ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

 

ΠΑΡΟΣ

 

Η ΠΑΡΟΣ

 

Η Πάρος είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί των Κυκλάδων. Έχει έκταση 196,308 τ.χλμ. και πληθυσμό 13.710 κατοίκους (κατά την απογραφή του 2011). Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Πάρος ή Παροικία με 3.838 κατοίκους και μεγαλύτεροι οικισμοί είναι η Νάουσα, οι Λεύκες και η Μάρπησσα. Ψηλότερα σημεία του νησιού είναι ο Προφήτης Ηλίας (776 μ.) και ο Στρούμπουλας (730 μ.). Η Πάρος περιλαμβάνει και δύο ακατοίκητες νησίδες, τον Άγιο Σπυρίδωνα και την Αγία Καλή. Γύρω από το νησί σχηματίζονται αρκετές μικρές νησίδες, όπως οι επικίνδυνες Πόρτες Πάρου, ο Άγιος Σπυρίδωνας, το Δροσονήσι, το Μακρονήσι, η Γλαροπόδα, το Πατερονήσι, το Γαϊδουρονήσι το Φίτζι και το Εβραιόκαστρο (ή Βριόκαστρο). Το παριανό μάρμαρο ήταν γνωστό από την αρχαιότητα ως το καλύτερο της Ελλάδας.

 

 

ΑΡΧΑΙΕΣ ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ

 

Το όνομα Πάρος δεν είναι το μόνο που χρησιμοποιήθηκε στα αρχαία χρόνια. Τα ονόματα αυτά έχει καταγράψει ο Αλεξανδρινός γραμματικός Νικάνωρ (2ος αιώνας π.Χ.) στο έργο Μετονομασίαι και διέσωσε γραμματειακά ο Στέφανος ο Βυζάντιος στα Εθνικά του:

α) το όνομα Πάρος αναφέρεται για πρώτη φορά στον Ομηρικό Ύμνο Εις Απόλλωνα, έργο του 7ου αιώνα π.Χ. και στον 'Υμνο εις Δήμητραν. Το όνομα των κατοίκων του νησιού ήταν Πάριοι και απαντάται στον Πίνδαρο και τον Ηρόδοτο. Ως προς την ετυμολογία του ονόματος Πάρος μαθαίνουμε από τον Στέφανο τον Βυζάντιο, πως ο Καλλίμαχος ο γραμματικός υποστήριζε πως οφείλεται στον Αρκάδα οικιστή του νησιού Πάρο τον Παρράσιο, άποψη που δεχόταν και ο Αριστοτέλης.

 

β) Η Πακτία μαρτυρείται μόνο από τον Στέφανο τον Βυζάντιο. Το όνομα ξεκίνησε από την παραλιακή πόλη του νησιού και επεκτάθηκε σε όλο το νησί.

γ) Η Δημητριάς από τη θεά Δήμητρα, η λατρεία της οποίας μαρτυρείται στο νησί από τον ομηρικό ύμνο στη Δήμητρα, τον Ηρόδοτο, τον Παυσανία, από αρχαίες γραφές και νομίσματα που έχουν βρεθεί στο νησί και απεικονίζουν ένα σιτάρι.

δ) Η Ζάκυνθος, όνομα που έλαβε από Ζακύνθιους αποίκους που εγκαταστάθηκαν στο νησί στα πρώιμα ιστορικά χρόνια.

ε) Η Υρία (και Υρίη), λέγεται η Πάρος στο Στέφανο τον Βυζάντιο. Υρία λεγόταν και η Ζάκυνθος και έτσι είναι πιθανό να ήλθε αυτή η ονομασία μαζί με την ονομασία Ζάκυνθος.

στ) Η Υλήεσσα, ονομασία αναφερόμενη από τον Νικάνορα τον Γραμματικό. Από το κοινό όνομα ύλη, δηλαδή δάσος.

