ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

ΗΣΑΪΑΣ- ΚΕΦ. 48-55

 

 

ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ - ΜΕΣΣΙΑΝΙΚΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 48- Ο ΚΥΡΙΟΣ ΘΑ ΛΥΤΡΩΣΕΙ ΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ

                              Ο Κύριος θα λυτρώσει τον Ισραήλ

Ησ. 48,1            Ἀκούσατε ταῦτα, οἶκος Ἰακὼβ οἱ κεκλημένοι τῷ ὀνόματι Ἰσραὴλ καὶ ἐξ Ἰούδα ἐξελθόντες, οἱ ὀμνύοντες τῷ ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ Ἰσραήλ, μιμνησκόμενοι οὐ μετὰ ἀληθείας οὐδὲ μετὰ δικαιοσύνης

Ησ. 48,1                    Ακούσατε αυτά σεις, οι απόγονοι του Ιακώβ, οι οποίοι έχετε το όνομα του Ισραηλ· σεις που προέρχεσθε από την φυλήν του Ιούδα, σεις που ορκίζεσθε στο όνομα Κυρίου του Θεού του Ισραήλ· σεις, οι οποίοι εις καιρόν θλίψεων και κινδύνων ενθυμείσθε και επικαλείσθε τον Θεόν, οχι όμως με ειλικρίνειαν και ευθύτητα καρδίας ούτε με ζωήν αρετής.

Ησ. 48,2            καὶ ἀντεχόμενοι τῷ ὀνόματι τῆς πόλεως τῆς ἁγίας καὶ ἐπὶ τῷ Θεῷ Ἰσραὴλ ἀντιστηριζόμενοι, Κύριος σαβαὼθ ὄνομα αὐτῷ.

Ησ. 48,2                   Σεις, που κρατείτε ως ίδικον σας το όνομα της αγίας πόλεως, της Ιερουσαλήμ, και λέγετε ότι στηρίζεσθε στον Θεόν του Ισραήλ. Εις εκείνον, του οποίου το όνομα είναι Κυριος των δυνάμεων.

Ησ. 48,3            τὰ πρότερα ἔτι ἀνήγγειλα, καὶ ἐκ τοῦ στόματός μου ἐξῆλθε καὶ ἀκουστὸν ἐγένετο· ἐξάπινα ἐποίησα, καὶ ἐπῆλθε.

Ησ. 48,3                    Προανήγγειλα εκ των προτέρων μελλοντικά γεγονότα. Από το στόμα μου εξήλθον προφητείαι, ηκούσθησαν από σας, έξαφνα δε και, χωρίς να το περιμένετε, επραξα και συνέβησαν τα γεγονότα.

Ησ. 48,4            γινώσκω ὅτι σκληρὸς εἶ, καὶ νεῦρον σιδηροῦν ὁ τράχηλός σου, καὶ τὸ μέτωπόν σου χαλκοῦν.

Ησ. 48,4                   Γνωρίζω, ότι είσαι λαός σκληρός και πεισματάρης, ότι ο τράχηλός σου είναι σιδερένιο και δύσκαμπτον νεύρον, το μέτωπόν σου χάλκινον και ασυγκίνητον.

Ησ. 48,5            καὶ ἀνήγγειλά σοι πάλαι, πρὶν ἐλθεῖν ἐπὶ σὲ ἀκουστόν σοι ἐποίησα· μήποτε εἴπῃς ὅτι τὰ εἴδωλά μου ἐποίησε, καὶ εἴπῃς ὅτι τὰ γλυπτὰ καὶ τὰ χωνευτὰ ἐνετείλατό μοι.

Ησ. 48,5                    Προ πολλού χρόνου σου προανήγγειλα τα γεγονότα, πριν εκσπάσουν εναντίον σου, σε έκαμα να ακούσης τας σχετικάς προφητείας· δια να μη είπης, ότι τα είδωλα, που προσκυνώ, έκαμαν αυτό· να μη πης. ότι τα γλυπτά και χωνευτά αγάλματα προείπαν αυτά εις εμέ.

Ησ. 48,6            ἠκούσατε πάντα, καὶ ὑμεῖς οὐκ ἔγνωτε· ἀλλὰ καὶ ἀκουστά σοι ἐποίησα τὰ καινὰ ἀπὸ τοῦ νῦν, ἃ μέλλει γίνεσθαι, καὶ οὐκ εἶπας.

Ησ. 48,6                   Σεις, οι ισραηλίται ηκούσατε όλα αυτά και όμως δεν ηθελήσατε να τα κατανοήσετε. Αλλά και νέα γεγονότα, τα οποία μέλλουν να γίνουν από τώρα και στο εξής, εγώ σου τα κατέστησα γνωστά και συ δεν είπες, ότι ο Θεός μου τα προανήγγειλε.

Ησ. 48,7            νῦν γίνεται καὶ οὐ πάλαι, καὶ οὐ προτέραις ἡμέραις ἤκουσας αὐτά· μὴ εἴπῃς· ναὶ γινώσκω αὐτά.

Ησ. 48,7                    Τωρα εξαγγέλλονται αι προφητείαι, τώρα λαμβάνουν χώραν τα νέα αυτά γεγονότα και όχι εις παλαιοτέρους χρόνους. Τωρα, και όχι εις προηγουμένας εποχάς, ήκουσες αυτά. Εγιναν δέ, δια να μη είπης· α, ναι τα εγνώριζα.

Ησ. 48,8            οὔτε ἔγνως οὔτε ἠπίστω, οὔτε ἀπ᾿ ἀρχῆς ἤνοιξά σου τὰ ὦτα· ἔγνων γὰρ ὅτι ἀθετῶν ἀθετήσεις καὶ ἄνομος ἔτι ἐκ κοιλίας κληθήσῃ.

Ησ. 48,8                   Ούτε εγνώριζες, ούτε είχες μάθει, ούτε εγώ δια την απιστίαν σου σου είχα ανοίξει από τότε τα αυτιά της ψυχής σου, ώστε να ακούσης και γνωρίσης τας προφητείας. Τούτο δέ, διότι εγώ εγνώριζα, ότι συ ασφαλώς και βεβαίως θα αθετήσης αυτά, ότι ήσο και θα ωνομάζεσο παράνομος από την αρχήν της εθνικής υπάρξεώς σου.

Ησ. 48,9            ἕνεκεν τοῦ ἐμοῦ ὀνόματος δείξω σοι τὸν θυμόν μου καὶ τὰ ἔνδοξά μου ἐπάξω ἐπὶ σέ, ἵνα μὴ ἐξολοθρεύσω σε.

Ησ. 48,9                   Προς δόξαν όμως και σεβασμόν του Ονόματός μου θα δείξω εις σε την οργήν μου. Επειτα θα πραγματοποιήσω εις σε ένδοξα γεγονότα, δια να μη σε εξολοθρεύσω εντελώς.

Ησ. 48,10          ἰδοὺ πέπρακά σε οὐχ ἕνεκεν ἀργυρίου, ἐξειλάμην δέ σε ἐκ καμίνου πτωχείας·

Ησ. 48,10                  Ιδού, σας επώλησα δούλους στους Βαβυλωνίους, όχι βέβαια έναντι αργυρίου· άλλα και σας απήλλαξα από την κάμινον της πτωχείας κατά τον καιρόν της αιχμαλωσίας σας.

Ησ. 48,11          ἕνεκεν ἐμοῦ ποιήσω σοι, ὅτι τὸ ἐμὸν ὄνομα βεβηλοῦται, καὶ τὴν δόξαν μου ἑτέρῳ οὐ δώσω.

Ησ. 48,11                  Χαριν εμού θα σας σώσω, διότι εκεί βεβηλώνεται το Ονομά μου και δεν θα παραδώσω την δόξαν μου εις άλλον θεόν.

Ησ. 48,12          Ἄκουέ μου, Ἰακὼβ καὶ Ἰσραήλ, ὃν ἐγὼ καλῶ· ἐγώ εἰμι πρῶτος, καὶ ἐγώ εἰμι εἰς τὸν αἰῶνα,

Ησ. 48,12                  Ακούσατέ με, λοιπόν, σεις οι απόγονοι του Ιακώβ, συ Ισραηλιτικέ λαέ, τον οποίον εγώ απ' αρχής εκάλεσα και καλώ ίδικόν μου λαόν. Εγώ είμαι ο πρώτος, εγώ είμαι και μετά ταύτα στους οίωνας των αιώνων.

Ησ. 48,13          καὶ ἡ χείρ μου ἐθεμελίωσε τὴν γῆν, καὶ ἡ δεξιά μου ἐστερέωσε τὸν οὐρανόν. καλέσω αὐτούς, καὶ στήσονται ἅμα

Ησ. 48,13                  Το παντοδύναμον χέρι μου εθεμελίωσεν ασφαλή την γην και η δεξιά μου εστερέωσε τν έναστρον ουρανόν. Θα προσκαλέσω όλα αυτά, και αμέσως θα σταθούν εις προσοχήν ενώπιόν μου.

Ησ. 48,14          καὶ συναχθήσονται πάντες καὶ ἀκούσονται. τίς αὐτοῖς ἀνήγγειλε ταῦτα; ἀγαπῶν σε ἐποίησα τὸ θέλημά σου ἐπὶ Βαβυλῶνα τοῦ ἆραι σπέρμα Χαλδαίων.

Ησ. 48,14                  Ας συγκεντρωθούν όλοι και ας ακούσουν με προσοχήν, ποιός εκ των προτέρων ανήγγειλεν εις αυτούς αυτά; Εγώ, επειδή σε ηγάπησα, έκαμα το θέλημά σου εις βάρος της Βαβυλώνος· να εξολοθρεύσω τους απογόνους των Χαλδαίων.

Ησ. 48,15          ἐγὼ ἐλάλησα, ἐγὼ ἐκάλεσα, ἤγαγον αὐτὸν καὶ εὐώδωσα τὴν ὁδὸν αὐτοῦ.

Ησ. 48,15                  Εγώ ωμίλησα στον Κύρον, εγώ τον προσεκάλεσα και τον ωδηγησα, εγώ ευώδωσα τον δρόμον του.

Ησ. 48,16          προσαγάγετε πρός με καὶ ἀκούσατε ταῦτα· οὐκ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐν κρυφῇ λελάληκα, οὐδὲ ἐν τόπῳ γῆς σκοτεινῷ· ἡνίκα ἐγένετο, ἐκεῖ ἤμην, καὶ νῦν Κύριος ἀπέστειλέ με καὶ τὸ πνεῦμα αὐτοῦ.

Ησ. 48,16                  Ελάτε προς εμέ, ω Ισραηλίται, και ακούσατε αυτά. Δεν είπα αυτά εις μακρυνήν εποχήν κρυφίως, ούτε εις κανένα σκοτεινόν τόπον. Οταν επραγματοποιούντο αι προφητείαι μου, ήμουν εκεί βοηθών τον Κύρον. Και τώρα ο Κύρος λέγει· ο Κυριος με έστειλε και το πνεύμα του.

Ησ. 48,17          οὕτως λέγει Κύριος ὁ ῥυσάμενός σε, ὁ ἅγιος Ἰσραήλ· ἐγώ εἰμι ὁ Θεός σου, δέδειχά σοι τοῦ εὑρεῖν σε τὴν ὁδόν, ἐν ᾗ πορεύσῃ ἐν αὐτῆ.

Ησ. 48,17                  Αυτά λέγει ο Κυριος, ο οποίος σε ηλευθέρωσε, ο άγιος Θεός του ισραηλιτικού λαού· Εγώ είμαι ο Θεός σου, εγώ έδειξα εις σε να εύρης την αληθινήν οδόν, εις την οποίαν και πρέπει να πορευθής, εάν θέλης την σωτηρίαν σου.

Ησ. 48,18          καὶ εἰ ἤκουσας τῶν ἐντολῶν μου, ἐγένετο ἂν ὡσεὶ ποταμὸς ἡ εἰρήνη σου καὶ ἡ δικαιοσύνη σου ὡς κῦμα θαλάσσης·

Ησ. 48,18                  Και εάν είχες ακούσει τας εντολάς μου, η ειρήνη και η ευτυχία σου θα εγίνετο πλούσια και ανεξάντλητος, ώσαν ποταμός και η δικαιοσύνη σου ώσαν το κύμα της θαλάσσης.

Ησ. 48,19          καὶ ἐγένετο ἂν ὡς ἡ ἄμμος τὸ σπέρμα σου καὶ τὰ ἔκγονα τῆς κοιλίας σου ὡς ὁ χοῦς τῆς γῆς· οὐδὲ νῦν οὐ μὴ ἐξολοθρευθῇς, οὐδὲ ἀπολεῖται τὸ ὄνομά σου ἐνώπιον ἐμοῦ. -

Ησ. 48,19                  Οι απόγονοί σου θα ήσαν τόσοι πολλοί, όση η άμμος της θαλάσσης· τα δε τέκνα σου αναρίθμητα, όπως είναι το χώμα της γης. Αλλα ούτε και τώρα θα εξολοθρευθής, ούτε θα χαθή το όνομά σου από εμπρός μου.

