ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ |
|
ΔΑΜΑΣΚΟΣ |
Η ΔΑΜΑΣΚΟΣ
Η Δαμασκός είναι η πρωτεύουσα της Συρίας. Έχει πληθυσμό περίπου 4.500.000 κατοίκους. Είναι χτισμένη στον ποταμό Μπαράντα, του Χρυσορρόα όπως τον ονόμαζαν οι αρχαίοι Έλληνες, στους πρόποδες του βουνού Αντιλίβανος.
Η πόλη, παρόλο ότι είναι από τις πιο παλιές, ελάχιστα έχει χάσει από το παλιό της χρώμα και ελάχιστα έχει αλλοιωθεί η πολεοδομία και η αρχιτεκτονική της. Έχει πολλά αξιόλογα κτήρια, μεταξύ των οποίων και το περίφημο τέμενος των Ομεϋαδών, που χτίστηκε στις αρχές του 8ου μ.Χ. αιώνα. Η δυτική πλευρά της πόλης είναι χτισμένη σύμφωνα με τη μοντέρνα πολεοδομία.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΑΜΑΣΚΟΥ
Η ίδρυση της Δαμασκού ανάγεται στα προϊστορικά χρόνια. Οι πρώτες πληροφορίες για την ύπαρξη της Δαμασκού αναφέρονται στο 16ο αιώνα π.Χ., όταν ακόμη βρισκόταν κάτω από την κυριαρχία των Φαραώ της Αιγύπτου. Αργότερα, το 10ο αιώνα περίπου π.Χ. έγινε το κέντρο του βασιλείου της Δαμασκού. Η πόλη εξαιτίας του πλούτου της και της γεωγραφικής της θέσης, καταλήφτηκε διαδοχικά από το βασιλιά Δαβίδ, τους Ασσύριους, τους Αιγύπτιους, τους Έλληνες και τους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κατά την εποχή των Σελευκιδών, η πόλη μετονομάστηκε σε Δημητριάδα. Αργότερα στα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια πέρασε στην κυριαρχία των Ρωμαίων. Το 635 μ.Χ. την κατέλαβαν οι Άραβες και έτσι η Δαμασκός έγινε πρωτεύουσα του Χαλιφάτου των Ομμεϋαδών, οι οποίοι την ανέδειξαν σε μεγάλο θρησκευτικό και πολιτιστικό κέντρο. Στην εποχή του χαλιφάτου των Αββασιδών η Δαμασκός παρέμεινε εμπορικό κέντρο. Από τον 9ο αιώνα η πόλη έπεσε σε παρακμή και αργότερα δέχτηκε τις επιθέσεις των Μογγόλων και των Μαμελούκων Αιγύπτιων. Τη μεγαλύτερη περίοδο παρακμής γνώρισε η Δαμασκός στη διάρκεια της τουρκικής κυριαρχίας από το 1516 ως τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1916 ανέλαβαν την προστασία της οι Άγγλοι και το 1920, μετά από μυστική αγγλογαλλική συμφωνία, οι Γάλλοι. Η πόλη απόχτησε την ανεξαρτησία της το 1940, με την αναγνώριση του κράτους της Συρίας, του οποίου έγινε πρωτεύουσα.
|
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ΔΑΜΑΣΚΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
Αρχαία πόλη και πρωτεύουσα του βασιλείου της Συρίας (Β' Βασιλειών 8,5. (Γ' Βασιλέων 11,14. 11,24). Α' Παραλειπομένων 18,5). Στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται και ως Δαμασέκ (Γ' Βασιλέων 11,14).
Όταν ο Αβραάμ έμαθε ότι ο ανιψιός του ο Λωτ αιχμαλωτίστηκε, από τον Χοδολλογομόρ, βασιλιά του Ελάμ, εξόπλισε τους υπηρέτες του και μαζί με τον Μαμβρή και τους αδερφούς του, καταδίωξε τον Χοδολλογομόρ. Ο Αβραάμ επιτέθηκε στο στρατό του Χοδολλογομόρ τη νύχτα. Τους κατατρόπωσε και τους καταδίωξε ως την πόλη Χοβά, αριστερά της Δαμασκού. Ελευθέρωσε το Λώτ μαζί με την οικογένειά του και πήρε πίσω όλα τους τα λάφυρα (Γένεση 14,13-16).
