ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

 

 

Η μελέτη αυτή, έχει σκοπό να δείξει σε όσους δεν εμπιστεύονται τη Χριστιανική πίστη, ότι η Αγία Γραφή παραμένει διαχρονικά μία πολύτιμη και ακριβής καταγραφή της πραγματικότητας, σύμφωνη πάντοτε με την επιστήμη.

 

 

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

Πολλοί υποστηρίζουν ότι η αφήγηση της Γενέσεως για έναν επίγειο Παράδεισο, είναι ένας αλληγορικός μύθος. Όμως τα ιστορικο-γεωγραφικά στοιχεία που μας δίνει η Αγία Γραφή, όχι μόνο αποδεικνύονται αληθινά, αλλά μπορούν να αποτελέσουν μια σπουδαία ιστορική πηγή για το απώτερο παρελθόν της Μεσοποταμίας, του 5500 π.Χ.

Η μελέτη αυτή, εξερευνά τον τόπο και το χρόνο του Αδάμ με τη βοήθεια κάποιων στοιχείων που μας δίνει η Γένεση.

 

 

ΤΑ 4 ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΔΕΜ

 

Για την εύρεση της τοποθεσίας του Παραδείσου, βρίσκουμε στην Αγία Γραφή κάποιο σημαντικό γεωγραφικό στοιχείο, που περιγράφεται στη Γένεση 2,10-14:

"Ποταμός δε εκπορεύεται εξ Εδέμ ποτίζειν τον παράδεισον. εκείθεν αφορίζεται εις τέσσαρας αρχάς.

Όνομα τω ενί Φισών. ούτος ο κυκλών πάσαν την γην Ευϊλάτ, εκεί ού εστι το χρυσίον. Το δε χρυσίον της γης εκείνης καλόν. και εκεί εστιν ο άνθραξ και ο λίθος ο πράσινος.

Και το όνομα τω ποταμώ τω δευτέρω Γεών (Γιών κατά το Εβραϊκό). ούτος ο κυκλών πάσαν την γην Αιθιοπίας ("Χους" κατά το Εβραϊκό).

Και ο ποταμός ο τρίτος Τίγρης. ούτος ο προπορευόμενος κατέναντι Ασσυρίων.

Ο δε ποταμός ο τέταρτος Ευφράτης".

 

Ο Τίγρης και ο Ευφράτης είναι τα γνωστά ποτάμια που πηγάζουν από τα ορεινά της Αρμενίας και χύνονται στον Περσικό Κόλπο. Γνωρίζουμε λοιπόν ότι ο Παράδεισος βρισκόταν κάπου γύρω στη Μεσοποταμία. Σε ποιο σημείο της όμως;

Πολλοί προσπάθησαν να τον ανακαλύψουν στα ορεινά της Αρμενίας, απ' όπου πηγάζουν ο Τίγρης και ο Ευφράτης. Ο λόγος γι' αυτό είναι, τα παραπάνω λόγια της Γένεσης: "Ποταμός δε εκπορεύεται εξ Εδέμ ποτίζειν τον παράδεισον". Έτσι τον αναζήτησαν στα ορεινά απ' όπου εκπορεύονται ο Τίγρης και ο Ευφράτης. Με μια προσεκτικότερη ματιά όμως, το χωρίο λέει κάτι άλλο.

Το χωρίο δεν λέει ότι ο ποταμός εκπορευόταν από τον Παράδεισο, ώστε να αναζητήσουμε τον Παράδεισο στις πηγές των ποταμών. Λέει ότι ο ποταμός εκπορευόταν από την Εδέμ, που ήταν η ευρύτερη περιοχή γύρω από τον Παράδεισο. Έτσι, δεν είναι δυνατόν να αναζητήσουμε τον Παράδεισο στις πηγές των ποταμών, αλλά εκεί που 4 αρχαίοι ποταμοί διασταυρώνονται. Και η περιοχή από την οποία περνούν τέσσερεις ποταμοί, πρέπει να είναι μια εξαιρετικά εύφορη και υγρή περιοχή, ένας παράδεισος, κάτι που δύσκολα μπορεί να συμβαίνει στις ορεινές πηγές κάποιου ποταμού.

 

 

Ο ΓΙΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΣΙΤΕΣ

 

Αν και ο Τίγρης και ο Ευφράτης ήταν γνωστοί, ο Γιών (ή Γεών) αποτελούσε πρόβλημα, καθώς η Γένεση γράφει ότι αυτός είναι "ο κυκλών πάσαν την γην Αιθιοπίας" ("Χους" κατά το Εβραϊκό).