Ησ. 48,20          Ἔξελθε ἐκ Βαβυλῶνος φεύγων ἀπὸ τῶν Χαλδαίων· φωνὴν εὐφροσύνης ἀναγγείλατε, καὶ ἀκουστὸν γενέσθω τοῦτο, ἀπαγγείλατε ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς, λέγεται· ἐῤῥύσατο Κύριος τὸν δοῦλον αὐτοῦ Ἰακώβ·

Ησ. 48,20                 Εβγα, λοιπόν, ελεύθερος, ω ισραηλιτικέ λαέ, από την Βαβυλώνα. Φυγε από την χώραν των Χαλδαίων. Με φωνάς χαράς και ευφροσύνης αναγγείλατε το ευχάριστον τούτο γεγονός. Ας γίνη τούτο παντού ακουστόν. Κηρύξατέ το εις τα πέρατα της γης. Είπατε ότι ο Κυριος απήλλαξε τον δούλον του, τους απογόνους του Ιακώβ, από την δουλείαν των Βαβυλωνίων.

Ησ. 48,21          καὶ ἐὰν διψήσωσι, δι᾿ ἐρήμου ἄξει αὐτούς, ὕδωρ ἐκ πέτρας ἐξάξει αὐτοῖς· σχισθήσεται πέτρα, καὶ ῥυήσεται ὕδωρ, καὶ πίεται ὁ λαός μου.

Ησ. 48,21                  Εάν αυτό διψήσουν, καθ' ον χρόνον ο Θεός θα τους όδηγή δια μέσου της έρημου, θα βγάλη νερό προς χάριν αυτών από τον βράχον. Θα σχισθή η πέτρα και θα αναβλύζουν ύδατα, δια να πίη ο λαός μου.

Ησ. 48,22          οὐκ ἐστι χαίρειν, λέγει Κύριος, τοῖς ἀσεβέσιν.

Ησ. 48,22                 Χαρά και ευφροσύνη δεν υπάρχει στους ασεβείς ανθρώπους, λέγει ο Κυριος.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 49- Ο ΔΟΥΛΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΦΩΣ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΛΑΩΝ

ΕΠΑΓΓΕΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΙΩΝ

                              Ο δούλος του Κυρίου φως και σωτήρας των λαών

Ησ. 49,1            Ἀκούσατέ μου, νῆσοι, καὶ προσέχετε, ἔθνη· διὰ χρόνου πολλοῦ στήσεται, λέγει Κύριος. ἐκ κοιλίας μητρός μου ἐκάλεσε τὸ ὄνομά μου

Ησ. 49,1                    Ακούσατέ με, νήσοι και παράλιοι περιοχαί· δώσατε προσοχήν εις τα λόγιά μου, έθνη ειδωλολατρικά. Επειτα από πολύν χρόνον θα συμβούν αυτά, λέγει ο Κυριος. Εκ κοιλίας μητρός μου με εκάλεσεν ονομαστικώς ο Κυριος.

Ησ. 49,2            καὶ ἔθηκε τὸ στόμα μου ὡσεὶ μάχαιραν ὀξεῖαν καὶ ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς χειρὸς αὐτοῦ ἔκρυψέ με, ἔθηκέ με ὡς βέλος ἐκλεκτὸν καὶ ἐν τῇ φαρέτρᾳ αὐτοῦ ἔκρυψέ με.

Ησ. 49,2                   Ωσάν οξείαν κοπτερήν μάχαιραν έκαμε το στόμα μου. Κατω από την προστατευτικήν του χείρα με έκρυψεν από κινδύνους και απειλάς. Με έκαμε βέλος εύστοχον, με έκρυψεν εις την φαρέτραν του

Ησ. 49,3            καὶ εἶπέ μοι· δοῦλός μου εἶ σύ, Ἰσραήλ, καὶ ἐν σοὶ δοξασθήσομαι.

Ησ. 49,3                    και μου είπε· Συ είσαι δούλος μου, εγώ δε δια σου θα δοξασθώ.

Ησ. 49,4            καὶ ἐγὼ εἶπα· κενῶς ἐκοπίασα, εἰς μάταιον καὶ εἰς οὐδὲν ἔδωκα τὴν ἰσχύν μου· διὰ τοῦτο ἡ κρίσις μου παρὰ Κυρίῳ, καὶ ὁ πόνος μου ἐναντίον τοῦ Θεοῦ μου.

Ησ. 49,4                   Και εγώ είπα τότε· πως, Κυριε, θα δοξασθής από εμέ; Εγώ εις τα χαμένα εκοπίασα. Ματαίως και προς κανένα αγαθόν έργον και αποτέλεσμα δεν διέθεσα την δύναμίν μου. Δια τούτο το δίκαιόν μου και την κρίσιν μου αναθέτω στον Κυριον. Η θλίψίς μου είναι ενώπιον του Θεού.

Ησ. 49,5            καὶ νῦν οὕτως λέγει Κύριος ὁ πλάσας με ἐκ κοιλίας δοῦλον ἑαυτῷ τοῦ συναγαγεῖν τὸν Ἰακὼβ πρὸς αὐτὸν καὶ Ἰσραὴλ - συναχθήσομαι καὶ δοξασθήσομαι ἐναντίον Κυρίου, καὶ ὁ Θεός μου ἔσται μοι ἰσχὺς -

Ησ. 49,5                    Και τώρα έτσι λέγει ο Κυριος, αυτός που με επλασεν ευθύς εξ αρχής και με ώρισεν ως υπηρετήν του, δια να συγκεντρώσω πλησίον του τους απογόνους του Ιακώβ, τον Ισραηλιτικόν λαόν. Θα συγκεντρωθώμεν, λοιπόν, και θα δοξασθώμεν ενώπιον του Κυρίου και Κυριος ο Θεός μας θα είναι η δύναμίς μας.

Ησ. 49,6            καὶ εἶπέ μοι· μέγα σοί ἐστι τοῦ κληθῆναί σε παῖδά μου τοῦ στῆσαι τὰς φυλὰς Ἰακὼβ καὶ τὴν διασπορὰν τοῦ Ἰσραὴλ ἐπιστρέψαι· ἰδοὺ δέδωκά σε εἰς διαθήκην γένους, εἰς φῶς ἐθνῶν τοῦ εἶναί σε εἰς σωτηρίαν ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς. -

Ησ. 49,6                   Ο Κυριος μου είπεν ακόμη· Είναι μεγάλη δια σε τιμή, να ονομασθής δούλος και υπηρέτης μου. Να αποκαταστήσης ελευθέρας τας φυλάς του Ιακώβ και να επαναφέρης τους ανά τα διάφορα έθνη διεσκορπισμένους Ισραηλίτας. Ιδού, εγώ σε έχω δώσει εις εκπλήρωσιν της διαθήκης μου προς το γένος το Ισραηλιτικόν. Ως φως δι' όλα τα έθνη. Να είσαι συ ο σωτήρ εις όλους τους λαούς, μέχρι και των περάτων της γης.

 

                              Επαγγελία για την αποκατάσταση της Σιών

Ησ. 49,7            Οὕτως λέγει Κύριος ὁ ῥυσάμενός σε, ὁ Θεὸς Ἰσραήλ· ἁγιάσατε τὸν φαυλίζοντα τὴν ψυχὴν αὐτοῦ, τὸν βδελυσσόμενον ὑπὸ τῶν ἐθνῶν τῶν δούλων τῶν ἀρχόντων· βασιλεῖς ὄψονται αὐτὸν καὶ ἀναστήσονται, ἄρχοντες καὶ προσκυνήσουσιν αὐτῷ ἕνεκεν Κυρίου· ὅτι πιστός ἐστιν ὁ ἅγιος Ἰσραήλ, καὶ ἐξελεξάμην σε.

Ησ. 49,7                    Αυτά λέγει ο Κυριος, ο λυτρωτής και ελευθερωτής σου, ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού· Ως άγιον τιμήσατε και δοξάσατε αυτόν, ο οποίος καταφρονεί και παραδίδει εις θάνατον την ζωήν του. Αυτόν, τον οποίον βδελύσσονται τα αμαρτωλά έθνη, οι δούλοι των αρχόντων. Βασιλείς όμως θα τον ίδουν και θα εγερθούν μετά σεβασμού ενώπιόν του και άρχοντες, οι οποίοι και θα τον προσκυνήσουν ένεκεν Κυρίου του Θεού, διότι ο άγιος Θεός του Ισραηλιτικού λαού, είναι κατά πάντα αληθής και αξιόπιστος εις τας υποσχέσστου. Και εγώ ο Κυριος σε εξέλεξα.

Ησ. 49,8            οὕτως λέγει Κύριος· καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι καὶ ἔπλασά σε καὶ ἔδωκά σε εἰς διαθήκην ἐθνῶν τοῦ καταστῆσαι τὴν γῆν καὶ κληρονομῆσαι κληρονομίας ἐρήμους,

Ησ. 49,8                   Αυτά λέγει ο Κυριος· Εις κατάλληλον και ευπρόσδεκτον καιρόν εγώ ήκουσα την προσευχήν σου, εις ημέραν σωτηρίας σε εβοήθησα. Εγώ σε έπλασα. Εδωκα σε ως νέαν διαθήκην μετά των εθνών, δια να αποκαταστήσης τους ανθρώπους της γης, και να απόκτησης ως ίδικήν σου μόνιμον ιδιοκτησίαν τους έως τώρα ερήμους από χάριν Θεού λαούς.

Ησ. 49,9            λέγοντα τοῖς ἐν δεσμοῖς· ἐξέλθετε, καὶ τοῖς ἐν τῷ σκότει· ἀνακαλυφθῆναι. ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς βοσκηθήσονται, καὶ ἐν πάσαις ταῖς τρίβοις ἡ νομὴ αὐτῶν·

Ησ. 49,9                   Συ, ο δούλος μου, θα είπης στους δεσμίους· Εξέλθετε ελεύθεροι από τα δεσμά σας· και εις αυτούς, που ευρίσκονται στο σκότος της αγνοίας και της πλάνης να φανερωθούν, να έλθουν στο φως της αληθείας. Οσοι θα σε υπακούσουν και θα έλθουν κοντά σου, θα γίνουν ιδικόν σου ποίμνιον. Εις όλας τας πορείας της ζωής των θα ευρίσκουν πλουσίαν τροφήν. Εις όλας τας οδούς, που θα πορεύωνται, θα υπάρχη πάντοτε η διατροφή των.

Ησ. 49,10          οὐ πεινάσουσιν οὐδὲ διψήσουσιν, οὐδὲ πατάξει αὐτοὺς καύσων, οὐδὲ ὁ ἥλιος, ἀλλ᾿ ὁ ἐλεῶν αὐτοὺς παρακαλέσει καὶ διὰ πηγῶν ὑδάτων ἄξει αὐτούς·

Ησ. 49,10                  Δεν θα πεινάσουν πλέον, ούτε και θα διψήσουν. Δεν θα τους κτυπήση πλέον ούτε το καύμα, ούτε ο ήλιος, αλλά ο γεμάτος έλεος και ευσπλαγχνίαν προς αυτούς Θεός θα τους παρηγόρηση και θα τους οδηγή δια μέσου πηγών αφθόνων υδάτων.

Ησ. 49,11          καὶ θήσω πᾶν ὄρος εἰς ὁδὸν καὶ πᾶσαν τρίβον εἰς βόσκημα αὐτοῖς.

Ησ. 49,11                  Θα μεταβάλω δι' αυτούς κάθε βουνόν εις δρόμον βατόν, και κάθε δρόμον πλούσιον εις διατροφήν των.

Ησ. 49,12          ἰδοὺ οὗτοι πόῤῥωθεν ἔρχονται, οὗτοι ἀπὸ βοῤῥᾶ καὶ οὗτοι ἀπὸ θαλάσσης, ἄλλοι δὲ ἐκ γῆς Περσῶν.

Ησ. 49,12                  Ιδού, αυτοί έρχονται από μακρυνάς περιοχάς. Αλλοι έρχονται από τον βορράν, άλλοι από δυσμάς και άλλοι από την χώραν των Περσών.

Ησ. 49,13          εὐφραίνεσθε, οὐρανοί, καὶ ἀγαλλιάσθω, ἡ γῆ, ῥηξάτωσαν τὰ ὄρη εὐφροσύνην, ὅτι ἠλέησεν ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ καὶ τοὺς ταπεινοὺς τοῦ λαοῦ αὐτοῦ παρεκάλεσεν.

Ησ. 49,13                  Ευφραίνεσθε οι ουρανοί, ας χαίρη και ας αγαλλεται η γη. Τα όρη ας έκσπάσουν εις χαρμοσύνους κραυγάς, διότι ο Κυριος ηλέησε τον λαόν του, παρηγόρησε και ενίσχυσε τους ταπεινούς ανθρώπους του λαού του.

Ησ. 49,14          Εἶπε δὲ Σιών· ἐγκατέλιπέ με Κύριος, καὶ ὁ Κύριος ἐπελάθετό μου.

Ησ. 49,14                  Παρά τας πλουσίας όμως αυτάς ευλογίας η Σιών είπε· Ο Κυριος με εγκατέλειψε, ο Κυριος με ελησμονησε.

Ησ. 49,15          μὴ ἐπιλήσεται γυνὴ τοῦ παιδίου αὐτῆς τοῦ μὴ ἐλεῆσαι τὰ ἔκγονα τῆς κοιλίας αὐτῆς; εἰ δὲ καὶ ταῦτα ἐπιλάθοιτο γυνή, ἀλλ᾿ ἐγὼ οὐκ ἐπιλήσομαί σου, εἶπε Κύριος.