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ

Α) ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΟΧΗ

 

Στην ακατοίκητη σήμερα νησίδα Σάλιαγκος εντοπίσθηκε υλικό που η χρονολόγηση κατέδειξε πως η κατοίκηση της περιοχής είχε γίνει στη διάρκεια της 5ης χιλιετίας π.Χ. Στην κυκλαδική εποχή (4η και 3η χιλιετία π.Χ ) ανήκουν πολλοί οικισμοί και εκτεταμένα νεκροταφεία, που ανακαλύφτηκαν στα Γλυφά, στην Παναγιά, στον Πύργο, στην Άβυσσο, στα Επισκοπιανά κ.ά.

Σύμφωνα με την παράδοση, πρώτοι κάτοικοι της Πάρου ήταν οι Κρήτες (γι' αυτό και αναφέρεται ότι το αρχαιότερο όνομα του νησιού ήταν Μινώα). Στη συνέχεια, αναφέρεται αποικισμός της Πάρου από Αρκάδες, με αρχηγό τον Πάρο, γιο του Παρράσιου, που έδωσε το όνομά του στο νησί.

 

Ιστορικά είναι αποδειγμένος ο αποικισμός της Πάρου από αχαϊκά φύλα της Πελοποννήσου, στα μέσα του 15ου αιώνα π.Χ. Στα ιστορικά χρόνια ήρθαν οι Ίωνες, με τους οποίους αρχίζει μια μεγάλη περίοδος ακμής. Τον 8ο αιώνα π.Χ. οι πολιτικές διαμάχες μεταξύ δημοκρατικών και αριστοκρατικών κατέληξαν στη φυγή των δημοκρατικών που ίδρυσαν την αποικία της Θάσου με αρχηγό τον Τελεσικλή. Στις διαμάχες πήρε ενεργό μέρος ο Πάριος ποιητής Αρχίλοχος και αναφέρθηκε σ' αυτές στους ιάμβους του. Η εγκατάσταση στην Θάσο δεν ήταν ομαλή, αφού οι ντόπιοι αντέδρασαν σθεναρά. Σε μία από τις μάχες σκοτώθηκε ο στρατηγός Γλαύκος, μνημείο του οποίου ανήγειραν οι άποικοι αργότερα και βρίσκεται στην αρχαία αγορά του νησιού. Σε μία από τις μάχες γλίτωσε τον τραυματισμό ο Αρχίλοχος. Τον 7ο αιώνα ιδρύθηκαν και άλλες αποικίες, από Πάριους και Θάσιους, στις βόρειες θρακικές ακτές, όπως το Πάριο της Προποντίδας. Από τους λόγους του Αρχιλόχειου προέρχεται το περίφημο Πάριο Χρονικό, που αναφέρει χρονολογίες γεγονότων από τη μυθική εποχή μέχρι το 263/2 π.Χ., εποχή που συντάχτηκε.

 

Η αρχαία πόλη της Πάρου ήταν χτισμένη κάτω από τη σημερινή πρωτεύουσα. Από τα αρχιτεκτονικά μνημεία της σώζονται τα θεμέλια αρχαϊκού ναού, που πιθανότατα ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά, στην ακρόπολη της πόλης, όπου αργότερα χτίστηκε η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου. Κοντά στην κωμόπολη της Πάρου σώζονται ερείπια του ιερού του Ασκληπιού και του ιερού του Απόλλωνα.

Από το τέλος του 8ου π Χ. αιώνα ως τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. η Πάρος αναδείχτηκε σ' ένα από τα βασικά κέντρα της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Το πάριο μάρμαρο με την εξαιρετική του ποιότητα, αποτέλεσε το πρώτο υλικό για τη γλυπτική. Σπουδαιότεροι γλύπτες από την Πάρο, που απέκτησαν πανελλήνια φήμη, είναι ο Σκόπας και ο Αγοράκριτος, μαθητής του Φειδία.

Τα πιο γνωστά αρχαία λατομεία έχουν εντοπισθεί στο Μαράθι, το σπήλαιο των Νυμφών και το σπήλαιο του Πανός, στους Λάκκους, στις Σπηλιές, στον Άγιο Μηνά, στον Κάραβο Βεβαιωμένη χρήση λατομείων ανοιχτής εξόρυξης έχουμε από τις πρώτες δεκαετίες του 7ου αιώνα π.Χ. η συστηματική εξόρυξη χρονολογείται από τα μέσα του 6ου αιώνα και γίνεται σε εκτεταμένα υπόγεια λατομεία.

