ΑΡΧΑΙΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΛΑΟΙ

 

ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ

 

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΦΙΛΙΣΤΑΙΩΝ

 

Λαοί της Παλαιάς Διαθήκης

Για τους συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης «Φιλισταία» ήταν η παραθαλάσσια πεδινή περιοχή που εκτεινόταν από τη Γάζα μέχρι το όρος Κάρμηλος περίπου και σ' αυτήν κατοικούσε από το 12ο π.Χ. αιώνα οι Φιλισταίοι.

Οι Φιλισταίοι ήταν αρχαίος λαός, που κατοικούσε στην Παλαιστίνη, γνωστοί από την Παλαιά Διαθήκη.  Έδωσαν το όνομά τους στην ομώνυμη περιοχή και θεωρούνται οι μακρινοί πρόγονοι των σημερινών Παλαιστινίων. Ελάχιστα στοιχεία υπάρχουν γι' αυτούς. Πιθανός χώρος προέλευσής τους θεωρείται το Αιγαίο. Οι Φιλισταίοι ήταν ένας από τους "Λαούς της Θάλασσας". Αρχικά ήταν πειρατές, ανταγωνιστές των Φοινίκων. Η γλώσσα τους πιθανότατα ανήκε στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια.

 

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΦΙΛΙΣΤΑΙΩΝ

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

 

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΦΙΛΙΣΤΑΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

 

Οι Φιλισταίοι σύμφωνα με την Αγία Γραφή, ήταν λαός που ανήκε στην ομάδα των λεγόμενων "Λαών της Θαλάσσης" και κατάγονταν από τους γιους και απογόνους του Μεσραΐν, γιου του Χαμ και εγγονού του Νώε. Ο Μεσραΐν απέκτησε τους Λουδιείμ, Ενεμετιείμ, Λαβιείμ, Νεφθαλιείμ, Πατροσωνιείμ, Χασλωνιείμ και Καφθοριείμ, από τους οποίους προέρχονται οι Φιλισταίοι (Γένεση 10,13-14). Κατά τον Αμώς (9,7), προήλθαν από το νησί Καφθόρ, που ταυτίζεται με την Κρήτη. Κατά κάποιους άλλους προήλθαν από την Καππαδοκία. Αναφέρονται και ως Καφθορείμ ή Καφθοριείμ (Δευτερονόμιο 2,23).

Σε πολλά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης οι Φιλισταίοι αποκαλούνται ως αλλόφυλοι (Κριταί 3,3. 14,1-4. 15,3-14. 15,20. 16,5. 16,8-14. 16,18-23. 16,27. Α' Βασιλειών 4,1-3. 4,6-9. 4,17. 5,1-2. 5,8. 5,11. 6,1-4. 6,10-12. 6,16-18. 6,21. 7,3. 7,7-10. 7,14. 10,5. 12,9. 13,3-5. 13,11-12. 13,16-17. 13,20-23. 14,1. 14,4. 14,19-22. 14,31. 14,36-37. 14,46. 17,1-4. 17,19-23. 17,46. 17,51-53. 18,17. 18,21. 18,25. 23,1-3. 23,27-28. 24,2. 27,1. 27,7. 27,11. 28,1. 28,4-5. 28,15. 28,19. 29,1-4. 29,7-11. 30,16. 31,1-2. 31,7-11. Β' Βασιλειών 1,19. 5,17-22. 5,24-25. 8,1. 21,12. 21,15. 21,18-19. 23,13-15. Γ' Βασιλέων 2,46κ. 5,1. 15,27. 16,15. Δ' Βασιλειών 8,2-3. Α' Παραλειπομένων 10,1-2. 10,7-11. 11,13. 12,20. 14,8-10. 14,12-16. 18,1. 20,4-5. Β' Παραλειπομένων 17,11. Ψαλμοί 82,8. 86,4. 107,10).

 

Περί τα τέλη του 13ου π.Χ. αιώνα οι μετακινήσεις τους στις περιοχές της ανατολικής Μεσογείου, σήμαναν και το τέλος πολλών πολιτισμών. Σταθμός σε αυτές τις μετακινήσεις τους υπήρξε και η Κρήτη (Δευτερονόμιο 2,3. Αμώς 9,7. Ιερεμίας 47,4). Ανάμεσα στα 1200 με 1100 π.Χ. αιώνα οι "Λαοί της Θάλασσας", προσπάθησαν να μπουν στην Αίγυπτο, αλλά απωθήθηκαν από τον Ραμσή Γ', και εγκαταστάθηκαν σε διάφορες ακτές της Μεσογείου.  Ανάμεσα στα άλλα φύλα των Λαών της θάλασσας, αναφέρεται και ένας λαός με το όνομα Πελεσέτ και ταυτίζεται με τους Φιλισταίους.

Ένας από τους λαούς αυτούς εγκαταστάθηκε στην πόλη Δωρ και στην πεδιάδα Σαρών, ενώ μια άλλη νότια των Γεράρων. Μια τρίτη ομάδα είναι οι γνωστοί μας Φιλισταίοι, που, όπως φαίνεται, ήρθαν από την Κρήτη. Αυτό επιβεβαιώνεται κατά τρόπο, αναντίρρητο από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αγγειοπλαστικής τεχνοτροπίας τους, δείγματα της οποίας βρέθηκαν στην Παλαιστίνη. Η μορφή και η διακόσμηση των αγγείων τους όχι μόνο διαφέρουν φανερά απ' εκείνες που συνηθιζόταν στη χαναανιτική τέχνη, αλλά είναι ίδιες μ' αυτές που συναντούμε στον ελληνικό χώρο, απ' όπου ήρθαν και οι Φιλισταίοι.

 

Οι Φιλισταίοι εγκαταστάθηκαν στη νότια παραλιακή λωρίδα της Χαναάν, από την Ασηδώθ μέχρι τη Γάζα, αφού εκδίωξαν τους Αυείμ ή Αυίμ, δηλαδή τους Ευαίους. Στο σημείο αυτό η Παλαιά Διαθήκη αποκαλεί τους Φιλισταίους ως Καππαδόκες προερχόμενους από την Καππαδοκία (Δευτερονόμιο 2,23). Εκεί ίδρυσαν το βασίλειο τους που απαρτιζόταν από πέντε ηγεμονίες: της Γάζας, της Αζώτου, της Ασκάλωνος, της Γαθ και της Ακκαρών ή Εκρών (Ιησούς του Ναυή 13,3. Α' Βασιλειών 6,17-18). Στα βόρεια της Χαναάν υπήρχε και το βασίλειο της Γαβλί Φιλισταίας (Ιησούς του Ναυή 13,5).

Οι πόλεις αυτές κυβερνιόντουσαν από πέντε βασιλείς των Φιλισταίων (Κριτές 16,5), και ήταν συνδεμένες μεταξύ τους κατά ομοσπονδιακό τρόπο. Ωστόσο, στους πολέμους συμμαχούσαν μεταξύ τους. Η χώρα τους επεκτεινόταν σε όλη τη νοτιοδυτική περιοχή της Παλαιστίνης, από τα όρια της Φοινίκης μέχρι την Αίγυπτο. Στη γη Χαναάν πρέπει να είχαν εγκατασταθεί πριν τον Αβραάμ αφού αναφέρονται ως λαός ποιμενικός στην περιοχή Γέραρα (Γένεση 21,32-34. 26,1-8).

 

Οι σχέσεις μεταξύ Φιλισταίων και Ισραηλιτών από την πρώτη στιγμή και σε όλη την περίοδο της ιστορίας τους ήταν πάντοτε τεταμένες και κατά το πλείστον εχθρικές. Οι συγκρούσεις τους ήταν συνεχείς και για μια μεγάλη περίοδο στην εποχή των Κριτών και την αρχή του ενιαίου βασιλείου οι Φιλισταίοι, κυριάρχησαν στην περιοχή και καταπίεζαν τους Ισραηλίτες. Δείγμα της στρατιωτικής υπεροχής των Φιλισταίων είναι και η περιπέτεια της φυλής Δαν, η οποία, ενώ αρχικά ήταν εγκαταστημένη στα Β και ΒΑ της Φιλισταίας (Ιησούς του Ναυή 19,40), εξαναγκάστηκε από τους Φιλισταίους να μεταναστέψει στο βορειότερο άκρο της Παλαιστίνης και να εγκατασταθεί μόνιμα πια στην περιοχή νοτιοδυτικά του όρους Ερμών (Κριταί 14,15). Στο βιβλίο των Ψαλμών οι Φιλισταίοι αναφέρονται ως εχθροί των Ισραηλιτών (Ψαλμοί 82,8).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ

 

Στην Αγία Γραφή αναφέρεται η εγκατάσταση του Αβραάμ στα Γέραρα. Εκείνη την εποχή βασιλιάς των Γεράρων ήταν ο Αβιμέλεχ, ο οποίος ήταν δίκαιος άνθρωπος και με φόβο Θεού (Γένεση κεφ. 20). Στην Αγία Γραφή αναφέρεται ότι ο νυμφαγωγός και έμπιστος του Αβιμέλεχ ήταν ο Οχοζάθ και ο αρχιστράτηγος του στρατού του ο Φιχόλ. Ο Αβραάμ και ο Αβιμέλεχ έκαναν συμφωνία ειρήνης και ο Αβραάμ είχε προσφέρει δώρα στον Αβιμέλεχ (Γένεση 21,22-34).