Βεβαίως, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για την Αιθιοπία. Εδώ το Εβραϊκό κείμενο αποδεικνύεται ορθότερο, καθώς αντί για "Αιθιοπία" αναφέρει τη γη "Χους", τη γη των Χουσιτών, ή Κασιτών.

Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους, οι Κασσίτες και η τοποθεσία της χώρας τους δεν ήταν γνωστή, και η προσπάθεια των ερμηνευτών να συμβιβάσουν την ιστορία της Γένεσης για την Εδέμ με τη γεωγραφία του κόσμου που ήταν γνωστή σ' αυτούς, οδήγησε σε σφάλματα. Έτσι ο Γιών αναπόδειχτα ταυτίστηκε με το Νείλο και η χώρα του Χούς με τη χώρα της Νουβίας από την οποία ρέει ο Νείλος, στον οποίο οι Ελληνιστές Ιουδαίοι απένειμαν το όνομα Χούς.

Οι Κασσίτες επανευρέθησαν μόνο κατά τον τελευταίο αιώνα σε αναφορές γι' αυτούς που βρίσκονταν σε αρχαία σφηνοειδή γραφή.

Στους χρόνους του Μωυσή αυτό ήταν ένα ποτάμι που συναντούσε τον Ευφράτη λίγα μίλια Νότια από εκεί που συνδέεται ο Τίγρης , κοντά στο Αμπαντάν.

Σήμερα το ποτάμι αυτό ονομάζεται Καρούν, και πηγάζει από τα βουνά του Ιράν, Ανατολικά του Περσικού Κόλπου όπου αδειάζουν τα νερά τους, ο Τίγρης, ο Ευφράτης και ο Καρούν. Ο Γιών έρεε από τη χώρα του Χους, δηλαδή έξω από τη χώρα των αρχαίων Κασσιτών οι οποίοι ήταν μεταξύ των βουνών του Ιράν και της χώρας της Ασσυρίας (μεταξύ του Τίγρη και του Ευφράτη), ακριβώς όπως το λέει η Γένεσις.

Οι Κασσίτες ήταν αρχικά ένας ποιμενικός νομαδικός λαός που ξεκίνησε στην Εγγύς Ανατολή ως μέρος της επέκτασης των Ινδο-Ευρωπαϊκών λαών έξω από την Τουρκία, μέσα στην Περσία, και τελικά στην Ινδία. Κατά την πτώση της Βαβυλωνιακής αυτοκρατορίας, αυτοί εγκατέστησαν για 4 αιώνες μια δική τους αυτοκρατορία. Μετά το τέλος της Κασσιτικής περιόδου, το όνομά τους ξεχάστηκε.

 

 

Ο ΧΑΜΕΝΟΣ ΦΙΣΩΝ

 

Ο Φισών δε ρέει πλέον για τα τελευταία 4000 χρόνια. Σήμερα, είναι απλά μια ξερή κοίτη που ονομάζεται Βάντι Αλ-Μπατίν, της οποίας η αρχή βρίσκεται μέσα στην πιο χρυσοφόρα περιοχή της Σαουδικής Αραβίας, μόλις Βόρεια της Μεδίνα. Αλλά κατά τη διάρκεια του υγρού κλίματος, προ του 3500 π.Χ. πήγαζε από την Αραβική Peninsula κι ενώνετο με τον Ευφράτη στο ίδιο περίπου μέρος όπως έκανε κι ο Γιών (Καρούν). Λίγο χρόνο μετά απ' αυτό, ίσως περίπου το 2000 π.Χ., ξεράθηκε.

Αν και η μνήμη του διετηρήθη, η τοποθεσία του δεν ήταν πλέον γνωστή όταν κατεγράφει η διήγηση της Γενέσεως.

Πρόσφατα όμως, η κοίτη αυτή βρέθηκε από δορυφορική φωτογραφία, από τον Φαρούκ Ελ-Μπαζ του Πανεπιστημίου της Βοστώνης. Ο τελευταίος συμπέρανε, ότι ο ποταμός αρχικά επήγαζε για πλέον των 650 μιλίων από τα βουνά Χιζάζ (στη Σαουδική Αραβία) προς το Κουβέϊτ, όπου ενώνετο με τον Ευφράτη. Η ιστορία αυτής της αποκαλύψεως δημοσιεύθηκε από τον Τζέιμς Σάουρ (1996: 52-57,64) στο Περιοδικό της Βιβλικής Αρχαιολογίας.

Το σημείο όπου κάποτε ο ποταμός αυτός διοχέτευε τα νερά του, ήταν γνωστός στον αρχαιολόγο Λέοναρντ Γούλεϋ, που στο βιβλίο του "Οι ανασκαφές στην Ουρ", περιέγραψε πώς ο ποταμός αυτός μαζί με τους άλλους τρεις, δημιούργησαν με τις προσχώσεις τους την κοιλάδα της Μεσοποταμίας.

