ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

ΗΣΑΪΑΣ- ΚΕΦ. 56-66

 

 

ΕΝΘΑΡΡΥΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 56- ΤΑ ΕΘΝΗ ΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ

ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑΣ

                             Τα έθνη καλούνται στη σωτηρία

Ησ. 56,1            Τάδε λέγει Κύριος· φυλάσσεσθε κρίσιν καὶ ποιήσατε δικαιοσύνην· ἤγγικε γὰρ τὸ σωτήριόν μου παραγίνεσθαι καὶ τὸ ἔλεός μου ἀποκαλυφθῆναι.

Ησ. 56,1                    Αυτά λέγει, ο Κυριος· “προσέξατε και τηρήσατε το δίκαιον, εφαρμόσατε δικαιοσύνην εις την ζωήν σας, διότι πλησιάζει πλέον να έλθη η ημέρα της σωτηρίας, που εγώ θα δώσω, και να φανερωθή εις σας το έλεός μου.

Ησ. 56,2            μακάριος ἀνὴρ ὁ ποιῶν ταῦτα καὶ ἄνθρωπος ὁ ἀντεχόμενος αὐτῶν καὶ φυλάσσων τὰ σάββατα μὴ βεβηλοῦν καὶ διατηρῶν τὰς χεῖρας αὐτοῦ μὴ ποιεῖν ἄδικα.

Ησ. 56,2                    Μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος, που τηρεί αυτά· ο άνθρωπος, ο οποίος τα κρατεί σταθερά, τηρεί την αργίαν των σαββάτων και δεν τα βεβηλώνει, διατηρεί και κρατεί τας χείρας του καθαράς, ώστε να μη πράττη άδικα.

Ησ. 56,3            μὴ λεγέτω ὁ ἀλλογενὴς ὁ προσκείμενος πρὸς Κύριον· ἀφοριεῖ με ἄρα Κύριος ἀπὸ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ· καὶ μὴ λεγέτω ὁ εὐνοῦχος ὅτι ξύλον ἐγώ εἰμι ξηρόν.

Ησ. 56,3                    Ας μη είπη ο αλλοεθνής, ο μη Ιουδαίος, ο οποίος εν τούτοις ευρίσκεται πλησίον του Κυρίου· θα με ξεχωρίση, λοιπόν, και θα με απομακρύνη ο Κυριος από τον λαόν του. Και αυτός ακόμη ο ευνούχος, ας μη είπη θλιμμένος και μελαγχολικός· “Είμαι ξηρόν και άκαρπον δένδρον εγώ”.

Ησ. 56,4            τάδε λέγει Κύριος τοῖς εὐνούχοις· ὅσοι ἂν φυλάξωνται τὰ σάββατά μου καὶ ἐκλέξωνται ἃ ἐγὼ θέλω καὶ ἀντέχωνται τῆς διαθήκης μου,

Ησ. 56,4                    Αυτά λέγει ο Κυριος στους ευνούχους. Εις εκείνους, οι οποίοι θα τηρήσουν τα σάββατά μου, θα εκλέξουν και θα δεχθούν εκείνα, τα οποία εγώ θέλω και θα κρατήσουν στερεά την διαθήκην μου.

Ησ. 56,5            δώσω αὐτοῖς ἐν τῷ οἴκῳ μου καὶ ἐν τῷ τείχει μου τόπον ὀνομαστὸν κρείττω υἱῶν καὶ θυγατέρων, ὄνομα αἰώνιον δώσω αὐτοῖς καὶ οὐκ ἐκλείψει.

Ησ. 56,5                    “Εγώ θα δώσω εις αυτούς τόπον ονομαστόν, στον ναόν μου και στο τείχος της πόλεώς μου καλύτερον από εκείνον, τον οποίον κρατούν, όσοι έχουν υιούς και θυγατέρας, θα τους δώσω όνομα αιώνιον, το οποίον ουδέποτε θα σβήση η θα λησμονηθή.

Ησ. 56,6            καὶ τοῖς ἀλλογενέσι τοῖς προσκειμένοις Κυρίῳ δουλεύειν αὐτῷ καὶ ἀγαπᾶν τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ εἶναι αὐτῷ εἰς δούλους καὶ δούλας καὶ πάντας τοὺς φυλασσομένους τὰ σάββατά μου μὴ βεβηλοῦν καὶ ἀντεχομένους τῆς διαθήκης μου,

Ησ. 56,6                    Και τους αλλοεθνείς, τους μη Ιουδαίους, οι οποίοι ευρίσκονται κοντά στον Κυριον θα τον υπηρετούν και να αγαπούν το όνομα του Κυρίου, να είναι εις αυτόν πιστοί δούλοι και δούλαι και εις όλους εκείνους, που τηρούν την εντολήν του Σαββάτου, ώστε να μη το βεβηλώνουν, και οι οποίοι κρατούν στερεά την διαθήκην μου,

Ησ. 56,7            εἰσάξω αὐτοὺς εἰς τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου καὶ εὐφρανῶ αὐτοὺς ἐν τῷ οἴκῳ τῆς προσευχῆς μου· τὰ ὁλοκαυτώματα αὐτῶν, καὶ αἱ θυσίαι αὐτῶν ἔσονται δεκταὶ ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου μου· ὁ γὰρ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς κληθήσεται πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν,

Ησ. 56,7                    αυτούς εγώ θα τους οδηγήσω και θα τους εισαγάγω εις το άγιόν μου όρος. Θα τους ευφράνω στον οίκον της προσευχής μου, στον ναόν μου. Τα ολοκαυτώματά των και αι άλλαι θυσίαι των, θα είναι ευαρέστως δεκταί επάνω στο θυσιαστήριόν μου. Διότι ο οίκος μου θα αγνωρισθή και θα διακηρυχθή οίκος προσευχής δι' όλα ανεξαιρέτως τα έθνη”.

Ησ. 56,8            εἶπε Κύριος ὁ συνάγων τοὺς διεσπαρμένους Ἰσραήλ, ὅτι συνάξω ἐπ᾿ αὐτὸν συναγωγήν. -

Ησ. 56,8                    Αυτά είπεν ο Κυριος, ο οποίος συγκεντρώνει τους ανά τα έθνη διεσκορπισμένους ισρσηλίτας, ότι στον συγκεντρωθέντα νέον Ισραήλ θα συναθροίση και άλλο πλήθος ανθρώττων από τα διάφορα έθνη.

 

                            Καταδίκη της αμαρτίας και της ειδωλολατρίας

Ησ. 56,9            Πάντα τὰ θηρία τὰ ἄγρια, δεῦτε φάγετε, πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ.

Ησ. 56,9                    Ολα τα άγρια θηρία, όλα τα θηρία του δάσους, λαοί εθνών, ελάτε σεις να φάγετε τα αγαθά μου αντί του απειθούντος ισραηλιτικου λαού.

Ησ. 56,10          ἴδετε ὅτι ἐκτετύφλωνται πάντες, οὐκ ἔγνωσαν φρονῆσαι, πάντες κύνες ἐνεοί, οὐ δυνήσονται ὑλακτεῖν, ἐνυπνιαζόμενοι κοίτην, φιλοῦντες νυστάξαι.

Ησ. 56,10                  'Ιδετε ότι όλοι οι Ισραηλίται έχουν ψυχικώς τυφλωθή. Δεν ηθέλησαν να αποκτήσουν ορθήν γνώσιν και σύνεσιν. Ολοι, μάλιστα οι άρχοντες των, είναι κύνες με ανοικτόν και άφωνον το στόμα των. Δεν ημπορούν να γαυγίσουν εναντίον των εχθρών των. Κοιμώνται και βλέπουν όνειρα, αγαπούν τον νυσταγμόν και τον ύπιον.

Ησ. 56,11          καὶ οἱ κύνες ἀναιδεῖς τῇ ψυχῇ, οὐκ εἰδότες πλησμονήν· καί εἰσι πονηροὶ οὐκ εἰδότες σύνεσιν, πάντες ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν ἐξηκολούθησαν, ἕκαστος κατὰ τὸ ἑαυτοῦ.

Ησ. 56,11                   Οι αρχηγοί, ιδία του Ισραήλ, είναι αναιδείς όπως οι κύνες. Απληστοι, δεν γνωρίζουν χορτασμόν. Είναι πονηροί, δεν γνωρίζουν και δεν έχουν ορθοφροσύνην και συνεσιν. Ολοι εξακολουθούν να βαδίζουν τους δρόμους της διεφθαρμένης αυτών ζωής, ο καθένας σύμφωνα προς το συμφέρον του και τας αμαρτωλάς του διαθέσεις.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 57- ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑΣ

                              Καταδίκη της αμαρτίας και της ειδωλολατρίας

Ησ. 57,1            Ἴδετε ὡς ὁ δίκαιος ἀπώλετο, καὶ οὐδεὶς ἐκδέχεται τῇ καρδίᾳ, καὶ ἄνδρες δίκαιοι αἴρονται, καὶ οὐδεὶς κατανοεῖ. ἀπὸ γὰρ προσώπου ἀδικίας ἦρται ὁ δίκαιος·

Ησ. 57,1                     Ιδετέ πως ο δίκαιος χάνεται, και κανείς δεν βάζει αυτό εις την καρδία του, ούτε και συγκινείται! Ανδρες δίκαιοι φονεύονται και σαρώνονται και κανείς δεν κατανοεί το μέγεθος της αδικίας αυτής! Εξ αιτίας της μεγάλης κακότητός που επικρατεί γενικώς, έχει αφαιρεθή η ζωή του δικαίου.

Ησ. 57,2            ἔσται ἐν εἰρήνῃ ἡ ταφὴ αὐτοῦ, ᾖρται ἐκ τοῦ μέσου

Ησ. 57,2                    Αφηρέθη η ζωή του εκ μέσου πονηράς γενεάς, ετάφη όμως ειρηνικώς και εισήλθεν εις την αωνίαν ειρήνην.

Ησ. 57,3            ὑμεῖς δὲ προσαγάγετε ὧδε, υἱοὶ ἄνομοι, σπέρμα μοιχῶν καὶ πόρνης·

Ησ. 57,3                    Πλησιάσατε όμως εδώ σεις, υιοί της παρανομίας, καρποί μοιχών ανδρών και πόρνης γυναικός.

Ησ. 57,4            ἐν τίνι ἐνετρυφήσατε; καὶ ἐπὶ τίνα ἠνοίξατε τὸ στόμα ὑμῶν; καὶ ἐπὶ τίνα ἐχαλάσατε τὴν γλῶσσαν ὑμῶν; οὐχ ὑμεῖς ἐστε τέκνα ἀπωλείας; σπέρμα ἄνομον;

Ησ. 57,4                    Και σας ερωτώ με ποίον και εις βάρος ποίου διεσκεδάσατε; Εναντίον ποίου ηνοιξατε υβριστικώς το στόμα σας; Και εναντίον τίνος εβγάλατε εμπαικτικώς μίαν σπιθαμήν την γλώσσαν σας; Δεν είσθε σεις τέκνα απωλείας, αμαρτωλοί απόγονοι γονέων παρανόμων;

Ησ. 57,5            οἱ παρακαλοῦντες εἴδωλα ὑπὸ δένδρα δασέα, σφάζοντες τὰ τέκνα αὐτῶν ἐν ταῖς φάραγξιν ἀναμέσον τῶν πετρῶν.

Ησ. 57,5                    Σεις λατρεύετε και παρακαλείτε τα είδωλα κάτω από πυκνόφυλλα δένδρα και σφάζετε τα τέκνα σας εις τα είδωλα, εις τας φάραγγας, ανάμεσα από βράχους.

Ησ. 57,6            ἐκείνη σου ἡ μερίς, οὗτός σου ὁ κλῆρος, κἀκείνοις ἐξέχεας σπονδὰς κἀκείνοις ἀνήνεγκας θυσίας· ἐπὶ τούτοις οὖν οὐκ ὀργισθήσομαι;

Ησ. 57,6                    Αυτή είναι λοιπόν η μερίς, την οποίαν εξέλεξες. Αύτη είναι η κληρονομία σου και όχι ο Θεός. Εις τα είδωλα έχυσες ιεράς σπονδάς οίνου και εις εκείνα προσέφερες τας θυσίας σου. Δια τα βέβηλα, λοιπόν, αυτά έργα σου δεν θα οργισθώ εναντίον σου;

Ησ. 57,7            ἐπ᾿ ὄρος ὑψηλὸν καὶ μετέωρον, ἐκεῖ σου ἡ κοίτη, καὶ ἐκεῖ ἀνεβίβασας θυσίας σου.

Ησ. 57,7                    Επάνω εις όρος υψηλόν και σαν μετέωρον στον αέρα εκεί ετοποθέτησες την αμαρτωλήν σου κλίνην, εκεί ανεβίβασες και προσέφερες τας θυσίας σου.

Ησ. 57,8            καὶ ὀπίσω τῶν σταθμῶν τῆς θύρας σου ἔθηκας μνημόσυνά σου· ᾤου ὅτι ἐὰν ἀπ᾿ ἐμοῦ ἀποστῇς, πλεῖόν τι ἕξεις· ἠγάπησας τοὺς κοιμωμένους μετὰ σοῦ

Ησ. 57,8                    Πισω από τας παραστάδας των θυρών του σπιτιού σου έθεσες προς συνεχή ανάμνησιν τα ειδωλολατρικά σύμβολα. Ενόμισες, ότι, αν απομακρυνθής από εμέ, θα επιτύχης περισσότερα. Ηγήπησες αμαρτωλούς' και μαζή των κοιμάσαι.

Ησ. 57,9            καὶ ἐπλήθυνας τὴν πορνείαν σου μετ᾿ αὐτῶν καὶ πολλοὺς ἐποίησας τοὺς μακρὰν ἀπὸ σοῦ καὶ ἀπέστειλας πρέσβεις ὑπὲρ τὰ ὅριά σου καὶ ἀπέστρεψας καὶ ἐταπεινώθης ἕως ᾅδου.

Ησ. 57,9                    Εβυθίσθης εις την αμαρτωλότητα, επλήθυνας τας πορνείας σου μετ' αυτών. Πολλούς ψευδοθεούς, που ήσαν μακράν από σέ, τους έφερες κοντά σου. Εστειλες πρέσβεις πέραν από τα όρια της χώρας σου προς ειδωλολατρικούς λαούς, δια να ζητήσης βοήθειαν. Απεμακρύνθης από εμέ και εξηυτελίσθης μέχρις ·άδου.

Ησ. 57,10          ταῖς πολιοδίαις σου ἐκοπίασας καὶ οὐκ εἶπας· παύσομαι ἐνισχύουσα, ὅτι ἔπραξας ταῦτα, διὰ τοῦτο οὐ κατεδεήθης μου σύ.

Ησ. 57,10                  Συ, Ιερουσαλήμ, εταλαιπωρήθης και ματαίως εκοπίασές με τας πολλάς πορείας σου. Και όμως δεν είπες· Ματαία η προσπάθεια μου· θα παύσω να ζητώ ενισχύσεις από τους έξω. Επειδή παρεξέκλινες και έπραξες όλας αυτάς τας παρανομίας, ετυφλώθης και δια τούτο δεν ησθάνθης την ανάγκην μου, δεν ηθέλησες να παρακαλέσης εμέ.

Ησ. 57,11          τίνα εὐλαβηθεῖσα ἐφοβήθης καὶ ἐψεύσω με καὶ οὐκ ἐμνήσθης μου, οὐδὲ ἔλαβές με εἰς τὴν διάνοιαν οὐδὲ εἰς τὴν καρδίαν σου; καὶ ἐγώ σε ἰδὼν παρορῶ, καὶ ἐμὲ οὐκ ἐφοβήθης.

Ησ. 57,11                   Από δέος προς ποίον εφοβήθης και είπες ψέματα προς εμέ, με την παράβασιν των υποσχέσεών σου, και δεν με εθυμήθης; Ούτε με έβαλες εις την σκέψιν σου και την καρδίαν σου· και εγώ δέ, όταν είδα την διαγωγήν σου, έκαμα ότι δεν σε βλέπω. Και πάλιν όμως συ δεν εφοβήθης, και συνέχισες τας παρεκτροπάς σου.

Ησ. 57,12          καὶ ἐγὼ ἀπαγγελῶ τὴν δικαιοσύνην μου καὶ τὰ κακά σου, ἃ οὐκ ὠφελήσει σε.

Ησ. 57,12                  Εγώ όμώς θα αναγγείλω την δικαίαν μου εναντίον σου απόφασιν και τας συμφοράς, αι οποίαι θα σε εύρουν. Τα δε είδωλά σου εις τίποτε δεν θα σε ωφελήσουν.

Ησ. 57,13          ὅταν ἀναβοήσῃς, ἐξελέσθωσάν σε ἐν τῇ θλίψει σου· τούτους γὰρ πάντας ἄνεμος λήψεται καὶ ἀποίσει καταιγίς. οἱ δὲ ἀντεχόμενοί μου κτήσονται γῆν καὶ κληρονομήσουσι τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου.

Ησ. 57,13                  Οταν θα κραυγάσης, ας εξέλθουν προς σέ, δια να σε απαλλάξουν από την θλίψιν σου! Ολους αυτούς τους ειδωλικούς θεούς θα τους πάρη ο άνεμος, θα τους πετάξη μακρυά η καταιγίδα. Οσοι όμως κρατούνται στερεά από εμέ θα κληρονομήσουν το όρος το άγιόν μου, την νέαν Ιερουσαλήμ.

Ησ. 57,14          καὶ ἐροῦσι· καθαρίσατε ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ ὁδοὺς καὶ ἄρατε σκῶλα ἀπὸ τῆς ὁδοῦ τοῦ λαοῦ μου. -

Ησ. 57,14                  Και. θα είπουν τότε· Καθαρίσατε ενώπιον αυτού τας οδούς, πάρτε και πετάξτε μακρυά τα εμπόδια από την οδόν, από την οποίαν θα διέλθη ο λαός μου”.