Ησ. 49,15                  Αλλα, μήπως είναι δυνατόν μια μητέρα να λησμονήση το παιδί της, να μη σπλαγχνισθή και ελεηση τους καρπούς των σπλάγχνων της; Εάν δε και, έστω, μια μητέρα λησμονήση και απαρνηθή τα παιδιά της, εγώ ποτέ δεν θα σε λησμονήσω, είπεν ο Κυριος.

Ησ. 49,16          ἰδοὺ ἐπὶ τῶν χειρῶν μου ἐζωγράφηκά σου τὰ τείχη, καὶ ἐνώπιόν μου εἶ διαπαντός·

Ησ. 49,16                  Ιδού, έχω ζωγραφίσει εις τα χέρια μου τα τείχη σου, Ιερουσαλήμ, και έτσι ευρίσκεσαι δια παντός προ των οφθαλμών μου.

Ησ. 49,17          καὶ ταχὺ οἰκοδομηθήσῃ ὑφ᾿ ὧν καθῃρέθης, καὶ οἱ ἐρημώσαντές σε ἐξελεύσονται ἐκ σοῦ.

Ησ. 49,17                  Συντόμως θα ανοικοδομηθής από εκείνους μάλιστα, οι οποίοι σε εκρήμνισαν. Και οι εχθροί σου, οι οποίοι σε κατέλαβαν και σε ερήμωσαν, θα φύγουν από την περιοχήν σου.

Ησ. 49,18          ἆρον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλμούς σου καὶ ἰδὲ πάντας, ἰδοὺ συνήχθησαν καὶ ἤλθοσαν πρός σε· ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ὅτι πάντας αὐτοὺς ὡς κόσμον ἐνδύσῃ καὶ περιθήσῃ αὐτοὺς ὡς κόσμον νύμφης.

Ησ. 49,18                  Υψωσε τα μάτιά σου, ω Ιερουσαλήμ· στρέψε ολόγυρά σου και ιδέ όλους. Ιδού, έχουν συναχθή και ήλθαν προς σέ. Ορκίζομαι, λέγει ο Κυριος, ότι θα ενδυθής ως στολισμόν όλους αυτούς. Θα τους περιβληθής ωσάν στολισμόν νύμφης,

Ησ. 49,19          ὅτι τὰ ἔρημά σου καὶ τὰ διεφθαρμένα καὶ τὰ πεπτωκότα νῦν στενοχωρήσει ἀπὸ τῶν κατοικούντων, καὶ μακρυνθήσονται ἀπὸ σοῦ οἱ καταπίνοντές σε.

Ησ. 49,19                  διότι αι ερημωθείσαι περιοχαί σου, τα καταστραφέντα και εις ερείπια κείμενα μέρη σου, θα αποδειχθούν τώρα πολύ στενά, δια να περιλάβουν τους νέους κατοίκους σου. Εκείνοι δέ, οι οποίοι σε κατέστρεψαν και ήθελαν να σε καταπιούν, θα απομακρυνθούν πλέον από σέ.

Ησ. 49,20          ἐροῦσι γὰρ εἰς τὰ ὦτά σου οἱ υἱοί σου, οὓς ἀπολώλεκας· στενός μοι ὁ τόπος, ποίησόν μοι τόπον, ἵνα κατοικήσω.

Ησ. 49,20                 Τα παιδιά σου δέ, τα οποία συ εθεώρησες ως χαμένα, άλλα τώρα έχουν επανέλθει, θα είπουν εις τα αυτιά σου· Στενός είναι ο τόπος αυτός δι ημάς. Ετοίμασε τόπον, δια να κατοικήσωμέν με μεγαλυτέραν άνεσιν.

Ησ. 49,21          καὶ ἐρεῖς ἐν τῇ καρδίᾳ σου· τίς ἐγέννησέ μοι τούτους; ἐγὼ δὲ ἄτεκνος καὶ χήρα, τούτους δὲ τίς ἐξέθρεψέ μοι; ἐγὼ δὲ κατελείφθην μόνη, οὗτοι δέ μοι ποῦ ἦσαν;

Ησ. 49,21                  Και τότε συ, γεμάτη χαράν θα είπης από μέσα σου· Ποιός προς χάριν εμού έγεννησεν αυτούς τους υιούς; Εγώ ήμουνα άτεκνος και χήρα. Αυτά τα παιδιά μου ποιός τα ανέθρεψε; Εγώ είχα εγκαταλειφθή μόνη και έρημος. Αυτοί δέ, που ήλθαν τώρα προς εμέ, που ευρίσκοντο προηγουμένως;

Ησ. 49,22          Οὕτως λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ αἴρω εἰς τὰ ἔθνη τὴν χεῖρά μου καὶ εἰς τὰς νήσους ἀρῶ σύσσημόν μου, καὶ ἄξουσι τοὺς υἱούς σου ἐν κόλπῳ, τὰς δὲ θυγατέρας σου ἐπ᾿ ὤμων ἀροῦσι,

Ησ. 49,22                 Ούτω λέγει ο Κυριος, ο Κυριος· Ιδού εγώ υψώνω εις τα ειδωλολατρικά έθνη την χείρα μου, εις τας νήσους και εις τας παραλίους χώρας θα υψώσω την σημαίαν μου και οι κάτοικοι αυτών θα φέρουν τους υιούς σου, ω Ιερουσαλήμ, εις την αγκάλην των, τας δε θυγατέρας σου θα υψώσουν επάνω στους ώμους των.

Ησ. 49,23          καὶ ἔσονται βασιλεῖς τιθηνοί σου, αἱ δὲ ἄρχουσαι τροφοί σου· ἐπὶ πρόσωπον τῆς γῆς προσκυνήσουσί σε καὶ τὸν χοῦν τῶν ποδῶν σου λείξουσι· καὶ γνώσῃ ὅτι ἐγὼ Κύριος, καὶ οὐκ αἰσχυνθήσονται οἱ ὑπομένοντές με.

Ησ. 49,23                 Βασιλείς θα είναι οι τροφείς σου και αι αρχόντισσαι θα είναι αι παραμάναι σου. Θα πέσουν στο πρόσωπον της γης και θα σε προσκυνήσουν, θα γλύψουν το χώμα των ποδών σου, και έτσι θα πληροφορηθής και θα μάθης, ότι εγώ είμαι ο Κυριος και όλοι εκείνοι, οι οποίοι στηρίζουν με επιμονήν τας ελπίδας των εις σέ, δεν θα εντραπούν.

Ησ. 49,24          μὴ λήψεταί τις παρὰ γίγαντος σκῦλα; καὶ ἐὰν αἰχμαλωτεύσῃ τις ἀδίκως, σωθήσεται;

Ησ. 49,24                 Ισως όμώς κάποιος θα ερωτήση· Μηπως είναι δυνατόν να πάρη κανείς λάφυρα από γίγαντα; Εάν δηλαδή αιχμαλωτισθή κανείς από σκληρόν και ισχυρόν αυθέντην, είναι δυνατόν να σωθή από την αιχμαλωσίαν του;

Ησ. 49,25          οὕτως λέγει Κύριος· ἐάν τις αἰχμαλωτεύσῃ γίγαντα, λήψεται σκύλα· λαμβάνων δὲ παρὰ ἰσχύοντος σωθήσεται· ἐγὼ δὲ τὴν κρίσιν σου κρινῶ, καὶ ἐγὼ τοὺς υἱούς σου ῥύσομαι·

Ησ. 49,25                 Ούτω όμως απαντά ο Κυριος προς αυτόν· Εάν κανείς με την ιδικήν μου δύναμιν συλλάβη ως αιχμάλωτον γίγαντα, θα πάρη χωρίς φόβον λάφυρα από αυτόν. Λαμβάνων δε τα λάφυρα και τα όπλα εκείνου του ισχυρού, θα σωθή και δεν θα πάθη τίποτε. Εγώ θα δικάσω και θα αποδώσω εις σε το δίκαιον, εναντίον των Βαβυλωνίων, του γίγαντος αυτού που σε εταλαιπώρησε! Εγώ θα γλυτώσω τους δούλους σου από την αιχμαλωσίαν.

Ησ. 49,26          καὶ φάγονται οἱ θλίψαντές σε τὰς σάρκας αὐτῶν καὶ πίονται ὡς οἶνον νέον τὸ αἷμα αὐτῶν καὶ μεθυσθήσονται, καὶ αἰσθανθήσεται πᾶσα σάρξ ὅτι ἐγὼ Κύριος ὁ ῥυσάμενός σε καὶ ἀντιλαμβανόμενος ἰσχύος Ἰακώβ.

Ησ. 49,26                 Εκείνοι δέ, οι οποίοι σε εταλαιπώρησαν και σε έθλιψαν, θα φαγωθούν αναμεταξύ των, θα αλληλοεξοντωθούν, θα πιουν το αίμα των ωσάν νέον κρασί, και θα μεθυσθούν από την μανίαν του φόνου και του μίσους. Και τότε κάθε άνθρωπος θα εννοήση και θα αισθανθή, ότι εγώ ο Κυριος είμαι ο λυτρωτής σου, ο παρέχων δύναμιν εις σέ, τον Ιακώβ.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 50- Ο ΚΥΡΙΟΣ ΑΠΟΚΡΙΝΕΤΑΙ ΣΤΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΤΟΥ

                               Ο Κύριος αποκρίνεται στα παράπονα του λαού του

Ησ. 50,1            Οὕτως λέγει Κύριος· ποῖον τὸ βιβλίον τοῦ ἀποστασίου τῆς μητρὸς ὑμῶν, ᾧ ἐξαπέστειλα αὐτήν; ἢ τίνι ὑπόχρεῳ πέπρακα ὑμᾶς; ἰδοὺ ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν ἐπράθητε, καὶ ταῖς ἀνομίαις ὑμῶν ἐξαπέστειλα τὴν μητέρα ὑμῶν.

Ησ. 50,1                    Ούτω λέγει ο Κυριος· Που και ποίον είναι το έγγραφον του διαζυγίου της μητέρας σας, δια του οποίου διεζεύχθην και την εγκατέλειψα; Η εις ποίον δανειστήν μου σας επώλησα; Δεν σας επώλησα εγώ δούλους, αλλά σεις λόγω των αμαρτιών σας επωλήθητε, εξ αιτίας δε των παρανομιών σας απέπεμψα την μητέρα σας, την Σιών.

Ησ. 50,2            τί ὅτι ἦλθον καὶ οὐκ ἦν ἄνθρωπος; ἐκάλεσα καὶ οὐκ ἦν ὁ ὑπακούων; μὴ οὐκ ἰσχύει ἡ χείρ μου τοῦ ῥύσασθαι ἢ οὐκ ἰσχύω τοῦ ἐξελέσθαι; ἰδοὺ τῇ ἀπειλῇ μου ἐξερημώσω τὴν θάλασσαν καὶ θήσω ποταμοὺς ἐρήμους, καὶ ξηρανθήσονται οἱ ἰχθύες αὐτῶν ἀπὸ τοῦ μὴ εἶναι ὕδωρ καὶ ἀποθανοῦνται ἐν δίψει.

Ησ. 50,2                    Διατί, όταν ήλθα, δεν υπήρξεν άνθρωπος να με υποδεχθή; Διατί, όταν προσεκάλεσα, δεν υπήρξε κανείς, που να υπακούση εις την πρόσκλησίν μου; Μηπως δεν είναι ισχυρά η χείρ μου, δια να σας ελευθερώση και σας σώση η δεν έχω την δύναμιν να σας βγάλω από την χώραν της αιχμαλωσίας σας; Ιδού, εγώ με την απειλήν μου δύναμαι να ξηράνω και να κάμω έρημον την θάλασσαν να καταστήσω ξηρούς και ερήμους τους ποταμούς, ώστε να αποθάνουν από την δίψαν τα ψάρια, διότι δεν θα υπάρχη ύδωρ.

Ησ. 50,3            ἐνδύσω τὸν οὐρανὸν σκότος καὶ ὡς σάκκον θήσω τὸ περιβόλαιον αὐτοῦ.

Ησ. 50,3                    Εγώ ημπορώ να ενδύσω με σκοτάδι τον ουρανόν και να μεταβάλω την λαμπράν περιβολήν και εμφάνισίν του εις πένθιμον σάκκον.

Ησ. 50,4            Κύριος δίδωσί μοι γλῶσσαν παιδείας τοῦ γνῶναι ἡνίκα δεῖ εἰπεῖν λόγον ἔθηκέ μοι πρωΐ πρωΐ, προσέθηκέ μοι ὠτίον ἀκούειν·

Ησ. 50,4                    Ο Κυριος μου έχει δώσει γλώσσαν παιδείας και σοφίας, δια να γνωρίζω τι και πότε πρέπει να ομιλήσω. Πολύ ενωρίς μου εδώσε την μόρφωσιν αυτήν και μου προσέθεσεν οξύτητα ακοής, δια να ακούω την αλήθειαν και υπακούω εις αυτόν.

Ησ. 50,5            καὶ ἡ παιδεία Κυρίου Κυρίου ἀνοίγει μου τὰ ὦτα, ἐγὼ δὲ οὐκ ἀπειθῶ οὐδὲ ἀντιλέγω,

Ησ. 50,5                    Η δια των παιδαγωγικών παθημάτων παιδεία του Κυρίου, μάλιστα του Κυρίου, μου ανοίγει τα αυτιά, εγώ δε δεν απειθώ, δεν αντιλέγω εις την παιδείαν αυτήν.

