ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

 

ΡΟΔΟΣ

 

Η ΡΟΔΟΣ

 

Τα Δωδεκάνησα

Νησί του νομού Δωδεκανήσου, στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Έχει έκταση 1.398 τ.χλμ. και πληθυσμό 98.181 κατοίκους. Πρωτεύουσα του νησιού και όλου του νομού Δωδεκανήσου είναι η πόλη της Ρόδου με πληθυσμό 53.709 κατοίκους.

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ

 

Η Ρόδος πρέπει να είχε ήδη κατοικηθεί από τη Νεολιθική εποχή, σύμφωνα με διάφορα αντικείμενα και λείψανα που βρέθηκαν σε σπήλαια. Τη μινωική εποχή υπήρχε οικισμός στο σημερινό χωριό Τριάντα. Γύρω στα 1500 π.Χ., κατά τη μυκηναϊκή περίοδο, πήγε στη Ρόδο ο Δαναός και κατόπιν ο Κάδμος, ο οποίος την έκανε αποικία των Φοινίκων και διέδωσε τα γράμματα. Αργότερα ήρθαν οι Δωριείς, προερχόμενοι από το Άργος πιθανόν, και χώρισαν το νησί σε 3 πόλεις, τη Λίνδο, την Ιαλυσό και την Κάμειρο. Αυτές μαζί με την Κνίδο, την Κω και την Αλικαρνασσό αποτέλεσαν τη δωρική Εξάπολη.

Η Ρόδος στην αρχαιότητα είχε διάφορα ονόματα, όπως: Ηλιούσα Οφιούσα, Τελχινίς ή Τελχινία, Σταδία, Κορυμβία, Μακαρία, Αστερία, Αταβυρία, Παίησσα, Ρόδος (από το ιερό φυτό του Απόλλωνα ρόδο).

 

Η ακρόπολή της Λίνδου ήταν χτισμένη πάνω σ' ένα ψηλό βράχο όπου υπήρχε και ένα χάλκινο άγαλμα του Αγησάνδρου Μικίωνα (180 π.Χ.). Εκεί ακόμα βρέθηκαν τα αριστουργήματα της Λίνδου: ο ναός της Λινδίας Αθηνάς, που σύμφωνα με την παράδοση κατασκευάστηκε είτε από το Δαναό είτε από τους απόγονους του Ήλιου, τις Ηλιάδες. Εκεί λατρευόταν αρχικά η Λινδία Αθηνά ως θεά της γονιμότητας.

Ο Κλεόβουλος έχτισε έναν άλλο μεγαλύτερο ναό, που όμως κάηκε το 342 π.Χ. Πολύ γρήγορα χτίστηκε ένας νέος δωρικός ναός και στήθηκε ένα νέο άγαλμα της Αθηνάς.

Στην ακρόπολη της Ιαλυσού ήταν χτισμένος ο περίφημος ναός της Πολιάδας Αθηνάς και του Πολιέα Δία.

 

Από το 12ο ως τον 7ο π.Χ αιώνα δεν έχουμε αρκετά στοιχεία για την ιστορία του νησιού. Τον 7ο π.Χ. αιώνα, η Ρόδος γνώρισε μεγάλη ακμή. Οι κάτοικοί της, τολμηροί θαλασσοπόροι, ίδρυσαν πολλές αποικίες, όπως τους Σόλους στην Κιλικία, τη Σαλαμίνα στην Ιταλία, τη Γέλα στη Σικελία, τη Ρόδο στην Ισπανία, την Κάρπαθο κ.ά. Το πολίτευμα στην Κάμειρο και την Ιαλυσό ήταν αριστοκρατικό, ενώ στη Λίνδο τυραννικό, με τύραννο τον Κλεόβουλο, έναν από τους 7 σοφούς.

Κατά τους περσικούς πολέμους, η Ρόδος κράτησε διφορούμενη στάση. Το 478 π.Χ. το νησί έγινε μέλος της Αθηναϊκής συμμαχίας. Ο Διαγόρας, ένας από τους μεγαλύτερους αθλητές της αρχαιότητας, έζησε εκείνη την εποχή στη Ρόδο Το 412 π.Χ. οι κάτοικοι επαναστάτησαν εναντίον των Αθηναίων και επανέφεραν από την εξορία το Δωριέα, φίλο των Σπαρτιατών. Με την προτροπή του ιδρύθηκε το 408 - 407 π.Χ. η πόλη της Ρόδου και καταργήθηκε το σύστημα των 3 πόλεων το 411 π.Χ. περίπου. Από τότε η μεγάλη ακμή και ιστορία του νησιού ταυτίζεται με την ιστορία της πόλης. Εκείνη την εποχή αναπτύχθηκε πολύ το εμπόριο και η ναυτιλία.