Ησ. 57,15          Τάδε λέγει Κύριος ὁ Ὕψιστος, ὁ ἐν ὑψηλοῖς κατοικῶν τὸν αἰῶνα, ἅγιος ἐν ἁγίοις ὄνομα αὐτῷ, Κύριος Ὕψιστος ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος καὶ ὀλιγοψύχοις διδοὺς μακροθυμίαν καὶ διδοὺς ζωὴν τοῖς συντετριμμένοις τὴν καρδίαν·

Ησ. 57,15                  Αυτά λέγει Κυριος, ο Υψιστος, ο κατοικών αιωνίως εν υψηλοίς, ο έχων αγιώτατον το όνομα αυτού, Κυριος, Υψιστος, επαναπαυόμενος και ευαρεστούμενος εν μέσω των αγίων. Αυτός ο οποίος δίδει καρτερίαν και δύναμιν στους ολιγοψύχους παρέχει ζωογόνον παρηγορίαν στους συντετριμμένους κατά την καρδίαν.

Ησ. 57,16          οὐκ εἰς τὸν αἰῶνα ἐκδικήσω ὑμᾶς, οὐδὲ διαπαντὸς ὀργισθήσομαι ὑμῖν· πνεῦμα γὰρ παρ᾿ ἐμοῦ ἐξελεύσεται καὶ πνοὴν πᾶσαν ἐγὼ ἐποίησα.

Ησ. 57,16                  Αυτός ο αιώνιος, ο παντοδύναμος και δίκαιος Κυριος λέγει· “δεν θα σας τιμωρώ αιωνίως, ούτε και πάντοτε θα είμαι ωργισμένος εναντίον σας. Διότι το πνεύμα, που ο καθένας σας έχει, από εμέ έχει εξέλθει. Και κάθε ζώσαν πνοήν εγώ την εδημιούργησα.

Ησ. 57,17          δι᾿ ἁμαρτίαν βραχύ τι ἐλύπησα αὐτὸν καὶ ἐπάταξα αὐτὸν καὶ ἀπέστρεψα τὸ πρόσωπόν μου ἀπ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἐλυπήθη καὶ ἐπορεύθη στυγνὸς ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ.

Ησ. 57,17                  Τον αμάρτωλόν επειδή παρέβη το θέλημά μου και ημάρτησε επ' ολίγον διάστημα τον ετιμώρησα και τον ελύπησα. Τον εκτύπησα και εγυρισα αλλού το πρόσωπόν μου. Αυτός δε ελυπήθη και επορεύθη θλιμμένος τον δρόμον της ζωής του.

Ησ. 57,18          τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ ἑώρακα καὶ ἰασάμην αὐτὸν καὶ παρεκάλεσα αὐτὸν καὶ ἔδωκα αὐτῷ παράκλησιν ἀληθινήν,

Ησ. 57,18                  Εγώ είδα την μετά ταύτα αλλαγήν των δρόμων της ζωής του και τον εθεράπευσα από την ασθένειάν του. Τον παρηγόρησα, έδωσα εις αυτόν πραγματικήν παρηγορίαν.

Ησ. 57,19          εἰρήνην ἐπ᾿ εἰρήνῃ τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγὺς οὖσι. καὶ εἶπε Κύριος· ἰάσομαι αὐτούς,

Ησ. 57,19                  Εδωκα ειρήνην μεγάλην και σταθεράν στους μακράν ευρισκομένους εθνικούς και εις τους πλησίον ευρισκομένους Ιουδαίους, και είπεν ο Κυριος· θα θεραπεύσω όλους αυτούς.

Ησ. 57,20          οἱ δὲ ἄδικοι οὕτως κλυδωνισθήσονται καὶ ἀναπαύσασθαι οὐ δυνήσονται.

Ησ. 57,20                 Οι αμετανόητοι όμως αμαρτωλοί θα αναταράσσωνται, σαν να ευρίσκονται εις αγρίως τρικυμισμένην θάλασσαν. Δεν θα ημπορέσουν δέ ποτέ,να εύρουν πραγματικήν ανάπαυσιν.

Ησ. 57,21          οὐκ ἔστι χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν, εἶπε Κύριος ὁ Θεός.

Ησ. 57,21                  Εις τους ασεβείς δεν υπάρχει χαρά, είπεν ο Κυριος ο Θεός.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 58- Η ΟΡΘΗ ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - Η ΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ

                              Η ορθή τήρηση των νηστειών

Ησ. 58,1            Ἀναβόησον ἐν ἰσχύϊ καὶ μὴ φείσῃ, ὡς σάλπιγγα ὕψωσον τὴν φωνήν σου, καὶ ἀνάγγειλον τῷ λαῷ μου τὰ ἁμαρτήματα αὐτῶν καὶ τῷ οἴκῳ Ἰακὼβ τὰς ἀνομίας αὐτῶν.

Ησ. 58,1                    Φωναξε με όλην σου την δύναμιν, μη λυπηθής την φωνήν σου· ύψωσε και δυνάμωσε την φωνήν σου σαν μεγαλόφωνον σάλπιγγα και, ειπέ καθαρά στον λαόν μου τα αμαρτήματά των και στους απογόνους του Ιακώβ τας παρανομίας των.

Ησ. 58,2            ἐμὲ ἡμέραν ἐξ ἡμέρας ζητοῦσι καὶ γνῶναί μου τὰς ὁδοὺς ἐπιθυμοῦσιν· ὡς λαὸς δικαιοσύνην πεποιηκὼς καὶ κρίσιν Θεοῦ αὐτοῦ μὴ ἐγκαταλελοιπὼς αἰτοῦσί με νῦν κρίσιν δικαίαν καὶ ἐγγίζειν Θεῷ ἐπιθυμοῦσι

Ησ. 58,2                    Αυτοί κάθε ημέραν ζητούν να με εύρουν. Επιθυμούν να μάθουν τας εντολάς μου. Σαν λαός, ο οποίος έχει τάχα τηρήσει δικαιοσύνην εις την ζωήν του, και δεν έχει εγκαταλείψει ποτέ τας εντολάς του Θεού, ζητούν τώρα από εμέ δίκαιον κρίσιν εναντίον των εχθρών των. Θέλουν να πλησιάσουν τον Θεόν εν τη επιθυμία να εύρουν προστασίαν

Ησ. 58,3            λέγοντες· τί ὅτι ἐνησταύσαμεν καὶ οὐκ εἶδες; ἐταπεινώσαμεν τὰς ψυχὰς ἡμῶν καὶ οὐκ ἔγνως; ἐν γὰρ ταῖς ἡμέραις τῶν νηστειῶν ὑμῶν εὑρίσκετε τὰ θελήματα ὑμῶν καὶ πάντας τοὺς ὑποχειρίους ὑμῶν ὑπονύσσετε.

Ησ. 58,3                    και λέγουν· Διατί, όαν ενηστεύσαμεν, δεν επρόσεξες την νηστείαν μας; Εταπεινώσαμεν εν μετανοία τας ψυχάς μας και συ δεν ηθέλησες να λάβης γνώσιν. Δεν θα σας επροσεξα, όταν επράττετε αυτά, λέγει ο Κυριος, διότι και κατά τας ημέρας των νηστειών σας επραγματοποιούσατε τα ιδικά σας εγωϊστικά θελήματα. Κατεπιέζατε δε και ετραυματίζατε όλους εκείνους, που ήσαν υποχείριοί σας.

Ησ. 58,4            εἰ εἰς κρίσεις καὶ μάχας νηστεύετε καὶ τύπτετε πυγμαῖς ταπεινόν, ἱνατί μοι νηστεύετε ὡς σήμερον, ἀκουσθῆναι ἐν κραυγῇ τὴν φωνὴν ὑμῶν;

Ησ. 58,4                    Εάν, καθ' ον χρόνον νηστεύετε, εκτρέπεσθε εις φιλονεικίας και εις μάχας, και με τους γρόνθους σας κτυπάτε και ταπεινώνετε τον άσημον και ανισχυρον, είναι ματαία και ανωφελής η νηστεία σας. Προς τι λοιπόν να νηστεύετε, όπως νηστεύετε σήμερον, δια να ακουσθή η έντονος κραυγή σας από εμέ;

Ησ. 58,5            οὐ ταύτην τὴν νηστείαν ἐξελεξάμην καὶ ἡμέραν ταπεινοῦν ἄνθρωπον τὴν ψυχὴν αὐτοῦ· οὐδ᾿ ἂν κάμψῃς ὡς κρίκον τὸν τράχηλόν σου καὶ σάκκον καὶ σποδὸν ὑποστρώσῃ, οὐδ᾿ οὕτω καλέσετε νηστείαν δεκτήν.

Ησ. 58,5                    Εγώ δεν εξέλεξα και δεν ενέκρινα αυτού του είδους την νηστείαν. Δεν μου είναι ευάρεστος η ημέρα, κατά την οποίαν ο άνθρωπος με μίαν τέτοιαν νηστείαν ταπεινώνει τον εαυτόν του. Ούτε, εάν από την πολλήν νηστείαν κάμψης τον τράχηλόν σου, ωσάν τον κρίκον, και στρώσης να κοιμηθής επάνω εις στάκτην, ούτε αυτήν την κακουχίαν σας δεν ημπορείτε να την χαρακτηρίσετε ως νηστείαν δεκτήν από εμέ.

Ησ. 58,6            οὐχὶ τοιαύτην νηστείαν ἐγὼ ἐξελεξάμην, λέγει Κύριος, ἀλλὰ λύε πάντα σύνδεσμον ἀδικίας, διάλυε στραγγαλιὰς βιαίων συναλλαγμάτων, ἀπόστελλε τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει καὶ πᾶσαν συγγραφὴν ἄδικον διάσπα·

Ησ. 58,6                    Δεν εξέλεξα και δεν ώρισα εγώ τέτοιαν νηστείαν, λέγει ο Κυριος, αλλά λύε κάθε δεσμόν και σύνδεσμον με την αδικίαν. Ακύρωσε και σχίσε τας διεστραμμένας συμφωνίας, τας οποίας συ δια βίας και εξαναγκασμού έχεις συνάψει με τους άλλους.Στείλε ελευθέρους τους συντετριμμένους από τον πόνον και την συμφοράν, και κάθε συμβόλαιον αδίκου συναλλαγής σχίσε το.

Ησ. 58,7            διάθρυπτε πεινῶντι τὸν ἄρτον σου καὶ πτωχοὺς ἀστέγους εἴσαγε εἰς τὸν οἶκόν σου· ἐὰν ἴδῃς γυμνόν, περίβαλε, καὶ ἀπὸ τῶν οἰκείων τοῦ σπέρματός σου οὐχ ὑπερόψει.

Ησ. 58,7                    Κοβε το ψωμί σου και μοιράσου το με τον πτωχόν. Βαλε αστέγους στον οίκόν σου, εάν ίδης γυμνόν ένδυσέ τον. Και απέναντι των οικείων σου μη δείξης αδιαφορίαν και καταφρόνησιν.

Ησ. 58,8            τότε ῥαγήσεται πρώϊμον τὸ φῶς σου, καὶ τὰ ἰάματά σου ταχὺ ἀνατελεῖ, καὶ προπορεύσεται ἔμπροσθέν σου ἡ δικαιοσύνη σου, καὶ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ περιστελεῖ σε.

Ησ. 58,8                    Εάν τηρήσης αυτά, τότε θα αναλάμψη σαν της αυγής χαρούμενον το φως της ειρήνης και της χαράς σου. Ταχέως θα ανατείλη η θεραπεία των πληγών σου και θα άποκα-τασταθή η υγεία σου. Εμπροσθέν σου θα προπορεύεται η αρετή σου, η δε δόξα του Θεού θα σε περιβάλλη πάντοτε.

Ησ. 58,9            τότε βοήσῃ, καὶ ὁ Θεὸς εἰσακούσεταί σου· ἔτι λαλοῦντός σου ἐρεῖ· ἰδοὺ πάρειμι. ἐὰν ἀφέλῃς ἀπὸ σοῦ σύνδεσμον καὶ χειροτονίαν καὶ ῥῆμα γογγυσμοῦ

Ησ. 58,9                    Τοτε, δια της ειλικρινούς προσευχής θα φωνάξης προς τον Θεόν, και ο Θεός θα σε ακούση. Καθ' ην στιγμήν ακόμη συ θα προσεύχεσαι προς αυτόν, εκείνος θα σου απαντήση· Ιδού εγώ είμαι παρών, ευρίσκομαι κοντά σου. Και ταύτα, εάν αφαίρεσης και σταματήσης κάθε άδικον καταπίεσιν, κάθε εμπαικτικην και απειλητικήν χειρονομίαν, κάθε λόγον γογγυσμού.

Ησ. 58,10          καὶ δῷς πεινῶντι τὸν ἄρτον ἐκ ψυχῆς σου καὶ ψυχὴν τεταπεινωμένην ἐμπλήσῃς, τότε ἀνατελεῖ ἐν τῷ σκότει τὸ φῶς σου, καὶ τὸ σκότος σου ὡς μεσημβρία.

Ησ. 58,10                  Εάν δώσης με όλην σου την καρδιά ψωμί στον πεινασμένον, εάν χορτάσης μίαν ψυχήν, η οποία ευρίσκεται εις κατάστασιν ταιτεινώσεως και πόνου. Τοτε, μέσα στο σκοτάδι της θλίψεώς σου θα ανατείλη το φως της χαράς και της ειρήνης σου. Και το σκοτάδι της πλάνης και της αθλιότητός σου θα μεταβληθή και θα λάμψη σαν το φως της μεσημβρίας.

Ησ. 58,11          καὶ ἔσται ὁ Θεός σου μετὰ σοῦ διαπαντός· καὶ ἐμπλησθήσῃ καθάπερ ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή σου, καὶ τὰ ὀστᾶ σου πιανθήσεται, καὶ ἔσῃ ὡς κῆπος μεθύων καὶ ὡς πηγὴ ἣν μὴ ἐξέλιπεν ὕδωρ καὶ τὰ ὀστᾶ σου ὡς βοτάνη ἀνατελεῖ καὶ πιανθήσεται καὶ κληρονομήσουσι γενεὰς γενεῶν.

Ησ. 58,11                   Τοτε ο Θεός θα είναι πάντοτε μαζή σου. Θα χόρτασης, όπως επιθυμεί η ψυχή σου, και αυτά τα οστά σου θα ευφρανθούν και θα γίνουν ισχυρότερα, θα είσαί κήπος θαλλερός γεμάτος μεθυστικά άνθη, σαν πηγή από την οποίαν ποτέ δεν λείπει το νερό. Και τα οστά σου σαν δροσερό χορτάρι θα αναπτυχθούν, θα είναι ισχυρά και χονδρά και θα κληρονομήσης γενεάς γενεών.

Ησ. 58,12          καὶ οἰκοδομηθήσονταί σου αἱ ἔρημοι αἰώνιοι, καὶ ἔσται σου τὰ θεμέλια αἰώνια γενεῶν γενεαῖς· καὶ κληθήσῃ Οἰκοδόμος φραγμῶν, καὶ τοὺς τρίβους τοὺς ἀναμέσον παύσεις.

Ησ. 58,12                  Αι από αιώνος έρημοι πόλεις σου θα ανοικοδομηθούν και τα θεμέλια, που εσύ θα θέσης, θα είναι αιώνια εις γενεάς γενεών. Θα ονομασθής οικοδόμος φραγμών, τους οποίους εχθροί είχον κρημνίσει. Θα επανορθώσης και θα κλείσης τους δρόμους, τους διανοιχθέντας από εχθρούς ανάμεσα στο κτήμα σου.

 

                             Η τήρηση του Σαββάτου

Ησ. 58,13          ἐὰν ἀποστρέψῃς τὸν πόδα σου ἀπὸ τῶν σαββάτων τοῦ μὴ ποιεῖν τὰ θελήματά σου ἐν τῇ ἡμέρα τῇ ἁγίᾳ καὶ καλέσεις τὰ σάββατα τρυφερά, ἅγια τῷ Θεῷ σου, οὐκ ἀρεῖς τὸν πόδα σου ἐπ᾿ ἔργῳ, οὐδὲ λαλήσεις λόγον ἐν ὀργῇ ἐκ τοῦ στόματός σου,

Ησ. 58,13                  Εάν σταματήσης τα πόδια σου και εν ημέρα Σαββάτου δεν κινηθής προς εργασίαν, ώστε να μη πράττης σύμφωνα με τα εγωιστικά σου θελήματα κατά την αγίαν αυτήν ημέραν, θεωρήσης δε το Σαββατον ως ημέραν ευφροσύνης, αφιερωμένην στον Θεόν, δεν θα κινήσης τα πόδια σου προς εργασίαν, ούτε και θα σου ξεφύγη από το στόμα λόγος οργής.

Ησ. 58,14          καὶ ἔσῃ πεποιθὼς ἐπὶ Κύριον, καὶ ἀναβιβάσει σε ἐπὶ τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς καὶ ψωμιεῖ σε τὴν κληρονομίαν Ἰακὼβ τοῦ πατρός σου· τὸ γὰρ στόμα Κυρίου ἐλάλησε ταῦτα.

Ησ. 58,14                  Εάν γενικώς έχης στηρίξει την πεποίθησίν σου στον Κυριον, ο Θεός θα επαναφέρη σε εις τα αγαθά της πατρίδος σου, θα σε χόρταση μέσα εις την κληρονομίαν του Ιακώβ του προπάτορός σου. Αυτά θα γίνουν ασφαλώς και βεβαίως, διότι το στόμα του Κυρίου μίλησε αυτά.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 59- Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΙΣΡΑΗΛΙΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΟ

ΤΟ ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ Η ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

                                Η αμαρτία χωρισμός των Ισραηλιτών από το Θεό

Ησ. 59,1            Μὴ οὐκ ἰσχύει ἡ χεὶρ Κυρίου τοῦ σῶσαί; ἢ ἐβάρυνε τὸ οὖς αὐτοῦ τοῦ μὴ εἰσακοῦσαι;

Ησ. 59,1                    Μηπως δεν έχει πλέον την δύναμιν η παντοδύναμος δεξιά του Κυρίου, δια να σώζη; Μηπως εβάρυνεν η ακοή του, ώστε να μη ακούη πλέον;

Ησ. 59,2            ἀλλὰ τὰ ἁμαρτήματα ὑμῶν διϊστῶσιν ἀναμέσον ὑμῶν καὶ ἀναμέσον τοῦ Θεοῦ, καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν ἀπέστρεψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἀφ᾿ ὑμῶν τοῦ μὴ ἐλεῆσαι.