Ησ. 50,6            τὸν νῶτόν μου ἔδωκα εἰς μάστιγας, τὰς δὲ σιαγόνας μου εἰς ῥαπίσματα, τὸ δὲ πρόσωπόν μου οὐκ ἀπέστρεψα ἀπὸ αἰσχύνης ἐμπτυσμάτων·

Ησ. 50,6                    Εδωκα τον νώτον μου εις μάστιγας και τας σιαγόνας μου εις ραπίσματα, το δε πρόσωπόν μου δεν το απέστρεψα από την αισχύνην των εμπτυσμάτων.

Ησ. 50,7            καὶ Κύριος Κύριος βοηθός μοι ἐγενήθη, διὰ τοῦτο οὐκ ἐνετράπην, ἀλλὰ ἔθηκα τὸ πρόσωπόν μου ὡς στερεὰν πέτραν καὶ ἔγνων ὅτι οὐ μὴ αἰσχυνθῶ·

Ησ. 50,7                    Αλλα ο Κυριος, ο Κυριος είναι και μου συμπαρεστάθη βοηθός μου. Χαρις εις την στοργικήν παρουσίαν του, δεν εκυριεύθην από έντροπην, άλλα ακλόνητον ως βράχον προέβαλα το πρόσωπόν μου, διότι εγνώριζα ότι τελικώς δεν πρόκειται να εντροπιασθώ.

Ησ. 50,8            ὅτι ἐγγίζει ὁ δικαιώσας με. τίς ὁ κρινόμενός μοι; ἀντιστήτω μοι ἅμα· καὶ τίς ὁ κρινόμενός μοι; ἐγγισάτω μοι.

Ησ. 50,8                    Ναι, δεν θα εντροπιασθώ, διότι ευρίσκεται πλησίον μου, έρχεται κοντά μου αυτός, ο οποίος θα μου αποδώση το δίκαιον. Ποιός είναι αυτός, ο οποίος θέλει να αντιμετρηθή μαζή μου εις δίκην; Ας σταθή αντιμέτωπός μου αμέσως. Και ποιός θα εκρίνετο μαζή μου και θα ενόμιζεν ότι έχει δίκαιον απέναντί μου; Ας με πλησίαση.

Ησ. 50,9            ἰδοὺ Κύριος Κύριος βοηθήσει μοι· τίς κακώσει με; ἰδοὺ πάντες ὑμεῖς ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσεσθε, καὶ ὡς σὴς καταφάγεται ὑμᾶς.

Ησ. 50,9                    Ιδού, ο Κυριος και Θεός είναι βοηθός μου. Ποιός θα μου κάμη κακόν; Ιδού, όλοι σεις οι αντιτιθέμενοι προς εμέ, θα παληώσετε και θα καταρρακωθήτε σαν ιμάτιον και ωσάν σκόρος θα σας καταφάγη η κακότης και αμαρτωλότης σας.

Ησ. 50,10          Τίς ἐν ὑμῖν ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον; ὑπακουσάτω τῆς φωνῆς τοῦ παιδὸς αὐτοῦ. οἱ πορευόμενοι ἐν σκότει καὶ οὐκ ἔστιν αὐτοῖς φῶς, πεποίθατε ἐπὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου καὶ ἀντιστηρίσασθε ἐπὶ τῷ Θεῷ.

Ησ. 50,10                  Ποιός μεταξύ σας φοβείται τον Κυριον; Ας υπακούση εις την φωνήν του παιδός του. Σεις, οι οποίοι πορεύεσθε μέσα στο σκότος της αγνοίας και δεν υπάρχει κανένα δια σας φως, πιστεύσατε στο όνομα του Κυρίου, στηριχθήτε με πεποίθησιν στον Θεόν.

Ησ. 50,11          ἰδοὺ πάντες ὑμεῖς πῦρ καίετε καὶ κατισχύετε φλόγα· πορεύεσθε τῷ φωτὶ τοῦ πυρὸς ὑμῶν καὶ τῇ φλογί, ᾗ ἐξεκαύσατε· δι᾿ ἐμὲ ἐγένετο ταῦτα ὑμῖν, ἐν λύπῃ κοιμηθήσεσθε.

Ησ. 50,11                   Ιδού, όλοι σεις, που δεν υπακούετε στον παίδα του Θεού, ανάπτετε φωτιάν στον εαυτόν σας και τον κατακαίετε. Τροφοδοτείτε και δυναμώνετε ολονέν περισσότερον την φλόγα του πυρός, που σας κατακαίει. Πορευθήτε με το αντιφέγγισμα του ολεθρίου πυρός, που σεις ανάψατε κατά του εαυτού σας, και με την φλόγα, την οποίαν σεις εδυναμώσετε ακόμη περισσότερον. Συνέβησαν όλα αυτά τα φοβερά εις σας, διότι δεν επιστεύσατε εις εμέ. Βυθισμένοι δε εις την λύπην και τον πόνον θα αποθάνετε.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 51- ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΠΡΟΣ ΤΗ ΣΙΩΝ

                             Παρηγορητικοί λόγοι προς τη Σιών

Ησ. 51,1            Ἀκούσατέ μου, οἱ διώκοντες τὸ δίκαιον καὶ ζητοῦντες τὸν Κύριον, ἐμβλέψατε εἰς τὴν στερεὰν πέτραν, ἣν ἐλατομήσατε, καὶ εἰς τὸν βόθυνον τοῦ λάκκου, ὃν ὠρύξατε.

Ησ. 51,1                     Ακούσατέ με σεις που επιδιώκετε το δίκαιον και ζητείτε πάντοτε τον Κυριον και την βοήθειάν του. Παρατηρήσατε τον στερεόν βραχον, από τον οποίον έχετε κοπή, τον λάκκον, από τον οποίον έχετε ανορυχθή.

Ησ. 51,2            ἐμβλέψατε εἰς Ἁβραὰμ τὸν πατέρα ὑμῶν καὶ εἰς Σάῤῥαν τὴν ὠδίνουσαν ὑμᾶς· ὅτι εἷς ἦν, καὶ ἐκάλεσα αὐτὸν καὶ εὐλόγησα αὐτὸν καὶ ἠγάπησα αὐτὸν καὶ ἐπλήθυνα αὐτόν.

Ησ. 51,2                    Παρατηρήσατε, δηλαδή, με προσοχήν τον Αβραάμ, τον πατριάρχην σας, και την Σαρραν, η οποία με ωδίνας σας εγεννησεν· ότι αυτός ένας ήτο μεταξύ όλων των ανθρώπων, και αυτόν εγώ εκάλεσα, τον ηυλόγησα, διότι τον ηγάπησα και επλήθυνα τους απογόνους του.

Ησ. 51,3            καὶ σὲ νῦν παρακαλέσω, Σιών, καὶ παρεκάλεσα πάντα τὰ ἔρημα αὐτῆς καὶ θήσω τὰ ἔρημα αὐτῆς ὡς παράδεισον Κυρίου· εὐφροσύνην καὶ ἀγαλλίαμα εὑρήσουσιν ἐν αὐτῇ, ἐξομολόγησιν καὶ φωνὴν αἰνέσεως.

Ησ. 51,3                     Και σε τώρα εγώ θα παρηγορήσω και θα σε ενισχύσω, ω Σων. Θα την παρηγορήσω αποκαθιστών λαμπροτέρας όλας τας ερημωθείσας περιοχάς της. Θα μεταβάλω τα έρημα της μέρη εις παράδεισον Κυρίου. Οι κάτοικοι της θα εύρούν ευφροσύνην και αγαλλίασιν εν μέσω αυτής, Θα αναπέμψουν δοξολογίαν και φωνήν αινέσεως προς τον Θεόν.

Ησ. 51,4            ἀκούσατέ μου, ἀκούσατέ μου, λαός μου, καὶ οἱ βασιλεῖς, πρός με ἐνωτίσασθε, ὅτι νόμος παρ᾿ ἐμοῦ ἐξελεύσεται καὶ ἡ κρίσις μου εἰς φῶς ἐθνῶν.

Ησ. 51,4                    Ακούσατέ με, ακούσατέ με, Ισραηλίται, λαός μου. Και οι βασιλείς ανοίξατε τα αυτιά σας, δια να ακούσετε εμέ. Διότι νέος πλέον Νομος θα εξέλθη και θα θεσπισθή από εμέ. Και ο Νομος μου αυτός θα είναι φως των εθνών.

Ησ. 51,5            ἐγγίζει ταχὺ ἡ δικαιοσύνη μου, καὶ ἐξελεύσεται ὡς φῶς τὸ σωτήριόν μου καὶ εἰς τὸν βραχίονά μου ἔθνη ἐλπιοῦσιν· ἐμὲ νῆσοι ὑπομενοῦσι καὶ εἰς τὸν βραχίονά μου ἐλπιοῦσιν.

Ησ. 51,5                     Πλησιάζει γρήγορα ο καιρός επιβολής της δικαιοσύνης μου. Θα άναστειλη και θα λάμψη τότε σαν φως η εκ μέρους μου σωτηρία. Και εις την παντοδύναμον δεξιάν μου θα στηρίξουν τας ελπίδας των τα έθνη. Εμέ θα περιμένουν αι ειδωλολατρικαί νήσοι και αι παράλιοι περιοχαί. Εις την δύναμιν του βραχίονός μου θα στηρίξουν τας ελπίδας των.

Ησ. 51,6            ἄρατε εἰς τὸν οὐρανὸν τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ἐμβλέψατέ εἰς τὴν γῆν κάτω, ὅτι ὁ οὐρανὸς ὡς καπνὸς ἐστερεώθη, ἡ δὲ γῆ ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσεται, οἱ δὲ κατοικοῦντες τὴν γῆν ὥσπερ ταῦτα ἀποθανοῦνται, τὸ δὲ σωτήριόν μου εἰς τὸν αἰῶνα ἔσται, ἡ δὲ δικαιοσύνη μου οὐ μὴ ἐκλίπῃ.

Ησ. 51,6                    Σηκώσατε τα μάτια σας επάνω στον ουρανόν, ρίψατε το βλέμμα σας κάτω εις την γην και ίδετε, ότι ο ουρανός εστερεώθη ωσάν καπνός, που εύκολα διαλύεται, η δε γη σαν ένδαμα θα παληώση. Οι κάτοικοι της γης θα αποθάνουν και θα λείψουν, όπως ο ουρανός και η γη. Η σωτηρία όμως, την οποίαν εγώ θα δώσω, θα μείνη αιωνία, η δε δικαιοσύνη μου ποτέ δεν θα λαβη τέλος.

Ησ. 51,7            ἀκούσατέ μου, οἱ εἰδότες κρίσιν, λαός μου, οὗ ὁ νόμος μου ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν· μὴ φοβεῖσθε ὀνειδισμὸν ἀνθρώπων καὶ τῷ φαυλισμῷ αὐτῶν μὴ ἡττᾶσθε.

Ησ. 51,7                     Ακούσατέ με, όσοι γνωρίζετε και ποθείτε δικαιοσύνην. Λαέ μου, στου οποίου την καρδίαν υπάρχει ο νόμος μου, μη φοβείσθε τους ονειδισμούς των ανθρώπων και μη καταβάλλεσθε από τον εξευτελισμον, που σας κάνουν.

Ησ. 51,8            ὡς γὰρ ἱμάτιον βρωθήσεται ὑπὸ χρόνου καὶ ὡς ἔρια βρωθήσεται ὑπὸ σητός· ἡ δὲ δικαιοσύνη μου εἰς τὸν αἰῶνα ἔσται, τὸ δὲ σωτήριόν μου εἰς γενεὰς γενεῶν.

Ησ. 51,8                    Διότι αυτοί, όπως κατατρώγεται το ένδυμά με την πάροδον του χρόνου, όπως τα μαλλιά των προβάτων κατατρώγονται από τον σκόρον, έτσι και αυτοί θα φαγωθούν και θα εξολοθρευθούν. Η δίκαιοσύνη μου όμώς μένει στους αιώνας των αιώνων, η δε εκ μέρους μου σωτηρία εις τας γενεάς των γενεών.

Ησ. 51,9            Ἐξεγείρου ἐξεγείρου, Ἱερουσαλήμ, καὶ ἔνδυσαι τὴν ἰσχὺν τοῦ βραχίονός σου· ἐξεγείρου ὡς ἐν ἀρχῇ ἡμέρας, ὡς γενεὰ αἰῶνος. οὐ σὺ εἶ

Ησ. 51,9                    Σηκω ορθία, σήκω Ιερουσαλήμ, φόρεσε την δύναμίν σου, την οποίαν ο Κυριος σου δίδει. Σηκω, όπως εξυπνά κανείς την πρωΐαν, γεμάτος δύναμιν και δραστηριότητα. Σηκω με δύναμιν, όπως από της αρχής της υπάρξεώς σου, ως λαός, που υπάρχει από γενεάς αιώνων.

