ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

 

ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ Α'

 

Ο ΡΑΖΩΝ

 

ΡΑΖΩΝ (ΡΕΖΩΝ, ΕΣΡΩΜ):  Ο Ραζών (Ρεζών, Εσρώμ) ήταν γιος του Ελιαδαέ και καταγόταν από τη Βαραμέθ (Γ' Βασιλέων 11,23). Ήταν δούλος του Αδρααζάρ και αποτέλεσε βασιλιάς της Συρίας (Γ' Βασιλέων 11,14. 11,23). Σε άλλο σημείο αναφέρεται ως Εσρώμ, γιος του Ελιαδαέ από τη Ραεμμάθ (Γ' Βασιλέων 11,14).

 

ΕΛΙΑΔΑΕ (ΕΛΙΑΔΑ): Ο Ελιαδαέ (Ελιαδά) ήταν ο πατέρας του Ραζών (Ρεζών, Εσρώμ) και καταγόταν από τη Βαραμέθ (Γ' Βασιλέων 11,14. 11,23).

 

 

Ο Ραζών (Εσρώμ) ο Βαραμεθίτης ήταν δούλος του Αδρααζάρ (Αδραζάρ, Αδαδεζέρ), βασιλιά του Σουβά. Μετά τη νίκη του Δαβίδ κατά του Αδρααζάρ, γύρω από τον Ραζών συγκεντρώθηκαν αρκετοί και αποτέλεσαν ληστρική συμμορία. Αργότερα ο Ραζών με τους άνδρες του κατέλαβαν τη Δαμασκό και ανακηρύχτηκε βασιλιάς. Με ορμητήριο τη Δαμασκό ο Ραζών κατέστη μάστιγα για τους Ισραηλίτες στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Σολομώντα (Γ' Βασιλέων 11,14. 11,23-25).

 

 

 

Ο ΓΙΟΣ ΑΔΕΡ (ΒΕΝ ΑΔΑΔ)

 

ΓΙΟΣ ΑΔΕΡ (ΒΕΝ-ΑΔΑΔ): Τ' όνομά του δεν αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Κι έτσι αποκαλείται γιος Άδερ (Βεν-Αδάδ) (Γ' Βασιλέων 15,18. 21,1-2. 21,5. 21,9-10. 21,16. 21,20. 21,22. 21,26. 21,30. 21,32-33. Δ' Βασιλειών 6,24. 8,7), βασιλιά της Συρίας, ο οποίος ήταν γιος του Ταβερεμμάν (Ταβριμμών) και εγγονός του Αζίν (Εζιών). Αυτός βασίλευσε στη Συρία την εποχή του βασιλιά Ασά του Ιούδα (Γ' Βασιλέων 15,18) και του Αχαάβ, βασιλιά του Ισραήλ (Γ' Βασιλέων 21,1-34).

 

ΑΔΕΡ (ΑΔΑΔ): Ο Άδερ (Αδάδ), ήταν γιος του Ταβερεμμάν (Ταβριμμών) και εγγονός του Αζίν (Εζιών). Ήταν ο πατέρας του βασιλιά που βασίλευσε στη Συρία την εποχή του βασιλιά Ασά του Ιούδα (Γ' Βασιλέων 15,18. 21,1-2. 20,5. 20,9).

 

ΤΑΒΕΡΕΜΜΑΝ (ΤΑΒΡΙΜΜΩΝ): Ο Ταβερεμμάν (Ταβριμμών) ήταν γιος του Αζίν (Εζιών), πατέρας του Άδερ (Αδάδ) και παππούς του γιου του Άδερ (Βεν-Αδάδ), ο οποίος ήταν βασιλιάς της Συρίας την εποχή του βασιλιά του Ιούδα Ασά (Γ' Βασιλέων 15,18).

 

ΑΖΙΝ (ΕΖΙΩΝ): Ο Αζίν (Εζιών) ήταν ο πατέρας του Ταβερεμμάν (Ταβριμμών) και παππούς του Άδερ (Αδάδ) (Γ' Βασιλέων 15,18).