Τα λατομεία αυτά ήταν γνωστά από το εξαιρετικής ποιότητας λευκό μάρμαρο, την «Παρία λίθο», που εξορυσσόταν εκεί από τον 7ο π.Χ. αιώνα και ήταν πηγή πλούτου για το νησί της Πάρου. Από το μάρμαρο αυτό έχουν κατασκευαστεί πασίγνωστα γλυπτά όπως η Αφροδίτη της Μήλου, ο Ερμής του Πραξιτέλους και η Νίκη της Σαμοθράκης. Είναι επίσης γνωστό ως "λυχνίτης", ονομασία που οφείλεται είτε στη μεγάλη του διαύγεια και καθαρότητα, είτε στον τρόπο εξόρυξής του από τη γη (με τη χρήση λύχνων). Άλλα σπουδαία έργα ήταν ο Κριοφόρος της Θάσου που χρονολογείται στο τέλος του 7ου αιώνα π.Χ. είναι ένα από τα αρχαιότερα δείγματα της πάριας γλυπτικής. Στον 6ο αιώνα π Χ. το παριακό εργαστήρι έδωσε μια θαυμάσια σειρά κούρων και κορών, που βρέθηκαν στο ιερό της Δήλου και των Δελφών. Στο α΄ μισό του 5ου αιώνα κατασκευάστηκε το περίφημο άγαλμα της Νίκης, πιθανόν σε ανάμνηση της επιτυχημένης απόκρουσης της εκστρατείας του Μιλτιάδη. Στα μέσα του 5ου αιώνα ανήκουν οι επιτύμβιες στήλες με κόρη που κρατάει πυξίδα (μουσείο του Βερολίνου) και με κόρη που κρατάει περιστέρια (Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης). Ανάμεσα στα ωραιότερα ανάγλυφα της Πάρου, είναι και η παράσταση νεκρόδειπνου και η παράσταση λιονταριού που κατασπαράζει βόδι, που χρονολογούνται στο τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. Η λειτουργία των λατομείων σταμάτησε στους Βυζαντινούς χρόνους και επαναλήφθηκε στην εποχή της κυριαρχίας των Φράγκων στο νησί.

 

Στους Περσικούς πολέμους η Πάρος δήλωσε υποταγή στους Πέρσες. Ο Μιλτιάδης το 480 π.Χ., μετά τη νίκη του Μαραθώνα, εκστράτευσε εναντίον της για να την τιμωρήσει, αλλά απέτυχε, λόγω της σθεναρούς αντίστασης των Περσών και των Παρίων ολιγαρχικών. Στη δεύτερη περσική εκστρατεία μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος πως οι Πάριοι απέπλευσαν με στόλο ως σύμμαχοι των Περσών προς τη Σαλαμίνα. Στάθμευσαν προσωρινά σε κάποιο άλλο Κυκλαδονήσι, κοντά στην Αττική, αναμένοντας την έκβαση της ναυμαχίας και μετά την Ελληνική νίκη δωροδόκησαν τον Θεμιστοκλή και πέτυχαν να αποτρέψουν δεύτερη αθηναϊκή επίθεση εναντίον τους.

 

Τον επόμενο χρόνο το 479 π.Χ. ο Θεμιστοκλής κατόρθωσε να φέρει την Πάρο στην Αθηναϊκή συμμαχία, στην οποία παρέμεινε μέχρι το 404 π.Χ., που η Αθήνα ηττήθηκε από τη Σπάρτη και έτσι πήρε τέλος ο Πελοποννησιακός πόλεμος. Η Πάρος πρόσφερε αρκετά χρήματα στην Αθηναϊκή συμμαχία, καθώς ήταν από τα πιο πλούσια νησιά των Κυκλάδων, κάτι που δείχνει τον πλούτο που απέφερε στο νησί το μάρμαρο. Το 410 π.Χ. ο Αθηναίος στρατηγός Θηραμένης πλέοντας για τον Ελλήσποντο φτάνει στην Πάρο καταλύοντας το ολιγαρχικό πολίτευμα, που εγκαθιδρύθηκε από τον Λακεδαίμονα στρατηγό Πείσανδρο. Αρχές του 4ου αιώνα εκλέγεται ο Ακήρατος από τη Θάσο άρχοντας της Πάρου και της Θάσου κάτι που δείχνει την στενότατη σχέση ανάμεσα στα δύο νησιά. Στο διάστημα 404 με 378 π.Χ το νησί τελεί υπό την κυριαρχία των Σπαρτιατών. Μετά από ένα διάστημα σπαρτιατικής κατοχής, πέρασε ξανά, το 378 π.Χ στην αθηναϊκή κυριαρχία. Το 393 π.Χ. επανέρχεται στην Πάρο η δημοκρατία μετά από δυναμική επέμβαση του Περσικού στόλου με επικεφαλής τον Φαρναβαζο και τον Κόνωνα. Σημειώθηκαν σφαγές των πιο εύπορων κατοίκων που ‘’λακώνιζαν’’.