Όπως ο Αβραάμ, έτσι και ο Ισαάκ, επειδή είχε πέσει πείνα στη Χαναάν, εγκαταστάθηκε κι αυτός στα Γέραρα. Επειδή όμως, εκείνη την περίοδο τα αγαθά του Ισαάκ πλήθαιναν και είχε γίνει πάμπλουτος, οι Φιλισταίοι τον φθόνησαν. Όλα τα πηγάδια που είχαν ανοίξει οι δούλοι του πατέρα του, οι Φιλισταίοι τα έφραξαν και τα γέμισαν με χώμα. Οι βοσκοί των Γεράρων φιλονικούσαν με τους βοσκούς του Ισαάκ για τα πηγάδια και το νερό. Ακόμη αναφέρεται και η συμφωνία ειρήνης που είχε κάνει ο Ισαάκ με το βασιλιά των Γεράρων Αβιμέλεχ (Γένεση κεφ. 26).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

 

Όταν οι Φιλισταίοι και οι άλλοι λαοί που κατοικούσαν στη Χαναάν, έμαθαν ότι οι Ισραηλίτες πέρασαν την Ερυθρά θάλασσα και ο στρατός των Αιγυπτίων καταποντίστηκε, τρόμαξαν και τους έπιασε πανικός (Έξοδος 15,14-15).

Όταν οι Ισραηλίτες ήταν στο όρος Σινά, η χώρα που τους υποσχέθηκε ο Θεός, εκτεινόταν από την Ερυθρά θάλασσα ως τη Μεσόγειο θάλασσα και τη χώρα των Φιλισταίων, και από την έρημο Σουρ ως τον Ευφράτη (Έξοδος 23,31). Ο Ιησούς του Ναυή είχε φτάσει σε βαθιά γεράματα και δεν πρόλαβε να κατακτήσει όλες τις περιοχές της Χαναάν. Μεταξύ αυτών ήταν και η χώρα των Φιλισταίων, καθώς και όλη η περιοχή των Γαβλιτών Φιλισταίων στο βορρά. Η περιοχή αυτή ξεκινούσε από την έρημο ανατολικά της Αιγύπτου και έφτανε μέχρι την Εκρών (Ακκαρών). Η περιοχή αυτή περιλάμβανε τα πέντε βασίλεια των Φιλισταίων, της Γάζας, της Ασδώθ (Άζωτος), της Ασκάλωνας, της Γαθ και της Ακκαρών (Εκρών), καθώς και εδάφη των Ευαίων (Ιησούς του Ναυή 13,1-5. Κριταί 1,18).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΚΡΙΤΩΝ

 

Οι Φιλισταίοι ήταν ένας από τους λαούς, που άφησε ο Κύριος, για να δοκιμάζει την πίστη των Ισραηλιτών, οι οποίοι μετά την εγκατάστασή τους στη Χαναάν και το θάνατο του Ιησού του Ναυή, άρχισαν να ξεχνούν τις παραδόσεις τους και τον Κύριο. Λάτρεψαν τον Βάαλ και την Αστάρτη, καθώς και τους θεούς της Αράδ, της Σιδώνας, των Μωαβιτών, των Αμμωνιτών και των Φιλισταίων. Οι Ισραηλίτες πήραν τις κόρες τους για γυναίκες τους, και έδωσαν τις δικές τους κόρες στους γιους εκείνων και λάτρεψαν άλλους θεούς, όπως ο Βάαλ και η Αστάρτη (Ιησούς του Ναυή 24,33. Κριταί 2,22-23. 3,1-6. 10,6. Α' Βασιλειών 12,9-10). Η γη των Φιλισταίων μετά την κατάκτηση της από τους Χαναναίους, αποτέλεσε τμήμα της γης της Επαγγελίας και της φυλής Ιούδα (Ιησούς του Ναυή 15,2-12. 45-47).

 

Στην Παλαιά Διαθήκη, μέσα από τις ιστορίες του Σαμψών του Σαμουήλ και του Δαβίδ μαθαίνουμε για τις μακροχρόνιες συγκρούσεις τους με τους Ισραηλίτες. Επίσης εικάζεται ότι κατείχαν το μονοπώλιο της επεξεργασίας σιδήρου, κάτι που φαίνεται και από την περιγραφή της πανοπλίας του Γολιάθ. Την περίοδο των Κριτών, οι Φιλισταίοι είχαν υποτάξει τους Ισραηλίτες για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα.

Ο Σαμεγάρ λύτρωσε τους Ισραηλίτες, όταν αυτοί βρέθηκαν σε δύσκολη θέση απέναντι στους Φιλισταίους. Σύμφωνα με το βιβλίο των Κριτών ο Σαμεγάρ σκότωσε 600 από αυτούς μ' ένα βούκεντρο και ελευθέρωσε τους Ισραηλίτες (Κριταί 3,31).

 

Την περίοδο του Ιεφθάε ο Κύριος παρέδωσε τους Ισραηλίτες στους Φιλισταίους και στους Αμμωνίτες. Αυτοί για 18 χρόνια αυτοί καταπίεζαν και τυραννούσαν τους Ισραηλίτες, που ήταν εγκατεστημένοι ανατολικά του Ιορδάνη, στην περιοχή της Γαλαάδ (Κριτές 10,7-8). Λίγα χρόνια αργότερα ο Κύριος τους παρέδωσε και πάλι στους Φιλισταίους για 40 χρόνια (Κριταί 13,1).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΑΜΨΩΝ

 

Σαμψών και Δαλιδά

Ο Σαμψών για να βρει αφορμή να προκαλέσει τους Φιλισταίους, πήγε στη Θαμναθά κι εκεί είδε μια νεαρή Φιλισταία, την οποία ζήτησε να παντρευτεί. Κατά το γαμήλιο συμπόσιο ο Σαμψών προκάλεσε τους Φιλισταίους μ' ένα αίνιγμα. Το στοίχημα του αινίγματος ήταν τριάντα λινοί χιτώνες και τριάντα φορεσιές.

Εκείνοι επειδή δεν μπορούσαν να λύσουν το αίνιγμα απείλησαν τη γυναίκα του. Εκείνη κατάφερε ν' αποσπάσει από τον Σαμψών τη λύση του αινίγματος και μετά έδωσε τη λύση του αινίγματος στους συμπατριώτες της, οι οποίοι κέρδισαν το στοίχημα. Ο Σαμψών πήγε οργισμένος στην Ασκάλωνα και σκότωσε 30 Φιλισταίους, πήρε τα ρούχα και τις στολές τους και τους τα έδωσε. Μετά εγκατέλειψε τη γυναίκα του και πήγε στην πόλη του (Κριταί 14,1-20).

Ύστερα από λίγο καιρό, ο Σαμψών επισκέφτηκε ξανά τη γυναίκα του, αλλά όταν ο πατέρας της δεν τον άφησε να πλαγιάσει μαζί της, γιατί την έδωσε σε άλλον, τότε ο Σαμψών οργισμένος πήγε κι έπιασε 300 αλεπούδες. Κατόπιν έδεσε ουρά με ουρά τις αλεπούδες και έβαλε από έναν δαυλό ανάμεσα στις ουρές τους. Άναψε τους δαυλούς κι άφησε τις αλεπούδες ελεύθερες στα σπαρτά των Φιλισταίων. Έτσι κάηκαν όλα τα σιτηρά, καθώς και πολλοί αμπελώνες και ελαιώνες (Κριταί 15,1-5).

Όταν έμαθαν οι Φιλισταίοι ότι ο Σαμψών έκαψε τα σπαρτά τους, έκαψαν τη γυναίκα του Σαμψών και το πατρικό της σπίτι.  Τότε ο Σαμψών τους χτύπησε αλύπητα με μεγάλη σφαγή (Κριταί 15,6-8).

Οι Φιλισταίοι στη συνέχεια μπήκαν στην περιοχή της φυλής Ιούδα και άρχιζαν να καταστρέφουν με τη σειρά τους τα σπαρτά των Ισραηλιτών. Όταν οι άντρες της φυλής Ιούδα έμαθαν το λόγο που οι Φιλισταίοι ήρθαν στην περιοχή τους, πήγαν και βρήκαν το Σαμψών και αφού ήρθαν σε συνεννόηση μαζί του, τον έδεσαν για να τον παραδώσουν στους Φιλισταίους.