 

 

Όταν βασίλευε ο Ασά στον Ιούδα, επειδή ο Βαασά, βασιλιάς του Ισραήλ, εκστράτευσε  εναντίον του βασιλείου του Ιούδα και οχύρωσε τη Ραμά, τότε ο Ασά πήρε όλο το ασήμι και το χρυσάφι που υπήρχε στα θησαυροφυλάκια του ναού του Κυρίου και του βασιλικού ανακτόρου και τα έστειλε με τους δούλους του στη Δαμασκό, στο βασιλιά της Συρίας γιο του Άδερ (Βεν-Αδάδ), που ήταν γιος του Ταβερεμμάν και εγγονός του Αζίν, με το μήνυμα να συνάψουν συμφωνία οι δυο τους, έτσι ώστε να διαλύσει τη συμμαχία του με το Βαασά, βασιλιά του Ισραήλ, για ν' αποσύρει το στρατό του από την περιοχή του Ιούδα.

Ο γιος Άδερ (Βεν-Αδάδ) δέχτηκε την πρόταση του βασιλιά Ασά κι έστειλε τους στρατηγούς του εναντίον των πόλεων του Ισραήλ. Αυτοί χτύπησαν την Αϊών (Αΐν), τη Δαν, την Αβελμαΐν (Αβελμαά), όλη την περιοχή της Γεννησαρέτ και όλη την περιοχή της φυλής Νεφθαλί.  Όταν το έμαθε ο Βαασά σταμάτησε να οχυρώνει τη Ραμά και επέστρεψε στην πόλη Θερσά. Τότε ο Ασά κάλεσε όλους τους κατοίκους του Ιούδα και πήραν από τη Ραμά όλες τις πέτρες και τα ξύλα που ο Βαασά είχε συγκεντρώσει για να οχυρώσει την πόλη (Γ' Βασιλέων 15,16-22. Β' Παραλειπομένων 16,1-6).

 

Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ), βασιλιάς των Συρίων, συγκέντρωσε όλο το στρατό του, που αποτελούνταν από συμμαχία 32 βασιλιάδων, με ιππικό και πολεμικά άρματα, και πολιόρκησε την πόλη της Σαμάρειας, με σκοπό να την κυριέψει. Ο Σύρος βασιλιάς έστειλε αγγελιοφόρους στον Αχαάβ, βασιλιά του Ισραήλ, και του είπαν ότι, όλη του η περιουσία, οι γυναίκες του και οι γιοι του ανήκουν σ' αυτόν. Ο Αχαάβ του αποκρίθηκε ότι όλα του τα υπάρχοντα ανήκουν σ' αυτόν.

Αλλά οι αγγελιοφόροι του Σύρου βασιλιά ξαναπήγαν πάλι στον Αχαάβ και του είπαν ότι, ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) ζήτησε να του παραδώσει όλο το ασήμι και το χρυσάφι, καθώς όλες τις γυναίκες του και τους γιους του. Την επόμενη μέρα θα πήγαιναν οι άνθρωποι του Σύρου βασιλιά να ψάξουν μέσα στο ανάκτορό του και να πάρουν ότι πολύτιμο είχε (Γ' Βασιλέων 21,1-6).

 

Τότε ο Αχαάβ κάλεσε όλους τους πρεσβυτέρους της χώρας και τους είπε για τις απαιτήσεις του Σύρου βασιλιά. Οι πρεσβύτεροι του είπαν να μην υποχωρήσει. Έτσι ο Αχαάβ απάντησε αρνητικά στους αγγελιοφόρους του Σύρου βασιλιά.

Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) ξανάστειλε τους αγγελιοφόρους του στον Αχαάβ και τον απείλησε ότι θα καταστρέψει όλη τη Σαμάρεια. Ο Αχαάβ του απάντησε με την εξής παροιμία: «Ας μην καυχάται ο καμπούρης όπως ο ορθός». Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) γλεντούσε με τους άλλους βασιλιάδες στις σκηνές, όταν άκουσε την απάντηση του Αχαάβ. Αμέσως τότε έδωσε διαταγή να κάνουν χαρακώματα γύρω από τη Σαμάρεια (Γ' Βασιλέων 21,7-12).