 

Η πόλη της Ρόδου, η οποία ολοκληρώθηκε 408 - 407 π.Χ., χτίστηκε από τον αρχιτέκτονα της Μιλήτου Ιππόδαμο στη βορειοανατολική πλευρά του νησιού, θέση στρατηγική απ' όπου περνούσαν όλα τα πλοία, όπου και να κατευθύνονταν στη Μεσόγειο. Η πόλη είχε φυσικούς λιμένες, 2 ακροπόλεις, τείχη, στοές και δημόσια κτίρια.

Βασικά δημόσια κτίρια της πόλης είναι οι ναοί της Αμφιτρίτης, της Ίσιδας, της Αθηνάς Πολιάδας και του Δία Πολιέα (στην ακρόπολη της Ρόδου), του Πυθίου Απόλλωνα, τα ιερά του ναού του Ήλιου και του Διονύσου, το Στάδιο, το Γυμνάσιο, το Θέατρο, το Ασκληπιείο κ.ά.

Ο Κολοσσός της Ρόδου, ένα από τα 7 θαύματα της αρχαιότητας, ήταν ένα χάλκινο άγαλμα που κατασκευάστηκε από τον αρχιτέκτονα Χάρη, μαθητή του Λυσίππου. Χρειάστηκαν 11 χρόνια για να κατασκευαστεί και ολοκληρώθηκε το δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αιώνα Βρισκόταν στην περιοχή Καστέλλο και ήταν αφιερωμένος στον Ήλιο. Είχε ύψος 30 περίπου μέτρα. Το 224 π.Χ. ο Κολοσσός έπεσε από σεισμό και κείτονταν κατά γης ως το 653 μ.Χ., οπότε τεμαχίστηκε από τους Σαρακηνούς και πουλήθηκε.

 

Το 412 - 395 π.Χ. η Ρόδος καταλήφθηκε από τους Σπαρτιάτες, το 395 ως το 391 π.Χ. από τους Αθηναίους, το 391 - 378 π.Χ. πάλι από τους Σπαρτιάτες,  και από το 357 ως το 340 π.Χ. από το βασίλειο της Καρίας. Το 340 π.Χ. υποτάχτηκε στους Πέρσες και το 332 π.Χ. στο Μέγα Αλέξανδρο. Το 304 π.Χ. ο Δημήτριος ο Πολιορκητής προσπάθησε να την καταλάβει, αλλά χωρίς επιτυχία. Εκείνη την εποχή, σε ανάμνηση αυτής της νίκης, κατασκευάστηκε ο Κολοσσός της Ρόδου. Λίγο αργότερα ένας μεγάλος σεισμός κατέστρεψε την πόλη, που ανοικοδομήθηκε γρήγορα από εισφορές όλων των ελληνιστικών πόλεων.

Στα τέλη του 3ου αι. και το 2ο αι. π.Χ., η Ρόδος γνώρισε μεγάλη ακμή. Αξιόλογοι γλύπτες έζησαν εκεί και δημιούργησαν περίπου 100 κολοσσούς. Στα μέσα του 1ου π.Χ. αι. δημιουργήθηκε από τον Αγήσανδρο τον Αθηνόδωρο και τον Πυθόδωρο το περίφημο σύμπλεγμα του Λαοκόοντα, που βρίσκεται τώρα στο μουσείο του Βατικανού.

 

Το 43 π.Χ. κατέλαβαν το νησί οι Ρωμαίοι με τον Γάιο Κάσσιο, ο οποίος και το λεηλάτησε. Ο Κάσσιος μετέφερε 3.000 περίπου αγάλματά της στη Ρώμη. Μερικά χρόνια αργότερα, ο Αύγουστος παραχώρησε ελευθερία στη Ρόδο, αναγνωρίζοντάς της αυτοδιοίκηση, αλλά και άμεση εξάρτηση από τον αυτοκράτορα. Μετά το σεισμό του 155 μ.Χ. η πόλη ανοικοδομήθηκε. Το 297 μ.Χ ο Διοκλητιανός την περιέλαβε στην επαρχία των νήσων και την έκανε πρωτεύουσά της.

