ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

 

ΒΑΙΘΗΛ

 

Η ΒΑΙΘΗΛ (ΛΟΥΖΑ)

(Γένεση 12,8. 13,3. 28,19. 35,1. Ιησούς του Ναυή 16,2. 18,13. Κριταί 1,22. 2,1. 4,5. 20,18. 21,2)

(Α' Βασιλειών 7,16. 13,1. Γ' Βασιλέων 12,29. 13,1. Δ' Βασιλειών 2,2. 2,23. Α' Παραλειπομένων 7,28)

' Παραλειπομένων 13,19. Άσμα Ασμάτων 2,9)

 

Η Βαιθήλ ήταν μια εξέχουσα πόλη του αρχαίου Ισραήλ, στα όρια της φυλής Εφραίμ (Α' Παραλειπομένων 7,28. Ιησούς του Ναυή 16,2). Στα Εβραϊκά σημαίνει «Οίκος Θεού» και το προγενέστερο χαναανιτικό όνομα της πόλης ήταν Λουζ (Λουζά) (Γένεση 28,19. 48,3. Κριταί 1,23). Είναι αξιοσημείωτο ότι στην Αγία Γραφή αναφέρεται περισσότερες φορές από οποιαδήποτε άλλη πόλη εκτός από την Ιερουσαλήμ.

Το Άσμα Ασμάτων του Σολομώντα αναφέρεται στη Βαιθήλ. Εκεί η νύμφη αναφέρεται στον αγαπημένο της, τον οποίο χαρακτηρίζει αδερφό της ψυχής της και τον παρομοιάζει σαν το ζαρκάδι ή το μικρό ελάφι, που ζει στα όρη της Βαιθήλ (Άσμα Ασμάτων 1,14). Χάρτης C6.

 

 

Η ΒΑΙΘΗΛ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ

 

Η σκάλα του Ιακώβ

Στη Βαιθήλ εγκαταστάθηκε ο Αβραάμ, όταν ερχόμενος από τη Χαρράν, διέσχισε την περιοχή της Συχέμ, και προχώρησε προς τα βουνά, ανατολικά της Βαιθήλ. Εκεί έχτισε ένα ακόμη θυσιαστήριο στον Κύριο και προσευχήθηκε σ' Αυτόν (Γένεση 12,8).

Στην ίδια τοποθεσία εγκαταστάθηκε ο Αβραάμ και μετά τη φυγή του από την Αίγυπτο, μαζί με τη γυναίκα του τη Σάρρα και τον ανηψιό του το Λωτ (Γένεση 13,3).

 

Αργότερα, όταν ο Ιακώβ για να γλιτώσει από την οργή του Ησαύ, έφυγε από τη Βεερ-σεβά προς τη Χαρράν, όπου έμενε ο Λάβαν, είδε εκεί ένα όραμα με μια σκάλα που έφτανε ως τον ουρανό και του επαναβεβαιώθηκε από τον Θεό η υπόσχεση που είχε δοθεί στον Αβραάμ. Όταν ο Ιακώβ ξύπνησε είπε "αφού ο Κύριος είναι σ' αυτόν τον τόπο, άρα αυτός ο τόπος είναι ο οίκος του Θεού και αυτή η πύλη του ουρανού". Το πρωΐ πήρε μια πέτρα και την έστησε ως ιερή στήλη κι έχυσε λάδι πάνω της και ονόμασε τον τόπο αυτό Βαιθήλ, που σημαίνει "Οίκος Θεού" (28,10-19).

 

Ο Ιακώβ, μετά από παρότρυνση του Κυρίου, εγκαταστάθηκε στη Βαιθήλ. Εκεί έχτισε θυσιαστήριο στον Κύριο και προσευχήθηκε. Εκεί ο Κύριος εμφανίστηκε πάλι στον Ιακώβ, τον ευλόγησε και ανανέωσε τη διαθήκη μαζί του. Κατόπιν του έδωσε το όνομα Ισραήλ, το οποίο ήταν και το όνομα όλου του λαού. Μετά ο Ιακώβ έστησε μια λίθινη στήλη στον τόπο όπου του είχε μιλήσει ο Θεός, και πάνω σ' αυτήν πρόσφερε σπονδή και έχυσε λάδι. Τότε ο Ιακώβ ονόμασε την πόλη από Λουζ σε Βαιθήλ, που σημαίνει "Οίκος Θεού". Εκείνη την εποχή πέθανε και η Δεβώρα, που ήταν η τροφός της Ρεβέκκας, και την έθαψαν νότια της Βαιθήλ, κάτω από μια βελανιδιά, η οποία ονομάστηκε "βελανιδιά του πένθους" (Γένεση 35,1-15).

