ΑΡΧΑΙΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΛΑΟΙ

 

ΦΟΙΝΙΚΗ - ΦΟΙΝΙΚΕΣ

 

Η ΑΡΧΑΙΑ ΦΟΙΝΙΚΗ

 

Λαοί της Παλαιάς Διαθήκης

Αρχαία χώρα της Ασίας, στην ανατολική Μεσόγειο. Την αποτελούσε μια στενή λωρίδα γης, παραλιακή και αμμώδης, που εκτεινόταν ανάμεσα στην Παλαιστίνη και στη Συρία σε μήκος 320 χλμ. περίπου.

Η Φοινίκη, εκτός από την εύφορη παράκτια πεδινή λωρίδα, ήταν ορεινή (Λίβανος, Αντιλίβανος) και ακατάλληλη για καλλιέργεια. Από τα βουνά πήγαζαν πολλά ποτάμια, όπως ο Ελεύθερος, ο Άδωνις, ο Λύκος, ο Λεόντης ή Λιτάς, ο Μαγόρας, ο Ταμύρας, ο Βοστρηνός, ο Βήλος κ.ά. Επειδή αυτή η στενή διάβαση μεταξύ της Μεσογείου και της ερήμου της Συρίας επικοινωνούσε διαμέσου του Ευφράτη με τη Μεσοποταμία και συνόρευε βόρεια με τη Μικρά Ασία, έγινε γρήγορα πλούσιο εμπορικό σταυροδρόμι.

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΩΓΗ

 

Οι Φοίνικες ή Σιδώνιοι ήταν αρχαίος σημιτικός λαός, που κατοικούσε στην περιοχή της Φοινίκης, στις ανατολικές ακτές της Μεσογείου. Η μεγαλύτερη έκταση της Φοινίκης σήμερα καλύπτεται από το κράτος του Λιβάνου και από το Ισραήλ.

Σύμφωνα με τη μυθολογία πήρε το όνομά της από τον Φοίνικα, που ήταν αδερφός του Κάδμου, είτε από τη λέξη "φοινός" (= ερυθρός), εξαιτίας της κατεργασίας και του εμπορίου της πορφύρας, που ήταν η κύρια απασχόληση του λαού αυτού, είτε από τα φοινικόδεντρα που αφθονούσαν στη χώρα αυτή. Οι Φοίνικες ήταν απόγονοι του Χαναάν, γιου του Χαμ και εγγονού του Νώε (Γένεσις 10,15). Κατά τον Ηρόδοτο οι Φοίνικες προήλθαν από την Ερυθρά θάλασσα και εγκαταστάθηκαν στη Φοινίκη γύρω στο 2000 π.Χ.

 

Η διαμόρφωση του εδάφους της Φοινίκης ευνόησε τη δημιουργία μικρών πόλεων - κρατών, που διατήρησαν πάντα κάποια τοπική αυτονομία. Αρχικά ίδρυσαν κατά μήκος της παραλίας της Φοινίκης τις γνωστές πόλεις - κράτη Βύβλο, Άραδο, Βηρυτό, Σιδώνα, Τύρο, Τρίπολη, Άκκα, Γάβαλα κ.ά. Αρχηγός κάθε "κρατιδίου" οριζόταν ο κληρονομικός βασιλιάς.

Γύρω στα μέσα του 17ου αιώνα π.Χ. οι Αιγύπτιοι επέβαλαν την επικυριαρχία τους στις Φοινικικές πόλεις. Μετά την εισβολή των Χετταίων (14ος αιώνας), ο αιγυπτιακός έλεγχος εξασθένισε σταδιακά και οι πόλεις της Φοινίκης κατοχύρωσαν την ανεξαρτησία τους.

 

 

Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΦΟΙΝΙΚΩΝ

 

Οι Φοίνικες ήκμασαν ως πολιτισμός από το 1200 π.Χ. έως το 900 π.Χ.. Επειδή η καλλιεργήσιμη έκταση της περιοχής ήταν μικρή, οι Φοίνικες εκμεταλλεύτηκαν την πλούσια ξυλεία του βουνού Λίβανος και στράφηκαν στη θάλασσα. Την περίοδο αυτή εξαπλώθηκαν σε όλη τη Μεσόγειο, ιδρύοντας αποικίες και ασχολήθηκαν με το εμπόριο, ενώ οι φοινικικές πόλεις γνώρισαν περίοδο σχετικής ειρήνης και ευημερίας.