Την εποχή του Δαβίδ οι Σύροι ήρθαν σε σύγκρουση μαζί του. Όταν ο Δαβίδ νίκησε στην Ημάθ τον Αδρααζάρ, το βασιλιά της Σουβά (Σωβά), όταν αυτός πήγαινε για να θέσει υπό την κυριαρχία του τους λαούς που ζούσαν κοντά στον Ευφράτη, οι Σύροι από τη Δαμασκό πήγαν για να βοηθήσουν τον Αδρααζάρ. Ο Δαβίδ νίκησε τους Σύρους, οι οποίοι ανέρχονταν σε 22.000 άντρες. Μετά ο Δαβίδ εγκατέστησε στρατιωτική φρουρά στη Δαμασκό και οι Σύροι έγιναν φόρου υποτελείς στον Δαβίδ (Β' Βασιλειών 8,3-6. Α' Παραλειπομένων 18,3-6). Ο Ραζών (Εσρώμ) ο Βαραμεθίτης ήταν δούλος του Αδρααζάρ (Αδαδεζέρ), βασιλιά του Σουβά. Μετά τη νίκη του Δαβίδ κατά του Αδρααζάρ, γύρω από τον Ραζών συγκεντρώθηκαν αρκετοί και αποτέλεσαν ληστρική συμμορία. Αργότερα ο Ραζών με τους άνδρες του κατέλαβαν τη Δαμασκό και ανακηρύχτηκε βασιλιάς. Με ορμητήριο τη Δαμασκό ο Ραζών κατέστη μάστιγα για τους Ισραηλίτες στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Σολομώντα (Γ' Βασιλέων 11,14. 11,23-25).
Στο βιβλίο του Σολομώντα Άσμα Ασμάτων, ο νυμφίος εξυμνεί την ομορφιά της νύμφης και παρομοιάζει τη μύτη της σαν πύργο του Λιβάνου που είναι στραμμένος προς τη Δαμασκό (Άσμα Ασμάτων 7,5).
Όταν βασίλευε ο Ασά στον Ιούδα, επειδή ο Βαασά, βασιλιάς του Ισραήλ, εκστράτευσε εναντίον του βασιλείου του Ιούδα και οχύρωσε τη Ραμά, έτσι ώστε κανένας από τους κατοίκους του Ιούδα να μη μπορεί να κυκλοφορήσει ελεύθερα από την πλευρά αυτή. Τότε ο Ασά πήρε όλο το ασήμι και το χρυσάφι που υπήρχε στα θησαυροφυλάκια του ναού του Κυρίου και του βασιλικού ανακτόρου και τα έστειλε με τους δούλους του στη Δαμασκό, στο βασιλιά της Συρίας γιο του Άδερ (Βεν Αδάδ), που ήταν γιος του Ταβερεμμάν και εγγονός του Αζίν, με το μήνυμα να συνάψουν συμφωνία οι δυο τους, έτσι ώστε να διαλύσει τη συμμαχία του με το Βαασά, βασιλιά του Ισραήλ, για ν' αποσύρει το στρατό του από την περιοχή του Ιούδα. Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) δέχτηκε την πρόταση του βασιλιά Ασά κι έστειλε τους στρατηγούς του εναντίον των πόλεων του Ισραήλ. Όταν το έμαθε ο Βαασά σταμάτησε να οχυρώνει τη Ραμά και επέστρεψε στην πόλη Θερσά (Γ' Βασιλέων 15,16-22. Β' Παραλειπομένων 16,1-6).
