ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

 

ΣΕΜΕΪ

 

Ο ΣΕΜΕΪ (ΣΙΜΕΪ)

 

O Σεμεΐ (Σιμεΐ) ήταν γιος του Γηρά και ήταν συγγενής του Σαούλ από τη φυλή Βενιαμίν (Β' Βασιλειών 16,5. 19,16. 19,18. Γ' Βασιλειών 2,8. 2,35λ). Ο Σεμεΐ καταγόταν από τη Βαουρίμ (Βαχουρίμ), η οποία βρισκόταν κοντά στην Ιερουσαλήμ (Β' Βασιλειών 19,16. Γ' Βασιλειών 2,8).

 

 

ΔΑΒΙΔ ΚΑΙ ΣΕΜΕΪ

 

Δαβίδ και Σεμεΐ

Όταν ο Δαβίδ μετά την εξέγερση του Αβεσσαλώμ έφευγε από την Ιερουσαλήμ, καθώς πλησίαζε στη Βαχουρίμ, στην τοποθεσία Παρεμβολές, τον πλησίασε κάποιος που ονομαζόταν Σεμεΐ, γιος του Γηρά, και ήταν συγγενής του Σαούλ. Αυτός άρχισε να καταριέται το Δαβίδ για το χαμό των απογόνων του Σαούλ και να του ρίχνει πέτρες, καθώς και σ' όλους τους αξιωματούχους του, μολονότι ο βασιλιάς περιστοιχιζόταν από το στρατό και τους σωματοφύλακές του. Τότε ο Αβεσσά, ο γιος της Σαρουΐας, ζήτησε από το Δαβίδ την άδεια, να πάρει το κεφάλι αυτού του ανθρώπου, επειδή έβρισε το βασιλιά. Τότε ο Δαβίδ επιτίμισε τον Αβεσσά και τον Ιωάβ  και τους είπε, ότι αν ο γιος του, ο Αβεσσαλώμ, ζητάει το θάνατο του πατέρα του, γιατί όχι κι αυτός ο άνθρωπος; Έτσι τον άφησαν να βρίζει και ο Δαβίδ και οι άντρες του συνέχισαν το δρόμο τους, ενώ ο Σεμεΐ βάδιζε στην πλαγιά του βουνού δίπλα τους, ξεστομίζοντας κατάρες και πετώντας πέτρες και χώμα (Β' Βασιλειών 16,5-13. Γ' Βασιλειών 2,8. 2,35λ-μ).

 

Όταν ο Δαβίδ, μετά την ήττα του Αβεσσαλώμ, πήρε το δρόμο της επιστροφής προς την Ιερουσαλήμ, ο Σεμεΐ, που καταγόταν από τη Βαουρίμ, πήγε κι αυτός, μαζί μ' έναν άνδρα από τη φυλή Ιούδα, για να προϋπαντήσει το βασιλιά Δαβίδ. Μαζί του ήταν και 1.000 άνδρες από τη φυλή Βενιαμίν. Πήγαν, λοιπόν, στον Ιορδάνη για να προϋπαντήσουν το βασιλιά και να τον βοηθήσουν να περάσει το ποτάμι.

Όταν ο Δαβίδ πέρασε τον Ιορδάνη, ο Σεμεΐ προσκύνησε το βασιλιά και ζήτησε συγχώρεση για τη συμπεριφορά που έδειξε, όταν ο Δαβίδ εγκατέλειπε την Ιερουσαλήμ. Τότε ο Αβεσσά, αδερφός του Ιωάβ, πήρε το λόγο και ζήτησε να θανατωθεί ο Σεμεΐ, επειδή καταράστηκε τον εκλεκτό του Κυρίου. Αλλά ο Δαβίδ επιτίμησε τον Αβεσσά και τον Ιωάβ, και τους είπε, ότι κατά την ημέρα αυτή που ξαναγίνεται βασιλιάς στον Ισραήλ, κανείς δεν πρέπει να θανατωθεί. Μετά γύρισε και υποσχέθηκε στο Σεμεΐ, ότι δεν πρόκειται να θανατωθεί (Β' Βασιλειών 19,16-23. Γ' Βασιλειών 2,8. 2,35ν).

 

 

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΣΕΜΕΪ

 

Ο Αδωνίας, γιος του Δαβίδ από την Αγγίθ, αγνόησε την επιλογή του πατέρα του στο πρόσωπο του Σολομώντα, ως διάδοχου του θρόνου, και σφετερίστηκε το θρόνο από τον αδερφό του. Έτσι ο Αδωνίας ήρθε σε συνεννόηση με τον Ιωάβ, τον αρχιστράτηγο του Δαβίδ, και με τον ιερέα Αβιάθαρ, οι οποίοι και τον ακολούθησαν. Ο αρχιερέας Σαδώκ, ο Βαναίας, αξιωματικός του Δαβίδ, ο προφήτης Νάθαν, ο Σεμεΐ, ο Ρησί και άλλοι ισχυροί άνδρες πήραν το μέρος του Σολομώντα και δεν ακολούθησαν τον Αδωνία (Γ' Βασιλειών 1,7-8).

 

Ο Σολομώντας, έπειτα από την εκδίωξη του Αβιάθαρ και τη δολοφονία του Ιωάβ, κάλεσε τον Σεμεΐ και του είπε, να χτίσει ένα σπίτι στην Ιερουσαλήμ, να μείνει εκεί και για κανένα λόγο να μη βγει από την Ιερουσαλήμ και περάσει τον χείμαρρο των Κέδρων, διότι η ευθύνη θα είναι δική του και θα θανατωθεί. Τον όρκισε μάλιστα να σεβαστεί την εντολή του.

Ο Σεμεΐ απάντησε στο βασιλιά, ότι θα σεβαστεί την εντολή του και έμεινε πράγματι στην Ιερουσαλήμ για τρία χρόνια, χωρίς να βγει απ' αυτή. Όταν πέρασαν τα τρία χρόνια, δύο δούλοι του Σεμεΐ δραπέτευσαν προς τον Αγχούς, γιο του Μααχά και βασιλιά της Γεθ. Ο Σεμεΐ σηκώθηκε, λοιπόν, σαμάρωσε το γαϊδούρι του και πήγε στη Γεθ, στον βασιλιά Αγχούς, για να πάρει πίσω τους δούλους του. Έπειτα γύρισε μαζί τους στην Ιερουσαλήμ.

Όταν αναγγέλθηκε στο Σολομώντα, ότι ο Σεμεΐ πήγε από την Ιερουσαλήμ στη Γεθ και ξαναγύρισε, έστειλε και κάλεσε τον Σεμεΐ στο παλάτι. Όταν ο Σεμεΐ παρουσιάστηκε μπροστά του του είπε, ότι τον είχε προειδοποιήσει να μη φύγει από την Ιερουσαλήμ, γιατί θα τιμωρούνταν με θάνατο. Αμέσως μετά ο Σολομώντας έδωσε διαταγή στο Βαναία, να θανατώσει το Σεμεΐ (Γ' Βασιλειών 2,35λ-46).