Όταν οι Φιλισταίοι είδαν δεμένο τον Σαμψών όρμησαν με αλαλαγμούς χαράς εναντίον του. Τότε ο Σαμψών έσπασε τα σχοινιά που έδεναν τα μπράτσα του σαν κλωστές και με το σαγόνι ενός σκοτωμένου γαϊδουριού, σκότωσε χίλιους Φιλισταίους (Κριταί 15,9-17).

 

Μια μέρα ο Σαμψών πήγε στη Γάζα κι εκεί είδε μια πόρνη και πλάγιασε μαζί της. Οι κάτοικοι της Γάζας τον πήραν είδηση ότι πήγε εκεί, και τη νύχτα έστησαν ενέδρα στην πύλη της πόλεως, περιμένοντας πότε θα βγει έξω για να τον σκοτώσουν.

Ο Σαμψών κοιμήθηκε ως τα μεσάνυχτα και όταν σηκώθηκε, βγήκε από το σπίτι και πήγε να φύγει από την πύλη της πόλεως. Μόλις τους είδε, έπιασε τα θυρόφυλλα της πύλης μαζί με τους δύο παραστάτες, τα φόρτωσε στους ώμους του και ανέβηκε στην κορυφή ενός βουνού και τα πέταξε εκεί (Κριταί 16,1-3).

 

Έπειτα από το γεγονός αυτό, αγάπησε μια γυναίκα, που ονομαζόταν Δαλιδά και κατοικούσε στην πόλη Αλσωρήχ. Οι άρχοντες των Φιλισταίων πήγαν και τη βρήκαν και την έπεισαν να προσπαθήσει να μάθει από που ο Σαμψών αντλεί τη μεγάλη του δύναμη, έτσι ώστε να μπορέσουν να τον νικήσουν και να τον αιχμαλωτίσουν. Σε αντάλλαγμα της υποσχέθηκαν χίλιους εκατό ασημένιους σίκλους ο καθένας.

Ύστερα από τρεις αποτυχημένες προσπάθειες η Δαλιδά κατάφερε ν' αποσπάσει το μυστικό του. Έτσι αφού τον κοίμισε στα γόνατά της, φώναξε έναν άνθρωπο, ο οποίος ξύρισε το κεφάλι του Σαμψών. Τη στιγμή εκείνη το Πνεύμα του Θεού είχε φύγει απ' αυτόν, γιατί ήταν Ναζηραίος, δηλαδή αφιερωμένος στο Θεό (Κριταί 16,4-20).

 

Ο Σαμψών

Τότε οι Φιλισταίοι τον συνέλαβαν, του έβγαλαν τα μάτια και τον οδήγησαν στη Γάζα. Εκεί τον έδεσαν με χάλκινες αλυσίδες και τον έβαλαν ν' αλέθει με τον μύλο σιτάρι στη φυλακή.

Κάποτε οι άρχοντες των Φιλισταίων είχαν συγκεντρωθεί για να προσφέρουν μεγάλη θυσία στο Δαγών, το θεό τους, και να πανηγυρίσουν. Ο λαός των Φιλισταίων δοξολογούσαν το Δαγών, που τον παρέδωσε στα χέρια τους, γιατί ο Σαμψών είχε ερημώσει τη χώρα τους και είχε σκοτώσει πολλούς Φιλισταίους. Και όταν ήρθαν στο κέφι έβγαλαν τον Σαμψών από τη φυλακή και τον έφεραν να τους διασκεδάσει. Τον έβαλαν να σταθεί ανάμεσα στις κολόνες του ναού τους, τον χτυπούσαν και διασκέδαζαν με το θέαμα. Το κτίριο ήταν κατάμεστο από κόσμο. Εκεί ήταν όλοι οι άρχοντες των Φιλισταίων, και πάνω στη στέγη ήταν κάπου τρεις χιλιάδες άντρες και γυναίκες που διασκέδαζαν με τους εμπαιγμούς και τους εξευτελισμούς του Σαμψών.

Ο Σαμψών προσευχήθηκε στο Θεό, να του δώσει για τελευταία φορά τη δύναμή του, για να εκδικηθεί μια για πάντα τους Φιλισταίους. Μετά έπιασε τις δύο κεντρικές κολόνες που στήριζαν το ναό και τις έσπρωξε με όλη του τη δύναμη. Ο ναός γκρεμίστηκε κι έπεσε πάνω στους άρχοντες και σ' όλο τον λαό που ήταν εκεί. Έτσι, αυτοί που ο Σαμψών σκότωσε με το θάνατό του ήταν περισσότεροι από εκείνους που είχε σκοτώσει σ' όλη του τη ζωή (Κριταί 16,21-30).

  

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΑΜΟΥΗΛ

 

Στο τέλος της περιόδου των Κριτών, όταν Κριτής ήταν ο αρχιερέας Ηλί, οι Φιλισταίοι συγκεντρώθηκαν για να πολεμήσουν εναντίον των Ισραηλιτών. Οι Φιλισταίοι στρατοπέδευσαν στην Αβενέζερ και οι Ισραηλίτες στην Αφέκ. Στη μάχη που ακολούθησε στην πεδιάδα οι Φιλισταίοι νίκησαν τους Ισραηλίτες, οι οποίοι άφησαν στο πεδίο της μάχης 4.000 νεκρούς (Α' Βασιλειών 4,1-2).

Οι Ισραηλίτες προβληματισμένοι από την ήττα έστειλαν ανθρώπους στη Σηλώ και πήραν από κει την Κιβωτό της Διαθήκης. Όταν έφτασε η Κιβωτός της Διαθήκης στο στρατόπεδο, όλοι οι Ισραηλίτες κραύγασαν με φωνή μεγάλη. Οι Φιλισταίοι άκουσαν τους αλαλαγμούς από το στρατόπεδο των Ισραηλιτών και αναρωτήθηκαν που οφείλεται; Όταν έμαθαν ότι έφτασε η Κιβωτός της Διαθήκης, φοβήθηκαν την παρουσία του Κυρίου ανάμεσα στους Ισραηλίτες (Α' Βασιλειών 4,3-9).

Στη μάχη που ακολούθησε οι Φιλισταίοι νίκησαν τους Ισραηλίτες, οι οποίοι τράπηκαν σε άτακτη φυγή, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 30.000 πεζούς.  Η Κιβωτός της Διαθήκης έπεσε στα χέρια των Φιλισταίων και οι δύο γιοι του αρχιερέα Ηλί, οι οποίοι ήταν ασεβείς και βλάσφημοι, σκοτώθηκαν (Α' Βασιλειών 4,10-11).

 

Οι Φιλισταίοι πήραν την Κιβωτό της Διαθήκης και την μετέφεραν από το πεδίο της μάχης, την Αβενέζερ στην Άζωτο (Ασδώδ), στο ναό του θεού τους Δαγών και την τοποθέτησαν κοντά στο άγαλμα του Δαγών. Την άλλη μέρα το πρωΐ οι κάτοικοι της Αζώτου σηκώθηκαν και πήγαν στο ναό του Δαγών για να προσκυνήσουν. Εκεί είδαν το άγαλμα του Δαγών να είναι πεσμένο με το πρόσωπο στο έδαφος, μπροστά στην Κιβωτό της Διαθήκης. Πήραν λοιπόν το άγαλμα του θεού τους και το τοποθέτησαν πάλι στη θέση του. Την άλλη μέρα το πρωΐ, όταν οι κάτοικοι της Αζώτου σηκώθηκαν και πήγαν στο ναό, είδαν πάλι με έκπληξη το άγαλμα του Δαγών να είναι πεσμένο με το πρόσωπο στο έδαφος, μπροστά στην Κιβωτό της Διαθήκης. Το κεφάλι του Δαγών ήταν κομμένο και οι δυο παλάμες των χεριών του, είχαν αποκοπεί και βρίσκονταν στο κατώφλι του ναού. Μόνο το σώμα του αγάλματος είχε μείνει σώο στη θέση του. Γι' αυτό οι ιερείς του ναού κι όλοι οι Φιλισταίοι, όσοι έμπαιναν στο ναό του Δαγών στην Άζωτο, δεν πατούσαν στο κατώφλι του ναού, αλλά διασκέλιζαν με πολλή προσοχή το κατώφλι της εισόδου (Α' Βασιλειών 5,1-5).

Η δύναμη όμως του Κυρίου έπεσε βαριά πάνω στους κατοίκους της Αζώτου. Χτύπησε τους ίδιους και τους κατοίκους των γύρω περιοχών με εκζέματα στους αφεδρώνες, ενώ σ' όλη την χώρα εμφανίστηκαν σμήνη ποντικών και έπεσε θανατικό στην πόλη. Εξαιτίας αυτών των πληγών κατέλαβε πανικός στους Φιλισταίους. Όταν οι κάτοικοι της Αζώτου είδαν αυτή τη συμφορά που τους συνέβη, αποφάσισαν ν' απομακρύνουν την Κιβωτό από την πόλη τους.