 

Ελάχιστα ίχνη έχουν σωθεί σχετικά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του φοινικικού πολιτισμού. Οι Φοίνικες θεωρούνταν από τους Έλληνες πλούσιο και εμπορικό έθνος, αλλά δόλιο στις συναλλαγές του. Πραγματικά, οι Φοίνικες αναδείχτηκαν πρώτοι θαλασσοπόροι της αρχαιότητας και επεκτάθηκαν υπερπόντια, ιδρύοντας αποικίες και διανοίγοντας θαλάσσιους δρόμους, που παρέμειναν για μεγάλο χρονικό διάστημα κάτω από τον αποκλειστικό τους έλεγχο. Αναζητώντας νέες αγορές για τα εμπορεύματά τους και μεταλλεύματα για τη βιομηχανία τους, πέρασαν τις Ηράκλειες Στήλες (σημερινό στενά του Γιβραλτάρ). Η ανακάλυψη του Ατλαντικού αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα κατορθώματά τους. Αργότερα, πραγματοποίησαν τον περίπλου της Αφρικής (614 π.Χ.) με εντολή του Αιγύπτιου Φαραώ Νεκώ. Πρώτοι αυτοί χρησιμοποίησαν τον Πολικό αστέρα για τη νυχτερινή ναυσιπλοΐα, τον οποίο οι Έλληνες ονόμαζαν Αστέρα των Φοινίκων. Τα τέσσερα βασικά προϊόντα που εμπορεύονταν οι Φοίνικες, ήταν η ξυλεία, το σιτάρι, το λάδι και το κρασί. Εμπορεύονταν επίσης λιβάνι, μπαχαρικά και αρώματα της νότιας Αραβίας, βαμβάκι των Ινδιών, αιγυπτιακά είδη από γυαλί και μέταλλο, υφάσματα και κυρίως πορφύρα. Στη βιοτεχνία, η Φοινίκη είχε σχεδόν το μονοπώλιο της πορφύρας (περίφημη κόκκινη βαφή), που έβγαινε από ένα κοχύλι των ακτών της Φοινίκης. Με την πορφύρα έβαφαν τα περίφημα υφαντά, για τα οποία φημίζονταν.

Οι Φοίνικες υπήρξαν άφταστοι στη χαλκουργία και λέγεται ότι υπήρξαν οι πρώτοι που διακόσμησαν μεταλλικά αγγεία με ανάγλυφες παραστάσεις. Τα χρυσά και αργυρά αγγεία των Φοινίκων εξαίρονται από τον Όμηρο. Αποδείχτηκαν επίσης εξαιρετικοί τεχνίτες στη γλυπτική διακόσμηση αντικειμένων από ελεφαντόδοντο και από πολύτιμους λίθους.

Οι Φοίνικες μιλούσαν τη Φοινικική. Από τις φοινικικές επιγραφές που ανακαλύφτηκαν φαίνεται ότι οι Φοίνικες είχαν διαμορφώσει από το δεύτερο μισό της 2ης χιλιετίας π.Χ. το πρώτο αλφάβητο. Αυτό ήταν ένα αλφαβητικό σύστημα γραφής με 22 σύμβολα, το καθένα από τα οποία απέδιδε ένα μόνο φθόγγο. Το γεγονός αυτό υπήρξε σημαντικότατο για τον πολιτισμό, γιατί αντικατέστησε τις πολύπλοκες και δύσκολες συλλαβικές γραφές. Πολλά στοιχεία μαρτυρούν την προέλευση του ελληνικού αλφάβητου από το φοινικικό (ομοιότητα σε σχήμα, αριθμό, σειρά, ονόματα και φορά των γραμμάτων), καθώς και μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων.

 

Φοινικικό καράβι

Οι πόλεις άλλοτε ενώνονταν σε ομοσπονδία (με ηγέτιδες την Τύρο ή τη Σιδώνα) και άλλοτε φιλονικούσαν μεταξύ τους εξαιτίας οικονομικών αντιζηλιών. Η περίοδος της ακμής και της μεγαλύτερης ναυτικής δράσης των Φοινίκων συμπίπτει με την ηγεμονία της Τύρου. Ο πολιούχος θεός της Τύρου, ο Μελκάρθ, θεωρείται ιδρυτής των φοινικικών αποικιών στην Κύπρο, στη Μάλτα, στη Σικελία, στη Νότια Σαρδηνία, στη βόρεια Αφρική και στην Ισπανία. Οι πόλεις Τύρος (Ησαΐας 23,2-3. Ιεζεκιήλ 27,1-36), Σιδώνα, Βύβλος, Άραδος και Βηρυτός ήταν ξακουστές εμπορικές πόλεις. Όταν ίδρυαν μια αποικία, έχτιζαν και ναό στο Μελκάρθ. Το κεντρικό ιερό της μητρόπολης έπαιρνε το ένα δέκατο από τις προσόδους του ναού αυτού, για να εξασφαλίζεται και από θρησκευτική άποψη η εξάρτηση της αποικίας.