 

 

Η ΒΑΙΘΗΛ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

 

Κατά την είσοδο στη Χαναάν, οι άνδρες των φυλών Εφραίμ και Μανασσή πολιόρκησαν τη Βαιθήλ, η οποία ονομαζόταν Λουζά. Πρώτα, όμως, έστειλαν ανθρώπους να κατασκοπεύσουν την πόλη. Οι κατάσκοποι είδαν κάποιον που έβγαινε από την πόλη, τον συνέλαβαν και του ζήτησαν να τους δείξει κάποιο πέρασμα, για να μπουν στην πόλη κι εκείνοι θα του φερόντουσαν με καλοσύνη. Εκείνος τους έδειξε το πέρασμα, από το οποίο οι Ισραηλίτες μπήκαν και κατέλαβαν την πόλη. Σκότωσαν όλους τους κατοίκους της πόλης, αλλά άφησαν ελεύθερο τον άνθρωπο, που τους έδειξε το πέρασμα, μαζί με όλους τους συγγενείς του. Αυτός πήγε στη χώρα των Χετταίων, κι εκεί έχτισε μια πόλη που την ονόμασε επίσης Λουζά (Κριταί 1,22-26). Στη συνέχεια οι απόγονοι του Εφραίμ, εγκαταστάθηκαν στη Βαιθήλ, που ήταν και μια από τις σημαντικότερες πόλεις της φυλής Εφραίμ (Α' Παραλειπομένων 7,28).

 

Τα δυτικά σύνορα της φυλής Βενιαμίν άρχιζαν από την έρημο Μαβδαρίτιδα Βαιθών και μετά κατευθύνονταν προς τη Λουζά (Βαιθήλ) και μετά νότια προς τη Μααταρωθορέχ, στην ορεινή περιοχή που βρίσκεται νότια της Κάτω Βαιθωρών (Ιησούς του Ναυή 18,12-13). Αλλά και τα όρια της φυλής Εφραίμ άρχιζαν από τον Ιορδάνη, στο ύψος της Ιεριχούς, μετά ανέβαιναν προς την ορεινή περιοχή, στην έρημο και μετά στη Βαιθήλ (Λουζά), κι από κει συνέχιζαν προς τη Μεσόγειο και μετά από πολλές τοποθεσίες κατέληγαν πάλι στον Ιορδάνη ποταμό (Ιησούς του Ναυή 16,1-7).

 

 

Η ΒΑΙΘΗΛ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΩΝ ΚΡΙΤΩΝ

 

Μετά τη διανομή της Χαναάν και την εγκατάσταση των Ισραηλιτών στη Γη της Επαγγελίας, ένας άγγελος του Κυρίου ήρθε από τα Γάλγαλα στον Κλαυθμώνα (Βοχίμ) και στη Βαιθήλ, όπου κατοικούσαν οι Ισραηλίτες και τους είπε: «Ο Κύριος σας έβγαλε από την Αίγυπτο και σας έφερε στη χώρα που είχε υποσχεθεί στους προπάτορές σας. σας είχα πει να μην έρθετε σε συμφωνία με τους κατοίκους της χώρας και να καταστρέψετε τα θυσιαστήρια και τα είδωλά τους. Δεν υπακούσατε στην εντολή μου και δεν κάνατε αυτά που σας είπα. Δεν θα ακυρώσω τη διαθήκη μου μαζί σας, αλλά δεν θα διώξω από μπροστά σας τους κατοίκους αυτής της χώρας. Θα είναι εχθροί σας και οι θεοί τους θα είναι μια συνεχής παγίδα για σας».

Όταν ο άγγελος του Κυρίου τους είπε αυτά τα λόγια, ο λαός φώναζε δυνατά και έκλαψε. Γι' αυτό ονόμασαν εκείνο τον τόπο Κλαυθμώνα (Βοχίμ) και πρόσφεραν εκεί θυσίες στον Κύριο (Κριταί 2,1-5).