Ησ. 59,2                    Αλλά τα αμαρτήματά σας δημιουργούν χωρισμόν και εμπόδιον ανάμεσα εις σας και στον Θεόν, και δια τας αμαρτίας σας απέστρεψεν ο Κυριος το πρόσωπον του από σας, δια να μη σας ελεηση.

Ησ. 59,3            αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν μεμολυσμέναι αἵματι καὶ οἱ δάκτυλοι ὑμῶν ἐν ἁμαρτίαις, τὰ δὲ χείλη ὑμῶν ἐλάλησεν ἀνομίαν, καὶ ἡ γλῶσσα ὑμῶν ἀδικίαν μελετᾷ.

Ησ. 59,3                    Διότι τα χέρια σας είναι μολυσμένα από αίμα, τα δάκτυλά σας βυθισμένα εις τας αμαρτίας, τα χείλη σας ελάλησαν και λαλούν παρανομίας και η γλώσσα σας μελετά και λέγει αδικίας.

Ησ. 59,4            οὐθεὶς λαλεῖ δίκαια, οὐδέ ἐστι κρίσις ἀληθινή· πεποίθασιν ἐπὶ ματαίοις καὶ λαλοῦσι κενά, ὅτι κύουσι πόνον καὶ τίκτουσιν ἀνομίαν.

Ησ. 59,4                    Κανείς από αυτούς δεν ομιλεί δίκαια πράγματα· ούτε υπάρχει εις αυτούς ορθή κρίσις και απονομή δικαιοσύνης. Εχουν στηρίξει την πεποίθησίν των εις τα μάταια είδωλα. Ομιλούν κενά και επιβλαβή, κυοφορούν το κακόν και γεννούν κατόπιν την παρανομίαν.

Ησ. 59,5            ὠὰ ἀσπίδων ἔῤῥηξαν καὶ ἱστὸν ἀράχνης ὑφαίνουσι· καὶ ὁ μέλλων τῶν ὠῶν αὐτῶν φαγεῖν συντρίψας οὔριον εὗρε, καὶ ἐν αὐτῷ βασιλίσκος.

Ησ. 59,5                    Αυτοί επώασαν και έσπασαν αυγά ασπίδων, αι οποίαι θα τους θανατώσουν με τα δηλητηριώδη δόγματά των. Υφαίνουν εύθραυστον ιστόν αράχνης. Εκείνος, που θα θελήση να συντρίψη και να φάγη ένα από τα αυγά αυτά, θα εύρη βρωμερόν και θανατηφόρον περιεχόμενον. Θα εύρη εντός αυτού βασιλίσκον, δηλητηριώδες φίδι.

Ησ. 59,6            ὁ ἱστὸς αὐτῶν οὐκ ἔσται εἰς ἱμάτιον, οὐδὲ μὴ περιβάλωνται ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτῶν· τὰ γὰρ ἔργα αὐτῶν ἔργα ἀνομίας.

Ησ. 59,6                    Οπως της αράχνης ιστός δεν υφαίνεται ποτέ εις αργαλειόν δια να γίνη ένδυμα, έτσι δεν πρόκειται αυτοί να ενδυθούν και στολισθούν από τα καλά των έργα. Διότι τα έργα των είναι έργα παραβάσεως νόμου Θεού.

Ησ. 59,7            οἱ δὲ πόδες αὐτῶν ἐπὶ πονηρίαν τρέχουσι, ταχινοὶ ἐκχέαι αἷμα· καὶ οἱ διαλογισμοὶ αὐτῶν διαλογισμοὶ ἀφρόνων, σύντριμμα καὶ ταλαιπωρία ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν.

Ησ. 59,7                    Τα πόδια των τρέχουν προς το κακον· είναι ταχείς στο να χύνουν αίμα αθώον. Αι σκέψεις και αποφάσεις των είναι σκέψεις ασυνέτων πονηρών ανθρώπων. Εις τους δρόμους της ζωής των σωρεύουν συντρίμματα και ταλαιπωρίας.

Ησ. 59,8            καὶ ὁδὸν εἰρήνης οὐκ οἴδασι, καὶ οὐκ ἔστι κρίσις ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν· αἱ γὰρ τρίβοι αὐτῶν διεστραμμέναι, ἃς διοδεύουσι, καὶ οὐκ οἴδασιν εἰρήνην.

Ησ. 59,8                    Ζωήν ειρήνης δεν γνωρίζουν, δεν υπάρχει δικαία κρίσις εις τας πορείας της ζωής των. Οι δρόμοι, δια των οποίων διέρχονται, είναι διεστραμμένοι. Ουδέποτε εγνώρισαν την αληθινήν ειρήνην.

Ησ. 59,9            διὰ τοῦτο ἀπέστη ἡ κρίσις ἀπ᾿ αὐτῶν, καὶ οὐ μὴ καταλάβῃ αὐτοὺς δικαιοσύνη· ὑπομεινάντων αὐτῶν φῶς ἐγένετο αὐτοῖς σκότος, μείναντες αὐγὴν ἐν ἀωρίᾳ περιεπάτησαν.

Ησ. 59,9                    Δια τούτο έχει απομακρυνθή από αυτούς η δικαιοσύνη. Δεν θα κυριαρχήση εις την ζωήν των η δικαιοσύνη και τα αγαθά, που αυτή φέρει. Εν επερίμεναν, όπως ήλπιζαν, το φως της ζωής, τους κατέλαβε το σκοτάδι της δυστυχίας. Επερίμεναν την ανατολήν της αυγής και περιπλανήθησαν στο σκοτάδι της νυκτός.

Ησ. 59,10          ψηλαφήσουσιν ὡς τυφλοὶ τοῖχον καὶ ὡς οὐχ ὑπαρχόντων ὀφθαλμῶν ψηλαφήσουσι· καὶ πεσοῦνται ἐν μεσημβρίᾳ ὡς ἐν μεσονυκτίῳ, ὡς ἀποθνήσκοντες στενάξουσιν,

Ησ. 59,10                  Τυφλοί πνευματικώς θα ψηλαφούν ως οι τυφλοί τον τοίχον. Ωσάν άνθρωποι, στους οποίους δεν υπάρχουν οφθαλμοί, θα ψηλαφούν τα πάντα με τα χέρια των· και ενώ θα είναι πλήρης μεσημβρία, αυτοί, πνευματικώς τυφλοί καθώς είναι, θα σκοντάπτουν και θα πίπτουν, ως εάν ευρίσκωνται εις μεσονύκτιον. Θα στενάζουν ως άνθρωποι πνέοντες τα λοίσθια.

Ησ. 59,11          ὡς ἄρκος καὶ ὡς περιστερὰ ἅμα πορεύσονται· ἀνεμείναμεν κρίσιν, καὶ οὐκ ἔστι· σωτηρία μακρὰν ἀφέστηκεν ἀφ᾿ ἡμῶν.

Ησ. 59,11                   Οπως στενάζει η άρκτος και η περιστερά, που τους έχουν πάρει τα μικρά των, έτσι και αυτοί θα διέρχωνται την ζωήν των. Θα λέγουν δέ· “Επεριμέναμεν απόδοσιν δικαιοσύνης, αλλά αυτή δεν υπάρχει. Η σωτηρία έχει απομακρυνθή πλέον από ημάς!

Ησ. 59,12          πολλὴ γὰρ ἡ ἀνομία ἐναντίον σου, καὶ αἱ ἁμαρτίαι ἡμῶν ἀντέστησαν ἡμῖν· αἱ γὰρ ἀνομίαι ἡμῶν ἐν ἡμῖν, καὶ τὰ ἀδικήματα ἡμῶν ἔγνωμεν.

Ησ. 59,12                  Και τούτο, διότι πολλή και μεγάλη είναι η παρανομία ημών ενώπιόν σου, Κυριε. Αι αμαρτίαι μας ώσαν ένα ανυπέρβλητον πρόσκομμα ίστανται απέναντι μας. Πράγματι αι ανομίαι μας είναι ενώπιον μας. Εγνωρίσαμεν και ομολογούμεν τα αδικήματα μας.

Ησ. 59,13          ἠσεβήσαμεν καὶ ἐψευσάμεθα καὶ ἀπέστημεν ἀπὸ ὄπισθεν τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἐλαλήσαμεν ἄδικα καὶ ἠπειθήσαμεν, ἐκύομεν καὶ ἐμελετήσαμεν ἀπὸ καρδίας ἡμῶν λόγους ἀδίκους·

Ησ. 59,13                  Ησεβησαμεν, εφανήκαμεν ψεύσται εις τας προς τον Θεόν υποσχέσεις μας· ως εκ του αμαρτωλού βίου μας απεμακρύνθημεν από τον Θεόν. Ελαλήσαμεν αδικίας, εδείξαμεν ανυπακοήν στο θείον θέλημα. Εκυοφορήσαμεν και εμελετήσαμεν εις τα βάθη των καρδιών μας αδικίας.

Ησ. 59,14          καὶ ἀπεστήσαμεν ὀπίσω τὴν κρίσιν, καὶ ἡ δικαιοσύνη μακρὰν ἀφέστηκεν, ὅτι κατηναλώθη ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν ἡ ἀλήθεια, καὶ δι᾿ εὐθείας οὐκ ἐδύναντο διελθεῖν.

Ησ. 59,14                  Απωθήσαμεν και ερρίψαμεν όπισθεν ημών την δικαίαν κρίσιν. Και έτσι η δικαιοσύνη του Θεού έχει απομακρυνθή από ημάς”. Εβεβηλώθη πράγματι και εσπαταλήθη η αλήθεια του Θεού εις τας πορείας της ζωής των. Δια τούτο και δεν υμπρούσαν να διέλθουν δια της ευθείας οδού.

Ησ. 59,15          καὶ ἡ ἀλήθεια ᾖρται, καὶ μετέστησαν τὴν διάνοιαν τοῦ συνιέναι· καὶ εἶδε Κύριος, καὶ οὐκ ἤρεσεν αὐτῷ, ὅτι οὐκ ἦν κρίσις.

Ησ. 59,15                  Η αλήθεια έχει αφαιρεθή εκ μέσου αυτών. Μετέστρεψαν την διάνοιάν των, ώστε να μη ημπορή αυτή να εννοήση την αλήθειαν. Και ο Κυριος είδε την θλιβεράν αυτήν κατάπτωσιν. Δεν του ήρεσε, διότι δεν υπήρχε εις αυτούς δικαιοσύνη.

 

                             Το έλεος και η επέμβαση του Θεού

Ησ. 59,16          καὶ εἶδε καὶ οὐκ ἦν ἀνήρ, καὶ κατενόησε καὶ οὐκ ἦν ὁ ἀντιληψόμενος, καὶ ἠμύνατο αὐτοὺς τῷ βραχίονι αὐτοῦ καὶ τῇ ἐλεημοσύνῃ ἐστηρίσατο.

Ησ. 59,16                  Είδεν ο Κυριος, ότι δεν υπήρχεν άνθρωπος, δια να τους σώση. Ενόησεν ότι δεν υπήρχε κανείς, να προστατεύση τον λαόν του. Δια τούτο αυτός ούτος ο Κυριος τους υπερήσπισε με την παντοδύναμον δεξιάν του και τους εστήριξε με τυ έλεός του.

Ησ. 59,17          καὶ ἐνεδύσατο δικαιοσύνην ὡς θώρακα καὶ περιέθετο περικεφαλαίαν σωτηρίου ἐπὶ τῆς κεφαλῆς καὶ περιεβάλετο ἱμάτιον ἐκδικήσεως καὶ τὸ περιβόλαιον

Ησ. 59,17                  Ο Θεός, ως ακατανίκητος μαχητής, εφόρεσεν αντί θώρακος την δικαιοσύνην, αντί περικεφαλαίας εις την κεφαλήν του έθεσε την σωτηρίαν του λαού του. Περιεβλήθη στρατιωτικόν χιτώνα εκδικήσεως, εφόρεσε τον στρατιωτικόν του επενδύτην,

Ησ. 59,18          ὡς ἀνταποδώσων ἀνταπόδοσιν ὄνειδος τοῖς ὑπεναντίοις.

Ησ. 59,18                  Δια να ανταποδώση ως δικαίαν τιμωρίαν στους εχθρούς το όνειδος και την καταισχύνην.

Ησ. 59,19          καὶ φοβηθήσονται οἱ ἀπὸ δυσμῶν τὸ ὄνομα Κυρίου καὶ οἱ ἀπ᾿ ἀνατολῶν ἡλίου τὸ ὄνομα τὸ ἔνδοξον· ἥξει γὰρ ὡς ποταμὸς βίαιος ἡ ὀργὴ παρὰ Κυρίου, ἥξει μετὰ θυμοῦ.

Ησ. 59,19                  Ετσι δε θα φοβηθούν το όνομα του Κυρίου οι εχθροί του, που ευρίσκονται προς δυσμάς, όπως επίσης και εκείνοι που ευρίσκονται προς ανατολάς, θα φοβηθούν τυ ένδοξον Ονομα του. Διύτι η οργή του Κυρίου θα επέλθη εναντίον των ως ορμητικός μεγάλος ποταμός· θα έλθη ο Κυριος με θυμόν εναντίον των.

Ησ. 59,20          καὶ ἥξει ἕνεκεν Σιὼν ὁ ῥυόμενος καὶ ἀποστρέψει ἀσεβείας ἀπὸ Ἰακώβ.

Ησ. 59,20                 Αλλα θα έλθη ως λυτρωτής ο Θεός, χάριν της Σιών, και θα εξαλείψη τας αμαρτίας των απογόνων του Ιακώβ.

Ησ. 59,21          καὶ αὕτη αὐτοῖς ἡ παρ᾿ ἐμοῦ διαθήκη, εἶπε Κύριος· τὸ πνεῦμα τὸ ἐμόν, ὅ ἐστιν ἐπὶ σοί, καὶ τὰ ῥήματα, ἃ ἔδωκα εἰς τὸ στόμα σου, οὐ μὴ ἐκλίπῃ ἐκ τοῦ στόματός σου καὶ ἐκ τοῦ στόματος τοῦ σπέρματός σου· εἶπε γὰρ Κύριος, ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ εἰς τὸν αἰῶνα.

Ησ. 59,21                  Και αυτή θα είναι η νέα παρ' εμού διαθήκη προς αυτούς, είπεν ο Κυριος. Το ιδικόν μου πνεύμα, το οποίον θα είναι επάνω εις σέ, τον λυτρωμένον ισραηλιτικόν λαόν, και οι λόγοι, τους οποίους εγώ θα δώσω στο στόμα σου, δεν θα λείψουν ποτέ από τα χείλη σου και από το στόμα των απογόνων σου, από τώρα και στον αιώνα, διότι αυτό είπεν ο Κυριος.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 60- Η ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΔΟΞΑ ΤΗΣ ΣΙΩΝ

                              Η μελλοντική δόξα της Σιών

Ησ. 60,1            Φωτίζου φωτίζου Ἱερουσαλήμ, ἥκει γάρ σου τὸ φῶς, καὶ ἡ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνατέταλκεν.

Ησ. 60,1                    Φωτίζου, φωτίζου, ω Ιερουσαλήμ, διότι έχει πλέον έλθει το φως σου εις σέ, και η δόξα του Κυρίου έχει ανατείλει επάνω σου.

Ησ. 60,2            ἰδοὺ σκότος καλύψει γῆν ὡς γνόφος ἐπ᾿ ἔθνη· ἐπὶ δὲ σὲ φανήσεται Κύριος, καὶ ἡ δόξα αὐτοῦ ἐπὶ σὲ ὀφθήσεται.

Ησ. 60,2                   Ιδού, σκότος θα καλύψη ολόκληρον την γην. Ωσάν πυκνόν, σκοτεινόν και αδιαπέραστον νέφος, θα απλωθή και θα καλύψη όλα τα έθνη. Εις σε όμως θα φανή ο ένδοξος Κυριος. Θα αποκαλυψθή και θα φανερωθή η δόξα του Κυρίου.

Ησ. 60,3            καὶ πορεύσονται βασιλεῖς τῷ φωτί σου καὶ ἔθνη τῇ λαμπρότητί σου.

Ησ. 60,3                    Με το ίδικόν σου και προς το ιδικόν σου φως θα πορευθούν βασιλείς· τα έθνη θα φωτισθούν με την ιδικήν σου λαμπρότητα.

Ησ. 60,4            ἆρον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλμούς σου καὶ ἰδὲ συνηγμένα τὰ τέκνα σου· ἰδοὺ ἥκασι πάντες οἱ υἱοί σου μακρόθεν, καὶ αἱ θυγατέρες σου ἐπ᾿ ὤμων ἀρθήσονται.

Ησ. 60,4                   Νέα αγία Σιών, ύψωσε ολόγυρα τα μάτια σου και ιδέ συγκεντρωμένα τα τέκνα σου. Ιδού, έχουν έλθει όλοι οι υιοί σου από τας μακρυνάς χώρας, αι δε θυγατέρες σου θα φέρωνται επάνω στους ώμους.

Ησ. 60,5            τότε ὄψῃ καὶ φοβηθήσῃ καὶ ἐκστήσῃ τῇ καρδίᾳ, ὅτι μεταβαλεῖ εἰς σὲ πλοῦτος θαλάσσης καὶ ἐθνῶν καὶ λαῶν. καὶ ἥξουσί σοι

Ησ. 60,5                    Τοτε θα ίδης, θα σε καταλάβη δέος, θα καταπλαγής εν τη καρδία σου, διότι όλος ο πλούτος της Μεσογείου θαλάσσης, τα πλούτη εθνών και λαών θα μετατοπισθούν και θα μεταφερθούν εις σέ.

Ησ. 60,6            ἀγέλαι καμήλων, καὶ καλύψουσί σε κάμηλοι Μαδιὰμ καὶ Γαιφά· πάντες ἐκ Σαβὰ ἥξουσι φέροντες χρυσίον καὶ λίβανον οἴσουσι καὶ λίθον τίμιον καὶ τὸ σωτήριον Κυρίου εὐαγγελιοῦνται.

Ησ. 60,6                   Ες σε θα έλθουν επίσης κοπάδια καμήλων, θα σκεπάσουν την χώραν σου κάμηλοι της Μαδιάμ και της Γαιφά. Ολοι θα έλθουν από την χώραν Σαβά φέροντες χρυσίον και λίβανον. Θα φέρουν προς σε πολύτιμους λίθους και θα αναγγείλουν την χαρμόσυνον είδησιν της σωτηρίας εκ μέρους του Κυρίου.