Σημαντικότερη φοινικική αποικία ήταν η Καρχηδόνα, που ιδρύθηκε, σύμφωνα με την παράδοση, από την Έλισσα, τη μυθική Διδώ, αδερφή του βασιλιά της Τύρου Πυγμαλίωνα (810 - 774 π.Χ.). Η Καρχηδόνα γρήγορα επέκτεινε τις δραστηριότητές της σε μεγάλη έκταση της βόρειας Αφρικής και στη νότια Ισπανία μετά την παρακμή της Τύρου, η Καρχηδόνα εξελίχτηκε σε αυτοτελή δύναμη.

 

Ονομαστός υπήρξε ο βασιλιάς της Τύρου Χιράμ Α΄ (960 π.Χ.), που έστειλε στο βασιλιά Σολομώντα τεχνίτες και ξυλεία από κέδρους για να χτίσει στην Ιερουσαλήμ τον περίφημο Ναό του (Β' Βασιλειών 2,11, Γ' Βασιλειών 5,9. 17-18). Γενικά, όταν βασίλευε ο Χιράμ, οι εμπορικές σχέσεις των Φοινίκων με τους Ιουδαίους αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα. Αργότερα όμως (αρχές 8ου αιώνα π.Χ.), οι Φοίνικες άρχισαν πόλεμο ενάντια στο Ισραήλ, λεηλατώντας με το στόλο τους τις ιουδαϊκές ακτές και αρπάζοντας νέους για δούλους. Την ίδια περίοδο άρχισαν να επεκτείνονται προς τα δυτικά και οι Ασσύριοι. Οι Ασσύριοι βασιλιάδες Ασουρμπανιπάλ Β΄ (883 - 859 π.Χ.) και Σαλμανάσαρ Β΄ (858 - 824 π.Χ.) και οι διάδοχοί τους (8ος - 7ος αιώνας) πολιόρκησαν επανειλημμένα φοινικικές πόλεις, υποτάσσοντας και καταστρέφοντας πολλές απ' αυτές. Μετά την κατάρρευση του ασσυριακού κράτους, οι Φοίνικες συμμάχησαν με την Αίγυπτο ενάντια στους Βαβυλώνιους.

 

 

Γ) Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΩΝ ΦΟΙΝΙΚΩΝ

 

Η παρακμή του Φοινικικού πολιτισμού άρχισε όταν ο Βαβυλώνιος βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας βάδισε το 587 π.Χ. ενάντια στη Φοινίκη, κατέλαβε τη Σιδώνα και έσφαξε τους κατοίκους της. Αργότερα το Βαβυλωνιακό κράτος καταλύθηκε το 538 π.Χ. από τον Κύρο το Μέγα και οι Φοίνικες υποτάχτηκαν στους Πέρσες. Οι Φοίνικες, χάρη στη θαλάσσια δύναμή τους, έγιναν το ευνοούμενο έθνος των Περσών και ανέπτυξαν ακόμα περισσότερο την εμπορική τους δραστηριότητα. Το 525 π.Χ. εκστράτευσαν μαζί με τον Καμβύση ενάντια στην Αίγυπτο. Στους ελληνοπερσικούς πολέμους συμμάχησαν με τους Πέρσες ενάντια στους Έλληνες. Διέλυσαν το στόλο των Ιωνικών πόλεων στη ναυμαχία της Λάδης (496 π.Χ.), με συνέπεια την άλωση της Μιλήτου από τους Πέρσες και την καταστροφή της. Τα φοινικικά πλοία αποτελούσαν τη μισή ναυτική δύναμη των Περσών. Αργότερα οι Φοίνικες βοήθησαν τους Αθηναίους ενάντια στη Σπάρτη (ναυμαχία της Κνίδου). Από την εποχή αυτή (αρχές 4ου αιώνα π.Χ.), οι Φοίνικες ήρθαν σε στενότερη επικοινωνία με τους Αθηναίους και πολλοί Φοίνικες έμποροι εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα.