Το 363 π.Χ. η Πάρος τελεί για μικρό χρονικό διάστημα υπό την κυριαρχία των Θηβαίων. Μετά τη μάχη στη Χαιρώνεια, το 338 π.Χ.. η Πάρος υπέκυψε διαδοχικά στους Μακεδόνες στους Πτολεμαίους της Αιγύπτου, στο βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη και στους Ρωμαίους. Το 314 π.Χ. ιδρύεται από τον βασιλιά της Μακεδονίας Αντίγονο Α (384-301 π.Χ.) το ‘’Κοινόν των Νησιωτών’’ στο οποίο προσχώρησε αργότερα και η Πάρος.

 

 

Β) ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΕΠΟΧΗ

 

Οι Μιθριδατικοί πόλεμοι και οι πειρατικές επιδρομές που δέχεται το νησί στα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ. αναγκάζουν τους Πάριους να καλύψουν τις αυξημένες δαπάνες τους για την τείχιση του νησιού συνάπτοντας δάνειο από την Κρήτη. Μπορεί και να συνδέονται με την αντιμετώπιση των αυξημένων στρατιωτικών εισφορών που οι Ρωμαίοι είχαν επιβάλει στους Κυκλαδίτες για να ναυπηγήσουν πλοία στα πλαίσια των εμφύλιων συγκρούσεων τους. O Αυτοκράτορας Αδριανός επισκεύασε κάποια κτίρια στο νησί, μεταξύ των οποίων και το κτίριο της αρχαίας αγοράς. Τα αγάλματα που ανεγείρονται είναι προτομές αρχόντων της πόλης, όπως του Κοίλου Δημητρίου, αγορανόμου και πολεμάρχου.

 

Στη συνέχεια, αποτέλεσε τμήμα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Λόγω των Γοτθικών επιδρομών στην Βαλκανική χερσόνησο και των Οστρογότθων στη Μικρά Ασία, σημειώνονται μετακινήσεις των πληθυσμών προς τα νότια: οι φυγάδες βρίσκουν καταφύγιο στις Κυκλάδες. Η Πάρος βρισκόταν την περίοδο αυτή σε ακμή και ανήκε στην Επαρχία Νήσων, υπαγόμενη στη Διοίκηση Ασίας της Υπαρχίας Ανατολής. Το β’ μισό του 9ου αιώνα και τις αρχές του 10ου αιώνα ο ναός της Εκατονταπυλιανής καταστράφηκε από τον Νίσυρη, τον αρχηγό του ναυτικού των Αράβων της Κρήτης. Η Παροικία, το Σαρακήνικο και η Νάουσα αποτελούσαν ορμητήριο των Σαρακηνών, με αποτέλεσμα οι πληθυσμοί των παράλιων περιοχών να αποσυρθούν στο εσωτερικό του νησιού .

