Η ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΟΥ ΙΩΒ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΦΙΛΩΝ ΤΟΥ
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ
ΤΟΥ ΙΩΒ ΜΕ ΤΟΥΣ
3 ΦΙΛΟΥΣ ΤΟΥ
Οι τρεις φίλοι του
Ιώβ όταν πληροφορήθηκαν τις συμφορές που βρήκαν τον Ιώβ, ξεκίνησαν από τη χώρες
τους για να τον παρηγορήσουν. Οι τρεις φίλοι του ήταν ο Ελιφάζ, βασιλέας των
Θαιμανών, ο Βαλδάδ, τύραννος των Σαυχέων και ο Σωφάρ, βασιλέας των Μιναίων, οι
οποίοι όταν τον είδαν από μακριά δεν τον αναγνώρισαν. Αφού έβγαλαν μεγάλη
κραυγή οδύνης, έκλαψαν κι έσχισαν τις στολές τους. Έριξαν χώμα στο κεφάλι
τους ως ένδειξη οδύνης. Ύστερα κάθησαν κοντά στον Ιώβ και τον συντρόφευαν
για επτά ημέρες, παραμένοντας σιωπηλοί, διότι έβλεπαν κατάπληκτοι, ότι το
χτύπημα που δέχτηκε ο φίλος τους ήταν πολύ μεγάλο και οδυνηρό
(Ιώβ 2,11-13).
Ο Ιώβ θρήνησε κι έπειτα από μια εβδομάδα άνοιξε το στόμα του και καταράστηκε την ημέρα που γεννήθηκε
(Ιώβ 3,1-26).
Μετά πήρε το λόγο ο Ελιφάζ, ο οποίος επέπληξε τον Ιώβ, γιατί μέχρι τώρα
παρηγορούσε άλλους και τώρα που τον βρήκαν συμφορές δυσανασχετεί; Μήπως η
πίστη που είχε στο Θεό δεν ήταν γνήσια; Έπειτα του τόνισε ότι αυτοί που
πιστεύουν αληθινά και είναι καθαροί από αμαρτίες ποτέ δεν χάθηκαν, ενώ οι
ασεβείς θα χαθούν και θα τιμωρηθούν από το Θεό. Του είπε ακόμη ότι είδε
πολλούς ασεβείς να ευημερούν για λίγο και μετά να χάνονται, γιατί ο Θεός
καταστρέφει τα πανούργα σχέδιά τους, ενώ από την άλλη ο Θεός φέρνει τις
θλίψεις στη ζωή των ανθρώπων, οι οποίες είναι παιδαγωγικές, αλλά στο τέλος
τους πιστούς και συνετούς ανθρώπους τους επαναφέρει στην προηγούμενη καλή
τους κατάσταση και τους δίνει πολλά αγαθά
(Ιώβ 4,1-21.
5,1-27).
Στη συνέχεια ο Ιώβ περιέγραψε
με δριμύτητα τις θλίψεις του, οι οποίες είναι πολύ βαριές. Τόνισε πως ο
Κύριος του έφερε τις θλίψεις κι όμως ο ίδιος τις υπομένει και δεν
παραπονέθηκε γι' αυτές. Μέχρι τώρα είχε στηρίξει τις ελπίδες του στον Κύριο,
αλλά βλέπει ότι το έλεος του απομακρύνθηκε απ' αυτόν. Έπειτα ο Ιώβ
αναρωτήθηκε για πόσο καιρό ακόμη θα υπομένει αυτά τα βάσανα και δεν θα τον
βρει ο θάνατος; Ακόμη και οι στενότεροι συγγενείς του τον εγκατέλειψαν κι
εκείνοι που κάποτε του έδειχναν σεβασμό τώρα είναι κρύοι και παγωμένοι
απέναντί του. Στη συνέχεια ο Ιώβ παραπονέθηκε στους φίλους του για την
αναλγησία τους, που αντί να τον παρηγορήσουν του πρόσθεσαν περισσότερο πόνο
(Ιώβ 6,1-30).
