ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

 

ΜΕΜΦΙΒΟΣΘΕ (ΜΕΡΙΒΑΑΛ)

 

Ο ΜΕΜΦΙΒΟΣΘΕ (ΜΕΡΙΒΑΑΛ)

 

Ο Μεμφιβοσθέ ήταν γιος του Ιωνάθαν και εγγονός του Σαούλ (Β' Βασιλειών 4,4. 9,3. 9,6-7. 19,24. 21,7. Α' Παραλειπομένων 8,34. 9,40). Αναφέρεται και ως Μερί-βαάλ (Α' Παραλειπομένων 8,34. 9,40). Το όνομά του σημαίνει "εξολοθρευτής ειδώλων". Ο Μεμφιβοσθέ ήταν ανάπηρος στα πόδια (Β' Βασιλειών 4,4. 9,3. 9,13. 19,26) και είχε ένα γιο τον Μιχά (Β' Βασιλειών 9,12. Α' Παραλειπομένων 8,34. 9,40).

Από τη στάση του Μεμφιβοσθέ και τα λόγια του "ο βασιλιάς επέστρεψε στον οίκο του εν ειρήνη" (Β' Βασιλειών 19,30), δείχνει πως ήταν άνθρωπος ειρήνης και πράος. Ήταν επίσης ταπεινός λέγοντας στο Δαβίδ "τις είναι ο δούλος σου, ώστε να επιβλέπεις εις τούτον, κύνα τεθνηκότα οποίος εγώ;" (Β' Βασιλειών 9,8).

 

 

Όταν ο πατέρας του και ο παππούς του σκοτώθηκαν από τους Φιλισταίους στο όρος Γελβουέ (Β' Βασιλειών 1,4. Α' Παραλειπομένων 10,1-8), ο Μεμφιβοσθέ ήταν μόλις πέντε ετών. Όταν είχε φτάσει η είδηση για το θάνατο του Σαούλ και του Ιωνάθαν, η παραμάνα του τον άρπαξε βιαστικά κι έφυγε. Μα ενώ έφευγε αυτός έπεσε κι έμεινε ανάπηρος και στα δυο του πόδια για όλη του τη ζωή (Β' Βασιλειών 4,4). Μετά η παραμάνα πήρε το παιδί και έφυγε για τη Λαδάβαρ, πόλη ανατολικά του Ιορδάνη. Εκεί βρήκαν καταφύγιο στο σπίτι του Μαχίρ, γιου του Αμιήλ (Β' Βασιλειών 9,4-5).

 

Ο Δαβίδ όταν έγινε βασιλιάς, λόγω της φιλίας που είχε με τον Ιωνάθαν, θέλησε να δείξει την εύνοιά του σε κάποιον που είχε απομείνει από την οικογένεια του Σαούλ. Έτσι ο Δαβίδ ρώτησε τον Σιβά, που ήταν υπηρέτης του Σαούλ, κι αυτός του υπέδειξε το Μεμφιβοσθέ, που ήταν γιος του Ιωνάθαν και που ήταν ανάπηρος στα πόδια. Ο Δαβίδ έστειλε ανθρώπους στο σπίτι του Μαχίρ, όπου βρισκόταν ο Μεμφιβοσθέ και τον έφεραν στο παλάτι (Β' Βασιλειών 9,1-5).

Όταν ο Μεμφιβοσθέ, ήρθε στο Δαβίδ, έσκυψε το κεφάλι του και προσκύνησε. Ο Δαβίδ τον καθησύχασε και του είπε, ότι για χάρη του Ιωνάθαν, του πατέρα του, θα του επιστρέψει όλα τα χωράφια που είχε ο Σαούλ, και του έδωσε το προνόμιο, στο εξής θα τρώει πάντα στο βασιλικό τραπέζι.

Κατόπιν ο Δαβίδ έδωσε διαταγές να επιστραφεί στον Μεμφιβοσθέ η περιουσία του Σαούλ και τοποθέτησε τον Σιβά διαχειριστή της περιουσίας του Μεμφιβοσθέ, έτσι ώστε με τους γιους του και με τους δούλους του, να καλλιεργούν τα κτήματα του και να δίνουν τα εισοδήματα στο γιο του Ιωνάθαν. Έτσι ο Μεμφιβοσθέ εγκαταστάθηκε στην Ιερουσαλήμ και έτρωγε στο τραπέζι του Δαβίδ σαν ένας από τους γιους του (Β' Βασιλειών 9,6-13).