 

 

Η ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ

 

Από αυτήν την περιγραφή των τεσσάρων ποταμών της Γένεσης, εξάγεται ότι η Βιβλική τοποθεσία του Παραδείσου της Εδέμ, αντιστοιχεί με την περιοχή της αρχαίας Σουμερίας. Έτσι μπορεί να αναγνωρισθεί ως η μεγάλη πλημμυρισμένη πεδιάδα του Ευφράτη νοτίως των αρχαίων πόλεων της Σουμερίας

Σύμφωνα με τη Σουμεριακή παράδοση, η παλαιότερη απ' όλες τις Σουμεριακές πόλεις-κράτη, και η παραδοσιακή πατρίδα του Αδάπα (Αδάμ), ήταν η πόλη της Εριδού (ή Εριντού), η οποία βρέθηκε, όπως οι κατοπινές Σουμεριακές πόλεις της Ουρ και Ερέχ, στις όχθες του ποταμού Ευφράτη. (Τα ερείπια των πόλεων αυτών, βρίσκονται περίπου 400 μίλια από όπου ο Ευφράτης εισέρχεται στον Περσικό Κόλπο). Ήταν η πρώτη περιοχή που σχηματίστηκε στη Μεσοποταμία από τις προσχώσεις των τεσσάρων ποταμών. Η Εριντού, ξεκινώντας από απλός οικισμός, χτίστηκε από τους πρώτους κατοίκους, κατά το 5400 π.Χ., και κατοικείτο τουλάχιστον ως το 3600 π.Χ.

Στην αρχή η περιοχή ήταν πλημμυρισμένη με νερό. Σταδιακά όμως, άρχισε να ανυψώνεται. Η Εριντού όπου εγκαταστάθηκε ο Αδάμ και οι απόγονοί του, μετά από την πτώση του από τον Παράδεισο, ήταν προφανώς από τις πρώτες περιοχές.

Σταδιακά η προοδευτική αύξηση της λάσπης των ποταμών, μετακίνησε την ακτή αρκετά μακριά στο Νότο. Έτσι το σημείο που οι ποταμοί έχυναν τα νερά τους άλλαξε, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η μετέπειτα σύγχυση για τη θέση του Παραδείσου.

 

 

 

 

 

 

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΟΥ ΑΔΑΜ

 

Η παραπάνω χρονολόγηση της Εριντού είναι πολύ σημαντική για την επιβεβαίωση της αφήγησης της Γενέσεως, και την επιλογή του κειμένου που θα αποδεχθούμε.

Ως γνωστόν, τα εγκυρότερα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης σήμερα, είναι το Εβραϊκό, και η μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄), που είναι αρχαιότερη από το Εβραϊκό. Στο θέμα των χρονολογιών της Γενέσεως όμως, οι ημερομηνίες που μας δίνουν διαφέρουν μεταξύ τους κατά 1500 έτη. Έτσι, το Εβραϊκό τοποθετεί τον Αδάμ στο 4000 π.Χ., ενώ η μετάφραση Ο΄ τον τοποθετεί στο 5500 π.Χ.!

Το 5500 π.Χ. είναι εξαιρετικά κοντινή ημερομηνία στη χρονολόγηση των αρχαιολόγων για την αρχή κατοίκησης της πρώτης πόλης της Σουμερίας, της Εριντού (5400 π.Χ.). Ενώ λοιπόν ο Αδάμ τοποθετήθηκε στον Παράδεισο το 5500, ο πρώτος οικισμός των απογόνων του, χρονολογείται από το 5400 π.Χ., δηλαδή 100 χρόνια αργότερα. Αυτό είναι η καλύτερη απόδειξη για την ορθότητα των χρονολογικών πινάκων της Γενέσεως!

Έτσι, αν και το Εβραϊκό συχνά αποδεικνύεται εγκυρότερο στην απόδοση κάποιων λέξεων, στις ημερομηνίες αποδεικνύεται λιγότερο αξιόπιστο από των Ο΄.

Από τα παραπάνω, φαίνεται ότι μπορούμε να εμπιστευόμαστε την Αγία Γραφή, όχι ως μια αλληγορική καταγραφή, αλλά ως μια πιστή αναπαράσταση ιστορικών γεγονότων, που ως σήμερα μπορούν να επιρρεάσουν την πίστη μας και το αιώνιο μέλλον μας.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Souer, James A. 1996 ΄΄The River Runs Dry΄΄ Περιοδικό Βιβλικής Αρχαιολογίας, τόμ. 22, Νο 4 (Ιούλιος/Αύγουστος) σελ. 52-57,64.