Οι κάτοικοι της Γεθ πήραν την Κιβωτό από την Άζωτο και την μετέφεραν στην πόλη τους. Αλλά όταν η Κιβωτός μεταφέρθηκε στη Γεθ, έπεσε βαριά η τιμωρία του Κυρίου στους κατοίκους της πόλης. Τους χτύπησε με εκζέματα στους αφεδρώνες, γι' αυτό οι κάτοικοι της Γεθ κατασκεύασαν ειδικά καθίσματα για να κάθονται. Έστειλαν τότε την Κιβωτό στην Ασκάλωνα.

Όταν η Κιβωτός έφτασε στην Ασκάλωνα, οι κάτοικοι άρχισαν να διαμαρτύρονται, επειδή φοβόντουσαν για τις ζωές τους. Έτσι ζήτησαν από τους άρχοντες των Φιλισταίων ν' απομακρύνουν την Κιβωτό από την πόλη τους, επειδή, από τότε που μπήκε η Κιβωτός στην πόλη τους, προσβλήθηκαν από εκζέματα στους αφεδρώνες και έπεσε θανατικό στην πόλη. Η κραυγή των κατοίκων ήταν τόσο μεγάλη, ώστε έφτασε στον ουρανό (Α' Βασιλειών 5,6-12).

 

Η Κιβωτός της Διαθήκης έμεινε στους αγρούς των Φιλισταίων εφτά μήνες. Από την οργή του Κυρίου γέμισε με ποντίκια η χώρα. Οι Φιλισταίοι κάλεσαν τους ιερείς και τους μάντεις και τους ρώτησαν, τι έπρεπε να κάνουν με την Κιβωτό της Διαθήκης.

Εκείνοι απάντησαν, ότι εάν έμενε η Κιβωτός στη χώρα θα συνεχιζόταν η οργή του Θεού. Εάν όμως τη στείλουν πίσω, προκειμένου να επανορθώσουν για την ασέβεια που διέπραξαν, θα έπρεπε η επιστροφή να συνοδεύετε με δώρα και τότε θα θεραπευτούν και θα εξιλεωθούν. Τα δώρα που θα συνόδευαν την Κιβωτό θα πρέπει να ήταν ανάλογα με τον αριθμό των σατραπειών. Έτσι θα έπρεπε να προσφέρουν πέντε χρυσές έδρες και χρυσά ομοιώματα ποντικών, επειδή αυτά κατέστρεψαν τη χώρα, ως αφιερώματα. Έτσι θα απέδιδαν τιμή και δόξα στο Θεό, μήπως και περιορίσει την τιμωρία του από τη χώρα. Να μην πεισμώσουν όπως πείσμωσαν οι Αιγύπτιοι και ο Φαραώ και ο Θεός τους τιμώρησε με σκληρότερες τιμωρίες. Τώρα θα έπρεπε να φτιάξουν αμέσως μια καινούρια άμαξα. Να πάρουν δύο αγελάδες που μόλις γέννησαν το πρώτο τους μοσχάρι και να την ζέψουν στην άμαξα. Τα μοσχάρια τους να τα απομακρύνουν από αυτές. Μετά να βάλουν την Κιβωτό της Διαθήκης πάνω στην άμαξα και δίπλα στην Κιβωτό μέσα σ' ένα κιβώτιο, να τοποθετήσουν τα χρυσά αντικείμενα που θα προσφέρουν στο Θεό ως επανόρθωση της ασέβειάς τους. Μετά θ' αφήσουν την άμαξα να φύγει και να την ακολουθήσουν. Εάν οι αγελάδες κατευθυνθούν προς τη Βαιθσαμύς, που βρίσκεται στους Ισραηλίτες, τότε ο Κύριος ήταν αυτός που προξένησε όλες αυτές τις καταστροφές. Εάν όμως δεν κατευθυνθούν προς την περιοχή των Ισραηλιτών, τότε αυτό θα είναι σημάδι ότι οι καταστροφές δεν προήλθαν από το Θεό, αλλά ήταν εντελώς τυχαίες (Α' Βασιλειών 6,1-9).

 

Οι Φιλισταίοι έπραξαν, όπως τους είπαν οι ιερείς και οι μάντεις. Πήραν δύο αγελάδες που μόλις γέννησαν το πρώτο τους μοσχάρι, τις έζεψαν στην άμαξα και κράτησαν τα μοσχάρια τους στους σταύλους. Μετά τοποθέτησαν πάνω στην άμαξα την Κιβωτό της Διαθήκης και το κιβώτιο με τις χρυσές έδρες και τα χρυσά ομοιώματα των ποντικών. Οι αγελάδες πήραν ίσια το δρόμο προς τη Βαιθσαμύς. Ακολουθούσαν πάντα τον ίδιο δρόμο, χωρίς να παρεκκλίνουν ούτε δεξιά ούτε αριστερά, ενώ οι ηγεμόνες των Φιλισταίων ακολουθούσαν πίσω από την άμαξα, μέχρι τα σύνορα της Βαιθσαμύς (Α' Βασιλειών 6,10-12).

Οι πέντε ηγεμόνες των Φιλισταίων, όταν είδαν ότι οι Ισραηλίτες παρέλαβαν την Κιβωτό, επέστρεψαν την ίδια μέρα στην Ασκάλωνα. Τα πέντε χρυσά ομοιώματα των εδρών που πρόσφεραν οι Φιλισταίοι ως επανόρθωση στον Κύριο αντιστοιχούσαν στις πόλεις: Άζωτο (Ασδώδ), Γάζα, Ασκάλωνα, Γεθ και Ακκαρών (Εκρών). Τα χρυσά ομοιώματα των ποντικών αντιστοιχούσαν σε όλες τις πόλεις των πέντε σατραπειών των Φιλισταίων, από την πιο οχυρωμένη ως τα πιο ανοχύρωτα χωριά των Φιλισταίων και των Φερεζαίων (Α' Βασιλειών 6,16-18).

 

Λίγο καιρό αργότερα, όταν έμαθαν οι Φιλισταίοι, ότι οι Ισραηλίτες ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στη Μασσηφάθ, οι ηγεμόνες τους αποφάσισαν να πάνε να τους χτυπήσουν. Οι Ισραηλίτες, όταν τ' άκουσαν αυτό, φοβήθηκαν τους Φιλισταίους, και ζήτησαν από το Σαμουήλ να προσευχηθεί στον Κύριο, για να τους σώσει από τους Φιλισταίους.  Ο Σαμουήλ πρόσφερε θυσία στον Κύριο και τον παρακάλεσε για τους Ισραηλίτες, κι ο Κύριος τον άκουσε.

Την ώρα που ο Σαμουήλ πρόσφερε τη θυσία, πλησίασαν οι Φιλισταίοι για να χτυπήσουν τους Ισραηλίτες. Αλλά εκείνη τη στιγμή βρόντησε ο Κύριος με εκκωφαντικές βροντές πάνω στους Φιλισταίους και τους προκάλεσε σύγχυση και άρχισαν να υποχωρούν. Τότε οι Ισραηλίτες καταδίωξαν τους Φιλισταίους και τους νίκησαν μέχρι τη Βαιθχόρ (Α' Βασιλειών 7,7-11). Κατά τη διάρκεια που ο Σαμουήλ ήταν Κριτής του Ισραήλ, οι Ισραηλίτες πήραν πίσω όλες τις πόλεις, που είχαν πάρει τα προηγούμενα χρόνια οι Φιλισταίοι, από την Ασκάλωνα έως την Αζόβ (Α' Βασιλειών 7,13-14).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΑΟΥΛ

 

Φιλισταίοι

Οι Φιλισταίοι ήταν δυνατός και μαχητικός λαός. Είχαν σημαντική στρατιωτική υπεροχή και ικανότητα μέχρι των ημερών του Σαούλ. Κατά τον πόλεμο εναντίον του Ισραήλ διέθεταν 30.000 άμαξες (Α' Βασιλειών 13,5). Ανάμεσά τους υπήρχαν άνδρες μεγάλης δύναμης και αναστήματος (Α' Βασιλειών 17,4-7. Β' Βασιλειών 21,16. 18-20). Ειδικεύονταν επίσης στη μεταλλουργία (Α' Βασιλειών 13,19-22) και οι Ισραηλίτες πήγαιναν όχι μόνο για να αγοράσουν εργαλεία αλλά ακόμα και για να τα ακονίσουν (Α' Βασιλειών 13,20). Οι Φιλισταίοι ήταν ένας από τους λαούς, τους οποίους αντιμετώπισε ο Σαούλ και νίκησε (Α' Βασιλειών 14,47). Πριν ο Σαούλ γίνει βασιλιάς του Ισραήλ,  είχαν στη Βαμά της φυλής Βενιαμίν, φρουρά πάνω στο λόφο του Θεού. Εκεί δοικητής ήταν ο Νασίβ ο Φιλισταίος (Α' Βασιλειών 10,5).

