ΟΙ ΦΥΛΕΣ ΤΗΣ ΓΗΣ

 

ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΦΥΛΗ

 

Γενικός όρος, που χαρακτηρίζει τους λαούς που ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή ή άρια γλωσσική ομάδα. Οι Ινδοευρωπαίοι δεν είναι φυλή απόλυτα εξακριβωμένη ανθρωπολογικά. Αποτελούν τη σπουδαιότερη ομοεθνία, που περιλαμβάνει τους περισσότερους πολιτισμένους λαούς. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, οι Ινδοευρωπαϊκοί λαοί (οι Ιαπετικοί λαοί) κατάγονται από τον Ιάφεθ, γιο του Νώε (Γένεση 10,2-5).

 

Στην Ινδοευρωπαϊκή φυλή ανήκουν: οι Έλληνες, οι Ιταλοί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι, οι Σέρβοι, οι Βούλγαροι, οι Κροάτες, οι Ρουμάνοι και οι Αλβανοί (Ιλλυριοί) στη Νότια Ευρώπη. Οι Σκανδιναβοί (Δανοί, Νορβηγοί, Σουηδοί, Ισλανδοί), οι Γερμανοί, οι Βρεττανοί, και οι Ιρλανδοί στη Βόρεια Ευρώπη. Οι Γάλλοι στη Δυτική Ευρώπη. Οι Σλάβοι (Ρώσοι, Τσέχοι, Πολωνοί), και οι Αρμένιοι στην Ανατολική Ευρώπη. Οι Ινδοϊρανοί, οι Πέρσες, οι Ινδοί και οι Κούρδοι στην Ασία.

 

Οι έννοιες "Ινδοευρωπαίοι", "Σημίτες" και "Χαμίτες", δημιουργήθηκαν το 19ο αιώνα. Ξεκίνησαν από τη σύγκριση των ευρωπαϊκών γλωσσών με τα σανσκριτικά κείμενα. Έτσι, οι γλωσσολογικές μελέτες, με βάση τις φθογγολογικές ομοιότητες, βοήθησαν στην εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τη μετανάστευση των λαών αυτών και την πιθανή μορφή του πολιτισμού τους.

 

Δεν είναι γνωστό ποιοι λαοί κατοικούσαν την Ευρώπη πριν από τη μετανάστευση των ινδοευρωπαϊκών φύλων. Γνωρίζουμε μόνο τους Ίβηρες, τους πρόγονους δηλ. των σημερινών Βάσκων της Ισπανίας και τους Αιγαίους, που κατοικούσαν σε ελληνικές περιοχές κι ανάπτυξαν σημαντικότατο πολιτισμό, τον κρητικό, πριν από την κάθοδο των Δωριέων.

Επίσης δεν είναι με βεβαιότητα γνωστή η κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων. Οι επιστημονικές έρευνες απόδειξαν ότι κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων ήταν οι στέπες της Ευρασίας. Νεότερες έρευνες τους τοποθετούν κάπου στην Ευρώπη, όχι όμως στην Νότια Ευρώπη.

Πολύ πιθανό η αρχική κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων να ήταν η Δυτική Ασία, ανάμεσα στον Εύξεινο Πόντο, την ανατολική Περσία και τη κεντρική Ασία. Απ' εκεί χωρίστηκαν σε δυο ρεύματα. Το ένα προχώρησε προς τη Ινδία και το δεύτερο εγκαταστάθηκε στη βορειοκεντρική Ευρώπη.

Οι πρώτες διεισδύσεις στη Δύση άρχισαν τους τελευταίους αιώνες της 3ης χιλιετηρίδας. Πρώτοι έφτασαν οι λαοί του πολιτισμού "γιαμνάγια" (γνωστοί από τους τάφους Κουργκάν), που γνώριζαν το άρμα με τροχούς και ξέρουμε ότι ήδη βρίσκονταν στην Ολλανδία το 2.100 π.Χ. Γνώριζαν ακόμη την κατεργασία του χαλκού και του ορείχαλκου. Αυτή ήταν και η αρχή του χαλκού στην Ευρώπη.