Έπειτα ο Ιώβ τόνισε στους
φίλους του, ότι είναι μεγάλη η οδύνη από τις δοκιμασίες του, τις οποίες
υπομένει μήνες τώρα. Και τέλος παρακάλεσε τον Κύριο να δώσει τέλος στα
βάσανά του και να τον πάρει από τη ζωή
(Ιώβ 7,1-21).
Μετά πήρε το λόγο ο Βαλδάδ, ο
οποίος επέπληξε τον Ιώβ και του είπε να μην παραπονιέται, γιατί τα παιδιά
του αμάρτησαν και δίκαια τιμωρήθηκαν. Του είπε ακόμη ότι εάν πράγματι είναι
ευσεβής και αγαθός, ο Κύριος θα τον ανταμείψει και θα του δώσει περισσότερα
απ' όσα είχε, γιατί ανταμείβει τους ευσεβείς και ενάρετους και τιμωρεί τους
ασεβείς
(Ιώβ 8,1-22).
Στη συνέχεια ο Ιώβ αναγνώρισε
και διακήρυξε την παντοδυναμία, την δικαιοσύνη και τη σοφία του Θεού.
Αναρωτήθηκε μήπως ο Κύριος δεν εισακούει τις προσευχές του. Τόνισε ακόμη ότι
οι φαύλοι και οι ασεβείς προκαλούν την οργή του Θεού, αλλά και από την άλλη
πολλές φορές οι δίκαιοι
πέφτουν στα
χέρια των ασεβών (Ιώβ 9,1-35).
Έπειτα αναρωτήθηκε γιατί ο Θεός του στέλνει τις θλίψεις και τις δοκιμασίες.
Αναγνώρισε τον Κύριο ως δημιουργό του και τον ικέτευσε να τον λυτρώσει από
τα βάσανά του παίρνοντάς τον από τη ζωή
(Ιώβ 10,1-22).
Μετά πήρε το λόγο ο Σωφάρ, ο
οποίος αμφισβήτησε την καθαρότητα και την ευσέβεια του Ιώβ και του είπε ν'
αποβάλλει από μέσα του οποιαδήποτε αμαρτία. Από την άλλη τον παρότρυνε εάν
θεωρεί τον εαυτό του καθαρό, να σηκώσει τα χέρια του προς τον Κύριο και να
ζητήσει το έλεός του
(Ιώβ 11,1-20).
Ο Ιώβ απαντώντας στους φίλους
του διακήρυξε την άπειρο σοφία και παντοδυναμία του Θεού
(Ιώβ 12,1-25).
Τους κατηγόρησε ως άδικους, υποκριτές, αλαζόνες, οι οποίοι γίνονται κριτές
στη θέση του Θεού και κρίνουν τους άλλους. Έπειτα υπερασπίστηκε την αθωότητά
του και αναρωτήθηκε στον Κύριο ποια ήταν τα πταίσματά του, τα οποία έφεραν
τόσες βαριές δοκιμασίες
(Ιώβ 13,1-28).
Ακόμη ο Ιώβ αναρωτήθηκε απευθυνόμενος προς τον Κύριο, ποιος άνθρωπος είναι
καθαρός και αναμάρτητος; Τονίζει ότι ο άνθρωπος ο οποίος πεθαίνει δεν
επανέρχεται στη ζωή και ζητάει από τον Κύριο να τον κρατήσει στον Άδη μέχρι
να κατευναστεί η οργή του και να τον επαναφέρει στη ζωή
(Ιώβ 14,1-22).
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ
Ο Ελιφάζ πήρε το λόγο και έλεγξε τον Ιώβ
για υψηλοφροσύνη και ανευλάβεια. Έτσι τον κατηγόρησε ότι δεν έχει φόβο Θεού,
ότι είναι αλαζόνας, εγωϊστής και αυθάδης και ότι έχει τιμωρηθεί από το Θεό
λιγότερο απ' όσο έχει αμαρτήσει. Τέλος τονίζει στον Ιώβ ότι οι ασεβείς
τιμωρούνται από το Θεό
(Ιώβ 15,1-35).