 

Ο Ιωνάθαν, ο γιος του Σαούλ, χτύπησε τη φρουρά των Φιλισταίων στη Βαμά και οι Φιλισταίοι συγκεντρώθηκαν για να πολεμήσουν τους Ισραηλίτες. Ο στρατός των Φιλισταίων αποτελούνταν από 30.000 πολεμικά άρματα, 6.000 ιππείς και χιλιάδες πεζούς, οι οποίοι στρατοπέδευσαν στη Μαχμάς, απέναντι από τη Βαιθωρών. Οι Ισραηλίτες από φόβο κρύφτηκαν στις σπηλιές και όπου αλλού έβρισκαν, ενώ άλλοι πέρασαν τον Ιορδάνη, προς τις περιοχές Γαδ και Γαλαάδ (Α' Βασιλειών 13,3-7).

Ο Σαούλ, με το στρατό που του είχε απομείνει περίπου 600 άντρες, είχε στρατοπεδεύσει στη Γαβαά στην περιοχή Βενιαμίν, ενώ οι Φιλισταίοι ήταν στρατοπεδευμένοι στη Μαχμάς. Τρία τμήματα του στρατού των Φιλισταίων λεηλάτησε τη γύρω περιοχή. Το ένα λεηλάτησε την περιοχή της Σωγάλ προς τη Γοφερά. Το δεύτερο λεηλάτησε την περιοχή προς τη Βαιθωρών και το τρίτο την περιοχή των πόλεων Γαΐ και Σαβίμ προς τη Γαβαά (Α' Βασιλειών 13,15-18).

Ο Ιωνάθαν, γιος του Σαούλ, μαζί μ' ένα νεαρό οπλοφόρο που κρατούσε τον οπλισμό του, επιτέθηκαν μόνοι τους σ' ένα φυλάκιο Φιλισταίων. Έτσι σκότωσαν περίπου 20 Φιλισταίους. Μετά από το γεγονός αυτό επικράτησε πανικός και φόβος στο στρατόπεδο των Φιλισταίων. Οι Ισραηλίτες που είχαν κρυφτεί στα βουνά, όταν άκουσαν ότι οι Φιλισταίοι είχαν τραπεί σε φυγή, ενώθηκαν με τους άλλους Ισραηλίτες και τους καταδίωξαν. Ο στρατός που ακολουθούσε τώρα το Σαούλ έφτανε περίπου τους 10.000 άντρες και ο πόλεμος επεκτάθηκε σ' όλη την ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ και έφτασε μέχρι τη Βαμώθ (Α' Βασιλειών 14,1-23). Οι Ισραηλίτες καταδίωξαν τους Φιλισταίους, οι οποίοι πανικόβλητοι γύρισαν πίσω στον τόπο τους (Α' Βασιλειών 14,46).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΟΛΙΑΘ

 

Δαβίδ και Γολιάθ

Λίγο καιρό αργότερα, μετά από 25 χρόνια, οι Φιλισταίοι συγκέντρωσαν το στρατό τους για πόλεμο με τους Ισραηλίτες και στρατοπέδευσαν μεταξύ Σοκχώθ και Αζηκά, που βρίσκεται στην περιοχή της φυλής Ιούδα. Ο στρατός των Ισραηλιτών συγκεντρώθηκαν κι αυτοί και στρατοπέδευσαν απέναντι από τους Φιλισταίους. Έτσι οι Φιλισταίοι παρατάχθηκαν στην πλαγιά ενός βουνού και οι Ισραηλίτες στην πλαγιά του απέναντι βουνού κι ανάμεσα τους ήταν η κοιλάδα (Α' Βασιλειών 17,1-3).

 

Τότε βγήκε από το στρατόπεδο των Φιλισταίων, ένας δυνατός πολεμιστής, που ονομαζόταν Γολιάθ, από τη Γεθ, που το ύψος του ήταν περίπου 2,5 μέτρα. Φορούσε περικεφαλαία στο κεφάλι του και αλυσιδωτό θώρακα, από χαλκό και σίδηρο, που το βάρος του ήταν περίπου 50 κιλά. Είχε χάλκινες περικνημίδες στα πόδια του και χάλκινη ασπίδα στους ώμους του. Το δόρυ του ήταν χοντρό και μεγάλο, σαν το αντί του αργαλειού και η σιδερένια λόγχη του ζύγιζε περίπου 6,5 κιλά. Ο οπλοφόρος του κρατούσε τα όπλα του και βάδιζε μπροστά του (Α' Βασιλειών 17,4-7).

 

Ο Γολιάθ στάθηκε αλαζονικά και φώναξε προς τις γραμμές των Ισραηλιτών: «Γιατί βγήκατε να παραταχθείτε για πόλεμο; Εγώ είμαι ένας Φιλισταίος κι εσείς οι Εβραίοι του Σαούλ. Διαλέξτε λοιπόν έναν άντρα κι ας έρθει ν' αναμετρηθεί μαζί μου. Αν καταφέρει να με νικήσει και να με σκοτώσει, τότε εμείς θα γίνουμε δούλοι σας. Αν όμως εγώ τον νικήσω και τον σκοτώσω, τότε εσείς θα γίνετε δούλοι μας και θα μας υπηρετείτε πάντοτε». Όταν άκουσαν αυτά τα λόγια του Φιλισταίου ο Σαούλ και οι Ισραηλίτες, τα 'χασαν και τρόμαξαν (Α' Βασιλειών 17,8-11).

 

Κάποια μέρα ένας νεαρός ο Δαβίδ, έτυχε να βρίσκεται στο στρατόπεδο που βρίσκονταν και τ' αδέρφια του και άκουσε τον γίγαντα, να μιλάει υβριστικά και εμπαικτικά εναντίον των Ισραηλιτών. Έτσι πήρε την άδεια από το Σαούλ ν' αναμετρηθεί μαζί του. Πήρε μόνο το ραβδί του, διάλεξε πέντε λεία λιθάρια και τα έβαλε στο σακούλι που είχε μαζί του, πήρε τη σφεντόνα του και πήγε στο πεδίο της μάχης για να συναντήσει το Φιλισταίο (Α' Βασιλειών 17,19-40).

 

Ο Γολιάθ άρχισε κι αυτός να πλησιάζει το Δαβίδ, ενώ ο οπλοφόρος του βάδιζε μπροστά του. Όταν ο Γολιάθ κοίταξε προσεκτικά το Δαβίδ, δεν του έδωσε καμιά σημασία, γιατί είδε μπροστά του ένα παιδί. Ο Γολιάθ είπε στο Δαβίδ: «Τι είμαι εγώ; Σκυλί είμαι και ήρθες εναντίον μου με ραβδί και με πέτρες;». Και ο Δαβίδ του είπε «Όχι, αλλά είσαι χειρότερος από σκυλί». Ο Γολιάθ ζήτησε από τους θεούς του την κατάρα τους πάνω στο Δαβίδ. Μετά του είπε «Έλα και θα δώσω τις σάρκες σου στα πουλιά του ουρανού και στα θηρία της γης».

Ο Δαβίδ απάντησε στο Γολιάθ: «Εσύ έρχεσαι εναντίον μου με ξίφος, με δόρυ και ασπίδα και εγώ όμως έρχομαι εναντίον σου στο όνομα του παντοδύναμου Θεού, του Κυρίου του ισραηλιτικού λαού, που εσύ εξύβρισες. Σήμερα ο Κύριος θα σε παραδώσει στα χέρια μου και θα σε σκοτώσω. Σήμερα θα σου κόψω το κεφάλι και θα παραδώσω τα μέλη σου και τα πτώματα των Φιλισταίων στα πουλιά του ουρανού και στα θηρία της γης. Έτσι όλοι οι λαοί θα μάθουν ότι ο αληθινός Θεός βρίσκεται στον ισραηλιτικό λαό. Κι όλο αυτό το πλήθος των Ισραηλιτών θα μάθει πως ο Κύριος δεν σώζει μόνο με δόρυ και με ξίφος, πως είναι ο κυρίαρχος και θα σας παραδώσει στα χέρια μας» (Α' Βασιλειών 17,41-47).