 

Η προέλαση των ινδοευρωπαϊκών φύλων δε σταμάτησε. Με αργό αλλά συνεχή ρυθμό κυριαρχούν, προχωρώντας στους νεολιθικούς πληθυσμούς της Δύσης. Ένα νέο κύμα λαών προς το τέλος της εποχής του χαλκού φτάνει στην Ελλάδα (μόλις προς τα μέσα ή λίγο μετά τη 2η χιλιετηρίδα) και στην Εγγύς Ανατολή, όπου καταστρέφει τον πολιτισμό των Χετταίων, που ήταν κι αυτοί Ινδοευρωπαίοι.

Οι κατακτήσεις των Ινδοευρωπαίων σταθεροποιήθηκαν από τις διάφορες φυλές, που εγκαταστάθηκαν αργότερα στην Ευρώπη (Θράκες, Ιλλυριοί, Ιταλιώτες, Κέλτες, Γερμανοί). Έτσι μπήκαν οι βάσεις των σημερινών ευρωπαϊκών εθνών.

 

Η κοινή καταγωγή των Ευρωπαίων αποδείχνεται με τη γλωσσική συγγένεια και με τη συγγένεια των πολιτισμών όλων των ευρωπαϊκών λαών που είναι φανερή μέχρι σήμερα, κυρίως στις γεωργικές περιοχές, που πάντα είναι συντηρητικότερες.

Για τον πολιτισμό και τη διάρθρωση της κοινωνίας των Ινδοευρωπαίων, όταν ζούσαν όλοι στο ίδιο μέρος και μιλούσαν την άρια ή ινδοευρωπαϊκή γλώσσα (η εποχή αυτή τοποθετείται γύρω στο 5000 π.Χ.) δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα.

Από τις γλωσσολογικές έρευνες υποθέτουμε ότι ήταν λαός νομαδικός. Ασχολούνταν κυρίως με την κτηνοτροφία. Γνώριζαν να κατασκευάζουν αμάξια καθώς και αγγεία και χρησιμοποιούσαν το δεκαδικό σύστημα αρίθμησης. Στην πατριαρχική κοινωνία των Ινδοευρωπαίων οι δεσμοί της "εξ αίματος" συγγένειας ήταν πολύ δυνατοί.

 

Για τη θρησκεία τους, από τις συγκριτικές μελέτες που έγιναν με τις θρησκείες των διάφορων ινδοευρωπαϊκής προέλευσης λαών, οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι θεότητες των Ινδοευρωπαίων αντιστοιχούσαν σε τρεις βασικές λειτουργίες της ζωής. Στη σχέση του ανθρώπου με το θείο, στη φυσική δύναμη και στη γονιμότητα κι αναπαραγωγή.

Οι άνθρωποι δηλ. κατατάσσονταν σε τρεις τάξεις: ιερείς, πολεμιστές, παραγωγοί. Οι ιερείς αντιπροσώπευαν τη σχέση του ανθρώπου με το θείο, οι πολεμιστές τη φυσική δύναμη και οι παραγωγοί τις καθημερινές αξίες και τη γονιμότητα. Έτσι χωρίζονταν και οι ινδοευρωπαϊκές θεότητες. Το χωρισμό αυτό τον βρίσκουμε και στους Ινδούς, στους Έλληνες, στους Σκανδιναβούς κ.λπ.

 

Οι ινδοευρωπαϊκές γλώσσες είναι οι πιο γνωστές και οι περισσότερες γλώσσες που μιλιούνται στην Ευρώπη και την Ασία και έχουν κοινή προέλευση και κοινή καταγωγή. Η ινδοευρωπαϊκή ομογλωσσία περιλαμβάνει έντεκα γλώσσες, μερικές από τις οποίες έχουν ήδη εξαφανιστεί. Αυτές είναι:

1) Η τοχαρική, που μιλιόταν άλλοτε στο κινεζικό Τουρκεστάν και έχει πάψει να μιλιέται πια.

2) Η ινδοαριανή, που μιλιέται κυρίως στην Ινδία και χωρίζεται στη βεδική, σανσκριτική, βεγγαλική, σιγκαλική, μαχρατική κ.ά.

3) Η ιρανική που περιλαμβάνει τις: αρχαία περσική (ή Φαρσί), μηδική, πεχλεβική, σύγχρονη περσική, κουρδική κ.ά.

4) Η αρμενική που μιλιέται από τους Αρμένιους.

5) Η ελληνική που περιλαμβάνει τις διαλέκτους: μυκηναϊκή, ομηρική, ιωνική, αττική και νεοελληνική (δημοτική).

6) Η χεττιτική, που έπαψε να μιλιέται εκτός υπό ένα ορισμένο τμήμα της Ινδίας.