Ησ. 60,7            καὶ πάντα τὰ πρόβατα Κηδὰρ συναχθήσονταί σοι καὶ κριοὶ Ναβαιὼθ ἥξουσί σοι, καὶ ἀνενεχθήσεται δεκτὰ ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν μου, καὶ ὁ οἶκος τῆς προσευχῆς μου δοξασθήσεται.

Ησ. 60,7                    Ολα τα πρόβατα της περιοχής Κηδάρ θα συγκεντρωθούν εις σέ. Θα έλθουν προς σε οι κριοι της Ναβαιώθ και θα προσφερθούν θυσίαι ευάρεστοι εις εμέ και δεκταί επάνω στο θυσιαστήριόν μου. Ο δε οίκός μου, ο ναός της προσευχής των ανθρώπων προς εμέ, θα δοξασθή

Ησ. 60,8            τίνες οἵδε ὡς νεφέλαι πέτανται καὶ ὡσεὶ περιστεραὶ σὺν νεοσσοῖς;

Ησ. 60,8                   Ποίοι είναι αυτοί, οι οποίοι πετούν ωσάν νεφέλαι, ώσαν περιστεραί μαζή με τους νεοσσούς των;

Ησ. 60,9            ἐμὲ αἱ νῆσοι ὑπέμειναν καὶ πλοῖα Θαρσὶς ἐν πρώτοις, ἀγαγεῖν τὰ τέκνα σου μακρόθεν καὶ τὸν ἄργυρον καὶ τὸ χρυσὸν αὐτῶν μετ᾿ αὐτῶν διὰ τὸ ὄνομα Κυρίου τὸ ἅγιον καὶ διὰ τὸ τὸν ἅγιον τοῦ Ἰσραὴλ ἔνδοξον εἶναι.

Ησ. 60,9                   Είναι αυτοί, που κατοικούν εις τας ειδωλολατρικάς νήσους και οι οποίοι με επερίμεναν. Ιδού, πλοία από την Θαρσίς προπορεύονται, δια να φέρουν τα τέκνα σου από μακρυνάς χώρας με τα πλούτη των, με τον άργυρον και τον χρυσόν των, δια να αφιερώσουν αυτά στο άγιον όνομα του Κυρίου, διότι ο άγιος Θεός του Ισραήλ είναι ένδοξος.

Ησ. 60,10          καὶ οἰκοδομήσουσιν ἀλλογενεῖς τὰ τείχη σου, καὶ οἱ βασιλεῖς αὐτῶν παραστήσονταί σοι· διὰ γὰρ ὀργήν μου ἐπάταξά σε καὶ διὰ ἔλεον ἠγάπησά σε.

Ησ. 60,10                  Αλλοεθνείς θα ανοικοδομήσουν τα τείχη σου, ω νέα Ιερουσαλήμ, και οι βασιλείς θα συμπαρασταθούν εις σέ. Επειδή δια τας παραβάσεις σου ωργίσθην εναντίον σου, σε ετιμώρησα και εκρημνίσθησαν τα τείχη σου, σε ηγάπησα όμως δια την μετάνοιάν σου, επειδή είμαι εύσπλαγχνος και ελεήμων, και ιδού ότι ανοικοδομούνται τώρα τα τείχη σου.

Ησ. 60,11          καὶ ἀνοιχθήσονται αἱ πύλαι σου διαπαντός, ἡμέρας καὶ νυκτὸς οὐ κλεισθήσονται, εἰσαγαγεῖν πρὸς σὲ δύναμιν ἐθνῶν καὶ βασιλεῖς αὐτῶν ἀγομένους.

Ησ. 60,11                  Αι πύλαι σου, ω Ιερουσαλήμ, θα ανοιχθούν και θα μένουν δια παντός ανοικταί. Ημέραν και νύκτα δεν θα κλείσουν, δια να φέρουν εις σε οι άνθρωποι τα πλούτη των εθνών και τους βασιλείς αυτών οδηγούμενους με πομπήν.

Ησ. 60,12          τὰ γὰρ ἔθνη καὶ οἱ βασιλεῖς, οἵτινες οὐ δουλεύσουσί σοι, ἀπολοῦνται καὶ τὰ ἔθνη ἐρημίᾳ ἐρημωθήσεται.

Ησ. 60,12                  Διότι οι εθνικοί λαοί και οι βασιλείς των, οι οποίοι δεν θα σε υπηρετήσουν, θα καταστραφούν. Και τα έθνη που δεν θα πιστεύσουν, αλλά θα μείνουν εις την εχθρότητά των, θα ερημωθούν δια φοβεράς καταστροφής.

Ησ. 60,13          καὶ ἡ δόξα τοῦ Λιβάνου πρὸς σὲ ἥξει ἐν κυπαρίσσῳ καὶ πεύκῃ καὶ κέδρῳ ἅμα, δοξάσαι τὸν τόπον τὸν ἅγιόν μου καὶ τὸν τόπον τῶν ποδῶν μου δοξάσω.

Ησ. 60,13                  Τα ονομαστά δένδρα, που αποτελούν την δόξαν του Λιβάνου, αι κυπάρισσοι και αι πευκαι και αι κέδροι θα έλθουν όλα μαζή προς σέ, δια να ανοικοδομήσουν και δοξάσουν τον τόπον τον άγιόν μου. Αυτόν τον τόπον, που πατούν οι πόδες μου, εγώ θα τον δοξάσω.

Ησ. 60,14          καὶ πορεύσονται πρός σε δεδοικότες υἱοὶ τῶν ταπεινωσάντων σε καὶ παροξυνάντων σε, καὶ κληθήσῃ Πόλις Κυρίου Σιὼν ἁγίου Ἰσραήλ.

Ησ. 60,14                  Εν φόβω και τρόμω θα έλθουν προς σε οι απόγονοι των ανθρώπων εκείνων, οι οποίοι σε εταπείνωσαν, σε εξώργισαν και σε επίκραναν, και θα οναμασθής πόλις του Κυρίου, Σιών του αγίου Θεού του Ισραήλ.

Ησ. 60,15          διὰ τὸ γεγενῆσθαί σε ἐγκαταλελειμμένην καὶ μεμισημένην, καὶ οὐκ ἦν ὁ βοηθῶν, καὶ θήσω σε ἀγαλλίαμα αἰώνιον, εὐφροσύνην γενεῶν γενεαῖς.

Ησ. 60,15                  Επειδή είχες γίνει προηγουμένως πόλις εγκαταλελειμμένη, έρημος και μισητή, και κανείς δεν υπήρχε να σε βοηθήση, εγώ θα σε καταστήσω και θα σε αναδείξω αιωνίαν αγαλλίασιν, ευφροσύνην εις γενεάς γενεών.

Ησ. 60,16          καὶ θηλάσεις γάλα ἐθνῶν καὶ πλοῦτον βασιλέων φάγεσαι· καὶ γνώσῃ, ὅτι ἐγὼ Κύριος ὁ σῴζων σε καὶ ἐξαιρούμενός σε ὁ Θεὸς Ἰσραήλ.

Ησ. 60,16                  Ως άλλο γάλα θα θηλάσης τα αγαθά των εθνών. Θα φάγης τα πλούτη των βασιλέων και εξ αυτών των πραγμάτων πλέον θα διδαχθής και θα μάθης, ότι εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος σε σώζω. Εγώ ο Θεός του Ισραήλ, ο οποίος σε λυτρώνω.

Ησ. 60,17          καὶ ἀντὶ χαλκοῦ οἴσω σοι χρυσίον, ἀντὶ δὲ σιδήρου οἴσω σοι ἀργύριον, ἀντὶ δὲ ξύλων οἴσω σοι χαλκόν, ἀντὶ δὲ λίθων σίδηρον. καὶ δώσω τοὺς ἄρχοντάς σου ἐν εἰρήνῃ καὶ τοὺς ἐπισκόπους σου ἐν δικαιοσύνῃ.

Ησ. 60,17                  Αντί του χαλκού, που είχες προηγουμένως, εγώ θα φέρω προς σε χρυσόν, αντί του σιδηρού θα φέρω εις σε άργυρον, αντί δέ των ξύλων θα φέρω εις σε χαλκόν, αντί των λίθων σίδηρον. Θα δώσω και θα αναδείξω εις σε άρχοντας, που θα καθοδηγούν με ειρήνην και προς ειρήνην τον λαόν σου. Αρχηγούς και επόπτας, οι οποίοι θα κρίνουν εν δικαιοσύνη.

Ησ. 60,18          καὶ οὐκ ἀκουσθήσεται ἔτι ἀδικία ἐν τῇ γῇ σου, οὐδὲ σύντριμμα οὐδὲ ταλαιπωρία ἐν τοῖς ὁρίοις σου, ἀλλὰ κληθήσεται Σωτήριον τὰ τείχη σου, καὶ αἱ πύλαι σου Γλύμμα.

Ησ. 60,18                  Δεν θα ακουσθή πλέον αδικία έντυς της χώρας σου, ούτε καταστροφή, ούτε καμμιά άλλη συμφορά μέσα εις τα όριά σου. Αλλά τα τείχη της πόλεώς σου θα ονομασθούν και θα είναι Σωτηρία. Αι δε ανάγλυφοι πύλαι σου θα είναι ωραιόταται.

Ησ. 60,19          καὶ οὐκ ἔσται σοι ἔτι ὁ ἥλιος εἰς φῶς ἡμέρας, οὐδὲ ἀνατολὴ σελήνης φωτιεῖ σου τὴν νύκτα, ἀλλ᾿ ἔσται σοι Κύριος φῶς αἰώνιον καὶ ὁ Θεὸς δόξα σου.

Ησ. 60,19                  Δεν θα είναι πλέον δια σε ο ήλιος, δια να φωτίζη την ημέραν, ούτε η εμφάνισις της σελήνης θα φωτίζη την νύκτα σου. Αλλά αυτός ούτος ο Κυριος θα είναι δια σε αιώνιον φως· ο Θεός θα είναι η δόξα σου.

Ησ. 60,20          οὐ γὰρ δύσεται ὁ ἥλιός σοι, καὶ ἡ σελήνη σοι οὐκ ἐκλείψει· ἔσται γάρ σοι Κύριος φῶς αἰώνιον, καὶ ἀναπληρωθήσονται αἱ ἡμέραι τοῦ πένθους σου.

Ησ. 60,20                 Ο ήλιος αυτός δεν θα δύη ποτέ πλέον εις σε και η σελήνη δεν θα λείψη ποτέ. Διότι ο Κυριος θα είναι δια σε αιώνιον φως και έτσι θα πάρουν τέλος και θα αντικατασταθούν αι ημέραι του πένθους σου.

Ησ. 60,21          καὶ ὁ λαός σου πᾶς δίκαιος, δι᾿ αἰῶνος κληρονομήσουσι τὴν γῆν, φυλάσσων τὸ φύτευμα, ἔργα χειρῶν αὐτοῦ εἰς δόξαν.

Ησ. 60,21                  Και ο λαός σου, όλος ο λαός σου, θα είναι δίκαιος, αιώνιος κληρονόμος της νέας γης της Επαγγελίας. Ο δε Κυριος θα είναι ο φυλάσσων αυτό, που εφύτευσε, τα έργα των χειρών του προς δόξαν ιδικήν του.

Ησ. 60,22          ὁ ὀλιγοστὸς ἔσται εἰς χιλιάδας καὶ ὁ ἐλάχιστος εἰς ἔθνος μέγα· ἐγὼ Κύριος κατὰ καιρὸν συνάξω αὐτούς.

Ησ. 60,22                 Αυτός ο λαός που είναι τώρα μικρός και ολίγος, θα γίνη εις χιλιάδας, ο ελάχιστος εις μέγα έθνος. Εγώ ο Κυριος στον κατάλληλον καιρόν θα περιμαζεύσω και θα συγκεντρώσω αυτούς.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 61- ΧΑΡΜΟΣΥΝΟ ΜΗΝΥΜΑ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΙΩΝ

                             Χαρμόσυνο μήνυμα σωτηρίας για τη Σιών

Ησ. 61,1            Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με· εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμένους τὴν καρδίαν, κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν,

Ησ. 61,1                     Ο παις Κυρίου λέγει· Πνεύμα Κυρίου είναι και μένει εις εμέ, διότι με αυτό με εχρισεν ο Κυριος ως άνθρωπον και με έστειλε να κηρύξω στους πτωχούς και γυμνούς από πίστιν ανθρώπους το χαρμόσυνον μήνυμα της σωτηρίας· να θεραπεύσω αυτούς, των οποίων η καρδία έχει συντριβή από το βάρος της αμαρτίας· να κηρύξω στους δούλους της αμαρτίας την άφεσιν και την απελευθέρωσιν· να χαρίσω αναβλεψιν εις εκείνους, που έχουν σκοτισμένον και τυφλωμένον τον νουν από τα πάθη της αμαρτίας.

Ησ. 61,2            καλέσαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτὸν καὶ ἡμέραν ἀνταποδόσεως τῷ Θεῷ ἡμῶν, παρακαλέσαι πάντας τοὺς πενθοῦντας,

Ησ. 61,2                    Να κηρύξω στους ανθρώπους την νέαν εποχήν, η οποία θα είναι ευχαρίστως δεκτή από τον Θεόν ποθητή δε και χαρμόσυνος δι' αυτούς· να κηρύξω ημέραν ανταποδόσεως δια τον Θεόν μας, και να παρηγορήσω όλους εκείνους, οι οποίοι πενθούν.

Ησ. 61,3            δοθῆναι τοῖς πενθοῦσι Σιὼν δόξαν ἀντὶ σποδοῦ, ἄλειμμα εὐφροσύνης τοῖς πενθοῦσι, καταστολὴν δόξης ἀντὶ πνεύματος ἀκηδίας· καὶ κληθήσονται γενεαὶ δικαιοσύνης, φύτευμα Κυρίου εἰς δόξαν.

Ησ. 61,3                    Να δοθή στους πενθούντας ανθρώπους της Σιών δόξα αντί της στάκτης, ευώδες μύρον χαράς στους πενθούντας, ένδυμα δόξης αντί της λύπης και αποκαρδιώσεως. Αι νέαι γενεαί θα ονομασθούν γενεαί δικαιοσύνης· φυτεία, την οποίαν εφύτευσεν ο Κυριος προς δόξαν του.

Ησ. 61,4            καὶ οἰκοδομήσουσιν ἐρήμους αἰωνίας, ἐξηρημωμένας πρότερον ἐξαναστήσουσι· καὶ καινιοῦσι πόλεις ἐρήμους ἐξηρωμένας εἰς γενεάς.

Ησ. 61,4                    Και οι πνευματιώώς ελεύθεροι αυτοί άνθρωποι θα ανοικοδομήσουν τας από αιώνων ερήμους πόλεις, θα ανεγείρουν και θα δώσουν ζωήν εις πόλεις, αι οποίαι από προηγουμένους χρόνους είχαν τελείως, ερημωθή. Θα ανακαινίσουν ερήμους πόλεις, αι οποίαι επί πολλάς γενεάς είχαν μείνει έρημοι και ακατοίκητοι.

Ησ. 61,5            καὶ ἥξουσι ἀλλογενεῖς ποιμαίνοντες τὰ πρόβατά σου, καὶ ἀλλόφυλοι ἀροτῆρες καὶ ἀμπελουργοί.

Ησ. 61,5                    Θα έλθουν ξένοι να ποιμάνουν τα πρόβατά σου, ω Ιερουσαλήμ, και αλλόφυλοι ως γεωργοί και αμπελουργοί.

Ησ. 61,6            ὑμεῖς δὲ ἱερεῖς Κυρίου κληθήσεσθε, λειτουργοὶ Θεοῦ· ἰσχὺν ἐθνῶν κατέδεσθε καὶ ἐν τῷ πλούτῳ αὐτῶν θαυμασθήσεσθε. [ἀντὶ τῆς αἰσχύνης ὑμῶν τῆς διπλῆς καὶ ἀντὶ τῆς ἐντροπῆς ἀγαλλιάσεται ἡ μερὶς αὐτῶν].

Ησ. 61,6                    Σεις δε θα γίνετε και θα ονομασθήτε ιερείς Κυρίου, λειτουργοί του Θεού. Θα συντηρήσθε από τας πλουσίας εισφοράς των εθνών και θα γίνετε αξιοθαύμαστοι με τον πλούτον εκείνων.

Ησ. 61,7            οὕτως ἐκ δευτέρας κληρονομήσουσι τὴν γῆν, καὶ εὐφροσύνη αἰώνιος ὑπὲρ κεφαλῆς αὐτῶν.

Ησ. 61,7                    Ετσι δε οι Ιουδαίοι θα κληρονομήσουν δια δευτέραν φοράν την γην της Επαγγελίας. Αιωνία χαρά και αγαλλίασις θα στεφανώνη τας κεφαλάς των.

Ησ. 61,8            ἐγὼ γάρ εἰμι Κύριος ὁ ἀγαπῶν δικαιοσύνην καὶ μισῶν ἁρπάγματα ἐξ ἀδικίας· καὶ δώσω τὸν μόχθον αὐτῶν δικαίοις καὶ διαθήκην αἰώνιον διαθήσομαι αὐτοῖς.

Ησ. 61,8                    Διότι εγώ είμαι Κυριος, ο οποίος αγαπώ δικαιοσύνην και μισώ τας αδίκους αρπαγάς. Εγώ θα δώσω στους δικαίους την ανταμοιβήν των κόπων των, και θα συνάψω με αυτούς αιωνίαν διαθήκην.

Ησ. 61,9            καὶ γνωσθήσεται ἐν τοῖς ἔθνεσι τὸ σπέρμα αὐτῶν καὶ τὰ ἔκγονα αὐτῶν ἐν μέσῳ τῶν λαῶν· πᾶς ὁ ὁρῶν αὐτοὺς ἐπιγνώσεται αὐτούς, ὅτι οὗτοί εἰσι σπέρμα ηὐλογημένον ὑπὸ Θεοῦ

Ησ. 61,9                    Θα γίνη γνωστή και ονομαστή μεταξύ των εθνών η γενεά των και οι απόγονοι αυτών ανάμεσα στους λαούς της γης. Ο καθένας, που θα βλέπη αυτούς, θα γνωρίση μετά βεβαιότητας, ότι αυτή είναι η ευλογημένη από τον Θεόν γενεά.