 

Τότε ένας προφήτης του Κυρίου πλησίασε τον Αχαάβ και του είπε, πως θα του παραδώσει όλο το στρατό των Συρίων για να μάθει ποιος είναι ο Κύριος, ο αληθινός Θεός. Έτσι ο Αχαάβ επιθεώρησε το στρατό του, που αποτελούνταν από 7.000 άντρες και τους νέους που είχαν στρατολογηθεί από τους άρχοντες των επαρχιών και ήταν 230 άντρες. Το μεσημέρι ο Αχαάβ ξεκίνησε για πόλεμο, την ώρα που ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) γλεντούσε στις σκηνές με τους άλλους βασιλιάδες. Τότε ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) έστειλε μια περίπολο, η οποία του ανέφερε ότι βγήκε στρατός από τη Σαμάρεια. Ο Σύρος βασιλιάς διέταξε το στρατό του να συλλαμβάνουν όσους βγαίνουν από την πόλη.

Οι Ισραηλίτες ανάγκασαν τους Σύρους να υποχωρήσουν και τους έτρεψαν σε φυγή. Έπειτα τους καταδίωξαν και ο Σύρος βασιλιάς σώθηκε ανεβαίνοντας πάνω στο άλογο κάποιου στρατιώτη. Ο στρατός του Αχαάβ επέφερε μεγάλη καταστροφή στους Σύρους και πήραν ως λάφυρα πολλά άλογα και άρματα (Γ' Βασιλέων 21,13-22).

 

Οι άνθρωποι του Σύρου βασιλιά του είπαν, πως ο Θεός των Ισραηλιτών είναι Θεός των βουνών, γι' αυτό και νίκησαν. Την επόμενη φορά να τους πολεμήσουν στην πεδιάδα και τότε θα είναι σίγουρη η νίκη τους. Ακόμη τον συμβούλεψαν να διώξει τους άλλους βασιλιάδες και να βάλει στη θέση τους σατράπες. Και μετά να ετοιμάσουν το στρατό και ν' αναπληρώσουν αυτούς που χάθηκαν, να φέρουν άλλους ιππείς και άμαξες στη θέση αυτών που χάθηκαν και μετά να πολεμήσουν τους Ισραηλίτες στην πεδιάδα και τότε σίγουρα θα τους νικήσουν.

Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) άκουσε τη συμβουλή τους και δέχτηκε να την ακολουθήσει. Έτσι μετά από ένα χρόνο συγκέντρωσε στρατό και εκστράτευσε εναντίον της Αφέκ (Αφεκά) για να πολεμήσει εκεί τους Ισραηλίτες.

Οι Ισραηλίτες είχαν προετοιμαστεί κι αυτοί και είχαν ανεφοδιαστεί. Έτσι στρατοπέδευσαν απέναντι από τους Σύριους. Αυτοί έμοιαζαν σαν δύο μικρά κοπάδια κατσικιών, ενώ οι Σύριοι είχαν πλημμυρίσει όλη την περιοχή.

Τότε ο προφήτης του Κυρίου πλησίασε τον Αχαάβ και του είπε πως, επειδή οι Σύριοι είπαν ότι ο Κύριος, ο Θεός των Ισραηλιτών, είναι Θεός των βουνών και όχι Θεός των πεδιάδων, θα τους παραδώσει στην εξουσία του κι έτσι θα μάθουν ότι ο Κύριος είναι ο αληθινός Θεός.

Οι δύο στρατοί έμειναν στρατοπεδευμένοι ο ένας απέναντι στον άλλον εφτά μέρες. Την έβδομη μέρα άρχισε η μάχη και οι Ισραηλίτες θανάτωσαν 100.000 πεζούς Σύριους. Όσοι επέζησαν κατέφυγαν στην Αφεκά, αλλά το τείχος της πόλης έπεσε πάνω τους και σκοτώθηκαν άλλοι 27.000 Σύριοι στρατιώτες (Γ' Βασιλέων 21,23-30).