Στη συνέχεια ο Ιώβ πήρε το λόγο
και κατηγόρησε τους φίλους του ως σκληρούς και κακούς παρηγορητές στις
δοκιμασίες του, τις οποίες περιγράφει με τα πιο μελανά χρώματα. Έτσι τονίζει
ότι οι προσευχές του ήταν καθαρές κι ενώ ζούσε ειρηνικά, ο Κύριος τον
χτύπησε με πολλή οργή και τον παρέδωσε στα χέρια ασεβών και άδικων ανθρώπων.
Ως μάρτυρα της αθωότητας και της αδικίας του ο Ιώβ παρουσιάζει τον Κύριο και
εύχεται στο Θεό ν' ακούσει τις προσευχές του και να τον λυτρώσει από τις
δοκιμασίες του
(Ιώβ 16,1-22).
Απευθυνόμενος στον Κύριο αναρωτιέται τι κακό έχει κάνει, ώστε να βασανίζεται
και τον παρακαλάει ξανά να τον λυτρώσει από τα δεινά του, γιατί έχει γίνει
περίγελος στον κόσμο γι' αυτά. Αναφέρει ότι υποφέρει πάρα πολύ από τους
πόνους, ώστε να μην μπορεί να κοιμηθεί και τέλος εύχεται ξανά να λυτρωθεί
και να τον βρει ο θάνατος
(Ιώβ 17,1-16).
Μετά πήρε το λόγο ο Βαλδάδ, ο
οποίος επέπληξε τον Ιώβ για φλυαρία και ότι παρουσιάζει τον εαυτό του ως
μοναδικό μέσα στον κόσμο. Του τόνισε πως η ευημερία των ασεβών δεν θα
διατηρηθεί για πολύ και ότι ο Κύριος θα τους καταστρέψει. Αυτά που έχουν
αρπάξει με βία θα χαθούν, όπως και η ανάμνησή τους μέσα στον κόσμο
(Ιώβ 18,1-21).
Στη συνέχεια ο Ιώβ
διαμαρτυρήθηκε στους φίλους του, γιατί αδυνατούν να δουν την αιτία των
δεινών του. Αδυνατούν να καταλάβουν ότι ο Κύριος είναι η αιτία των δεινών
του κι όχι οι αμαρτίες του. Μετά από τις δοκιμασίες του ξένος κι
ανεπιθύμητος απ' όλους. Η γυναίκα του, οι αδελφοί του, οι συγγενείς του, οι
φίλοι του, οι γνωστοί του, οι υπηρέτες του και τα παιδιά των παλλακίδων του,
εξαιτίας των πληγών του τον σιχάθηκαν, τον απομάκρυναν από κοντά τους και
δεν του έδωσαν καμία σημασία. Όμως παρόλα αυτά ο Ιώβ ελπίζει πως ο Κύριος θα
τον δικαιώσει και θα τον λυτρώσει από τα δεινά του
(Ιώβ 19,1-29).
Μετά πήρε το λόγο ο Σωφάρ, ο
οποίος αφού περιέγραψε στον Ιώβ το μέλλον του ασεβή, του τόνισε ότι ο Θεός,
ο οποίος επιβλέπει τα πάντα, θα τιμωρήσει τους ασεβείς και θα σκορπίσει ότι
άρπαξαν με αδικίες
(Ιώβ 20,1-29).
Ο Ιώβ απαντώντας περιέγραψε
στους φίλους του την ευημερία των ασεβών, οι οποίοι απολαμβάνουν ανενόχλητοι
τ' αγαθά τους που άρπαξαν με αδικίες και τόνισε ότι κάποια μέρα ο Κύριος θα
τους καταστρέψει και θ' αποδώσει δικαιοσύνη
(Ιώβ 12,1-25).