7) Η κελτική στην οποία ανήκουν η ουαλική, ιρλανδική και η βρετανική.

8) Η ιταλική που περιλαμβάνει τις: λατινική, σύγχρονη ιταλική, ισπανική, πορτογαλική, γαλλική, ρουμανική και προβηγκιανή,

9) Η βαλτική που περιλαμβάνει τη λιθουανική και τη λετονική.

10) Η γερμανική που περιλαμβάνει τις: σουηδική, δανική, νορβηγική, ισλανδική, αγγλική και τη σημερινή γερμανική

και 11) η σλαβική που περιλαμβάνει τις: πολωνική, ρωσική, βουλγαρική, τσεχική, σερβική, κροατική κ.λπ.

 

Οι γλώσσες αυτές έχουν πολλές ομοιότητες που αποδεικνύουν τη συγγένειά τους. Οι γλώσσες αυτές αναπτύχθηκαν, αναμείχτηκαν με άλλες, που προϋπήρχαν στις περιοχές όπου έκαναν την εγκατάστασή τους οι αρχαίοι λαοί, και εξελίχτηκαν στις μορφές που υπάρχουν σήμερα. Μερικές ινδοευρωπαϊκές γλώσσες μεταδόθηκαν στην Αμερική, Αφρική και Αυστραλία από τις αποικιακές ευρωπαϊκές δυνάμεις.

Δεν υπάγονται στις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες η φιλανδική, η εσθονική, η ουγγρική, η τουρκική, η βασκική, η αραβική και η εβραϊκή.

 

 

ΣΗΜΙΤΙΚΗ ΦΥΛΗ

 

Σύνολο λαών της Μέσης Ανατολής και της Αραβικής χερσονήσου, που στα προϊστορικά χρόνια εξαπλώθηκαν προς τη Μεσοποταμία, την Αίγυπτο, την Αιθιοπία κ.λπ. και "εκσημίτισαν" τους λαούς που υπήρχαν ήδη εκεί. Σημιτικοί λαοί είναι οι Άραβες, οι Εβραίοι, οι Αιθίοπες, οι Φοίνικες, οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι κ.ά.

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, οι Σημιτικοί λαοί κατάγονται από τον Σημ, γιο του Νώε (Γένεση 10,21-31). Ο Αβραάμ θεωρούσε τον εαυτό του απόγονο του Σημ. Για τον λόγο αυτό κατά την βιβλική εποχή, όλοι οι λαοί της Εγγύς Ανατολής που θεωρούνταν απόγονοι του Νώε ονομάζονταν «Γιοι του Σημ».

 

Κύρια σωματικά χαρακτηριστικά του σημιτικού τύπου είναι: μέτριο ανάστημα, δολιχοκεφαλία, μικροπροσωπία, κυρτή μέτρια μύτη, λευκό δέρμα, μαύρα μαλλιά και μάτια. Τα ψυχικά του γνωρίσματα είναι: επιμονή, ενεργητικότητα, σκληρότητα, εξυπνάδα και θρησκευτικότητα.

 

Η ανθρωπολογική συγγένεια ανταποκρίνεται και στη γλωσσική συγγένεια των σημιτικών λαών, πράγμα που βεβαιώνει μία κοινή κοιτίδα πολιτισμού και μία αρχικά κοινή γλώσσα. Η γλωσσολογική έρευνα ανακάλυψε την ύπαρξη σημιτικών φύλων στις χώρες του Ευφράτη και του Τίγρη μέχρι το Ελάμ (4000 π.Χ.), στη Συρία (3000 π.Χ.), στην Παλαιστίνη (Αμμωνίτες, Μωαβίτες κ.ά.) και στην Αραβία (Μιναίοι, Σαβαίοι, Χιμιαρίτες). Διαμέσου των Αράβων οι Σημίτες επεκτάθηκαν σε όλη τη Βόρεια Αφρική και έφτασαν ως την Ισπανία. Δείγματα (γλωσσικά κυρίως) αυτής της πολιτιστικής επαφής διατηρούνται μέχρι σήμερα.