 

Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) τράπηκε σε φυγή και κρύφτηκε φοβισμένος στον κοιτώνα του ανακτόρου του. Τότε ο Σύρος βασιλιάς είπε στους υπηρέτες του, ότι έχει ακούσει πως οι βασιλιάδες των Ισραηλιτών είναι άνθρωποι ευσπλαχνικοί. Να φορέσουν, λοιπόν, πένθιμα σάκκους αντί για ρούχα, να βάλουν σχοινιά στο κεφάλι τους και να πάνε στο βασιλιά του Ισραήλ, μήπως και τους χαρίσει τη ζωή.

Ντύθηκαν, λοιπόν, με πένθιμους σάκκους, έβαλαν σχοινιά στο κεφάλι τους και παρουσιάστηκαν στο βασιλιά του Ισραήλ και του είπαν, πως ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) σε παρακαλεί να τον αφήσεις να ζήσει. Το ίδιο σε παρακαλούμε κι εμείς. Ο Αχαάβ απάντησε εάν ζει ακόμα αδερφός του ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ). Οι άντρες του Σύρου βασιλιά το θεώρησαν σαν καλό σημάδι και είπαν πως ο αδερφός του ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ). Ο Αχαάβ τους είπε να πάνε και να τον φέρουν μπροστά του.

Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) πήγε στον Αχαάβ, βασιλιά του Ισραήλ, κι αυτός τον ανέβασε στην άμαξά του. Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) είπε στον Αχαάβ, ότι θα του επιστρέψει όλες τις πόλεις που είχε πάρει ο πατέρας του από τον πατέρα του και του έδινε το δικαίωμα να χτίσει για τον εαυτό του αγορές στη Δαμασκό, όπως είχε ο πατέρας μου στη Σαμάρεια. Με αυτή τη συμφωνία ο Αχαάβ συμφώνησε και τον άφησε ελεύθερο (Γ' Βασιλέων 21,30-34).

 

Η πόλη Ρεμμάθ (Ραμώθ) της Γαλαάδ την εποχή του βασιλιά Αχαάβ είχε καταλειφθεί από τους Σύριους. Ο Αχαάβ, ο βασιλιάς του Ισραήλ, συμφώνησε με τον Ιωσαφάτ, βασιλιά του Ιούδα, να πολεμήσουν μαζί στη Γαλαάδ για να πάρουν πίσω τη Ρεμμάθ (Ραμώθ) από τους Σύριους. Στην εκστρατεία του Αχαάβ συνέβαλαν και οι ψευδοπροφήτες του με τις ευνοϊκές τους προβλέψεις, παρά τις αντίθετες προβλέψεις του προφήτη Μιχαία (Γ' Βασιλέων 22,1-28. Β' Παραλειπομένων 18,2-27).

Έτσι ο Αχαάβ, βασιλιάς του Ισραήλ, και ο Ιωσαφάτ, βασιλιάς του Ιούδα, πήγαν στη Γαλαάδ για να πάρουν από τους Σύριους τη Ρεμμάθ (Ραμμώθ). Ο Αχαάβ είπε στον Ιωσαφάτ, ότι θα πάρει τη στολή ενός στρατιώτη και θα πάει να πολεμήσει ως ένας απλός στρατιώτης και πρότεινε στον Ιωσαφάτ να φορέσει τη δική του βασιλική στολή. Έτσι ο Αχαάβ μπήκε στη μάχη ντυμένος ως απλός στρατιώτης. Ο βασιλιάς των Συρίων είχε δώσει στους 32 αρχηγούς των πολεμικών αρμάτων του ρητή διαταγή να μη χτυπήσουν κανέναν, ούτε απλό στρατιώτη ούτε αξιωματικό, παρά μόνο το βασιλιά του Ισραήλ.

Οι αρχηγοί των πολεμικών αρμάτων, όταν είδαν τον Ιωσαφάτ θεώρησαν πως αυτός ήταν ο βασιλιάς του Ισραήλ κι έτρεξαν καταπάνω του να τον χτυπήσουν. Αλλά ο Ιωσαφάτ έβγαλε μια πολεμική κραυγή και οι αρχηγοί των πολεμικών αρμάτων, όταν είδαν ότι δεν ήταν αυτός ο βασιλιάς του Ισραήλ, σταμάτησαν να τον καταδιώκουν. Αλλά ένας από αυτούς τέντωσε το τόξο και το βέλος τυχαία χτύπησε τον Αχαάβ και τον σκότωσε. Έτσι με το θάνατο του Αχαάβ σταμάτησε ο πόλεμος εναντίον των Συρίων (Γ' Βασιλέων 22,29-37. Β' Παραλειπομένων 18,28-34).