Ησ. 61,10          καὶ εὐφροσύνῃ εὐφρανθήσονται ἐπὶ Κύριον. - Ἀγαλλιάσθω ἡ ψυχή μου ἐπὶ τῷ Κυρίῳ· ἐνέδυσε γάρ με ἱμάτιον σωτηρίου καὶ χιτῶνα εὐφροσύνης, ὡς νυμφίῳ περιέθηκέ μοι μίτραν καὶ ὡς νύμφην κατεκόσμησέ με κόσμῳ.

Ησ. 61,10                  Μεγάλην χαράν και αγαλλίασιν θα ευφρανθούν εν Κυρίω. Ας πλημμυρίση λοιπόν, από αγαλλίασιν η ψυχή μου εν τω Κυρίω. Διότι με ενέδυσε με το ένδυμα της. σωτηρίας και με χιτώνα χαράς και αγαλλιάσεως. Ως προς νυμφίον έθεσεν επάνω εις την κεφαλήν μου μίτραν και ως νύμφην με εστόλισε με πλούσιον στολισμόν.

Ησ. 61,11          καὶ ὡς γῆ αὔξουσα τὸ ἄνθος αὐτῆς καὶ ὡς κῆπος τὰ σπέρματα αὐτοῦ, οὕτως ἀνατελεῖ Κύριος δικαιοσύνην καὶ ἀγαλλίαμα ἐναντίον πάντων τῶν ἐθνῶν.

Ησ. 61,11                   Οπως η γη βλαστάνει τους σπόρους, αυξάνει και πληθύνει τα άνθη της, όπως ο κήπος βλαστάνει ο,τι σπείρεται εις αυτόν, και καρποφορεί, έτσι ο Κυριος θα ανατείλη κατά τας ημέρας του παιδός του την δικαιοσύνην και την αρετήν, χαράν και αγαλλίασιν ενώπιον όλων των εθνών.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 62- Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΣΙΩΝ

                             Η αποκατάσταση της νέας Σιών

Ησ. 62,1            Διὰ Σιὼν οὐ σιωπήσομαι καὶ διὰ Ἱερουσαλὴμ οὐκ ἀνήσω, ἕως ἂν ἐξέλθῃ ὡς φῶς ἡ δικαιοσύνη μου, τὸ δὲ σωτήριόν μου ὡς λαμπὰς καυθήσεται.

Ησ. 62,1                    Δια την Σιών, λέγει ο παις Κυρίου ο Μεσσίας, δεν θα σιωπήσω και δια την Ιερουσαλήμ δεν θα κρατηθώ επί πλέον, έως ότου ανατείλη και λάμψη ως φως η δικαιοσύνη μου, η δε από εμέ προσφερομένη σωτηρία ανάψη και καίη και φωτίση ως λαμπάδα.

Ησ. 62,2            καὶ ὄψονται ἔθνη τὴν δικαιοσύνην σου καὶ βασιλεῖς τὴν δόξαν σου, καὶ καλέσει σε τὸ ὄνομά σου τὸ καινόν, ὃ ὁ Κύριος ὀνομάσει αὐτό.

Ησ. 62,2                   Οι λαοί της γης θα· ίδουν, ω Σιών, την δικαιοσύνην σου και οι βασιλείς την δόξαν σου. Θα σε καλέση ο Κυριος με νέον όνομα, το όνομα αυτό ο ίδιος ο Κυριος θα σου το δώση.

Ησ. 62,3            καὶ ἔσῃ στέφανος κάλλους ἐν χειρὶ Κυρίου καὶ διάδημα βασιλείας ἐν χειρὶ Θεοῦ σου.

Ησ. 62,3                    Και θα είσαι στέφανος ωραιότητος εις τα χέρια του Κυρίου, διάδημα βασιλικόν εις τα χέρια του Θεού σου.

Ησ. 62,4            καὶ οὐκέτι κληθήσῃ Καταλελυμμένη, καὶ ἡ γῆ σου οὐ κληθήσεται ἔτι Ἔρημος· σὺ γὰρ κληθήσεται Θέλημα ἐμόν, καὶ τῇ γῇ σου Οἰκουμένη, ὅτι εὐδόκησε Κύριος ἐν σοὶ καὶ ἡ γῆ σου συνοικισθήσεται.

Ησ. 62,4                   Δεν θα είσαι και δεν θα ονομασθής πλέον “Εγκαταλελειμμένη”. Η χώρα σου δεν θα κληθή “Ερημος”, διότι εις σε θα δοθή ως όνομα η φράσις, “θέλημα ίδικόν μου”. Και εις την χώραν σου θα δοθή ως όνομα η λέξις “Οικουμένη”, διότι ο Κυριος ευηρεστήθη και ευαρεστείται εις σέ. Και η χώρα σου θα κατοικηθή πυκνώς.

Ησ. 62,5            καὶ ὡς συνοικῶν νεανίσκος παρθένῳ, οὕτω κατοικήσουσιν οἱ υἱοί σου· καὶ ἔσται ὃν τρόπον εὐφρανθήσεται νυμφίος ἐπὶ νύμφῃ, οὕτως εὐφρανθήσεται Κύριος ἐπὶ σοί.

Ησ. 62,5                    Οπως ευφραίνεται ο νέος, που συνοικεί με την νεαράν παρθένον, η οποία έγινε σύζυγός του, έτσι θα κατοικούν ευφραινόμενοι οι υιοί σου. Και όπως ευφραίνεται ο νυμφίος με την νύμφην, έτσι θα ευφρανθή ο Κυριος δια σέ, ω Ιερουσαλήμ.

Ησ. 62,6            καὶ ἐπὶ τῶν τειχῶν σου, Ἱερουσαλήμ, κατέστησα φύλακας ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ ὅλην τὴν νύκτα, οἵ διὰ τέλους οὐ σιωπήσονται μιμνησκόμενοι Κυρίου.

Ησ. 62,6                   Επάνω εις τα τείχη σου, ω Ιερουσαλήμ, έχω εγκαταστήσει φρουρούς όλην την ημέραν και όλην την νύκτα, οι οποίοι μέχρι τέλους δεν θα παύσουν να ενθυμούνται τον Κυριον δια την σωτηρίαν σου.

Ησ. 62,7            οὐκ ἔστι γὰρ ὑμῖν ὅμοιος, ἐὰν διορθώσῃ καὶ ποιήσῃ Ἱερουσαλὴμ γαυρίαμα ἐπὶ τῆς γῆς.

Ησ. 62,7                    Δεν θα υπάρξη άλλος όμοιος με σας λαός, όταν ο Κυριος διορθώση, ανορθώση και κάμη την Ιερουσαλήμ δόξαν και αγαλλίαμα επάνω εις την γην.

Ησ. 62,8            ὤμοσε Κύριος κατὰ τῆς δεξιᾶς αὐτοῦ καὶ κατὰ τῆς ἰσχύος τοῦ βραχίονος αὐτοῦ· εἰ ἔτι δώσω τὸν σῖτόν σου καὶ τὰ βρώματά σου τοῖς ἐχθροῖς σου, καὶ εἰ ἔτι πίονται υἱοὶ ἀλλότριοι τὸν οἶνόν σου, ἐφ ᾧ ἐμόχθησας·

Ησ. 62,8                   Ωρκίσθη ο Κυριος ύψωσας την δεξιάν του χείρα, ωρκίσθη στον παντοδύναμον βραχίονά του και είπεν· “ότι δεν θα παραδώση άλλην φοράν τον σίτον σου και τα άλλα τρόφιμά σου στους εχθρούς σου. Δεν θα πίουν πλέον ξένοι τον οίνόν σου, δια τον οποίον συ εκοπιασες·

Ησ. 62,9            ἀλλ᾿ ἢ οἱ συνάγοντες φάγονται αὐτὰ καὶ αἰνέσουσι Κύριον, καὶ οἱ συνάγοντες πίονται αὐτὰ ἐν ταῖς ἐπαύλεσι ταῖς ἁγίαις μου.

Ησ. 62,9                   αλλά όσοι συνάγουν τον σίτον και άλλα τρόφιμα, θα τρώγουν αυτά και θα δοξολογούν εμέ τον Κυριον. Αυτοί που τρυγούν και πατούν τας σταφυλάς θα πίουν οίνον ειρηνικώς εις τας αγίας αυλάς μου.

Ησ. 62,10          πορεύεσθε διὰ τῶν πυλῶν μου καὶ ὁδοποιήσατε τῷ λαῷ μου καὶ τοὺς λίθους τοὺς ἐκ τῆς ὁδοῦ διαῤῥίψατε· ἐξάρατε σύσσημον εἰς τὰ ἔθνη.

Ησ. 62,10                  Πηγαίνετε, εισέλθετε δια των πυλών της νέας Ιερουσαλήμ, τας οποίας εγώ σας ήνοιξα. Κατασκευάσατε δρόμον στον λαόν μου, πετάξτε μακράν τους λίθους από τον δρόμον αυτόν. Υψώσατε προσκλητήριον σήμα δι' όλα τα έθνη.

Ησ. 62,11          ἰδοὺ γὰρ Κύριος ἐποίησεν ἀκουστὸν ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς· εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών· ἰδοὺ ὁ σωτήρ σοι παραγέγονεν ἔχων τὸν ἑαυτοῦ μισθὸν καὶ τὸ ἔργον πρὸ προσώπου αὐτοῦ.

Ησ. 62,11                  Διότι, ιδού, ο Κυριος έκαμε γνωστήν την λύτρωσίν σας έως εις τα άκρα της γης. Είπατε εις την θυγατέρα μου την Σιών· ιδού ο σωτήρ σου έχει φθάσει φέρων μαζή του τον μισθόν του, αμοιβήν της νίκης του, και το σωτηριώδες έργον του ενώπιόν του.

Ησ. 62,12          καὶ καλέσει αὐτὸν λαὸν ἅγιον, λελυτρωμένον ὑπὸ Κυρίου· σὺ δὲ κληθήσῃ ἐπιζητουμένη πόλις καὶ οὐκ ἐγκαταλελειμμένη.

Ησ. 62,12                  Και θα ονομάση άγιον αυτόν τον λαόν, ο οποίος έχει λυτρωθή από τον Κυριον. Συ δε θα ονομασθής και θα είσαι πόλις περιζήτητος και όχι εγκαταλελειμμένη και έρημος”.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 63- Η ΔΙΚΑΙΗ ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

ΘΕΡΜΗ ΔΕΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ

                             Η δίκαιη τιμωρία των εχθρών του Θεού

Ησ. 63,1            Τίς οὗτος ὁ παραγενόμενος ἐξ Ἐδώμ, ἐρύθημα ἱματίων ἐκ Βοσόρ, οὕτως ὡραῖος ἐν στολῇ βίᾳ μετὰ ἰσχύος; ἐγὼ διαλέγομαι δικαιοσύνην καὶ κρίσιν σωτηρίου.

Ησ. 63,1                    Ποιός είναι αυτός, που έρχεται από την Ιδουμαίαν, την έχθρικην αυτήν χώραν της Ιουδαίας, από την πόλιν Βοσόρ και τα ενδύματα του είναι ερυθρά; Ποιός είναι αυτός ο ανήρ, ο τόσον πολύ ωραίος, που φέρει στρατιωτικήν στολήν και προχωρεί βιαστικά και με δύναμιν; Εγώ είμαι εκείνος, ο οποίος κηρύττω δικαιοσύνην, κρίνω δικαίως και αποδίδω το δίκαιον και μετά δυνάμεως σώζω τους αδικουμένους.

Ησ. 63,2            διατί σου ἐρυθρὰ τὰ ἱμάτια καὶ τὰ ἐνδύματά σου ὡς ἀπὸ πατητοῦ ληνοῦ;

Ησ. 63,2                    Διατί είναι ερυθρά τα ιμάτιά σου και τα ενδύματά σου γενικώς ως εάν εβγήκες από ληνόν, όπου πατούνται σταφυλαί;

Ησ. 63,3            πλήρης καταπεπατημένης, καὶ τῶν ἐθνῶν οὐκ ἔστιν ἀνὴρ μετ᾿ ἐμοῦ, καὶ κατεπάτησα αὐτοὺς ἐν θυμῷ μου καὶ κατέθλασα αὐτοὺς ὡς γῆν καὶ κατήγαγον τὸ αἷμα αὐτῶν εἰς γῆν.

Ησ. 63,3                    Ναι, είμαι γεμάτος από χυμούς σταφυλών, που καταπατούνται στον ληνόν. Κανείς άλλος από τους εθνικούς ειδωλολάτρας δεν ήτο μαζή μου στο έργον αυτό. Κατεπάτησα τους αμετανοήτους ειδωλολάτρας με οργήν, τους συνέτριψα και τους εκονιορτοποίησα ώσαν το χώμα. Εχυσα το αίμα των εις την γην.

Ησ. 63,4            ἡμέρα γὰρ ἀνταποδόσεως ἐπῆλθεν αὐτοῖς, καὶ ἐνιαυτὸς λυτρώσεως πάρεστι.

Ησ. 63,4                    Ετιμωρήθησαν έτσι οι αμετανόητοι ειδωλολάτραι, οι εχθροί της νέας Σιών, διότι έφθασεν εναντίον των η ημέρα της θείας εκδικήσεως και τιμωρίας όπως επίσης έφθασε και ήρχισεν ήδη η ημέρα της λυτρώσεως των δούλων του Θεού.

Ησ. 63,5            καὶ ἐπέβλεψα, καὶ οὐδεὶς βοηθός· καὶ προσενόησα, καὶ οὐθεὶς ἀντελαμβάνετο· καὶ ἐῤῥύσατο αὐτοὺς ὁ βραχίων μου, καὶ ὁ θυμός μου ἐπέστη.

Ησ. 63,5                    Εστρεψα το βλέμμα γύρω μου και δεν ευρέθη κανείς βοηθός μου στο έργον αυτό της αποκαταστάσεως. Παρετήρησα με προσοχήν και κανείς δεν παρουσιάσθη να με ενίσχυση και υποστηρίξη. Μονον η παντοδύναμος δεξιά μου ελύτρωσε τον λαόν μου, ο δε θυμός μου επήλθεν εναντίον των εχθρών μου.

Ησ. 63,6            καὶ κατεπάτησα αὐτοὺς τῇ ὀργῇ μου καὶ κατήγαγον τὸ αἷμα αὐτῶν εἰς γῆν. -

Ησ. 63,6                    Και εν τη δικαία μου οργή τους κατεπάτησα, έχυσα το αίμα αυτών κάτω εις την γην.

 

                            Θερμή δέηση του Ισραήλ προς τον Κύριο

Ησ. 63,7            Τὸν ἔλεον Κυρίου ἐμνήσθην, τὰς ἀρετὰς Κυρίου ἐν πᾶσιν, οἷς ἡμῖν ἀνταποδίδωσι· Κύριος κριτὴς ἀγαθὸς τῷ οἴκῳ Ἰσραήλ, ἐπάγει ἡμῖν κατὰ τὸ ἔλεος αὐτοῦ καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῆς δικαιοσύνης αὐτοῦ.

Ησ. 63,7                    Ενεθυμήθην όλα τα ελέη του Θεού, όλας τας καλωσύνας και ευεργεσίας, τας οποίας ο Κυριος εδωσεν εις ημάς. Ο Κυριος είναι επιεικής κριτής εις την φυλήν του Ισραήλ. Αποστέλλει και ενεργεί απέναντι μας σύμφωνα με το άπειρον αυτού έλεος, σύμφωνα με το πλήθος της ευσπλάγχνου δικαιοσύνης του.

Ησ. 63,8            καὶ εἶπεν· οὐχ ὁ λαός μου τέκνα οὐ μὴ ἀθετήσωσι; καὶ ἐγένετο αὐτοῖς εἰς σωτηρίαν

Ησ. 63,8                    Και είπεν ο Κυριος· Ο Ισραήλ δεν είναι ο εκλεκτός μου λαός, δεν ανήκει εις εμέ; Είναι τέκνα μου και δεν θα με αρνηθούν. Και έγινε δι' αυτούς ο Κυριος πηγή σωτηρίας και δυνάμεως.

Ησ. 63,9            ἐκ πάσης θλίψεως αὐτῶν. οὐ πρέσβυς οὐδὲ ἄγγελος, ἀλλ᾿ αὐτὸς Κύριος ἔσωσεν αὐτοὺς διὰ τὸ ἀγαπᾶν αὐτοὺς καὶ φείδεσθαι αὐτῶν· αὐτὸς ἐλυτρώσατο αὐτοὺς καὶ ἀνέλαβεν αὐτοὺς καὶ ὕψωσεν αὐτοὺς πάσας τὰς ἡμέρας τοῦ αἰῶνος.

Ησ. 63,9                    Τους έσωσεν από όλας τας θλίψεις και συμφοράς των. Κανείς άλλος απεσταλμένος ούτε άγγελος του ουρανού, αλλά αυτός ο ίδιος ο Κυριος τους έσωσε, διότι τους αγαπά και τους λυπείται. Αυτός ο ίδιος τους ηλευθέρωσεν από την δουλείαν, τους επήρε εις τα χέρια του και τους εσήκωσεν υψηλά όλας τας ημέρας του αιώνος.

Ησ. 63,10          αὐτοὶ δὲ ἠπείθησαν καὶ παρώξυναν τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον αὐτοῦ· καὶ ἐστράφη αὐτοῖς εἰς ἔχθραν, καὶ αὐτὸς ἐπολέμησεν αὐτούς.

Ησ. 63,10                  Αλλά αυτοί έδειξαν ανυπακοήν προς τον Κυριον και παρώργισαν το άγιον αυτού Πνεύμα. Δια τούτο και η προς αυτούς αγάπη του μετεστράφη εις έχθραν. Και αυτός, που προηγουμένως τόσον τους είχε προστατεύσει, τους ετιμώρησε και τους επολέμησεν.