Ησ. 51,10          ἡ ἐρημοῦσα θάλασσαν, ὕδωρ ἀβύσσου πλῆθος; ἡ θεῖσα τὰ βάθη τῆς θαλάσσης ὁδὸν διαβάσεως ῥυομένοις

Ησ. 51,10                   Δεν είσαι συ, η οποία εξήρανες την Ερυθραν Θαλασσαν τα απροσμέτρητα εκείνα ύδατα της αβυσσαλέας θαλάσσης; Συ, δεν είσαι εκείνη, η οποία έκαμες βατόν δρόμον τα βάθη της θαλάσσης, δια να διάβούν αυτοί, οι οποίοι εσώθησαν από την δουλείαν των Αιγυπτίων,

Ησ. 51,11          καὶ λελυτρωμένοις; ὑπὸ γὰρ Κυρίου ἀποστραφήσονται καὶ ἥξουσιν εἰς Σιὼν μετ᾿ εὐφροσύνης καὶ ἀγαλλιάματος αἰωνίου· ἐπὶ κεφαλῆς γὰρ αὐτῶν ἀγαλλίασις καὶ αἴνεσις; καὶ εὐφροσύνη καταλήψεται αὐτούς, ἀπέδρα ὀδύνη καὶ λύπη καὶ στεναγμός.

Ησ. 51,11                   οι λυτρωμένοι Ισραηλίται; Διότι, όπως τότε, έτσι και τώρα, από αυτόν τον ίδιον τον Κυριον λυτρούμενοι εκ της αιχμαλωσίας της Βαβυλώνος θα επανέλθουν οι Ισραηλίται και θα εγκατασταθούν εις την Σιών με ευφροσύνην και αιωνίαν αγαλλίασιν. Την κεφαλήν των θα στεφανώνη αγαλλίασις, αίνεσις θα ακούεται από τα χείλη των. Χαρά και ευφροσύνη θα πλημμυρίση αυτούς, θα έχη πλέον ύγει από αυτούς οδύνη, λύπη και στεναγμός.

Ησ. 51,12          ἐγώ εἰμι, ἐγώ εἰμι ὁ παρακαλῶν σε· γνῶθι τίνα εὐλαβηθεῖσα ἐφοβήθης ἀπὸ ἀνθρώπου θνητοῦ καὶ ἀπὸ υἱοῦ ἀνθρώπου, οἳ ὡσεὶ χόρτος ἐξηράνθησαν.

Ησ. 51,12                   Εγώ είμαι, εγώ είμαι ο προαιωνίως υπάρχων, ο οποίος σε παρηγορώ και σε ενδυναμώνω. Σκέψου καλά και μάθε, ποιόν εφοβήθης τόσον πολύ; Ανθρωπον θνητόν εφοβήθης; Εφοβήθης απογόνους ανθρώπων, οι οποίοι ωσάν χορτάρι ξηραίνονται;

Ησ. 51,13          καὶ ἐπελάθου Θεὸν τὸν ποιήσαντά σε, τὸν ποιήσαντα τὸν οὐρανὸν καὶ θεμελιώσαντα τὴν γῆν, καὶ ἐφόβου ἀεὶ πάσας τὰς ἡμέρας τὸ πρόσωπον τοῦ θυμοῦ τοῦ θλίβοντός σε· ὃν τρόπον γὰρ ἐβουλεύσατο τοῦ ἆραί σε, καὶ νῦν ποῦ ὁ θυμὸς τοῦ θλίβοντός σε;

Ησ. 51,13                   Ελησμόνησες τον Θεόν, ο οποίος σε εδημιούργησε, τον Θεόν, ο οποίος εδημιούργησε τον ουρανόν και εθεμελίωσε την γην· και εφοβείσο πάντοτε όλας τας ημέρας το ωργισμένον πρόσωπον εκείνου του ανθρώπου, ο οποίος σε κατέθλιβε και σε κατεδυνάστευε. Που είναι τώρα ο θυμός εκείνου, ο οποίος σε κατέθλιβε και επινοούσε τρόπους και έπαιρνεν αποφάσεις να σε εξόντωση;

Ησ. 51,14          ἐν γὰρ τῷ σῴζεσθαί σε οὐ στήσεται οὐδὲ χρονιεῖ·

Ησ. 51,14                   Καθ' ον χρόνον συ θα ευρίσκεσαι στον δρόμον της σωτηρίας, εκείνος δεν θα ημπορέση επί πολύν χρόνον να σταθή απέναντί σου,

Ησ. 51,15          ὅτι ἐγὼ ὁ Θεός σου ὁ ταράσσων τὴν θάλασσαν καὶ ἠχῶν τὰ κύματα αὐτῆς, Κύριος σαβαὼθ ὄνομά μοι.

Ησ. 51,15                   διότι εγώ είμαι ο Θεός σου, ο οποίος αναταράσσω την θάλασσαν και κάνω τα κύματά της να ηχούν. Κυριος των δυνάμεων είναι το Ονομά μου!

Ησ. 51,16          θήσω τοὺς λόγους μου εἰς τὸ στόμα σου καὶ ὑπὸ τὴν σκιὰν τῆς χειρός μου σκεπάσω σε, ἐν ᾗ ἔστησα τὸν οὐρανὸν καὶ ἐθεμελίωσα τὴν γῆν· καὶ ἐρεῖ Σιών· λαός μου εἶ σύ.

Ησ. 51,16                   Θα θέσω τους λόγους μου στο στόμα σου, Ιερουσαλήμ, και κάτω από την σκιαν της παντοδυνάμου δεξιάς μου, δια της οποίας έστησα τον ουρανόν και εθεμελίωσα την γην, θα σε σκεπάσω· και θα είπη ο Κυριος εις την Σιών· Ιδικός μου λαός είσαι συ.

Ησ. 51,17          Ἐξεγείρου ἐξεγείρου, ἀνάστηθι, Ἱερουσαλήμ, ἡ πιοῦσα ἐκ χειρὸς Κυρίου τὸ ποτήριον τοῦ θυμοῦ αὐτοῦ· τὸ ποτήριον γὰρ τῆς πτώσεως, τὸ κόνδυ τοῦ θυμοῦ ἐξέπιες καὶ ἐξεκένωσας.

Ησ. 51,17                   Σηκω, σήκω, σήκω και στάσου ορθή Ιερουσαλήμ, συ η οποία έπιες από το χέρι του Κυρίου το ποτήριον της δικαίας οργής του. Διότι πράγματι το ποτήριον της πτώσεώς σου και το ποτήριον του θυμού, το έπιες ολοκληρον, το άδειασες μέχρι σταγόνος.

Ησ. 51,18          καὶ οὐκ ἦν ὁ παρακαλῶν σε ἀπὸ πάντων τῶν τέκνων σου, ὧν ἔτεκες, καὶ οὐκ ἦν ὁ ἀντιλαμβανόμενος τῆς χειρός σου οὐδὲ ἀπὸ πάντων τῶν υἱῶν σου, ὧν ὕψωσας.

Ησ. 51,18                   Και δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος από όλα τα τέκνα σου, τα οποία εσύ εγέννησες, δια να σε παρηγόρηση. Και δεν υπήρχε κανείς να σε πιάση από το χέρι και να σε στήριξη, ούτε από όλα αυτά τα παιδιά σου, τα οποία συ ανέδειξες.

Ησ. 51,19          δύο ταῦτα ἀντικείμενά σοι· τίς συλλυπηθήσεταί σοι; πτῶμα καὶ σύντριμμα, λιμὸς καὶ μάχαιρα. τίς παρακαλέσει σε;

Ησ. 51,19                   Δυο είναι τα θλιβερά γεγονότα· και ποιός θα σε συμπονέση δι' αυτά; Πτώσις και συντριβή, πείνα και μάχαιρα. Ποιός θα σε παρηγόρηση;

Ησ. 51,20          οἱ υἱοί σου, οἱ ἀπορούμενοι, οἱ καθεύδοντες ἐπ᾿ ἄκρου πάσης ἐξόδου ὡς σευτλίον ἡμίεφθον, οἱ πλήρεις θυμοῦ Κυρίου, ἐκλελυμένοι διὰ Κυρίου τοῦ Θεοῦ.

Ησ. 51,20                  Τα παιδιά σου, που ευρίσκονται εις αμηχανίαν και κατάκεινται στις άκρες των δρόμων ώσαν μισσβρασμένα σέσκουλα, έχουν γεμίσει και αυτοί από τον θυμόν του Κυρίου. Κατάκεινται παραλελυμένοι από τα δίκαια κτυπήματα Κυρίου του Θεού.

Ησ. 51,21          διὰ τοῦτο ἄκουε, τεταπεινωμένη, καὶ μεθύουσα οὐκ ἀπὸ οἴνου·

Ησ. 51,21                   Κανείς δεν ημπορεί να σε βοηθήση. Δια τούτο άκουε συ, η ταπεινωμένη και σαν μεθυσμένη, όχι βέβαια από οίνον.

Ησ. 51,22          οὕτω λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὁ κρίνων τὸν λαὸν αὐτοῦ· ἰδοὺ εἴληφα ἐκ τῆς χειρός σου τὸ ποτήριον τῆς πτώσεως, τὸ κόνδυ τοῦ θυμοῦ μου, καὶ οὐ προσθήσῃ ἔτι πιεῖν αὐτό·

Ησ. 51,22                  Ετσι λέγει Κυριος ο Θεός, ο κρίνων και δικάζων τον λαόν του. Ιδού, παίρνω από το χέρι σου το ποτήριον της πτώσεώς σου, το ποτήριον της οργής μου και δεν θα συνέχισης πλέον να το πίνης.

Ησ. 51,23          καὶ δώσω αὐτὸ εἰς τὰς χεῖρας τῶν ἀδικησάντων σε καὶ τῶν ταπεινωσάντων σε, οἳ εἶπαν τῇ ψυχῇ σου· κύψον, ἵνα παρέλθωμεν· καὶ ἔθηκας ἴσα τῇ γῇ τὰ μετάφρενά σου ἔξω τοῖς παραπορευομένοις.

Ησ. 51,23                  Θα το δώσω εις τα χέρια των ανθρώπων, οι οποίοι σε ηδίκησαν και σε εταπείνωσαν. Και δια να σε θλίψουν κατάκαρδα, σου είπαν· Σκύψε να περάσωμεν από επάνω σου. Συ δε έθεσες τα νώτα σου κάτω εις την γην, ένα έγινες με το χώμα, δια να περάσουν επάνω σου οι διερχόμενοι.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 52- Ο ΚΥΡΙΟΣ ΘΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΙ ΤΗ ΣΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ  

ΤΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ Η ΛΥΤΡΩΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΓΕΝΟΣ ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

                              Ο Κύριος θα ελευθερώσει τη Σιών από την αιχμαλωσία

Ησ. 52,1            Ἐξεγείρου ἐξεγείρου, Σιών, ἔνδυσαι τὴν ἰσχύν σου, Σιών, καὶ ἔνδυσαι τὴν δόξαν σου, Ἱερουσαλὴμ πόλις ἡ ἁγία· οὐκέτι προστεθήσεται διελθεῖν διὰ σοῦ ἀπερίτμητος καὶ ἀκάθαρτος.

Ησ. 52,1                    Σηκω, σήκω χωρίς χρονοτριβήν, Σιών. Παρε και περίβαλε την δύναμίν σου, Σιών, ενδύσου την δόξαν σου, Ιερουσαλήμ, πόλις αγία. Δεν θα περάση πλέον δια μέσου των οδών σου απερίτμητος εθνικός, ούτε και κανείς άλλος ακάθαρτος.

Ησ. 52,2            ἐκτίναξαι τὸν χοῦν καὶ ἀνάστηθι, κάθισον, Ἱερουσαλήμ· ἔκδυσαι τὸν δεσμὸν τοῦ τραχήλου σου, ἡ αἰχμάλωτος θυγάτηρ Σιών.

Ησ. 52,2                    Τιναξε από πάνω σου το χώμα της ταπεινώσεως και του εξευτελισμού σου, Ιερουσαλήμ. Σηκω ορθία, κάθισε επί του θρόνου σου, λύσε και πέταξε από τον τράχηλόν σου τον δεσμόν της αιχμαλωσίας, συ η έως τώρα αιχμάλωτος, θυγάτηρ Σιών.

Ησ. 52,3            ὅτι τάδε λέγει Κύριος· δωρεὰν ἐπράθητε καὶ οὐ μετὰ ἀργυρίου λυτρωθήσεσθε.

Ησ. 52,3                    Διότι αυτά λέγει ο Κυριος· Δωρεάν είχατε πωληθή εις δουλείαν και δωρεάν θα ελευθερωθήτε από την δουλείαν αυτήν.

Ησ. 524             οὕτως λέγει Κύριος· εἰς Αἴγυπτον κατέβη ὁ λαός μου τὸ πρότερον παροικῆσαι ἐκεῖ, καὶ εἰς Ἀσσυρίους βίᾳ ἤχθησαν·

Ησ. 52,4                    Αυτά λέγει ο Κυριος· Εις την Αίγυπτον, κατά τους παλαιούς χρόνους, είχε κατεβή ο λαός μου, δια να παραμείνη εκεί ως πάροικος και ξένος· και στους Ασσυρίους ωδηγήθησαν δια της βίας δούλοι.

Ησ. 52,5            καὶ νῦν τί ἐστε ὦδε; τάδε λέγει Κύριος· ὅτι ἐλήφθη ὁ λαός μου δωρεάν, θαυμάζετε καὶ ὀλολύζετε. τάδε λέγει Κύριος· δι᾿ ὑμᾶς διαπαντὸς τὸ ὄνομά μου βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσι.