 

Δαβίδ και Γολιάθ

Μόλις ο Γολιάθ προχώρησε προς το μέρος του Δαβίδ, ο Δαβίδ, οπλισμένος με την πίστη στο Θεό, άπλωσε το χέρι του στο σακούλι, πήρε ένα λιθάρι και το εκσφενδόνισε ενάντια στο Φιλισταίο. Το λιθάρι τρύπησε την περικεφαλαία και χώθηκε στο μέτωπο του Γολιάθ, ο οποίος πληγώθηκε θανάσιμα κι έπεσε με το πρόσωπο στη γη. Έτσι ο Δαβίδ μ' ένα λιθάρι και με μια σφεντόνα κατατρόπωσε το γίγαντα Γολιάθ. Έπειτα ο Δαβίδ στάθηκε πάνω απ' το βαριά τραυματισμένο Γολιάθ, τράβηξε το ξίφος από τη θήκη του Φιλισταίου και τον αποτέλειωσε, κόβοντάς του το κεφάλι (Α' Βασιλειών 17,48-51).

Οι Φιλισταίοι, όταν είδαν ότι σκοτώθηκε ο ακατανίκητος ήρωάς τους, πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή. Τότε οι άνδρες του Ισραήλ και του Ιούδα φωνάζοντας πολεμικές ιαχές, καταδίωξαν τους Φιλισταίους ως τη Γεθ, την Ασκάλωνα και την Ακκαρών. Όλη η περιοχή γέμισε με νεκρούς και τραυματίες των Φιλισταίων. Όταν οι Ισραηλίτες γύριζαν από την καταδίωξη, λεηλάτησαν όλα τα εχθρικά στρατόπεδα. Ο Δαβίδ πήρε το κεφάλι του Γολιάθ και το έφερε στην Ιερουσαλήμ, ενώ τα όπλα του τα πήρε στη σκηνή του (Α' Βασιλειών 17,51-54).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ

 

Λίγο καιρό αργότερα ο Σαούλ προκειμένου να παντρέψει το Δαβίδ με τη μικρότερη κόρη του, τη Μελχόλ, του ζήτησε να του πάει εκατό ακροβυστίες Φιλισταίων, να κόψει δηλαδή το άκρο του γεννητικού μορίου εκατό Φιλισταίων, προκειμένου να εκδικηθεί  τους εχθρούς του βασιλιά. Ο Σαούλ, επειδή φοβόταν το Δαβίδ και τον ζήλευε, σκεφτόταν πως με αυτόν τον τρόπο θα τον έριχνε στα χέρια των Φιλισταίων. Έτσι ο Δαβίδ με τους άντρες του, σκότωσε εκατό Φιλισταίους κι έφερε τις ακροβυστίες τους στο Σαούλ (Α' Βασιλειών 18,20-27). Ο πόλεμος με τους Φιλισταίους ξανάρχισε κι ο Δαβίδ τους νίκησε και τους επέφερε πολύ μεγάλη καταστροφή, οι οποίοι πανικόβλητοι τράπηκαν σε φυγή (Α' Βασιλειών 19,8).

 

Λίγο καιρό αργότερα ο Δαβίδ, για να γλιτώσει από την οργή του Σαούλ, ζήτησε καταφύγιο στον Αγχούς, το Φιλισταίο βασιλιά της Γεθ. Οι αξιωματούχοι του Αγχούς διαμαρτυρήθηκαν στο βασιλιά τους για την παροχή φιλοξενίας στον άλλοτε εχθρό τους, ο οποίος τους επέφερε αρκετές καταστροφές. Ο Δαβίδ τους πήρε είδηση και επειδή άρχισε να φοβάται για τη ζωή του, συμπεριφερόταν σαν τρελός μπροστά τους. Έτσι ο Αγχούς βλέποντας που ήταν τρελός, τους επιτίμησε που τον έφεραν μπροστά του και τον έδιωξε από το παλάτι του ως επιληπτικό. Επιπλέον απαγόρευσε στους υπηκόους του να τον βάλουν στο σπίτι τους (Α' Βασιλειών 21,10-15).

 

Μια μέρα έφεραν στο Δαβίδ την είδηση, ότι οι Φιλισταίοι κάνουν επιθέσεις εναντίον της Κεϊλά και λεηλατούν τα σιτάρια και τ' αλώνια της. Τότε ο Δαβίδ και οι άνδρες του, πήγαν στην Κεϊλά και πολέμησαν τους Φιλισταίους. Αφού τους νίκησαν, άρπαξαν τα ζώα τους και σκότωσαν πολλούς απ' αυτούς (Α' Βασιλειών 23,1-5). Όταν ο Σαούλ είχε πάει στη Ζιφ για να καταδιώξει το Δαβίδ, έφτασε ένας αγγελιοφόρος και του είπε, ότι οι Φιλισταίοι εισέβαλλαν στη χώρα. Έτσι ο Σαούλ σταμάτησε την καταδίωξη του Δαβίδ και πήγε να πολεμήσει τους Φιλισταίους (Α' Βασιλειών 23,27-28).

Λίγο καιρό αργότερα, ο Δαβίδ με τους 600 άνδρες του πήγαν στη Γεθ και βρήκαν καταφύγιο στον Αγχούς, το Φιλισταίο βασιλιά της Γεθ. Με την άδεια του Αγχούς ο Δαβίδ εγκαταστάθηκε στην πόλη Σικελάγ (Σεκελάκ) (Α' Βασιλειών 27,1-7). Την περίοδο αυτή οι Φιλισταίοι, επειδή ήταν σε πόλεμο με το Σαούλ, δεν ζήτησαν τη βοήθεια του Δαβίδ, γιατί δεν του είχαν εμπιστοσύνη (Α' Παραλειπομένων 12,20).

 

Στη συνέχεια οι Φιλισταίοι συγκέντρωσαν όλες τις στρατιωτικές τους δυνάμεις για να πολεμήσουν εναντίον των Ισραηλιτών. Ο Αγχούς όρισε το Δαβίδ αρχηγό της σωματοφυλακής του και ζήτησε τη βοήθειά του εναντίον των Ισραηλιτών. Οι Φιλισταίοι στρατοπέδευσαν στην πόλη Σωμάν, ενώ οι Ισραηλίτες στρατοπέδευσαν στο όρος Γελβουέ (Α' Βασιλειών 28,1-4). Στη συνέχεια τα στρατόπεδα μεταφέρθηκαν. Οι Φιλισταίοι στρατοπέδευσαν στην Αφέκ, κοντά στη Σωμάν, ενώ οι Ισραηλίτες στην Αενδώρ, στην κοιλάδα της Ιεζραέλ (Α' Βασιλειών 29,1).

Η μάχη μεταξύ των δύο στρατών έγινε στο όρος Γελβουέ. Οι Ισραηλίτες τράπηκαν σε φυγή και θανατώθηκαν πολλοί. Οι Φιλισταίοι καταδίωξαν το Σαούλ και σκότωσαν τους γιους του Ιωνάθαν, Αμιναδάβ και Μελχισά. Τελικά οι τοξότες των Φιλισταίων χτύπησαν το Σαούλ και πληγώθηκε βαριά. Τότε είπε στον οπλοφόρο του να τον σκοτώσει για να μην πέσει ζωντανός στα χέρια των Φιλισταίων, αλλά εκείνος δεν ήθελε να το κάνει γιατί φοβόταν. Έτσι ο Σαούλ πήρε το ξίφος του κι έπεσε μόνος του πάνω σ' αυτό. Όταν ο οπλοφόρος του είδε ότι ο Σαούλ πέθανε, έπεσε κι αυτός πάνω στο ξίφος του και πέθανε μαζί του (Α' Βασιλειών 31,1-6. Α' Παραλειπομένων 10,1-6).

Οι Ισραηλίτες που βρίσκονταν πέρα απ' την κοιλάδα και πέρα από τον Ιορδάνη, όταν είδαν ότι οι συμπατριώτες τους νικήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή, εγκατέλειψαν τις πόλεις τους κι έφυγαν σε πιο ασφαλείς περιοχές, ενώ στις πόλεις τους εγκαταστάθηκαν οι Φιλισταίοι. Την άλλη μέρα οι Φιλισταίοι λεηλάτησαν τους νεκρούς. Βρήκαν το Σαούλ και τους γιους του ανάμεσα στους νεκρούς. Τότε οι Φιλισταίοι του έβγαλαν την πανοπλία, του έκοψαν το κεφάλι και πήραν τα όπλα του ως τρόπαια και τα περιέφεραν στη χώρα τους ως τρόπαια. Τα όπλα του Σαούλ και των γιων του τα τοποθέτησαν στο ναό της Αστάρτης. Το κεφάλι του το τοποθέτησαν στο ναό του Δαγών και το σώμα του, όπως και των γιων του, τα κρέμασαν στα τείχη της Βαιθσάν (Α' Βασιλειών 31,7-10. Α' Παραλειπομένων 10,7-10). Οι κάτοικοι όμως της Ιαβές από τη Γαλαάδ, πήγαν τη νύχτα και πήραν τα πτώματα του Σαούλ και των γιων του από το τείχος της Βαιθσάν και τα πήγαν στην Ιαβές, όπου τα έκαψαν εκεί. Τα οστά τους τα έθαψαν κάτω από μια βελανιδιά σε καλλιεργημένη γη στην Ιαβές (Α' Βασιλειών 31,11-13. Α' Παραλειπομένων 10,11-12).