 

 

Ο Ναιμάν (Νεεμάν), την εποχή του προφήτη Ελισαίου, ήταν αρχιστράτηγος του στρατού της Συρίας και ήταν μεγάλος και αξιοθαύμαστος ενώπιον του βασιλέως του, διότι ο Θεός μέσω αυτού έσωσε τη Συρία από τους εχθρούς της. Ήταν γενναίος άνθρωπος, αλλά έπασχε από λέπρα.

Ο Ναιμάν πήρε μαζί του πολλά δώρα και ξεκίνησε για τη Σαμάρεια. Παρουσιάστηκε στον βασιλιά του Ισραήλ και του έδωσε επιστολή του βασιλιά της Συρίας. Με την επιστολή αυτή ο βασιλιάς της Συρίας παρακαλούσε το βασιλιά του Ισραήλ να φροντίσει για τη θεραπεία του Ναιμάν. Όταν διάβασε την επιστολή ο βασιλιάς του Ισραήλ θύμωσε και άρχισε να συλλογίζεται πως ο βασιλιάς της Συρίας ζητάει κάποια πρόφαση για πόλεμο (Δ' Βασιλειών 5,1-8).

Στη συνέχεια ο Ναιμάν πήγε στο σπίτι του Ελισαίου έχοντας ως συνοδεία ιππικό και πολεμικά άρματα. Ο Ελισαίος του είπε να πλυθεί εφτά φορές στον Ιορδάνη και θα θεραπευτεί από τη λέπρα. Ο Ναιμάν οργίστηκε γιατί πίστευε πως ο Ελισαίος θα τον θεράπευε αμέσως. Αλλά έπειτα από τις συμβουλές των δούλων του υποχώρησε. Πήγε στον Ιορδάνη και πλύθηκε στα νερά του εφτά φορές, όπως του είπε ο Ελισαίος. Κι αμέσως τότε καθαρίστηκε από την αρρώστια του κι έγινε καλά. Αμέσως μετά πήγε στον Ελισαίο και του πρόσφερε αρκετά δώρα. Έπειτα όμως από την άρνηση του προφήτη να δεχτεί τα δώρα, ο Ναιμάν αναχώρησε για την πατρίδα του (Δ' Βασιλειών 5,9-19).

 

Την εποχή που ο βασιλιάς των Συρίας ήταν σε πόλεμο με τους Ισραηλίτες, συσκέφτηκε με τους αξιωματούχους του και αποφάσισε σε ποιο σημείο θα στρατοπεδεύσει. Στο μεταξύ, ο Ελισαίος φωτισμένος από το Θεό, έστειλε άνθρωπο στον βασιλιά των Ισραηλιτών και του έλεγε να μην περάσει από εκείνο, γιατί έχουν στρατοπεδεύσει οι Σύριοι κι έχουν στήσει ενέδρα. Ο βασιλιάς των Ισραηλιτών έστειλε στρατιώτες να επιτηρούν το σημείο εκείνο που του υπέδειξε ο προφήτης και κάθε φορά που οι Σύριοι έστηναν ενέδρα, ο Ελισαίος ειδοποιούσε το βασιλιά κι αυτός έπαιρνε τις προφυλάξεις του (Δ' Βασιλειών 6,8-10).

Ο βασιλιάς της Συρίας θύμωσε και κάλεσε τους αξιωματούχους του και τους ζήτησε να μάθουν, ποιος είναι αυτός που τον προδίδει στο βασιλιά των Ισραηλιτών. Ένας από τους αξιωματούχους του είπε, πως ο προφήτης Ελισαίος ήταν αυτός που φανερώνει τις θέσεις των Συρίων στους Ισραηλίτες, όπως κι αυτά που λέει στο παλάτι. Έτσι ο βασιλιάς των Συρίων διέταξε να μάθουν που μένει. Εκείνοι του είπαν στη Δωθαΐμ. Τότε έστειλε ισχυρό στρατό, ιππικό και πολεμικά άρματα για να τον συλλάβουν.