Ησ. 52,5                    Και τώρα, διατί είσθε έδω αιχμάλωτοι εις ξένα έθνη; Αυτά λέγει ο Κυριος· Επειδή ο λαός μου συνελήφθη αιχμάλωτος δωρεάν, απορείτε σεις οι άλλοι και θρηνείτε. Αυτά όμως λέγει ο Κυριος· Δια σας, ω Ιουδαίοι, διαβάλλεται και συκοφαντείται το Ονομά μου μεταξύ των εθνών, τα οποία με καταφρονούν και με εμπαίζουν ως ανίσχυρον να σας προστατεύσω και σας ελευθερώσω.

Ησ. 52,6            διὰ τοῦτο γνώσεται ὁ λαός μου τὸ ὄνομά μου ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ὅτι ἐγώ εἰμι αὐτὸς ὁ λαλῶν· πάρειμι

Ησ. 52,6                    Δια τούτο θα μάθη ο λαός μου, κατά την ημέραν εκείνην της απελευθερώσεως του, ποίαν άπειρον δύναμιν έχει το Ονομά μου. Θα μάθη ότι εγώ είμαι αυτός που ομιλώ και λέγω· Ιδού, είμαι παρών, έτοιμος εις βοήθειαν και προστασίαν.

Ησ. 52,7            ὡς ὥρα ἐπὶ τῶν ὀρέων, ὡς πόδες εὐαγγελιζομένου ἀκοὴν εἰρήνης, ὡς εὐαγγελιζόμενος ἀγαθά, ὅτι ἀκουστὴν ποιήσω τὴν σωτηρίαν σου λέγων Σιών· βασιλεύσει σου ὁ Θεός.

Ησ. 52,7                    Οπως το εαρ επάνω εις τα όρη, όπως τα πόδια εκείνου ο οποίος σπεύδει να αναγγείλη το χαρμόσυνον μήνυμα της ειρήνης, όπως ο αναγγέλλων τα ευχάριστα και αγαθά πράγματα, έτσι και εγώ θα κάμω γνωστήν και θα διαλαλήσω την χαρμόσυνον αγγελίαν της σωτηρίας σου, λέγων εις σε την Σιών· Ο Θεός σου θα γίνη και θα μείνη ο βασιλεύς σου.

Ησ. 52,8            ὅτι φωνὴ τῶν φυλασσόντων σε ὑψώθη, καὶ τῇ φωνῇ ἅμα εὐφρανθήσονται· ὅτι ὀφθαλμοὶ πρὸς ὀφθαλμοὺς ὄψονται, ἡνίκα ἂν ἐλεήσῃ Κύριος τὴν Σιών.

Ησ. 52,8                    Θα γίνη πανταχού γνωστή η σωτηρία σου, διότι η φωνή αυτών, που σε φρουρούν και σε φυλάσσουν, θα υψωθή μεγαλόστομος. Και μαζή με την φωνήν των αυτήν οι φρουροί θα ευφρανθούν, διότι όλων τα μάτια θα ιδούν την χαρμόσυνον σωτηρίαν, όταν ο Κυριος ελεήση την Σιών.

Ησ. 52,9            ῥηξάτω εὐφροσύνην ἅμα τὰ ἔρημα Ἱερουσαλήμ, ὅτι ἠλέησε Κύριος αὐτὴν καὶ ἐῤῥύσατο Ἱερουσαλήμ.

Ησ. 52,9                    Ας κράξουν με μεγάλην κραυγήν χαράς και αγαλλιάσεως τα έως τώρα έρημα και ακατοίκητα ερείπια της Ιερουσαλήμ. Διότι ο Κυριος ηλέησεν αυτήν, την εγλύτωσεν από την δουλείαν της.

Ησ. 52,10          καὶ ἀποκαλύψει Κύριος τὸν βραχίονα τὸν ἅγιον αὐτοῦ ἐνώπιον πάντων τῶν ἐθνῶν, καὶ ὄψονται πάντα ἄκρα τῆς γῆς τὴν σωτηρίαν τὴν παρὰ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Ησ. 52,10                  Τοτε θα φανερώση ο Κυριος την άπειρον δύναμιν της αγίας δεξιάς του ενώπιον όλων των εθνών. Και θα ίδουν οι άνθρωποι έως εις τα άκρα της οικουμένης την σωτηρίαν, η οποία εδόθη εκ μέρους του Θεού μας.

Ησ. 52,11          ἀπόστητε, ἀπόστητε, ἐξέλθατε ἐκεῖθεν καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῆς, ἀφορίσθητε, οἱ φέροντες τὰ σκεύη Κυρίου·

Ησ. 52,11                   Απομακρυνθήτε, απομακρυνθήτε από την Βαβυλώνα, ω Ιουδαίοι. Εβγάτε έξω από εκεί, μη εγγίζετε τίποτε το ακάθαρτον, εβγάτε ανάμεσα από αυτήν, ξεχωρίσατε τους εαυτούς σας, σεις, που μεταφέρετε τα ιερά σκεύη του Κυρίου.

Ησ. 52,12          ὅτι οὐ μετὰ ταραχῆς ἐξελεύσεσθε, οὐδὲ φυγῇ πορεύσεσθε, προπορεύσεται γὰρ πρότερος ὑμῶν Κύριος καὶ ὁ ἐπισυνάγων ὑμᾶς Θεὸς Ἰσραήλ.

Ησ. 52,12                  Διότι κάτω από την ιδικήν μου σκέπην και προστασίαν δεν θα αναχωρήσετε ταραγμένοι και πανικόβλητοι, ούτε θα βαδίζετε ωσάν φυγάδες, που σας κυνηγούν. Διότι έμπροσθεν από σας θα προπορεύεται Κυριος ο Θεός σας· ο Θεός του Ισραήλ, ο οποίος και θα σας ακολουθή συναθροίζων σας και καθοδηγών στον δρόμον σας.

                        

                              Τα πάθη και η λυτρωτική για το ανθρώπινο γένος θυσία του Κυρίου

Ησ. 52,13          ᾿Ἰδοὺ συνήσει ὁ παῖς μου καὶ ὑψωθήσεται καὶ δοξασθήσεται καὶ μετεωρισθήσεται σφόδρα.

Ησ. 52,13                  Ιδού, ο παις μου, ο Μεσσίας, θα γεμίση από σοφίαν και σύνεσιν, δια να εννοήση πλήρως και εκπληρώση την αποστολήν του. Θα υψωθή, θα δοξασθή, θα μεγαλυνθή στον υπέρτατον βαθμόν.

Ησ. 52,14          ὃν τρόπον ἐκστήσονται ἐπὶ σὲ πολλοὶ - οὕτως ἀδοξήσει ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων τὸ εἶδός σου καὶ ἡ δόξα σου ἀπὸ υἱῶν ἀνθρώπων -

Ησ. 52,14                  Οπως θα μείνουν κατάπληκτοι πολλοί εμπρός εις τα φοβερά παθήματά σου, τόσον πολύ θα χάση η μορφή σου την λάμψιν της ωραιότητάς σου μεταξύ των ανθρώπων και τόσον πολύ θα διασυρθή και θα πέση η υπόληψίς σου από τους υιούς των ανθρώπων

Ησ. 52,15          οὕτω θαυμάσονται ἔθνη πολλὰ ἐπ᾿ αὐτῷ, καὶ συνέξουσι βασιλεῖς τὸ στόμα αὐτῶν· ὅτι οἷς οὐκ ἀνηγγέλη περὶ αὐτοῦ, ὄψονται, καὶ οἳ οὐκ ἀκηκόασι, συνήσουσι.

Ησ. 52,15                  Ετσι πολλά έθνη κατόπιν θα πλημμυρίσουν από θαυμασμόν και σεβασμόν προς αυτόν. Και αυτοί ακόμη οι βασιλείς θα κλείσουν με ευλάδειαν το στόμα των απέναντί του. Θα γίνη δε το θαυμαστόν τούτο γεγονός μεταξύ των εθνικών, διότι αυτοί στους οποίους δεν είχεν εκ των προτέρων αναγγελθή από τους προφήτας τίποτε δι' αυτόν, θα τον ίδουν. Και εκείνοι οι οποίοι έως τότε δεν είχαν ακούσει τίποτε, θα ακούσουν και θα πιστεύσουν εις την διδασκαλίαν και το κήρυγμα της λυτρώσεως.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 53- ΤΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ Η ΛΥΤΡΩΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΓΕΝΟΣ ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

                            Τα πάθη και η λυτρωτική για το ανθρώπινο γένος θυσία του Κυρίου

Ησ. 53,1            Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν; καὶ ὁ βραχίων Κυρίου τίνι ἀπεκαλύφθη;

Ησ. 53,1                     Κυριε, ποιός επίστευσεν εις αυτά, που ημείς ηκούσαμεν από σε και εκηρύξαμεν στους ανθρώπους; Η δύναμις του Κυρίου εις ποίον εφανερώθη και έγινεν πιστευτή και παραδεκτή;

Ησ. 53,2            ἀνηγγείλαμεν ὡς παιδίον ἐναντίον αὐτοῦ, ὡς ῥίζα ἐν γῇ διψώσῃ. οὐκ ἔστιν εἶδος αὐτῷ οὐδὲ δόξα· καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος·

Ησ. 53,2                    Ανηγγείλαμεν αυτόν ωσάν μικρόν και άσημον παιδίον ενώπιον του λαού, σαν ρίζαν εις γην διψασμένην και ξηράν. Δεν είχεν ωραίαν, ένδοξον και ελκυστικήν την εμφάνισιν. Δεν είχεν ωραιότητα και λαμπρότητα προσώπου. Τον είδομεν και δεν είχε πρόσωπον εμφανίσιμον, ούτε κάλλος.

Ησ. 53,3            ἀλλὰ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καὶ ἐκλεῖπον παρὰ πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων· ἄνθρωπος ἐν πληγῇ ὢν καὶ εἰδὼς φέρειν μαλακίαν, ὅτι ἀπέστραπται τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, ἠτιμάσθη καὶ οὐκ ἐλογίσθη.

Ησ. 53,3                    Αλλα το πρόσωπόν του ήτο καταφρονημένον, χωρίς τιμήν και δόξαν. Υπελείπετο ως προς την ωραιότητα και την ευπρεπή εμφάνισιν μεταξύ όλων των ανθρώπων. Αυτός ήτο άνθρωπος πληγωμένος, άνθρωπος ο οποίος γνωρίζει να βαστάζη και να υπομέντη ταλαιπωρίας και πόνους. Αντικείμενον αποστροφής έγινε το πρόσωπον του, εδέχθη εξευτελισμούς και ταπεινώσεις εκ μέρους των ανθρώπων. Τον ελογάριασαν σαν να μη υπήρχεν.

Ησ. 53,4            οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται, καὶ ἡμεῖς ἐλογισάμεθα αὐτὸν εἶναι ἐν πόνῳ καὶ ἐν πληγῇ ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἐν κακώσει.

Ησ. 53,4                    Αυτός όμως φέρει επάνω του το βαρύ φορτίον των αμαρτιών μας. Εβυθίσθη στον πόνον και την οδύνην, και ημείς εν τη πλάνη μας ενομίσαμεν, ότι αυτός ευρίσκετο εις την οδυνηράν αυτήν πληγήν και συμφοράν, επειδή ετιμωρείτο εκ μέρους του Θεού δι' ίδικάς του αμαρτίας.

Ησ. 53,5            αὐτὸς δὲ ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν καὶ μεμαλάκισται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν· παιδεία εἰρήνης ἡμῶν ἐπ᾿ αὐτόν. τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν.

Ησ. 53,5                    Αυτός όμώς ετραυματίσθη δια τας ιδικάς μας αμαρτίας, εταλαιπωρήθη και υπέφερε δια τας ανομίας μας. Παιδευτική τιμωρία έπεσεν επάνω του δια την ιδικήν μας ειρήνην και σωτηρίαν. Χαρις δε εις την πληγήν εκείνου ημείς εθεραπεύθημεν.

Ησ. 53,6            πάντες ὡς πρόβατα ἐπλανήθημεν, ἄνθρωπος τῇ ὁδῷ αὐτοῦ ἐπλανήθη· καὶ Κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν.

Ησ. 53,6                    Ολοι ωσάν πρόβατα είχαμεν πλανηθή. Καθε άνθρωπος στον δρόμον και τον τρόπον της ζωής του επλανήθη. Δια τας ιδικάς μας αμαρτίας ο Κυριος παρέδωκεν αυτόν εις παθήματα και θάνατον.

Ησ. 53,7            καὶ αὐτὸς διὰ τὸ κεκακῶσθαι οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αὐτοῦ· ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη καὶ ὡς ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτὸν ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα.

Ησ. 53,7                    Και αυτός, παρ' όλας τας κακώσεις που υπέστη, δεν ήνοιξε τα στόμα αυτού· ώσαν άφωνον πρόβατον ωδηγήθη προς σφαγήν. Ως αμνός άφωνος ενώπιον εκείνου, ο οποίος τον κουρεύει, έτσι πορεύεται χωρίς να ανοίγη το στόμα του.

Ησ. 53,8            ἐν τῇ ταπεινώσει ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη· τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται; ὅτι αἴρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ, ἀπὸ τῶν ἀνομιῶν τοῦ λαοῦ μου ἤχθη εἰς θάνατον.