Ησ. 63,11          καὶ ἐμνήσθη ἡμερῶν αἰωνίων ὁ ἀναβιβάσας ἐκ τῆς γῆς τὸν ποιμένα τῶν προβάτων· ποῦ ἔστιν ὁ θεὶς ἐν αὐτοῖς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον;

Ησ. 63,11                   Υπό δε το κράτος της παιδαγωγικής αυτής τιμωρίας ενεθυμήθησαν οι Ισραηλίται ημέρας παλαιάς. Τον Μωϋσήν, τον ποιμένα των προβάτων, ο οποίος τους έβγαλεν ελευθέρους από την χώραν της Αιγύπτου. Που είναι όμως τώρα εκείνος, ο οποίος έστειλε και έθεσεν εις αυτούς το Πνεύμα το Αγιον;

Ησ. 63,12          ὁ ἀγαγὼν τῇ δεξιᾷ Μωυσῆν, ὁ βραχίων τῆς δόξης αὐτοῦ; κατίσχυσεν ὕδωρ ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ ποιῆσαι ἑαυτῷ ὄνομα αἰώνιον.

Ησ. 63,12                  Που είναι ο Θεός, ο οποίος τότε με την παντοδύναμον δεξιάν του και τον ένδοξον βραχίονα της δυνάμεώς του, ωδήγησε τον Μωϋσήν; Αυτός, ο οποίος με την απλήν εμφάνισιν του Μωϋσέως υπερίσχυσε και κατενίκησε το ύδωρ, δια να δώση στον εαυτόν του αιωνίως ένδοξον Ονομα.

Ησ. 63,13          ἤγαγεν αὐτοὺς διὰ τῆς ἀβύσσου ὡς ἵππον δι᾿ ἐρήμου, καὶ οὐκ ἐκοπίασαν.

Ησ. 63,13                  Αυτός ωδήγησε τους Ισραηλίτας δια μέσου της Ερυθράς θαλάσσης, με όσην ευκολίαν οδηγεί κανείς ίππον εις μίαν έρημον περιοχήν, και οι Ισραηλίται δεν εκοπίασαν διαβάντες αυτήν.

Ησ. 63,14          καὶ ὡς κτήνη διὰ πεδίου, κατέβη πνεῦμα παρὰ Κυρίου καὶ ὡδήγησεν αὐτούς· οὕτως ἤγαγες τὸν λαόν σου ποιῆσαι σεαυτῷ ὄνομα δόξης.

Ησ. 63,14                  Τους ωδήγησε με τόσην ευκολίαν και στοργήν, με όσην δια μέσου χλοεράς πεδιάδος οδηγεί ο ποιμήν τα πρόβατα. Το παντοδύναμον προστατευτικόν Πνεύμα, κατήλθεν από τον Κυριον και τους ωδήγησε. Ετσι ωδήγησες, Κυριε, τον λαόν σου, δια να δώσης στον εαυτόν σου Ονομα αιωνίου δόξης.

Ησ. 63,15          Ἐπίστρεψον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἰδὲ ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ ἁγίου σου καὶ δόξης· ποῦ ἐστιν ὁ ζῆλός σου καὶ ἡ ἰσχύς σου; ποῦ ἐστι τὸ πλῆθος τοῦ ἐλέους σου καὶ τῶν οἰκτιρμῶν σου, ὅτι ἀνέσχου ἡμῶν;

Ησ. 63,15                  Και τώρα επίστρεψε πάλιν, Κυριε, από τον ουρανόν και ιδέ από τον άγιον ναόν της δόξης σου την σημερινήν μας θλίψιν. Που είναι, Κυριε, ο παλαιός ζήλός σου υπέρ ημών και η ακατανίκητος δύναμίς σου εναντίον των εθνών μας; Που είναι το αμέτρητον πλήθος του ελέους σου και των οικτιρμών σου, όπως άλλοτε όταν με στοργικήν μακροθυμίαν μας ηνείχεσο;

Ησ. 63,16          σὺ γὰρ εἶ πατὴρ ἡμῶν, ὅτι Ἁβραὰμ οὐκ ἔγνω ἡμᾶς, καὶ Ἰσραὴλ οὐκ ἐπέγνω ἡμᾶς, ἀλλὰ σύ, Κύριε, πατὴρ ἡμῶν· ῥῦσαι ἡμᾶς, ἀπ᾿ ἀρχῆς τὸ ὄνομά σου ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐστι.

Ησ. 63,16                  Διότι συ είσαι ο πατήρ μας, ο δημιουργός και κυβερνήτης μας, διότι ο Αβραάμ εις παλαιάν εποχήν, καθώς έζησεν, δεν μας εγνώρισε, και ο Ιακώβ δεν μας έχει γνωρίσει ως απογόνους του, αλλά συ, Κυριε, είσαι ο πατήρ μας. Γλύτωσέ μας από τας σημερινάς συμφοράς. Ανέκαθεν το παντοδύναμον Ονομά σου ήτο προστατευτικόν δι' ημάς.

Ησ. 63,17          τί ἐπλάνησας ἡμᾶς, Κύριε, ἀπὸ τῆς ὁδοῦ σου; ἐσκλήρυνας τὰς καρδίας ἡμῶν τοῦ μὴ φοβεῖσθαί σε; ἐπίστρεψον διὰ τοὺς δούλους σου, διὰ τὰς φυλὰς τῆς κληρονομίας σου,

Ησ. 63,17                  Διατί, Κυριε, επέτρεψες να πλανηθώμεν και να απομακρυνθώμεν από τον δρόμον των εντολών σου; Διατί επέτρεψες να σκληρυνθούν αι καρδίαι ημών και να μείνουν αμετανόητοι, ώστε να μη σε φοβούνταί; Από τον ουρανόν της δόξης σου ρίψε ένα βλέμμα στοργής και επίστρεψε προς ημάς τους δούλους σου, προς τας φυλάς, αι οποίαι είναι ιδική σου κληρονομία.

Ησ. 63,18          ἵνα μικρὸν κληρονομήσωμεν τοῦ ὄρους τοῦ ἁγίου σου, οἱ ὑπεναντίοι ἡμῶν κατεπάτησαν τὸ ἁγίασμά σου.

Ησ. 63,18                  Επίστρεψε, Κυριε, βοηθός μας δια να κληρονομήσωμεν και ημείς, οι σημερινοί απόγονοι του Ισραήλ, έστω και ένα μικρόν τμήμα του αγίου σου όρους. Διότι οι υπεναντίοι μας, οι εχθροί μας, έχουν καταπατήσει τον άγιον ναόν σου.

Ησ. 63,19          ἐγενόμεθα ὡς τὸ ἀπ᾿ ἀρχῆς, ὅτε οὐκ ἦρξας ἡμῶν οὐδὲ ἐπεκλήθη τὸ ὄνομά σου ἐφ᾿ ἡμᾶς.

Ησ. 63,19                  Κατηντήσαμεν ημείς σήμερα, όπως υπήρξαμεν απ αρχής, τότε που συ δεν μας εκυβερνούσες και ούτε και είχε επικληθή και δοθή εις ημάς το άγιον Ονομά σου.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 64- ΘΕΡΜΗ ΔΕΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ

                            Θερμή δέηση του Ισραήλ προς τον Κύριο

Ησ. 64,1            Ἐὰν ἀνοίξῃς τὸν οὐρανόν, τρόμος λήψεται ἀπὸ σοῦ ὄρη, καὶ τακήσονται,

Ησ. 64,1                    Εάν, Κυριε, ανοίξης τον ουρανόν, τρόμος θα καταλάβη τα όρη, θα λυώσουν,

Ησ. 64,2            ὡς κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρὸς τήκεται, καὶ κατακαύσει πῦρ τοὺς ὑπεναντίους, καὶ φανερὸν ἔσται τὸ ὄνομα Κυρίου ἐν τοῖς ὑπεναντίοις· ἀπὸ προσώπου σου ἔθνη ταραχθήσονται.

Ησ. 64,2                   όπως λυώνει ο κηρός εμπρός εις την φωτιάν. Πυρ θα κατακαύση τους εχθρούς και θα γίνη έτσι φανερόν το Ονομα του Κυρίου στους εχθρούς. Προ της παντοδυνάμου εμφανίσεώς σου θα συγκλονισθούν τα έθνη.

Ησ. 64,3            ὅταν ποιῇς τὰ ἔνδοξα, τρόμος λήψεται ἀπὸ σοῦ ὄρη.

Ησ. 64,3                    Οταν ενεργής τα ένδοξα θαυμαστά έργα σου, τρόμος θα καταλάβη και αυτά ακόμη τα όρη.

Ησ. 64,4            ἀπὸ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσαμεν, οὐδὲ οἱ ὀφθαλμοὶ ἡμῶν εἶδον Θεὸν πλὴν σοῦ καὶ τὰ ἔργα σου, ἃ ποιήσεις τοῖς ὑπομένουσιν ἔλεον.

Ησ. 64,4                   Από τα αρχαιότατα χρόνια, από τότε που υπήρξαν άνθρωποι επί της γης, δεν ηκούσαμεν και τα μάτια μας δεν είδον άλλον Θεόν εκτός από σε και εκτός από τα έργα της αγάπης σου, τα οποία έπραξες και πράττεις εις εκείνους, οι οποίοι με υπομονήν και ελπίδα περιμένουν το έλεός σου.

Ησ. 64,5            συναντήσεται γὰρ τοῖς ποιοῦσι τὸ δίκαιον, καὶ τῶν ὁδῶν σου μνησθήσονται. ἰδοὺ σὺ ὠργίσθης, καὶ ἡμεῖς ἡμάρτομεν· διὰ τοῦτο ἐπλανήθημεν.

Ησ. 64,5                    Διότι το έλεός σου και η προστασία σου θα έλθη και θα συνάντηση εκείνους, οι οποίοι αγαπούν και τηρούν δικαιοσύνην· εκείνους, οι οποίοι ενθυμούνται πάντοτε τον δρόμον των εντολών σου. Ιδού όμως ότι συ ωργίσθης εναντίον μας, διότι ημείς ημαρτήσαμεν, παρέβημεν το θέλημά σου. Εξ αιτίας των αμαρτιών μας παρεπλανήθημεν ακόμη περισσότερον.

Ησ. 64,6            καὶ ἐγενήθημεν ὡς ἀκάθαρτοι πάντες ἡμεῖς, ὡς ῥάκος ἀποκαθημένης πᾶσα ἡ δικαιοσύνη ἡμῶν· καὶ ἐξεῤῥύημεν ὡς φύλλα διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν, οὕτως ἄνεμος οἴσει ἡμᾶς.

Ησ. 64,6                   Εγιναμεν όλοι ημείς ακάθαρτοι ενώπιόν σου. Ωσάν ρυπαρόν κουρέλι αποκαθημένης γυναικός έτσι ακάθαρτος είναι ενώπιόν σου όλη η αρετή μας. Επέσαμεν και διεσκορπίσθημεν εξ αιτίας των αμαρτιών μας ώσαν φύλλα. Ετσι ο άνεμος μας εσηκωσε και μας διεσκόρπισε.

Ησ. 64,7            καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἐπικαλούμενος τὸ ὄνομά σου καὶ ὁ μνησθεὶς ἀντιλαβέσθαι σου· ὅτι ἀπέστρεψας τὸ πρόσωπόν σου ἀφ᾿ ἡμῶν καὶ παρέδωκας ἡμᾶς διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν.

Ησ. 64,7                    Και δεν υπάρχει ιμεταξύ μας κανείς, ο οποίος να επικαλήται το Ονομά σου. Η κανένας άνθρωπος, ο οποίος να σε ενθυμήται και να καταφεύγη ζητών την προστασίαν σου. Δια τούτο εγύρισες από ημάς αλλού το πρόσωπόν σου και αφήκες να παραδοθώμεν στους εχθρούς μας εξ αιτίας των αμαρτιών μας.

Ησ. 64,8            καὶ νῦν, Κύριε, πατὴρ ἡμῶν σύ, ἡμεῖς δὲ πηλός, ἔργα τῶν χειρῶν σου πάντες.

Ησ. 64,8                   Και τώρα, Κυριε, συ είσαι ο πατήρ μας, ημείς δε πηλός· όλοι είμεθα έργα των χειρών σου.

Ησ. 64,9            μὴ ὀργίζου ὑμῖν σφόδρα καὶ μὴ ἐν καιρῷ μνησθῇς ἁμαρτιῶν ἡμῶν. καὶ νῦν ἐπίβλεψον, ὅτι λαός σου πάντες ἡμεῖς.

Ησ. 64,9                   Μη οργίζεσαι, λοιπόν, παρά πολύ εναντίον μας, και μη ενθυμηθής κατά τον καιρόν των θλίψεών μας τας αμαρτίας μας. Και τώρα ρίξε, Κυριε, ένα στοργικόν βλέμμα εις ημάς, διότι όλοι μας είμεθα λαός ίδικός σου.

Ησ. 64,10          πόλις τοῦ ἁγίου σου ἐγενήθη ἔρημος, Σιὼν ὡς ἔρημος ἐγενήθη, Ἱερουσαλὴμ εἰς κατάραν.

Ησ. 64,10                  Ιδού, η πόλις του αγίου ναού σου, η Ιερουσαλήμ, έγινεν έρημος. Η Σιών έγινε σαν ακατοίκητος, ερημωμένη περιοχή. Η Ιερουσαλήμ έγινε κατηραμένη.

Ησ. 64,11          ὁ οἶκος, τὸ ἅγιον ἡμῶν, καὶ ἡ δόξα, ἣν εὐλόγησαν οἱ πατέρες ἡμῶν, ἐγενήθη πυρίκαυστος, καὶ πάντα ἔνδοξα ἡμῶν συνέπεσε.

Ησ. 64,11                  Ο ναός, το άγιον ημών και η δόξα της παρουσίας σου, την οποίαν οι πατέρες ημών εδοξολόγησαν, εγινε παρανάλωμα του πυρός και όλα εκείνα, που άλλοτε ήσαν δι' ημάς δόξα και καύχημα, συνετρίβησαν.

Ησ. 64,12          καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις ἀνέσχου, Κύριε, καὶ ἐσιώπησας καὶ ἐταπείνωσας ἡμᾶς σφόδρα.

Ησ. 64,12                  Και παρ' όλας αυτας τας καταστροφάς, τας οποίας ο λαός σου και ο οίκός σου υπέστησαν, συ, Κυριε, εξακολουθείς να σιωπάς, να ανέχεσαι αυτήν την κατάστασιν και να μας κρατής εις τόσην μεγάλην ταπείνωσιν.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 65- ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ

ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΓΗ

                            Τιμωρία των αμαρτωλών και ανταμοιβή των πιστών

Ησ. 65,1            Ἐμφανὴς ἐγενήθην τοῖς ἐμὲ μὴ ἐπερωτῶσιν, εὑρέθην τοῖς ἐμὲ μὴ ζητοῦσιν. εἶπα· ἰδού εἰμι τῷ ἔθνει, οἳ οὐκ ἐκάλεσάν μου τὸ ὄνομα.

Ησ. 65,1                    Εγινα φανερός εις εκείνους, οι οποίοι δεν με ερωτούν. Παρουσιάσθην και ευρέθην από εκείνους, οι οποίοι δεν με αναζητούν. Είπα· Ιδού, εγώ είμαι ανά μέσον του έθνους εκείνου, το οποίον δεν έχει επικαλεσθή το Ονομά μου.

Ησ. 65,2            ἐξεπέτασα τὰς χεῖράς μου ὅλην τὴν ἡμέραν πρὸς λαὸν ἀπειθοῦντα καὶ ἀντιλέγοντα, οἳ οὐκ ἐπορεύθησαν ὁδῷ ἀληθινῇ, ἀλλ᾿ ὀπίσω τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν.

Ησ. 65,2                    Ηπλωσα τα χέρια μου όλην την ημέραν προς ένα λαόν ανυπάκουον και αντιλέγοντα στο θέλημά μου. Οι άνθρωποι αυτοί δεν επορεύθησαν την αληθινήν οδόν, την οδόν των εντολών μου, αλλ' επορεύθησαν οπίσω από τας αμαρτίας των.

Ησ. 65,3            ὁ λαὸς οὗτος ὁ παροξύνων με ἐναντίον ἐμοῦ διαπαντός, αὐτοὶ θυσιάζουσιν ἐν τοῖς κήποις καὶ θυμιῶσιν ἐπὶ ταῖς πλίνθοις τοῖς δαιμονίοις, ἃ οὐκ ἔστιν.

Ησ. 65,3                    Ο λαός αυτός είναι εκείνος, που φέρεται προκλητικώς πάντοτε ενώπιόν μου και με πα-ροργίζει. Οι άνθρωποι αυτοί θυσιάζουν εις τα είδωλα και εις τα άλση των ειδώλων. Προσφέρουν θυμίαμα εις τα εκ πλίνθων κατεσκευασμένα δαιμονικά είδωλα, εις θεούς, οι οποίοι δεν υπάρχουν.

Ησ. 65,4            ἐν τοῖς μνήμασι καὶ ἐν τοῖς σπηλαίοις κοιμῶνται δι᾿ ἐνύπνια, οἱ ἔσθοντες κρέα ὕεια καὶ ζωμὸν θυσιῶν, μεμολυμμένα πάντα τὰ σκεύη αὐτῶν·

Ησ. 65,4                    Αυτοί κοιμώνται εις τα μνήματα και εις τα σπήλαια, δια να ίδουν μαντικά όνειρα. Τρώγουν κρέατα χοίρων και πίνουν τον ζωμόν από ειδωλολατρικάς θυσίας. Ολα τα σκεύη των είναι μολυσμένα και ακάθαρτα.

Ησ. 65,5            οἱ λέγοντες· πόῤῥω ἀπ᾿ ἐμοῦ, μὴ ἐγγίσῃς μοι, ὅτι καθαρός εἰμι· οὗτος καπνὸς τοῦ θυμοῦ μου, πῦρ καίεται ἐν αὐτῷ πάσας τὰς ἡμέρας.

Ησ. 65,5                    Αυτοί, υστέρα από τας ειδωλολατρικάς αυτάς τελετάς των, λέγουν ο ένας στον άλλον· Απομακρύνσου από εμέ, μη με εγγίσης, διότι εγώ είμαι καθαρός. Με τας βδελυρότητάς των όμώς αυτάς εξάπτουν σφοδρόν και καπνίζοντα τον θυμόν μου· ολέθριον δι' αυτούς πυρ καίεται όλας τας ημέρας.