Η Φοινίκη κατόρθωσε να απαλλαγεί από την περσική υποτέλεια στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στον οποίο όλες σχεδόν οι φοινικικές πόλεις άνοιξαν τις πύλες τους και τον υποδέχτηκαν σαν ελευθερωτή. Εξαίρεση αποτέλεσε η Τύρος, που αρνήθηκε να παραδοθεί. Ύστερα από επτάμηνη πολιορκία, η Τύρος εκπορθήθηκε και οι περισσότεροι κάτοικοί της είτε σκοτώθηκαν, είτε πουλήθηκαν ως δούλοι. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου (323 π.Χ.), η Φοινίκη αποτέλεσε το μήλο της έριδας μεταξύ των Πτολεμαίων και των Σελευκιδών. Με τη ρωμαϊκή επέκταση και την καταστροφή της Καρχηδόνας, του τελευταίου φοινικικού κράτους της Μεσογείου, οι Φοίνικες περιήλθαν σε πλήρη αφάνεια.

 

 

 

Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΩΝ ΦΟΙΝΙΚΩΝ

 

Η φοινικική θρησκεία έχει πολλά κοινά στοιχεία με το πάνθεο των σημιτικών λαών της συροπαλαιστινιακής περιοχής και της Μεσοποταμίας, όπως οι Αραμαίοι, οι Σουμέριοι, οι Ασσύριοι κ.ά. Οι θεοί αρχικά ήταν δυο, ο Ελιούν και η Βερούτ. Παιδιά τους ήταν ο Ουρανός και η Γη. Από τον Ουρανό γεννήθηκε ο Ελ, ο Δάκων, ο Άτλας, ο Πόντος και ο Ζευς Δήμαρος, γιος του οποίου ήταν ο Μελικέρτης, ο πολιούχος θεός της Τύρου. Ο Ελ ήταν η ανώτερη θεότητα, απομακρυσμένη από τον κόσμο. Το όνομα Βάαλ (Βήλος) στη Φοινίκη δεν ήταν όνομα ορισμένου θεού, αλλά σήμαινε γενικά τον Κύριο, αν και ταυτιζόταν με τον Ελ, όπως το θηλυκό Βααλάτ με την Αστάρτη. Οι Φοίνικες καλούσαν τους θεούς τους Αλονίμ (πληθυντικός του Ελ) και Βαάλκι (Κυρίους). Ο επικεφαλής θεός του πάνθεου κάθε πόλης επονομαζόταν Βάαλ (Βάαλ της Τύρου π.χ. ήταν ο Μελικέρτης) και η θεά σύζυγός του βααλάτ.

Γυναικείες θεότητες ήταν η Ανάτ, θεά της παρθενίας, και η Αστάρτη, η Μεγάλη Θεά της γονιμότητας και της μητρότητας, η θεά μητέρα. Σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες (Φίλων, Τερτυλλιανός), οι Φοίνικες πρόσφεραν στους θεούς τους ανθρωποθυσίες, όπως και άλλοι λαοί της αρχαιότητας.

 

 

Η ΦΟΙΝΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

A) Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΦΟΙΝΙΚΩΝ

 

Οι Φοίνικες, σύμφωνα με την Αγία Γραφή,  ήταν απόγονοι του Χαναάν, γιου του Χαμ και εγγονού του Νώε (Γένεσις 10,15). Από τον Χαναάν προήλθαν οι Σιδώνιοι (Φοίνικες), οι Χετταίοι, οι Ιεβουσαίοι, οι Αμορραίοι, οι Γεργεσσαίοι, οι Ευαίοι,  οι Αρουκαίοι, οι Ασενναίοι, οι Αραδαίοι, οι Σαμαραίοι και οι Αμαθαίοι που ταξίδεψαν προς το νότο και εγκαταστάθηκαν στην Χαναάν (Γένεση 10,16). Τα όρια των Χαναανιτικών φυλών έφταναν από τη Σιδώνα έως τα Γέραρα και τη Γάζα, έως τα Σόδομα και τα Γόμορα, την Αδαμά τη Σεβωΐμ έως τη Δασά (Γένεση 10,16).