Ο ΤΡΙΤΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ
Ο Ελιφάζ έλεγξε τον Ιώβ για
ασέβεια και του είπε, για ποιο ο Κύριος να του φέρει δοκιμασίες εάν ήταν
άμεμπτος; Κι αρχίζει ν' απαριθμεί πιθανές παραβάσεις και αμαρτίες του Ιώβ
και του σύνεστησε ειλικρινή μετάνοια
(Ιώβ 22,1-30).
Στη συνέχεια ο Ιώβ είπε στους φίλους του,
ότι νομίζουν πως είναι ασεβής, αλλά ο ίδιος θα ήθελε να συναντήσει τον Κύριο
και να του αποδείξει την καθαρότητά του. Όμως, όπου και να κοιτάξει ο Κύριος
είναι μακριά. Ο Ιώβ είναι σίγουρος, πως ο Κύριος γνωρίζει την ευσέβεια και
την καθαρότητά του και τονίζει στους φίλους του, πως θα τηρεί πάντα το
θέλημα και τις εντολές του Κυρίου
(Ιώβ 23,1-17).
Από την άλλη ο Ιώβ αναρωτιέται μήπως ξέφυγαν από την προσοχή του Κυρίου η
ευσέβεια και τα καλά του έργα, και γι' αυτό βρήκαν την ευκαιρία οι ασεβείς
να καταπατήσουν τη ζωή του και την περιουσία του. Τονίζει ξανά στους φίλους
του, ότι οι ασεβείς διαπράττουν αδικίες και μένουν ατιμώρητοι και
αναρωτιέται γιατί ο Κύριος, ενώ γνωρίζει τα έργα των ασεβών δεν ανταπέδωσε
κατά τα έργα τους;
(Ιώβ 24,1-25).
Μετά πήρε το λόγο ο Βαλδάδ, ο
οποίος τόνισε την παντοδυναμία του Θεού
(Ιώβ 25,1-6).
Στη συνέχεια ο Ιώβ διακήρυξε κι αυτός με τη σειρά του την άπειρο δύναμη και
εξουσία του Θεού
(Ιώβ 26,1-14).
Διακήρυξε επίσης την πιστότητά του στο Θεό και ότι μέχρι να πεθάνει δεν
πρόκειται ποτέ ν' αποβάλλει από πάνω του την ακακία και την καθαρότητά του.
Ευχήθηκε οι ασεβείς να τιμωρηθούν από το Θεό κι αυτά που άρπαξαν με αδικίες
να επανέλθουν στην κυριότητα των δικαίων
(Ιώβ 27,1-23).
Έπειτα ο Ιώβ διακήρυξε ξανά την πανσοφία και παντοδυναμία του Θεού
(Ιώβ 28,1-28).
Ακόμη αναπόλησε την προηγούμενη ευτυχία και τα καλά του έργα,
καθώς επίσης και την τιμή που απολάμβανε εκ μέρους των ανθρώπων. Σε όλα αυτά
τόνισε την παρουσία του Θεού, ο οποίος τον ευλογούσε και τον προφύλασσε από
κάθε συμφορά
(Ιώβ 29,1-25).
Στη συνέχεια ο Ιώβ θρήνησε την τωρινή του αθλιότητα και ανέφερε για μια
ακόμη φορά πως οι άνθρωποι τον σιχάθηκαν, τον έπτυσαν κατάμουτρα και τον
καταφρόνησαν. Τόνισε ξανά ότι τα δεινά του οφείλονται στον Κύριο, ο οποίος
έχει πάψει να εισακούει τις προσευχές του
(Ιώβ 30,1-31).
Τέλος ο Ιώβ διακήρυξε για μια ακόμη φορά την καθαρότητά του και απαρίθμησε
τα καλά του έργα
(Ιώβ 31,1-40).
Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
ΤΟΥ ΕΛΙΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Μετά σταμάτησαν οι τρεις φίλοι
του και δεν είπαν τίποτα παραπάνω, διότι ο Ιώβ επέμενε να παρουσιάζεται
μπροστά τους ως δίκαιος. Όμως στη συζήτηση παρενέβη ο Ελιούς, γιος του
Βαραχιήλ από την Αυσίτιδα, ο οποίος οργίστηκε πολύ εναντίον του Ιώβ, διότι
παρουσίασε τον εαυτό του ως δίκαιο ενώπιον του Θεού. Οργίστηκε επίσης και
εναντίον των τριών φίλων του Ιώβ, οι οποίοι ήταν μεγαλύτεροί του σε ηλικία,
διότι δεν μπόρεσαν να δώσουν τις κατάλληλες απαντήσεις στους ισχυρισμούς του
Ιώβ
(Ιώβ 32,1-5).
Πήρε λοιπόν το λόγο ο Ελιούς και αιτιολόγησε
την παρέμβασή του στη συζήτηση. Είπε στους τρεις φίλους του Ιώβ ότι, ως
μεγαλύτεροι περίμενε πως θα ήταν σοφότεροι και θα είχαν δώσει τις απαντήσεις
που έπρεπε. Όμως διαπίστωσε πως ούτε ο χρόνος, ούτε η μεγάλη ηλικία κάνουν
τον άνθρωπο σοφότερο, αλλά το πνεύμα του Θεού που διδάσκει και φωτίζει τον
άνθρωπο. Τους είπε ακόμη ότι κανείς τους δεν απάντησε σωστά στον Ιώβ και γι'
αυτό βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει όπως μίλησε. Οι τρεις φίλοι του Ιώβ
απογοητεύτηκαν από τα λόγια του και δεν απάντησαν
(Ιώβ 32,6-16).
Στη συνέχεια ο Ελιούς με αρκετή
αλαζονεία αναίρεσε τα επιχειρήματα του Ιώβ. Του είπε ότι δεν έχουν βάση αυτά
που είπε και ότι ο Κύριος με όνειρα και θλίψεις καθοδηγεί τον άνθρωπο και με
τις θλίψεις τον παιδαγωγεί. Κι όταν ο άνθρωπος απευθυνθεί στον Κύριο, τότε
θα κάνει δεκτά τα αιτήματά του, θα τον θεραπεύσει και θα τον αποκαταστήσει.
Έπειτα θα πρέπει να κατηγορήσει τον εαυτό του για τις άσχημες πράξεις που
διέπραξε και ο Κύριος τον τιμώρησε ανάλογα με τις αμαρτίες του
(Ιώβ 33,1-33).
Στη συνέχεια ο Ελιούς κατέδειξε
στον Ιώβ ότι οι αμαρτίες του είναι η βαθύτερη αιτία και ο σκοπός των θλίψεων
του. Τόνισε τη δικαιοσύνη του Θεού και του είπε ότι ο Κύριος ανταποδίδει
στον καθένα ανάλογα με τα έργα του. Τον χαρακτήρισε ακόμη ως άφρονα και
ασύνετο
(Ιώβ 34,1-37).
Έπειτα ο Ελιούς κατέδειξε τη μικρότητα του ανθρώπου απέναντι στην
παντοδυναμία του Θεού. Κατηγόρησε τον Ιώβ για ασέβεια και του συνέστησε ν'
απευθυνθεί στη μακροθυμία του Θεού. Είπε ακόμη ότι ο Θεός είναι θεατής και
αυτόπτης μάρτυρας αυτών που διαπράττουν αδικίες και γι' αυτό δεν εκδηλώνει
την οργή του απέναντί τους. Αυτή λοιπόν είναι η αιτία που δεν δίνει σημασία
στα λόγια του Ιώβ, τα οποία αποδεικνύονται μάταια
(Ιώβ 35,1-16).