Οι γλώσσες που μιλιούνται στη νοτιοδυτική Ασία και στην κεντρική και βόρεια Αφρική, προέρχονται από τη διαφορετική κατά τόπους εξέλιξη της ίδια γλώσσας, της "αρχικής σημιτικής". Διαιρούνται σε δύο μεγάλες τάξεις: α) Την ανατολική σημιτική, με κυριότερο εκπρόσωπο την ακκαδική ή ασσυροβαβυλωνιακή, που μας είναι γνωστή από τις σφηνοειδείς επιγραφές της 3ης π.Χ. χιλιετίας· β) Τη δυτική σημιτική, που υποδιαιρείται σε βόρεια και νότια. Στη βόρεια ανήκουν η χαναναϊκή (όπως η εβραϊκή και η φοινικική) και η αραμαϊκή, που η εξάπλωσή της βασικά κράτησε από το 300 π.Χ. ως το 700 μ.Χ. Στη νότια ομάδα ανήκουν η αιθιοπική ή γεεζική (που μιλιέται στην Αιθιοπία) και η αραβική που διαδόθηκε από τη Μεσοποταμία ως τον Ατλαντικό και έπαιξε σημαντικό πολιτιστικό ρόλο.

 

Οι σημιτικές γλώσσες έχουν μεγαλύτερη ομοιότητα μεταξύ τους από τις ινδοευρωπαϊκές. Η συγγένεια αυτή πρέπει να αποδοθεί στην αργή τους εξέλιξη και στη συντηρητικότητά τους ως προς τις μεταβολές.

 

 

ΧΑΜΙΤΙΚΗ ΦΥΛΗ

 

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, οι Χαμιτικοί λαοί κατάγονται από τον Χαμ, γιο του Νώε (Γένεση 10,6-20). Γενικά Χαμίτες ονομάζονται οι μη νέγρικοι πληθυσμοί που εγκαταστάθηκαν στη Βόρεια και Ανατολική Αφρική από τα αρχαιότατα χρόνια και κυρίως οι Αιθίοπες, οι Λίβυοι και οι Βέρβεροι.

 

Με τον όρο χαμιτικές γλώσσες αποκαλούνται οι τρεις γλωσσικές ομάδες: η αιγυπτιακή, η λιβυκοβερβερική και η κουχιτική. Παρόλο που δεν υπάρχουν αρκετές αποδείξεις για να δικαιολογήσουν τη συγκέντρωση των γλωσσών αυτών σε μια μόνο χαμιτική οικογένεια, πάντως, η συγγένεια των φωνητικών συστημάτων και οι αντιστοιχίες των μορφολογικών στοιχείων που υπάρχουν, οδηγούν τους γλωσσολόγους στην υπόθεση ότι οι γλώσσες αυτές έλκουν την καταγωγή τους από μια κοινή μητρική γλώσσα, που πρέπει να τοποθετηθεί γύρω στην 5η χιλιετία π.Χ.

 

Α) Αιγυπτιακή ομάδα. Η γλώσσα της αρχαίας Αιγύπτου, γνωστή από τις ιερογλυφικές επιγραφές που ανάγονται στο 4000 π.Χ. Εξελικτική μορφή της γλώσσας αυτής αποτελεί η κοπτική, που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα στη θρησκευτική λειτουργία των Χριστιανών της Αιγύπτου.

Β) Λιβυκο-βερβερική ομάδα. Η γλώσσα που είχε διαδοθεί στη βόρεια Αφρική, δυτικά της Αιγύπτου. Η λιβυκή δεν είναι ακόμη αρκετά γνωστή, θεωρείται όμως ως μια αρχαία φάση της βερβερικής. Οι επιγραφές που είναι γραμμένες σ' αυτή ανάγονται στη Ρωμαϊκή εποχή. Οι σημερινές βερβερικές γλώσσες μιλιούνται από 4.000.000 άτομα περίπου, παρουσιάζουν όλες τον ίδιο τύπο και έχουν πολυάριθμες διαλέκτους, όπως είναι οι γλώσσες της Σαχάρας (Τουαρέγκ), του Μαρόκου της Τυνησίας κ.ά.

Γ) Κουχιτική ομάδα. Η ομάδα αυτή των γλωσσών εξαπλώθηκε σ' ολόκληρη σχεδόν την Ανατολική Αφρική. Είναι γνωστή από επιγραφές που βρέθηκαν στο αρχαίο βασίλειο της Μερόης, στην Άνω Νουβία, και χρονολογούνται στον 7ο - 4ο αι. π.Χ. Σήμερα, μιλιέται σε περιορισμένη κλίμακα, εξαιτίας της διάδοσης των αιθιοπικών γλωσσών.