 

 

Γ) Η ΠΑΡΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΛΑΤΙΝΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

 

Το 1207 περιλήφθηκε από το Μάρκο Σανούδο, ανιψιό του δόγη της Βενετίας, στο δουκάτο της Νάξου. Το 1389 η δούκισσα του Αιγαίου Φιορέντσα Σανούδο έδωσε την Πάρο προίκα στην κόρη της Μαρία, για το γάμο της με τον Γκασπάρο Σουμαρίπα. Επίσης, το νησί εξακολουθεί να παράγει μάρμαρο, που είναι περιζήτητο από τους Γενοβέζους της Χίου που θέλουν να επενδύσουν με αυτό τα πολυτελή σπίτια τους. Στις αρχές του 15ου αιώνα η Νάουσα ήταν ορμητήριο πειρατών, όπως και στις αρχές του 16ου αιώνα ήταν ορμητήριο του γάλλου πειρατή Ντορνεξάν. Οι πειρατικές επιθέσεις στο νησί την περίοδο αυτή είναι συχνές ώστε μεταξύ των θυμάτων των επιθέσεών τους ήταν και ο αυθέντης του νησιού. Θύματα πειρατικών επιθέσεων έπεσαν οι Παριανοί και από τον Οθωμανικό στόλο του Μωάμεθ Α’ με απαγωγές πολλών κατοίκων της. Tόσο είχε ερημώσει το νησί , ώστε ο G. Rizzardo (1470) αναφέρει πως είχε μόνο 3000 κατοίκους. Στις αρχές του 16ου αιώνα το νησί πέρασε στην ηγεμονία του οίκου των Βενιέρ (Βενιέρη). Στα 1517 λόγω σιτοδείας οι κάτοικοι του νησιού προμηθεύτηκαν σιτάρι από πειρατές. Γύρω στα 1532 ο Τούρκος πειρατής Κούρτουγλους απείλησε το νησί και ο Βενετός διοικητής Πάρου πλήρωσε λύτρα για να μην το διαγουμίσει.

Το 1537 το νησί υποδουλώθηκε στον Αλγερινό πειρατή Χαιρεντίν Μπαρμπαρόσα, ο οποίος συνολικά πήρε 6.000 αιχμαλώτους από το νησί, πολλούς από τους οποίους χρησιμοποίησε για κωπηλάτες στα πλοία του. Στην επίθεση που πραγματοποίησε τον Δεκέμβρη της χρονιάς αυτής ο Αλγερινός πειρατής, ο Μπερνάρντο Σαγκρέντο, ο βαρώνος του νησιού, εγκατέλειψε το νησί μετά από μυστική συνεννόηση στην οποία ήλθε με τον Μπαρμπαρόσσα. Ο Μπερνάρντο Σαγκρέντο θέλησε να το ανακτήσει με προσφορά φόρου, αλλά το νησί παρέμεινε στο σουλτάνο με τη συνθήκη του 1540. Από τα 1566 έως το θάνατό του, το 1579, το νησί συμπεριλήφθηκε στο ιουδαϊκό δουκάτο του Αιγαίου πελάγους υπό τη διοίκηση του Εβραίου Ιωσήφ Νάζη, μετά από παραχώρηση του Σελίμ του Β’. Από την εποχή της Φραγκοκρατίας σημαντικότερο μνημείο είναι το κάστρο της Παροικιάς.

 

Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ήταν ένα από τα σπουδαιότερα ορμητήρια των πειρατών του Αιγαίου. Με το πρόσχημα της πάταξης της πειρατείας, ο Καπουδάν πασάς Μουσταφά Καπλάν λεηλάτησε το 1666 την Πάρο και πούλησε δούλους πολλούς από τους κατοίκους. Το 1677, μοίρα του τουρκικού στόλου, που καταδίωκε Φράγκους πειρατές, λεηλάτησε τη Νάουσα παρόλο που οι κάτοικοι συνέλαβαν και παρέδωσαν τους πειρατές. Στη διάρκεια των Τουρκοενετικών πολέμων (1644-1669, 1684-1699) η Πάρος έπαθε μεγάλες καταστροφές.

Την τραγική κατάσταση του νησιού στα μέσα του 18ου αιώνα μαρτυρεί μια επιστολή των κληρικών του νησιού προς τον δραγομάνο του Τουρκικού στόλου Νικόλαο Μαυρογένη, με την οποία του ζητούν να τους ελαφρύνει την θέση τους από τους υπέρογκους φόρους που κατέβαλαν. Κάθε φορά που η Τουρκική μοίρα Στόλου περιόδευε ανά το Αιγαίο με σκοπό την συλλογή φόρων από τα κατεχόμενα νησιά, στάθμευε και στην παραθαλάσσια περιοχή του όρμου του Δριού της Πάρου. Εκεί τροφοδοτούνταν ο Τουρκικός στόλος, ενώ οι Πρόκριτοι των Κυκλάδων συγκεντρώνονταν με σκοπό την καταβολή των φόρων αλλά και τη διευθέτηση διαφόρων δικαστικών υποθέσεων.