Ησ. 65,6            ἰδοὺ γέγραπται ἐνώπιόν μου· οὐ σιωπήσω ἕως ἂν ἀποδώσω εἰς τὸν κόλπον αὐτῶν·

Ησ. 65,6                    Ιδού, τα τρομερά αυτών αμαρτήματα είναι γραμμένα ενώπιόν μου. Δεν θα ησυχάσω, έως ότου ανταποδώσω εις αυτούς την πρέπουσαν τιμωρίαν.

Ησ. 65,7            τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν καὶ τῶν πατέρων αὐτῶν, λέγει Κύριος, οἳ ἐθυμίασαν ἐπὶ τῶν ὀρέων καὶ ἐπὶ τῶν βουνῶν ὠνείδισάν με, ἀποδώσω τὰ ἔργα αὐτῶν εἰς τὸν κόλπον αὐτῶν.

Ησ. 65,7                    Θα τιμωρήσω τας ιδικάς των αμαρτίας, όπως επίσης και τας αμαρτίας των πατέρων των, λέγει ο Κυριος· εκείνων, οι οποίοι προσέφεραν θυμίαμα εις τα είδωλα επάνω εις τα υψηλά όρη, εις δε τα χαμηλά βουνά με ύβρισαν και με ενέπαιξαν με τας ειδωλολατρικάς των θυσίας. Θα ανταποδώσω εις αυτούς την δικαίον τιμωρίαν, σύμφωνα με τα έργα των αυτά.

Ησ. 65,8            Οὕτως λέγει Κύριος· ὃν τρόπον εὑρεθήσεται ὁ ῥὼξ ἐν τῷ βότρυϊ καὶ ἐροῦσι· μὴ λυμήνῃ αὐτόν, ὅτι εὐλογία ἐστὶν ἐν αὐτῷ, οὕτως ποιήσω ἕνεκεν τοῦ δουλεύοντός μοι, τούτου ἕνεκεν οὐ μὴ ἀπολέσω πάντας.

Ησ. 65,8                    Ετσι λέγει ο Κυριος· Οπως, όταν ευρέθή μία ρώγα υγιής και ώριμος εις σταφύλι μαραμμένον, θα πουν οι τρυγηταί· μη την καταστρέψης την ρώγα αυτή μαζή με το μαραμμένο σταφύλι, διότι υπάρχει ευλογία εις αυτήν, έτσι θα κάμω και εγώ δι' εκείνον, ο οποίος με υπακούει. Χαριν αύτού δεν θα καταστρέψω όλους τους Ιουδαίους.

Ησ. 65,9            καὶ ἐξάξω τὸ ἐξ Ἰακὼβ σπέρμα καὶ τὸ ἐξ Ἰούδα, καὶ κληρονομήσει τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου, καὶ κληρονομήσουσιν οἱ ἐκλεκτοί μου καὶ οἱ δοῦλοί μου καὶ κατοικήσουσιν ἐκεῖ.

Ησ. 65,9                    'Αλλα από τους απογόνους του Ιακώβ, από την φυλήν του Ιούδα, θα βγάλω και θα διατηρήσω απογόνους, οι οποίοι θα κληρονομήσουν το άγιόν μου όρος, την Σιών. Οι εκλεκτοί μου αυτοί δούλοι θα κληρονομήσουν το άγιον αυτό όρος και θα κατοικήσουν εκεί.

Ησ. 65,10          καὶ ἔσονται ἐν τῷ δρυμῷ ἐπαύλεις ποιμνίων καὶ φάραγξ Ἀχὼρ εἰς ἀνάπαυσιν βουκολίων τῷ λαῷ μου, οἳ ἐζήτησάν με.

Ησ. 65,10                  Θα υπάρξουν στο δάσος καταυλισμοί ποιμνίων πολλών, η φάραγξ Αχώρ θα είναι δια την ανάπαυσιν εις τας αγέλας των βοϊδιών προς χάριν του λαού μου, προς χάριν εκείνων, οι οποίοι με ανεζήτησαν.

Ησ. 65,11          ὑμεῖς δὲ οἱ ἐγκαταλιπόντες με καὶ ἐπιλανθανόμενοι τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου καὶ ἑτοιμάζοντες τῷ δαιμονίῳ τράπεζαν καὶ πληροῦντες τῇ τύχῃ κέρασμα,

Ησ. 65,11                   Σας όμως, οι οποίοι με εγκατελείψατε και ελησμονήσατε το άγιόν μου όρος, την Σιών και τον ναόν μου, ετοιμάζετε δε και προσφέρετε τράπεζαν εις τα ειδωλολατρικά δαιμόνια, σας οι οποίοι προσφέρετε σπονδήν εις την θεάν τύχην,

Ησ. 65,12          ἐγὼ παραδώσω ὑμᾶς εἰς μάχαιραν, πάντες ἐν σφαγῇ πεσεῖσθε· ὅτι ἐκάλεσα ὑμᾶς, καὶ οὐχ ὑπηκούσατε, ἐλάλησα καὶ παρηκούσατε καὶ ἐποιήσατε τὸ πονηρὸν ἐναντίον ἐμοῦ καὶ ἃ οὐκ ἐβουλόμην, ἐξελέξασθε. -

Ησ. 65,12                  εγώ θα σας παραδώσω εις την μάχαιραν των εχθρών. Ολοι θα πέσετε δια φοβεράς σφαγής, διότι εγώ σας εκάλεσα και δεν υπηκούσατε· σας ωμίλησα και εδείξατε ανυπακοήν και διεπράξατε το πονηρόν ενώπιόν μου. Εξελέζατε και επροτιμήσατε εκείνα, τα οποία εγώ δεν ήθελα.

Ησ. 65,13          Διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ οἱ δουλεύσαντές μοι φάγονται, ὑμεῖς δὲ πεινάσετε. ἰδοὺ οἱ δουλεύοντές μοι πίονται, ὑμεῖς δὲ διψήσετε· ἰδοὺ οἱ δουλεύοντές μοι εὐφρανθήσονται, ὑμεῖς δὲ αἰσχυνθήσεσθε·

Ησ. 65,13                  Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· Ιδού εκείνοι, οι οποίοι υπακούουν εις εμέ και με υπηρετούν, θα φάγουν και θα χορτάσουν, σεις όμως θα πεινάσετε. Ιδού· εκείνοι, οι οποίοι με υπηρετούν, θα πίουν οίνον, σεις όμως θα διψήσετε. Ιδού· εκείνοι, οι οποίοι υπακούουν και με υπηρετούν, θα ευφρανθούν, σεις δε θα καταισχυνθήτε.

Ησ. 65,14          ἰδοὺ οἱ δουλεύοντές μοι ἀγαλλιάσονται ἐν εὐφροσύνῃ, ὑμεῖς δὲ κεκράξεσθε διὰ τὸν πόνον τῆς καρδίας ὑμῶν καὶ ἀπὸ συντριβῆς πνεύματος ὑμῶν ὀλολύξετε.

Ησ. 65,14                  Ιδού· οι δούλοι μου θα γεμίσουν από α-γαλλίασιν και ευφροσύνην, σεις δε από τον πολύν πόνον της καρδίας σας θα κραυγάσετε με οδύνην. Και εξ αιτίας του συντετριμμένου πνεύματος σας θα κλαίετε με ολολυγμούς.

Ησ. 65,15          καταλείψετε γὰρ τὸ ὄνομα ὑμῶν εἰς πλησμονὴν τοῖς ἐκλεκτοῖς μου, ὑμᾶς δὲ ἀνελεῖ Κύριος· τοῖς δὲ δουλεύουσί μοι κληθήσεται ὄνομα καινόν,

Ησ. 65,15                  Και αυτό ακόμα το όνομά σας που θα αφήσετε, θα προκαλή αηδίαν και αποστροφήν στους εκλεκτούς μου. Θα σας θανατώση ο Κυριος. Εις εκείνους όμως, που με υπηρετούν, θα δοθή νέον όνομα, το οποίον θα είναι εύλο-γημένον εις όλην την οικουμένην.

Ησ. 65,16          ὃ εὐλογηθήσεται ἐπὶ τῆς γῆς· εὐλογήσουσι γὰρ τὸν Θεὸν τὸν ἀληθινόν, καὶ οἱ ὀμνύοντες ἐπὶ τῆς γῆς ὁμοῦνται τὸν Θεὸν τὸν ἀληθινόν· ἐπιλήσονται γὰρ τὴν θλῖψιν αὐτῶν τὴν πρώτην, καὶ οὐκ ἀναβήσεται αὐτῶν ἐπὶ τὴν καρδίαν.

Ησ. 65,16                  Οι εκλεκτοί μου δούλοι θα ευλογούν και θα δοξάζουν τον αληθινόν Θεόν, όσοι δε εκ των κατοίκων της γης ευρίσκονται εις την ανάγκην να ορκίζωνται, θα ορκισθούν στον αληθινόν Θεόν. Θα λησμονήσουν την προηγουμένην αυτών συμφοράν και θλίψιν και δεν θα επανέλθη πλέον εις την διάνοιαν και την καρδίαν αυτών ούτε η ανάμνησις αυτής της θλίψεως.

 

                              Καινούριος ουρανός και καινούρια γη

Ησ. 65,17          ἔσται γὰρ ὁ οὐρανὸς καινὸς καὶ ἡ γῆ καινή, καὶ οὐ μὴ μνησθῶσι τῶν προτέρων, οὐδ᾿ οὐ μὴ ἐπέλθῃ αὐτῶν ἐπὶ τὴν καρδίαν,

Ησ. 65,17                  Τιποτε από τα θλιβερά της προγενεστέρας των ζωής δεν θα ενθυμούνται, διότι ο ουρανός θα γίνη νέος και η γη νέα και δεν θα ενθυμούνται πλέον τας προγενεστέρας θλίψεις των. Ούτε και θα έλθη εις την διάνοιαν και την καρδίαν των η ανάμνησις των.

Ησ. 65,18          ἀλλ᾿ εὐφροσύνην καὶ ἀγαλλίαμα εὑρήσουσιν ἐν αὐτῇ· ὅτι ἰδοὺ ἐγὼ ποιῶ ἀγαλλίαμα Ἱερουσαλὴμ καὶ τὸν λαόν μου εὐφροσύνην.

Ησ. 65,18                  Αλλά εις την νέαν αυτήν κατάστασιν θα εύρουν ευφροσύνην και αγαλλίασιν, διότι Ιδού, εγώ δημιουργώ και φέρω αγαλλιασιν εις την Ιερουσαλήμ, ευφροσύνην εις ολόκληρον τον λαόν μου.

Ησ. 65,19          ἀγαλλιάσομαι ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ εὐφρανθήσομαι ἐπὶ τῷ λαῷ μου καὶ οὐκέτι μὴ ἀκουσθῇ ἐν αὐτῇ φωνὴ κλαυθμοῦ οὐδὲ φωνὴ κραυγῆς.

Ησ. 65,19                  Και εγώ ο ίδιος θα χαρώ δια την Ιερουσαλήμ και θα ευφρανθώ δια τον πιστόν λαόν μου. Δεν θα ακουσθή πλέον εις την Ιερουσαλήμ φωνή κλαυθμού, ούτε κραυγή οδύνης.

Ησ. 65,20          καὶ οὐ μὴ γένηται ἔτι ἐκεῖ ἄωρος καὶ πρεσβύτης, ὃς οὐκ ἐμπλήσει τὸν χρόνον αὐτοῦ· ἔσται γὰρ ὁ νέος ἑκατὸν ἐτῶν, ὁ δὲ ἀποθνήσκων ἁμαρτωλὸς ἑκατὸν ἐτῶν καὶ ἐπικατάρατος ἔσται.

Ησ. 65,20                 Εις την νέαν αυτήν εποχήν δεν θα υπάρξη άνθρωπος μικράς ηλικίας και μεγαλύτερος, ο οποίος δεν θα συμπληρώση τον βιολογικόν χρόνον της ζωής του. Τοτε ο νέος θα είναι εκατόν ετών, εκείνος δε ο οποίος θα αποθνήσκη εις ηλικίαν εκατόν ετών, θα αποθνήσκη δηλαδή προώρως, θα είναι ο αμαρτωλός και ο επικατάρατος.

Ησ. 65,21          καὶ οἰκοδομήσουσιν οἰκίας καὶ αὐτοὶ ἐνοικήσουσι, καὶ καταφυτεύσουσι ἀμπελῶνας καὶ αὐτοὶ φάγονται τὰ γεννήματα αὐτῶν·

Ησ. 65,21                  Και θα οικοδομήσουν τας οικίας των οι άνθρωποι και θα κατοικήσουν αυτοί εις αυτάς και θα φυτεύσουν πλουσίους αμπελώνας και αυτοί θα φάγουν τα γεννήματα των αμπελώνων και των αγρών των.

Ησ. 65,22          καὶ οὐ μὴ οἰκοδομήσουσι καὶ ἄλλοι ἐνοικήσουσι, καὶ οὐ μὴ φυτεύσουσι καὶ ἄλλοι φάγονται· κατὰ γὰρ τὰς ἡμέρας τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς ἔσονται αἱ ἡμέραι τοῦ λαοῦ μου· τὰ γὰρ ἔργα τῶν πόνων αὐτῶν παλαιώσουσιν.

Ησ. 65,22                 Δεν θα ανοικοδομήσουν αυτοί οικίας, δια να κατοικήσουν εις αυτάς άλλοι, και δεν θα φυτεύσουν αμπελώνας, δια να φάγουν άλλοι τον καρπόν. Αι ημέραι της ζωής του νέου λαού μου θα είναι μακραί και πολυχρόνιοι, όπως πολυχρόνιον είναι το δένδρον της ζωής, που υπήρχεν στον παράδεισον. Θα απολαμβάνουν καθ' όλον αυτό το μακρόν διάστημα τους καρπούς των κόπων των, διότι μακρά και πολυχρόνια θα είναι και τα έργα των.

Ησ. 65,23          οἱ δὲ ἐκλεκτοί μου οὐ κοπιάσουσιν εἰς κενὸν οὐδὲ τεκνοποιήσουσιν εἰς κατάραν, ὅτι σπέρμα εὐλογημένον ὑπὸ Θεοῦ ἐστι, καὶ τὰ ἔκγονα αὐτῶν μετ᾿ αὐτῶν ἔσονται.

Ησ. 65,23                 Οι εκλεκτοί μου δεν θα κοπιάσουν εις μάτην, ούτε θα τεκνοποιήσουν προς κατάραν, διότι οι απόγονοι των θα είναι ευλογημένοι από τον Θεόν και τα τέκνα των ευλογημένα μαζή με αυτούς.

Ησ. 65,24          καὶ ἔσται πρὶν ἢ κεκράξαι αὐτούς, ἐγὼ ὑπακούσομαι αὐτῶν, ἔτι λαλούντων αὐτῶν ἐρῶ· τί ἐστι;

Ησ. 65,24                 Και τούτο το καλόν θα συμβή εις αυτούς πριν ακόμη κράξουν δια της προσευχής των προς εμέ, εγώ θα ακούω αυτούς, και ενώ ακόμη θα ομιλούν προς εμέ και θα μου εκθέτουν τα αιτήματά των, εγώ θα τους διακόπτω και θα τους ερωτώ· Τι συμβαίνει;

Ησ. 65,25          τότε λύκοι καὶ ἄρνες βοσκηθήσονται ἅμα, καὶ λέων ὡς βοῦς φάγεται ἄχυρα, ὄφις δὲ γῆν ὡς ἄρτον· οὐκ ἀδικήσουσιν οὐδὲ μὴ λυμανοῦνται ἐπὶ τῷ ὄρει τῷ ἁγίῳ μου, λέγει Κύριος.

Ησ. 65,25                 Τοτε, κατά την ευλογημένην αυτήν εποχήν της χάριτος, λύκοι και αρνιά θα βόσκουν μαζή. Ο λέων θα τρώγη άχυρον ωσάν το βόϊδι, το δε φίδι θα τρώγη την γην ωσάν το ψωμί. Τα άγρια θηρία, οι τέως κακοί άνθρωποι, δεν θα προξενήσουν πλέον καμμίαν βλάβην στο άγιον ορός της Σιών, δεν θα κάμουν κανένα κακόν, λέγει ο Κυριος.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 66- Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ - Η ΕΥΗΜΕΡΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΝ  

ΤΑ ΕΘΝΗ ΘΑ ΤΙΜΗΣΟΥΝ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ

                             Η κρίση του Κυρίου

Ησ. 66,1            Οὕτως λέγει Κύριος· ὁ οὐρανός μοι θρόνος, ἡ δὲ γῆ ὑποπόδιον τῶν ποδῶν μου· ποῖον οἶκον οἰκοδομήσετέ μοι; καὶ ποῖος τόπος τῆς καταπαύσεώς μου;

Ησ. 66,1                    Αυτά λέγει ο Κυριος· Ο απέραντος ουρανός Είναι θρόνος μου, η δε γη υποπόδιον των ποδών μου. Ποίον, λοιπόν, οίκον αντάξιον προς το μεγαλείον μου θα οικοδομήσετε δι' εμέ; Και ποίος τόπος είναι κατάλληλος, δια να αναπαυθώ εις αυτόν;

Ησ. 66,2            πάντα γὰρ ταῦτα ἐποίησεν ἡ χείρ μου, καὶ ἔστιν ἐμὰ πάντα ταῦτα, λέγει Κύριος· καὶ ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ᾿ ἢ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντα τοὺς λόγους μου;

Ησ. 66,2                   Διότι, όλα αυτά, τον ουρανόν και την γην και όσα υπάρχουν εις αυτά, εδημιούργησεν η παντοδύναμος δεξιά μου, ανήκουν όλα εις εμέ, λέγει ο Κυριος. Εγώ όμώς προς ποίον θα ρίψω στοργικόν και προστατευτικόν το βλέμμα μου, ει μη μόνον στον άνθρωπον τον ταπεινόν, τον ήσυχον, ο οποίος τρέμει με σεδασμον τα λόγιά μου και αγωνίζεται να τα εφαρμόζη εις την ζωήν του;

Ησ. 66,3            ὁ δὲ ἄνομος ὁ θύων μοι μόσχον ὡς ὁ ἀποκτένων κύνα, ὁ δὲ ἀναφέρων σεμίδαλιν ὡς αἷμα ὕειον, ὁ διδοὺς λίβανον εἰς μνημόσυνον ὡς βλάσφημος· καὶ αὐτοὶ ἐξελέξαντο τὰς ὁδοὺς αὐτῶν καὶ τὰ βδελύγματα αὐτῶν, ἃ ἡ ψυχὴ αὐτῶν ἠθέλησε,

Ησ. 66,3                    Εξ αντιθέτου εκείνος, που καταπατεί τον Ναμον μου και έχει εν τούτοις την τόλμην να προσφέρη θυσίαν εις εμέ μόσχον, είναι ώσάν εκείνον, ο οποίος προσφέρει σκύλον προς θυσίαν. Και ο παραβάτης του Νομου μου, που προσφέρει θυσίαν σεμιγδάλεως, ομοιάζει με εκείνον, που κάνει σπονδήν με αίμα χοίρου. Και ο αμετανόητος αμαρτωλός, που προσφέρει λιβάνι, δια να τον ενθυμηθή και τφοστατεύση ο Θεός, είναι όμοιος με τον βλάσφημον, διότι αυτοί εις την πραγματικότητα επροτίμησαν τους αμαρτωλούς τρόπους της ζωής των και τα βδελυρά των είδωλα, τα οποία ηθέλησεν η ψυχή των.