 

Η Δεββώρα

Μεταξύ της Ραμά και της Βαιθήλ, στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ, κατοικούσε η προφήτισσα και Κριτής Δεββώρα (Κριτές 4,5). Στη Βαιθήλ είχαν στρατοπεδεύσει όλες οι φυλές του Ισραήλ, για να τιμωρήσουν τη φυλή Βενιαμίν, για το ανοσιούργημα των ανδρών της Γαβαά, οι οποίοι ασέλγησαν πάνω στην παλλακίδα ενός Λευίτη από τη φυλή Εφραίμ, την οποία άφησαν νεκρή μετά την αποτρόπαια πράξη τους. Οι Ισραηλίτες, αφού ηττήθηκαν κατά την πρώτη μάχη, συγκεντρώθηκαν στη Βαιθήλ, εκεί που ήταν η Σκηνή του Μαρτυρίου και η Κιβωτός της Διαθήκης και έκλαψαν ενώπιον του Κυρίου. Οι Ισραηλίτες ρώτησαν τον Κύριο, εάν έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο και πήραν θετική απάντηση.

Μετά όμως και από τη δεύτερη ήττα, οι Ισραηλίτες ξανασυγκεντρώθηκαν στη Βαιθήλ και έκλαψαν πάλι ενώπιον του Κυρίου. Νήστεψαν μέχρι το βράδυ και πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο. Οι Ισραηλίτες ρώτησαν ξανά τον Κύριο, εάν έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο και ο Κύριος τους απάντησε, ότι την επόμενη φορά θα τους παραδώσει στα χέρια τους (Κριταί 20,18-29). Έτσι ξεκίνησε η τρίτη μάχη, σύμφωνα με την οποία ηττήθηκε ολοκληρωτικά η φυλή Βενιαμίν (Κριταί 20,30-48).

Οι Ισραηλίτες μετά τη νίκη τους πήγαν στη Βαιθήλ, πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο και θρηνούσαν μπροστά στην Κιβωτό της Διαθήκης για το κακό που βρήκε το λαό τους. Λυπήθηκαν για το κακό που βρήκε τη φυλή Βενιαμίν και αποφάσισαν να ξαναδημιουργήσουν τη φυλή από την αρχή (Κριταί 21,2-7).

 

 

Η ΒΑΙΘΗΛ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΣΑΟΥΛ

 

Ο Σαμουήλ κάθε χρόνο περιόδευε σε όλες τις πόλεις που βρίσκονταν μεταξύ Βαιθήλ, Γαλγαλά και Μασσηφάθ, και απέδιδε δικαιοσύνη στους Ισραηλίτες σ' όλα αυτά τα μέρη (Α' Βασιλειών 7,15-16). Ο Σαούλ στα δύο πρώτα χρόνια της βασιλείας του, είχε διαλέξει από τους Ισραηλίτες δύο χιλιάδες άνδρες ως σωματοφύλακες και εγκαταστάθηκαν στη Μαχμάς, στην ορεινή περιοχή της Βαιθήλ (Α' Βασιλειών 13,1-2). Εκεί έγινε και η μάχη μεταξύ Ισραηλιτών και Φιλισταίων κατά την οποία ο Σαούλ και ο γιος του ο Ιωνάθαν κατατρόπωσαν τους Φιλισταίους (Α' Βασιλειών κεφ. 13-14).

 

 

Η ΒΑΙΘΗΛ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΒΟΑΜ

 

Πολύ καιρό αργότερα, η Βαιθήλ έγινε η σημαντικότερη πόλη του βόρειου ισραηλιτικού βασιλείου υπό τον βασιλιά Ιεροβοάμ Α'. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, εκείνη την περίοδο της αποστασίας του λαού Ισραήλ από την λατρεία του Θεού, η Βαιθήλ μαζί με τη Δαν έγιναν ξακουστές ως κέντρα ειδωλολατρίας καθώς ο βασιλιάς είχε ανεγείρει σε αυτές χρυσά μοσχάρια ώστε να κάνει τον λαό να πάψει να πηγαίνει για λατρεία στον Ναό της Ιερουσαλήμ. Ο Ιεροβοάμ σκέφτηκε ότι η βασιλεία του θα μπορούσε να βρεθεί σε κίνδυνο και να περάσει στους απογόνους του Δαβίδ, εάν ο λαός του θα μετέβαινε στην Ιερουσαλήμ για να προσφέρει θυσίες στο ναό του Κυρίου. Έτσι υπήρχε ο κίνδυνος η καρδιά του λαού να στραφεί προς τον Κύριο και προς τον προηγούμενο βασιλιά τους, το Ροβοάμ, και εκείνον να τον θανατώσουν. Η πράξη όμως αυτή του Ιεροβοάμ έγινε η αφορμή να παρασυρθεί ο λαός στην ειδωλολατρία και να εγκαταλείψει το ναό του Κυρίου. Ακόμη ο Ιεροβοάμ όρισε ως επίσημη γιορτή τη δέκατη πέμπτη μέρα του όγδοου μήνα, ως αντίστοιχη της γιορτής της Σκηνοπηγίας, που εορτάζονταν στο βασίλειο του Ιούδα στην Ιερουσαλήμ. Μάλιστα κατά τη γιορτή αυτή ο Ιεροβοάμ πρόσφερε ο ίδιος τις θυσίες στο θυσιαστήριο που είχε κάνει στη Βαιθήλ, όπου και θυσίασε στα ομοιώματα που είχε κατασκευάσει. Κι εκεί εγκατέστησε τους ιερείς των ιερών τόπων, τους οποίους ο ίδιος είχε τοποθετήσει (Γ' Βασιλέων 12,26-33).