Ο στρατός των Συρίων έφτασε στη Δωθαΐμ το βράδυ και περικύκλωσε την πόλη. Οι Σύριοι επιτέθηκαν με σκοπό να συλλάβουν τον προφήτη. Τότε ο Ελισαίος προσευχήθηκε στον Κύριο, για να χτυπήσει το στρατό των Συρίων με τύφλωση. Πράγματι ο Κύριος τύφλωσε τους Σύριους και ο Ελισαίος είπε στους προελαύνοντες στρατιώτες να τον ακολουθήσουν, για να τους οδηγήσει στον άνθρωπο που ζητάνε. Ο Ελισαίος τους οδήγησε στη Σαμάρεια. Όταν ο στρατός των Συρίων μπήκε μέσα στη Σαμάρεια, ο Ελισαίος προσευχήθηκε στον Κύριο για να τους ανοίξει τα μάτια. Τότε είδαν ότι βρισκόντουσαν μέσα στην πόλη.

Ο βασιλιάς των Ισραηλιτών όταν είδε τους Σύριους εγκλωβισμένους μέσα στην πόλη, ζήτησε την άδεια του προφήτη για να τους χτυπήσει. Ο Ελισαίος του είπε πως δεν έχει το δικαίωμα να τους χτυπήσει, γιατί δεν ήταν δικοί του αιχμάλωτοι. Παρά μόνο να τους δώσει φαγητό και νερό και μετά να τους αφήσει ελεύθερους να φύγουν. Ο βασιλιάς των Ισραηλιτών έπραξε όπως του είπε ο Ελισαίος. Τους έδωσε φαγητό και νερό και τους άφησε ελεύθερους να φύγουν. Από τότε σταμάτησαν οι Σύριοι τις ληστρικές επιδρομές στο βασίλειο του Ισραήλ. Μετά από τα γεγονότα αυτά ο γιος Άδερ, βασιλιάς της Συρίας, συγκέντρωσε το στρατό του και επιτέθηκε εναντίον της Σαμάρειας, την οποία και πολιόρκησε. Έτσι έπεσε μεγάλη πείνα μέσα στην πόλη (Δ' Βασιλειών 6,11-31).

Μετά από μερικές μέρες τέσσερις λεπροί άνδρες βρίσκονταν έξω από την πύλη της Σαμάρειας. Αυτοί λοιπόν αποφάσισαν να πάνε στο στρατόπεδο των Σύρων, μήπως τους λυπηθούν και τους δώσουν λίγα τρόφιμα. Κι έτσι σηκώθηκαν και καθώς είχε πέσει το σκοτάδι, μπήκαν στο στρατόπεδο των Σύρων. Και στο στρατόπεδο δεν βρισκόταν κανένας στρατιώτης. Ο Κύριος έκαμε, ώστε οι Σύριοι ν' ακούσουν κάποιο μεγάλο θόρυβο, σαν να προέρχονταν από μεγάλο στρατό και πολεμικά άρματα. Τότε νόμισαν πως ο βασιλιάς των Ισραηλιτών πήρε μισθοφορικό στρατό από τους Χετταίους και τους Αιγύπτιους και επιτέθηκε εναντίον τους. Έτσι τράπηκαν πανικόβλητοι σε φυγή μέσα στη νύχτα, αφήνοντας πίσω στο στρατόπεδο τις σκηνές και τ' άλογά τους.

Οι λεπροί μπήκαν στο στρατόπεδο και πήραν ότι μπορούσαν. Έπειτα ανήγγειλαν στην Σαμάρεια το χαρμόσυνο γεγονός. Τότε όλος ο λαός της Σαμάρειας, αφού βεβαιώθηκαν ότι οι Σύριοι έφυγαν, πήγαν στο στρατόπεδο των Σύρων και επιδόθηκαν σε λεηλασίες (Δ' Βασιλειών 7,3-20).

