θυσίαν σωτηρίου τῷ
Κυρίῳ διαστείλας εὐχὴν ἢ κατὰ αἵρεσιν
ἢ ἐν ταῖς ἑορταῖς ὑμῶν, ἐκ
τῶν βουκολίων ἢ ἐκ τῶν προβάτων ἄμωμον
ἔσται εἰσδεκτόν, πᾶς μῶμος οὐκ ἔσται
ἐν αὐτῷ.
Λευ. 22,21 Ανθρωπος, ο οποίος θα προσφέρη ειρηνικήν
ευχαριστήριον θυσίαν προς τον Κυριον εις εκτέλεσιν ταξίματός του η άλλης
τινός καλής επιθυμίας του η λόγω των εορτών σας, το προσφερόμενον προς θυσίαν
ζώον από την αγέλην των βοών η των προβάτων θα γίνεται δεκτόν από σας, εφ'
όσον θα είναι σωματικώς αρτιμελές. Ουδέν ελάττωμα πρέπει να υπάρχη εις αυτό.
Λευ. 22,22 τυφλὸν ἢ
συντετριμμένον ἢ γλωσσότμητον ἢ μυρμηκιῶντα ἢ
ψωραγριῶντα ἢ λειχῆνας ἔχοντα, οὐ προσάξουσι
ταῦτα τῷ Κυρίῳ. καὶ εἰς κάρπωσιν οὐ
δώσετε ἀπ᾿ αὐτῶν ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 22,22 Ζώον τυφλόν η έχον κάταγμα η κομμένην την γλώσσαν,
πάσχον από φαγούραν η από αγρίαν ψώραν η έχει λειχήνας, δεν θα προσφέρουν
τέτοια ζώα στον Κυριον. Δεν θα τα δώσετε να θυσιασθούν στο θυσιαστήριον των
ολοκαυτωμάτων ως πρόσφοράν στον Κυριον.
Λευ. 22,23 καὶ μόσχον
ἢ πρόβατον ὠτότμητον ἢ κολοβόκερκον σφάγια ποιήσεις αὐτὰ
σεαυτῷ, εἰς δὲ εὐχήν σου οὐ δεχθήσεται.
Λευ. 22,23 Μοσχάρι η πρόβατον που έχουν κομμένα τα αυτιά των η
κολοβήν την ουράν των θα τα δεχθήτε και θα τα σφάξετε ως τροφήν ιδικήν σας.
Ως θυσίαν όμως δια το τάξιμόν σου δεν θα γίνωνται δεκτά.
Λευ. 22,24 θλαδίαν καὶ
ἐκτεθλιμμένον καὶ ἐκτομίαν καὶ ἀπεσπασμένον
οὐ προσάξεις αὐτὰ τῷ Κυρίῳ καὶ
ἐπὶ τῆς γῆς ὑμῶν οὐ ποιήσετε.
Λευ. 22,24 Ζώον του οποίου οι όρχεις είναι ολίγον η πολύ
σπασμένοι δια συνθλίψεως η κομμένοι η απεσπασμένοι, δεν θα το προσφέρης στον
Κυριον και εις την περιοχήν που κατοικείτε δεν θα κάμνετε σεις δι'
ευνουχισμού τέτοια ζώα.
Λευ. 22,25 καὶ ἐκ
χειρὸς ἀλλογενοῦς οὐ προσοίσετε τὰ δῶρα
τοῦ Θεοῦ ὑμῶν ἀπὸ πάντων τούτων,
ὅτι φθάρματά ἐστιν ἐν αὐτοῖς, μῶμος
ἐν αὐτοῖς, οὐ δεχθήσεται ταῦτα ὑμῖν.
Λευ. 22,25 Και από τα χέρια ξένου δεν θα δεχθήτε τέτοια ζώα,
δια να τα προσφέρετε θυσίαν στον Θεόν, διότι αυτά έχουν υποστή φθοράν,
ακρωτηριασμόν· υπάρχει σωματικόν ελάττωμα εις αυτά. Δεν θα τα δεχθήτε, δια να
τα προσφέρετε θυσίαν”.
Λευ. 22,26 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 22,26 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 22,27 μόσχον ἢ
πρόβατον ἢ αἶγα, ὡς ἂν τεχθῇ, καὶ
ἔσται ἑπτὰ ἡμέρας ὑπὸ τὴν μητέρα,
τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ὀγδόῃ καὶ
ἐπέκεινα δεχθήσεται εἰς δῶρα, κάρπωμα Κυρίῳ.
Λευ. 22,27 “μοσχάρι η πρόβατον η, ερίφιον, όταν γεννηθή, θα
μείνη επτά ημέρας κοντά εις την μητέρα του. Από την ογδόην ημέραν και πέραν
δύναται να προσφερθή και να γίνη δεκτόν ως θυσία δια τον Κυριον.
Λευ. 22,28 καὶ μόσχον
καὶ πρόβατον, αὐτὴν καὶ τὰ παιδία
αὐτῆς, οὐ σφάξεις ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ.
Λευ. 22,28 Μοσχάρι και πρόβατον, την μητέρα και τα τέκνα της
δεν θα τα σφάξης κατά την αυτήν ημέραν.
Λευ. 22,29 ἐὰν
δὲ θύσῃς θυσίαν εὐχὴν χαρμοσύνην Κυρίῳ,
εἰσδεκτὸν ὑμῖν θύσετε αὐτό·
Λευ. 22,29 Εάν προσφέρης θυσίαν στον Κυριον εις εκπλήρωσιν
χαρμοσύνου τάματος, θα την προσφέρης κατά τον πρέποντα τρόπον, ώστε να γίνη
δεκτή από τον Θεόν.
Λευ. 22,30 αὐτῇ
τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ βρωθήσεται, οὐκ
ἀπολείψετε ἀπὸ τῶν κρεῶν εἰς τὸ
πρωΐ· ἐγώ εἰμι Κύριος.
Λευ. 22,30 Θα φαγωθή η θυσία αυτή κατά την ημέραν, κατά την
οποίαν και θα προσφερθή. Δεν θα αφήσετε υπολείμματα από τα κρέατα αυτά έως το
πρωί της επομένης ημέρας. Εγώ είμαι ο Κυριος!
Λευ. 22,31 Καὶ φυλάξετε
τὰς ἐντολάς μου καὶ ποιήσετε αὐτάς.
Λευ. 22,31 Θα φυλάξετε τας εντολάς μου και θα τας εφαρμόσετε.
Λευ. 22,32 καὶ οὐ
βεβηλώσετε τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου, καὶ
ἁγιασθήσομαι ἐν μέσῳ τῶν υἱῶν
Ἰσραήλ· ἐγὼ Κύριος ὁ ἁγιάζων
ὑμᾶς,
Λευ. 22,32 Τηρούντες αυτάς δεν θα μολύνετε το άγιον όνομά μου.
Ετσι θα είμαι άγιος μεταξύ σας και θα δοξάζωμαι από τους Ισραηλίτας. Εγώ
είμαι ο Κυριος, ο οποίος σας ηγίασα και σας καθιέρωσα εις την διακονίαν μου.
Λευ. 22,33 ὁ
ἐξαγαγὼν ὑμᾶς ἐκ γῆς Αἰγύπτου,
ὥστε εἶναι ὑμῶν Θεός, ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 22,33 Εγώ είμαι εκείνος, ο οποίος σας έβγαλα από την
δουλείαν της Αιγύπτου, ώστε να είμαι ο Θεός σας. Εγώ είμαι ο Κυριος.
|
|