Όταν ο προφήτης Ηλίας κατέφυγε στο όρος Χωρήβ για να γλιτώσει από την οργή της βασίλισσας Ιεζάβελ, ο Κύριος τον έστειλε να πάει στη Δαμασκό κι όταν φτάσει εκεί, να χρίσει ως βασιλιά της Συρίας, τον Αζαήλ (Γ' Βασιλέων 19,15). Λίγο καιρό αργότερα ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ), βασιλιάς της Συρίας, επειδή ηττήθηκε στους δύο πολέμους με τον Αχαάβ, βασιλιά του Ισραήλ, συνθηκολόγησε. Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) είπε στον Αχαάβ, ότι θα του επιστρέψει όλες τις πόλεις που είχε πάρει ο πατέρας του από τον πατέρα του και του έδινε το δικαίωμα να χτίσει για τον εαυτό του αγορές στη Δαμασκό, όπως είχε ο πατέρας μου στη Σαμάρεια (Γ' Βασιλέων 21,34).
Ο Ναιμάν (Νεεμάν), την εποχή του προφήτη Ελισαίου, ήταν αρχιστράτηγος του στρατού της Συρίας και έπασχε από λέπρα. Ο Ναιμάν πήρε μαζί του πολλά δώρα και ξεκίνησε για τη Σαμάρεια για να συναντήσει τον προφήτη Ελισαίο. Ο Ναιμάν πήγε στο σπίτι του Ελισαίου έχοντας ως συνοδεία ιππικό και πολεμικά άρματα. Ο Ελισαίος του είπε να πλυθεί εφτά φορές στον Ιορδάνη και θα θεραπευτεί από τη λέπρα. Ο Ναιμάν οργίστηκε γιατί πίστευε πως ο Ελισαίος θα τον θεράπευε αμέσως και φώναξε πως τα ποτάμια της Δαμασκού, ο Αβανά και ο Φαρφάρ, είναι καλύτερα από τα ποτάμια των Ισραηλιτών και θα πήγαινε να πλυθεί εκεί. Αλλά έπειτα από τις συμβουλές των δούλων του υποχώρησε. Πήγε στον Ιορδάνη και πλύθηκε στα νερά του εφτά φορές, όπως του είπε ο Ελισαίος. Κι αμέσως τότε καθαρίστηκε από την αρρώστια του κι έγινε καλά (Δ' Βασιλειών 5,1-19).
Μερικά χρόνια αργότερα ο Ελισαίος πήγε στη Δαμασκό. Ο γιος Άδερ, ο βασιλιάς της Συρίας, ήταν άρρωστος. Ο βασιλιάς είπε στον Αζαήλ, να πάρει δώρα και να πάει να συναντήσει τον προφήτη και να τον ρωτήσει εάν θα θεραπευτεί από την ασθένεια. Ο Αζαήλ πήρε πολλά δώρα, 40 φορτώματα καμηλών, και πήγε να συναντήσει τον Ελισαίο. Όταν ο Αζαήλ συνάντησε τον Ελισαίο τον ρώτησε για την ασθένεια του βασιλιά της Συρίας. Ο Ελισαίος του είπε πως ο βασιλιάς της Συρίας θα θεραπευτεί, αλλά ο Κύριος του υπέδειξε πως θα πεθάνει με άλλο τρόπο. Τότε ο Ελισαίος στάθηκε μπροστά στον Αζαήλ και τον παρατηρούσε. Τότε προφήτευσε πως ο Αζαήλ θα γίνει βασιλιάς της Συρίας και θα γίνει αιτία για πολλά κακά στους Ισραηλίτες. Ο Αζαήλ έφυγε από τον Ελισαίο και ξαναγύρισε στο παλάτι, όπου είπε στο βασιλιά της Συρίας πως θα θεραπευτεί από την αρρώστια και θα ζήσει. Την επόμενη όμως μέρα πήρε ένα σκέπασμα, το βούτηξε μέσα στο νερό και μ' αυτό τύλιξε ασφυκτικά το πρόσωπο του βασιλιά και τον έπνιξε. Κι έτσι ο Αζαήλ έγινε βασιλιάς στη Συρία (Δ' Βασιλειών 8,7-15).
Την εποχή του Χριστού αναφέρεται σαν μεγάλο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο, γνωστή άλλωστε και από την ιστορία του Απόστολου Παύλου. Στη Δαμασκό βρίσκεται από το 1343 η έδρα του Πατριαρχείου Αντιοχείας.
|