 

 

Έπειτα ο Ελισαίος πήγε στη Δαμασκό. Ο γιος Άδερ, ο βασιλιάς της Συρίας, ήταν άρρωστος. Ο βασιλιάς είπε στον Αζαήλ, να πάρει δώρα και να πάει να συναντήσει τον προφήτη και να τον ρωτήσει εάν θα θεραπευτεί από την ασθένεια. Ο Αζαήλ πήρε πολλά δώρα, 40 φορτώματα καμηλών, και πήγε να συναντήσει τον Ελισαίο. Όταν ο Αζαήλ συνάντησε τον Ελισαίο τον ρώτησε για την ασθένεια του βασιλιά της Συρίας.

Ο Ελισαίος του είπε πως ο βασιλιάς της Συρίας θα θεραπευτεί, αλλά ο Κύριος του υπέδειξε πως θα πεθάνει με άλλο τρόπο. Τότε ο Ελισαίος στάθηκε μπροστά στον Αζαήλ και τον παρατηρούσε, τόσο εκτενώς, ώστε εκείνος ντράπηκε. Ο Ελισαίος άρχισε να κλαίει. Ο Αζαήλ τον ρώτησε γιατί έκλαιγε; Ο προφήτης του είπε «Κλαίω, γιατί γνωρίζω πόσα κακά θα κάνεις εσύ στους Ισραηλίτες και θα παραδώσεις τις οχυρωμένες πόλεις στη φωτιά, θα σκοτώσεις τους άνδρες και τα παιδιά τους και θα ξεκοιλιάσεις τις έγκυες γυναίκες τους».

Ο Αζαήλ του είπε μετά «Και ποιος είμαι εγώ για να τα κάνω όλα αυτά;». Ο Ελισαίος του είπε «Ο Κύριος μου αποκάλυψε πως θα γίνεις βασιλιάς της Συρίας». Ο Αζαήλ έφυγε από τον Ελισαίο και ξαναγύρισε στο παλάτι, όπου είπε στο βασιλιά της Συρίας πως θα θεραπευτεί από την αρρώστια και θα ζήσει. Την επόμενη όμως μέρα πήρε ένα σκέπασμα, το βούτηξε μέσα στο νερό και μ' αυτό τύλιξε ασφυκτικά το πρόσωπο του βασιλιά και τον έπνιξε. Κι έτσι ο Αζαήλ έγινε βασιλιάς στη Συρία (Δ' Βασιλειών 8,7-15).

 

 

 

Ο ΑΖΑΗΛ

 

ΑΖΑΗΛ: Ο Αζαήλ ήταν βασιλιάς της Συρίας (Δ' Βασιλέων 8,15) και καταγόταν από ταπεινή οικογένεια, όπως πληροφορούν οι σφηνοειδείς επιγραφές. Ο Αζαήλ αρχικά ήταν στρατηγός της Συρίας, τον 9ο αιώνα π.Χ., στην αυλή του βασιλέως γιου Άδερ, που αναφέρεται αρκετές φορές στη Π.Δ. και ειδικότερα στις πολεμικές αναμετρήσεις των Σύρων με το Βασίλειο του Ιούδα και το Βασίλειο του Ισραήλ. Χαρακτηριστικό όμως είναι το αναφερόμενο επεισόδιο όπου κατέστει σφετεριστής του ηγεμονικού θρόνου της Συρίας, αφού προηγουμένως πληροφορήθηκε από τον Προφήτη Ελισαίο ότι αυτός θα είναι ο επόμενος βασιλιάς στη Συρία. Έτσι ο Αζαήλ έπνιξε τον βασιλιά και ανήλθε αυτός στο θρόνο τον οποίο και διατήρησε επί 40 περίπου χρόνια (886-840 π.Χ.) (Δ' Βασιλέων 8,15). Ασσυριακές επιγραφές που βρέθηκαν αναφέρουν πως ο Αζαήλ κατατροπώθηκε από το βασιλιά της Ασσυρίας Σαλμανάσαρ Β' το 842 π.Χ..