 

Ο Ιεροβοάμ και ο προφήτης του Ιούδα

Κάποτε κατά την ημερομηνία που ο ίδιος ο Ιεροβοάμ επινόησε ως επίσημη γιορτή, πήγε στον ιερό τόπο που είχε καθιερώσει στη Βαιθήλ κι ανέβηκε στο θυσιαστήριο για να προσφέρει θυσία στα ομοιώματα που είχε κατασκευάσει.

Την ώρα εκείνη, με εντολή του Κυρίου, είχε πάει στη Βαιθήλ κι ένας προφήτης από τη χώρα του Ιούδα. Και τη στιγμή που ο Ιεροβοάμ στεκόταν μπροστά στο θυσιαστήριο για να κάνει τη θυσία, ο προφήτης απηύθυνε στο θυσιαστήριο το λόγο του Κυρίου, σύμφωνα με τον οποίο, ένας γιος θα γεννηθεί από τους απογόνους του Δαβίδ, που τ' όνομά του θα είναι Ιωσίας. Αυτός θα θυσιάσει πάνω σ' αυτό το θυσιαστήριο τους ιερείς των ιερών τόπων και τα οστά τους θα τα κάψει πάνω του. Κι αμέσως μετά είπε, ως σημείο ότι μίλησε ο Κύριος, το θυσιαστήριο αυτό θα σπάσει και θα χυθεί η στάχτη που είναι πάνω του.

Όταν ο Ιεροβοάμ άκουσε τα λόγια που είπε ο προφήτης εναντίον του θυσιαστηρίου της Βαιθήλ, άπλωσε το χέρι του πάνω από το θυσιαστήριο εναντίον του προφήτη και πρόσταξε να τον συλλάβουν. Αλλά το χέρι του ξεράθηκε και δεν μπορούσε να το ξαναφέρει στη θέση του. Τότε έσπασε το θυσιαστήριο και χύθηκε η στάχτη του, σύμφωνα με το σημείο που έδωσε ο προφήτης με εντολή του Κυρίου.

Ο Ιεροβοάμ τότε αποκρίθηκε στον προφήτη, να προσευχηθεί και να παρακαλέσει τον Κύριο για να επανέλθει το χέρι στη θέση του. Ο προφήτης παρακάλεσε τον Κύριο να γυρίσει το χέρι του βασιλιά στη θέση του, και το χέρι έγινε όπως πρώτα.

Αμέσως μετά ο Ιεροβοάμ προσκάλεσε τον προφήτη να φάνε μαζί στο σπίτι του, αλλά ο προφήτης του απάντησε, πως ο Κύριος του απαγόρευσε αυστηρά να φάει και να πιει σ' αυτόν τον τόπο και να γυρίσει στην πατρίδα του από άλλο δρόμο. Έτσι ο προφήτης έφυγε και ακολούθησε άλλο δρόμο από εκείνον που είχε πάρει για να πάει στη Βαιθήλ (Γ' Βασιλέων 13,1-10).

 

Η συνέχεια όμως ήταν τραγική για τον προφήτη του Ιούδα. Στη Βαιθήλ κατοικούσε ένας γέροντας προφήτης, ο οποίος έμαθε από τους γιους του όσα συνέβησαν στη Βαιθήλ. Έτσι ακολούθησε το δρόμο που είχε πάρει ο προφήτης του Ιούδα και τον βρήκε να κάθεται κάτω από μια βελανιδιά. Τον προσκάλεσε στο σπίτι του για φαγητό, αλλά επειδή ο προφήτης του Θεού αρνήθηκε, του είπε λοιπόν, πως κι εκείνος ήταν προφήτης και του είπε ψέμματα πως ένας άγγελος, με εντολή του Κυρίου του είπε να τον πάρει στο σπίτι του και να φάνε μαζί. Πήγε λοιπόν ο προφήτης του Ιούδα μαζί του στο σπίτι του και φάγανε μαζί.