Ο Μεμφιβοσθέ είχε ένα γιο τον Μιχά (Β' Βασιλειών 9,12) και όλοι όσοι κατοικούσαν στο σπίτι του Σιβά έγιναν δούλοι του Μεμφιβοσθέ. Ο Σιβά είχε 15 γιους και 20 δούλους (Β' Βασιλειών 9,10. 9,12).

 

Κατά την εξέγερση του Αβεσσαλώμ εναντίον του πατέρα του Δαβίδ, ο Σιβά τον συκοφάντησε λέγοντας ότι δήθεν ήταν εναντίον του Δαβίδ, κατορθώνοντας να τον εξαπατήσει, και να πάρει τα υπάρχοντα του Μεμφιβοσθέ. Έτσι όταν ο Δαβίδ ρώτησε τον Σιβά που είναι ο κύριός του, εκείνος του είπε, ότι έμεινε στην Ιερουσαλήμ, γιατί πιστεύει ότι μετά την εξέγερση του Αβεσσαλώμ, οι Ισραηλίτες θα του αποδώσουν τη βασιλεία του παππού του, του Σαούλ. Τότε ο Δαβίδ απέδωσε στο Σιβά, όλα τα υπάρχοντα του Μεμφιβοσθέ (Β' Βασιλειών 16,1-4).

Μετά την επιστροφή του Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ ο Μεμφιβοσθέ κατόρθωσε να αποδείξει την αθωότητά του. Έτσι όταν ο Δαβίδ έμπαινε στην Ιερουσαλήμ, ο Μεμφιβοσθέ πήγε κι αυτός για να προϋπαντήσει το βασιλιά. Αυτός για να δείξει το πένθος του, από την ημέρα που ο Δαβίδ είχε φύγει από την Ιερουσαλήμ, δεν έπλυνε τα πόδια του, ούτε έκοψε τα νύχια του, ούτε περιποιήθηκε το μουστάκι του, ούτε έπλυνε τα ρούχα του. Όταν τον είδε ο Δαβίδ, τον ρώτησε γιατί δεν τον ακολούθησε, όταν εγκατέλειψε την Ιερουσαλήμ.

Εκείνος απάντησε, ότι εξαπατήθηκε από τον υπηρέτη του και ότι του είχε ζητήσει να του σαμαρώσει το γαϊδούρι του για να τον ακολουθήσει, επειδή είναι ανάπηρος στα πόδια, αλλά εκείνος αντί γι' αυτό τον συκοφάντησε στον βασιλιά. Στη συνέχεια ο Μεμφιβοσθέ ευχαρίστησε το βασιλιά, που αντί να τον θανατώσει τον έβαλε να καθίσει στο βασιλικό τραπέζι.

Ο Δαβίδ του απάντησε, να μην αναλίσκεται σε πολλά λόγια, αλλά εκείνος και ο Σιβά θα μοιραστούν τα κτήματα και την περιουσία του Σαούλ. Τότε ο Μεμφιβοσθέ αποκρίθηκε στο βασιλιά, ότι τα κτήματα ας τα πάρει όλα ο Σιβά, αρκεί που ο βασιλιάς επέστρεψε σώος και νικητής στην Ιερουσαλήμ (Β' Βασιλειών 19,24-30).

 

Αργότερα, όταν έπεσε λιμός στη χώρα για τρία χρόνια, και ο Δαβίδ παρέδωσε εφτά απογόνους του Σαούλ στους κατοίκους της Γαβαών, για να τους κρεμάσουν ως εξιλέωση, επειδή ο Σαούλ είχε επιδιώξει κάποτε να εξοντώσει τους κατοίκους της Γαβαών, ο Δαβίδ εξαίρεσε το Μεμφιβοσθέ, γιο του Ιωνάθαν και εγγονό του Σαούλ, επειδή μαζί με τον Ιωνάθαν είχαν δώσει όρκο, στο όνομα του Κυρίου (Β' Βασιλειών 21,6-7).