 

Όταν άκουσαν οι Φιλισταίοι ότι ο Δαβίδ χρίστηκε βασιλιάς του Ισραήλ, ξεκίνησαν με όλο το στρατό τους για να τον θέσουν υπό την εξουσία τους. Οι Φιλισταίοι στρατοπέδευσαν στην «κοιλάδα των Τιτάνων», κοντά στη Γαβαών. Ο Δαβίδ με τη βοήθεια του Θεού, πήγε εκεί που ήταν οι Φιλισταίοι και τους νίκησε. Οι Φιλισταίοι φεύγοντας πανικόβλητοι άφησαν εκεί τα αγάλματα των θεών τους, και ο Δαβίδ και οι άνδρες του τα πήραν και τα έριξαν στη φωτιά.

Οι Φιλισταίοι όμως λίγο αργότερα ξαναγύρισαν στην «κοιλάδα των Τιτάνων» κι αυτή τη φορά ήταν περισσότεροι. Ο Δαβίδ, πάλι με τη βοήθεια και τις οδηγίες του Κυρίου, τους χτύπησε στα νώτα τους. Νίκησε τους Φιλισταίους και τους έτρεψε σε φυγή καταδιώκοντάς τους από τη Γαβαών έως τη Γαζηρά (Β' Βασιλειών 5,17-25. Α' Παραλειπομένων 14,8-17).

Κατά τη διάρκεια του πολέμου αυτού οι Φιλισταίοι είχαν εγκαταστήσει φυλάκιο κοντά στη Βηθλεέμ. Επειδή κάποια στιγμή ο Δαβίδ εκδήλωσε την επιθυμία να πιει νερό από το πηγάδι που βρισκόταν στην πύλη της Βηθλεέμ, έστειλε τρεις γενναίους από το σώμα των επιλέκτων, οι οποίοι πέρασαν με κίνδυνο της ζωής τους μέσα από το φυλάκιο των Φιλισταίων και έβγαλαν νερό από το πηγάδι (Β' Βασιλειών 23,13-17. Α' Παραλειπομένων 11,15-19).

 

Σε κάποια μάχη οι Φιλισταίοι είχαν συγκεντρωθεί στη Φασοδομίν για να πολεμήσουν τους Ισραηλίτες, οι οποίοι φοβήθηκαν τους Φιλισταίους και τράπηκαν σε φυγή. Τότε σε κάποιο χωράφι, που ήταν σπαρμένο με κριθάρι, ο Δαβίδ και ο Ελεάζαρ, ένας από τους τρεις καλύτερους και δυνατότερους ανδρείους του Δαβίδ, σκότωσαν τους Φιλισταίους και με τη βοήθεια του Θεού έσωσαν τους Ισραηλίτες (Α' Παραλειπομένων 11,13-14).

 

Ο Δαβίδ αργότερα νίκησε τους Φιλισταίους, τους υποδούλωσε και εξουδετέρωσε την κυριαρχία τους στη χώρα του Ισραήλ. Πήρε από τους Φιλισταίους την πόλη Γεθ και τις πόλεις γύρω από αυτή, όπου άλλοτε ανήκαν στους Φιλισταίους (Β' Βασιλειών 8,1. Α' Παραλειπομένων 18,1). Ο Δαβίδ το ασήμι και το χρυσάφι που είχε πάρει από όλα τα έθνη, τα οποία είχε υποτάξει, από τους Εδωμίτες, τους Μωαβίτες, τους Αμμωνίτες, τους Φιλισταίους, τους Αμαληκίτες, καθώς και το βασίλειο του Σουβά, το αφιέρωσε στον Κύριο (Β' Βασιλειών 8,11-12. Α' Παραλειπομένων 18,11).

 

Μετά από αρκετά χρόνια έγιναν καινούριες μάχες μεταξύ των Φιλισταίων και των Ισραηλιτών. Στην πρώτη μάχη πήρε μέρος κι ο Δαβίδ, ο οποίος λόγω της μεγάλης του ηλικίας κουράστηκε. Μεταξύ των Φιλισταίων ήταν και ο Ιεσβί, ένας από τους απογόνους των γιγάντων. Το ακόντιο του ζύγιζε πάνω από 300 σίκλους χαλκού (3500 γραμμάρια περίπου). Ήταν ζωσμένος μ' ένα ρόπαλο και μ' αυτό όρμησε αποφασισμένος να σκοτώσει το Δαβίδ. Αλλά ο Αβεσσά έσπευσε και βοήθησε το Δαβίδ. Χτύπησε τον Ιεσβί και τον σκότωσε (Β' Βασιλειών 21,15-17).

Μετά τη μάχη αυτή, έγινε μια καινούρια στην περιοχή της Γεθ, στη Γαζέρ, μεταξύ των Ισραηλιτών και των Φιλισταίων. Εκεί ο Σεβοχά (Σοβοχαΐ) από την Αστατώθ (Ουσά), σκότωσε το γίγαντα Σεφ (Σαφού). Σε μια άλλη μάχη στην περιοχή της Γοβ, ο Ελεανάν (Ελλανάν), γιος του Αριωργίμ (Ιαΐρ) από την Βηθλεέμ, σκότωσε το Λαχμί, αδερφό του γίγαντα Γολιάθ από τη Γεθ, που το ξύλο της λόγχης του ήταν σαν το αντί του αργαλειού. Σε μια άλλη μάχη πάλι στην περιοχή της Γεθ, ήταν ένας γίγαντας φαλακρός, ο οποίος είχε έξι δάκτυλα στα χέρια και στα πόδια (συνολικά είχε 24 δάκτυλα). Αυτός έβριζε συνέχεια τους Ισραηλίτες, αλλά ο Ιωνάθαν, γιος του Σαμμαά (Σεμεΐ) και ανηψιός του Δαβίδ, τον σκότωσε. Και οι τέσσερις αυτοί πολεμιστές ήταν οι τελευταίοι απόγονοι των γιγάντων, από τον οίκο του Ραφά στη Γεθ, και σκοτώθηκαν από το Δαβίδ και τους στρατιώτες του (Β' Βασιλειών 21,18-22. Α' Παραλειπομένων 20,4-8).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

 

Οι Φιλισταίοι μετά την ήττα τους από τον Δαβίδ έπαψαν πια να δημιουργούν προβλήματα στους Ισραηλίτες και την εποχή του Σολομώντα ολόκληρη η Φιλισταία ήταν μέρος της βασιλείας του. Το βασίλειο του Ισραήλ εκτεινόταν την εποχή του Σολομώντα από τον Ευφράτη έως τη Γάζα και την Αίγυπτο (Γ' Βασιλέων 2,46ζ. 2,46κ. 5,1. Β' Παραλειπομένων 9,26). Οι βασιλιάδες, των οποίων τα βασίλεια βρισκόντουσαν μεταξύ των ορίων της βασιλείας του Σολομώντα, από τον Ευφράτη έως τη χώρα των Φιλισταίων και την Αίγυπτο, του προσέφεραν δώρα και ήσαν υποτελείς σ' αυτόν για όλο το διάστημα της βασιλείας του (Γ' Βασιλέων 5,1. 10,26α).

 

Ο Βαασά, από τη φυλή Ισσάχαρ, συνωμότησε εναντίον του Ναδάβ, βασιλιά του Ισραήλ, και τον σκότωσε όταν αυτός βρισκόταν στο ναό Βελαάν κοντά στη Γαβαθών, τον καιρό που ο Ναδάβ πολιορκούσε την πόλη από τους Φιλισταίους. Το γεγονός αυτό συνέβη το τρίτο έτος της βασιλείας του Ασά στον Ιούδα (Γ' Βασιλέων 15,27-28).

Λίγα χρόνια αργότερα ο στρατός των Ισραηλιτών πολιόρκησε ξανά τη Γαβαθών. Όταν οι Ισραηλίτες έμαθαν, ότι ο Ζαμβρί συνωμότησε και σκότωσε το βασιλιά Ηλά, τότε την ίδια μέρα εκεί στο στρατόπεδο ανακήρυξαν ομόφωνα βασιλιά τον Αμβρί, που ήταν ο αρχιστράτηγος των Ισραηλιτών. Τότε ο Αμβρί και όλος ο στρατός που ήταν μαζί του, έφυγαν από τη Γαβαθών και πήγαν να πολιορκήσουν την Θερσά, την οποία και κατέλαβαν(Γ' Βασιλέων 16,15-18).