 

Οι Ρώσοι κατέλαβαν το λιμάνι της Νάουσας το καλοκαίρι του 1770 και το χρησιμοποίησαν ως ορμητήριό τους στο Ρωσοτουρκικό πόλεμο. Στην επανάσταση του 1821 το νησί πήρε ενεργό μέρος.

Η 24 Απριλίου 1821 είναι η ημέρα έναρξης της Επανάστασης στην Πάρο, όταν ο Πάριος Φιλικός Παναγιώτης Δημητρακόπουλος με προκήρυξή του κηρύσσει την Επανάσταση. Καλύπτει με δικά του έξοδα την αποστολή Πάριων αγωνιστών στην Ύδρα κι από εκεί στην Πελοπόννησο.

 

 

Δ) ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

 

Τον Απρίλιο του 1828 ο Καποδίστριας διαίρεσε την επικράτεια σε τμήματα και τις Κυκλάδες σε τρία: στις κεντρικές Κυκλάδες συμπεριλήφθηκε και η Πάρος. Στα πλαίσια της σύγκλησης της Δ’ Εθνοσυνέλευσης η Πάρος ήταν ένα από τα νησιά που αντί να εκλέξουν δικό τους αντιπρόσωπο ανέθεσαν στον ίδιο τον Κυβερνήτη την αντιπροσώπευσή τους. Οι αντιπολιτευόμενοι όμως τον Κυβερνήτη θέλησαν να προσεταιριστούν άτομα και από τις Κυκλάδες και προσέγγισαν και ανθρώπους από την Πάρο. Ο πληθυσμός του νησιού την περίοδο του καποδίστρια ήταν 4531 κάτοικοι. Τον Δεκέμβριο του 1833 βυθίζεται μετά από ναυάγιο ανοικτά της Παροικιάς το Γαλλικό πλοίο Συπέρμπ, το οποίο συμμετείχε τον Ιούνιο του 1830 σε στρατιωτική επέμβαση στο Αλγέρι, με την οποία η Γαλλία απέσπασε την Αλγερία από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το 1854 επιδημία χολέρας έπληξε τη Σύρο και την Πάρο.

 

Οι Ιταλοί εγκαταστάθηκαν στο νησί στις 5 Μαΐου 1941 και οι Γερμανοί στις 9 Σεπτεμβρίου 1941. Στις 14 Ιανουαρίου 1944 βομβαρδίζεται από συμμαχικά αεροπλάνα το λιμάνι της Παροικιάς στα πλαίσια της σχεδιαζόμενης καταστροφής από τους Άγγλους όλων των πλοιαρίων που οι Γερμανοί είχαν επιτάξει για τη μεταφορά εφοδίων τους σε όλα τα νησιά του Αιγαίου. Δεν αποφεύχθηκαν τα θύματα μεταξύ των αμάχων και υλικές φθορές.

 

 

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

 

Τα Πάρια μάρμαρα ήταν γνωστά από την αρχαιότητα και ήταν τα καλύτερα της Ελλάδας. Από την Παλαιά Διαθήκη πληροφορούμαστε, ότι τα μάρμαρα του Ναού του Σολομώντα προέρχονταν από την Πάρο (Α' Παραλειπομένων 29,2).

 

Κατά τη βυζαντινή περίοδο η Εκκλησία της Πάρου βρισκόταν σε ακμή. Αυτό επιβεβαιώνεται από την παρουσία του μεγάλου ναού της Εκατονταπυλιανής και άλλων παλαιοχριστιανικών ναών στο νησί. Η εκκλησία της Παναγίας της Καταπολιανής είναι το σπουδαιότερο χριστιανικό μνημείο της Πάρου και ένα από τα σπάνια δείγματα παλαιοχριστιανικής εκκλησίας στην Ελλάδα. Ο ναός, σταυρικός με τρούλο, χτίστηκε τον 6ο αιώνα, στην εποχή του Ιουστινιανού, πάνω σε παλιότερο του 4ου αιώνα. Άλλη παλαιοχριστιανική βασιλική υπάρχει στις Τρεις Εκκλησιές, βόρεια της Παροικιάς, κοντά στην τοποθεσία που αναφέρεται ότι βρισκόταν το Αρχιλόχειο, ηρώο του ποιητή Αρχίλοχου, κέντρο εκπαιδευτικό τον 3ο αι π Χ.