Ησ. 66,4            κἀγὼ ἐκλέξομαι τὰ ἐμπαίγματα αὐτῶν καὶ τὰς ἁμαρτίας ἀνταποδώσω αὐτοῖς· ὅτι ἐκάλεσα αὐτοὺς οὐχ ὑπήκουσάν μου, ἐλάλησα καὶ οὐκ ἤκουσαν, καὶ ἐποίησαν τὸ πονηρὸν ἐναντίον ἐμοῦ καὶ ἃ οὐκ ἠβουλόμην ἐξελέξαντο. -

Ησ. 66,4                   Και εγώ εις τιμωρίαν των θα εκλέξω τρόπους, δια των οποίων θα τους εμπαίξω και θα τους εξευτελίσω και θα ανταποδώσω τιμωρίαν εις αυτούς δια τας αμαρτίας των. Διότι τους προσεκάλεσα με στοργήν και αυτοί δεν με υπήκουσαν. Ελάλησα προς αυτούς ως πατήρ προς τέκνα και αυτοί δεν με ήκουσαν και διέπραξαν το πονηρόν ενώπιόν μου. Και επροτίμησαν εκείνα, τα οποία εγώ δεν ήθελα.

 

                        Η ευημερία της Σιών

Ησ. 66,5            Ἀκούσατε ῥήματα Κυρίου οἱ τρέμοντες τὸν λόγον αὐτοῦ· εἴπατε, ἀδελφοὶ ἡμῶν, τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ βδελυσσομένοις, ἵνα τὸ ὄνομα Κυρίου δοξασθῇ καὶ ὀφθῇ ἐν τῇ εὐφροσύνῃ αὐτῶν, κἀκεῖνοι αἰσχυνθήσονται.

Ησ. 66,5                    Ακούσατε τους λόγους του Κυρίου σεις, οι οποίοι με ιερόν δέος προσέχετε τον λόγον αυτού. Είπατε σεις, οι αδελφοί μας οι ευσεβείς, εις εκείνους οι οποίοι σας μισούν και σας αποστρέφονται, προς τους κακούς Ισραηλίτας, ότι το όνομα του Κυρίου εξάπαντος θα δοξασθή και θα φανή η παντοδύναμος προς σας προστασία του, καθ' ον χρόνον εκείνοι θα ευφραίνωνται εν αναμονή της καταστροφής σας! Αυτοί λοιπόν θα καταισχυνθούν.

Ησ. 66,6            φωνὴ κραυγῆς ἐκ πόλεως, φωνὴ ἐκ ναοῦ, φωνὴ Κυρίου ἀνταποδιδόντος ἀνταπόδοσιν τοῖς ἀντικειμένοις.

Ησ. 66,6                   Μεγαλόφωνος κραυγή οδύνης και απελπισίας ακούεται από την πόλιν της Ιερουσαλήμ. Φωνή ακούεται από τον ναόν της. Ακούεται όμώς και η φωνή του Κυρίου, ο οποίος αποστέλλει την δικαίαν τιμωρίαν στους αντιτιθεμένους πρυς αυτόν.

Ησ. 66,7            πρὶν ἢ τὴν ὠδίνουσαν τεκεῖν, πρὶν ἐλθεῖν τὸν πόνον τῶν ὠδίνων, ἐξέφυγε καὶ ἔτεκεν ἄρσεν.

Ησ. 66,7                    Πριν η γεννήση η έγκυος, που αναμένει τας ωδίνας του τοκετού, πριν έλθουν οι πόνοι του τοκετού, διαφεύγει αυτούς και γεννά μάλιστα τέκνον αρσενικόν.

Ησ. 66,8            τίς ἤκουσε τοιοῦτο, καὶ τίς ἑώρακεν οὕτως; ἦ ὤδινε γῆ ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ, ἢ καὶ ἐτέχθη ἔθνος εἰς ἅπαξ; ὅτι ὤδινε καὶ ἔτεκε Σιὼν τὰ παιδία αὐτῆς.

Ησ. 66,8                   Ποιός ήκουσε κάτι τέτοιο και ποιός είδε να πραγματοιτοιήται αυτό; Ανεβλάστησε ποτέ και εκαρποφόρησεν η γη εις μίαν και μονήν ημέραν, η εγεννήθη έθνος ολόκληρον εις μίαν στιγμήν; Και όμώς η νέα Ιερουσαλήμ κατελήφθη αιφνιδίως από τας ωδίνας του τοκετού και εγέννησεν αμέσως τα τέκνα της.

Ησ. 66,9            ἐγὼ δὲ ἔδωκα τὴν προσδοκίαν ταύτην, καὶ οὐκ ἐμνήσθης μου, εἶπε Κύριος. οὐκ ἰδοὺ ἐγὼ γεννῶσαν καὶ στεῖραν ἐποίησα; εἶπεν ὁ Θεός σου.

Ησ. 66,9                   Εγώ δε έδωσα εις σέ, την επιγειον Ιερουσαλήμ, αυτήν την προσδοκίαν και ελπίδα. Συ όμώς δεν με ενεθυμήθης, είπεν ο Κυριος. Δεν είμαι εγώ εκείνος, ο οποίος έκαμα την νέαν Ιερουσαλήμ, ενώ ήτο στείρα, να γεννά; Και την γυναίκα, που έως τώρα εγεννούσε, την παλαιάν Ιερουσαλήμ, δεν την κατέστησα στείραν; Είπεν ο Θεός.

Ησ. 66,10          εὐφράνθητι, Ἱερουσαλήμ, καὶ πανηγυρίσατε ἐν αὐτῇ, πάντες οἱ ἀγαπῶντες αὐτήν, χάρητε ἅμα αὐτῇ χαρᾷ, πάντες ὅσοι πενθεῖτε ἐπ᾿ αὐτῇ,

Ησ. 66,10                  Συν λοιπόν, η νέα Ιερουσαλήμ, ας πλημμυρίσης από χαράν και ευφροσύνην. Ας πανηγυρίσουν δι' αυτήν και εις αυτήν όλοι όσοι την αγαπούν. Χαρήτε χαράν μεγάλην, όσοι άλλοτε είχατε πένθος δια την κοταστροφήν της,

Ησ. 66,11          ἵνα θηλάσητε καὶ ἐμπλησθῆτε ἀπὸ μαστοῦ παρακλήσεως αὐτῆς, ἵνα ἐκθηλάσαντες τρυφήσητε ἀπὸ εἰσόδου δόξης αὐτῆς.

Ησ. 66,11                  δια να θηλάσετε τώρα και χορτάσετε από τον μαστόν της παρηγορίας της. Και αφού χορτασθήτε από το πνευματικόν τούτο γάλα της χαράς, να τρυφήσετε, όταν έλθη η δόξα αυτής.

Ησ. 66,12          ὅτι τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐκκλίνω εἰς αὐτοὺς ὡς ποταμὸς εἰρήνης καὶ ὡς χειμάῤῥους ἐπικλύζων δόξαν ἐθνῶν· τὰ παιδία αὐτῶν ἐπ᾿ ὤμων ἀρθήσονται καὶ ἐπὶ γονάτων παρακληθήσονται.

Ησ. 66,12                  Διότι αυτά λέγει ο Κυριος δια την νέαν Ιερουσαλήμ· Ιδού εγώ στρέφομαι προς αυτούς, σαν πλούσιος ποταμός ειρήνης και χαράς, σαν χείμαρρος, που πλημμυρίζει από την δόξαν των εθνών. Τα έθνη θα προσέλθουν εις την νέαν Σιών, τα παιδιά των θα φέρωνται επάνω στους ώμους των, και εις τα γόνατα των θα ευρίσκουν παρηγορίαν και χαράν.

Ησ. 66,13          ὡς εἴ τινα μήτηρ παρακαλέσει, οὕτως κἀγὼ παρακαλέσω ὑμᾶς, καὶ ἐν Ἱερουσαλὴμ παρακληθήσεσθε.

Ησ. 66,13                  Οπως η μητέρα παρηγορεί και χαροποιεί το παιδί της, έτσι και εγώ θα σας παρηγορήσω, θα σας δώσω χαράν και σεις θα παρηγορηθήτε και θα ενισχυθήτε εις την Ιερουσαλήμ.

Ησ. 66,14          καὶ ὄψεσθε, καὶ χαρήσεται ἡ καρδία ὑμῶν, καὶ τὰ ὀστᾶ ὑμῶν ὡς βοτάνη ἀνατελεῖ· καὶ γνωσθήσεται ἡ χεὶρ Κυρίου τοῖς φοβουμένοις αὐτόν, καὶ ἀπειλήσει τοῖς ἀπειθοῦσιν. -

Ησ. 66,14                  Θα ίδετε την νέαν Ιερουσαλήμ και την δόξαν της, θα χαρή η καρδία σας, και τα κόκκαλα σας θα αναθάλλουν· θα αναζωογονηθούν ωσάν την αναβλαστάνουσαν χλόην. Θα γίνη πλέον γνωστή η παντοδύναμος δεξιά του Κυρίου στους φοβουμένους αυτόν, η οποία όμως θα είναι απειλητική εναντίον εκείνων, που θα εξακολουθούν να παρακούουν.

Ησ. 66,15          ᾿Ἰδοὺ γὰρ Κύριος ὡς πῦρ ἥξει καὶ ὡς καταιγὶς τὰ ἅρματα αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐν θυμῷ ἐκδίκησιν αὐτοῦ καὶ ἀποσκορακισμὸν αὐτοῦ ἐν φλογὶ πυρός.

Ησ. 66,15                  Διότι, ιδού ο Κυριος θα έλθη σαν φωτιά καταστρεπτική δια τους αμαρτωλούς. Τα άρματα του σαν φοβερή καταιγίδα, δια να αποδώση επάνω στον δίκαιον θυμόν του την πρέπουσαν τιμωρίαν, την αποπομπήν και την εξαφάνισιν των αμαρτωλών μέσα εις την φλόγα του πυρός.

Ησ. 66,16          ἐν γὰρ τῷ πυρὶ Κυρίου κριθήσεται πᾶσα ἡ γῆ καὶ ἐν τῇ ῥομφαίᾳ αὐτοῦ πᾶσα σάρξ· πολλοὶ τραυματίαι ἔσονται ὑπὸ Κυρίου.

Ησ. 66,16                  Δια του πυρός του Κυρίου θα κριθούν και θα δικασθούν όλοι οι αμαρτωλοί της οικουμένης και δια της ρομφαίας αυτού θα σφαγή κάθε αμαρτωλή ανθρωπίνη ύπαρξις. Πολλοί θα είναι εκείνοι οι οποίοι θα τιμωρηθούν από τον Κυριον.

Ησ. 66,17          οἱ ἁγνιζόμενοι καὶ καθαριζόμενοι εἰς τοὺς κήπους καὶ ἐν τοῖς προθύροις ἔσθοντες κρέας ὕειον καὶ τὰ βδελύγματα καὶ τὸν μῦν ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἀναλωθήσονται, εἶπε Κύριος,

Ησ. 66,17                  Αυτοί δε είναι εκείνοι, οι οποίοι αγνίζονται και καθαρίζονται στους ειδωλολατρικούς κήπους. Αυτοί, που τρώγουν χοίρειον κρέας εις τα πρόθυρα των ειδωλολατρικών ναών, τα σιχαμερά είδωλόθυτα και τους ποντικούς. Ολοι αυτοί μαζή θα κατακαούν και θα καταστραφούν, είπεν ο Κυριος.

 

                        Τα έθνη θα τιμήσουν τον Κύριο

Ησ. 66,18          κἀγὼ τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὸν λογισμὸν αὐτῶν ἐπίσταμαι. ἔρχομαι συναγαγεῖν πάντα τὰ ἔθνη καὶ τὰς γλώσσας, καὶ ἥξουσι καὶ ὄψονται τὴν δόξαν μου.

Ησ. 66,18                  Εγώ δε γνωρίζω τας σκέψεις και τα έργα αυτών, θα έλθω, δια να συγκεντρώσω όλα τα έθνη και όλας τας γλώσσας της γης· και θα έλθουν και θα ίδουν την δόξαν μου.

Ησ. 66,19          καὶ καταλείψω ἐπ᾿ αὐτῶν σημεῖα καὶ ἐξαποστελῶ ἐξ αὐτῶν σεσωσμένους εἰς τὰ ἔθνη, εἰς Θαρσὶς καὶ Φοὺδ καὶ Λοὺδ καὶ Μοσὸχ καὶ εἰς Θοβὲλ καὶ εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ εἰς τὰς νήσους τὰς πόῤῥω, οἳ οὐκ ἀκηκόασί μου τὸ ὄνομα οὐδὲ ἑωράκασί μου τὴν δόξαν, καὶ ἀναγγελοῦσι τὴν δόξαν μου ἐν τοῖς ἔθνεσι.

Ησ. 66,19                  Θα κάμω και θα δώσω εις αυτούς θαυμαστά γεγονότα, θα αποστείλω από αυτούς σεσωσμένους εις τα έθνη, εις Θαρσίς και Φουδ και Λουδ και Μοσόχ, εις Θοβέλ και εις την Ελλάδα και εις τας μακρυνάς νήσους της Μεσογείου και τα παράλια, προς ανθρώπους, οι οποίοι δεν έχουν μέχρι σήμερον ακούσει το Οναμά μου ούτε και έχουν ίδει την δόξαν μου. Οι απόστολοί μου αυτοί θα κηρύξουν την δόξαν μου εις αυτά τα έθνη.

Ησ. 66,20          καὶ ἄξουσιν τοὺς ἀδελφοὺς ὑμῶν ἐκ πάντων τῶν ἐθνῶν δῶρον Κυρίῳ μεθ᾿ ἵππων καὶ ἁρμάτων ἐν λαμπήναις ἡμιόνων μετὰ σκιαδίων εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν Ἱερουσαλήμ, εἶπε Κύριος, ὡς ἂν ἐνέγκαισαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ τὰς θυσίας αὐτῶν ἐμοὶ μετὰ ψαλμῶν εἰς τὸν οἶκον Κυρίου.

Ησ. 66,20                 Και θα οδηγήσουν τους αδελφούς σας από δλα τα έθνη δώρον στον Κυριον, όχι ως αιχμαλώτους, άλλα θριαμβευτικώς με ίππους και με άρματα και με αμάξας σκεπασμένας με σκιάδια, τας οποίας θα σύρουν ημίονοι. Ολους αυτούς εις την αγίαν πόλιν, την νέαν Ιερουσαλήμ, είπεν ο Κυριος, θα τους οδηγήσουν δια να προσφέρουν εις εμέ οι Ισραηλίται με χαρμοσύνους ψαλμούς και ύμνούς τας θυσίας των, εις εμέ και στον ναόν του Κυρίου.

Ησ. 66,21          καὶ ἀπ᾿ αὐτῶν λήψομαι ἐμοὶ ἱερεῖς καὶ Λευίτας, εἶπε Κύριος.

Ησ. 66,21                  Θα εκλέξω και θα πάρω από αυτούς δι' εμέ ιερείς και Λευΐτας, είπεν ο Κυριος.

Ησ. 66,22          ὃν τρόπον γὰρ ὁ οὐρανὸς καινὸς καὶ ἡ γῆ καινή, ἃ ἐγὼ ποιῶ, μένει ἐνώπιον ἐμοῦ, λέγει Κύριος, οὕτω στήσεται τὸ σπέρμα ὑμῶν καὶ τὸ ὄνομα ὑμῶν.

Ησ. 66,22                 Οπως δε ο νέος ουρανός και η νέα γη, τους οποίους θα δημιουργήσω, θα παραμείνουν ενώπιόν μου αιώνια, έτσι και οι απόγονοί σας θα μείνουν αιώνιοι ενώπιόν μου και το όνομά σας αιώνιον, είπεν ο Κυριος.

Ησ. 66,23          καὶ ἔσται μῆνα ἐκ μηνὸς καὶ σάββατον ἐκ σαββάτου ἥξει πᾶσα σάρξ τοῦ προσκυνῆσαι ἐνώπιον ἐμοῦ ἐν Ἱερουσαλήμ, εἶπε Κύριος.

Ησ. 66,23                 Καθε δε πρώτην του μηνός και κάθε Σαββατον θα έρχωνται οι άνθρωποι εις την νέαν Ιερουσαλήμ, να με προσκυνήσουν, είπεν ο Κυριος.

Ησ. 66,24          καὶ ἐξελεύσονται καὶ ὄψονται τὰ κῶλα τῶν ἀνθρώπων τῶν παραβεβηκότων ἐν ἐμοί· ὁ γὰρ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτήσει, καὶ τὸ πῦρ αὐτῶν οὐ σβεσθήσεται, καὶ ἔσονται εἰς ὅρασιν πάσῃ σαρκί.

Ησ. 66,24                 Θα εξέρχωνται δε και θα βλέπουν τα πτώματα και οστά των ανθρώπων εκείνων, που παρέβησαν τον Νομον μου. Ο σκώληξ που θα κατατρώγη αυτούς, δεν θα ψοφήση και η φωτιά, που θα τους ικατακαίη, δεν θα σβήση. Θα είναι θέαμα φοβερόν δι' όλους τους ανθρώπους.