Ησ. 53,8                    Μέσα εις την ταπείνωσιν και τον εξευτελισμόν, που εβυθίσθη, παρεγνωρίσθη και κατεπατήθη το δίκαιόν του εν τη κρίσει. Υστέρα δε από τα παθήματά του και τον άδικον θάνατον του, ποιός θα υπάρξη και ποιός θα τολμήση να διηγηθή την γενεάν αυτού; Διότι αφηρέθη βιαίως και αδίκως αυτό την γην η ζωή αυτού. Αλλα ωδηγήθη εις θάνατον ένεκα των αμαρτιών του λαού μου.

Ησ. 53,9            καὶ δώσω τοὺς πονηροὺς ἀντὶ τῆς ταφῆς αὐτοῦ καὶ τοὺς πλουσίους ἀντὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ· ὅτι ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ.

Ησ. 53,9                    Εγώ δε εις εκδίκησιν του αδίκου θανάτου και της ταφής του, θα τιμωρήσω και θα παραδώσω εις θάνατον τους κακούς ανθρώπους και δια τον θάνατον αυτού θα παραδώσω τους πονηρούς πλουσίους και άρχοντας. Διότι ο παις μου αυτός δεν διέπραξε καμμίαν παρανομίαν, ούτε ευρέθη ποτέ δόλος και ψεύδος στο στόμα του.

Ησ. 53,10          καὶ Κύριος βούλεται καθαρίσαι αὐτὸν ἀπὸ τῆς πληγῆς. ἐὰν δῶτε περὶ ἁμαρτίας, ἡ ψυχὴ ὑμῶν ὄψεται σπέρμα μακρόβιον· καὶ βούλεται Κύριος ἀφελεῖν

Ησ. 53,10                  Και ο Κυριος θέλει να τον καθαρίση πλήρως από τον εξευτελισμόν και την ταπείνωσιν, εις την οποίαν τον υπέβαλαν οι άνθρωποι, από τας πληγάς τας οποίας κατέφεραν εις αυτόν. Εάν προσφέρετε αυτόν ως εξιλαστήριον θυσίαν δια τας αμαρτίας σας, η ψυχή σας λυτρωμένη θα ίδη την ατελεύτητον γενεάν του. Ο Κυριος θέλει να αφαίρεση

Ησ. 53,11          ἀπὸ τοῦ πόνου τῆς ψυχῆς αὐτοῦ, δεῖξαι αὐτῷ φῶς καὶ πλάσαι τῇ συνέσει, δικαιῶσαι δίκαιον εὖ δουλεύοντα πολλοῖς, καὶ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν αὐτὸς ἀνοίσει.

Ησ. 53,11                   τον πόνον της ψυχής του, να δείξη αυτόν και δι' αυτού εις όλον τον κόσμον φως, ικανόν να αναπλάση και αναγεννήση με την σύνεσιν το ανθρώπινον γένος. Θέλει να αποδείξη αθώον αυτόν τον δίκαιον, ο οποίος υπηρετεί εύσυνειδήτως και με αγάπην τους πολλούς. Αυτών δε των πολλών τας αμαρτίας αυτός θα αναλάβη.

Ησ. 53,12          διὰ τοῦτο αὐτὸς κληρονομήσει πολλοὺς καὶ τῶν ἰσχυρῶν μεριεῖ σκῦλα, ἀνθ᾿ ὧν παρεδόθη εἰς θάνατον ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη· καὶ αὐτὸς ἁμαρτίας πολλῶν ἀνήνεγκε καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν παρεδόθη.

Ησ. 53,12                  Δια τούτο αυτός θα πάρη ως ιδικήν του πνευματικήν κληρονομίαν πολλούς· και από τους ισχυρούς θα πάρη και θα διαμοιράση λάφυρα, διότι εκουσίως παρεδόθη στον λυτρωτικόν δι' ημάς θάνατον η ζωή του. Κατετάχθη δε μεταξύ των παρανόμων και ως τοιούτος εθεωρήθη. Αυτός όμως δια της σταυρικής του θυσίας επήρεν επάνω του τας αμαρτίας πολλών και παρεδόθη στον σταυρικόν θάνατον δια τας αμαρτίας των.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 54- Η ΑΙΩΝΙΑ ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ

                             Η αιώνια αγάπη του Κυρίου προς τον Ισραήλ

Ησ. 54,1            Εὐφράνθητι, στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα, ῥῆξον καὶ βόησον, ἡ οὐκ ὠδίνουσα, ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα· εἶπε γὰρ Κύριος·

Ησ. 54,1                    Ευφράνθητι, λοιπόν, συ η εκκλησία των εθνών, η μέχρι σήμερον στερα, η οποία δεν εγεννοσες παιδιά. Βγάλε μεγάλην φωνήν, βόησε με χαράν συ, η οποία δεν εγνώρισες τας ωδίνας του τοκετου. Διότι σήμερον περισσότερα είναι τα τέκνα σου, της ερήμου και χήρας, παρά της Ιουδαϊκής συναγωγής, η οποία είχεν ως πνευματικόν νυμφίον της τον Κυριον. Διότι εις σε είπεν ο Κυριος·

Ησ. 54,2            πλάτυνον τὸν τόπον τῆς σκηνῆς σου καὶ τῶν αὐλαιῶν σου, πῆξον, μὴ φείσῃ· μάκρυνον τὰ σχοινίσματά σου καὶ τοὺς πασσάλους σου κατίσχυσον.

Ησ. 54,2                    Αυξησε εις πλάτος και μήκος τον χώρον της σκηνής σου· έκτεινε απεριόριστα τα παραπετάσματα αυτής, στήσε την σκηνήν σου. Μακρυνε τα σχοινία της και στερέωσε τους πασσάλους της.

Ησ. 54,3            ἔτι εἰς τὰ δεξιὰ καὶ εἰς τὰ ἀριστερὰ ἐκπέτασον, καὶ τὸ σπέρμα σου ἔθνη κληρονομήσει, καὶ πόλεις ἠρημωμένας κατοικιεῖς.

Ησ. 54,3                    Απλωσε την ακόμη περισσότερον εις τα δεξιά και εις τα αριοτερά. Διότι οι απόγονοί σου θα κληρονομήσουν και θα επεκταθούν εις τας χώρας των εθνών, θα κατοικήσης συ εις πόλεις, αι οποίαι έχουν ερημωθή.

Ησ. 54,4            μὴ φοβοῦ, ὅτι κατῃσχύνθης, μηδὲ ἐντραπῇς, ὅτι ὠνειδίσθης· ὅτι αἰσχύνην αἰώνιον ἐπιλήσῃ καὶ ὄνειδος τῆς χηρείας σου οὐ μὴ μνησθήσῃ ἔτι.

Ησ. 54,4                    Μη φοβηθής, επειδή εις παλαιοτέραν εποχήν είχες καταισχυνθή, ούτε και να εντραπής, διότι τότε είχες υποστή ονειδισμούς. Διότι την μακροχρόνιον προηγουμένην εντροπήν σου θα λησμονήσης, και το όνειδος της χηρείας και ατεκνίας σου δεν θα το ενθυμηθής πλέον.

Ησ. 54,5            ὅτι Κύριος ὁ ποιῶν σε, Κύριος σαβαὼθ ὄνομα αὐτῷ· καὶ ὁ ῥυσάμενός σε αὐτὸς Θεὸς Ἰσραήλ, πάσῃ τῇ γῇ κληθήσεται.

Ησ. 54,5                    Διότι ο Κυριος, είναι αυτός που σέ, την Εκκλησίαν, συνεκρότησε και ανέδειξε. Κυριος των δυνάμεων είναι το όνομά του. Ο λυτρωτής σου είναι αυτός ούτος ο Θεός του Ισραήλ, ο οποίος όχι πλέον εις μόνην την ισραηλιτικήν χώραν, αλλά εις όλην την οικουμένην θα ονομάζεται και θα δοξάζεται ως Θεός.

Ησ. 54,6            οὐχ ὡς γυναῖκα καταλελειμμένην καὶ ὀλιγόψυχον κέκληκέ σε Κύριος, οὐδ᾿ ὡς γυναίκα ἐκ νεότητος μεμισημένην, εἶπεν ὁ Θεός σου·

Ησ. 54,6                    Οχι ως γυναίκα, η οποία έχει εγκαταλειφθή από τον σύζυγον της, γυναίκα εριστικήν προς τον άνδρα της και ολιγόψυχον σε έχει καλέσει ο Κυριος. Ούτε ως γυναίκα,η οποία από μακρού, από τα χρόνια της νεότητας της, έχει μισηθή, είπεν ο Θεός σου.

Ησ. 54,7            χρόνον μικρὸν κατέλιπόν σε καὶ μετ᾿ ἐλέους μεγάλου ἐλεήσω σε,

Ησ. 54,7                    Επί μικρόν χρονικόν διάστημα σε εγκατέλειψα. Με αιώνιον όμως μέγα έλεος θα σε ελεήσω.

Ησ. 54,8            ἐν θυμῷ μικρῷ ἀπέστρεψα τὸ πρόσωπόν μου ἀπὸ σοῦ καὶ ἐν ἐλέει αἰωνίῳ ἐλεήσω σε, εἶπεν ὁ ῥυσάμενός σε Κύριος.

Ησ. 54,8                    Με μικρόν και μικράς διαρκείας θυμόν απέστρεψα από σε το πρόσωπον μου· με αιώνιον όμως και ατελεύτητον έλεος θα σε ελεήσω, είπεν ο Κυριος ο λυτρωτής σου.

Ησ. 54,9            ἀπὸ τοῦ ὕδατος τοῦ ἐπὶ Νῶε τοῦτό μοί ἐστι· καθότι ὤμοσα αὐτῷ ἐν τῷ χρόνῳ ἐκείνῳ τῇ γῇ μὴ θυμωθήσεσθαι ἐπὶ σοὶ ἔτι, μηδὲ ἐν ἀπειλῇ σου

Ησ. 54,9                    Ο,τι έπραξα τότε, επί της εποχής του κατακλυσμού του Νώε, αυτό θα κάμω και τώρα. Οπως δηλαδή ωρκίσθην κατά την έποχην εκείνην, ότι δια σε τον Νώε δεν θα οργισθώ πλέον εναντίον της γης, ούτε δι' απειλήν τινά εναντίον σου

Ησ. 54,10          τὰ ὄρη μεταστήσεσθαι, οὐδ᾿ οἱ βουνοί σου μετακινηθήσονται, οὕτως οὐδὲ τὸ παρ᾿ ἐμοῦ σοὶ ἔλεος ἐκλείψει, οὐδὲ ἡ διαθήκη τῆς εἰρήνης σου οὐ μὴ μεταστῇ· εἶπε γὰρ Κύριος· ἵλεώς σοι.

Ησ. 54,10                  ότι τα όρη θα μετατεθούν και τα βουνά θα μετακινηθούν, έτσι και τώρα ορκίζομαι, ότι δεν θα λείψη ποτέ το έλεός μου προς σέ. Ούτε θα ατονήση και θα ακυρωθή ποτέ η διαθήκη, που συνήψα προς σε δια την ειρήνην σου. Διότι είπεν ο Κυριος· Από έδω και πέρα θα είμαι πάντοτε ελεήμων, συγχωρών τας αμαρτίας σου.

Ησ. 54,11          Ταπεινὴ καὶ ἀκατάστατος, οὐ παρεκλήθης, ἰδοὺ ἐγὼ ἑτοιμάζω σοι ἄνθρακα τὸν λίθον σου καὶ τὰ θεμέλιά σου σάπφειρον

Ησ. 54,11                   Ταπεινωμένη εις κατάστασιν ασταθείας και αβεβαιότητος, χωρίς παρηγορίαν ευρίσκετο μέχρι σήμερον, ω Ιερουσαλήμ. Ιδού όμως ότι εγώ ετοιμάζω το οικοδομικόν υλικόν, λίθους πολύτιμους, αδάμαντας δια το κτίριόν σου και σαπφείρουςδια τα θεμέλια του οίκου σου.

Ησ. 54,12          καὶ θήσω τὰς ἐπάλξεις σου ἴασπιν καὶ τὰς πύλας σου λίθους κρυστάλλου καὶ τὸν περίβολόν σου λίθους ἐκλεκτοὺς

Ησ. 54,12                  Με πολύτιμον ίασπιν θα κτίσω τας επάλξεις των τειχών σου, τας δε πύλας του τείχους σου με κρυστάλλους και το τείχος, που θα σε περιβάλη, με εκλεκτούς λίθους.

Ησ. 54,13          καὶ πάντας τοὺς υἱούς σου διδακτοὺς Θεοῦ καὶ ἐν πολλῇ εἰρήνῃ τὰ τέκνα σου.

Ησ. 54,13                  Ολα δε τα τέκνα σου θα διδαχθούν κατ' ευθείαν από τον θεόν, θα ζουν εις αδιατάρακτον και πολλήν ειρήνην.

Ησ. 54,14          καὶ ἐν δικαιοσύνῃ οἰκοδομηθήσῃ· ἀπέχου ἀπὸ ἀδίκου καὶ οὐ φοβηθήσῃ, καὶ τρόμος οὐκ ἐγγιεῖ σοι.