 

Οι κάτοικοι της Ρόδου ήταν πολύ πλούσιοι και φημίζονταν για την οργάνωση του πολεμικού και εμπορικού ναυτικού τους. Είχαν δημιουργήσει έναν άγραφο ναυτικό κώδικα, που είχε επιβληθεί σ' όλη τη Μεσόγειο στους ελληνιστικούς χρόνους. Η Ρόδος δέχτηκε πολύ νωρίς το Χριστιανισμό και αναφέρεται ότι ο απόστολος Παύλος είχε πάει στη Λίνδο.

 

Το 512 το νησί συγκλονίστηκε για μια φορά ακόμη από ένα μεγάλο σεισμό. Η πόλη δε θα ξαναμπορέσει να βρει την ακμή της, ενώ επιπλέον λεηλατήθηκε από τους Πέρσες και τους Σαρακηνούς.

Το 620 μ.Χ. καταλήφθηκε από τον Πέρση Χοσρόη, και από το 653 ως το 658 ή 678 μ.Χ. από τους Άραβες, κάτω από την αρχηγία του Μωαβία. Από το 717 ως το 718 μ.Χ. υποτάχτηκε στους Σαρακηνούς πειρατές και το 807 μ.Χ. στο χαλίφη Αρούν αλ Ρασίντ.

Το 1097 καταλήφθηκε από τους Σταυροφόρους. Στις αρχές του 13ου αιώνα ο Λέων Γαβαλάς ανακηρύχτηκε κληρονομικός ηγεμόνας της Ρόδου με τον τίτλο του Καίσαρα. Το 1264 υποτάχτηκε στην αυτοκρατορία της Νίκαιας. Στο β' μισό του 13ου αιώνα και στις αρχές του 14ου αιώνα η Ρόδος ανήκε τυπικά στους Βυζαντινούς, αλλά ουσιαστικά την κυβερνούσαν οι Γενουάτες.

Τελικά η Ρόδος πουλήθηκε με δόλο από το Γενουάτη ναύαρχο Βινιόλο στους Ιωαννίτες ιππότες, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν οριστικά εκεί το 1309 και παρέμειναν για δύο περίπου αιώνες. Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Ιωαννιτών ιπποτών, δημιουργήθηκαν πολλά θρησκευτικά προβλήματα ανάμεσα στους Ρόδιους και τους κατακτητές, ώσπου οι κάτοικοι απέκτησαν το δικαίωμα να εκλέγουν οι ίδιοι το θρησκευτικό αρχηγό τους.

Επί Φραγκοκρατίας χτίστηκε το περίφημο Κάστρο των Ιπποτών, που χωριζόταν σε δυο άνισα μέρη το νότιο, όπου έμεναν οι Έλληνες και ήταν μεγαλύτερο, και το βόρειο, όπου έμεναν οι ιππότες. Το 15ο αι. μ.Χ. χτίστηκαν και 3 πύργοι: ο πύργος του Αγίου Νικολάου στο Μαντράκι και οι πύργοι του Ναγιάκ και της Γαλλίας ή των Αγγέλων στο Εμποριό. Ο ρυθμός που χτίζονταν τα κτίρια ήταν γοτθικός.

 

Το 1480 ο Μωάμεθ Β' προσπάθησε να καταλάβει τη Ρόδο, αλλά απέτυχε, παρόλο που χρησιμοποίησε το φοβερό νέο όπλο της εποχής, το κανόνι. Τελικά όμως 40 χρόνια αργότερα, το νησί καταλήφθηκε από τους Τούρκους, υπό το Σουλειμάν Α', μετά από εξάμηνη πολιορκία. Στις 2.1.1523 οι ιππότες έφυγαν από τη Ρόδο μαζί με 4.000 Ρόδιους και μετά από περιπλάνηση 9 χρόνων εγκαταστάθηκαν στη Μάλτα. Κατά τη διάρκεια της τουρκικής κυριαρχίας, η Ρόδος συνέχισε να παίζει πρωτεύοντα ρόλο στη ναυτιλία και να είναι το κέντρο απ' όπου διακινούνταν το ευρωπαϊκό εμπόριο στα νησιά και τη Μικρά Ασία.

Εξαιτίας του ότι ο πληθυσμός της Ρόδου ήταν ανάμεικτος από Έλληνες και Τούρκους και υπήρχε πολύς τουρκικός στρατός, η Ρόδος δεν μπόρεσε να συμμετάσχει ως σύνολο στην Επανάσταση του 1821. Το 1912 καταλήφθηκε από τους Ιταλούς και έμεινε σε καθεστώς στρατιωτικής κατοχής ως τη συνθήκη της Λοζάνης, το 1923, οπότε υποτάχτηκε οριστικά στους Ιταλούς. Το 1947 μετά τη συνθήκη ειρήνης των συμμάχων με τους Ιταλούς η Ρόδος ενσωματώθηκε στην ελληνική επικράτεια.