Η Αγία Γραφή τη Φοινίκη την αποκαλεί γη Χαναάν, και τους κατοίκους της Χαναναίους. Το ίδιο τους ονομάζει και η Καινή Διαθήκη, όπως "γυναίκα Χαναναία" (Ματθαίος 15,22) και "γυναίκα Συροφοίνισσα" Μάρκος 7,26). Γι' αυτό και οι κάτοικοι της περιοχής την ονόμασαν "Χνα" (Χαναάν) και τη θεωρούσαν τμήμα της Γης Χαναάν. Εμφανίζονται επίσης ως κάτοικοι της Τύρου, ή ακόμη ως Σιδώνιοι. Οι πόλεις Τύρος (Ησαΐας 23,2-3. Ιεζεκιήλ 27,3-4. 27,33). Σιδώνα, Βύβλος, Άραδος και Βηρυτός ήταν ξακουστές εμπορικές πόλεις.

 

Στην εποχή του Σολομώντα η Φοινίκη ήταν μια παραθαλάσσια λωρίδα που εκτεινόταν από την πεδιάδα Ακκώ μέχρι νότια της Ουγαρίτ. Αργότερα έφτανε μόνο λίγο παραπάνω από τη Σιδώνα και το Λίβανο. Οι αρχαίοι συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης ονόμαζαν τους Φοίνικες «Σιδωνίους», από τη σπουδαιότερη πόλη της χώρας τη Σιδώνα. Τύρος και Βύβλος ήταν οι δύο άλλες κυριότερες πόλεις της Φοινίκης. Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι το παλαιό εβραϊκό αλφάβητο έχει φοινικική προέλευση (χαναανιτικοφοινικικό), καθώς και την περίοδο της βασιλείας των Δαβίδ και Σολομώντα που φανερώνουν κάποια επαφή μεταξύ των δύο λαών, οι σχέσεις τους δεν φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένες σ' όλη την πορεία της ιστορίας τους. Αυτό ίσως οφειλόταν στο ότι οι Φοίνικες ήταν λαός ναυτικός και δεν ενδιαφέρθηκαν για την ενδοχώρα, ενώ οι Ισραηλίτες δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να ιδρύσουν πόλεις στη Μεσόγειο.

 

Β) ΟΙ ΦΟΙΝΙΚΕΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ,

ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΟΥ ΝΑΥΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΡΙΤΩΝ

 

Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη την εποχή των πατριαρχών και του Ιώβ, οι Φοίνικες, όπως και άλλα έθνη, έτρωγαν το κρέας του κροκοδείλου, το έκοβαν σε κομμάτια και το εμπορεύονταν (Ιώβ 40,30).

Αργότερα, όταν  οι Ισραηλίτες έφυγαν από την Αίγυπτο, έτρωγαν το "μάννα" έως ότου έφτασαν ως τη Φοινίκη (Έξοδος 16,35). Όταν οι βασιλιάδες των Αμορραίων, που κατοικούσαν στα δυτικά του Ιορδάνη, και οι βασιλιάδες της Φοινίκης, που κατοικούσαν στα παραθαλάσσια, έμαθαν ότι αποξήρανε ο Θεός τα νερά του Ιορδάνη για να περάσουν οι Ισραηλίτες, πανικοβλήθηκαν και δεν είχαν πια το θάρρος να τους αντιμετωπίσουν (Ιησούς του Ναυή 5,1).

Οι Σιδώνιοι αναφέρονται στο βιβλίο του Ιησού του Ναυή. Όταν έμαθε ο Ιαβίν, βασιλιάς της Ασώρ, ότι ο Ιησούς του Ναυή κατέλαβε όλη τη νότια Χαναάν, έστειλε αγγελιαφόρους και συμμάχησε με τον Ιωβάβ, βασιλιά της Μαρών, τον Συμοών, βασιλιά της Αζίφ, το βασιλιά της Σιδώνας, καθώς και με άλλους βασιλιάδες των ορεινών περιοχών της βόρειας Χαναάν, καθώς και στους λαούς που κατοικούσαν στις περιοχές δυτικά και ανατολικά της Χαναάν, όπως στους Χαναναίους, στους Αμορραίους, στους Χετταίους, στους Φερεζαίους, στους Ιεβουσαίους και στους Ευαίους. Όλοι αυτοί οι βασιλιάδες ένωσαν τις δυνάμεις τους για πόλεμο κατά των Ισραηλιτών και ξεκίνησαν με αναρίθμητο στρατό, με πάρα πολλά άλογα και άμαξες, και στρατοπέδευσαν κοντά στη λίμνη Μαρών (Σαμαχωνίτιδα λίμνη) (Ιησούς του Ναυή 11,1-5).