Ο Ελιούς συνεχίζοντας το λόγο του είπε στον Ιώβ, ότι ο Κύριος θα προστατεύει
και ποτέ δεν θ' αποστραφεί τον συνετό και άκακο άνθρωπο, ότι πάντοτε θ'
αποδίδει το δίκαιο στο φτωχό και θα τιμωρήσει τους ασεβείς και τους άδικους
για τις άνομες πράξεις τους. Έπειτα εγκωμίασε για μια ακόμη φορά την
παντοδυναμία, την πανσοφία και τη δικαιοσύνη του Θεού.
Τέλος
συνέστησε στον Ιώβ να διδαχθεί από τους λόγους του και ν' απευθυνθεί στο
δίκαιο Θεό που κρίνει με δικαιοσύνη (Ιώβ 36,1-33. 37,1-24).
Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΙΩΒ
Όταν σταμάτησε ο Ελιούς να
μιλάει, παρενέβη ο Κύριος μέσα από τα σύννεφα και επέπληξε τους τέσσερις
φίλους του Ιώβ για τη στάση τους απέναντί του. Χαρακτήρισε τα λόγια τους
αστήρικτα, που συσκοτίζουν το νου. Τους έθεσε πολλά ερωτήματα γύρω από τη
δημιουργία του κόσμου,
γύρω από τα
φυσικά φαινόμενα της γης και τ' ουρανού και γύρω από τα θαυμαστά των ζώων
και των φυτών (Ιώβ 38,1-41. 39,1-30).
Έπειτα απευθύνθηκε στον Ιώβ και
του είπε εάν είναι ικανός να ελέγξει το Θεό; Ο Ιώβ απαντώντας με ευλάβεια
στον Κύριο είπε, ότι μόνο μια φορά παραπονέθηκε και δεν πρόκειται να το
ξανακάνει. Ο Κύριος στη συνέχεια έθεσε στον Ιώβ ερωτήματα για τα έργα της
δημιουργίας και για τα ζώα
(Ιώβ 40,1-32.
41,1-26).
Μετά ο Ιώβ με ταπεινότητα
αναγνώρισε την παντοδυναμία του Θεού και είπε, ότι γι' αυτό ελεεινολόγησε
κατά του Κυρίου, γιατί μέχρι τώρα μόνο άκουγε για τα μεγαλεία του Θεού, ενώ
τώρα τον αντίκρυσε με τα μάτια του και μίλησε μαζί του
(Ιώβ 42,1-6).
Όταν ο Κύριος τελείωσε τους
λόγους του προς τον Ιώβ, επέπληξε αυστηρά τους τρεις φίλους του, γιατί
αμάρτησαν και δεν μίλησαν αληθινά για τον Ίδιο και το θέλημά Του, όπως
μίλησε ο Ιώβ. Τους συνέστησε να πάρουν 7 μοσχάρια και 7 κριάρια και να τα
θυσιάσουν μαζί με τον Ιώβ, όπου ο ίδιος θα κάνει τη θυσία και θα προσευχηθεί
γι' αυτούς και τότε μόνο θα γίνει δεκτή η θυσία τους και θα συγχωρηθεί το
αμάρτημά τους. Γιατί εάν δεν ήταν ο Ιώβ, οπωσδήποτε θα τους τιμωρούσε
αυστηρά.
Οι τρεις φίλοι του Ιώβ έπραξαν
όπως έδωσε εντολή ο Κύριος κι έτσι συγχώρησε την αμαρτία τους προς χάριν του
Ιώβ, ο οποίος προσευχήθηκε για τους φίλους του
(Ιώβ 42,7-10).
Οι αδερφοί του και οι αδερφές
του έμαθαν όσα συνέβησαν και θαύμασαν. Πήγαν στο σπίτι του Ιώβ και γιόρτασαν
μαζί του, φέρνοντας ο καθένας ως δώρο μια αμνάδα, ένα χρυσό τετράδραχμο κι
ασήμι
(Ιώβ 42,11). Ο Κύριος
στο τέλος δόξασε κι ευλόγησε τον
Ιώβ και του έδωσε τα διπλάσια απ' όσα είχε
προηγουμένως (Ιώβ 42,12-15).
|