 

Μετά το θάνατο του Αχαάβ, όταν ο βασιλιάς Οχοζίας έπεσε από το υπερώο του παλατιού του στη Σαμάρεια και τραυματίστηκε, έστειλε αγγελιαφόρους να πάνε στην Ακκαρών και να ρωτήσουν τον Βάαλ, εάν θα διαφύγει τον θάνατο από τον τραυματισμό του. Όμως οι αγγελιαφόροι δεν έφτασαν ποτέ στην Ακκαρών, γιατί ο προφήτης Ηλίας σταλμένος από τον Κύριο, τους πρόλαβε στο δρόμο (Δ' Βασιλειών 1,1-4. 1,6. 1,16).

Οι Φιλισταίοι την εποχή του βασιλιά του Ιούδα Ιωσαφάτ, δεν τόλμησαν να πολεμήσουν εναντίον του. Μάλιστα του πρόσφεραν πολλά δώρα και ασήμι για να έχουν ειρήνη μαζί του (Β' Παραλειπομένων 17,11).

Την εποχή του προφήτη Ελισαίου, επειδή έπεσε λιμός στο βασίλειο του Ισραήλ, ο Ελισαίος είπε στη Σωμανίτιδα, στην οποία είχε αναστήσει το παιδί, να πάει να μείνει σε άλλο τόπο, μαζί με τους ανθρώπους του σπιτιού της, ώσπου να περάσει ο λιμός. Η γυναίκα μαζί με τους ανθρώπους του σπιτιού της κατοίκησαν προσωρινά στη χώρα των Φιλισταίων. Όταν πέρασε ο λιμός που κράτησε εφτά χρόνια, η Σωμανίτιδα με τους ανθρώπους της ξαναγύρισαν στην πόλη τους (Δ' Βασιλειών 8,1-3).

 

 

ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΤΑ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ

 

Αν και οι Φιλισταίοι απέκτησαν την ανεξαρτησία τους από τους τελευταίους βασιλιάδες του Ιούδα, στη συνέχεια χάθηκαν φυλετικά μέσα από τις αλλεπάλληλες κατακτήσεις της περιοχής. Έτσι το 732 π.Χ. οι Φιλισταίοι τέθηκαν υπό την κυριαρχία των Ασσυρίων και στη συνέχεια όλων των υπόλοιπων λαών που κυριάρχησαν στην περιοχή, όπως τους Αιγυπτίους, τους Βαβυλωνίους, έπειτα στους Πέρσες, κατόπιν από τους Έλληνες, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος κατέλαβε την Περσική αυτοκρατορία και τελικά από τους Ρωμαίους. Από κει και μετά έπαυσαν να αναφέρονται ως έθνος.

Στην Αγία Γραφή υπάρχουν πλήθος αναφορές για τους Φιλισταίους όπως επίσης και προφητείες (Ησαΐας 9,11-12. Ιερεμίας 25,20. 47,1-5. Ζαχαρίας 9,3-6. Ιεζεκιήλ 25,15-17. Αμώς 1,6-8. Αβδιού εδ. 19. Σοφονίας 2,5-7). Στο βιβλίο των Ψαλμών αναφέρεται, πως ο Θεός θα υποτάξει τους Φιλισταίους (Ψαλμοί 107,10).

 

Οι Φιλισταίοι μετά το θάνατο του και τη διάσπαση του ενιαίου κράτους εκμεταλλευόμενοι την εξασθένηση της δύναμης των δύο βασιλείων από τις μεταξύ τους προστριβές άρχισαν όχι μόνο να παρενοχλούν τους Ιουδαίους, αλλά και να κινούνται κατά των Μεγάλων Δυνάμεων της περιοχής που κατά καιρούς τους είχαν καταστήσει φόρου υποτελείς. Ηγεμόνες των φιλισταϊκών πόλεων συνασπί­στηκαν με άλλους λαούς εναντίον των Ασσυρίων, αλλά τελικά υποτάχτηκαν και πλήρωναν φόρο υποτέλειας στον Ασσύριο μονάρχη Τιγλάθ-Πιλεζέρ Γ' (συροεφραϊμιτικός πόλεμος 735 π.Χ.). Επί Σενναχηρίμ παρατηρήθηκε και πάλι μεταξύ των Φιλισταίων, Εδωμιτών και Μωαβιτών κίνηση εναντίον των Ασσυρίων, στην οποία μετείχε, παρά τις αντίθετες συστάσεις του προφήτη Ησαΐα, και ο βασιλιάς του Ιούδα Εζεκίας.

Αν εξαιρέσουμε τις περιστασιακές προσεγγίσεις Ισραηλιτών και Φιλι­σταίων, οι σχέσεις τους στο σύνολο τους ήταν εχθρικές. Αν οι διαθέσεις των Φιλισταίων προς τους Ιουδαίους δεν πραγματοποιούνταν πάντοτε, αυτό οφειλόταν στην εμφάνιση στην περιοχή τους πότε των Ασσυρίων και πότε των Αιγυπτίων που κάθε σύγκρουση μαζί τους ήταν καταστροφική γΓ αυτούς. Η βαβυλώνια αιχμαλωσία τους έδωσε την ευκαιρία να δείξουν το παλαιό μίσος τους κατά των Ιουδαίων με πράξεις βίας ('εζ. 25,15εξ.). Απόηχο της μεταξύ τους εχθρότητας βρίσκουμε στην προρρηση του Ιεζεκιήλ για την επερχόμενη τιμωρία των Φιλισταίων (25,16) και στο όραμα του Ζαχαρία για την καταστροφή των εχθρών που διαβιούν στη χώρα των Φιλισταίων (9,1-7). Κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο παρατηρείται κάτι το σκανδαλώδες για τις παραδοσιακά εχθρικές σχέσεις των δύο λαών Ιουδαίοι παντρεύονται Φιλισταίες (Β' Έσδρ. 23, 23, 24). Η τελευταία μνεία για τους Φιλισταίους υπάρχει στο Α' Μακκ. 5,68 όπου παρέχεται η πληροφορία ότι ο Ιούδας ο Μακκαβαίος «εξέκλινεν εις "Αζωτον γήν αλλοφύλων» (δηλαδή τη Φιλι-σταία), κατέστρεψε τα είδωλα της και λεηλάτησε τις πόλεις της.

Οι Φιλισταίοι ήταν οργανωμένοι γύρω από τις πέντε πόλεις Γάζα, Ασκάλων, Άζωτο, Εκρών και Γαθ κατά το πρότυπο των άλλων χαναανιτι-κών πόλεων. Κάθε πόλη είχε πολιτική και διοικητική ανεξαρτησία με επικεφαλής ηγεμόνα, που είχε δικαιοδοσία σε όση γη εκτεινόταν η εξουσία του. Σε θέματα όμως σοβαρά, όπως λ.χ. σε περίπτωση πολέμου, ενεργούσαν συλλογικά συνασπισμένες κατά του κοινού εχθρού.

Εθνικός θεός των Φιλισταίων ήταν ο Δαγών. Ήταν σύμβολο της ευφορίας και παριστανόταν με μορφή γοργόνας που είχε πρόσωπο και χέρια ανθρώπου (Α' Βασ. 5,4) αλλά ουρά ψαριού. Αν κρίνουμε από τοπωνύμια, που είχαν ως δεύτερο συνθετικό τους το όνομα του θεού Δαγών, όπως Μπεθ-Δαγών' κοντά στην Ιόππη και το όρος Κάρμηλος (!ησ. Ν. 15,41.19,27 ΜΤ), η λατρεία του θα πρέπει να ήταν αρκετά διαδεδομένη. Προς τιμή του οι Φιλισταίοι έκτισαν ονομαστούς ναούς στη Γάζα (Κρ. 16,21εξ.) και στην Άζωτο (Α' Βασ. 5,2. Α' Παρ. 10,10). Το δεύτερο αυτό ναό κατέστρεψε ο Ιωνάθαν κατά τη μακκαβαϊκή εξέγερση (Α' Μακκ. 10,83εξ. 11,4). Οι άλλοι θεοί που λάτρευαν ήταν η Αστάρτη (Α' Βασ. 7,4) και ο Βάαλ-Ζεβούβ (Δ' Βασ. 1,2-6 ΜΤ). Ιερείς και μάντεις έπαιζαν βασικό ρόλο στη λατρεία τους (Α' Βασ. 6,2), ενώ στις εκστρατείες έπαιρναν μαζί τα είδωλα τους (Β' Βασ. 5,21) και απέδιδαν τις νίκες στην παρουσία τους (Α' Βασ. 31,9).

 

 

Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΩΝ ΦΙΛΙΣΤΑΙΩΝ

 

Οι Φιλισταίοι ήταν ειδωλολατρικός λαός και λάτρευαν τους σημιτικούς θεούς, Δαγών (Κριτές 16,23. Α' Βασιλειών 5,1-7). Ασταρώθ (Α' Βασιλειών 31,10) και Βεέλ-ζεβούλ (Δ' Βασιλειών 1,2-6. 16). Ασκούσαν επίσης τη μαντεία (Α' Βασιλειών 6,2. Ησαΐας 2,6).