Αλλά την ώρα που κάθονταν στο τραπέζι, ήρθε λόγος του Κυρίου στο γέροντα προφήτη της Βαιθήλ και είπε στον άνθρωπο του Θεού της φυλής Ιούδα, πως επειδή δεν πειθάρχησε στο λόγο του Κυρίου και δεν τήρησε την εντολή του, αλλά γύρισε πίσω κι έφαγε και ήπιε, γι' αυτό το λόγο το πτώμα του δεν θα θαφτεί στον τάφο των προγόνων του (Γ' Βασιλέων 13,11-22).

Έτσι ο προφήτης του Ιούδα καθώς πήρε το δρόμο για την επιστροφή, συνάντησε στο δρόμο ένα λιοντάρι, το οποίο όρμησε πάνω του και τον σκότωσε. Το πτώμα του προφήτη έμεινε εκεί πεσμένο πάνω στο δρόμο, ενώ το γαϊδούρι και το λιοντάρι στέκονταν πλάϊ του.

Κάποιοι περαστικοί είδαν το πτώμα του προφήτη πάνω στο δρόμο και το λιοντάρι να στέκεται κοντά του. Αυτοί, λοιπόν, πήγαν στη Βαιθήλ και διηγήθηκαν το γεγονός στην πόλη. Τότε ο γέροντας προφήτης της Βαιθήλ πήρε το πτώμα του ανθρώπου του Θεού, το έφερε στην πόλη και το έθαψε. Έπειτα είπε στους γιους του, όταν πεθάνει να τον θάψουν στον ίδιο τάφο, όπου θάφτηκε ο άνθρωπος του Θεού και να βάλουν τα οστά του δίπλα στα οστά του προφήτη του Ιούδα.  Και τους είπε ακόμη, πως ο λόγος που είπε ο άνθρωπος αυτός, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, μπροστά στο θυσιαστήριο της Βαιθήλ, ενάντια σε όλους τους ιερούς τόπους των πόλεων της Σαμάρειας, θα πραγματοποιηθεί οπωσδήποτε (Γ' Βασιλέων 13,23-32). Μετά τον εμφύλιο πόλεμο του Αβιά με τον Ιεροβοάμ, στον οποίο επικράτησε το βασίλειο του Ιούδα και επέφερε μεγάλη καταστροφή στους Ισραηλίτες, ο Αβιά πήρε από τον Ιεροβοάμ τις πόλεις Βαιθήλ, Ισανά και Εφρών, κι όλες τις γύρω κωμοπόλεις (Β' Παραλειπομένων 13,19).

 

 

Η ΒΑΙΘΗΛ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

 

Παρά την επικράτηση της ειδωλολατρίας στο Βασίλειο του Ισραήλ, την περίοδο του προφήτη Ηλία και του Ελισαίου, διέμενε στη Βαιθήλ μια ομάδα 50 προφητών. Έτσι πριν ο προφήτης Ηλίας αναληφθεί στον ουρανό μαζί με τον Ελισαίο βρισκόντουσαν στα Γάλγαλα. Ο Ηλίας είπε στον Ελισαίο να μείνει εκεί, γιατί ο Κύριος τον έστελνε στη Βαιθήλ. Αλλά ο Ελισαίος του απάντησε πως ορκίστηκε να μην τον εγκαταλείψει κι έτσι πήγαν μαζί στη Βαιθήλ. Οι προφήτες που βρίσκονταν στη Βαιθήλ είπαν στον Ελισαίο, εάν γνώριζε ότι ο Κύριος θα πάρει τον Ηλία στον ουρανό; Ο Ελισαίος τους απάντησε πως το γνώριζε. Έπειτα ο Ηλίας είπε στον Ελισαίο να μείνει εκεί, γιατί ο Κύριος τον έστελνε στην Ιεριχώ. Ο Ελισαίος όμως του απάντησε πως ορκίστηκε να μην τον εγκαταλείψει. Έτσι πήγαν μαζί στην Ιεριχώ (Δ' Βασιλειών 2,1-4).

Μετά την ανάληψη του Ηλία ο Ελισαίος αναχώρησε από την Ιεριχώ προς την Βαιθήλ και καθώς πήγαινε, μερικά παιδιά βγήκαν από την πόλη και τον χλεύασαν για τη φαλάκρα του. Τότε ο Ελισαίος τα καταράστηκε στ' όνομα του Κυρίου. Και ύστερα από λίγο βγήκαν δυο αρκούδες από το δάσος και κατασπάραξαν 42 από αυτά (Δ' Βασιλειών 2,23-24).