Ο Ιησούς του Ναυή και οι πολεμιστές του, με τη βοήθεια του Κυρίου, τους επιτέθηκαν με ορμή αιφνιδιαστικά στη λίμνη Μαρών, τους χτύπησαν και τους καταδίωξαν ως τη Σιδώνα και τη λίμνη Μασερών. Τους κατατρόπωσαν και τους σκότωσαν όλους και δεν ξέφυγε κανένας (Ιησούς του Ναυή 11,6-9).

 

Ο Ιησούς του Ναυή είχε φτάσει σε βαθιά γεράματα και δεν πρόλαβε να κατακτήσει όλες τις περιοχές της Χαναάν. Μεταξύ αυτών ήταν και χώρα των Σιδωνίων, ως την Αφέκ και τα σύνορα των Αμορραίων (Ιησούς του Ναυή 13,1-4).

Οι Ισραηλίτες όταν εγκαταστάθηκαν στη γη της Επαγγελίας, η φυλή Ασήρ κατέλαβε την παράλια περιοχή από τον Κάρμηλο έως την περιοχή κοντά στη Σιδώνα, μέχρι τη λίμνη Γενησαρέτ, όπως προφήτευσε ο Ιακώβ, λίγο πριν πεθάνει (Γένεση 49,13. Ιησούς του Ναυή 19,27-28). Η φυλή του Ασήρ κατά την εγκατάστασή της στη γη Χαναάν, δεν εξολόθρευσε τους Χαναναίους που κατοικούσαν στις πόλεις Ακχώ, Δωρ, Ααλάφ, Ασχαζί, Χελβά, Ναΐ, Ερεώ και Σιδώνα, οι οποίοι ζούσαν ως φόρου υποτελείς ανάμεσα στους Ισραηλίτες, οι οποίοι δεν έδειξαν καμία διάθεση να τους εκδιώξουν (Κριταί 1,31-32).

 

Οι Σιδώνιοι ήταν ένας από τους λαούς, που άφησε ο Κύριος, για να δοκιμάζει την πίστη των Ισραηλιτών, οι οποίοι μετά την εγκατάστασή τους στη Χαναάν και το θάνατο του Ιησού του Ναυή, άρχισαν να ξεχνούν τις παραδόσεις τους και τον Κύριο. Οι Ισραηλίτες πήραν τις κόρες τους για γυναίκες τους, και έδωσαν τις δικές τους κόρες στους γιους εκείνων και λάτρεψαν άλλους θεούς, όπως ο Βάαλ και η Αστάρτη, καθώς και τους θεούς της Αράδ, της Σιδώνας, των Μωαβιτών, των Αμμωνιτών και των Φιλισταίων (Ιησούς του Ναυή 24,33. Κριταί 2,22-23. 3,1-6. 10,6).

 

Γ) ΟΙ ΦΟΙΝΙΚΕΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

 

Ο Χειράμ, ως βασιλιάς της Τύρου, όταν ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς όλου του Ισραήλ και κατέλαβε την Ιερουσαλήμ, του έστειλε διπλωματική αντιπροσωπεία. Επίσης του έστειλε ξύλα κέδρων, ξυλουργούς και χτίστες, για να χτίσουν το Ναό των Ιεροσολύμων και το ανάκτορο του Δαβίδ στη νέα του πρωτεύουσα (Β' Βασιλειών 5,11). Γ' Βασιλειών 5,15-32. Α' Παραλειπομένων 14,1).

 

Την εποχή του Αχαάβ, βασιλιά του Ισραήλ, και του προφήτη Ηλία, βασιλιάς της Σιδώνας ήταν ο Ιεθεβαάλ Α' (Εθβαάλ), ο οποίος ήταν ο πατέρας της Ιεζάβελ, συζύγου του Αχαάβ. Ο ίδιος, όπως και η κόρη του, ήταν ειδωλολάτρες και πίστευαν στο Βάαλ και την Αστάρτη (Γ' Βασιλέων 16,31).

 

Στο βιβλίο των Παροιμιών αναφέρεται η ενάρετη γυναίκα, η οποία κατασκευάζει σεντόνια και τα πουλάει στους Φοίνικες και ζώνες τις οποίες πουλάει στους Χαναναίους (Παροιμίαι 31,24).

 

 

Η ΦΟΙΝΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

Στην Καινή Διαθήκη η Φοινίκη αναφέρεται στις Πράξεις 11,19. 15,3. 21,2.