Ησ. 54,14                  Θα οικοδομηθής και θα προοδεύσης στηριζομένη επάνω εις την δικαιοσύνην, θα απέχης από κάθε άδικον πράγμα και έτσι δεν θα φοβηθής ποτέ. Τρόμος ποτέ δεν θα σε πλησίαση.

Ησ. 54,15          ἰδοὺ προσήλυτοι προσελεύσονταί σοι δι᾿ ἐμοῦ καὶ ἐπὶ σὲ καταφεύξονται.

Ησ. 54,15                  Ιδού, πολλοί προσήλυτοι οδηγούμενοι από εμέ θα προσέλθουν εις σε· με εμπιστοσύνην θα καταφύγουν εις σέ, δια να εύρουν σωτηρίαν.

Ησ. 54,16          ἰδοὺ ἐγὼ ἔκτισά σε οὐχ ὡς χαλκεὺς φυσῶν ἄνθρακας καὶ ἐκφέρων σκεῦος εἰς ἔργον· ἐγὼ δὲ ἔκτισά σε οὐκ εἰς ἀπώλειαν φθεῖραι

Ησ. 54,16                  Ιδού, εγώ σε έκτισα, οχι όπως ο χαλκουργός, ο οποίος φυσά τα κάρβουνα, βγάζει από το πυρ σκεύος φθαρτόν και χειροποίητον. Εγώ σε έκτισα εν τη παντοδυναμία μου, δια να μη περιέλθης ποτέ εις απώλειαν και φθοράν, αλλά να μένης αιωνία.

Ησ. 54,17          πᾶν σκεῦος φθαρτόν, ἐπὶ σὲ οὐκ εὐοδώσω, καὶ πᾶσα φωνὴ ἀναστήσεται ἐπὶ σὲ εἰς κρίσιν· πάντας αὐτοὺς ἡττήσεις, οἱ δὲ ἔνοχοί σου ἔσονται ἐν αὐτῇ. ἔστι κληρονομία τοῖς θεραπεύουσι Κύριον, καὶ ἡμεῖς ἔσεσθέ μοι δίκαιοι, λέγει Κύριος.

Ησ. 54,17                  Καθε τι φθαρτόν και επικίνδυνον δια σε σκεύος δεν θα το κατευοδώσω, δεν θα το αφήσω να επιτύχη τίποτε εις βάρος σου· όπως επίσης και κάθε φωνήν, η οποία θα σηκωθή εναντίον σου, δια να ζητήση την καταδίκην σου. Ολους αυτούς οι οποίοι θα εγερθούν εναντίον σου, θα τους νικήσης. Οσοι δε είναι ένοχοι αδικιών εναντίον σου, θα είναι εις καταδίκην. Εξ αντιθέτου επιφυλάσσεται κληρονομία αγαθών δι' εκείνους, που υπηρετούν πιστώς τον Κυριον. Και σεις θα είσθε ενώπιόν μου δίκαιοι, λέγει ο Κυριος, και μέτοχοι των αγαθών, που έχω ετοιμάσει.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 55- ΠΛΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΝ Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΡΟΦΉ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

                               Πλούσια και δωρεάν η πνευματική τροφή του Κυρίου

Ησ. 55,1            Οἱ διψῶντες, πορεύεσθε ἐφ᾿ ὕδωρ, καὶ ὅσοι μὴ ἔχετε ἀργύριον, βαδίσαντες ἀγοράσατε, καὶ φάγετε καὶ πίεσθε ἄνευ ἀργυρίου καὶ τιμῆς οἶνον καὶ στέαρ.

Ησ. 55,1                     Σεις των οποίων η ψυχή διψά, πηγαίνετε στο πνευματικόν ύδωρ, που τρέχει εις την νέαν Ιερουσαλήμ· και όσοι δεν έχετε χρήματα να αγοράσετε, πηγαίνετε με θάρρος. Εκεί θα προμηθευθήτε χωρίς χρήμα, χωρίς να καταβάλλετε αντίτιμον τι, κρέατα και οίνον. Θα φάγετε και θα πίετε δωρεάν.

Ησ. 55,2            ἱνατί τιμᾶσθε ἀργυρίου ἐν οὐκ ἄρτοις καὶ τὸν μόχθον ὑμῶν οὐκ εἰς πλησμονήν; ἀκούσατέ μου καὶ φάγεσθε ἀγαθά, καὶ ἐντρυφήσει ἐν ἀγαθοῖς ἡ ψυχὴ ὑμῶν.

Ησ. 55,2                    Διατί εξοδεύετε τα χρήματά σας οχι δια άρτους και τρόφιμα, και το προϊόν του κόπου σας οχι προς χορτασμόν σας; Ακούσατέ μου και θα φάγετε τα αγαθά, θα εντρυφήση η ψυχή σας μέσα στον πλούτον των πραγματικών αγαθών.

Ησ. 55,3            προσέχετε τοῖς ὠσὶν ὑμῶν καὶ ἐπακουλουθήσατε ταῖς ὁδοῖς μου· εἰσακούσατέ μου, καὶ ζήσεται ἐν ἀγαθοῖς ἡ ψυχὴ ὑμῶν· καὶ διαθήσομαι ὑμῖν διαθήκην αἰώνιον, τὰ ὅσια Δαυὶδ τὰ πιστά.

Ησ. 55,3                    Ανοίξατε τα αυτιά σας και δώσατε προσοχήν εις τα λόγια μου. Ακολουθήσατε τον δρόμον των εντολών μου. Ακούσατέ με και η ψυχή σας θα ζήση μέσα στον πλούτον των αγαθών. Θα κάμω δε μαζή σας νέαν δια-θήκην, αιωνίαν. Θα εκπληρώσω τας ιεράς, τας αμετακινήτους και αξιοπίστους υποσχέσεις μου προς τον Δαυΐδ.

Ησ. 55,4            ἰδοὺ μαρτύριον ἐν ἔθνεσιν ἔδωκα αὐτόν, ἄρχοντα καὶ προστάσσοντα ἔθνεσιν.

Ησ. 55,4                    Ιδού, αυτόν, τον οποίον υπεσχέθην στον Δαυΐδ, τον έδωσα και τον ανέδειξα αξιόπιστον κήρυκα της αληθείας μεταξύ όλων των εθνών, παγκόσμιον άρχοντα και δίδοντα προσταγάς εις όλα τα έθνη.

Ησ. 55,5            ἰδοὺ ἔθνη, ἃ οὐκ οἴδασί σε, ἐπικαλέσονταί σε, καὶ λαοί, οἳ οὐκ ἐπίστανταί σε, ἐπὶ σὲ καταφεύξονται ἕνεκεν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, τοῦ ἁγίου Ἰσραήλ, ὅτι ἐδόξασέ σε. -

Ησ. 55,5                    Ιδού, έθνη, τα οποία προηγουμένως δεν σε εγνώριζαν, διότι τίποτε περί σου δεν είχαν ακούσει, θα σε επικαλούνται τώρα με πίστιν. Και λαοί, οι οποίοι δεν έμαθαν τίποτε και δεν εγνώριζον τίποτε δια σέ, θα καταφύγουν προς σε ως προς σωτήρα, ένεκεν Κυρίου του Θεού σου, του αγίου Θεού του Ισραήλ, διότι αυτός σε εδόξασε.

Ησ. 55,6            Ζητήσατε τὸν Κύριον καὶ ἐν τῷ εὑρίσκειν αὐτὸν ἐπικαλέσασθε· ἡνίκα δ᾿ ἂν ἐγγίζη ὑμῖν,

Ησ. 55,6                    Αναζητήσατε τον Κυριον με προθυμίαν· και όταν τον εύρετε, επικαλεσθήτε με πίστιν την βοήθειάν του· όταν δε ο Κυριος σας πλησιάζη,

Ησ. 55,7            ἀπολιπέτω ὁ ἀσεβὴς τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ καὶ ἀνὴρ ἄνομος τὰς βουλὰς αὐτοῦ καὶ ἐπιστραφήτω ἐπὶ Κύριον, καὶ ἐλεηθήσεται, ὅτι ἐπὶ πολὺ ἀφήσει τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν.

Ησ. 55,7                    ο ασεβής ας εγκαταλείψη τας αμαρτωλάς αυτού οδούς και ο παράνομος άνθρωπος ας επιστρέψη εν μετανοία προς τον Κυριον. Και τότε ο Κυριος θα τον ελεήση, διότι εις μέ-γάλην έκτασιν θα συγχωρήση τας αμαρτίας εκείνου και όλων σας.

Ησ. 55,8            οὐ γάρ εἰσιν αἱ βουλαί μου ὥσπερ αἱ βουλαὶ ὑμῶν, οὐδ᾿ ὥσπερ αἱ ὁδοὶ ὑμῶν αἱ ὁδοί μου, λέγει Κύριος.

Ησ. 55,8                    Διότι αι ιδικαί μου βουλαί και αποφάσεις, λέγει ο Κυριος, δεν είναι ώσάν τας ιδικάς σας βουλάς· ούτε οι ιδικοί μου τρόποι ενεργείας και αι οδοί, τας οποίας σας υποδεικνύω, είναι ωσάν τας ιδικάς σας οδούς.

Ησ. 55,9            ἀλλ᾿ ὡς ἀπέχει ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τῆς γῆς, οὕτως ἀπέχει ἡ ὁδός μου ἀπὸ τῶν ὁδῶν ὑμῶν καὶ τὰ διανοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς διανοίας μου.

Ησ. 55,9                    Αλλά, όσον απέχει ο ουρανός από την γην, τόσον απέχει και η ιδική μου οδός από τας οδούς σας, και τα ιδικά σας διανοήματα από την ίδικήν μου διάνοιαν και βουλήν.

Ησ. 55,10          ὡς γὰρ ἂν καταβῇ ὁ ὑετὸς ἢ χιὼν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ οὐ μὴ ἀποστραφῇ, ἕως ἂν μεθύσῃ τὴν γῆν, καὶ ἐκτέκῃ καὶ ἐκβλαστήσῃ καὶ δῷ σπέρμα τῷ σπείραντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν,

Ησ. 55,10                  Διότι, όπως όταν κατεβή από τον ουρανόν η βροχή η η χιών, δεν θα επιστρέψη πάλιν, έως ότου ποτίση πλουσίως την γην, φυτρώση ο σπαρείς σπόρος, βλάστηση και καρποφορήση χάριν του γεωργού, που τον έσπειρε, και δώσει εις αυτόν άρτον προς τροφήν,

Ησ. 55,11          οὕτως ἔσται τὸ ῥῆμά μου, ὃ ἐὰν ἐξέλθῃ ἐκ τοῦ στόματός μου, οὐ μὴ ἀποστραφῇ, ἕως ἂν τελεσθῇ ὅσα ἂν ἠθέλησα καὶ εὐοδώσω τὰς ὁδούς μου καὶ τὰ ἐντάλματά μου.

Ησ. 55,11                   ετσι θα γίνη και με κάθε λόγον μου, ο οποίος θα βγη από το στόμα μου. Δεν θα πέση στο κενόν, δεν θα επιστρέψη απραγματοποίητος, μέχρις ότου εκτελεσθούν όλα όσα εγώ ηθέλησα και θέλω. Θα κατευοδώσω εγώ όλους τους τρόπους ενεργείας μου και θα μεταβάλω εις πραγματικότητα εκείνα, τα οποία διέταξα.

Ησ. 55,12          ἐν γὰρ εὐφροσύνῃ ἐξελεύσεσθε καὶ ἐν χαρᾷ διδαχθήσεσθε· τὰ γὰρ ὄρη καὶ οἱ βουνοὶ ἐξαλοῦνται προσδεχόμενοι ὑμᾶς ἐν χαρᾷ, καὶ πάντα τὰ ξύλα τοῦ ἀγροῦ ἐπικροτήσει τοῖς κλάδοις,

Ησ. 55,12                  Και ιδού, ότι σεις, με μεγάλην αγαλλίασιν θα λυτρωθήτε και θα εξέλθετε από τον ζυγόν της δουλείας σας, με μεγάλην χαράν θα διδαχθήτε και θα δεχθήτε την διδασκαλίαν μου. Και αυτά ακόμη τα μεγάλα όρη και τα μικρά βουνά θα σκιρτούν από αγαλλίασιν, υποδεχόμενα με χαράν σας. Και όλα τα δένδρα της υπαίθρου θα κροτούν από την χαράν των τους κλάδους των.

Ησ. 55,13          καὶ ἀντὶ τῆς στοιβῆς ἀναβήσεται κυπάρισσος, ἀντὶ δὲ τῆς κονύζης ἀναβήσεται μυρσίνη· και ἔσται Κύριος εἰς ὄνομα καὶ εἰς σημεῖον αἰώνιον καὶ οὐκ ἐκλείψει.

Ησ. 55,13                  Κατά την πανευφρόσυνον εκείνην περίοδον αντί της ακάρπου θαμνώδους στοιβής θα υψωθή η μεγαλοπρεπής κυπάρισσος. Αντί δε της δυσώδους κονύζης θα βλαστήση και θα μεγαλώση η ευώδης μυρτιά. Ονομαστός και ένδοξος θα γίνη ο Κυριος κατά την ημέραν εκείνην. Και η λύτρωσις, που θα σας δοθή εκ μέρους του, θα είναι μέγα και αιώνιον θαύμα, που δεν θα λείψη ποτέ.