Ο Αζαήλ χρησιμοποιήθηκε από το Θεό για να τιμωρήσει σκληρά το λαό του Ισραήλ κατά την περίοδο της βασιλείας των Ιωράμ, Ιηού και Ιωάχαζ. Επί των ημερών του εκπληρώθηκαν όλες οι προφητείες του Ελισαίου κατά των Ισραηλιτών (Δ' Βασιλέων 8,15-28. 10,32. 12,17. 13,3-7, Β' Παραλειπομένων 22,5).

 

 

Όταν ο προφήτης Ηλίας κατέφυγε στο όρος Χωρήβ για να γλιτώσει από την οργή της βασίλισσας Ιεζάβελ, ο Κύριος τον έστειλε να πάει στη Δαμασκό κι όταν φτάσει εκεί, να χρίσει ως βασιλιά της Συρίας, τον Αζαήλ. Μετά να χρίσει τον Ιού, γιο του Ναμεσσί, ως βασιλιά στον Ισραήλ και τον Ελισαίο, γιο του Σαφάτ, να τον χρίσει προφήτη για να τον διαδεχτεί. Του είπε ακόμη πως όποιος σωθεί από το ξίφος του Αζαήλ, θα τον σκοτώσει ο Ιού κι όποιος γλιτώσει από τον Ιού θα τον σκοτώσει ο Ελισαίος. Αλλά θ' αφήσει ζωντανούς 7000 Ισραηλίτες, όλους εκείνους που δε γονάτισαν να προσκυνήσουν, ούτε ασπάστηκαν με το στόμα τους το άγαλμα του Βάαλ (Γ' Βασιλέων 19,8-18).

 

 

Έπειτα ο Ελισαίος πήγε στη Δαμασκό. Ο γιος Άδερ, ο βασιλιάς της Συρίας, ήταν άρρωστος. Ο βασιλιάς είπε στον Αζαήλ, να πάρει δώρα και να πάει να συναντήσει τον προφήτη και να τον ρωτήσει εάν θα θεραπευτεί από την ασθένεια. Ο Αζαήλ πήρε πολλά δώρα, 40 φορτώματα καμηλών, και πήγε να συναντήσει τον Ελισαίο. Όταν ο Αζαήλ συνάντησε τον Ελισαίο τον ρώτησε για την ασθένεια του βασιλιά της Συρίας.

Ο Ελισαίος του είπε πως ο βασιλιάς της Συρίας θα θεραπευτεί, αλλά ο Κύριος του υπέδειξε πως θα πεθάνει με άλλο τρόπο. Τότε ο Ελισαίος στάθηκε μπροστά στον Αζαήλ και τον παρατηρούσε, τόσο εκτενώς, ώστε εκείνος ντράπηκε. Ο Ελισαίος άρχισε να κλαίει. Ο Αζαήλ τον ρώτησε γιατί έκλαιγε; Ο προφήτης του είπε «Κλαίω, γιατί γνωρίζω πόσα κακά θα κάνεις εσύ στους Ισραηλίτες και θα παραδώσεις τις οχυρωμένες πόλεις στη φωτιά, θα σκοτώσεις τους άνδρες και τα παιδιά τους και θα ξεκοιλιάσεις τις έγκυες γυναίκες τους».

Ο Αζαήλ του είπε μετά «Και ποιος είμαι εγώ για να τα κάνω όλα αυτά;». Ο Ελισαίος του είπε «Ο Κύριος μου αποκάλυψε πως θα γίνεις βασιλιάς της Συρίας». Ο Αζαήλ έφυγε από τον Ελισαίο και ξαναγύρισε στο παλάτι, όπου είπε στο βασιλιά της Συρίας πως θα θεραπευτεί από την αρρώστια και θα ζήσει. Την επόμενη όμως μέρα πήρε ένα σκέπασμα, το βούτηξε μέσα στο νερό και μ' αυτό τύλιξε ασφυκτικά το πρόσωπο του βασιλιά και τον έπνιξε. Κι έτσι ο Αζαήλ έγινε βασιλιάς στη Συρία (Δ' Βασιλειών 8,7-15).