 

 

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

 

Η Ρόδος δέχτηκε πολύ νωρίς το Χριστιανισμό και αναφέρεται ότι ο απόστολος Παύλος είχε πάει στη Λίνδο. Η Ρόδος αναφέρεται και στην Παλαιά Διαθήκη, όπου οι Ρόδιοι θεωρούνται απόγονοι του Δωδανίμ, γιου του Ιωύαν και εγγονού του Ιάφεθ (Γένεση 10,4).

 

Την παλαιοχριστιανική περίοδο χτίστηκαν 20 βασιλικές, από τις οποίες Η μια θεωρείται η μεγαλύτερη παλαιοχριστιανική βασιλική της Ελλάδας.

Με την άφιξη του τάγματος των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ στη Ρόδο το 1310 μ.Χ. ακολούθησε και η εισαγωγή των δυτικών στοιχείων στην τέχνη και στην αρχιτεκτονική γενικότερα. Ειδικότερα στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική παρουσιάζονται δύο τάσεις.
Η μία τάση αφορά τις καθολικές εκκλησίες όπου εφαρμόστηκε η γοτθική αρχιτεκτονική, όπως αυτή διαμορφώθηκε στους Αγίους Τόπους και την Κύπρο, όπου είχαν εγκατασταθεί οι Ιππότες πριν έρθουν στη Ρόδο. Η αρχιτεκτονική αυτή δάνεισε και δανείστηκε αρκετά στοιχεία από την ντόπια αρχιτεκτονική και τη βυζαντινή παράδοση. Προσαρμόστηκε στα τοπικά υλικά και στον ροδίτικο πωρόλιθο, τον οποίο αξιοποίησε σημαντικά, δημιουργώντας αξιόλογα τοπικά διακοσμητικά μορφολογικά στοιχεία. Κατά την τελευταία δε περίοδο της διαμονής των Ιπποτών στη Ρόδο, η αναγεννησιακή τέχνη της Δύσης δεν άφησε την αρχιτεκτονική και γενικότερα την τέχνη αδιάφορη.
Η δεύτερη εκκλησιαστική αρχιτεκτονική τάση αφορά τις ορθόδοξες εκκλησίες, οι οποίες την εποχή των Ιπποτών ακολουθούν πιστά τη βυζαντινή παράδοση. Μόνο μετά την αποχώρηση των Ιπποτών από το νησί, κτίζονται ορθόδοξες εκκλησίες που μιμούνται τα γοτθικά σταυροθόλια. Τη νέα αυτή αρχιτεκτονική που λέγεται «Δωδεκανησιακού τύπου», τη συναντάμε εκτός των τειχών όπου εγκαταστάθηκαν οι Χριστιανοί κατά την Οθωμανική περίοδο 1523 – 1912 μ.Χ.

 

Αξιόλογες εκκλησίες στη Ρόδο είναι ο ναός του Αγίου Φανουρίου που χτίστηκε το 13ο αιώνα, ο ναός του Αγίου Παντελεήμονος το 15ο αιώνα, το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου  το 15ο αιώνα, η Αγία Κυριακή το 15ο αιώνα, η Αγία Αικατερίνη το 14ο αιώνα, η Αγία Τριάδα το 15ο αιώνα, η Παναγία της Φιλερήμου το 15ο αιώνα, η βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας της Λίνδου το 15ος αιώνα. Όλοι οι ναοί έχουν ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες.

ο Άγιος Νικήτας Δαματριάς το 14ο αιώνα κ.α.

Αξιόλογες επίσης είναι και οι εκκλησίες που είναι γοτθικού ρυθμού ή ανήκουν σρο Καθολικό δόγμα όπως η Παναγία του Μπούργκου (της Χώρας) το 15ο αιώνα, η Παναγία της Νίκης το 16ο αιώνα, η Παναγία του Κάστρου το 12ο αιώνα, ο ναός της Αγίας Τριάδας το 14ο αιώνα, του Αγίου Ιωάννη των Ιπποτών το 16ο αιώνα, των Αγίων Αποστόλων το 15ο αιώνα, το μοναστήρι του Αγίου Αυγουστίνου το 14ο αιώνα.