 

Ο Ακαδήμιος, επίσκοπος Πάρου, υπόγραψε τα πρακτικά της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Αυτός ήταν και ο πρώτος γνωστός επίσκοπος του νησιού. Ο επίσκοπος Πάρου συμμετείχε και στις συνόδους Εφέσσου (431), Χαλκηδόνας (451), καθώς και στις εργασίες της εν Τρούλλω Συνόδου (691). Στα μέσα του 6ου αιώνα η Εκατονταπυλιανή αναστηλώθηκε.

Στο δεύτερο μισό του 8ου αιώνα έχουμε την εκκλησιαστική υπαγωγή της Πάρου και των άλλων Κυκλάδων στον μητροπολίτη Ρόδου. Για το β’ μισό του 9ου αιώνα και τις αρχές του 10ου αιώνα αντλούμε σημαντικές πληροφορίες για την Πάρο από τον βίο της Οσίας Θεοκτίστης. Ο ναός της Εκατονταπυλιανής κατά την περίοδο αυτή ήταν κατεστραμμένος από τον Νίσυρη, τον αρχηγό του ναυτικού των Αράβων της Κρήτης. Οι πληθυσμοί των παράλιων περιοχών αποσύρθηκαν στο εσωτερικό του νησιού από τις επιδρομές των Σαρακηνών. Το 1083 η Πάρος μαζί με τη Νάξο συναποτελούσαν τη Μητρόπολη Παροναξίας.

 

Κατά την περίοδο της Λατινοκρατίας, αναφέρεται πως υπήρχαν δύο λατινικά παρεκκλήσια στην Εκατονταπυλιανή και οι δύο κοινότητες του νησιού, καθολικοί και ορθόδοξοι, τελούσαν υπό την εποπτεία αντίστοιχα του Καθολικού και του Ορθόδοξου επισκόπου Παροναξίας. Συνολικά, στα 1659, αναφέρονται τριάντα άτομα που ανήκαν στη Λατινική Εκκλησία. Υπήρχαν 20 μονές και περισσότερες από 40 εκκλησίες. Η οικονομική κατάσταση του ντόπιου κλήρου ήταν πολύ άσχημη. Το 17ο και 18ο αιώνα υπήρχαν 17 Ορθόδοξα μοναστήρια και 2 Καθολικά, ένα εκ των οποίων των Καπουκινών. Το 1835 δεν υπήρχαν Καθολικοί στο νησί.

Άλλα μοναστήρια που χτίστηκαν τη μεταβυζαντινή περίοδο ήταν το μοναστήρι της Λογγοβάρδας, και πολλές εκκλησίες, όπως η Παναγία του Σταυρού και ο Άγιος Κωνσταντίνος στην Παροικιά κ.ά. Σημαντικές είναι και οι εκκλησίες της Αγίας Άννας στην Παροικιά, του Αγίου Αθανασίου και του Αγίου Γεωργίου (και οι δύο του 17ου αιώνα) στην Νάουσα και του Αγίου Παντελεήμονα (τον 17ο αιώνα) στις Λεύκες. Επίσης, σημαντικά είναι και τα μοναστήρια της Ζωοδόχου Πηγής (ανδρικό, του 17ου αιώνα), το γυναικείο μοναστήρι του Χριστού στη Θέση Ψυχοπιανά στο Δάσος, οι μονές του Αγίου Ιωάννη Καπαρού και του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου στις Λεύκες, χτισμένες τον 17ο αιώνα, του Αγίου Αντωνίου (16ος αιώνας) στην Μάρπησσα και οι Μονές του Αγίου Ανδρέα και του Αγίου Ιωάννη στην Νάουσα.